by Takis Garis (@takisgaris)

Episode 8 - AR-GOing for Oscar gold

> ARGO (7/10)
Are you superstitious? It has so happened twice in the last couple of years here at TIFF, that a film which premieres on the first Friday of the festival goes all the way to win oscar gold. The King’s Speech was first and then came The Artist. Guess what; Ben Affleck’s third film after Gone Baby Gone & The Town, named by the ancient greek ship Argo, has just started Friday its award-race sail, getting an enthusiastic reception by critics and audience alike. The main ingredients that make for this early kick- start are:



 Based on a real story: The US-Iranian 1979-1981 crisis that peaked with the Iran hostage incident, where a US embassy personnel of 6, found refuge at the house of the Canadian (humble brag) ambassador. With a little help of Hollywood, CIA staged project – Argo, a sci fi fake production, gave those people a free passage as film crew.
 Ben Affleck is already an oscar winner (shared it with friend Matt Damon for the Good Will Hunting screenplay), mediocre actor (not even counting his invisible turn at Malick’s To The Wonder), but a particularly solid filmmaker who exhibits continuous improvement. This is the so called The Clint factor, a term quite explanatory in itself. Or, to be exact…
 The Clooney factor which sits a level (or two) before the above. It should be duly noted that Clooney shares producing credits here.
 Argo is getting a release in the heart of the presidential campaign, it can be construed as the perfectly patriotic movie, in support of the good old “evil arab” stereotype, in times when the ever present militarist lobby in US, pushes for an escalated conflict with Iran.
 The Wag The Dog script (found here in reverse) is always alluring for Hollywood insiders, plus it provides limitless opportunity for caustic satire.




Furthermore, Affleck’s team in the technical unit(s) has been attentive to historical detail, despite the distasteful hair jobs and excessive use of real footage of the era and taken into account that, obviously Iranians would not fall for the same prank twice in 30 years. On a personal note, the shot in Constantinople’s (Istanbul) Agia Sophia cathedral made my heart shrink to the size of a pine seed. Ben himself shouldn’t reserve the lead (the CIA agent/ARGO mission head that saves the day) for himself but at least we are generously compensated in the supporting roles department, from scene-stealer Alan Arkin (sure nomination) as the old timer director, to “Breaking Bad’’ sensation Brian Cranston as Affleck’s boss at CIA. Nonetheless, it’s always a thrill to have John Goodman aboard, as the oscar- winning (wink-wink) make- up artist for The Planet of The Apes, even though he could have a meatier role. Argo plays well by all oscar friendly rules, never goes astray and that’s its main issue with me. The final scene as much as the closing credits aim to an overly crowd-pleasing effect and I sense that Affleck should (and he shows almost ready to) step up, so that he’ll eventually reach A’ list directorial status. Plus, just for the record, there was another film that opened same day in TIFF12, with definitely more grandiose status: It was The Master by P.T. Anderson.


gaRis


THE TIFF Connection brought you by DENON

Περισσότερα... »

Polisse
της Maïwenn. Με τους Karin Viard, Joeystarr, Marina Foïs, Nicolas Duvauchelle, Maïwenn, Karole Rocher, Emmanuelle Bercot, Frédéric Pierrot, Arnaud Henriet, Naidra Ayadi


A.C.A.B., αλλά και άνθρωποι που και που...
του zerVo
Παρότι η κοινή γνώμη έχει σχηματίσει διαφορετική άποψη - για την δημιουργία της οποίας εκείνοι είναι οι αποκλειστικοί υπαίτιοι, με τις σκοτεινές συμπεριφορές τους σε δύσκολες πολιτικά περιόδους αλλά και τον υπέρμετρα αντιλαϊκό ζήλο που επιδεικνύουν τις ώρες προστασίας των (στα χαρτιά και μόνο) αφεντικών τους, οι αστυνομικοί είναι και άνθρωποι. Βεβαίως και το επάγγελμα που επέλεξαν να ακολουθήσουν οι επιβολείς του νόμου είναι από τα δυσκολότερα, σίγουρα το πιο ριψοκίνδυνο κι αυτό με τις μεγαλύτερες απώλειες σε ζωή, εν καιρώ ειρήνης, αυτό όμως σε καμία περίπτωση δεν δικαιολογεί την μονίμως αγριεμένη όψη τους, απόρροια της μανίας διατήρησης των κανόνων, που έχει ποτίσει την ψυχή τους και δεν διαρκεί απλά και μόνο τις οκτώ ώρες που καθημερινά φορούν την στολή. Μα πολύ παραπάνω...

Σε διαρκή επαγρύπνηση βρίσκονται τα μέλη του Σώματος Δίωξης Εγκλημάτων κατά των Ανηλίκων της Παρισινής αστυνομίας, στην ολοήμερη πάλη ενάντια στους εκμεταλλευτές νεαρών ψυχών. Με ελάχιστη υποστήριξη από τα ανώτερα κλιμάκια, που θεωρούν την ύπαρξη του τμήματος βοηθητική, δίχως τα κατάλληλα εργαλεία στα χέρια τους και ισορροπώντας στην κλωστή της νόμιμης και μη ανακριτικής μεθόδου, οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί καλούνται να φέρουν εις πέρας τις πιο λεπτές υποθέσεις.  Η  κάμερα της απεσταλμένης από το Υπουργείο φωτογράφου, κατόπιν εντολής της ηγεσίας θα ακολουθεί κάθε βήμα τους στην καταγραφή των δύσκολων περιστατικών. Φακός που δεν θα καταγράψει μόνο τον πόνο των ζορισμένων παιδιών και εφήβων, αλλά και την αναταραχή στον εσωτερικό κόσμο των μπάτσων που αναλαμβάνουν αυτές τις δύσκολες και ψυχοφθόρες αποστολές.

Όχι με μια σαφή μυθοπλαστική κατεύθυνση, αλλά με μορφή που περισσότερο θυμίζει τεχνικά και θεματικά ντοκιμαντέρ, το Polisse (που Police σημαίνει, με την προφορά όμως του άμαθου νηπίου) τσιμπάει στιγμιότυπα που λαμβάνουν χώρα στα στενά δωμάτια των ανακριτικών γραφείων και των κρατητηρίων, στους τόπους που λαμβάνουν χώρα οι παράνομες πράξεις και οι προσαγωγές, μα και στα σπίτια των αστυνομικών, που εκτυλίσσονται οι γεμάτες ένταση - μεταφερόμενη από την δουλειά - ιδιωτικές στιγμές των κεντρικών ηρώων του στόρι. Δίχως άλλο, η ζωντανή κινηματογράφηση, σαν live coverage της καθημερινότητας του Τ.Α. Μπελβίλ, είναι και το στοιχείο που κάνει το δημιούργημα της Maiwenn - παιδί θαύμα κάποτε της γαλλικής TV, πρώην κυρία Besson και αδελφάκι της Isild Le Besco - τόσο ενδιαφέρον, αγωνιώδες και δραματικό, που το καταγεγραμμένο στο χέρι δίωρο στους διαδρόμους της Ασφάλειας, να μοιάζει με δεκάλεπτο.

Για πες: Ακόμη κι αν οι προσωπικότητες που καλείται να καλύψει στο σενάριο της η ταλαντούχα φραντσέζα, είναι αμέτρητοι, εντούτοις δεν χάνει τον έλεγχο και τους αναλύει σε πλήρες βάθος και έκταση. Εκεί που της ξεφεύγει το μέτρο είναι στην χαλιναγώγηση των πρωταγωνιστών της - μια μικτή Γαλλίας, σπουδαίων ρολιστών, όπως η Fois, η Viard, ο Joeystarr, ο Duvachelle - που κατά τόπους υπερεκτίθενται σε ερμηνευτικές υπερβολές, όπως κατά την εκτίμηση μου παρατραβηγμένα είναι και τα δέκα τελευταία δευτερόλεπτα του φιλμ, τα οποία σε πρώτη ανάγνωση μάλλον αγιοποιούν - δίχως λόγο - το Σώμα, παρά αναδεικνύουν τις ψυχώσεις που προκαλούν στα μέλη του οι ακρότητες των υποθέσεων που αναλαμβάνουν.






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Σεπτεμβρίου 2012 από την Seven / Spentzos
Περισσότερα... »

Bachelorette
της Leslye Headland. Με τους Kirsten Dunst, Isla Fisher, Lizzy Caplan, James Marsden, Kyle Bornheimer, Rebel Wilson, Adam Scott


Παράνυφες να σου πετύχουν!
του zerVo
Άντε τώρα να παρευρεθώ ξανά σε γαμήλιο γλέντι και κοιτώντας όλα αυτά τα κορίτσια σαν τα κρύα τα νερά, που έχουν φορέσει τις καλές τους αμπιγιέ τουαλέτες, ζητώντας να κλέψουν λίγη από την λάμψη της τιμώμενης ασπροντυμένης με τα τούλια και χοροπηδούν γεμάτες έκδηλη αθωότητα στην πίστα, να μην μου περάσει από το μυαλό το τι διαβολικό μπορεί να έχουν ζήσει την νύχτα που έχει προηγηθεί. Ναι αυτή την ξενόφερτη συνήθεια που μοιράζει τις παρέες των αρρένων και των θηλέων στα δυο, σε μια ξέφρενη μπάτσελορ βραδιά - και καλά - την τελευταία εργένικη της ζωής των μελλόνυμφων. 

