Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

7η ανταπόκριση – Τετάρτη 8 Νοεμβρίου
Ένας περιφερόμενος θίασος..

Και βγαίνω από την προβολή του «I Am Not a Witch» από την αίθουσα «Φρίντα Λιάππα» στο Λιμάνι, και πέφτω πάνω σε μερικούς παράξενα ντυμένους ανθρώπους, που μας περίμεναν έξω από αυτήν. Και αρχίζει και παίζει ένα ακορντεόν και οι άνθρωποι να τραγουδάνε το τραγούδι που έμεινε για πάντα χαραγμένο στη μνήμη όλων όσων το άκουσαν και το είδαν στον τεράστιο (από όλες τις απόψεις) «Θίασο» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Να, κάτι τέτοια χάπενινγκ είναι πολύ ενδιαφέροντα και τα χρειάζεται το φεστιβάλ. Γιατί, πέρα όλων των άλλων, είναι ωραίο να βλέπεις να υπάρχει σύμπλευση ανάμεσα σε πολιτιστικούς φορείς της πόλης κι όχι αντιπαλότητα, κόντρα και μικρότητες. Μια χαρά λοιπόν τα πήγαν στη συνεργασία τους το φεστιβάλ κινηματογράφου με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Περιμένουμε ότι τέτοιες πρωτοβουλίες θα συνεχιστούν!

Καλά μας πηγαίνει το pattern που ακολουθούμε, οπότε με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε και στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ, μια που είδαμε μέσω Festival Scope και μια που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Hostages TIFF 2017

Η ταινία «Όμηροι» (Hostages) του Rezo Gigineishvili είναι μια συμπαραγωγή Ρωσίας, Γεωργίας και Πολωνίας. Βασίζεται σε πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα το 1983 στην πρώην ΕΣΣΔ. Μια ιστορία που ακόμα και σήμερα φαίνεται να είναι μια πληγή η οποία δεν λέει να κλείσει. Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στην περασμένη Berlinale, στο τμήμα «Πανόραμα» ενώ στο φεστιβάλ μας προβάλλεται ως μέρος του προγράμματος «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Είναι η 5η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Gigineishvili και η πρώτη που δεν είναι κωμωδία. Και οι εντυπώσεις που μας άφησε είναι ανάμικτες...

Η υπόθεση: Μπατούμι, Γεωργία, 1983. Μια ομάδα νεαρών κάνει μπάνιο στις όχθες της Μαύρης Θάλασσας έως ότου μια στρατιωτική περίπολος τους αναγκάζει να βγουν από το νερό. Στις 11 η ώρα ξεκινάει η απαγόρευση – έτσι λέει ο κανονισμός, τους λέει ένας από τους στρατιώτες της περιπόλου. Η παρέα των νεαρών καπνίζει αμερικάνικα τσιγάρα, ακούει Beatles, διασκεδάζει «δυτικά». Δομείται από γιατρούς, ηθοποιούς, έναν παπά στα σπάργανα και τους Άννα και Νίκα, που είναι έτοιμοι να παντρευτούν. Στόχος τους: να το σκάσουν από την ΕΣΣΔ και να πάνε στην Τουρκία. Πώς θα το καταφέρουν; Αμέσως μετά το γάμο, θα ανεβούν στο αεροπλάνο για την Τιφλίδα και θα κάνουν αεροπειρατεία. Μόνο που τα πράγματα δεν θα πάνε έτσι όπως τα είχαν σχεδιάσει. Και η παράτολμη κίνησή τους θα οδηγήσει σε μια εθνική τραγωδία...

Η άποψή μας: Μια από τις πιο δύσκολες ερωτήσεις που καλείται να απαντήσει ένας κομουνιστής είναι η εξής: «ε, αφού περνούσαν τόσο καλά στον κομουνισμό, γιατί όλοι ήθελαν να φύγουν και να πάνε στη δύση;». Η απάντηση δυστυχώς δεν είναι πειστική. Αλλά υπάρχουμε κι εμείς που πιστεύουμε πως τη δεύτερη φορά τα λάθη του υπαρκτού σοσιαλισμού δεν θα επαναληφθούν! Στην ταινία μας τώρα. Ο σκηνοθέτης γυρίζει την ταινία με χαρακτηριστικά καθαρά φεστιβαλικά. Θέλω να πω, φανταστείτε τι χολιγουντιανή ταινία θα προέκυπτε με βάση πραγματικό γεγονός και αεροπειρατεία! Ε, εδώ, ο σκηνοθέτης θέλει να μας δείξει (έστω και ελλειπτικά) τα πρόσωπα πίσω από το συμβάν, να εμβαθύνει, να εξηγήσει, να ερμηνεύσει. Μας δείχνει την κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση και ειδικότερα στη Γεωργία εκείνη την εποχή. Πολλοί από τους νέους καταπιεζόταν από την κατάσταση στη χώρα τους και επιθυμούσαν ελευθερία, χωρίς να φοβούνται ανά πάσα ώρα και στιγμή την εμφάνιση κάποιου πράκτορα της KGB, που θα τους έκανε τη ζωή δύσκολη. Ο Gigineishvili χτίζει την ταινία του μεθοδικά, με υπομονή, παίρνει το χρόνο του, δεν εκβιάζει καταστάσεις. Το... κακό είναι πως η ταινία διαθέτει μόνο δύο σκηνές που πραγματικά είναι σπουδαίες. Η μία είναι η σκηνή του γλεντιού του γάμου, όπου ο σκηνοθέτης δίνει ρέστα με την κίνηση της κάμερας και τη χρήση εξαιρετικής μουσική. Και η άλλη είναι η σκηνή της αεροπειρατείας, σκηνή που βγάζει μπόλικο ρεαλισμό, ένταση, αψάδα. Ενδιαφέρουσα ως θέμα η ταινία, που θα της έπρεπε διαφορετική κινηματογραφική αντιμετώπιση.

Και ο αμοραλιστής ήρωάς του γίνεται άνθρωπος. Άτσαλα. Βιαστικά. Παρά φύσιν. Παρά τρίχα αριστούργημα! Έτσι κι αλλιώς, πάντως, τούτη είναι σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς!

(η ταινία προβάλλεται την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 15.15 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης και σε επανάληψη την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου στις 13.30 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

3/4 TIFF 2016

Η ταινία «3/4» του Ilian Metev έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Λοκάρνο, φεστιβάλ με το οποίο το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει αγαστές σχέσεις συνεργασίας. Και τιμήθηκε με τη Χρυσή Λεοπάρδαλη καλύτερου δημιουργού του παρόντος. Ο Ilian Metev γεννήθηκε στη Σόφια της Βουλγαρίας το 1981 και έζησε κάποια χρόνια της παιδικής του ηλικίας στη Γερμανία. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα ως κλασικός βιολιστής. Το 2008 αποφοίτησε από το National Film and Television School (Αγγλία). Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους ήταν το ντοκιμαντέρ «Poslednata lineika na Sofia» (Sofia’s Last Ambulance), ένα «γκρο πλαν» τριών Βουλγάρων γιατρών εν ώρα εργασίας. Οι ταινίες του Ilian έχουν προβληθεί στο ΜοΜΑ (Νέα Υόρκη) και έχουν βραβευτεί με περισσότερα από 40 βραβεία, μεταξύ των οποίων και με το Βραβείου Γερμανικού Ντοκιμαντέρ 2013. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί και προβάλλεται στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια».

Η υπόθεση: Η Μίλα είναι μια νεαρή πιανίστρια που προετοιμάζεται για μια οντισιόν στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στη Γερμανία. Ο μικρότερος σε ηλικία αδελφός της, ο Νίκι, της αποσπά την προσοχή λόγω της ανεπιθύμητης κλίσης του προς το παράλογο. Ο πατέρας τους, ο Τόντορ, που είναι αστροφυσικός, μοιάζει ανίκανος να διαχειριστεί τις ανησυχίες των παιδιών του, απορροφημένος από δικά του ζητήματα, που έχουν να κάνουν με το επάγγελμά του και το πάθος του. Ένα πορτρέτο μιας οικογένειας που περνά μαζί το τελευταίο καλοκαίρι της.

Η άποψή μας: Αυτή είναι μία από εκείνες τις ταινίες που έχουν κάτι να πουν αλλά τσακίζουν τα... νεύρα του θεατή, καθώς το... λένε με έναν μη εμπορικό ή για να είμαστε πιο ακριβείς, μη προσβάσιμο για τους πολλούς, τρόπο. Ούτε αργή είναι η ταινία ούτε δήθεν ούτε κουλτουριάρα: δεν έχει τα αρνητικά μιας κακώς εννοούμενης φεστιβαλικής ταινίας δηλαδή. Όμως, η αποστασιοποίησή της δεν βοηθάει έτσι ώστε, από τη μια οι ήρωές της, τα τρία μέλη μιας βουλγαρικής οικογένειας σε μια μεγαλούπολη της χώρας (λογικά η Σόφια), να γίνουν αγαπητά στους θεατές και να τους νοιάζει τι θα «πάθουν», και από την άλλη δεν υπάρχουν συγκινήσεις. Η ταινία λοιπόν είναι περισσότερο εγκεφαλική: η «σφιγμένη» αδελφή, ο εντελώς «γεια σου» αδελφός και ο «αλλού γι' αλλού» πατέρας. Που κάπου συναντιούνται, κάπου χάνονται: είναι οικογένεια κι αυτό σημαίνει τα πάντα και τίποτε! Είναι 3 – είναι αυτό το 3 από τον τίτλο; Και λείπει το 4 του τίτλου, που προφανώς είναι η μητέρα, για την οποία δεν γνωρίζουμε τι της έχει συμβεί και γιατί απουσιάζει; Ή μήπως το «3/4» του τίτλου παραπέμπει απλά στο μουσικό ρυθμό, μιας που έχουμε για πρωταγωνίστρια την πιανίστρια; Ο σκηνοθέτης είναι σίγουρα ταλαντούχος και θα δούμε ωραία πράγματα από αυτόν στο μέλλον. Οι ηθοποιοί του είναι ερασιτέχνες και χρησιμοποιεί μόνο φυσικό φωτισμό στα γυρίσματα, οπότε ένα μπράβο πάει στο διευθυντή φωτογραφίας, που κάνει τόσο καλή δουλειά. Το φινάλε της ταινίας δεν ταιριάζει με το υπόλοιπο, όλο όσο έχει προηγηθεί. Οι τρεις ήρωες βαδίζουν στο βουνό, ο περίπατός τους ξεκινάει βράδυ και συνεχίζει μέρα μεσημέρι, με τον πιτσιρίκο να λέει «πρέπει να σε χτυπάω τα πόδια για να βαδίζουμε στον ίδιο ρυθμό». Μια ατάκα που αφήνει να εννοηθούν πολλά και κατά μία έννοια αποτελεί την ιδεολογική, κεντρική ιδέα της ταινίας. Δεν είναι κρίμα που κανένας από τους θεατές της δεν θα γνοιαστεί;

(η ταινία προβάλλεται την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 23.15 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές και σε επανάληψη την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου στις 18.00 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

I Am Not a Witch TIFF 2017

Η Rungano Nyoni συμμετείχε στο πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών Cinéfondation του Φεστιβάλ των Καννών το 2013 και επιλέχτηκε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα Nordic Factory, όπου ήταν συμπαραγωγός και συν-σεναριογράφος της μικρού μήκους ταινίας «Listen», η οποία έκανε πρεμιέρα στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών και προβλήθηκε σε περισσότερα από 150 φεστιβάλ. Η ταινία κέρδισε περισσότερα από 70 βραβεία, μεταξύ των οποίων και το βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους στο Tribeca Film Festival (2017). Η Nyoni σκηνοθέτησε επίσης τη βραβευμένη και υποψήφια για BAFTA ταινία μικρού μήκους «Mwansa The Great». Είναι απόφοιτη υποκριτικής της σχολής Central St. Martins. Η ταινία «Δεν είμαι μάγισσα» (I Am Not a Witch) είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου προβλήθηκε στο τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών». Στο δικό μας φεστιβάλ προβάλλεται στους «Ανοιχτούς Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Κάπου στη Ζάμπια υπάρχει ένα χωριό όπου γυναίκες διαφόρων ηλικιών εκτίθενται στους τουρίστες ως... μάγισσες! Στην πλάτη τους έχουν ένα ειδικό εξάρτημα μέσω του οποίου μια λευκή κορδέλα τις συνδέει με μια τεράστια ξύλινη «κουβαρίστρα» κι έτσι έχουν μεν ελευθερία κινήσεων αλλά όχι πραγματική ελευθερία. Ένα 9χρονο ορφανό κορίτσι μετά από ένα ασήμαντο καθημερινό περιστατικό, κατηγορείται ως μάγισσα. Και δεν το αρνείται. Κι επειδή η εναλλακτική που της προσφέρουν είναι, εφόσον κόψει τη κορδέλα, να μετατραπεί σε... γίδα, το κορίτσι μένει μαζί με τις άλλες γυναίκες. Οι γυναίκες τη βαφτίζουν Σούλα: είναι η μικρότερη σε ηλικία «μάγισσα» και προσπαθούν να τη γλυτώνουν από τη δική τους καθημερινή ρουτίνα, που περιλαμβάνει εργασίες σε χωράφια κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ένας τοπικός αξιωματούχος θα χρησιμοποιήσει την Σούλα για να εντοπίζει ενόχους για ληστείες! Η Σούλα αρχικά δεν φαίνεται να το διασκεδάζει όλο αυτό, αλλά κάποια στιγμή της αρέσει. Μόνο που κάποια στιγμή, το πράγμα θα φτάσει σε οριακά σημεία...

Η άποψή μας: #bootycall. Αυτό γράφει το t-shirt της πιτσιρίκας που οι μεγαλύτερες σε ηλικία «μάγισσες» βαφτίζουν Σούλα. Μεμιάς λοιπόν η φοβερά ταλαντούχα και με απίστευτη αυτοπεποίθηση σκηνοθέτιδα θέτει τους κανόνες της. Στον σύγχρονο κόσμο της παγκοσμιοποίησης, όλοι οι άνθρωποι μπορούμε να φοράμε τα ίδια ρούχα, να ακούμε τις ίδιες μουσικές, να χρησιμοποιούμε τα ίδια κινητά (πολύ αστεία η σκηνή με τον γέρο, που θέλει να καταγγείλει πως τον έχουν κλέψει και δεν μπορεί να κλείσει το κινητό του). Εκεί που διαφέρουμε είναι στις δεισιδαιμονίες μας! Και στο πως οι κοινωνίες μεταχειρίζονται και συμπεριφέρονται απέναντι στις γυναίκες. Στην ταινία γελάς πολύ. Με τις περούκες διασήμων ποπ σταρ όπως η Madonna, η Rihanna, η Kim Kardashian, όλες με παραφρασμένα ονόματα! Με τον χοντρούλη αρχηγό του ιδιότυπου καμπ, ιδίως όταν εμφανίζεται σε τηλεοπτική εκπομπή προμοτάροντας... αβγά «ευλογημένα» τίνι τρόπω από τη Σούλα! Κι όταν ένας τηλεθεατής βγαίνει στο τηλέφωνο και τον κατακρίνει ότι εκμεταλλεύεται τη μικρή, ρίχνει μια φοβερή ατάκα για το μέχρι που επιτρέπεται να φτάνει η ελευθερία της άποψης! Γενικά, το θέμα «ελευθερία» τίθεται πολύ εύστοχα μέσα στην ταινία. Κανείς δεν είναι ελεύθερος. Ο γενικός πληθυσμός είναι δέσμιος των δεισιδαιμονιών του. Οι γυναίκες πολύ εύκολα πέφτουν θύματα προκαταλήψεων λόγω του φύλου τους. Ακόμα και ο χοντρούλης αξιωματούχος δεν είναι ελεύθερος, καθώς δίνει λόγο στη βασίλισσα – αρχηγό των μαγισσών. Και στη μέση όλων αυτών, η Σούλα. Που ούτε που καταλαβαίνει πως μπλέκει σε όλη αυτήν την περιπέτεια. Που δέχεται να παίξει το ρόλο που της δίνουν ελλείψει κάποιας θετικότερης εναλλακτικής. Εδώ, ανήκει κάπου – κι ας είναι... μάγισσες. Ναι, αλλά εννοείται πως δεν έχει μαγικές δυνάμεις: δεν υπάρχουν μάγισσες και η ίδια δεν έχει καμία σχέση με μαγικές ικανότητες! Και νιώθει να απειλείται καθημερινά από ανθρώπους, που δεν ξέρουν τι φταίει για την κακοδαιμονία τους και τα ρίχνουν στις μάγισσες. Και αναγκάζεται να σηκώσει βαρύ φορτίο: να φέρει τη βροχή σε μια περιοχή που ταλαιπωρείται από ανομβρία! Ένα μικρό κοριτσάκι ρε παιδιά! Too much όλο αυτό για τους ώμους της. Εννοείται ότι δεν θα μπορέσει να το αντέξει όλο αυτό... Σπουδαία ταινία λοιπόν, μια ταινία που κάνει ένα σχόλιο πάνω στις δεισιδαιμονίες, αλλά και τη θέση της γυναίκας σε κοινωνίες μη δυτικές, μια ταινία που βγάζει πολύ γέλιο σε στιγμές, μια ταινία που ξέρει πότε να γίνεται μαχητική, πότε να σοβαρεύει και πότε να στηλιτεύει. Η φωτογραφία του David Gallego (διευθυντή φωτογραφίας στο εξαιρετικό «Η αγκαλιά του φιδιού») είναι φοβερή και τρομερή και το φινάλε απλά συγκλονίζει. Πολύ δυνατή ταινία, όπως και να τη δει κανείς.