Σαν βόμβα θα σκάσει στα αυτιά της τριπλέτας των μεγαλοκοπέλων, που έχει διατηρήσει μια δεκαετία και βάλε μετά την σχολική αποφοίτηση το κολλητηλίκι, πως η τέταρτη και εμφανώς λιγότερο όμορφη της τότε παρέας, οσονούπω πρόκειται να ντυθεί νυφούλα, απαντώντας θετικά, στην πρόταση γάμου ενός από τους πλέον διαλεχτούς γαμπρούς της πόλης. Μία μόλις ημέρα πριν την με κάθε επισημότητα τέλεση του μυστηρίου, κι ενώ το πάρτι που είχε η ζηλόφθονη τριάδα προετοιμάσει, για να διασκεδάσουν την νύφη, απέτυχε οικτρά, θα έλθει η ολοκληρωτική καταστροφή, όταν οι υπό την επήρεια ενός βουνού κοκαΐνης φιλενάδες, σκίσουν το νυφικό φόρεμα. Ζημιά που πρέπει οπωσδήποτε να διορθώσουν μέσα στις λίγες ώρες που απομένουν, πριν ξεκινήσει η τελετή...

Και σιγά μην έχουν το καθαρό μυαλό να ασχοληθούν με την φορεσιά της χοντρομούρας (πλην αγαθιάρας) Μπέκι, που είχε την τύχη την καλή, σε αντίθεση εκείνες τις πεντάμορφες (πλην bitches) που πέραν της μιας βραδιάς δεν γυρίζει να τις κοιτάξει κανείς. Άσε που καθεμιά έχει και την δική της προσωπική εκκρεμότητα να κοιτάξει να λύσει, με συνέπεια το κατεστραμμένο ρούχο που ζητά μαντάρισμα. να περνά διαρκώς σε δεύτερη μοίρα. Το όχι απλώς πιπεράτο, αλλά μέχρι και ακατάλληλο για ανήλικους χιούμορ παίζει σε πρώτο φόντο στην φρενήρη περιπέτεια που θα ζήσουν οι τριαντάχρονες ξενύχτισσες, κουβαλώντας παραμάσχαλα το προς μεταποίηση γιορτινό φόρεμα σε μπαράκια, κλαμπάκια και στριπτιζάδικα.

Ότι έναν παλμό, η ευχάριστη διασκευή του indie θεατρικού έργου της Leslye Headland, τον διαθέτει, ώστε να την κατατάσσει στους αξιόλογους κλώνους των παρεΐστικων σεξοκωμωδιών του Todd Phillips και του Apatow, είναι γεγονός πως τον διαθέτει. Πέρα όμως του βασικού σπινθήρα που κινεί την ίντριγκα, οι υποϊστορίες δεν μοιάζουν ικανές να κρατήσουν το ενδιαφέρον  ζωντανό μέχρι το φινάλε και κάπου εκεί στην τρίτη πράξη που παίρνει μπροστά - λογικά - το νευρώδες σλάπστικ, το πράγμα ξεφουσκώνει και χάνει το κέφι του. Συν τοις άλλοις ποτέ το θέμα δεν προκαλεί θετικά συναισθήματα για τις τρεις νάγιες - κουμπαρομπεμπέκες, τόσο πολύ ώστε και να αποτύχουν στο πλάνο σωτηρίας του νυφικού, μάλλον θα ευχαριστηθεί ο θεατής για το πάθημα τους.

Για πες: Δεν λέω, απαιτεί ερμηνευτική ικανότητα να υποδύεσαι επί ώρα τον αχώνευτο και αυτό οι τρεις χάριτες του Bachelorette το πετυχαίνουν μια χαρά. Παρότι μάλιστα δεν το περίμενα η Isla Fisher βγάζει μετά από καιρό την ενέργεια που την είχε κάνει γνωστή στους Wedding Crashers, έχοντας και την πιο καυτή παρουσία σε σχέση με την ασπρουλιάρα με τα πόδια - καλαμάκια Kirsten Dunst, που μοιάζει να αναρρώνει από τις "Μελαγχολίες" της και κυρίως με την Lizzy Caplan, που γίνεται αντιπαθέστερη και από εκείνη την κοκαλιάρα του εγχώριου τηλεοπτικού Singles, η οποία θέλει άλλον άντρα για το πρωί, άλλον για το μεσημέρι και άλλον για το βράδυ της. Εμ, έτσι συμβαίνει, όταν τα σερνικά παίζουν τόσο πεινασμένα, άβουλα, καρικατουράκια σαν και δώθε, αυτά είναι τα αποτελέσματα...






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Σεπτεμβρίου 2012 από την Seven
Περισσότερα... »

Γείτονες Σε Περιπολία
του Akiva Schaffer. Με τους Ben Stiller, Vince Vaughn, Jonah Hill, Richard Ayoade


Ο Άλιεν της διπλανής πόρτας!
του zerVo
Άσχημα τα μαντάτα. Ο διαγωνισμός για την ανάδειξη της χρυσής ηλίθιας αμερικανιάς δυστυχώς ξεκίνησε πάρα πολύ νωρίς την φετινή σεζόν, με φιλμάκια που σε άλλες περιπτώσεις δεν θα ήταν άξια ούτε για τον σκουπιδοτενεκέ να μπαίνουν πανεύκολα στο ρόστερ των πρώτων προβολών κάθε εβδομάδας. Δύο όμως είναι τα ακόμη ανησυχητικότερα δεδομένα. Από την μια το φαινόμενο των κακών ταινιών είναι πλέον πολύ συχνό και από την άλλη το γεγονός πως σε αυτά τα φιλμ συμμετέχουν δημοφιλέστατα πρόσωπα, με αναγνωρισμένο ταλέντο,   που ακόμη και για το παχυλό paycheck δεν μπορείς να δικαιολογήσεις την πρωταγωνιστική συμμετοχή τους. Καλή ώρα όπως στο The Watch...

Η στυγερή δολοφονία του (μετανάστη) νυχτοφύλακα του εμπορικού κέντρου στην κωμόπολη Γκλένβιου του Οχάιο, θα δώσει στον μάνατζερ του θεόρατου καταστήματος την ιδέα της δημιουργίας μιας μικρής ομάδας αστυνόμευσης και προστασίας της περιοχής, που θα λειτουργεί συμπληρωματικά με τους περιορισμένων ικανοτήτων και εξυπνάδας σερίφηδες. Πολύ σύντομα η ατρόμητη τετράδα που θα συνταχθεί κάτω από την ονομασία Neighborhood Watch, περισσότερο για να το σκάσει από την μίζερη επαρχιακή ρουτίνα, θα αντιληφθεί πως πίσω από τα συνεχόμενα φονικά δεν κρύβεται κάποιος παρανοϊκός εγκληματίας, μα ένας...εξωγήινος εισβολέας, που έχει βάλει σατανικό σκοπό του να κυριεύσει τον πλανήτη.

Και κάπως έτσι ένας άτεκνος (ακόμη) φιλικός με όλους τους συμπολίτες του φαμελιάρης, ένας πανέτοιμος για καβγά πατέρας μιας κόρης που διανύει την δύσκολη εφηβεία, ένας εκκεντρικός wannabe Κάλαχαν κι ένας μοναχικός αφροαμερικάνος, από εκεί που μέχρι πρότινος είχαν σαν μοναδικό τους ενδιαφέρον, το εβδομαδιαίο ματς της τοπικής ομάδας ποδοσφαίρου και κανένα στοίχημα μπιλιάρδου στο προσεγμένα στημένο στέκι τους, τώρα βρίσκονται μπροστά στην πρόκληση του να σώσουν την ανθρωπότητα από τον πανίσχυρο άγνωστο εχθρό. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής τέτοιου επιπέδου ασυνάρτητη φανφάρα, μισοκωμωδία, μισοπεριπέτεια, μισοsci-fi πανδαιμόνιο, με παραγωγική υπογραφή του πάντα αξιοπρεπή Shawn Levy και σε σενάριο του Evan Goldberg του Knocked Up και του Seth Rogen του Green Hornet, δεν την περίμενα με τίποτα. Κανένας ειρμός, η παραμικρή συνοχή, πλήρης έλλειψη του μέτρου, χαρακτήρες βγαλμένοι από μισοσκισμένο Μικι Μάους, με προϊστορικές αντιλήψεις και παλιμπαιδίστικη συμπεριφορά που για την δύσκολη κοινωνικά εποχή που διανύουμε, προκαλεί εντύπωση.

Για πες: Από το ναυάγιο (δεν απέφερε στα ταμεία της Fox ούτε τα 2/3 του κόστους του) του ελπιδοφόρου μια φορά κι έναν καιρό Akiva Schaffer, που απομακρύνθηκε από τον μπούσουλα της μοντέρνας αμερικάνικης κομεντί κι αυτό μόνο αρνητικές συνέπειες είχε για το πόνημα του, δεν διασώζεται ουδείς. Και δεν αναφέρω καν ποιος είναι ο "ουδείς" διότι παλεύω να λησμονήσω πως ερμηνευτές με ικανότητα - και κωμική και δραματική - θα φέρουν ως μαύρη τρύπα στο παλμαρέ τους την συμμετοχή σε τούτο δω το Άλιεν παραλήρημα.






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Σεπτεμβρίου 2012 από την Odeon
Περισσότερα... »

Step Up Revolution
του Scott Speer. Με τους Ryan Guzman, Kathryn McCormick, Misha Gabriel, Peter Gallagher, Stephen Boss


Pls, βάλτε ένα τέλος!
του zerVo
Να είσαι τώρα ακινητοποιημένος στην παραλιακή για κανά δίωρο, με τις αρθρώσεις σου να έχουν εξαντληθεί από το δύσκολο μεροκάματο, το μόνο που ονειρεύεσαι να είναι ένα ζεστό μπάνιο κι ένα μαλακό κρεβάτι κι εκεί που το μποτιλιάρισμα βλέπεις να διαλύεται, τσουπ, να πετάγονται από το πουθενά καμιά πενηνταριά νοματαίοι και να το ρίχνουν στο μπρέικντανς πάνω στα καπώ, μπλοκάροντας και πάλι τα πάντα. Αντιδράς ή δεν αντιδράς σαν Michael Douglas στο Breaking Dawn, βγάζοντας την κοντόκαννη από το πορτ μπαγκάζ, κάνοντας τα όλα λαμπόγυαλο? Ευτυχώς κάτι τέτοιες νεανικές ακραίες κουταμαρίτσες, που μια φορά κι έναν καιρό παρουσίαζε στα ελληνικά ο Ευστρατιάδης, συμβαίνουν μόνο στο σινεμά σε εφηβικού ενδιαφέροντος μουσικοχορευτικά ρομαντζάκια σαν το Step Up. Το οποίο αισίως έχει φτάσει στην τέταρτη εκδοχή του.

Ιδρυτής της ριζοσπαστικής ομάδας χορού του δρόμου είναι ο Σον, ένα φτωχόπαιδο από την Φλόριντα, που στις ελεύθερες του ώρες μαζί με τους κομπανιέρους του, τους MOB πλημμυρίζουν με ρυθμικές νότες δημόσιους χώρους, δημιουργώντας ευφορία στους συνομήλικους τους, αλλά και προκαλώντας γενικό κυκλοφοριακό χάος. Η γνωριμία του με την ομορφούλα Έμιλι Άντερσον θα του ξυπνήσει το ερωτικό ενδιαφέρον, δίχως όμως να γνωρίζει πως πρόκειται για την κόρη του μεγιστάνα Άντερσον, ενός μεγαλοκτηματία και ιδιοκτήτη κατασκευαστικής εταιρίας, που επιθυμεί να απαλλοτριώσει τους ελεύθερους για προπόνηση και παιχνίδι χώρους της πόλης και να κτίσει μεγάλα εμπορικά κέντρα.

Γκρεμίζοντας με τον τρόπο αυτό τα όνειρα του επαναστατημένου τιμ, που δεν χάνει ευκαιρία να ξεδιπλώσει τις αρετές του, σε κάθε καλλιτεχνική εκδήλωση που λαμβάνει χώρα στην Πόλη του Ήλιου, έχει δεν έχει σχέση με τον χορό. Οκ, σύμφωνοι, οι φανατικοί της κινησιολογίας και του στρίτντανς θα βρουν σε μια ακόμη ταινία σημεία που θα τους κινήσουν την περιέργεια και θα παρακολουθήσουν το Step Up Revolution. Όλοι οι υπόλοιποι που θα ήθελαν να παρακολουθήσουν κι ένα σενάριο ελαφρώς παραπάνω από το προσχηματικό, για ποιον λόγο να πληρώσουν εισιτήριο και να μπουν στην σκοτεινή αίθουσα που έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο μπιτς κλαμπ?

Για πες: Ας μην γελιόμαστε δεν υπάρχει καμία προτροπή για τους μη φανατικούς του τάλεντ σόου So You Think You Can Dance. Η σειρά που ξεκίνησε με ενθουσιασμό, αλλά και τον Chaning Tatum στον ρόλο του ατίθασου τότε ατίθασου, φτωχού, μα και περήφανου νέου, φθίνει τεύχος με το τεύχος και καλό θα είναι πριν αρχίσουν να της γυρνούν την πλάτη ακόμη και οι σούπερ φανς του ντανς, να ρίξει την οριστική της αυλαία...






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Σεπτεμβρίου 2012 από την Odeon
Περισσότερα... »

ΠαραΝόρμαν
των Sam Fell, Chris Butler. Με τις φωνές των Kodi Smit-McPhee, Tucker Albrizzi, Anna Kendrick, Casey Affleck, John Goodman, Leslie Mann, Jeff Garlin, Jodelle Ferland


The Night Of The Plastelin Dead
του zerVo
Μπαίνοντας στην αίθουσα ένιωθα το ίδιο ακριβώς συναίσθημα με εκείνο που θυμάμαι με είχε κυριεύσει πριν από καμιά δεκαπενταριά χρόνια στην προβολή του Bug's Life. Με την συγκίνηση να με έχει συνεπάρει από την πρώτη φορά που στο πανί αντίκρισα τον χορευτικό γλόμπο της Pixar στο ορόσημο για το κινηματογραφικό σκίτσο του Toy Story, περίμενα με αγωνία το επόμενο βήμα του στούντιο που ξεπήδησε από τα σπλάχνα της Disney. Η συνέχεια της πρωτοπόρου μπράντας λίγο πολύ γνωστή σε όλους. Το animation έχει βαδίσει μερικά έτη φωτός παραπέρα χάρη στην κομπανία του Lasseter, δίνοντας την έμπνευση και σε άλλους εξίσου ικανούς να επιδείξουν τις ικανότητες τους στο πάλαι ποτέ αποκαλούμενο καρτούν. Η Laika είναι μια τέτοια περίπτωση δημιουργικής ομάδας, που δείχνει σεβασμό στο genre, που με την πρώτη της δημιουργία, την ευαίσθητη Coraline του Henry Selick, αρίστευσε τεχνικά και θεματικά, δείχνοντας πως η Pixar έχει αντάξιους συνοδοιπόρους στο διάβα της. Εντύπωση που επιβεβαίωσε η sophomore - αμερικανιστί - ταινία που φέρει την σφραγίδα της εταιρίας από το Όρεγκον...

Δεν υπάρχει ούτε ένας κάτοικος στην μικρή πόλη του Μπλάιθ Χόλοου της Μασαχουσέτης που να μην πιστεύει πως κάτι περίεργο συμβαίνει με τον δωδεκάχρονο πιτσιρικά Νόρμαν, που διαρκώς συμπεριφέρεται παράξενα, συνομιλεί με αόρατους ανθρώπους στον δρόμο και μόνιμα μοιάζει απόμακρος και φοβισμένος. Ακόμη κι οι γονείς του νιώθουν πως το παιδί τους δεν πολυστέκει στα καλά του, αφού στις ελεύθερες ώρες του είναι πάντα αποτραβηγμένος στην σοφίτα του σπιτιού τους, παρακολουθώντας κλασσικές ταινίες τρόμου συντροφιά, όπως υποστηρίζει, με την γιαγιά του, που εδώ και καιρό, τους έχει αφήσει χρόνους. Κανείς δεν μπορεί όμως να αντιληφθεί πως ο μικρούλης, διαθέτει την αλαφροΐσκιωτη ικανότητα να βλέπει φαντάσματα και να συνομιλεί με τα πνεύματα των νεκρών, ιδιότητα που πλέον έχει γίνει μέρος της τρομακτικής καθημερινότητας του.

Μια μεταφυσική κατάσταση που σύντομα θα εκτραχυνθεί, από την στιγμή που το στοιχειό του άρτι πεθαμένου περιθωριακού του θείου θα τον προετοιμάσει για την έλευση του Κακού και το ξύπνημα των περιφερόμενων μακαρίτιδων από τον τάφο, που θα σκορπίσουν στην πόλη ντελίριο τρόμου. Οι φοβιτσάρηδες γρήγορα θα νιώσουν την τρίχα να σηκώνεται στην θωριά των ανατριχιαστικών - έστω και από πλαστελίνη - ζόμπις. Οι πιο έμπειροι όμως - μαζί τους και ο συμπαθέστατος κατά τα άλλα Νόρμαν - από τα φιλμικά ξυπνήματα των νεκροζώντανων, είναι προετοιμασμένοι πως πίσω από την παρουσία των κουρελιάρηδων σκελετωμένων, κρύβεται κάποιο μυστικό, μια παλιά ιστορία που δεν επιτρέπει στις ψυχές τους να αναπαυθούν εν ειρήνη. Κι εκεί εμφανίζεται το - όχι και τόσο βαθύ, μα το ParaNorman δεν απευθύνεται μόνο σε οξύνους ενήλικες - νόημα του στόρι που συνυπογράφουν ο Sam Fell και ο Chris Butler, το έμπειρο ντουέτο σχεδιαστών με κορυφαία δείγματα δουλειάς το διασκεδαστικό Flushed Away και το όχι ιδιαίτερα πετυχημένο Desperaux.