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 22.00 στο θέατρο Μελίνα Μερκούρη στην Καλαμαριά – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

6η ανταπόκριση – Τρίτη 7 Νοεμβρίου
Χωρίς εισαγωγή. Σχεδόν...

Με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε και στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

The Square TIFF 2017

Η ταινία «Το τετράγωνο» (The Square) είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία του Σουηδού Ruben Östlund, στον οποίο το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει στήσει ένα πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα με όλες τις ταινίες του να προβάλλονται στο επίσημο πρόγραμμα. Η ταινία πριν έρθει στο φεστιβάλ μας, έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα. Και τιμήθηκε με την ύψιστη διάκριση. Κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα! Και είναι η επίσημη πρόταση της Σουηδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ!

Η υπόθεση: Ο Κρίστιαν είναι ο ευυπόληπτος επιμελητής του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στην Στοκχόλμη, ένας διαζευγμένος πατέρας δύο ανήλικων κοριτσιών, που οδηγεί ηλεκτρονικό αυτοκίνητο μάρκας Tesla κι ένας άνθρωπος που βοηθάει τους επαίτες γύρω του όποτε μπορεί – πολλές φορές, όμως απλά τους λέει πως δεν έχει μετρητά. Επόμενο μεγάλο έκθεμα του μουσείου είναι το «Τετράγωνο», μια εγκατάσταση μιας καλλιτέχνιδας από την Αργεντινή, που καλεί τους περαστικούς να επιδείξουν αλτρουισμό, θυμίζοντάς τους το ρόλο ενός υπεύθυνου στην κοινωνία ατόμου. Αλλά καμιά φορά είναι δύσκολο να παραμείνεις πιστός στα ιδανικά σου. Μια μέρα, χωρίς να το καταλάβει, ο Κρίστιαν πέφτει θύμα ενός καλοστημένου κόλπου μέσω του οποίου του κλέβουν το πορτοφόλι και το κινητό του. Με την παρότρυνση ενός συνεργάτη του αντιδράει επιθετικά, κάτι που από τη μια έχει αποτέλεσμα (του επιστρέφονται τα κλεμμένα), από την άλλη όμως προκύπτουν και παρενέργειες. Κι έχει να αντιμετωπίσει και μια δημοσιογράφο, με την οποία κάνει σεξ, αλλά και τους μαρκετίστες που προσλαμβάνει το μουσείο για να προωθήσει την έκθεση, οι οποίοι ετοιμάζουν μια καμπάνια τουλάχιστον ανήθικη. Η έκρηξη του ανεξέλεγκτου Κρίστιαν οδηγεί αυτόν, όπως και το μουσείο, σε κρίση.

Η άποψή μας: Ο Κρίστιαν είναι όμορφος. Ο Κρίστιαν είναι ετοιμόλογος. Ο Κρίστιαν ξέρει να λέει μπούρδες να ακούγονται ωραία. Ο Κρίστιαν ξέρει από σύγχρονη τέχνη. Ή προσποιείται ότι ξέρει. Το σίγουρο είναι ότι οι άλλοι πείθονται. Ο Κρίστιαν είναι ένας μεσοαστός. Ξέρει κόσμο. Ξέρει πολύ κόσμο. Ξέρει έναν από τους 251 πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, από αυτούς που έχουν στην κατοχή τους τον μισό πλούτο ολάκερης της γης! Ξέρει τη σημασία να είσαι αυθεντικός και αυθόρμητος, οπότε τα... προβάρει και τα δύο. Όταν (νομίζει πως) σταματάει μια επίθεση ενός άντρα απέναντι σε μια γυναίκα που φωνάζει πως θα τη σκοτώσουν, νιώθει δυνατός, σαν να ξυπνάει μέσα του το αρσενικό, ένα αρσενικό που κατά πως φαίνεται, έχει δώσει τη θέση του σε έναν μετροσέξουαλ. Νιώθει έξαψη. Όταν καταλαβαίνει πως όλο αυτό ήταν κόλπο για να τον κλέψουν δημοσίως, θίγεται ο ανδρικός εγωισμός του. Και βάζει πλώρη να πάρει εκδίκηση. Ο σκηνοθέτης παίρνει όλα τα όπλα του και πυροβολεί αδιακρίτως.

Το χιούμορ του και ο σουρεαλισμός του παραπέμπουν από τον συμπατριώτη του Andersson και τον Bunuel μέχρι τον Haneke και τον Carax! Στην πρώτη γραμμή του πυρός, η τέχνη. Τι είναι τέχνη; Τι είναι σύγχρονη τέχνη; Το να μπει οποιοδήποτε αντικείμενο σε ένα μουσείο το κάνει αντικείμενο τέχνης; Είναι 20 βουναλάκια από χαλίκια μαζεμένα σε έναν μουσείο, τέχνη; Είναι 10 καρέκλες μπλεγμένες η μία πάνω στην άλλη, ακατάστατα, συνοδευμένες από τον ήχο της κατάρρευσής τους σε λούπα, τέχνη; Μπορεί οι ζωγραφιές ενός χιμπατζή να είναι τέχνη; Σύγχρονη τέχνη ρε φίλε. Ένας ακόμα τρόπος να διαχωρίζονται οι φτωχοί από τους πλούσιους. Οι μεγαλοαστοί θαυμάζουν την τέχνη – εννοείται ότι δεν καταλαβαίνουν γρι. Κι όταν η τέχνη είναι διαδραστική, ζωώδης, πηγμένη στα ένστικτα, η τέχνη είναι... επικίνδυνη! Τους τρομοκρατεί. Τους γελοιοποιεί: είναι καταπληκτική η σκηνή με τον Ρώσο καταστασιακό καλλιτέχνη που «κάνει» τον χιμπατζή σε ένα πάρτι γεμάτο από την αφάν γκατέ της σουηδικής κοινωνίας και τα κάνει γιάμπαλο!

Τρόμο να δουν τα μάτια σας! Αλλά πάντα σε πρώτο πλάνο ο Κρίστιαν. Ο καλός αυτός άνθρωπος. Που βοηθάει τους επαίτες: ξεχασμένοι στο περιθώριο, μόνο ως... εκρηκτική πρώτη ύλη για viral βίντεο μπορούν να χρησιμεύσουν! Ο εραστής: η σκηνή του σεξ με την Elisabeth Moss και η τύχη του... προφυλακτικού, είναι από τις πολύ αστείες της ταινίας. Ο δίκαιος: ζητάει δικαιοσύνη και βάζει να ακούσει... Justice!!! Ένα τίποτα είναι. Ένας κενός άνθρωπος που δείχνει ωραίος μέσα στα ακριβά του κουστούμια. Και η σύγχρονη τέχνη κάποτε θα είναι κλασική τέχνη, όπως σήμερα κλασική τέχνη είναι η τέχνη που κάποτε ήταν σύγχρονη: η τύχη του αγάλματος με τον έφιππο μπροστά από το μουσείο, που πρέπει να φύγει για να τοποθετηθεί εκεί το Τετράγωνο, είναι επίσης από τις πολλές αστείες σκηνές της ταινίας. Μιας ταινίας που μιλάει πέρα από τη σύγχρονη τέχνη και για τη σύγχρονη κοινωνία, που βρίσκεται ολοφάνερα σε ελεύθερη πτώση. «Θέλετε να βοηθήσετε να σωθεί ένας άνθρωπος;» ρωτάει μια ακτιβίστρια τους περαστικούς στο δρόμο. «Όχι σήμερα» είναι η απάντηση ενός, από εκείνους που δίνουν απάντηση! Ρε φίλε, κατάντια. Όσο οδεύουμε όμως προς το φινάλε νιώθεις να πλησιάζει με φόρα μια... αμηχανία! Μετά από δυόμιση ώρες ταινίας ο σκηνοθέτης αφήνει υποπλοκές ανολοκλήρωτες (πχ τι γίνεται η σχέση του κεντρικού ήρωα με την Moss;) και θαρρείς και φοβάται να το τραβήξει το πράγμα μέχρι τέλους. Κι εκεί που σκοτώνει με το βαμβάκι και μας κάνει να γελάμε με τα χάλια των δυτικών κοινωνιών, στο τέλος σοβαρεύει.

Και ο αμοραλιστής ήρωάς του γίνεται άνθρωπος. Άτσαλα. Βιαστικά. Παρά φύσιν. Παρά τρίχα αριστούργημα! Έτσι κι αλλιώς, πάντως, τούτη είναι σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς!

(η ταινία προβάλλεται την Τρίτη 7 Νοεμβρίου στις 21.00 στο Ολύμπιον - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Feelgood Entertainment στις 7 Δεκεμβρίου)

Svanurinn TIFF 2016

Από την αγαπημένη μας Ισλανδία μας έρχεται η επόμενη ταινία που παρουσιάζουμε. Τίτλος της: «Ο κύκνος» (Svanurinn) της Ása Helga Hjörleifsdótirr. Την παγκόσμια πρεμιέρα της την έκανε στο περασμένο φεστιβάλ Τορόντο! Στη Θεσσαλονίκη προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες»! Και αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της σκηνοθέτιδας. Που μια χαρά θα μπορούσε να συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ μας. Τι, δεν έχει ρίζωμα αυτή νομίζετε;

Η υπόθεση: Η Σολ είναι ένα 9χρονο κορίτσι, λίγο ατίθασο. Οι γονείς της χωρίζουν και την ίδια την πιάνουν να κλέβει. Οπότε η τιμωρία της είναι να πάει στην εξοχή, στη φάρμα της θείας της, και να κάνει δουλειές για το καλοκαίρι. Η Σολ αρχικά δεν χαίρεται και πάρα πολύ για την τιμωρία της αυτή. Όμως, σιγά – σιγά όχι μόνον συνηθίζει αλλά αρχίζει να της αρέσει η κατάσταση και η καθημερινή ρουτίνα. Όποτε μπορεί βρίσκει καταφύγιο στη φαντασία της και πλάθει υπέροχες ιστορίες. Όταν στη φάρμα έρχεται ο Γιον, η Σολ αναστατώνεται. Ο Γιον εργάζεται κάθε καλοκαίρι στη φάρμα αλλά φτιάχνει κι εκείνος ιστορίες, τις οποίες καταγράφει σε μια σειρά από τεφτέρια που κλειδώνει στο γραφείο. Είναι αναγκαστικά συγκάτοικος της Σολ, η οποία βιώνει κάτι που μοιάζει με τον πρώτο της έρωτα. Όταν στο σπίτι έρχεται η ξαδέλφη της Σολ, η κόρη του ζεύγους που έχει τη φάρμα, η όμορφη Άστα, η δυναμική αλλάζει. Ανάμεσα σε εκείνη και τον Γιον υπάρχει αίσθημα, αλλά η κατάστασή της είναι πολύ μπερδεμένη. Και διηγείται και στην Σολ μια ιστορία για μια λίμνη πάνω από την κοιλάδα, όπου ένα τέρας μεταμορφώνεται σε κύκνο και οδηγεί ανθρώπους στον πνιγμό...

Η άποψή μας: «Δεν χρειαζόμαστε άλλους κόσμους. Χρειαζόμαστε έναν καθρέφτη». Αυτή είναι φράση από το «Solyaris» του Andrey Tarkovskiy, που την «πετάει» στο δείπνο ο Γιον για να «χαλαρώσει» μια έντονη συζήτηση. Η κουβέντα στην πληρότητά της, έτσι όπως την λέει ο Dr. Snaut στην ταινία του μέγιστου σκηνοθέτη είναι η εξής: «Science? Nonsense! In this situation mediocrity and genius are equally useless! I must tell you that we really have no desire to conquer any cosmos. We want to extend the Earth up to its borders. We don't know what to do with other worlds. We don't need other worlds. We need a mirror. We struggle to make contact, but we'll never achieve it. We are in a ridiculous predicament of man pursuing a goal that he fears and that he really does not need. Man needs man!». Δεν λέω πως όταν μια ταινία χρησιμοποιεί quotes από άλλη σπουδαία ταινία, την κάνει και την ίδια σπουδαία, αλλά είναι ένα σημαντικό στοιχείο που μας βοηθάει να την εκτιμήσουμε περισσότερο.

Και τούτη η ταινία από την Ισλανδία είναι μια ταινία που αξίζει να τη δει κάποιος, καθώς θα την εκτιμήσει ολωσδιόλου! Όλη την ταινία την βλέπουμε μέσα από τα μάτια της Σολ. Αυτή είναι που με τις πράξεις της – αντίδραση σε ότι άσχημο συμβαίνει γύρω της, οδηγείται σε δραματική αλλαγή περιβάλλοντος. Και από την θαλπωρή της μητέρας της, την παρέα των δύο μικρότερων αδελφών της, των (λίγων) φίλων της και της παραθαλάσσιας πόλης της, όπου δεν χρειαζόταν να κάνει τίποτε σωματικό, όπου η επαφή της με τη φύση και τον κύκλο της ζωής ήταν περισσότερο αυτή ενός αδιάφορου παρατηρητή, πηγαίνει σε ένα επαρχιακό μέρος, μακριά από τον πολιτισμό, όπου το κινητό δεν πιάνει (δεν έχει καλό σήμα), όπου κυριαρχεί το βουνό, όπου τα πρόσωπα με τα οποία συναναστρέφεται απλά δεν είναι οι γονείς της, όπου κάνει δουλειές που απαιτούν σωματικό κάματο, όπου συμμετέχει ενεργά στον κύκλο της ζωής: γέννηση, μεγάλωμα, θάνατος. Δένεται με όλα αυτά, επηρεάζεται, μεγαλώνει, ωριμάζει. Καταλαβαίνει την έννοια της ανεξαρτησίας: τις ελευθερίες και τις δεσμεύσεις της. Το ότι συμμετέχει στη γέννηση ενός μοσχαριού είναι μια στιγμή συγκλονιστική για τη μικρή Σολ. Το ότι θα είναι παρούσα στη σφαγή του ίδιου αυτού μοσχαριού είναι μια στιγμή εξίσου συγκλονιστική. Και το αίμα του θα την στιγματίσει για πάντα! Δεν είναι όμως μόνο η φύση που θα την αλλάξει. Είναι και οι άνθρωποι. Οι νέες συναναστροφές. Που την μπάζουν στον κόσμο των ενηλίκων. Με τα δικά του προβλήματα. Η Σολ βλέπει τον Γιον να αυνανίζεται. Η Σολ βλέπει τον Γιον αφού έχει κάνει έρωτα με την Άστα. Ο Γιον φιλάει την Σολ – αυτά που της λέει μετά είναι πολύ όμορφα κι ευτυχώς διώχνουν κάθε υποψία και κάθε σύννεφο να χαρακτηριστεί η συγκεκριμένη κίνηση ως απότοκο παιδεραστίας!