Μέσα από ένα φλασμπακ στον χρόνο, τρεις περίπου αιώνες πριν, η περίπτωση του Νόρμαν παραλληλίζεται με εκείνη της συνομήλικης του παιδούλας που κυνηγήθηκε άγρια από την Ιερά Εξέταση, για τα παρά φύση παροράματα της. Πολλοί πιστεύουν πως οι φωτιές και τα λιντσαρίσματα του 18ου αιώνα ανήκουν στο παρελθόν, η αλήθεια όμως είναι εντελώς διαφορετική, αφού στο υποτίθεται προοδευτικό σήμερα, ο ιδιαίτερος, ο ξεχωριστός, ο έστω περίεργος, αντιμετωπίζεται με βδελυγμό και περιθωριοποίηση από τον μικρόκοσμο του.

Για πες: Πλέον αποτελεί απαίτηση από τον σινεφίλ, η σχεδιαστική αρτιότητα να συνυπάρχει με την σεναριακή υπόσταση. Ο ParaNorman, τα καταφέρνει μια χαρά και στους δύο τομείς, υποστηρίζοντας από την μια μεριά το απίθανα δύσκολο είδος του stop motion, που στην τρισδιάστατη θωριά του θα έκανε ακόμη και τον μάγο Tim Burton να υποκλιθεί βαθιά, αλλά και στέλνοντας, μέσα από την creepy και με έξυπνο χιούμορ απλότητα του, ένα κοινωνικό μηνυματάκι, προς άπαντες, μικρούς (κυρίως) και μεγάλους. Δεδομένα - πέντε περίπου μήνες πριν την ανακοίνωση από την Ακαδημία - υποψήφιο στην τρομερά ενδιαφέρουσα και υψηλής δυσκολίας οσκαρική κατηγορία του Animation.






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Σεπτεμβρίου 2012 από την UIP
Περισσότερα... »


by Takis Garis (@takisgaris)

Episode 7 - From Scylla to Charybdis

> CLOUD ATLAS (5/10)
I am severely torn about this one. The good news about me is that I could feel much worse, considering that Cloud Atlas is a minced, botched patchwork of a total number of 7 films into one (lost count in the meanwhile), falling hard from the grace of its own preposterous ambition. My generation grew up with The Matrix, even this TIFF’s opening gala premiere (and best sci fi of late years) Looper shares a common trait with that legendary Wachowskis’ (Lana & Andy) break through. As for Tom Tykwer, it was just…Run Lola Run (followed by sympathetic Heaven, scripted by the immortal Kieslowski) and then, not so much. So reality is, the three musketeers need a strong comeback, which theoretically has me from hello, but, filming with two different units, throwing a bunch of male/female roles here and there to each member of the A’ list principal cast (Tom Hanks, Halle Berry, Jim Broadbent, Hugo Weaving, accompanied by Jim Sturgess and Bae Doo Na) is definitely a bold, earth shuttering if you will but ultimately a horrible idea. This is officially the flagship of the mish-mash movies.

Lana Wachowski has adapted for the screen (Tykwer brought this grudge to this department too) the bestselling novel by David Mitchell. I am not going to spoil it for you; the main idea being a journey of souls that spans centuries, continents and civilizations between 19th - 25th centuries. A fascinating premise in theory, a convoluted wreck in execution. The disastrous editing turns almost every emotional scene to flakes, thinking too high of itself or maybe having too little faith in the viewer. The score is divine; make-up is working overtime with brilliant results. There are glimpses, fractions of running time that one can feel that the Trio possesses charisma, vision and flair. The downside remains though that Cloud Atlas is virtually unwatchable from head to toe, in regard of cohesion, structure, evolution of characters, elaboration on motives and perspective. I could see, toward the earned conclusion, fireworks of reflection, yet not the grander scheme of things. All actors are showing energy and belief in their multiplicity, my personal favourite being Jim Broadbent, who at least functions as a lightning rod of humour, for all Atlas’s opaqueness. A twisted thought urges me to see this lost bet as the first 21st century cult sci fi hit, in the footprints of Flash Gordon. I can feel the nerd gangsters unleashing their unprecedented fury upon me but, frankly I don’t mind, because I mean well. The Matrix still rules.



> TO THE WONDER (4/10)
This is North America. The brand name Terrence Malick is beyond criticism. It’s been six films in 40 years. It’s to wonder really how this one is out just one year after the beautiful, esoteric and widely divisive oscar nominee/winner (won best cinematography for Terry’s permanent collaborator Emmanuel Lubezky) The Tree of Life. I came in defense of Malick when he was accused for pushing the envelope too far into matters of evangelical sermons, abstract depiction of flora & fauna without resonance, at least directly with the characters on screen (see the infamous dinosaurs for instance). To a large extent I acknowledge the organic Malickian universe where everything revolves around nature and its divine Creator. However, when it comes to the point that the not exactly unpredictable, or particularly inventive visual candy is abused as an alibi for lack of script, to put it this bluntly, sorry, I give up. This is no Badlands or Days of Heaven anymore.

In fact, To The Wonder is the remnants of Tree of Life’s philosophical leftovers. The seasonality of love relationships to its utmost banality (Ben Affleck murmurs sporadically, mainly spectates Olga Kurylenko swirling and twirling in loop, they make-up and break –up, cheat on each other (the charming mistress incarnated by the talented Rachel McAdams) and seek Lord’s mercy, same as Xavier Bardem’s local priest who questions his faith with prime bewilderment, inviting the nightmarish Sean Penn’s turn which made tabloid news last year. Elegiac prose, parallel monologues in French, Spanish, Italian and English, clear absence in handling the male performances, especially Ben Affleck’s one. Undoubtedly I find legitimate each Hollywood actor’s passion to be baptized by his holiness Malick, even for a single take, no holds barred. To them (Penn, Affleck, Bardem) it may very well mean a bliss, for me it’s just risible and waste of their hard earned talent. Another impressive choice is not to entertain any serious dialogue, if only while quarrels between the lovers, and even then so, still without significant argumentation from either side.




The above may mean many things inside independent cinema pope’s head, although for my taste and according to my set of values and aesthetics, the abolition of meaningful dialogue is not left to poetic licence’s devices but it is inherent, elementary and indispensable to sustain human relationships. Malick is an outspoken hermit- it’s his choice and his prerogative. Why should the viewer spend his invaluable two hours with an iconic director, striving fruitlessly to make for substance out of thin air? To The Wonder ought not to be inserted into Malick’s impressive curriculum vitae. It’s merely a sad parenthesis. It hurts, for the ardent fan and the educated critic alike to hear a round of applause at the end of the inaugural Princess of Wales TIFF12 screening and within minutes later, from the same viewers, aphorisms like “To The Wonder? Wonders who?”. So what if Berlioz, Hayden, Respighi, Tchaikovsky and Gorecki are excellent classical music choices. Terry Malick should always be admired for his own originality, even at the sunset of his admirable career.


gaRis


THE TIFF Connection brought you by DENON

Περισσότερα... »

Μεγάλες Προσδοκίες
by Mike Newell. With Jeremy Irvine, Helena Bonham Carter, Ralph Fiennes, Robbie Coltrane, Holliday Grainger, Ewen Bremner, Sally Hawkins


Διασκευασμένο με αξιοπρέπεια
του gaRis (@takisgaris)
Adapting the monumental coming of age Dickensian novel has always been a rock of Sisyphus project; After the definitive version by grandmaster David Lean (back in 1947 – remember the opening graveyard scene?), there have been numerous efforts, amongst those the modernistic 1998 version by Alfonso Cuaron with little success. Mike Newell, past his seventies, has proved himself to be a versatile talent that has made Four Weddings and a Funeral, Donnie Brasco and Harry Potter and The Goblet of Fire. No wonder that its principal cast, Ralph Fiennes (Magwitch), Helena Bonham Carter (Miss Havisham) and Robbie Coltraine (Mr Jaggers) repeats their collaboration there, with considerable success. I never cease to enjoy Fiennes for his adamantly all-out performances and frankly it’s high time that his talent be recognized. As for Mrs. Burton herself, this pre-gothic character is entirely under her skin and she sets the scene on fire, every time she’s in. Once again after War Horse (to which I remain faithfully in favour despite severe critic protest against it for its uncanny valley), Jeremy Irvine is seen inadequate to carry a pivotal role on his inexperienced shoulders. Mr. Pip he ain’t, no doubt. Constantly in a state of tremulous panic, his wooden body language and hi school play-predictability make for a passive turn which cannot pass by unnoticed.