Καμία σχέση, αλλά ζούμε και σε καιρούς έντονης πολιτικής ορθότητας, οπότε καλό είναι να τα διευκρινίζουμε όλα αυτά. Η Άστα αναπτύσσει με τη Σολ μία σχέση αγάπης – μίσους. Της εμπιστεύεται τα βαθύτερα μυστικά της. Της συμπεριφέρεται όμως και με σκληρότητα. Έχει τα δικά της θέματα να λύσει. Όπως και οι γονείς της. Στο τέλος, η Σολ θα είναι εκείνος ο κύκνος. Θα είναι η ίδια που θα έχει μεταμορφωθεί. Πολύ όμορφη ταινία, λυρικότατη όταν χρειάζεται, ρεαλιστικότατη στην ολοκληρία της, που στηρίζεται πάρα πολύ στους ώμους και στο προσωπάκι της Gríma Valsdóttir, η οποία υποδύεται τη Σολ και τα πάει μια χαρά, κερδίζοντας το στοίχημα με τον φακό, που την αγαπάει. Και κάτι τελευταίο: δεν νομίζω να υπάρχει πιο γοητευτικά παράξενο μέρος στον κόσμο από την Ισλανδία. Μια χώρα, ένα νησί, που οι κάτοικοί του δεν φτάνουν αυτούς της Θεσσαλονίκης, με μια φύση φοβερών αντιφάσεων, απόμακρη, απόκοσμη, μεγαλειώδη.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Brigsby Bear TIFF 2017

O Dave McCary, συνιδρυτής της ομάδας σκετς κωμωδίας Good Neighbor στο Λος Άντζελες, βρίσκεται στην τέταρτη σεζόν του ως σεναριογράφος και σκηνοθέτης στο Saturday Night Live. Το «Brigsby Bear» αποτελεί το κινηματογραφικό του ντεμπούτο ως σκηνοθέτη σε ταινία μεγάλου μήκους. Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία της έκανε στο φεστιβάλ του Σάντανς, ενώ προβλήθηκε και στο φεστιβάλ των Καννών, στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής». Στη Θεσσαλονίκη προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Ο Τζέιμς έχει εμμονή με την σειρά Brigsby Bear, ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για παιδιά με ήρωα έναν αρκούδο. Ο Τζέιμς έχει γραμμένα σε βιντεοκασέτες όλα τα επεισόδια της σειράς από τη δεκαετία του ’80 κι έχει διακοσμήσει το δωμάτιό του αναλόγως. Όλα αυτά θα ήταν φυσιολογικά, αν ο Τζέιμς δεν ήταν 25 χρονών και κλεισμένος σ’ ένα καταφύγιο για όλη του τη ζωή. Μα για τον Τζέιμς όλα αυτά είναι φυσιολογικά, μιας που δεν έχει γνωρίσει κάτι διαφορετικό. Πώς βρέθηκε στο καταφύγιο; Ποιοι είναι οι γονείς του και ποιοι οι πραγματικοί γονείς του; Θα καταφέρει να βρεθεί στον έξω κόσμο και να δει άλλους ανθρώπους; Και πως θα καταφέρει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα;

Η άποψή μας: Κοίτα να δεις που αναπάντεχα πέφτεις πάνω σε μια ταινία τόσο γλυκιά και τόσο σπουδαία, που παθαίνεις πλάκα. Ίσως να είναι κάτι που με συναρπάζει για άγνωστους λόγους περισσότερο από όσο πρέπει (!) στις ταινίες εγκλεισμού, όπου ο ήρωας δεν γνωρίζει πώς και γιατί βρέθηκε στη συγκεκριμένη κατάσταση, μια κατάσταση, τη μοναδική που αναγνωρίζει ως πραγματική! Και με κάποιον τρόπο η πραγματικότητά του αποκαλύπτεται και είναι ψεύτικη και άντε να προσαρμοστείς στον αληθινό κόσμο. Το έχουμε δει σε παραλλαγές το έργο αρκετές φορές. Από την «Ερωτική χημεία» μέχρι το «Underground» και από το «Truman Show» μέχρι το πιο πρόσφατο (και πιο δραματικό από όλα τα προηγούμενα) «Το δωμάτιο». Και ναι, κάπου επικρέμεται και η σκιά του «Κυνόδοντα»! Όλα ωραία ως εδώ. Το ακόμα πιο ωραίο είναι πως οι δημιουργοί πρόσεξαν πάρα πολύ ώστε ο κεντρικός ήρωας να μην αποτελέσει πρώτη ύλη για χαβά, καζούρα και φτηνά αστεία. Καμία σχέση. Ο Τζέιμς δεν είναι χαζός. Φανταστείτε όμως κι εσείς τον εαυτό σας: επί 25 χρόνια να ζείτε σε μια πραγματικότητα και αυτό να αλλάζει βιαίως! Τόσες πολλές νέες πληροφορίες, τόσα πολλά νέα ερεθίσματα, τόσοι πολλοί άλλοι άνθρωποι! Βραχυκυκλώνεις!

Κι εδώ αρχίζει το ακόμα πιο σπουδαίο. Ο Τζέιμς μοιάζει σαν τους geeks, αυτούς που είναι «δυσλειτουργικοί» μέσα στις άθλιες δυτικές κοινωνίες μας και βρίσκουν καταφύγιο θεοποιώντας κάτι: μια τηλεοπτική σειρά, μια ταινία, ένα βιβλίο, κάτι που παίρνει άλλες διαστάσεις, κάτι που μοιράζονται με άλλους geeks κι έτσι νοιώθουν κοινωνικοποίηση και... όχι μοναξιά! Ο Τζέιμς δεν είναι στενόμυαλος: αγκαλιάζει την αλλαγή. Αλλά θέλει τον χρόνο του. Εκτιμά τα νέα δεδομένα: τη νέα του οικογένεια, το διαφορετικό φαγητό (η... διαφήμιση συγκεκριμένου αναψυκτικού είναι από τα ελάχιστα μείον της ταινίας, αλλά μάλλον πήραν οι δημιουργοί αρκετά χρήματα για να πουν όχι), το πρώτο πάρτι, τη μουσική, τους νέους φίλους. Δεν μπορεί όμως να διαγράψει μονοκοντυλιά μια ολόκληρη ζωή. Ο ίδιος τη βρίσκει τη λύση: θα προσπαθήσει να γυρίσει ταινία με τον λατρεμένο του αρκουδο-ήρωα. Και η ιδέα του έρχεται όταν ο αληθινός του πατέρας τον πηγαίνει στο σινεμά για πρώτη φορά! Και μετά η ταινία γίνεται μια ανοιχτή επιστολή αγάπης στον κινηματογράφο! Αλλά και στην παραγωγική διαδικασία! Το πόσο ενδιαφέρον είναι να φτιάχνεις κάτι δημιουργικά, μαζί με φίλους με τους οποίους μοιράζεσαι το ίδιο πάθος, το ίδιο όραμα, την ίδια αγάπη. Η σκηνή που ο Τζέιμς στα γυρίσματα της ταινίας του λέει τι ακριβώς είναι ο κινηματογράφος σου προκαλεί ανατριχίλα. Γενικώς, όλοι οι χαρακτήρες σκιαγραφούνται με σεβασμό και αγάπη, ακόμα και οι... κακοί! Η ταινία βγάζει μπόλικο γέλιο. Πχ, όταν ο Τζέιμς αρχίζει να χρησιμοποιεί το google για να μάθει πως γυρίζεται μια ταινία και άλλα ερωτήματα που τον απασχολούν, βάζει στο τέλος και ένα thank you, σαν να ευχαριστεί το google για την προσφορά του!

Πάρα πολύ ωραία ταινία, με το άγνωστο στο ευρύ κοινό καστ να πλαισιώνεται από πολύ γνωστούς ηθοποιούς σε μικρούς ρόλους, όπως οι Claire Danes, Greg Kinnear, Mark Hamill, Jane Adams και Andy Samberg. Καιρό είχαμε να διασκεδάσουμε τόσο πολύ!

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή την Κυριακή 12 Νοεμβρίου στις 22.30 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης – έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Feelgood Entertainment χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »



Ελληνικό Box Office 2 - 5 Νοεμβρίου 2017 by OPTOMA


Φιλμ
Διανομή
Wks Αίθουσες
4ήμερο Ελλάδας
Σύνολο Ελλάδας
1
Thor: Ragnarok
Feelgood Ent.
1
135
60.036
60.036
2
Το τελευταίο σημείωμα
Tanweer
2
96
35.162
107.726
3
The LEGO Ninjago Movie
Tanweer
2
93
11.399
32.477
4
Success Story
Odeon
1
66
10.955
10.955
5
The Killing of a Sacred Deer
Feelgood Ent.
1
7
9.139
9.139
6
Gnome Alone
Odeon
1
66
8.341
8.341
7
Suburbicon
Odeon
2
33
5.862
24.045
8
The Snowman
UIP
4
17
4.679
155.872
9
Despicable Me 3
UIP
10
35
4.200
295.382
10
Happy Death Day
UIP
2
14
3.847
15.964


Περισσότερα... »

Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate / Scarred Hearts) Poster ΠόστερΣημαδεμένες καρδιές
του Radu Jude. Με τους Lucian Rus, Ivana Mladenović, Ilinca Harnut, Şerban Pavlu, Marian Olteanu, Alexandru Dabija, Dana Voicu, Bogdan Cotlet, Adina Cristescu, Marius Damian, Sarra Tsorakidis


Ζώντας... οριζοντίως
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Αναζητώντας ίαση!

Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο 40χρονος Ρουμάνος σκηνοθέτης Radu Jude. Έχουν προηγηθεί: «Cea mai fericitã fatã din lume» (2009) και «Αφερίμ!» (Aferim, 2015). Την δεύτερη την είδαμε στη χώρα μας με καθυστέρηση. Τούτη εδώ έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ του Λοκάρνο, του 2016, για να ακολουθήσουν μια σειρά από φεστιβάλ στα οποία προβλήθηκε. Προβλήθηκε και στο περσινό φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια». Μεταξύ των παραγωγών είναι και η Maren Ade, της φήμης του «Toni Erdmann»...

Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate / Scarred Hearts) Quad Poster Πόστερ
Το σενάριο της ταινίας Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate) βασίζεται σε βιβλίο του Ρουμάνου συγγραφέα Max Blecher, όπου έγραφε τις περιπέτειες της υγείας του. Ήταν λοιπόν αυτοβιογραφικό βιβλίο. Ο άνθρωπος αυτός πέθανε σε ηλικία 29 ετών, μετά από 10 χρόνια ταλαιπωρίας από την αρρώστιά του. Για πολλούς το βιβλίο θεωρείται κάτι ανάλογο με το «Μαγικό βουνό» του Thomas Mann. Και ο Ionesco χαρακτήριζε τον Blecher «Ρουμάνο Kafka».

Η υπόθεση: Καλοκαίρι, 1937. Ο νεαρός συγγραφέας Εμανουέλ οδηγείται από τον πατέρα του σε ένα παραθαλάσσιο νοσοκομείο – σανατόριο, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, που διευθύνεται από τον μανιώδη καπνιστή, δόκτωρ Σεαφαλάν. Στον Εμανουέλ γίνεται διάγνωση ότι πάσχει από σκελετική φυματίωση και πιο συγκεκριμένα από φυματιώδη σπονδυλίτιδα ή νόσο του Pott. Η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει: επίπονη αφαίρεση πυώδους συλλογής από τα σωθικά, τύλιγμα σχεδόν ολόκληρου του κορμού με γύψο και ατελείωτες ώρες ξαπλώματος! Σε αυτές, ο Εμανουέλ διαβάζει, γράφει, συζητάει με άλλους τρόφιμους του νοσοκομείου, με γιατρούς, με επισκέπτες, καπνίζει, πίνει και φλερτάρει! Ότι ακριβώς θα έκανε δηλαδή οποιοσδήποτε νέος στην ηλικία του. Καθώς εξοικειώνεται με τη μελαγχολία της νέας ζωής του, ο Εμανουέλ ανακαλύπτει ότι υπάρχει ακόμα μια ζωή που πρέπει να ζήσει στο έπακρο. Έστω και οριζοντίως. Έστω κι αν το σώμα του τον προδίδει, η σάρκα είναι πάντα έτοιμη να γευτεί οποιαδήποτε χαρά, ακόμα και ψίχουλα.

Η άποψή μας: Το «Άφεριμ!» άρεσε σε πάρα πολύ κόσμο, του γράφοντα συμπεριλαμβανομένου. Εκείνο το ασπρόμαυρο «ίστερν» ήταν απολαυστικό τόσο σε μορφή φόρμας όσο και σε μορφή περιεχομένου. Αυτά που λέγονταν – και λέγονταν πολλά – ενδιέφεραν τον θεατή καθώς υπήρχε ίντριγκα, υπήρχε γοητεία, υπήρχε θυμοσοφία, υπήρχε χιούμορ. Όλα αυτά, δυστυχώς, λείπουν από τούτο το φιλμ. Θαρρείς και ο σκηνοθέτης αποφάσισε να διηγηθεί μια ιστορία, που έχει όλα τα εχέγγυα να είναι ενδιαφέρουσα και θελκτική, με τον πλέον αντιτουριστικό τρόπο! Εντάξει, το τετράγωνο φορμά δεν είναι να το κατηγορήσει κανείς. Δεν ευθύνεται αυτό για τον... ανθρωποδιώχτη.

Αυτό που 9 στις 10 φορές ευθύνεται σε ανάλογες περιπτώσεις είναι η έλλειψη δραματουργίας. Σαν ο σκηνοθέτης να αποφάσισε να αφηγηθεί όσο πιο... φλατ γίνεται μια ιστορία εν δυνάμει συναρπαστική. Δεν είναι λίγο αυτό που συμβαίνει στον Εμανουέλ. Είναι άρρωστος, ναι, αλλά είναι και νέος. Δεκάδες δυνατότητες για να ζήσει στο έπακρο του παρουσιάζονται, ακόμα και στον τρομακτικό χώρο ενός νοσοκομείου, ακόμα και σε ένα σανατόριο όπου οι πιθανότητες την επόμενη μέρα να είσαι ζωντανός, είναι φίφτι – φίφτι. Κυρίως ο έρωτας. Κυρίως αυτός. Αλλά ακόμα και η σκηνή που θα μπορούσε να βγάλει γέλιο, η προσπάθεια για σεξ δηλαδή, που διακόπτεται επειδή την κοπέλα την «κόβει» ο γύψος που ο Εμανουέλ φοράει γύρω από τον κορμό του, περνάει τόσο αδιάφορα, λες και αυτό γίνεται επί τούτου. Ο άρρωστος Εμανουέλ από την μια και σε αντίστιξη η άρρωστη Ευρώπη, έτοιμη να μπει για άλλη μια φορά στην περιπέτεια ενός πολέμου.

Και συζητήσεις για το πόσο Ρουμάνοι διανοούμενοι όπως οι Emil Cioran και Nae Ionescu όχι μόνον ασπάζονται τον ναζισμό αλλά τον υποστηρίζουν κιόλας. Πληροφορίες και ατελείωτο μπλα μπλα, λες και παρακολουθούμε ένα μάθημα ιστορίας στο πανεπιστήμιο παρά μια κινηματογραφική ταινία, την οποία επιλέξαμε και για να διασκεδάσουμε! Ε, αυτό δεν συμβαίνει ποτέ. Και ενδιάμεσα η δράση (;) διακόπτεται για να εμφανίζονται τσιτάτα του Blecher τσακίζοντας την όποια αίσθηση ρυθμού. Με αυτόν τον τρόπο η ήδη μεγάλη διάρκεια φαίνεται ακατανόητα μεγαλύτερη. Δεν παλεύεται η ταινία. Είτε τη βλέπεις καθιστός είτε... ξαπλωτός. Κρίμα, γιατί και η ιστορία που κάπου εκεί μέσα είναι θαμμένη θα μπορούσε να έχει ενδιαφέρον και όσα λέγονται αποκαλύπτουν (έστω κι αν δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι ανάλογο) το πόσο αποπροσανατολισμένοι μπορούν να είναι ακόμα και διανοούμενοι σε ταραγμένους καιρούς.

Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate / Scarred Hearts) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Νοεμβρίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

5η ανταπόκριση – Δευτέρα 6 Νοεμβρίου
Να γίνονται πράγματα!

Γιά να πούμε και καναν καλό λόγο για την φετινή διοργάνωση, μιας που διαφορετικά θα πέσει το σπίτι (μας) να μας πλακώσει. Λοιπόν, μερικά πράγματα είναι πολύ απλά. Με μεγάλη μας χαρά είδαμε στις τουαλέτες να έχουν στηθεί θήκες για υγρό κρεμοσάπουνο – οπότε τέρμα τα κομμένα πλαστικά μπουκάλια νερού όπου είχαν μέσα τους υγρό για πιάτα – αλλά και θήκες για χαρτί για να σκουπιστεί κάποιος αφού πλύνει τα χέρια του – οπότε τέρμα τα αντιαισθητικά ρολά χαρτί, που τα έπιαναν όλοι με τα υγρά τους χέρια και παπάριαζαν (τα ρολά, όχι τα χέρια). Μην γελάτε: στις λεπτομέρειες κρίνεται η επιτυχία ενός θεσμού. Τα παραπάνω τα διαπιστώσαμε από μόνοι μας. Υπήρξαν όμως και γεγονότα που μας μεταφέρθηκαν. Εννοείται ότι δεν μπορούμε να είμαστε ταυτόχρονα σε όλες τις προβολές! Οπότε, όχι ένα αλλά δύο... πουλάκια (μουάχαχαχαχα) μου μετέφεραν πως στην προβολή της ταινίας «Του Θεού η χώρα» στο «Ολύμπιον», ένα γκέι δράμα αλά «Brokeback Mountain» με ευρωπαϊκή ματιά, εκεί όπου τα πράγματα άρχισαν να γίνονται επικίνδυνα... καυτά, άρχισε να βαράει ο συναγερμός! Και υπήρξε δεκάλεπτη διακοπή της προβολής! Ok, συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες...

Με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε και στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Western TIFF 2017

Το «Γουέστερν» (Western) είναι μια συμπαραγωγή Γερμανίας, Αυστρίας και Βουλγαρίας και αποτελεί την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία της Valeska Grisebach, 11 χρόνια μετά την προηγούμενή της! Να σημειώσουμε πως η σκηνοθέτιδα εργάστηκε ως σύμβουλος σεναρίου στο «Toni Erdmann» της Maren Ade, που αντιστοίχως, έχει ρόλο παραγωγού σε τούτη την ταινία. Μια ταινία την οποία είδαμε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του περασμένου φεστιβάλ Καννών και προβάλλεται στη Θεσσαλονίκη στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Μια ομάδα οικοδόμων από τη Γερμανία προσλαμβάνεται για μια εργολαβία που έχει να κάνει με ένα έργο στη Βουλγαρία, έξω από ένα χωριό κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα. Ουσιαστικά θέλουν να φτιάξουν ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο και να βελτιώσουν την υποδομή της περιοχής. Με λεφτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης φυσικά. Από την ομάδα των Γερμανών ξεχωρίζουν δύο: ο καλότροπος, μοναχικός πενηντάρης Μάινχαρτ, που πιάνουν τα χέρια του κι έχει καταταγεί και στην Λεγεώνα των Ξένων παλαιότερα, και ο τσαμπουκαλής, χωρίς τρόπους, γερμαναράς Βίνσεντ. Όσο ο Μάινχαρτ προσπαθεί να πλησιάσει τους ντόπιους, να τους καταλάβει, να σεβαστεί τις συνήθειές τους και τον τρόπο ζωής τους, άλλο τόσο ο Βίνσεντ κάνει του κεφαλιού του, δεν δίνει σημασία σε τίποτε, λειτουργεί ως... κατακτητής και θέλει απλά να τελειώσει η δουλειά. Και να... πηδήξει και καμιά ντόπια, αν του κάτσει. Εντωμεταξύ η ζέστη του καλοκαιριού δεν βοηθάει τα πράγματα...

Η άποψή μας: Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο της ταινίας: «Γουέστερν». Εντάξει, έχει άλογα, έχει σκληρούς άντρες (όχι ακριβώς καουμπόηδες), έχει κώδικες τιμής αλλά δεν έχει καμία σχέση με την... Άγρια Δύση! Με την Ανατολή έχει να κάνει, με τα ταλαίπωρα Βαλκάνια, που όμως προβάλλουν πλέον ως νέο Ελ Ντοράντο (χμ...) για τις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες του βορρά. Και ιδού το πρώτο παράδοξο: ενώ το χωριό έχει ουσιαστικά ερημώσει από νεολαία, μιας που όλοι έχουν φύγει μετανάστες για δουλειά σε Αμερική, Γερμανία και... Ελλάδα (μουάχαχαχα, ισχύει και αυτό), οι Γερμανοί πηγαίνουν στη Βουλγαρία για δουλειά!

Όπως λέει και ο προφανώς φασίστας Βίνσεντ «70 χρόνια μετά είμαστε και πάλι εδώ»! Το φόκους της ταινίας είναι πάνω στον Μάινχαρτ. Οι ηθικοί του κώδικες δεν έχουν καμία σχέση με εκείνους που ας πούμε ότι έχει ο Βίνσεντ. Ο Μάινχαρτ είναι άπατρης (καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι πήγε να δουλέψει στη Λεγεώνα των Ξένων), δεν νιώθει νοσταλγία για καμία «πατρίδα», πατρίδα του είναι όλη η γη, σύντροφός του ο κάθε άνθρωπος. Νιώθει καλά εκεί που βρίσκεται πλέον. Με τους ντόπιους, τους πιο πολλούς τουλάχιστον τα πάει εξαιρετικά κι ας υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επικοινωνίας και συνεννόησης. Βλέπετε, στο χωριό ελάχιστοι μιλάνε γερμανικά ή έστω αγγλικά κι άντε να βγάλεις άκρη στη σύγχρονη αυτή μικρογραφία της Βαβέλ. Αποκτά φίλο που ονοματίζει «αδελφό» του, φλερτάρει με μια όμορφη γυναίκα της ηλικίας του, μαθαίνει ήθη και έθιμα του χωριού, μαθαίνει να καβαλάει άλογο, μαθαίνει να πασταλιάζει καπνό (ρε τι μου θύμισε η συγκεκριμένη σκηνή), μαθαίνει να αγαπάει την απόλυτα άναρχη φύση, την τόσο μακρινή από την τακτοποιημένη στην Ευρώπη, που έχει περάσει Διαφωτισμό. Υπάρχει όμως και ο Βίνσεντ. Ο εθνικιστής. Ο κατακτητής. Ο αρπάζων και δεν πληρώνων. Που έχει βάλει στο μάτι την νεαρή, όμορφη του χωριού. Ε, για να του τη βγει, ο Μάινχαρτ του την παίρνει κι ας είναι ολοφάνερο πως η συνομήλική του είναι για εκείνον. Τελικά, όμως και οι δύο άντρες θα βγουν ηττημένοι από όλη την περιπέτεια. Ο Βίνσεντ από τον Μάινχαρτ και ο Μάινχαρτ από τους χωριανούς που δεν τον χωνεύουν. Τουλάχιστον, θα δεχτεί την ήττα του με αξιοπρέπεια. Κι έναν χορό που μόλις μαθαίνει να χορεύει.

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ταινία της Grisebach, με ερασιτέχνες ηθοποιούς, λέει αυτά που θέλει καθαρά και σταράτα. Μια μικρή, θετική έκπληξη.

(η ταινία προβάλλεται την Δευτέρα 6 Νοεμβρίου στις 20.15 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης και σε επανάληψη την Τρίτη 7 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας στο Ολύμπιον – έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την One From The Heart χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Undir trénu TIFF 2016

Από την αγαπημένη μας Ισλανδία μας έρχεται η επόμενη ταινία που παρουσιάζουμε. Τίτλος της: «Κάτω από το δέντρο» (Undir trénu) του Hafsteinn Gunnar Sigurðsson. Την παγκόσμια πρεμιέρα της την έκανε στο περασμένο φεστιβάλ Βενετίας, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα «Ορίζοντες»! Στη Θεσσαλονίκη προβλήθηκε στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες»! Είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη της και αποτελεί την πρόταση της Ισλανδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Γενικώς, όπως θα έχετε ήδη καταλάβει, πολλές είναι οι ταινίες που βλέπουμε στο φεστιβάλ, οι οποίες αποτελούν τις προτάσεις των χωρών τους για ξενόγλωσσο Όσκαρ!

Η υπόθεση: Η Άγκνες διώχνει τον σύζυγό της, τον Άτλι, από το σπίτι τους, όταν τον τσακώνει στα πράσα να είναι έτοιμος να... αυνανιστεί, παρακολουθώντας μια home made τσόντα στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος! Ο Άτλι, προς μεγάλη του δυσαρέσκεια, καθώς του απαγορεύεται τίνι τρόπω να βλέπει την τετράχρονη κόρη του, αναγκάζεται να μετακομίσει στο πατρικό του σπίτι, ένα σπίτι το οποίο έχει βιώσει μια μεγάλη απώλεια. Οι γονείς του βρίσκονται σε διαμάχη με τους γείτονες. Αιτία: το τεράστιο δέντρο που κυριαρχεί στην αυλή τους και το οποίο ρίχνει μεγάλη σκιά στην αυλή των γειτόνων, μην αφήνοντας την κυρία του διπλανού σπιτιού να ευχαριστιέται την ηλιοθεραπεία της! Καθώς η ένταση κλιμακώνεται, καταστρέφονται περιουσίες, κατοικίδια εξαφανίζονται, κατοικίδια βαλσαμώνονται. Και η τελική τροπή θα είναι πραγματικά τραγική...

Η άποψή μας: Τούτη η ταινία δεν είναι απλά μαύρη κωμωδία – είναι κατάμαυρη! Κατά μία έννοια, μου θύμισε τον «Πόλεμο των Ρόουζ» του Danny Devito. Εκείνη η ταινιάρα, βεβαίως, επικεντρωνόταν στο τι μπορεί να κάνουν δύο σύζυγοι, ο ένας στον άλλο, όταν η αγάπη στο γάμο τελειώνει και αν θέλουν να ζήσουν (!) θα πρέπει να χωρίσουν. Πολιτισμένα. Αυτή είναι η κρίσιμη λέξη. Πολιτισμένα. Στην ισλανδική ταινία ο... πολιτισμός πάει περίπατο. Και ο φίλος μας ο Ισλανδός μας δείχνει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη βλακεία! Οι αστείοι ανταγωνισμοί, η επιδίωξη ζωτικού χώρου, η απλή και καθαρή ζήλια, οι ματαιώσεις, οι απώλειες, και εντέλει, η ανθρώπινη φύση. Όχι, μας λέει ο σκηνοθέτης, οι άνθρωποι ως είδος δεν είναι σχεδιασμένοι για να ζήσουμε μαζί, με αρμονία, σε μικρές ή μεγαλύτερες κοινωνίες. Αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει πόλεμος!

Και η κλιμάκωση μπορεί να φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή όταν καλά καλά οι εμπλεκόμενοι δεν μπορούν να θυμηθούν πως ξεκίνησαν όλα αυτά! Α, το δέντρο. Το δέντρο της... ζωής. Το δέντρο του... θανάτου. Απλά, φυτρώνει. Απλά, υπάρχει. Απλά, όταν πέφτει ο ήλιος επάνω του, αφήνει μια παχιά, μακριά σκιά. Δεν ξέρει τίποτε για φράχτες. Δεν γνωρίζει τίποτε για αντιπαλότητες. Δεν είναι «καλό» ή «κακό». Προσφέρει οξυγόνο, αγάπη, ομορφιά και... σκιά αν τη θέλει κάποιος. Αν δεν τη θέλει, μπορεί απλά να την αποφύγει! Δεν χρειάζεται να κοπεί το δέντρο. Ίσως να χρειάζεται κλάδεμα, ποιος ξέρει, ίσως αν το κλάδευαν, τα πράγματα να ήταν καλύτερα. Όμως, το πού θα πέσει ένα δέντρο που κάποιος το κόβει και κάποιος το σπρώχνει δεν είναι ευθύνη του δέντρου! Και ποιος τα άρχισε όλα αυτά; Ποιος ξεκίνησε τον καβγά; Από πού άρχισαν όλα; Και οι κοινωνικοί δεσμοί να καταρρέουν με θόρυβο. Να λιώνουν, αδύναμοι να αντισταθούν, αδύναμοι να αντέξουν, αδύναμοι να σώσουν. Και ο σκηνοθέτης δεν κωλώνει: τραβάει το πράγμα μέχρι το κατάμαυρο φινάλε του. Ή το κατακόκκινο αν προτιμάτε.

Και όλα στο τελευταίο πλάνο καταλαβαίνουμε ότι έγιναν μάταια! Τόσοι άνθρωποι χάθηκαν από μια παρανόηση, από μια παρεξήγηση, από τη φυσική τάση των γάτων να εξαφανίζονται από καιρού εις καιρόν. Πολύ δυνατή ταινία, που βγάζει συχνά πυκνά γέλιο, στο φινάλε όμως κάνει το γέλιο των πάντων να παγώνει στα αποσβολωμένα τους πρόσωπα. Για μια... μαλακία καταστρέφεται ένας γάμος. Για ένα... pussy! Και για μια pussy-cat, καταστρέφονται πολλές, πολλές ζωές. Μπράβο και πάλι μπράβο στον σκηνοθέτη, που δεν λείανε τις γωνίες και μας ανάγκασε να πιούμε το πικρό ποτήριον μέχρι το τέλος...

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Vida de Familia TIFF 2017

Αν δεν έστελνε η Χιλή ως πρόταση για ξενόγλωσσο Όσκαρ το «Μια φανταστική γυναίκα», μάλλον θα έστελνε τούτη εδώ την ταινία: «Οικογενειακή ζωή» (Vida de Familia) των Cristián Jiménez, Alicia Scherson. Η πρώτη ταινία της Scherson, το «Play» είχε λάβει στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2005! Η προηγούμενη ταινία της Scherson, το «Il futuro» είχε βγει εμπορικά στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας. Ετούτη η ταινία του διδύμου προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Ο Μπρούνο και η Κονσουέλο είναι ένα ευκατάστατο, παντρεμένο ζευγάρι, που ζουν στο υπέροχο διαμέρισμά τους, μαζί με την ανήλικη κορούλα τους. Είναι χειμώνας και (για λόγο που δεν αποσαφηνίζεται) θα μετακομίσουν οικογενειακώς για τρεις μήνες στο Παρίσι (όπου, εννοείται, πως είναι καλοκαίρι). Χρειάζονται κάποιον για να φροντίζει το σπίτι και τον γάτο τους για το αρκετά μεγάλο αυτό χρονικό διάστημα. Ο τυχερός είναι ο Μάρτιν, ένας μακρινός ξάδελφος του Μπρούνο, ο οποίος βιώνει μια μεγάλη κατάθλιψη κυρίως λόγω του θανάτου του πατέρα του. Ο Μάρτιν λοιπόν μετακομίζει στο σπίτι του ξαδέλφου του και το... φροντίζει. Περισσότερο το ανακατεύει και το κάνει χάλια, ασχολούμενος πιο πολύ με παιδικές φωτογραφίες του παρά με οτιδήποτε άλλο. Όταν ο γάτος ξεπορτίζει, ο Μάρτιν αρχίζει να τον ψάχνει. Έτσι συναντά την Πάτσι, μια ανύπαντρη μητέρα, πολύ ερωτική, με την οποία υπάρχει «χημεία» και πριν το καταλάβουν ζουν πλέον σε μια σχέση. Μόνο που ο Μάρτιν, καλοπερνώντας στο διαμέρισμα και μη θέλοντας να διακινδυνεύσει τίποτε, φλομώνει την Πάτσι στα ψέματα. Μέχρι πότε;

Η άποψή μας: Πρώτα από όλα θα ξεκινήσω από αυτό που γούσταρα περισσότερο στη συγκεκριμένη ταινία: τι θεάρα είναι αυτή η Gabriela Arancibia, που παίζει την Πάτσι ρε παιδιά; Τι εξωστρεφής ερωτισμός, τι βλέμμα, τι σώμα, τι φωνή, τι συμπεριφορά, τι άνεση! Λες και γεννήθηκε για τον έρωτα! Μελανούρι από τα λίγα, κυριαρχεί στην οθόνη, της βάζει φωτιά άμα τη εμφανίσει! Πόσο σημαντικό είναι το κάστινγκ για μια ταινία, έτσι; Κι εγώ στη θέση του Μάρτιν το ίδιο θα έκανα. Θα φλόμωνα την κοπέλα στα ψέματα για να την έχω όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κοντά μου. Γιατί, υπό κανονικές συνθήκες, she's out of my league! Τούτη η ταινία είναι μια μικρή το δέμας κωμωδία, που νομίζω πως ανταποκρίνεται περισσότερο από όλες τις ταινίες που είδα έως τώρα στο φεστιβάλ στη θεματική του ριζώματος, με κριτήριο υποτίθεται το οποίο έγινε η επιλογή των ταινιών του διαγωνιστικού τμήματος.

Μέσα στο τετράγωνο φορμά της περιγράφει στην εντέλεια την ανασφάλεια των αρσενικών. Τον «κατεστραμμένο» Μάρτιν, που «σβήνει» το πρόσωπό του από... οικογενειακές φωτογραφίες! Τι αντίφαση, έτσι; Να προσπαθεί να εξαφανίσει κάθε ένδειξη παρουσίας του μέσα σε οικογένεια αυτός που διψά περισσότερο από όλους να βρίσκεται μέσα σε μια τέτοια. Ο τίτλος της ταινίας είναι και δεν είναι παραπλανητικός. Μιλάει για οικογενειακή ζωή. Ναι, ο Μάρτιν ζει την τέλεια οικογενειακή ζωή! Εκείνη όπου όλα τα κακά είναι εξαφανισμένα: η πλήξη, οι κόντρες, η ρουτίνα, το σβήσιμο της ερωτικής φλόγας, η έλευση ενός παιδιού. Αυτή, όμως, δεν είναι πραγματική οικογενειακή ζωή, έτσι; Είναι ένα ψέμα. Γιατί μόνο στα ψέματα η οικογενειακή ζωή μπορεί να είναι μια ευτυχισμένη ζωή. Εκτός από τις ανασφάλειες των αντρών εννοείται ότι καταγράφονται υπέροχα και οι ανασφάλειες των γυναικών. Τόσο της Πάτσι όσο και της Κονσουέλο (τρομερή η ερμηνεία της Blanca Lewin στο ρόλο, που εμφανίζεται μόνο στην αρχή και στο τέλος της ταινίας). Καταγράφεται και η σχέση του φαγητού όταν δεν χρησιμοποιείται για λόγους... θρέψης: το ψωμί στον «Πόλεμο των ψίχουλων» και η νουτέλα ως ερωτικό εργαλείο!

Γενικά, οι σκηνές σεξ είναι και ερωτικές και ρεαλιστικές και καθόλου εξιδανικευμένες και δίνουν χώρο για μπόλικο χιούμορ. Πικρό χιούμορ σε κάποια σημεία, ξεκαρδιστικό σε άλλα. Υπάρχει κινηματογραφοφιλία ειδικού τύπου, με το πόστερ της ταινίας του Jean Vigo να κυριαρχεί σε έναν από τους τοίχους του σπιτιού (πραγματικό σπίτι της Scherson!) και με την Πάτσι να βγάζει χρήματα πουλώντας παράνομα dvd, όπως την κουβανική ταινία που κάνει fusion μεταξύ μιας αισθηματικής ιστορίας και ενός αιματοβαμμένου φιλμ τρόμου! Γενικώς, μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »

Thor: Ragnarök Poster ΠόστερThor: Ragnarök
του Taika Waititi. Με τους Chris Hemsworth, Tom Hiddleston, Cate Blanchett, Idris Elba, Jeff Goldblum, Tessa Thompson, Karl Urban, Mark Ruffalo, Anthony Hopkins


Pure Amusement!
του zerVo (@moviesltd)

Μέχρι τώρα στα διαρκή και συνεχόμενα κύματα των κινηματογραφικών της κυκλοφοριών η Marvel, μου έχει δώσει την εντύπωση πως σε ετούτο εδώ τον σούπερ ήρωα της συμπεριφέρεται κάπως άδικα, σαν να τον ρίχνει κομματάκι στο ζύγι, σαν να τον θεωρεί παρακατιανό. Ούτε τρανταχτά και βαρύγδουπα ονόματα παίζουν στην σκηνοθεσία, ούτε τα ειδικά εφέ είναι βγαλμένα από το πάνω δημιουργικό ράφι της μπράντας και το κυριότερο, ούτε το προμόσιον είναι ανάλογα ψηλό με εκείνο ας πούμε των ονομαστών Spiderman ή Iron Man. Κι όμως μέχρι ώρας και οι τρεις περιπέτειες με κύριο πρωταγωνιστή τον βγαλμένο από την Σκανδιναβική μυθολογία superhero, έχουν ξεπεράσει τις προσδοκίες, αφήνοντας στους φανατικούς φίλους του σινεκομικένιου genre μια ξεχωριστά όμορφη αίσθηση κατόπιν της θέασης. Μην σου πω δε, πως το τρίτο αυτό μέρος, παίζει να είναι και το πιο εμπνευσμένο της σειράς. Διότι το πιο ευχάριστο είναι δεδομένα!

Thor: Ragnarök Quad Poster Πόστερ
Έχοντας μόλις βγει νικητής από την μέχρι τελικής πτώσης μονομαχία του με τον δαίμονα Σουρτούρ, ο πανίσχυρος και ατρόμητος Θωρ θα επιστρέψει στην πατρίδα του Άσγκαρντ, για να βρεθεί μπροστά σε μια ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη, αντιλαμβανόμενος πως ο διπρόσωπος, υιοθετημένος αδελφός του Λόκι, υποδυόμενος τον πατέρα του Όντιν, έχει αναλάβει την εξουσία. Δράμα που θα πάρει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις, ενόσω ο εξόριστος στις ερημιές του Βορρά ηλικιωμένος βασιλιάς, θα αφήσει ταλαιπωρημένος την τελευταία του πνοή, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα την άφιξη της απελευθερωμένης θυγατέρας του Χέλα. Της πανίσχυρης πολεμίστριας, που μαζί με τον Όντιν κέρδισαν τις πιο σημαντικές μάχες στα χρονικά, που ο ανάρμοστος και υπέρμετρα φιλόδοξος χαρακτήρας της, όμως, την οδήγησε στην ατέρμονη αιχμαλωσία.

Παρακινούμενη από ένστικτα οργής και εκδίκησης, η Χέλα θα ανατρέψει το καθεστώς στην Άσγκαρντ και αφού αναστήσει τους αιμοδιψείς στρατιώτες της αήττητης διμοιρίας της, θα πάρει τον έλεγχο στα χέρια της, εκτοπίζοντας τον μοναδικό που μπορεί να της αντισταθεί, τον Θωρ, α-Σφυρο και μόνο μακρυά από τα πάτρια εδάφη. Σε μέρη παράξενα και εκκεντρικά, όπου θα πρέπει να στηριχθεί αποκλειστικά και μόνο στις δικές του δυνάμεις, αν επιθυμεί να τερματίσει την προφητεία του Ράγκναροκ, που μόλις έχει ξεκινήσει και κάνει λόγο για ολοκληρωτικό αφανισμό όλου του γνωστού Σκανδιναβικού κόσμου.

Εννοείται βέβαια, πως στο διάστημα που η πρωτοεμφανιζόμενη σε Marvelική κινηματογραφική ιστορία Χέλα - μια αποκαλυπτική Cate Blanchett, με στολή Maleficent να δίνει ξέχωρη οντότητα και κύρος στο όλο πρότζεκτ - δικτατορικά κυριαρχεί στον Άσγκαρντ, ο απωλέσας όπλο και κώμη, βγαλμένος από τις Βόρειες μυθολογικές παραδόσεις, εξόριστος γίγαντας, δημιουργεί την δική του συμμορία, δίνοντας υπόσχεση γυρισμού και ανάκτησης των σκήπτρων. Μια τύποις Avengers ομάδα, που συνθέτουν παλιόφιλοι που εδώ λειτουργούν συμπληρωματικά, έχοντας τιμηθεί από την Φίρμα με τις ολόδικες τους περιπέτειες στο πανί. Νάσου και ο Χαλκ λοιπόν (φυσικά με την γιγάντωση της μόστρας του Mark Ruffalo και πάλι)  που κι αυτός θα βρεθεί να μάχεται για την επιβίωση του στα διαστημικά gladiators στάδια, νάσου και ο μάγος Δόκτορ Στρέιντζ (Cumberbatch rulez που λένε) να περνάει τις χαρισματικές του οργανωτικές τάσεις στο κτίσιμο του τιμ. Που συμπληρώνουν ο άστατος Λόκι - Hiddleston και η τυχοδιωκτικών τάσεων, μισθοφόρος Βαλκυρία, η αποκάλυψη του Ragnarok δηλαδή, που με την μορφή της μαύρης γαζέλας Tessa Thompson, κερδίζει τις εντυπώσεις. Η ιδέα της προσθήκης δε του Γκραντμάστερ χαρακτήρα, διοργανωτή των αυτοσχέδιων κατς μονομαχιών στον πλανήτη Σακάαρ - καταπληκτικό το καμπ μπακ του Jeff Goldblum - είναι όλα τα λεφτά!

Η ιδιομορφία του τρίτου επεισοδίου της σειράς Thor και πέμπτου συνολικά που ο Γιος του κεραυνού εμφανίζεται στην σκηνή, έχει να κάνει με το διασκεδαστικό και εξόχως χιουμοριστικό στυλ που δίνει στην αφήγηση του, ο σκηνοθέτης Taika Waititim που αποτέλεσε ένα από τα ηχηρά στοιχήματα της Marvel ως επιλογή σε θέση ντιρέκτορα ακριβής της παραγωγής. Ο Νεοζηλανδός, περνά το πιασάρικα ευχάριστο narration που είδαμε στο δημιουργικό του παρελθόν, σε φιλμς σαν τα Hunt For The Wilderpeople και What We Do In The Shadows, σε μια ταινία που δεν μπουκώνει από εφέ, μάχες και εκρήξεις και αποτελεί ένα ακόμη εμπνευσμένο τουβλάκι στην timeline συνέχεια των κομικένιων μπλοκμπάστερς της ερυθρόλευκης μαρκίζας.

Επιτυχία που πιστώνεται και πάλι ο όμορφος με την στιβαρή κορμοστασιά Chris Hemsworth, ο οποίος πλέον έχει κάνει δικό του τον ρόλο αποκτώντας εκατομμύρια φανατικών οπαδών που θα τον στηρίξουν σε κάθε του βήμα. Και που εδώ, ακόμη κι όταν οι συνθήκες γέρνουν εις βάρος του, δείχνει πειστικά ικανός να σηκώσει το βάρος των προσδοκιών και να οδηγήσει τον πόλεμο, στο καταιγιστικά εκρηκτικό CGI φινάλε, που (προβλέψιμα, οκ) θα τον στεφανώσει και πάλι θριαμβευτή!

Thor: Ragnarök Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Νοεμβρίου 2017 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

4η ανταπόκριση – Κυριακή 5 Νοεμβρίου
Αναπάντεχα συναπαντήματα

Και τελειώνει η πρώτη γύρα προβολών το πρωί του Σαββάτου, είναι μεσημέρι, πρέπει κάτι να φάμε και περπατάμε τώρα στους χώρους του Λιμανιού, που είναι γεμάτος κόσμο, για να πάμε κάπου στο κέντρο να τσιμπήσουμε το κατιτίς μας! Και βλέπω μπροστά μου ένα ψηλό παλικάρι, με αμάνικο φουσκωτό, πράσινο μπουφάν και δίπλα του, μια κοπέλα να την κρατά από το χέρι και να περπατάνε αμέριμνοι, ανάμεσα στον κόσμο. Α, και το παλικάρι έχει και την πιο χαρακτηριστική... κόμμωση στο ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου! Ναι, κυρίες και κύριοι, ανάμεσά μας βρέθηκε ο στράικερ του ΠΑΟΚ, Αλεξάντρ Πρίγιοβιτς! Τώρα, τι ακριβώς γύρευε στο Λιμάνι, μια μέρα πριν από το μεγάλο ντέρμπι των Δικεφάλων με την ΑΕΚ, τι να σας πω. Να είδε φεστιβαλική ταινία; Να επισκέφτηκε το γνωστό μαγαζί που βρίσκεται εκεί πέρα; Να έκανε μια τουρ στο θωρηκτό Αβέρωφ; Μάλλον το δεύτερο, αλλά θα σας γελάσω και δεν το θέλω... Εντωμεταξύ, γίνεται χαμός με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, αλλά και με την επιτροπή της ΕΡΤ για το 1,5%, δεν έχω όμως καθόλου χρόνο για να το ψάξω παραπάνω και να εμβαθύνω. Σε αυτά εξπέρ είναι ο Σπύρος Ταραβίρας – ψαχτείτε!

Με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Aus dem Nichts TIFF 2017

Της... αυτοδικίας γίνεται στη νέα ταινία του πολύ πολύ αγαπημένου μας Fatih Akin «Aus dem Nichts» (In the Fade). Πλάκα πλάκα, αυτή είναι η ένατη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του τουρκικής καταγωγής Γερμανού σκηνοθέτη, που αγαπάει το Αμβούργο (όπου γεννήθηκε) και την Ελλάδα (κι εμείς τον αγαπάμε, τα αισθήματα είναι αμοιβαία)! Και είναι μόλις η δεύτερη ταινία του, που έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών! Η προηγούμενη με την οποία διεκδίκησε τον Χρυσό Φοίνικα ήταν η ταινία «Η άκρη του ουρανού» (Auf der anderen Seite, 2007). Μάλιστα, εκείνη η ταινία κέρδισε το βραβείο σεναρίου και το βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής! Τούτη εδώ έφυγε από τις Κάννες με το βραβείο γυναικείας ερμηνείας, για την Diane Kruger. Και στο φεστιβάλ μας προβάλλεται στο τμήμα Special Screening ή αλλέως πως, Ειδικές Προβολές!