Newel, bears a condensed, like Lean’s, adaptation of the novel in mind and he could have succeeded if only he didn’t waste the two thirds of the film to depict Pip’s transformation from a poor young locksmith to a Londoner aristocrat, leaving to the final act all the heavy burden of working out the complex story machinations and the fascinating twists of its brilliant original source. Nevertheless, the meticulous art direction, the glazed cinematography and the arresting costume design, elevate the production standards to the level that meets the Great Expectations of ardent Dickens’ fans. This is a film that you don’t love, yet respect to the extent that the sluggish story development in its first part is condoned. You just wish Estella / Holliday Grainger, at the peak of her youth, already having Jayne Eyre and Anna Karenina under her belt, had an equally charming beau playing her love interest, rather than this disappointing Pip.

Κάθε καινούργια διασκευή του μνημειώδους διαχρονικού έργου του σπουδαίου Dickens, μοιάζει με τον βράχο στον παραβολικό μύθο του Σίσυφου. Κατόπιν της απόλυτης βερσιόν δια χειρός David Lean, από το 1947 - ποιος δεν θυμάται την εναρκτήρια σεκάνς στο νεκροταφείο? - έχουν υπάρξει ουκ ολίγες απόπειρες διασκευής του θρυλικού κλασσικού, μεταξύ των οποίων και εκείνη του Alfonso Cuaron στα 1997, όχι ιδιαίτερα επιτυχημένες. Ο Mike Newell, που μόλις πάτησε τα εβδομήντα του χρόνια, έχει αποδείξει στην πορεία του πως πρόκειται γαι ένα πολύπλευρο δημιουργικό ταλέντο, μέσα από φιλμς όπως τα Four Weddings And A Funeral, Donnie Brasco και Harry Potter And The Goblet Of Fire. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν, που το βασικό του καστ, δηλαδή ο Ralph Fiennes (Μάγκγουιτς), η Helena Bonham Carter (Μις Χάβισαμ) και ο Robbie Coltrane (Μίστερ Τζάγκερς) επαναλαμβάνουν με ικανό τρόπο την συνεργασία τους σε εκείνο το κινηματογραφικό επεισόδιο του μικρού μαθητευόμενου μάγου. Πάντα άλλωστε αποτελεί ξεχωριστή εμπειρία να απολαμβάνει κανείς την παράσταση ενός γνήσιου ερμηνευτή όπως ο Fiennes, ενός πραγματικού ταλέντου που νομίζω πως έφτασε η ώρα να αναγνωριστεί. Όσο για την Κυρία Tim Burton, αυτός ο προ-γοτθικός χαρακτήρας είναι μέσα στο αίμα της και κυριολεκτικά απογειώνει τα πλάνα στα οποία συμμετέχει. Για ακόμη μια φορά όμως, κατόπιν του War Horse - του οποίου δηλώνω για μια ακόμη φορά, πιστός θαυμαστής - ο Jeremy Irvine κρίνεται ανεπαρκής στο να σηκώσει έναν καίριο ρόλο στους νεαρούς του ώμους. Δίχως αμφιβολία δεν κάνει για Μίστερ Πιπ, αφού βρίσκεται μόνιμα σε κατάσταση πανικού, η φωνή του είναι τρεμουλιαστή και η σπουδαστική του ερμηνεία προκαλεί δυσάρεστες εντυπώσεις, που δύσκολα παρακάμπτονται.

Ο Newell παρουσιάζει, όπως κι ο Lean, μια περιεκτική προσαρμογή του μυθιστορήματος και θα μπορούσε να ήταν απόλυτα επιτυχημένη αν δεν ξόδευε τα δύο τρίτα της ταινίας για να απεικονίσει την μετατροπή του Πιπ από φτωχό κλειδαρά σε Λονδρέζο αριστοκράτη, αφήνοντας για το φινάλε μόνο τις μηχανορραφίες και τις ανατροπές του αριστοτεχνικά γραμμένου πρωτότυπου. Παρόλα αυτά η προσεγμένη καλλιτεχνική διεύθυνση, η πεντακάθαρη φωτογραφία και η εμπνευσμένη ενδυματολογία, ανεβάζουν τα επίπεδα της παραγωγής στα ύψη εκείνα, ώστε να ικανοποιηθούν όλοι οι οπαδοί του έργου του Dickens. Σε γενικές γραμμές δεν πρόκειται για εκείνη την εκδοχή του μύθου που κανείς θα λατρέψει, αλλά που σίγουρα θα την σεβαστεί, προσπερνώντας τον υποτονικό ρυθμό της πρώτης πράξης. ίσως αυτό που θα ευχόταν εντέλει ο θεατής, θα ήταν στο πλάι της ενζενί Holliday Grainger που υποδύεται με άνεση την Εστέλ, έχοντας την πρότερη εμπειρία στην Jane Eyre και την Anna Karenina, να βρισκόταν ένας εξίσου γοητευτικός ζεν πρεμιέ, για να αποδώσει το νεανικό ερωτικό της ενδιαφέρον, από αυτόν τον απογοητευτικό Πιπ...






Στις δικές μας αίθουσες, ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί
Περισσότερα... »

Hyde Park on Hudson
by Roger Michel. With Bill Murray, Olivia Williams, Laura Linney, Samuel West, Olivia Colman


Με την φόρα του King's Speech
του gaRis (@takisgaris)
A BBC and BFI production. Thinking “masterpiece theater”. Roger Michel directing. Guessing “Notting Hill”? Franklin Delano Roosvelt, the polio sufferer american president and his (most of them) "distant cousins” harem. Giggling, “Bill Clinton”? King George VI the famous stutterer, for a royal visit to FDR’s pavilion at Hyde Park on Hudson, exclaiming “THE KING’S SPEECH”? All of these and those, in a movie that fails miserably when it strives to persuade of taking the trivial from a political-historical view idyllic moments between an american president and his innumerable mistresses and has its best moments when it focuses on the real deal which is the first British monarch trip on American soil, little before the outbreak of WWII. Who is this Daisy, FDR’s sixth cousin, before and after her escapade(s) in the meadows with him? Nada. What does this story really stand for? Maybe because we are in the midst of another presidential campaign, plus that we could have a nice little sidekick sequel to the universally successful The King’s Speech?

Despite the little physical resemblance (where is the make -up team of the Iron Lady when it’s needed the most?) Bill Murray plays against type, that means contra his beloved nevertheless type cast acting that cost him the Oscar for his Lost in Translation turn. Laid back, self- confident and smiley, yet commanding presence, paired up ideally by his Eleanor / Olivia Williams, woman on a mission, tolerant but proud and determined to support his presidency (Hilary anyone?). The real cacophony here is Laura Linney, as Daisy, the object of presidential desire, whose anaemic, dull, submissive take on her character is quite disorienting give that Mitchel and scripter Richard Nelson have based the movie on her part. The royals are so accurately and enthusiastically played by Samuel West (Howard’s End) and Olivia Colman (Tyrannosaur) that I wished the film would be all about them – not sweet and helpless Daisy. Hyde Park on Hudson is suffering from the My Week with Marilyn disease (who was that Colin Clark chap again?), but at least it has sporadic flair, a technically (not substantially) superb performance by Murray and will be a considerable hit, targeting mainly at the middle aged audience. I can’t help ruminating that James Ivory would have made such a substantially better job than this one though.

Μια συμπαραγωγή του BBC και του BFI. Αναρρωτιέμαι, ένα ακόμη αριστουργηματικό θεατρικό? Σκηνοθετεί ο Roger Michel. Λες να δούμε κανένα καινούργιο Notting Hill? Ο Φράνκλιν Ντιλέινο Ρούσβελτ, ο πάσχων από πολιομυελίτιδα Αμερικάνος Πρόεδρος και το αποτελούμενο από "μακρινές εξαδέλφες" χαρέμι του. Αναφορά στον Μπιλ Κλίντον? Ο Βασιλιάς Γεώργιος ο 6ος, ο διάσημος τραυλός μονάρχης, στην επίσημη επίσκεψη του στο θέρετρο του Πλανητάρχη, υπάρχει περίπτωση να καθρεφτίζει τον άρτιο καλλιτεχνικά The King's Speech? Συνειρμοί που στριφογύρισαν στο μυαλό μου, παρακολουθώντας μια ταινία που αποτυγχάνει παταγωδώς στην προσπάθεια της να πείσει ως ιστορικό ντοκουμέντο προβάλλοντας τις πιπεράτες σχέσεις ενός Προέδρου των ΗΠΑ με τις αναρίθμητες ερωμένες του, μα που έχει τις καλύτερες στιγμές του, όταν πραγματικά ασχολείται με την ιστορία, παρουσιάζοντας το πρώτο χρονικά ταξίδι Βρετανού εστεμμένου σε Αμερικάνικο έδαφος, λίγο πριν το ξέσπασμα του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Μας ενδιαφέρει άραγε ποια είναι εκείνη η Ντέζι, η μακρινή συγγενής του FDR και τι μπορεί να έπραξε ολομόναχος μαζί της ο Πρέζιντεντ στα χλοερά λιβάδια? Μπα! Για ποιον ακριβώς σκοπό μπορεί να φτιάχτηκε ένα τέτοιο σενάριο? Ίσως επειδή βρισκόμαστε στο μέσον μιας ακόμη Γιάνκικης προεκλογικής εκστρατείας, ίσως γιατί κάποιοι πίστεψαν πως θα μπορούσαμε να παρακολουθήσουμε μια ωραία συνέχεια του παγκοσμίως επιτυχημένου Λόγου του Βασιλιά.

Πέρα από την πολύ μικρή εμφανισιακή ομοιότητα (που είναι άραγε η ομάδα του μακιγιάζ της Iron Lady όταν την χρειάζεσαι?) του με τον Ρούζβελτ, ο Murray παίζει κόντρα στην ερμηνευτική μανιέρα που έχει κτίσει εδώ και χρόνια, από την εποχή του Lost In Translation. Κομψός, γεμάτος αυτοπεποίθηση και πλατύ χαμόγελο, με επιβλητική παρουσία σε κάθε πλάνο, συνοδεύεται ιδανικά από την Βρετανίδα Olivia Williams ως σύζυγος Έλινορ, μια γυναίκα σε διαρκή αποστολή, ανεκτική, και αποφασισμένη να υποστηρίξει την καμπάνια του συζύγου της (λέγε με και Χίλαρι...). Η πραγματική παραφωνία όμως, ακούει στο όνομα Laura Linney, που υποδύεται την Ντέζι, το ερωτικό αντικείμενο του προεδρικού πόθου, που είναι αναιμική, θολή, υποχωρητική, αποπροσανατολίζοντας με την αδιάφορη παρουσία της την θέληση του Michel και του σεναριογράφου Richard Nelson, να κτίσουν το στόρι πάνω στον χαρακτήρα της. Αντίθετα οι γαλαζοαίματοι ερμηνεύονται με ενθουσιασμό από το ντουέτο του Samuel West και της Olivia Colman, σε τλετοιο βαθμό που θα ευχόμουν όλη η ταινία να αφορούσε εκείνους και όχι την γλυκανάλατη εξαδέλφη. Εν κατακλείδι το Hyde Park On Hudson πάσχει από το ίδιο σύνδρομο που πέρσι εμφάνισε το παρόμοιας αισθητικής My Week With Marilyn, μα τουλάχιστον σποραδικά προβάλει κάποιες καλλιτεχνικές ικανότητες, διαθέτει μια εξαιρετική ερμηνεία από τον Murray, ενώ προβλέπω πως θα έχει εμπορικό έρεισμα στο μεσήλικο κοινό όταν με το καλό κυκλοφορήσει. Δεδομένα πάντως δεν μπορώ να βγάλω από το μυαλό μου, πως ο James Ivory θα είχε παρουσιάσει μια πολύ πιο ολοκληρωμένη πρόταση, αν ενδεχόμενα είχε ασχοληθεί με το πρότζεκτ.






Στις δικές μας αίθουσες, ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί
Περισσότερα... »

The Company You Keep
by Robert Redford. With Robert Redford, Shia LaBeouf, Susan Sarandon, Jackie Evancho, Brendan Gleeson, Brit Marling, Terrence Howard, Richard Jenkins, Nick Nolte, Sam Elliott, Stephen Root, Stanley Tucci, Chris Cooper


Εμμονές του παρελθόντος
του gaRis (@takisgaris)
The classic ancient greek tragedy poet Euripides (480-406 BC) has left us the maxim “A man can be judged by the company he keeps”. Robert Redford, by his 9th directorial effort, is up to prove that one man may be tantalized by the company he used to know 30 years later. The Weather Underground, a.k.a. “The Weathermen” was an anti-Vietnam war, radical underground movement in the early 70s. It was 1981, when, as a consequence of a failed bank heist, a security guard was killed and the members of the infamous group abandoned their activity, changed identities and got assimilated by the status quo, to avoid trial and imprisonment. The then Nick Sloan (Redford) is now Jim Grant (a small town lawyer), widower and father of an 11y.o. girl (played by the Jackie Evancho, the angelic voice discovered at America’s Got Talent) whose dark past is unburied after the arrest of his comrade Sharon Solarz (Susan Sarandon). The young reporter Ben Shepard (Shia LaBeouf), going after the story that will give him a big break to journalistic stardom, is exposing Grant as Sloan, and so the big FBI hunt begins, where all the old friends (stellar cast of Hollywood vets: Nick Nolte, Brendan Gleeson, Richard Jenkins, Julie Christie, Sam Elliot, plus Chris Cooper in the role of Redford’s brother, guardian of 11 y.o. Isabele and Stanley Tucci as LaBeuf’s hard-boiled newspaper editor) would help him as much as they make clear to him that he has ceased permanently to be a part of their memory, for obvious reasons.

It’s hard to criticise Redford, notorious for his liberal convictions for striving to show (for the second time after 2010 (The Conspirator) the face of domestic terrorism as a counterforce against the tyranny of a belligerent US government which has corrupted media, manipulated the masses and fabricated criminals as a cover up for its own crimes against democracy and human rights. The same rhetoric he used in Lions for Lambs, the film that almost ruined Tom Cruise’s career. Robert Redford is stuck in the 70s, Sidney Lumet, 3 days of the Condor kind of mantra, yet it’s almost impossible to buy a 75 year old running chased by the FBI, lacking the tension that would really make for a political thriller, the apparent principal aim of this ambitious story. Shia LaBeouf is a limited actor and that shows more with maturity, the camera movement is (sorry Robert) sloppy at times, following a linear structure, more suitable for a TV matinee maybe. There’s no denying about the artist’s integrity and message, although many sequences entertain more than enough heavy handedness to burn. Technically the film is watchable, even the ambient score (by Cliff Martinez) works in favour of creating an atmosphere of some sort of tension, however, how could convince Redford that he should have casted another protagonist duo rather than himself and bigmouth Shia LaBeouf?

Το έχει πει το γνωμικό ο κλασσικός αρχαίος Έλληνας τραγωδός Ευριπίδης (480 - 406 π.Χ.): "Κάθε άντρας μπορεί να κριθεί από τις φιλίες που διατηρεί". Ο Robert Redford στην ένατη σκηνοθετική προσπάθεια της καριέρας του αποδεικνύει πως ένας άνθρωπος μπορεί να ταλανίζεται από κάποιες φιλίες που είχε τριάντα χρόνια πριν. Οι Weather Underground ή κοινώς οι Weathermen, υπήρξαν στις αρχές της δεκαετίας του 70 ένα περιθωριακό ριζοσπαστικό κίνημα με δράση αντιπολεμική, κυρίως κατά της θηριωδίας του Βιετνάμ. Ήταν 1981 όταν κατόπιν μιας αποτυχημένης ληστείας τραπέζης, που είχε σαν αποτέλεσμα τον θάνατο στις συμπλοκές ενός φρουρού ασφαλείας, τα μέλη της ομάδας εγκατέλειψαν την δραστηριότητα τους, άλλαξαν ταυτότητες και αφομοιώθηκαν από την υπόλοιπη κοινωνία, προκειμένου να αποφύγουν την παραπομπή τους σε δίκη και μια ενδεχόμενη φυλάκιση. Ο τότε εξτρεμιστής Νικ Σλόαν (ο Redford ως πρωταγωνιστής) , σήμερα ονομάζεται Τζιμ Γκραντ είναι δικηγόρος σε μια μικρή κωμόπολη, χήρος, πατέρας ενός 11χρονου κοριτσιού (το οποίο υποδύεται η Jackie Evancho, η μικρούλα με την αγγελική φωνή που αναδείχθηκε από το America's Got Talent) και του οποίου το καλά κρυμμένο μυστικό ξεθάβεται καθώς η πρώην σύντροφός του Σάρον Σόλαρτζ (Susan Sarandon) συλλαμβάνεται. Ο νεαρός ρεπόρτερ Μπεν Σέπαρντ (Shia Labeouf) ερευνώντας την υπόθεση που θα εκτοξεύσει στα ύψη την δημοσιογραφική του φήμη, θα αποκαλύψει πως ο Γκραντ είναι ο διαβόητος Σλόαν και το κυνηγητό του από την Ομοσπονδιακή Αστυνομία θα ξεκινήσει. Συνάμα πάντως οι παλιοί κομπανιέροι (ερμηνευμένοι από ένα εκπληκτικό καστ, που αποτελούν οι βετεράνοι Nick Nolte, Brendan Gleeson, Richard Jenkins, Julie Christie, Sam Elliott, παρέα με τον Chris Cooper που υποδύεται τον αδελφό του Redford και τον Stanley Tucci ως αρχισυντάκτη του φιλόδοξου ερευνητή) θα δείξουν θετικοί στο να τον βοηθήσουν, καθιστώντας του όμως σαφές, πως η παλιά τους ομάδα έχει διαγραφεί για πάντα από την μνήμη τους, για προφανείς λόγους.