Η υπόθεση: Η Κάτια είναι μια Γερμανίδα που ζει στο Αμβούργο. Είναι ερωτευμένη με τον κουρδικής καταγωγής Νούρι Σεκέρτσι, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή για εμπόριο ναρκωτικών. Εκεί θα τον παντρευτεί. Έξι χρόνια μετά, ο Νούρι έχει βγει από τη φυλακή, δουλεύει ως νομοταγής πολίτης και επιχειρηματίας, η Κάτια κρατάει τα λογιστικά του βιβλία κι έχουν αποκτήσει μαζί κι έναν αξιολάτρευτο γιο, τον Ρόκο. Μια μέρα η Κάτια θα αφήσει τον Ρόκο στο γραφείο του πατέρα του για να πάει με την κολλητή της σε ένα σπα. Επιστρέφοντας, θα μάθει τα άσχημα νέα: έκρηξη βόμβας διέλυσε το γραφείο και σκότωσε τον Νούρι και τον Ρόκο! Η Κάτια είναι συντετριμμένη, τόσο που θέλει να βάλει τέλος στη ζωή της. Όταν η αστυνομία, με τη βοήθεια της Κάτιας, παύει να ψάχνει στην κατεύθυνση του ξεκαθαρίσματος λογαριασμών ως κίνητρο της βομβιστικής επίθεσης, αλλά συλλαμβάνει δύο νεοναζί ως υπαίτιους, υποκινούμενους από ρατσιστικό μίσος, η Κάτια παίρνει κουράγιο για να τους δει να τιμωρούνται. Θα τιμωρηθούν όμως; Μπορεί η δικαιοσύνη να τη δικαιώσει; Ή θα χρειαστεί να πάρει η ίδια το νόμο στα χέρια της;

Η άποψή μας: Μετά την αστοχία της «Μαχαιριάς» και το μικρό αλλά γλυκύτατο «Βερολίνο, Αντίο», που είδαμε (οι λίγοι που το είδαμε) φέτος στις αίθουσες της χώρας μας, ο Akin επιστρέφει σε ακόμα μεγαλύτερη φόρμα με τούτη τη δραματική ταινία. Είναι παράδοξο το γεγονός ότι η πρωταγωνίστρια της ταινίας, η Diane Kruger, παίζει για πρώτη φορά την Γερμανίδα σε γερμανική παραγωγή, όντας... Γερμανίδα. Η γυναίκα έχει παίξει σε δεκάδες ταινίες, κυρίως όμως γαλλικές ή και χολιγουντιανές παραγωγές. Κλείνουμε την παρένθεση. Τούτη η ταινία έχει σαφή διακριτά μέρη. Στην αρχή, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, ο Akin μας παρουσιάζει τους πρωταγωνιστές της ταινίας του και με λιτές λεπτομέρειες μας βάζει στον κόσμο τους. Δεν φαφλατίζει, δεν απεραντολογεί, είναι καίριος, άμεσος, μας συστήνει τους ήρωές του και δεν μπορούμε παρά να τους συμπαθήσουμε. Ναι ρε παιδί μου, κι ένας μπλεγμένος με ναρκωτικά άνθρωπος μπορεί να έχει μια δεύτερη ευκαιρία, μπορεί να γίνει συνειδητοποιημένος πολίτης, θετικός για το κοινωνικό σύνολο, καλός οικογενειάρχης, όλα αυτά. Και μετά έρχεται η έκρηξη. Και η απώλεια. Και ο θάνατος. Και στο κάδρο κυριαρχεί πλέον η Kruger. Που πνίγεται μέσα στη θλίψη. Που προσπαθεί να συνειδητοποιήσει τι έγινε και γιατί έγινε. Που δεν μπορεί να συνέλθει. Που είναι διαλυμένη. Αλλά που έχει τη διαύγεια να υπερασπιστεί τη μνήμη του άνδρα της και του παιδιού της. Όταν η αστυνομία αφήνει υπονοούμενα ότι ο άνδρας της έμπλεξε ξανά με τα ναρκωτικά και πως η έκρηξη είχε ως κίνητρο το ξεκαθάρισμα λογαριασμών, αντιδράει. Λογικά.

Και αντιπροτείνει κάτι που της φαίνεται απολύτως λογικό επίσης: τη βόμβα την έβαλαν νεοναζί. Έτσι κι αλλιώς, καθώς έφευγε από το γραφείο, μίλησε με μια κοπέλα που άφησε το ποδήλατό της έξω από το γραφείο. Μια κοπέλα με χαρακτηριστικά... Άριας φυλής. Δεν την πιστεύει όμως κανείς. Και προχωράει σε μια πράξη, που εκείνη τη στιγμή της φαίνεται η πιο... λογική (και πάλι, αυτό το άτιμο το μυαλό – spoiler alert!!!). Και με κάποιο τρόπο συναντά την ταινία «Η ψυχή και το σώμα», που άνοιξε την αυλαία του εφετινού φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η σκηνή που βγαίνει η Kruger από το γεμάτο αίμα μπάνιο της θα μπορούσε να είχε παρθεί από το «Carrie» ή από ταινία του Argento! Από αυτό το σημείο και μετά, η λογική της ταινίας αλλάζει. Γίνεται ένα δικαστικό δράμα. Και ο Akin χάνει για λίγο την ισορροπία του. Το ασπρόμαυρο κυριαρχεί στη δικαστική αίθουσα, το ασπρόμαυρο κυριαρχεί και σε ότι αφορά τους συμμετέχοντες στη δίκη. Οι νεοναζί κατηγορούμενοι (η κοπέλα με το ποδήλατο όπου ήταν παγιδευμένη η βόμβα και ο σύντροφός της) και ο δικηγόρος τους σκιαγραφούνται ως το απόλυτο κακό και η Kruger και ο δικός της δικηγόρος ως το απόλυτο καλό.

Λογικό (υπερβολική χρήση της λέξης, αλλά ναι, απολύτως δικαιολογημένα): σκατά στους φασίστες και δεν μπορεί φασίστας να είναι καλός άνθρωπος. Αλλά να, ίσως θα μπορούσε να το δουλέψει λίγο περισσότερο αυτό το τμήμα ο σκηνοθέτης. Ήταν εύκολο γι' αυτόν να το αφήσει έτσι όπως τελικά μας το παρουσιάζει. Τέλος πάντων. Στις σκηνές του δικαστηρίου κάνει μεγάλη εμφάνα και ο Γιάννης Οικονομίδης, ο γνωστός σκηνοθέτης μας, που υποδύεται έναν χρυσαυγίτη (!!!) ο οποίος δίνει άλλοθι στους κατηγορούμενους (ότι και καλά, την εποχή που έγινε η επίθεση, βρίσκονταν στο ξενοδοχείο του, στην Ελλάδα), όταν ο ίδιος ο πατέρας του νεοναζί τον κατηγορεί ξεκάθαρα ως βέβαιο οργανωτή της επίθεσης (πάρα πολύ καλός για άλλη μια φορά ο Ulrich Tukur στον μικρό του ρόλο). Και μετά; Η δικαιοσύνη όντας τυφλή (ή κάνοντας τα στραβά μάτια εκεί που θέλει) βγάζει απόφαση που σπιλώνει τη μνήμη των νεκρών και που δεν δικαιώνει αυτούς που έμειναν πίσω. Και σας ρωτώ: εσείς τι θα κάνατε στη θέση της Kruger; Θα συγχωρούσατε τους ενόχους; Μπράβο, αυτό θα σας έκανε καλούς Χριστιανούς. Ή θα ζητούσατε να πάρετε εκδίκηση; Κι εδώ μπαίνει και πάλι το ακανθώδες ζήτημα της αυτοδικίας. Κι άλλη παρένθεση εδώ: στο «120 χτύποι το λεπτό» τα μέλη της γαλλικής Act Up, βλέποντας πως η κυβέρνηση Μιτεράν και η δικαιοσύνη δεν κάνουν τίποτε για να αντιμετωπιστεί η μάστιγα του Aids, προβαίνουν σε δυναμικές αντιδράσεις. Μεταξύ αυτών, πετάνε μπαλόνια ή καπότες γεμάτες με ψεύτικο αίμα, σε ανευθυνο-υπεύθυνους. Δεν είναι αυτό... αυτοδικία; Δεν αντιδρούν σε κάτι που μπορεί να στερήσει τη ζωή τους, που τους αδικεί κατάφωρα, παίρνοντας το νόμο στα χέρια τους; Έχουν άδικο; Δεν ασκούν βία; Ναι, οι γραμμές είναι πολύ λεπτές, αλλά εδώ κολλάει ένα παλιό σύνθημα των αναρχικών: «καμιά πράξη βίας δεν είναι αδικαιολόγητη σε έναν κόσμο τελείως αδικαιολόγητο», εντάξει; Αυτοδικία, λοιπόν. Το ποιος θα αποφασίσει αν είναι «σωστή» ή «λάθος» έχει να κάνει με το από ποια μεριά του φράχτη βρίσκεσαι. Εδώ, ευτυχώς, σε αντίθεση με τις σκηνές στο δικαστήριο, ο Akin το παλεύει το θέμα, όπως και η πρωταγωνίστριά του. Ο άνδρας της σκοτώθηκε, το παιδί της σκοτώθηκε, η δικαιοσύνη την πρόδωσε και οι δολοφόνοι βρίσκονται εκεί έξω (στην Ελλάδα συγκεκριμένα!!!), να κρύβονται (γνωστά θρασύδειλα), μέχρις ότου αποφασίσουν να προχωρήσουν σε κάποια άλλη πράξη βίας, για την οποία υπάρχουν πολλές πιθανότητες να μείνουν για άλλη μια φορά ατιμώρητοι. Οπότε, τι κάνεις; Πώς πολεμάς τον φασισμό;

Αν βάλει απλά τα εκρηκτικά και σκοτώσει τους ενόχους, όπως σχεδιάζει αρχικά η Kruger, θα εξισωθεί με αυτούς στα βλέμματα κάποιων θεατών – όχι όλων, αλλά λέμε. Δεν μπορεί όμως και να τους αφήσει και ατιμώρητους. Οπότε... Συγκλονιστική ταινία, που σε στιγμές θυσιάζει τη λεπτότητα υπέρ του μηνύματος. Αυτό.

(η ταινία προβάλλεται την Κυριακή 5 Νοεμβρίου στις 22.30 στην αίθουσα Ολύμπιον και σε επανάληψη το Σάββατο 11 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης – έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Rosebud.21 χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Infinity Baby TIFF 2016

Έχουμε λίγο απελπιστεί με το θέμα «ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος». Ευτυχώς, η πρώτη ταινία του συγκεκριμένου... είδους που είδαμε φέτος στο φεστιβάλ δεν ήταν σίγουρα κακή. Μιλάμε για το «Infinity Baby» του Bob Byington. Μια ταινία, που έχει από πίσω της την Faliro House του Χρήστου Κωνσταντακόπουλου. Μια ταινία, που προβλήθηκε στο φεστιβάλ μας στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Μια... ασπρόμαυρη ταινία!

Η υπόθεση: Στο κοντινό μέλλον, μια εταιρία που πειραματίζεται με βλαστοκύτταρα «κατασκευάζει» μέσω μετάλλαξης και εντελώς κατά λάθος, χίλια περίπου μωρά, τα οποία δεν μεγαλώνουν ποτέ! Είναι τα «Αιώνια Μωρά», όπως χαρακτηρίζονται – και αυτό είναι και το όνομα που παίρνει η εταιρία. Πρόεδρος και διευθύνοντας σύμβουλος της εταιρίας είναι ο γεμάτος έπαρση Νίο, στην εταιρία δουλεύει ως «γενικών καθηκόντων», ο ανιψιός του Νίο, ο Μπεν και οι Μάλκολμ και Λάρι είναι δύο υπάλληλοι που λειτουργούν κάπως ως... πελαργοί, καθώς παραδίδουν τα μωρά σε αυτούς που ενδιαφέροντα να τα μεγαλώσουν! Με το αζημίωτο! Τα πλεονεκτήματα των συγκεκριμένων μωρών είναι πως δεν μεγαλώνουν ποτέ, πως τρώνε ελάχιστα, πως η πάνα τους χρειάζεται αλλαγή μόνο μία φορά την εβδομάδα και πως αυτό που κάνουν – κυρίως – είναι να κοιμούνται. Και ο Μπεν, όμως, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αιώνιο μωρό, καθώς δεν δείχνει ικανός να ωριμάσει σε ότι αφορά στις σχέσεις του με τις γυναίκες...

Η άποψή μας: Εδώ, κάτι καλό συμβαίνει. Εδώ, βλέπεις μια ταινία στην οποία και δεν βαριέσαι και όντως υπάρχουν στιγμές όπου πραγματικά γελάς! Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή με ότι συμβαίνει συνήθως σε ταινίες του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου. Η κωμωδία είναι πεντακάθαρη και το καλό είναι πως η ταινία διαχειρίζεται και διαπραγματεύεται πραγματικά δεκάδες σοβαρότατα πράγματα, τα οποία συμπυκνώνει σε μια διάρκεια μόλις 71 λεπτών, οπότε και δεν πλατειάζει και δεν ξεχειλώνει και παραδόξως αναλύει αρκούντως – τουλάχιστον τα περισσότερα από αυτά. Πχ, αυτή καθαυτή η ιδέα των «Αιώνιων Μωρών»! Μωρά που αυτός που θα τα «αγοράσει» και θα τα φροντίζει, ουσιαστικά θα έχει τα καλά τους κι όχι τα... κακά τους (μουάχαχαχαχαχα). Γιατί να ανησυχείς για το πως θα μεγαλώσει το παιδί σου, τι ανατροφή θα του προσφέρεις, σε ποιο σχολείο θα πάει κι άλλα τέτοια φοβερά και τρομερά ζητήματα; Παίρνεις ένα αιώνιο μωρό (σημείωση: το μωρό που χρησιμοποίησαν για τα σχετικά πλάνα οι άτιμοι οι δημιουργοί είναι πραγματικά γλυκύτατο!) και ξεμπερδεύεις!

Εδώ, μπαίνει και μπλέκει όμορφα η ιστορία με τον Μπεν, τον οποίο υποδύεται σούπερ, ο Kieran Culkin. Ο Μπεν είναι μεν ενήλικας αλλά είναι ουσιαστικά ένα αρσενικό κλισέ, ένα... παιδί που δεν λέει να μεγαλώσει και να ωριμάσει. Του αρέσουν οι γυναίκες αλλά μόλις προχωρήσει λίγο μέσα στον χρόνο μια σχέση κι αρχίζει να τίθεται ζήτημα γάμου και τεκνοποιίας, ο Μπεν «κλωτσάει». Και χρησιμοποιεί έναν πονηρό τρόπο για να απαλλάσσεται από τις σχέσεις του: συστήνει τις κοπέλες του στη «μητέρα» του. Το περισσότερο πάντως γέλιο βγάζουν οι δύο υπάλληλοι που παραδίδουν τα μωρά: ο ηλίθιος και ο πανηλίθιος! Οι Kevin Corrigan και Martin Starr βγάζουν πάρα πολύ γέλιο με τη συμπεριφορά τους και τις ατάκες τους. Ο δεύτερος... τυφλώνεται από τα κακάκια ενός από τα μωρά. Μην αγχώνεστε: δεν έχουμε εδώ το χιούμορ ταινίας όπως το «American Pie». Χιούμορ δηλαδή για πιτσιρικάδες, που προκύπτει συχνά πυκνά με σχόλια για τις σωματικές εκκρίσεις και απεκκρίσεις. Όχι. Εδώ το γέλιο είναι αποτέλεσμα εγκεφαλικής διαδικασίας. Και πάλι δεν καπελώνει την ταινία. Πχ, ο μουσάτος «ηλίθιος» μετατρέπεται σε πρώτης τάξεως πατέρα στο φινάλε της ταινίας, καθώς το σενάριο γίνεται πολύ τρυφερό. Κι έχει πολύ ενδιαφέρον αυτό που λέει, ντεμέκ απευθυνόμενος στην κόρη του, αλλά εντέλει είναι ένα σχόλιο που κάνει ο σκηνοθέτης για τούτη την ταινία αλλά και για όλη του τη φιλμογραφία. Το ενδιαφέρον λοιπόν στις ταινίες είναι να βλέπεις εκείνες όπου οι ήρωες αλλάζουν από την αρχή στο τέλος. Τους συμβαίνουν πράγματα που τους διαφοροποιούν, τους βελτιώνουν, τους ωριμάζουν. Μπορεί να μην ισχύει στην περίπτωση των περισσότερων ηρώων στη συγκεκριμένη ταινία, σίγουρα όμως ισχύει για τον μουσάτο φίλο μας.

Καλά περάσαμε η αλήθεια είναι!

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Columbus TIFF 2017

Κλείνουμε τη σημερινή μας ανταπόκριση με άλλη μια αμερικάνικη ανεξάρτητη ταινία – ήταν να μην πάρουμε... φόρα! Το «Κολόμπους» (Columbus) αποτελεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Νοτιοκορεάτη καλλιτέχνη που είναι γνωστός με ένα μόνο όνομα: Kogonada. Έχει συμπεριληφθεί από το περιοδικό Filmmaker στην περίφημη λίστα με τα 25 πρόσωπα του ανεξάρτητου κινηματογράφου για τα έργα και τις κριτικές που του ανατέθηκαν από την Criterion Collection και το περιοδικό Sight & Sound. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Σάντανς.

Η υπόθεση: Ο Τζιν είναι ένας κορεατικής καταγωγής νεαρός άνδρας. Δεν έχει και πολύ καλές σχέσεις με τον διάσημο αρχιτέκτονα πατέρα του. Όταν όμως ο τελευταίος παθαίνει εγκεφαλικό λίγο πριν ξεκινήσει μια ομιλία του, ο Τζιν καταφθάνει στο Κολόμπους της Ιντιάνα, καθώς τον ενημερώνει σχετικά μια από τις πιο ταλαντούχες μαθήτριες του πατέρα του και παλιό φλερτ (;) του Τζιν, η Έλενορ. Το Κολόμπους έχει χαρακτηριστεί ως «η Αθήνα στην κοιλάδα» ή «η Μέκκα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής». Ο Τζιν περιμένει το μοιραίο χωρίς ιδιαίτερη αγωνία, απλώς από υποχρέωση: ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με τον πατέρα του. Η Κέισι είναι μια πιτσιρίκα, γέννημα-θρέμμα του Κολόμπους, που δουλεύει στην κεντρική βιβλιοθήκη της πόλης. Η Κέισι έχει μια πολύ καλή σχέση με τη μητέρα της – καμία σχέση με τη... σχέση που έχει ο Τζιν με τον πατέρα του. Η μητέρα της Κέισι είναι χρήστης meth. Η Κέισι νιώθει ότι πρέπει να μείνει μαζί της, κι ας χαραμίζει τις όποιες προοπτικές να πάει να σπουδάσει και να ξεφύγει, καθώς είναι έξυπνη και εύστροφη. Ο Τζιν και η Κέισι θα συναντηθούν και θα έρθουν κοντά χάρη στην αγάπη τους για τα μοντέρνα κτίρια, την επιθυμία τους για μια άλλη ζωή και την έλξη που αναπτύσσεται ανάμεσά τους...

Η άποψή μας: Τούτη η ταινία είναι πράγματι υπέροχη να τη βλέπεις και να την ακούς. Ο Kogonada έχοντας στόχο να αποτίσει φόρο τιμής στον Yasujiro Ozu και ιδιαίτερα στην ταινία του Ιάπωνα μετρ, το «Tokyo Story», τα καταφέρνει σε αυτό το επίπεδο. Το αποτέλεσμα είναι ένα οπτικοακουστικό ποίημα, που όμως σακατεύεται τόσο πολύ από τους ρυθμούς του, έτσι ώστε να υπάρχουν μπόλικες στιγμές κατά τη διάρκειά του, που παθαίνεις πλάκα μεν με αυτό που βλέπεις, αλλά απλά δεν σε ενδιαφέρει. Ή... βαριέσαι. Τόσο απλά. Το καστ είναι συμπαθέστατο (κι εδώ, όπως στο «Infinity Baby», βασικό ρόλο έχει ένας από την οικογένεια Culkin – εδώ είναι ο συμπαθέστατος Rory), έχουμε υπέροχη πραγματικά φωτογραφία, απίστευτες γωνίες λήψεις και κάδρα (μιας που η ταινία ασχολείται και με την αρχιτεκτονική) τόσο τέλεια στη δομή, στο στήσιμο, στη σύνθεσή τους, που μπορεί κάθε ένα από αυτά να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης!

Τεράστια, μοντέρνα κτίρια, μικροί άνθρωποι που ζουν σε αυτά. Ναι, πολλές φορές το έργο των ανθρώπων είναι πολύ μεγαλύτερο από τους ίδιους τους ανθρώπους, τόσο ώστε να τους εξαφανίζει. Τελικά, η εικαστική πλευρά της ταινίας σε κρατάει ως θεατή μακριά από το δράμα. Παρά το γεγονός ότι η ιστορία ως ιστορία έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Τέκνα ισχυρών προσωπικοτήτων κουβαλάνε πικρία και απογοητεύσεις αλλά διαχειρίζονται διαφορετικά τη σχέση τους με τον γεννήτορα που τους πρόδωσε. Οι κουβέντες του Τζιν με την Κέισι έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, το φλερτ τους είναι εκεί, έτοιμο να φωτίσει την οθόνη, αλλά φευ. Το ενδιαφέρον δράμα λειτουργεί ως ντεκόρ για να στηθούν τα άψογα πλάνα κι όχι το αντίθετο. Θέλω να πω, είναι υπέροχο να βλέπεις τη βροχή έτσι όπως μας την παρουσιάζει ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης αλλά είναι σαν να είπε: «εδώ θα βάλω ένα γαμάτο πλάνο βροχής». Οι προοπτικές υπάρχουν για να δούμε πολύ ενδιαφέροντα πράγματα από τον συγκεκριμένο. Αρκεί να βρει την ισορροπία ανάμεσα στην ουσία και στη συσκευασία. Γιατί στη συγκεκριμένη ταινία η αισθητική δεν είναι το μήνυμα. Και το μήνυμα απλά δεν το λαμβάνουμε ποτέ...

(η ταινία έχει άλλες δύο επαναληπτικές προβολές στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα: τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου στις 23.00 και την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου στις 13.00 – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

3η ανταπόκριση – Σάββατο 4 Νοεμβρίου
Βρε πως περνάει ο καιρός...

Κοιτάξτε τώρα φάση. Βγαίνουμε με την πρόεδρο της κριτικής επιτροπής της FIPRESCI, την Ola από την Πολωνία, to know as better και να κάνουμε σχέδια επί χάρτου για το πως θα δούμε τις ταινίες κι άλλα διαδικαστικά, μετά τύρου και αχλαδίου. Μας λείπει και ο τρίτος της παρέας, ο Thomas από τη Γερμανία. Εν πάση περιπτώσει, περπατάμε στο ιστορικό κέντρο – με μεγάλη μου χαρά κάνω και λίγο τον ξεναγό και τσουπ, να 'σου ο Γεωργίου μέσα σε αμάξι να με χαιρετάει! «Πού είσαι ρε Γιαχού;». Ξέρετε τώρα, σταματάει το αμάξι, σταματάει την κίνηση, γίνεται γενικώς της πόρνης κι εμείς χαιρετιόμαστε σαν από διαφήμιση γνωστής μάρκας μπύρας! Από πότε έχω να δω τον Γεωργίου; Νομίζω από τότε που φύγαμε από το λύκειο, 157 χρόνια πίσω δηλαδή! Ίσως να τον είχα δει και στις Σέρρες κάποια στιγμή. Αλλά πάλι... Κοίτα να δεις. Τυχαίνει να βλέπω γνωστούς στο δρόμο, χαιρετιόμαστε, η Ola εντυπωσιάζεται: «it seems that you know them all». 'Νταξ, κυριλέ! Τελειώνουμε με αυτό. Πάω να δω ταινία στις 18.00, στην ουρά άλλος παλιός συμμαθητής από τις Σέρρες, φοβερός σινεφίλ, δεν αφήνει και συναυλία για συναυλία, ο Βασίλης (ρε, καλά θυμάμαι το όνομα, για μπούρδες λέω;). Τι κάνεις, πού είσαι, τα γνωστά. Μέσα στην αίθουσα πλησιάζει τον Δημοσθένη η Ελένη: «γεια σου Θόδωρε, έχω κρατημένα αποκόμματα από κείμενα που έγραφες στον εξώστη». Κοίτα να δεις ρε φίλε, μπαίνουμε στις ζωές ανθρώπων άμεσα ή έμμεσα! Φοβερό! Κουβαλάμε ευθύνες κύριε. Δεν εκτιθέμεθα μόνον, κάνουμε και μια ιστορική καταγραφή κατά μία έννοια. Και μας διαβάζει κόσμος. Αλλά μήπως δεν περνάει ο χρόνος; Μήπως ο χρόνος είναι ακίνητος και περνάμε εμείς, που έχει γραμμένο σε τοίχο ο Ραϊσης στην ταινία του;

Με τέσσερις ταινίες θα ασχοληθούμε στη σημερινή ανταπόκριση. Δύο που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και τα περνάμε εδώ ως προτάσεις και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Newton TIFF 2017

Η Ινδία δεν είναι μια χώρα της οποίας τις ταινίες έχουμε την ευκαιρία να δούμε συχνά στην Ελλάδα. Έχουν το Bollywood τους κι έχουν και κάποιες ταινίες που ξεχωρίζουν εντός ή εκτός φεστιβάλ, ταινίες που δεν είναι παραγωγής Bollywood. Πχ, τα τελευταία χρόνια έχουμε δει το υπέροχο «Παραδόσεις αγάπης» (The Lunchbox, 2013) και το πολύ δυνατό «Το δικαστήριο» (Court, 2014). Ε, λοιπόν, στη φετινή Berlinale, στο τμήμα του φεστιβάλ που ονομάζεται Forum είδαμε μια ινδική ταινία, την οποία λατρέψαμε! Και το δικό μας φεστιβάλ την προβάλει στο αγαπημένο τμήμα των περισσοτέρων, τους «Ανοιχτούς Ορίζοντες». Τίτλος της ταινίας: «Νιούτον» (Newton). Ρε τους μπαγάσες, μιλάμε για σπουδαίο σινεμά!

Η υπόθεση: Ο Νιούτον είναι ένας νεαρός Ινδός που έχει αρχές. Είναι από τους σπάνιους κρατικούς υπαλλήλους που κάνει τη δουλειά του χωρίς να δέχεται λαδώματα: έχει συνείδηση. Οι γονείς του τον πιέζουν να παντρευτεί, εκείνος όμως αντιδράει. Καθώς κηρύσσονται εκλογές στην πολυπληθή χώρα, τη μεγαλύτερη δημοκρατία του πλανήτη, όπου οι εκλογές κοστίζουν σχεδόν πέντε δισεκατομμύρια δολάρια, ο Νιούτον επιλέγεται (αν και αναπληρωτής αρχικά) να πάει στη ζούγκλα, σε μια απομονωμένη περιοχή, όπου κατοικούν ιθαγενείς Adivasi, για να φέρει εις πέρας την εκλογική διαδικασία. Η περιοχή, όμως, ελέγχεται από μαοϊκούς αντάρτες εδώ και τρεις δεκαετίες! Αντάρτες που στόχος τους είναι να ανατρέψουν την αστική δημοκρατία και να αναλάβουν την εξουσία με τη βία. Έτσι, δίνουν φιρμάνι στους κατοίκους της περιοχής να μην συμμετέχουν στις εκλογές.

Ο Νιούτον όμως είναι πεισματάρης. Πιστεύει πως το μεγαλύτερο μέρος από τους 76 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους της περιοχής θα εμφανιστεί και θα ψηφίσει! Μαζί του είναι άλλοι δύο κρατικοί λειτουργοί και μια πανέμορφη κοπέλα από την περιοχή, αλλά κι ένας λόχος κυβερνητικών στρατιωτών μαζί με τους αξιωματικούς τους. Οι στρατιωτικοί έχουν αναλάβει να μεταφέρουν με ασφάλεια τον Νιούτον και τους συν αυτό μέσα από τη ζούγκλα στο σχολείο που θα λειτουργήσει ως εκλογικό κέντρο. Καθώς η ζέστη γίνεται ολοένα και χειρότερη και τα κουνούπια γίνονται ολοένα και πιο απειλητικά ο Νιούτον αναρωτιέται: θα πάει εντέλει κανείς να ψηφίσει;

Η άποψή μας: Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο σαφέστατα ταλαντούχος 36χρονος Ινδός σκηνοθέτης Amit V Masurkar. Και με μια λέξη είναι αριστούργημα! Και λογικά αυτή θα είναι μία από τις καλύτερες ταινίες που θα δείτε στο εφετινό φεστιβάλ, οπότε φροντίστε απλά να μην τη χάσετε! Ο δημιουργός κατορθώνει κάτι που φαίνεται απλό αλλά ελάχιστοι το πετυχαίνουν: να ξεκινήσει από το μερικό για να μιλήσει για το γενικό. Και λέει σπουδαία πράγματα με μπόλικο χιούμορ, το οποίο πηγάζει όχι μόνο από τους διαλόγους του σεναρίου αλλά και από τις καταστάσεις. Ο Νιούτον (έτσι βαφτίζει τον εαυτό του ο ήρωάς μας σε σχέση με το Nutan, όπως τον είχαν βαφτίσει οι γονείς του – το γιατί κάνει τη συγκεκριμένη αλλαγή, είναι από τις στιγμές της ταινίας που βγάζει πολύ γέλιο) είναι ένας άνθρωπος με αρχές. Με ήθος. Με σαφή γνώση για το πώς οριοθετείται το καλό και πώς το κακό. Που ακολουθεί πιστά το νόμο. Και που είναι άκαμπτος και ισχυρογνώμων!

Ο Νιούτον θα βρεθεί μέσα σε μια πολύ παράξενη κατάσταση. Θα βιώσει πράγματα που δεν μπορούσε καν να φανταστεί. Όπως του λέει και η κοπέλα που βοηθάει στη διαδικασία: «το παράξενο είναι πως ζεις δυο μόλις ώρες μακριά από εδώ και δεν έχεις χαμπάρι για το τι γίνεται εδώ πέρα». Και δεν θα αργήσει να καταλάβει πως συμμετέχει σε ένα φιάσκο, σε ένα θέατρο του παραλόγου! Ουσιαστικά, συμμετέχει σε εκλογές «δημοκρατίας με το ζόρι»! Όταν εντέλει εμφανίζονται ψηφοφόροι για να ψηφίσουν (κουβαλιούνται ουσιαστικά με την απειλή όπλου!) ο Νιούτον καταλαβαίνει πως κανείς από τους ανθρώπους αυτούς δεν ξέρει τα κόμματα που συμμετέχουν στις εκλογές και τους υποψηφίους! Πώς να επιλέξουν λοιπόν; Κουτουρού! «Θα το δούνε σαν παιχνίδι» του λέει ο μπαρουτοκαπνισμένος κανάγιας λοχίας για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ο Νιούτον κάποια στιγμή καταλαβαίνει το μάταιο της όλης κατάστασης. Το όλο γίνεται mediaκο σόου, καθώς εμφανίζεται δημοσιογράφος του BBC (!!!) για να επιβεβαιώσει πως στην Ινδία υπάρχει δημοκρατία! Μουάχαχαχαχα.

Τρομερό φιλμ για όλες τις στρεβλώσεις των δυτικών κοινωνιών και των υπό ανάπτυξη χωρών, όπως η Ινδία, με απίστευτες πλουτοπαραγωγικές πηγές και ακόμα πιο απίστευτη φτώχεια! Το τι ακούγεται στην ταινία: ο διαβητικός βοηθός του Νιούτον λέει κάποια στιγμή: μην τρομάζετε τον κόσμο εδώ – δώστε του τηλεοράσεις, να δουν διαφημίσεις για την Coca Cola και για φαγητά και να δείτε πως θα μπουν στη σειρά. Ένας από τους υποψηφίους για τις εκλογές λέει πως δεν θα ησυχάσει αν δεν δει κάθε νέο της χώρας να έχει στο αριστερό του χέρι ένα λάπτοπ και στο δεξί ένα κινητό! Ο λοχίας που λέγαμε βάζει παιδάκια – ιθαγενείς να τραγουδήσουν: interrogation, λέει στον εμβρόντητο Νιούτον. Ο άλλος από τους υπαλλήλους λέει πως θέλει να... επενδύσει στην περιοχή και ζητάει πληροφορίες από τους φαντάρους. Κι ένας από αυτούς, του απαντάει: πάρε ένα όπλο, πες πως είσαι κομουνιστής και παραδώσου – θα πάρεις καλά λεφτά! Όλα στο βωμό της προπαγάνδας! Ο διαβητικός μαθαίνει αγγλικά βλέποντας ταινίες στο κινητό του, όλες αριστουργήματα της Έβδομης Τέχνης, όπως «Η νύφη του Τσάκι» και ταινίες με ζόμπι ή τζόμπι, όπως τα λέει ο ίδιος! Λέει και τα χαρτιά στον Νιούτον: τον βάζει να διαλέξει τρία χαρτιά. Το ένα αντιπροσωπεύει το παρελθόν, το δεύτερο το παρόν και το τρίτο το μέλλον. Εν πάση περιπτώσει, του ερμηνεύει το παρελθόν και το παρόν, κάτι συμβαίνει όμως και δεν του λέει για το μέλλον. Αφού ολοκληρωθούν οι εκλογές – παρωδία, ανοίγει και το χαρτί για το μέλλον: είναι ένα άσημο (φαινομενικά) πεντάρι! Χμ, λέει ο υπάλληλος, αν ήταν άσσος, βαλές, ντάμα, θα μπορούσα να σου πω ευχάριστα πράγματα, το πεντάρι, όμως, δεν λέει τίποτε. Κι αυτό που ακολουθεί είναι ό,τι πιο επαναστατικό και υπέροχο έχω δει τελευταία σε ταινία. Γιατί η όμορφη κοπέλα δεν αφήνει το σχόλιο να πέσει κάτω. Τι λες, λέει. Το πέντε παραπέμπει σε αυτό – και μας δείχνει την ανοιχτή παλάμη του ενός χεριού της με τα πέντε δάχτυλα. Το οποίο η συντρόφισσα το κάνει γροθιά και το σηκώνει στον αέρα! Ανατριχίλια!