Είναι δύσκολο να επικρίνεις τον Redford - γνωστό για τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του - στην απόπειρα του να αναδείξει, για δεύτερη συνεχόμενη φορά κατόπιν του The Conspirator, το πρόσωπο της εγχώριας τρομοκρατίας, ως αντίρροπη δύναμη ενάντια στην τυραννία της φιλοπόλεμης κυβέρνησης των ΗΠΑ, που έχει διαφθείρει τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, χειραγωγώντας τις μάζες με την δημιουργία ντεμέκ εγκληματιών, προκειμένου να καλύψει τα δικά της εγκλήματα κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας. Μια πανομοιότυπη ρητορική χρησιμοποιήθηκε και  στο Lions For Lambs, η ταινία δηλαδή που παραλίγο να καταστρέψει την καριέρα του Tom Cruise. Ο Redford καθώς φαίνεται έχει κολλήσει στα 70s, στην εποχή των πολιτικών θρίλερς του Lumet και του Κόνδορος, μα η 75χρονη φιγούρα του δεν πείθει ως αντάρτη αντιστεκόμενου από τις Αρχές, απαιτούμενο συστατικό προκειμένου να αναδειχτεί η ίντριγκα και συνεπώς οι κύριες φιλοδοξίες του πολιτικοποιημένου στόρι. O Shia LaBeouf είναι περιορισμένων ικανοτήτων ηθοποιός και αυτό τονίζεται ακόμη περισσότερο όσο ωριμάζει, ενώ και η κινηματογράφηση σε αρκετές περιπτώσεις κινείται με προχειρότητα (σόρι Robert) ώστε το φιλμ ανά διαστήματα να θυμίζει τηλεταινία μέτριου επιπέδου. Τεχνικά πάντως το The Company You Keep παρακολουθείται ανεκτά, το μουσικό θέμα του Cliff Martinez λειτουργεί θετικά στην δημιουργία ατμόσφαιρας έντασης, πέρα από όλα αυτά όμως κάπως θα έπρεπε να πειστεί ο Redford ώστε να κρατήσει κάποιος άλλος τον απαιτητικό του ρόλο, αλλά και να έχει στο πλάι του, στην σύνθεση του δυναμικού διδύμου, έναν διαφορετικό συμπρωταγωνιστή από τον πολυλογά πιτσιρίκο των Transformers.






Στις δικές μας αίθουσες, ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί
Περισσότερα... »


by Takis Garis (@takisgaris)

Episode 6 - Moderate Expectations

> THE COMPANY YOU KEEP (5/10)
The classic ancient greek tragedy poet Euripides (480-406 BC) has left us the maxim “A man can be judged by the company he keeps”. Robert Redford, by his 9th directorial effort, is up to prove that one man may be tantalized by the company he used to know 30 years later. The Weather Underground, a.k.a. “The Weathermen” was an anti-Vietnam war, radical underground movement in the early 70s. It was 1981, when, as a consequence of a failed bank heist, a security guard was killed and the members of the infamous group abandoned their activity, changed identities and got assimilated by the status quo, to avoid trial and imprisonment. The then Nick Sloan (Redford) is now Jim Grant (a small town lawyer), widower and father of an 11y.o. girl (played by the Jackie Evancho, the angelic voice discovered at America’s Got Talent) whose dark past is unburied after the arrest of his comrade Sharon Solarz (Susan Sarandon). The young reporter Ben Shepard (Shia LaBeouf), going after the story that will give him a big break to journalistic stardom, is exposing Grant as Sloan, and so the big FBI hunt begins, where all the old friends (stellar cast of Hollywood vets: Nick Nolte, Brendan Gleeson, Richard Jenkins, Julie Christie, Sam Elliot, plus Jackie Cooper in the role of Redford’s brother, guardian of 11 y.o. Isabele and Stanley Tucci as LaBeuf’s hard-boiled newspaper editor) would help him as much as they make clear to him that he has ceased permanently to be a part of their memory, for obvious reasons.

It’s hard to criticise Redford, notorious for his liberal convictions for striving to show (for the second time after 2010 (The Conspirator) the face of domestic terrorism as a counterforce against the tyranny of a belligerent US government which has corrupted media, manipulated the masses and fabricated criminals as a cover up for its own crimes against democracy and human rights. The same rhetoric he used in Lions for Lambs, the film that almost ruined Tom Cruise’s career. Robert Redford is stuck in the 70s, Sidney Lumet, 3 days of the Condor kind of mantra, yet it’s almost impossible to buy a 75 year old running chased by the FBI, lacking the tension that would really make for a political thriller, the apparent principal aim of this ambitious story. Shia LaBeouf is a limited actor and that shows more with maturity, the camera movement is (sorry Robert) sloppy at times, following a linear structure, more suitable for a TV matinee maybe. There’s no denying about the artist’s integrity and message, although many sequences entertain more than enough heavy handedness to burn. Technically the film is watchable, even the ambient score (by Cliff Martinez) works in favour of creating an atmosphere of some sort of tension, however, how could convince Redford that he should have casted another protagonist duo rather than himself and bigmouth Shia LaBeouf?



> HYDE PARK ON HUDSON (6/10)
A BBC and BFI production. Thinking “masterpiece theater”. Roger Mitchel directing. Guessing “Notting Hill”? Franklin Delano Roosvelt, the polio sufferer american president and his (most of them distant cousins” harem. Giggling, “Bill Clinton”? King George VI the famous stutterer, for a royal visit to FDR’s pavilion at Hyde Park on Hudson, exclaiming “THE KING’S SPEECH”? All of these and those, in a movie that fails miserably when it strives to persuade of taking the trivial from a political-historical view idyllic moments between an american president and his innumerable mistresses and has its best moments when it focuses on the real deal which is the first British monarch trip on American soil, little before the outbreak of WWII. Who is this Daisy, FDR’s sixth cousin, before and after her escapade(s) in the meadows with him? Nada. What does this story really stand for? Maybe because we are in the midst of another presidential campaign, plus that we could have a nice little sidekick sequel to the universally successful The King’s Speech?

Despite the little physical resemblance (where is the make -up team of the Iron Lady when it’s needed the most?) Bill Murray plays against type, that means contra his beloved nevertheless type cast acting that cost him the Oscar for his Lost in Translation turn. Laid back, self- confident and smiley, yet commanding presence, paired up ideally by his Eleanor/ Olivia Williams, woman on a mission, tolerant but proud and determined to support his presidency (Hilary anyone?). The real cacophony here is Laura Linney, as Daisy, the object of presidential desire, whose anaemic, dull, submissive take on her character is quite disorienting give that Mitchel and scripter Richard Nelson have based the movie on her part. The royals are so accurately and enthusiastically played by Samuel West (Howard’s End) and Olivia Colman (Tyrannosaur) that I wished the film would be all about them – not sweet and helpless Daisy. Hyde Park on Hudson is suffering from the My Week with Marilyn disease (who was that Colin Clark chap again?), but at least it has sporadic flair, a technically (not substantially) superb performance by Murray and will be a considerable hit, targeting mainly at the middle aged audience. I can’t help ruminating that James Ivory would have made such a substantially better job than this one though.




> GREAT EXPECTATIONS (6/10)
Adapting the monumental coming of age Dickensian novel has always been a rock of Sisyphus project; After the definitive version by grandmaster David Lean (back in 1947 – remember the opening graveyard scene?), there have been numerous efforts, amongst those the modernistic 1998 version by Alfonso Cuaron with little success. Mike Newell, past his seventies, has proved himself to be a versatile talent that has made Four Weddings and a Funeral, Donnie Brasco and Harry Potter and The Goblet of Fire. No wonder that its principal cast, Ralph Fiennes (Magwitch), Helena Bonham Carter (Miss Havisham) and Robbie Coltraine (Mr Jaggers) repeats their collaboration there, with considerable success. I never cease to enjoy Fiennes for his adamantly all-out performances and frankly it’s high time that his talent be recognized. As for Mrs. Burton herself, this pre-gothic character is entirely under her skin and she sets the scene on fire, every time she’s in. Once again after War Horse (to which I remain faithfully in favour despite severe critic protest against it for its uncanny valley), Jeremy Irvine is seen inadequate to carry a pivotal role on his inexperienced shoulders. Mr. Pip he ain’t, no doubt. Constantly in a state of tremulous panic, his wooden body language and hi school play-predictability make for a passive turn which cannot pass by unnoticed.

Newel, bears a condensed, like Lean’s, adaptation of the novel in mind and he could have succeeded if only he didn’t waste the two thirds of the film to depict Pip’s transformation from a poor young locksmith to a Londoner aristocrat, leaving to the final act all the heavy burden of working out the complex story machinations and the fascinating twists of its brilliant original source. Nevertheless, the meticulous art direction, the glazed cinematography and the arresting costume design, elevate the production standards to the level that meets the Great Expectations of ardent Dickens’ fans. This is a film that you don’t love, yet respect to the extent that the sluggish story development in its first part is condoned. You just wish Estella / Holliday Grainger, at the peak of her youth, already having Jayne Eyre and Anna Karenina under her belt, had an equally charming beau playing her love interest, rather than this disappointing Pip.


gaRis


THE TIFF Connection brought you by DENON

Περισσότερα... »

Silver Linings Playbook
by David O. Russell. With Bradley Cooper, Jennifer Lawrence, Robert De Niro, Julia Stiles, Chris Tucker


Pure...Silver!
του gaRis (@takisgaris)
The progress, the eccentrically talented David O. Russell keeps making film after film really impresses me. With The Fighter he proved awfully a lot in regard to deep characterization, physicality and thoughtfulness, pushing his story to rigorously happy endings through dire straits. The Fighter was a sports drama, a mistreated genre which he restored in our eyes, avoiding clichés for the vast majority of its running time (this argument is a keeper for this present review). The fearless New Yorker enhances his successful streak with Silver Linings Playbook, a redemptive rom com, which marks a career change for the king of raunchy buffoonery (The Hangover), the hunky Bradley Cooper. Furthermore, it celebrated the total recall of the formerly best screen actor alive, Robert De Niro himself, after countless years of pay check movie appearances. They play together as father & son, Pat Sr and Pat Jr. Same names, same psychological issues with slight differences (father has OCD but gets away with it without treatment, son becomes bi-polar, triggered by the scene that basically constitutes every husband’s nightmare, catching his wife with a lover in the shower-loses control-beats the crap out of lover-loses wife, job, ends up in a mental institution for 8 months, gets out on a plea bargain and a restraining order.

In the exact same way her character, named Tiffany, is set on a mission to save Pat Jr, who is obsessed about reuniting with his cheating spouse, despite Tiffany herself being a depressed, fixated with sex, raged widow, Jennifer Lawrence is the Silver Linings epiphany and salvation. Clearly, her magnetic, luscious, brainy, in-control turn makes her legitimately the frontrunner in the leading female performance category this year. She got game, she got the dancing moves to save Pat from his accelerated descend in his unresolved state of mind which more than frequently results into outbursts of violence. Two manic depressed people make one happy couple? Love conquers all, isn’t that what they say? Well, this is the one romantic comedy that not only everybody should see, but also should serve as a paradigm for film makers in terms of the right comic tempo, the soul bearing lines that don’t need any raunchiness to justify their truthful emotion and the variety of shots that leave breathing space for reflection after sporadic sets of cuts at the speed of light. The film would be nearly perfect if only it could restrain itself from reaching total crowd pleaser status during its last 30 minutes or so. The super happy endings are naturally welcome however very randomly ring true. How else may Cooper’s sudden “total cure” be construed as? Russell is a natural born optimist, still a maestro of great song choices for his films and after The Master’s artistic triumph and marching to big Oscar glory (despite the Cassandras) I can imagine the smile on Harvey Weinstein’s face, for pulling off a one-two punch with this one. Add Quentin Tarantino’s Django Unchained that is at the end of pipeline and there you’ll have the 3/3 in 2012’s Best Picture race.

Η πρόοδος που επιδυκνείει ταινία με την ταινία ο εκκεντρικά ταλαντούχος David O'Russell πραγματικά με έχει εντυπωσιάσει. Στον Fighter απέδειξε πως έχει την ικανότητα να μελετά βαθιά τους χαρακτήρες, με φυσικότητα και σοβαρότητα, ωθώντας την ιστορία του σε ένα αναπάντεχο χάπι εντ, εν μέσω δεινών καταστάσεων. O Fighter ήταν ένα δράμα αθλητικού περιεχομένου, ένα κακομεταχειρσμένο φιλμικό είδος από τους συναδέλφους του που αποκαταστάθηκε στην ματιά του σινεφίλ, αποφεύγοντας τα κλισέ στην μεγαλύτερη διάρκεια του - ένα επιχείρημα που έχει άμεσο συσχετισμό με το παρόν review. Ο άφοβος Νεοϋορκέζος συνεχίζει το επιτυχημένο του σερί με το Silver Linings Playbook, ένα λυτρωτικό rom com, που ορίζει την απαρχή μιας διαφορετικής καριέρας για τον βασιλιά της πρόστυχης βωμολοχίας (ελέω Hangover) Bradley Cooper. Επιπλέον η ταινία σημαίνει την ολική επαναφορά του πρώην μεγαλύτερου εν ζωή ηθοποιού, του Robert De Niro, μετά από μια μεγάλη σειρά εμφανίσεων του, που ήταν κάτι παραπάνω από εμφανές, το μοναδικό του ενδιαφέρον για μεγέθυνση του τραπεζικού του λογαριασμού. Οι δυο τους ερμηνεύουν εδώ τον πατέρα και τον γιο, Πατ Ρατ Σίνιορ και Πατ Ρατ Τζούνιορ. Ίδια ονόματα, ίδια ψυχολογικά ζόρια με μικρές διαφορές. Ο πατήρ πάσχει από OCD, επιστημονικώς ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, ο υιός από μανιοκατάθλιψη, αφού έχοντας ζήσει τον εφιάλτη κάθε συζύγου, πιάνοντας την συμβία του με τον εραστή της στο μπάνιο, έχασε την ψυχραιμία του, τα έκανε όλα γης μαδιάμ, με συνέπεια να μείνει δίχως γυναίκα, δίχως δουλειά και να καταλήξει σε ψυχιατρικό ίδρυμα για 8 μήνες, από όπου μόλις αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους.

Ο θηλυκός χαρακτήρας της ιστορίας η Τίφανι, μοιάζει να ενδιαφέρεται περισσότερο να σώσει τον μικρό Πατ από την καταστροφή, προσπαθώντας να τον πείσει να λησμονήσει την μοιχαλίδα, παρά να βοηθήσει τον δικό της εαυτό, που εμφανίζει τάσεις ψυχικής κατάπτωσης, εμμονής με το σεξ και οργής για την χηρεία της σε όσο μικρή ηλικία. Αυτή είναι η Jennifer Lawrence, η αποκάλυψη του Silver Linings Playbook, που μαγνητίζει με την θωριά της και πετυχαίνει μέσω της γλυκύτατης και πνευματώδους παρουσίας της να πάρει την πρωτοπορία στην κούρσα της γυναικείας οσκαρικής ερμηνείας. Η Τίφανι είναι εκείνη που παίρνει το παιχνίδι στα χέρια της και με τις επιδέξιες κινήσεις της παλεύει να σταματήσει τον πνευματικό κατήφορο του Πατ, ακόμη κι αν κάτι τέτοιο οδηγεί σε βίαια ξεσπάσματα. Μπορούν όμως δυο καταπιεσμένοι χαρακτήρες να συνθέσουν ένα ευτυχισμένο ζευγάρι? Λοιπόν, αυτή είναι η ρομαντική κομεντί που όχι μόνο υποχρεούνται όλοι να παρακολουθήσουν, αλλά που πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα προς όλους τους άλλους δημιουργούς, για το σωστό κωμικό της ρυθμό και για τις γεμάτες ψυχή εικόνες, που δεν χρειάζονται υπερβολές για να αναδείξουν την συγκίνηση, αλλά και για την ποιότητα της κινηματογράφησης των πλάνων, που κατόπιν της καταιγιστικής τους αναπαραγωγής, αφήνουν τον κατάλληλο χρόνο στον θεατή για προβληματισμό. Το φιλμ θα μπορούσε να αγγίξει και το άριστα, αν κατάφερνε να συγκρατηθεί από την επιμονή των τριάντα τελευταίων λεπτών του, να ευχαριστήσει και τον τελευταίο θεατή στην αίθουσα. Τα σούπερ χάπι εντς είναι βεβαίως πάντοτε ευπρόσδεκτα, δύσκολα όμως ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Πως αλλιώς μπορεί να ερμηνευθεί άλλωστε η ξαφνική ολοκληρωτική θεραπεία του νευρωσικού χαρακτήρα του Cooper? Η ταινία του φύσει αισιόδοξου O'Russell, γεμάτη από πανέμορφες μουσικές επιλογές, κυριολεκτικά ξεχωρίζει και - παρά τις νοσηρές Κασσάνδρες - παρέα με το The Master, που ήδη έχει επιτύχει έναν τεράστιο καλλιτεχνικό θρίαμβο, αποτελούν την δυάδα του οπλοστασίου του Weinstein, που θα τραβήξει τον μακρύ δρόμο προς τα Όσκαρς. Μπορώ μάλιστα να φανταστώ το χαμόγελο στο πρόσωπο του Harvey, αν σε αυτές τις δυο προστεθεί ο ήδη ολοκληρωμένος Django Unchained του Tarantino, οπότε και θα πετύχει το απόλυτο 3 στα 3!






Στις δικές μας αίθουσες, ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί
Περισσότερα... »