Τρομερή ταινία, έπαθα πλάκα, γέλασα, συγκινήθηκα, μπήκα σε σκέψεις και κόλλησα αισιοδοξία! Σούπερ!

(η ταινία προβάλλεται το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στις 22.30 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης και σε επανάληψη την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 17.15 στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

A Ciambra TIFF 2016

Ο Jonas Carpignano είναι ένας σχετικά νεαρός Ιταλοαμερικάνος σκηνοθέτης. Η πρώτη του ταινία, το «Mediterranea» προβλήθηκε στο φεστιβάλ των Καννών το 2015 στην «Εβδομάδα της Κριτικής». Η δεύτερή του ταινία μεγάλου μήκους ονομάζεται «Η γειτονιά των ανθρώπων» (A Ciambra) και προβλήθηκε και πάλι στις Κάννες, φέτος, στο τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών», όπου και την είδαμε. Και πάλι ο σκηνοθέτης παίρνει αφορμή και έμπνευση από πραγματικούς ανθρώπους. Τον πιτσιρικά πρωταγωνιστή του τον γνώρισε όταν δούλευε για μια άλλη ταινία, και του ζήτησε τσιγάρο στο δρόμο! Το σύνολο σχεδόν των ηθοποιών στην ταινία είναι ερασιτέχνες, κάτι που συνέβαινε και με την πρώτη ταινία του σκηνοθέτη. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Martin Scorsese ζήτησε να βοηθήσει στην προώθηση της ταινίας βάζοντας το όνομά του ανάμεσα σε εκείνα των executive producers. Τελικά, βοήθησε με μερικές συμβουλές, ιδίως σε ότι αφορά το μοντάζ της ταινίας. Δεν το λες και μικρό πράγμα αυτό, έτσι; Η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Ιταλίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ και στο φεστιβάλ μας προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Η Ciambra είναι μια μικρή κοινότητα μη νομάδων Ρομά στην περιοχή Gioia Tauro στην Καλαβρία. Ο πιτσιρίκος Πίο Αμάτο βιάζεται να μεγαλώσει, να γίνει ενήλικας. Στα 14 του χρόνια πίνει αλκοόλ, καπνίζει και είναι από τους λίγους που μπορούν να «ξεγλιστρήσουν» τόσο εύκολα ανάμεσα στις «φυλές» που ζουν στην περιοχή του. Τα πάει καλά τόσο με τους ντόπιους Ιταλούς, όσο και με τους μπόλικους Αφρικανούς μετανάστες της περιοχής και εννοείται με τους Ρομά. Ο Πίο έχει πολλά αδέλφια, εκείνον που θαυμάζει περισσότερο, όμως, είναι ο Κόσιμο, τον οποίο και ακολουθεί παντού! Έτσι, αποκτά τις απαραίτητες εμπειρίες και μαθαίνει τα κόλπα για να μπορέσει να επιβιώσει στους δρόμους της ιδιαίτερης πατρίδας του. Όταν ο Κόσιμο εξαφανίζεται και τα πράγματα αρχίζουν να στραβώνουν, ο Πίο αποφασίζει να δείξει σε όλους πως είναι έτοιμος να πάρει τη θέση του αδελφού του. Σύντομα όμως θα κληθεί να αντιμετωπίσει μια πολύ δύσκολη κατάσταση και να πάρει μια απόφαση που θα αποτελέσει τη γέφυρά του στο να γίνει πραγματικός άνδρας, χάνοντας για πάντα την αθωότητά του...

Η άποψή μας: Είναι ενδιαφέρον αυτό που κάνει ο Carpignano. Πλάθει ιστορίες τις οποίες ακούει από αυθεντικούς τυπάρες, τους οποίους βάζει τελικά να πρωταγωνιστήσουν κιόλας στις ταινίες του! Όχι ακριβώς δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ αλλά με μια αυθεντικότητα όπως μόνο ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να εξασφαλίσει. Ο σκηνοθέτης μας μπάζει σε έναν συγκεκριμένο μικρόκοσμο, με τους δικούς του κανόνες, τους δικούς του κώδικες τιμής, την δική του ιεραρχία. Ο Πίο είναι τσακαλάκι. Είναι ερωτευμένος. Ότι χρήματα βγάζει από μικροκλοπές τα παραδίδει σαν καλός γιος στη μητέρα του, την αρχηγό των πάντων. Καταλαβαίνει τον ρατσισμό που βιώνει η φυλή του, τον βλέπει καθημερινά μπροστά του: από την αστυνομία, από φασίστες, από κωλόπαιδα. Καίνε και ρημάζουν γιατί οι Ρομά είναι αποβράσματα. Λες και η κοινωνία έχει φροντίσει να τους δώσει κάποια δυνατότητα για κάτι παραπάνω, για να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο στον οποίο είναι εγκλωβισμένοι. Μπα. Ο Πίο θαυμάζει τον αδελφό του, ο κολλητός του φίλος όμως είναι ένας Αφρικανός μετανάστης. Και δεν καταλαβαίνει πως μπορούν άνθρωποι της φυλής του, που βιώνουν τον ρατσισμό, να δείχνουν ρατσισμό απέναντι στους Αφρικάνους.

Το φινάλε της προδοσίας είναι πραγματικά συγκλονιστικό. Όπως κι όλες οι σκηνές με τον παππού του και το άλογο. Το σύμβολο της ελευθερίας. Ο παππούς, νέος. Ο παππούς, γέρος. Ο παππούς, νεκρός. Και ο Πίο να μεγαλώνει. Να γίνεται άνδρας. Με τον πιο σκληρό τρόπο που θα μπορούσε να του συμβεί. Με ένα στίγμα που σίγουρα θα τον σημαδεύει για μια ολόκληρη ζωή. Το ωραίο είναι πως ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί συχνά πυκνά μέσα στην ταινία σύγχρονα ποπ τραγούδια, όπως συμβαίνει και με το τραγούδι στο φινάλε. Μια ωραία ταινία, με έναν νεαρό πρωταγωνιστή, που εύκολα θα μπορούσε από μικροαπατεώνας να γίνει σταρ του σινεμά!

(η ταινία προβάλλεται μία και μοναδική φορά το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στις 20.00 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Rudar TIFF 2016

Η Hanna Antonina Wojcik Slak είναι μια σκηνοθέτιδα από την Σλοβενία, που έρχεται στη Θεσσαλονίκη για δεύτερη φορά. Την πρώτη, συμμετείχε με την παρθενική μεγάλου μήκους ταινία της, το «Τυφλός στόχος» (Slepa pega) στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ το 2002 – τιμήθηκε μάλιστα με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την πρωταγωνίστριά της. 15 χρόνια μετά, έρχεται ξανά στην πόλη μας και στο φεστιβάλ μας, αυτήν τη φορά στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια» με την ταινία «Ο ανθρακωρύχος» (Rudar). Είναι μια ταινία που ξεκίνησε την πορεία της και πάλι από τη Θεσσαλονίκη, μέσω της Αγοράς και του Crossroads. Και είναι η επίσημη πρόταση της Σλοβενίας για να διεκδικήσει το ξενόγλωσσο Όσκαρ στην επερχόμενη τελετή απονομής τον προσεχή Φλεβάρη!

Η υπόθεση: 2009, Σλοβενία. Ο Αλίγια είναι ένας Βόσνιος μουσουλμάνος, που ζει και εργάζεται με την οικογένειά του στο πιο βόρειο και το πιο εύπορο από τα πρώην κρατίδια που δομούσαν κάποτε τη Γιουγκοσλαβία. Εγκατέλειψε την Σρεμπένιτζα, τη γενέτειρά του, εδώ και 30 χρόνια και εργάζεται ως ανθρακωρύχος. Όμως, η κρίση επηρεάζει και τη δική του δουλειά. Οι απολύσεις είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Και η εταιρία που διαχειρίζεται τα ορυχεία στα οποία εργάζεται ο Αλίγια είναι έτοιμη να τα πουλήσει. Το αφεντικό του, του αναθέτει επιτακτικά να τσεκάρει μία στοά, που είναι εγκαταλελειμμένη, προκειμένου να προχωρήσει η αγοραπωλησία. Η Αλίγια το κάνει. Θα ανακαλύψει όμως κάτι απίστευτο: η στοά έχει τσιμεντωθεί και σε ένα σημείο της υπάρχουν εκατοντάδες πτώματα εκτελεσμένων μετά το πέρας του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ενημερώνει τη διεύθυνση, αλλά το αφεντικό του θέλει απλά να ξανακλείσει τη στοά για να ξεφορτωθεί το ορυχείο. Ο Αλίγια, όμως, θέλει να δώσει το δικαίωμα σε όλους αυτούς του ανώνυμους νεκρούς, να έχουν την ευκαιρία τουλάχιστον να ταφούν. Σαν φόρος τιμής στην αδελφή του, η οποία δολοφονήθηκε στην Σρεμπένιτσα και της οποίας το πτώμα δεν μπόρεσε ποτέ να βρει. Μόνος του σύμμαχος, ένας γηραιός κάτοικος της περιοχής. Ο Αλίγια συνεχίζει τις ανασκαφές κινδυνεύοντας να χάσει τη δουλειά του...

Η άποψή μας: Κατά μία έννοια, υπάρχει κάτι που ενώνει τον ήρωα τούτης της ταινίας με τον ήρωα από την ταινία «Ο γιος του Σαούλ». Και οι δύο προσπαθούν να θάψουν (έστω) έναν νεκρό ως ηθικό χρέος, ως στάση ζωής, ως τη δική τους απάντηση απέναντι στο θάνατο και ότι τους κατατρώει την ελπίδα. Τούτη η ταινία βασίζεται σε πραγματική ιστορία και, όπως μας εξομολογήθηκε η σκηνοθέτιδα προλογίζοντας την ταινία, είναι μια ιστορία που δίχαζε για πολλά χρόνια την κοινωνία της Σλοβενίας. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η στάση του βασικού ήρωα και η ερμηνεία του ηθοποιού που τον φέρνει στη ζωή επί της μεγάλης οθόνης. Γιατί, κατά τα άλλα, έχει μεν κάτι να πει η ταινία, αλλά το λέει είτε με πολύ προφανή τρόπο είτε αφελώς και υπέρ του δέοντος... νιανιά. Πχ, το αφεντικό του ήρωα σκιαγραφείται εντελώς κλισέ ως ο κακός, που τον έχει ανάγκη η ταινία.

Σκηνές όπως αυτή της διαδήλωσης, στην οποία συμμετέχει ο ανθρακωρύχος μας μαζί με την κόρη του, θαρρείς και μπήκαν για να ακουστούν ατάκες όπως «φταίνε και οι πολιτικοί για το χάλι μας αλλά κι εμείς που δεν προβάλλουμε ποτέ αντίσταση». Δεν υπάρχει κάποια έκπληξη: όλα εμφανίζονται την ώρα που πρέπει και όπως πρέπει. Αλλά να, σκηνή όπως εκείνη όπου ο σιδηροδρομικός σφίγγει περήφανος το χέρι του δαρμένου μας ήρωα, ε, αποτελούν εύκολες σκηνοθετικές και σεναριακές λύσεις. Τέλος πάντων, δεν έχει την καρδιά της σε λάθος σημείο η ταινία, σίγουρα πάντως, με το υλικό που είχε στα χέρια της η ταινία θα μπορούσε να πιάσει πολύ καλύτερες επιδόσεις από αυτές που πιάνει εντέλει!

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στις 20.30 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Tom of Finland TIFF 2016

Πώς το έφερε έτσι η τύχη, η νύχτα έκλεισε με μια ακόμα ταινία που αποτελεί με τη σειρά της την πρόταση της χώρας της για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Το «Tom of Finland» λοιπόν, αποτελεί την πρόταση της Φιλανδίας, παραγκωνίζοντας το «Η άλλη όψη της ελπίδας» του Aki Kaourismaki! Αυτή είναι η 7η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στην Κύπρο (!!!) Φιλανδοαμερικανός Dome Karukoski και αποτελεί μια βιογραφική ταινία μιας παγκόσμιας queer περσόνας – συμβόλου. Η επόμενη ταινία του, το «Tolkien», θα είναι η πρώτη του αγγλόφωνη, επίσης βιογραφική, και θα αναφέρεται στο δημιουργό του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», τον J.R.R. Tolkien...

Η υπόθεση: Ο Touko “Tom” Laaksonen είναι ένας παρασημοφορημένος Φιλανδός στρατιώτης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η συνάντησή του με έναν όμορφο Ρώσο αλεξιπτωτιστή θα αποτελέσει την πρώτη απτή απόδειξη του ότι έλκεται από τους άντρες: είναι ομοφυλόφιλος. Μετά τον πόλεμο θα πάει να ζήσει με την ομοφοβική αδελφή του. Θα εργαστούν στην ίδια διαφημιστική εταιρία, όπου ο Τομ αναλαμβάνει το θέμα illustration. Κάτω από την επιρροή της αδελφής του ο Τομ δεν εκδηλώνεται, έως ότου εκείνη νοικιάζει ένα δωμάτιο στο σπίτι που μένουν, σε έναν χορευτή. Εκείνη ερωτεύεται τον χορευτή, το ίδιο όμως κάνει και ο αδελφός της. Και ο χορευτής διαλέγει τον Τομ. Είναι μια εποχή όπου η ομοφυλοφιλία είναι ποινικά κολάσιμη στη χώρα. Ο Τομ ξεδίνει σχεδιάζοντας ασπρόμαυρα σκίτσα. Είναι τέχνη αυτό που κάνει; Είναι απλώς πορνό φαντασιώσεις; Ή μήπως είναι και τα δύο; Τα σκίτσα του γίνονται ανάρπαστα, δημοσιεύονται στο εξωτερικό και ο Τομ, πλέον γνωστός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Tom of Finland» μετατρέπεται σε μια από τις πιο επιδραστικές, πρώιμες φιγούρες του κινήματος για τα δικαιώματα της LGBT παγκόσμιας κοινότητας.

Η άποψή μας: Λοιπόν, πλησιάζω τα 50, έχω μεγαλώσει, θεωρητικά έχω ωριμάσει, προσπαθώ να είμαι όσο το δυνατόν πιο ανοιχτόμυαλος, να μην εμφορούμαι από στερεότυπα και από αγκυλώσεις, αλλά ταινίες όπως τούτη εδώ με κάνουν να νιώθω άβολα. Ψέματα να πω; Το «Tom of Finland» παραήταν γκέι για τον υπογράφοντα. Πολύς in your face ομοερωτισμός. Καμία σχέση με το «Moonlight», καμία σχέση και με το «Call me by your name». Στην ταινία από τη Φιλανδία θα βαρεθείτε (ή θα γουστάρετε) να βλέπετε άντρες να φιλιούνται, άντρες να χαμουρεύονται, άντρες να φοράνε δερμάτινα, άντρες να φτιάχνονται από σκίτσα ανδρών που φοράνε στενές στολές και διαγράφεται με ευμεγέθη λεπτομέρεια ο... ανδρισμός τους. Εντάξει, χαριτωμένη τη λες τη σκηνή στο μπαρ, όπου γκέι άντρες βρέχουν πέοι με αλκοόλ και κάνουν... cock-tail, τα οποία και καταπίνουν! Αλλά, τι να πω, δεν μπορώ να κρίνω την ταινία αντικειμενικά. Ας το κλείσουμε εδώ και όσοι πιστοί προσέλθετε!

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή το Σάββατο 11 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »