Άλλοθι για Παντρεμένους (Alibi.com) PosterΆλλοθι για Παντρεμένους
του Philippe Lacheau. Με τους Philippe Lacheau, Élodie Fontan, Tarek Boudali, Julien Arruti, Vincent Desagnat, Nathalie Baye, Didier Bourdon, Nawell Madani, Kad Merad, Michèle Laroque, Philippe Duquesne


sahlamaritsa.fr
του zerVo (@moviesltd)

Πολλές φορές δεν έχω καταλάβει αυτό το τρικάκι της παραγωγής κάποιας ταινίας, να αναφέρεται στις περασμένες δημιουργίες των συντελεστών της, υποθέτοντας πως κάτι τέτοιο ενδεχόμενα να λειτουργήσει θετικά στην σκεπτική του κόσμου, ώστε ενδεχόμενα να συρρεύσει για να την τιμήσει με τον οβολό του. Και καλά οι createurs να έχουν προσφέρει κανέναν Τιτανικό ή τίποτα Lord Of The Rings να πάει στην ευχή του Θεού η αναφορά. Όταν μιλάμε για παρελθόν που περιλαμβάνει στο παλμαρέ του το...ορόσημο της φρανσέζικης κομεντί Babysitting, τι περισσότερο θα μπορούσε να περιμένει κανείς από μια επίπεδη και χωρίς εμπνεύσεις φαρσούλα του σωρού. Εχμ, ναι, μάλλον τίποτα παραπάνω. Αναζητώντας άλλοθι λοιπόν...

Άλλοθι για Παντρεμένους (Alibi.com) Wallpaper
Χρυσές δουλειές κάνει το γραφείο παροχής ιδιαίτερων υπηρεσιών με την επονομασία alibi.com, που όπως αποκαλύπτει και η μαρκίζα του, βρίσκει και αποδίδει απίθανες στην σύλληψη τους δικαιολογίες, για να τις χρησιμοποιήσουν όσοι έχουν υποπέσει σε κάποια εξωσυζυγική - και όχι μόνο - κουτσουκέλα. Και οι πελάτες του ιστότοπου που διαρκώς εξελίσσει τις παροχές του, ανήκουν σε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες, από εύπορες κυρίες της αριστοκρατίας που ορέγονται σωματώδη αγοράκια και πλούσιους επιχειρηματίες που και τι δεν θα έδιναν για λίγες ινκόγκνιτο στιγμές, μέχρι ποπ αστέρες που δεν καταφέρνουν να κρύψουν τις ιδιαίτερες ερωτικές τους επιθυμίες, αλλά και παιδάκια που πρέπει κάπως να εξηγήσουν τα σκασιαρχεία τους από το σχολειό.

Τρίβουν τα χέρια τους για όσα έχουν καταφέρει, προσφέροντας κοινωνικό έργο, στην ευρηματική κατασκευή ψεμάτων, ο ιδρυτής Γκρεγκ μαζί με τους δύο παιδιόθεν συνεργάτες του. Μέχρι την στιγμή που στην μονότονη ζωή του εμπνευστή του πλάνου, εισβάλλει σαν σίφουνας η κουκλίνα Φλοράνς, που θα του ξεκαθαρίσει άμεσα πως αν μισεί κάτι θανάσιμα στην συμπεριφορά των ανδρών, είναι το φτηνό παραμύθι και η ανειλικρίνεια. Πως θα καταφέρει λοιπόν ο μετρ της κιβδηλότητας να κρύψει την πραγματική τους ταυτότητα από το κορίτσι που έχει αγγίξει όσο κανένα άλλο την καρδιά του? Ιδιαίτερα από την στιγμή που ο γνωστός τσιλιμπουρδιστής μπαμπάς της, είναι ένας από τους πιο παλιούς χρήστες της υπηρεσίας του?

Στον κόσμο λοιπόν που βασιλεύει αδιαφάνεια και το ψεύδος, εκείνοι που θα πιάσουν την καλή και θα γίνουν εκατομμυριούχοι, είναι όλοι όσοι κατανοήσουν πως το κόλπο είναι να αποδείξουν πως τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται. Ωσότου να μπουν κι εκείνοι σε καλούπια, οπότε ή θα πρέπει να αλλάξουν μονομιάς συλλογιστική και να δείξουν ηθικοί ή να βουτήξουν όπως οι πελάτες τους στα τεχνάσματα για να καλύψουν τις απρέπειες τους. Αυτή ακριβώς είναι και η βάση της κομεντί που υπογράφει ο (και ηθοποιός) Philippe Lacheau, που εσχάτως μοιάζει πολυγραφότατος στον χώρο του ανάλαφρου βαριετέ, πετυχαίνοντας κάποιες αξιόλογες εμπορικές επιτυχίες με τις ταινίες του. Δυστυχώς για εκείνον όμως, όχι και αναλόγως ποιοτικές θα έλεγα...

Όπως συνέβη λοιπόν στα προηγούμενα φιλμς του, όπου κρατούσε όπως κι εδώ τον βασικό πρωταγωνιστικό ρόλο, ο ξανθούλης κομεντιέν, ακολουθεί κι εδώ την ίδια τεχνική, της συρραφής δηλαδή ανεκδοτικών σκετς, προσφέροντας το σύνολο σαν μια ποικιλία γλαφυρή και κεφάτη όπως ο ίδιος πιστεύει. Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική πάντως, αφού ναι μεν μπορεί να υπάρχει άπλετη ενέργεια από όλους τους φορείς για να υλοποιηθεί το διασκεδαστικό πλάνο, το τελικό αποτέλεσμα χωρίς ιδιαίτερη έμπνευση και ουσία, περιορίζεται σε χοντράδες που δεν κάνουν ούτε με την βία το χειλάκι να σκάσει. Προχειροφτιαγμένα στιχάκια, στημένα στο πόδι, ελπίζοντας πως η επόμενη ρουμπρίκα θα προκαλέσει το απαιτούμενο χαχανητό, γαϊτανάκι που τρέχει όμως για μιάμιση περίπου ώρα, με μηδενικά αποτελέσματα.

Ο αρκετά δημοφιλής στην πατρίδα του Γάλλος θα πρέπει να ομολογήσω πως δεν στερείται από ιδέες, που ενδεχόμενα να διαθέτουν, έστω και επιδερμικά, μια κάποια σοσιολογική χροιά, τις χρησιμοποιεί όμως τόσο ανάκατα και άγαρμπα, που το πακέτο δεν λειτουργεί ποτέ γαργαλιστικά. Εξόν και μπορεί κανείς να πιστέψει πως είναι αστείο να αντικρίζει κανείς την ντιβάρα Nathalie Baye, να τσαλακώνει την περσόνα της, κουνώντας ως πιπίνι τους εξηντάρηδες γοφούς της ή τον μπουλούκο Didier Bourdon, να το παίζει κοιλαράς μεσήλιξ εραστής, τρομαρίτσα μου. Συνεπώς καμία κατάσταση, ούτε καν η ρομαντική που αναπτύσσεται μεταξύ του πανταχού παρόντα σε όλους τους τομείς της παραγωγής Lacheau και την τσαχπίνα Elodie Fontan (όνομα και πράμα), λειτουργεί ποτέ, οδηγώντας το κωμωδιάκι Alibi.com, ελάχιστες στιγμές μετά την χαλαρότατα αδιάφορη παρακολούθηση του, στην ολοκληρωτική λησμονιά.

Άλλοθι για Παντρεμένους (Alibi.com) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από την Odeon
Περισσότερα... »

Είναι για το καλό σου (Es por tu bien) PosterΕίναι για το καλό σου
του Carlos Therón. Με τους José Coronado, Roberto Álamo, Javier Cámara, Luis Mottola, Luis Callejo, Andrea Ros, Silvia Alonso, Pilar Castro, Georgina Amorós


Μπατζανάκηδες vs Γαμπροί
του zerVo (@moviesltd)

Την προαιώνια αυτή κόντρα ανάμεσα στις άσπονδες συνομοταξίες πεθερών και γαμπρών, αφού την χορτάσαμε σε πάμπολλες αμερικάνικες κομεντί, με πιο αξιομνημόνευτες τις περιπτώσεις των σινέ σίριαλ Father Of The Bride και Meet The Parents, είχαμε την τύχη να την απολαύσουμε σε μια (και κοινωνικού περιεχομένου) σπαρταριστή φραντσέζικη πλάκα όπως το Qu'est-ce qu'on a fait au bon dieu?, εδώ και κάποια καλοκαίρια (συνήθως) την παρακολουθούμε και στην σπανιόλικη γλώσσα, κυρίως μέσα από τις περιπέτειες των Ocho Appelidos, Vascos και Catalanos. Την σκυτάλη στην πολύ μεγάλη επιτυχία των δύο προαναφερόμενων φιλμς, που παρέα ξεπέρασαν εντός των συνόρων τα 100 εκατομμύρια σε εισπράξεις, παίρνει μια ακόμη ρυθμική και αστεία στιγμή, με τον τίτλο Es Por Tu Bien, που μπορεί συνολικά να μην κατάφερε τους τζίρους τους, το 10ράκι που κατάφερε στα ντόπια box office όμως, διόλου ευκαταφρόνητο μοιάζει...

Είναι για το καλό σου (Es por tu bien) Wallpaper
Δεν γνωρίζονταν από παιδιά, αφού πήρε ο καθένας τους για γυναίκα από μια αδελφή όμως, έχουν γίνει συγγενείς εξ αγχιστείας, οπότε οι συναντήσεις τους σε συχνότητα είναι σχεδόν καθημερινές. Ταιριάζουν βλέπεις και τα χνώτα του στρυφνού εύπορου επιχειρηματία Αρτούρο, του σιγανοπαπαδιά συνταξιούχου Τσους και του έκρυθμου εργολάβου οικοδομών Ιπόλιτο, ειδικά από την στιγμή που έχουν στην συλλογιστική τους, μια βασική κοινή αρχή: Να προσέχουν και να παρακολουθούν σαν τα μάτια τους τις μοναχοκόρες τους, μην τυχόν και τώρα που έφτασαν σε ηλικία της παντρειάς, πάνε και βρουν τίποτα χαραμοφάηδες κι αγαπήσουν. Κι αν είναι δυνατόν, να βρουν και να τους συστήσουν, τους κατά την δική τους άποψη ιδανικότερους γαμπρούς.

Το αυταρχικό τρικ του συμμαχικού τρίο, θα σπάσει μονομιάς από την στιγμή που η θυγατέρα του φανατικά δεξιών και φιλοβασιλικών πεποιθήσεων μπίζνεσμαν, θα διαλύσει ετσιθελικά την γαμήλια τελετή της, για να ακολουθήσει τον εκλεκτό της καρδιάς της, έναν κάργα αριστερό ακτιβιστή, γεγονός που θα ταρακουνήσει τα θεμέλια του συμπεθερικού συνασπισμού. Και τα χτυπήματα για την τρόικα θα είναι αλλεπάλληλα αφού τόσο η κόρη του Πόλι, θα δηλώσει δημόσια πως ο καλός της είναι ένας μποέμ Αρχεντίνος αρτίστας φωτογράφος, ενώ εκείνη του Τσους, μαθήτρια ακόμη, θα νιώσει σκιρτήματα για έναν, εκ πρώτης όψης, περιθωριακό συνομήλικό της.

Οπότε το ανέκδοτο καλά κρατεί εφόσον άπασες οι κορασίδες, δεν κάνουν το χατίρι στους μπαμπάδες τους να διαλέξουν εκείνοι τους αγαπημένους τους, παρά πράττουν το αυτονόητο, γεγονός που αυτόματα θα σημάνει πόλεμο μέχρις εσχάτων. Ή έστω ωσότου οι μελλοντικοί γαμπροί, κουραστούν, βαρεθούν, απελπιστούν από την μανία καταδίωξης των παλιμπαιδιστών πενηντάρηδων (και βάλε) και παραιτηθούν από την θέση του μνηστήρα. Σε αυτή την διαμάχη, οι σύμμαχοι των αρραβωνιάρηδων, εκτός από τα στήθη των νεαρών θηλυκών που δονούνται για εκείνους ή οι θερμές αγκάλες των κοινού αίματος, επίσης κοινής δράσης, μαμάδων, που τους έχουν πάρει με καλό μάτι, θα είναι κυρίως οι κουτές, σε σημείο πλήρους αφέλειας, αντιδράσεις των υπερπροστατευτικών ντάντηδων, που θα προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερες συνθήκες συμπάθειας για το πρόσωπο τους.

Η ρυθμικότατη είναι αλήθεια κωμική δημιουργία του Carlos Theron, δεν αφήνει όμως ούτε μισό κλισέ να περάσει αχρησιμοποίητο από το πεθερικό τρίγωνο της κακιάς ώρας. Παρακολουθήσεις, δολοπλοκίες, σαμποτάζ, στησίματα, διαβολές κι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα μηχανορραφίες, αρκεί τα κοριτσάκια τους να διώξουν από κοντά τους προικοθήρες. Κι όσο το σχέδιο εξελίσσεται, τόσο κοντύτερα έρχονται τα ζευγαράκια. Φυσικά και με τέτοια ακολουθία τετριμμένων ιδεών, είναι κάτι παραπάνω από φυσιολογική η εξέλιξη και το φινάλε, εκεί που οι λύκοι, μπροστά στο ενδεχόμενο κακό μεταβάλλονται σε αρνάκια. Η πορεία όμως του έργου, που έχει το ζουμί, δεν πας παρείχε ούτε κάτι το διαφορετικό, ούτε το ορίτζιναλ στην ανεκδοτική του χροιά.

Οπότε στο μεγαλύτερο ποσοστό, πηγαίνουν χαμένες και οι σταρικές παρουσίες τριών εκ των πλέον αναγνωρισμένων σύγχρονων Ισπανών πρωταγωνιστών, με ξεχωριστή εμπειρία ο καθείς σε όλα τα φιλμικά είδη και με σπουδαίες εμφανίσεις καταχωρημένες στα παλμαρέ τους. Ένεκα της ανισότητας της βαρύτητας του κάθε στόρι, τον περισσότερο χρόνο στο εκράν καταναλώνει ο μπον βιβέρ και μόνιμα καλοντυμένος Jose Coronado (El Cuerpo) κάτι λογικό άλλωστε, αφού το κοριτσάκι του, είναι κι εκείνο που λόγω ηλικίας θα παντρευτεί πρώτο. Στις άλλες δύο ρουμπρίκες, τα πάντα μοιράζονται ανάμεσα στον πανέτοιμο να τα κάνει όλα γης μαδιάμ οικοδόμο Roberto Alamo (La Piel Que Habito) και τον διασημότερο της συντροφιάς Javier Camara (Truman) που όσο δεν πετυχαίνουν να ελέγξουν τις ορμές των βλασταριών τους, μα και την μουρμούρα των κυρών τους, εκνευρίζονται και χάνουν κάθε ελπίδα να δουν το πλάνο τους να αποδίδει.

Εννοείται λοιπόν πως ο χειρότερος εφιάλτης - ε, σιγά πια... - κάθε κοριτσοπατέρα, προσεγγίζεται με χαλαρότητα ώστε να πάρει μπροστά το φαρσικό στοιχείο, κάτι που για μιάμιση ωρίτσα μια χαρά παρέα θα κάνει στον θεατή του, χωρίς αυτό να σημαίνει όμως πως θα το κρατήσει στην μνήμη του και για πάντα.

Είναι για το καλό σου (Es por tu bien) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από την Weird Wave
Περισσότερα... »

Ο γιατρός έχει τρεχάματα (Lasciati andare) PosterΟ γιατρός έχει τρεχάματα
του Francesco Amato. Mε τους Toni Servillo, Verónica Echegui, Luca Marinelli, Valentina Carnelutti, Pietro Sermonti, Paolo Graziosi


Όταν η τρέλα δεν πάει στα βουνά αλλά... για τρέξιμο!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Στο κυνήγι του κρυμμένου θησαυρού

Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του 39χρονου Ιταλού σκηνοθέτη Francesco Amato. Προηγήθηκαν δύο ταινίες που δεν είδαμε ποτέ στη χώρα μας: «Ma che ci faccio qui!» (2006) και «Cosimo e Nicole» (2012). Στην Ιταλία η ταινία βγήκε στις 13 Απριλίου και οι συνολικές της εισπράξεις στη γείτονα χώρα άγγιξαν τα δύο εκατομμύρια δολάρια (πηγή: www.boxofficemojo.com)

Ο γιατρός έχει τρεχάματα (Lasciati andare) Quad Poster
Λογικά, σ' αυτό το σημείο, θα κάναμε μια μικρή αναφορά στον τιτανομέγιστο Toni Servillo, ο οποίος αποδεικνύεται ένας από τους σημαντικότερους Ιταλούς ηθοποιούς, και κατά πως φαίνεται, όχι μόνο δεν τον τρομάζει η κωμωδία, αλλά τα πάει περίφημα σ' αυτήν. Όχι. Θα κάνουμε μια μικρή αναφορά στην συμπρωταγωνίστριά του, την Verónica Echegui, η οποία κατορθώνει και κλέβει τις εντυπώσεις. Η Ισπανίδα ηθοποιός λοιπόν γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου του 1983 (πρόσφατα έκλεισε δηλαδή τα 34 χρόνια της) στη Μαδρίτη. Από μικρή ήθελε να γίνει ηθοποιός, αλλά κλασικά έκανε κι άλλες δουλειές, μεταξύ των οποίων σερβιτόρα και συνοδός σκύλων! Στο σινεμά την έσπρωξε ο γνωστός και μη εξαιρετέος Bigas Luna, που της έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του «Yo soy la Juani» (2006). Ο ίδιος (συχωρεμένος πια) σκηνοθέτης είχε δώσει τον πρώτο κινηματογραφικό της ρόλο και στην Penélope Cruz, χρήζοντάς την πρωταγωνίστρια στο γνωστό και αγαπημένο «Jamon, Jamon» (1992)! Μάλιστα, εκεί έπαιξε για πρώτη φορά με τον Javier Bardem (στην μόλις τρίτη του κινηματογραφική εμφάνιση!), τον οποίο πολλά χρόνια αργότερα παντρεύτηκε! Και είναι πολλοί εκείνοι που συγκρίνουν την Echegui με την Cruz, τόσο εμφανισιακά (η Echegui κατά τη γνώμη μας είναι πολύ πιο όμορφη) όσο και από άποψη ταλέντου (θα δείξει). Γνωρίζοντας άπταιστα αγγλικά, έχει παίξει και σε χολιγουντιανές παραγωγές, όπως το «Μην εμπιστεύεσαι κανέναν» (The Cold Light of Day, 2012) αλλά και σε τηλεοπτικά σίριαλ, όπως το «Fortitude». Σε λίγο καιρό θα τη δούμε ξανά στη μεγάλη οθόνη σε μια παλιότερη ταινία της, το «Σουζάνα με σκοτώνεις» (Me estás matando Susana, 2016), υποδυόμενη τη Σουζάνα του τίτλου, δίπλα στον Gael García Bernal.

Η υπόθεση: Ο Ελία είναι ένας μεσήλικας, τσιγκούνης, Εβραίος ψυχίατρος. Ήταν παντρεμένος αλλά έχει χωρίσει εδώ και λίγο καιρό από τη σύζυγό του Τζιοβάνα - όχι νομικά, πάντως, καθώς τα διαζύγια κοστίζουν! Μένει μόνος σε ένα διαμέρισμα που χρησιμοποιεί και ως ιατρείο για τις συνεδρίες με τους ασθενείς του. Για την ακρίβεια, μισό διαμέρισμα, αφού έχει χωρίσει απλώς το σπίτι που έμενε με τη γυναίκα του στα δύο, καθώς και οι μετακομίσεις κοστίζουν! Αγαπώντας τα γλυκά και γενικά τις λιχουδιές και μη... αγαπώντας οτιδήποτε έχει να κάνει με σωματική άσκηση, παχαίνει και η καρδιά του, του στέλνει προειδοποιητικά καμπανάκια! Ο γιατρός του, του συνιστά γυμναστική. Έτσι, ο Ελία αποφασίζει να πάει σε γυμναστήριο.

Τότε είναι που μπαίνει στη ζωή του η Κλαούντια, μια νεαρή και όμορφη γυμνάστρια στο συγκεκριμένο γυμναστήριο. Η Κλαούντια είναι Ισπανίδα και καθώς έχει κι ένα παιδί, χρειάζεται περισσότερα χρήματα, οπότε προτείνει στον Ελία να γίνει η personal trainer του. Ο ψυχίατρος έχει σπουδαίο πνεύμα μα καθόλου σπουδαίο σώμα και η γυμνάστρια έχει σπουδαίο σώμα μα καθόλου σπουδαίο πνεύμα! Η παρέα των δύο θα τους κάνει καλό, αν και θα μπλέξουν σε ορισμένες πολύ παράξενες περιπέτειες που μεταξύ των άλλων έχουν να κάνουν με θαμμένα κλοπιμαία κι έναν φυλακισμένο αγαπητικό της Κλαούντια, που δεν μπορεί να θυμηθεί πού τα έχει θάψει...

Η άποψή μας: Έχει πολύ μεγάλη διαφορά να βλέπεις σπουδαίους ηθοποιούς να εξευτελίζονται από το να βλέπεις σπουδαίους ηθοποιούς να προσαρμόζονται. Πχ, ο 74χρονος Robert De Niro τα τελευταία χρόνια ξευτιλίζεται. Η τεράστια αυτή ηθοποιάρα έχει καταντήσει να παίζει σε μαλακίες τύπου «Άτακτος παππούς»! Εντάξει, ο Toni Servillo είναι 16 χρόνια μικρότερος από τον De Niro. Ίσως και σε αυτόν όταν μεγαλώσει κι άλλο, να μην του προσφέρονται ζουμεροί ρόλοι παρά μόνο χαζομάρες. Προς το παρόν, όμως, κάνει εξαιρετικές επιλογές.

Ο ηθοποιός – φετίχ του Paolo Sorrentino (έχει πρωταγωνιστήσει στις τέσσερις από τις επτά μεγάλου μήκους ταινίες του σκηνοθέτη, ενώ θα πρωταγωνιστεί και στην όγδοη, το «Loro», που θα έχει να κάνει με τη ζωή του Silvio Berlusconi!!!), έχει δείξει την τεράστια γκάμα του ταλέντου του πολλάκις. Και δεν... χαλιέται να παίξει σε μικρές κωμωδίες όπως τούτη εδώ. Γιατί; Μα γιατί ο άνθρωπος διάβασε ένα καλογραμμένο σενάριο, με έναν καθαρά κωμικό ρόλο, όπου δεν εξευτελίζεται! Είναι απολαυστικός στο ρόλο του σπαγκοραμμένου, που πάνω από όλα βάζει την καλοπέρασή του και εννοείται τον εαυτό του. Όπως πολλοί επαγγελματίες μετά από καιρό, ουσιαστικά δουλεύει στον... αυτόματο πιλότο. Γνωρίζει τη δουλειά του, είναι επαγγελματίας, αλλά όλοι μας κάποια στιγμή βαδίζουμε πάνω σε σταθερές, πάνω στην εμπειρία, και κάνουμε τη δουλειά μας με κλειστά μάτια, επιζητώντας ευκολία απ' ότι ποιότητα. Έτσι πχ και οι κριτικοί κινηματογράφου, γράφουμε πολλές φορές φασόν, ιδίως αν δεν έχουμε έμπνευση, ιδίως αν δεν βοηθάει και η ταινία. Το κείμενο όμως πρέπει να γραφτεί. Και θα γραφτεί όπως και να έχει...

Στην παγιωμένη ζωή του Ελία μπαίνει με φόρα η Κλαούντια. Ένας φρέσκος αέρας θα τον χτυπήσει. Είναι νέα, είναι ωραία, είναι υπέροχη! Ο Ελία θα την φλερτάρει κι ας ξέρει ότι δεν έχει καμία τύχη. Κι όταν σιγά σιγά θα τη γνωρίσει ουσιαστικά, ανάμεσά τους θα αναπτυχθεί μια πολύ δυνατή φιλία. Πολύ ωραία, έξυπνη, ραφιναρισμένη κωμωδία, στα όρια του screwball με μια δόση Γούντι Άλεν, με τον Servillo να τα πηγαίνει για άλλη μια φορά περίφημα και με την Echegui να κερδίζει τους θεατές με τη μελαχρινή ομορφιά της, το γυμνασμένο κορμί της και την μπριόζα ερμηνεία της. Βλέπεις την ταινία, περνάς καλά, δεν χαλιέσαι: ότι πρέπει για θερινό σινεμά!

Ο γιατρός έχει τρεχάματα (Lasciati andare) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από την Danaos Films
Περισσότερα... »

Η Μούμια (The Mummy) PosterΗ Μούμια
του Alex Kurtzman. Με τους Tom Cruise, Annabelle Wallis, Sofia Boutella, Jake Johnson, Courtney B. Vance, Marwan Kenzari, Javier Botet, Russell Crowe


Με το αριστερό...
του zerVo (@moviesltd)

Το παρεάκι κινηματογραφικά μοιάζει μονοιασμένο από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, όταν οι πρώτοι φοβιστικοί κομπανιέροι άρχισαν να συνθέτουν την τρομακτική ομήγυρη. Την συντροφιά των Τεράτων, των Monsters της Universal, όπως έχουν μείνει στην κινηματογραφική ιστορία, που χάρη στις έξοχες παραγωγές που στήθηκαν για να τους απεικονίσουν, σε ημέρες δύσκολες και με τις τεχνικές συνθήκες να μην είναι οι ιδανικότερες, έχει αναχθεί σε πραγματικό θρύλο. Ο Λυκάνθρωπος, ο Δράκουλας, η Μούμια, ο Φρανκενστάιν, ο Αόρατος Άνθρωπος, το Φάντασμα της Όπερας, ανατριχιαστικές μορφές, που σε συνδυασμό με τους ακόμη πιο horror ηθοποιούς που τις ερμήνευσαν, σαν τον Lon Chaney, τον Boris Karloff, τον Bela Lugosi, δημιούργησαν το κατάλληλο θρίλερ κλίμα για να εξελιχθούν σε θρύλους του είδους.

Και από την μεριά της η Universal αντιλαμβανόμενη το χρυσάφι που έχει στα χέρια της, μετά το κλείσιμο του πρώτου θεματικού κύκλου - κάπου στα τέλη των 50s - δεν δίστασε να προβεί σε εξίσου πετυχημένες εμπορικά επαναλήψεις, διατηρώντας την ανάμνηση των θηρίων της ζωντανή, στις νεότερες γενιές. Μέχρι που στις μέρες μας πάρθηκε η (όχι και δύσκολη) απόφαση για το καινούργιο κύμα, για την μεγάλη επιστροφή των αξεπέραστων φιγούρων τρόμου, ώστε κάτω από την μαρκίζα Dark Universe, όλοι αυτοί οι αγαπημένοι ήρωες, να αποκτήσουν την καινούργια, εκμοντερνισμένη τους εκδοχή. Χορό που μέσα στα 2017 σέρνει το μπροστάρικο The Mummy, με τις δάφνες ακόμη νωπές από το θριαμβευτικό πέρασμα της ομώνυμης τριλογίας που σάρωσε τα πάντα κατά την πρώτη δεκαετία του millenium. Ατυχώς για όλους, το αρχικό βήμα του νέου κύκλου, ήταν το αριστερό...

Η Μούμια (The Mummy) Wallpaper
Αρχαία Αίγυπτος. Απογοητευμένη από την τροπή που έχει πάρει η διαδικασία της διαδοχής του θρόνου των Φαραώ, καθώς ο μονάρχης πατέρας της Μενέπτρε θα αποκτήσει τον γιο που πάντα επιθυμούσε, η πανέμορφη πριγκίπισσα Αχμανέτ, θα αποφασίσει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της, επιχειρώντας το δικό της βίαιο πραξικόπημα. Με την αρωγή του ανήθικου θεού Σετ, που της παρείχε υπερφυσικές δυνάμεις και αφού εξοντώσει το ένα μετά το άλλο τα μέλη της βασιλικής οικογένειας, η Αχμανέτ θα φτάσει μόλις μισό βήμα πριν την επίτευξη του σκοπού της, η παρέμβαση των Αρχιερέων, όμως, θα αποτρέψει το βίαιο εγχείρημα. Η τιμωρία που θα την επιβληθεί από το έκτακτο συμβούλιο θα είναι παραδειγματική: Θα θαφτεί ζωντανή βαθιά μέσα στην γη μέσα στην σαρκοφάγο, προκειμένου το μοχθηρό της πνεύμα να μην εμφανιστεί ποτέ ξανά στον κόσμο, για να τον απειλήσει.

Ιράκ, σήμερα. Έχοντας, μόλις, καταφέρει διμοιρία Αμερικάνων πεζοναυτών να εξουδετερώσουν ομάδα τζιχαντιστών με ανίερους σκοπούς καταστροφής αμύθητης αξίας αρχαιοτήτων, θα επιβάλλουν την τάξη και θα επιχειρήσουν περαιτέρω υπόγεια έρευνα για τον εντοπισμό καινούργιων ευρημάτων. Αποστολή που θα αναλάβει ο τυχοδιώκτης βετεράνος λοκατζής Νικ Μόρτον, με την βοήθεια του στενού του συνεργάτη Κρις Βαλ, που κάτω από την εποπτεία της αρχαιολόγου Τζένι Χάλσευ, θα επιθεωρήσουν τον μυστηριώδη τάφο που κρύβεται κάτω από το έδαφος. Εκεί που προς μεγάλη τους έκπληξη θα αντιληφθούν πως δεν πρόκειται για μνημείο ταφής, αλλά ουσιαστικά για μια καλοστημένη φυλακή, όπου κάποτε αιχμαλωτίστηκε ζωντανή, η σφετερίστρια του Αιγυπτιακού θρόνου, Αχμανέτ. Τάφος που είχε ανακαλυφθεί προ αιώνων από τους Σταυροφόρους στο υπέδαφος της Γκίζα, είχε κλαπεί και μεταφερθεί προσεκτικά στην Μεσοποταμία...

Εννοείται λοιπόν πως το εύρημα θα θεωρηθεί ως ύψιστου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και πως θα κινηθεί σχεδόν ολόκληρη η εκστρατευτική δύναμη των ΗΠΑ για να το μεταφέρει σε ασφαλές έδαφος, χωρίς βεβαίως κανείς να υποπτευθεί κάτι το περίεργο για την ύπαρξη του. Κατά την διάρκεια της μεταφοράς όμως θα συμβεί το μοιραίο, το σε λήθαργο πνεύμα της Αιγύπτιας φόνισσας θα ξυπνήσει, ρίχνοντας άμεσα θανατηφόρες κατάρες σε όσους συμμετέχουν στην διακομιδή, με κορύφωση την πτώση του μεταγωγικού αεροσκάφους στο μέσον της ερήμου, με τραγικό αποτέλεσμα τον θάνατο όλων των επιβαινόντων σε αυτό. Μα όχι, για στάσου, κάποιος όχι απλά έχει βγει σώος από τα συντρίμμια, αλλά και δίχως γρατσουνιά. Ο δυναμικός όσο και ανορθόδοξων μεθόδων χρυσοθήρας Νικ Μόρτον είναι ακόμη ζωντανός, αφού έχει φροντίσει μια υποχθόνια δύναμη να τον διατηρήσει στην ζωή...

Κι έτσι παίρνει μπροστά το ολοκαίνουργο παραμυθάκι της πιο καινούργιας στα χρονικά Μούμιας, πλοκή που ακολουθεί αντίστροφη από την συνηθισμένη πορεία, καθώς ξεκινά από τις απέραντες αμμώδεις εκτάσεις της Μέσης Ανατολής, για να καταλήξει στο σημερινό Λονδίνο, παντελώς διαφορετικά δηλαδή από ότι είχαμε καλομάθει μέχρι τώρα, που τα πάντα είχαν αφετηρία τον πολιτισμό, πριν φτάσουν στις πρωτότυπες τοποθεσίες, όπου είχαν συμβεί τα αρχαία μυστήρια. Οπότε ετούτη την στιγμή σαν φόντο μας δεν έχουμε τις Πυραμίδες, όπως θα περιμέναμε, αλλά τις σκοτεινές κατακόμβες της Λόνδρας, όπου βρίσκεται αλυσοδεμένη η φιδίσια πρινσές, αλλά και καταδιώκεται και ο Μόρτον, μεταξύ άλλων, έχοντας έλθει σε επαφή μαζί της, συνεπώς ως καταραμένος... Άρα είναι ο καλός ή ο κακός του στόρι. Κι εκείνοι που τον κατατρέχουν τι ακριβώς είναι? Και ποιος ο ρόλος της κομπανιέρας επιστήμονος - ερωτικής συντρόφου, friend or enemy? Κομφούζιο!

Παρένθεση. Τις ταινίες The Mummy με τον Brendan Fraser προ αρκετών ετών, τις είχα υποδεχθεί με ενθουσιασμό, εννοείται φθίνουσας πορείας, από την πρώτη έως την τελευταία της τριλογίας. Οι λόγοι αρκετοί και σοβαροί, πέραν του προφανούς εμπορικού τζακ ποτ που κατάφεραν, με κυριότερο, το ότι μετέφεραν ένα κλίμα ενθουσιασμού στο σκοτεινό ορίτζιναλ των Monsters, αναδεικνύοντας το αγαπημένο κινηματογραφικό είδος της διασκεδαστικής περιπέτειας. Εδώ λοιπόν σε εκείνο που ενδεχόμενα θα θυμούνται οι νεότεροι, μπαίνει μια μακρά κατακόκκινη γραμμή, όχι διότι η νέα Μούμια δεν προσπαθεί να προσφέρει (και) χιούμορ, μαζί με τον εκρηκτικό πανζουρλισμό, αλλά γιατί αυτό το προσπαθεί τόσο άγαρμπα και ανορθόδοξα, που νομίζεις πως όλοι ετούτοι οι (μεγαλο)σεναριογράφοι, δεν συνεννοήθηκαν ποτέ πριν βάλουν την τελευταία τους τζίφρα στο σκριπτ. Ούτε λόγος βεβαίως να γίνεται για τα ερωτηματικά που σκάνε από παντού και εξηγήσεις για το ποιος ακριβώς είναι ποιος, δεν αποδίδονται ποτέ. Οπότε ποιος στην ευχή είναι η Μούμια του πανάκριβου - κόστος 125 εκατομμύρια - wanabe μπλοκμπάστερ?

Λυπούμαι που το λέω, πολύ απλά γιατί έχω μεγαλώσει μαζί του και φάουλ στην καριέρα του, δεν είχα εντοπίσει ούτε στις πολύ πρώτες ημέρες της, όταν δεν είχε εξελιχθεί σε μέγα αστέρι, αλλά απάντηση στο καίριο ερώτημα παίρνουμε από την ίδια την όψη του Tom Cruise. Που πλέον έχει φτάσει στα 54 και είναι μαγκιά του που δεν το βάζει κάτω, τρέχοντας ο ίδιος μέσα στα επικίνδυνα σετς, παριστάνοντας τον κασκαντέρ, αλλά αποδεικνύεται πως όταν δεν υπάρχει το αντίστοιχο ενδιαφέρον υπόβαθρο πίσω από τις κωλοτούμπες του, εκείνες μοιάζουν τζούφιες και κενές, άδειες και μάλλον αστείες στην θωριά ενός γεράκου, που επιμένει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του πυρός. Το ατσαλάκωτο πρόσωπο του, μπορεί να παραπέμπει εκ πρώτης ματιάς σε νεανικό, αλλά είναι και ανέκφραστο, σε βαθμό που δεν σου δίνει την εντύπωση πως παίζει σε adventure. Δεν βοηθιέται και από την κατεύθυνση του Alex Kurtzman, που φυσικά δεν κατέχει σκηνοθεσία, οπότε το ενδεχόμενο ατού της παραγωγής, καταλήγει μπούμερανγκ. Φλοπ και μάλιστα με κρότο ισχυρό.

Και να ήταν και το μοναδικό? Τι επανεμφάνιση είναι ετούτη του Crowe? Που είναι εκείνη η τιγκάτη κύρος θωριά που είχαμε καλομάθει όταν μεσουρανούσε. Και με τι αντικείμενο είναι η αλήθεια, του συμμάχου ή του villain? Εκτιμώ πως ούτε οι άνθρωποι της παραγωγής, μπορούν να δώσουν απάντηση με σαφήνεια. Με την θηλυκή παρουσία στο πλευρό του Μάβερικ να κρίνεται άχρωμη και ουδέτερη (μια κάποια Annabelle Wallis, σαν τρομοκρατημένη που παίζει δίπλα στον κατά 20 χρόνια μεγαλύτερο της σούπερσταρ) και απέναντι του να μοιάζει σαν ανεκμετάλλευτη (η κορμάρα Sofia Boutella θυσιάζεται στον βωμό της εξάλειψης της κακίστρως) τα εναπομείναντα μαξιλαράκια δεν βοηθούν κι αυτά, οπότε το πρότζεκτ στο σύνολο του καταρρέει. Γεγονός που με βρήκε απροετοίμαστο, ενόψει των υψηλών προσδοκιών μου. Άρα και η απογοήτευση για το bad start ενός πολυδιαφημισμένου σχεδίου, λογικά είναι μεγαλύτερη...

Η Μούμια (The Mummy) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από την UIP
Περισσότερα... »

Ξα μου PosterΞα μου
της Κλειως Φανουρακη. Mε τους Γιώργο Χωραφά, Λευτέρη Ελευθερίου, Σοφία Χιλλ, Άννα Φόνσου, Ζωή Χωραφά, Τατιάνα Καλάντζη, Νίκο Μπουσδούκο, Αλέξανδρο Μυλωνά, Μάνο Πετράκη


Κάτι κάνουν καλά εκεί στην Κρήτη
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Όταν η κρίση σε στριμώχνει, μπορείς να ξεφύγεις;

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Κλειώς Φανουράκη. Μια ταινία που γυρίστηκε εξολοκλήρου στην Κρήτη και κάθε της πλάνο κουβαλάει το πνεύμα και το… οινόπνευμα της Μεγαλονήσου. Μια ταινία με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Χωραφά, τον μοναδικό Έλληνα σταρ στο παγκόσμιο σινεμά! Κι όμως καμία ελληνική εταιρία διανομής δεν… καταδέχτηκε να πάρει τούτη την καθ’ όλα εμπορική ταινία υπό τη σκέπη της και να την υποστηρίξει. Γάλλοι, Ισπανοί και Ιταλοί προηγούνται ως προϊόν για τα θερινά σινεμά. Οπότε το “Ξα μου” βγαίνει ως ανεξάρτητη διανομή. Ευτυχώς η Φανουρακη είχε το απαιτούμενο πάθος και το κουράγιο ώστε η απολύτως ταιριαστή για τα θερινά ταινία της να παρουσιαστεί σε αρκετές οθόνες.

Ξα μου Quad Poster
Η πρώτη προβολή της ταινίας έγινε στο πλαίσιο του 57ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, στο τμήμα “Ελληνικός Κινηματογράφος” και μάλιστα στις Πρώτες Προβολές (μεγάλη η συζήτηση για τη θέση και την προβολή του ελληνικού σινεμά στο φεστιβάλ - ελπίζω φέτος ο Ορέστης Ανδρεαδάκης να έχει πιο τολμηρές ιδέες σχετικά). Έγινε προβολή της και στο 27ο Palm Springs International Film Festival, και στο 11ο Los Angeles Greek Film Festival, και πλέον η ταινία βρίσκεται εκεί έξω για να τη συναντήσετε.

Η υπόθεση: Ο Τζώνυ είναι ένας 50something άνδρας. Διπλοπαντρεμένος, με μια κόρη από τον πρώτο του γάμο στη Γαλλία και δύο γιους από τον δεύτερο γάμο του στην Κρήτη, όπου διαμένει, βιώνει τα... καλά της οικονομικής κρίσης. Η τακτοποιημένη ζωή του, λοιπόν, ανατρέπεται όταν απολύεται από διευθυντής ενός ξενοδοχείου του νησιού. Είναι μεγάλης ηλικίας για να βρει κάτι στον τομέα του ενώ και οι μισθοί που του προσφέρονται για δουλειές ανάλογες με εκείνη που έκανε, είναι της πλάκας. Αρχικά, κλείνεται στη μιζέρια του και περνάει τις μέρες του ξεδίνοντας στον ηλεκτρονικό τζόγο. Φτιάχνει τη... σπηλιά του. Όμως, η συνάντησή του με έναν ψαρά, η τριβή του με έναν γνωστό του ιδιοκτήτη αμπελώνων και η γνωριμία του με έναν εκτροφέα αιγοπροβάτων, ανθρώπων της γης, της θάλασσας και του μόχθου δηλαδή, θα τον κάνουν να αναθεωρήσει όλα όσα θεωρούσε δεδομένα, όλα όσα νόμιζε πως τον κάνουν ευτυχισμένο...

Η άποψή μας: Έχουμε επανειλημμένα εκφράσει την άποψή μας για το τι ταινίες θα έπρεπε ενδεχομένως να παράγει το ελληνικό σινεμά. Από τη μια οι καλλιτεχνικές με φεστιβαλικές προοπτικές παγκοσμίως, από την άλλη οι ακραιφνώς εμπορικές, οι μαζικής θέασης (όπως ήταν κάποτε οι ταινίες του Δαλιανίδη) και ενδιαμέσως ταινίες που πατάνε και στις δύο βάρκες: έχουν καλλιτεχνικό DNA χωρίς να αρνούνται τις εμπορικές τους βλέψεις. Δυστυχώς, δεν παράγουμε αρκετές ταινίες από τη δεύτερη και κυρίως από την τρίτη κατηγορία. Τούτη εδώ, όμως, είναι μία τέτοια. Μια ενδιαφέρουσα ταινία, που λέει αυτά που λέει χωρίς φόβο αλλά με πάθος. Διαθέτει ένα καλογραμμένο σενάριο, δεν ξεπουλιέται για λόγους εμπορικότητας, έχει όμως στραμμένο το βλέμμα της και στο μεγάλο κοινό. Έχει έναν εξαιρετικό και γοητευτικό σταρ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, ο οποίος είναι άψογος ερμηνευτικά. Και ναι, πείτε με τρελό αλλά δεν μοιάζει σε διάφορα πλάνα σε αυτήν την ταινία ο Γιώργος Χωραφάς με έναν μελαχρινό Robert Redford; Ο οπαδός των look-a-like, Μάριος Ασλαμάς, θα αποθέωνε αυτήν μου την επισήμανση.

Μια χαρά περιγράφει την οικονομική κρίση η ταινία χωρίς να προβαίνει σε ψεύτικες καταγγελίες και σε όψιμους αντικαπιταλιστικούς αφορισμούς. Κυρίως, όμως, εξυμνεί την κρητική γη, τις θάλασσες της μεγαλονήσου και φυσικά τους ανθρώπους της. Στρωτή αφήγηση, ενδιαφέρον σενάριο, ωραία μουσική (στην οποία μεταξύ των άλλων συμμετέχει και ο Λουδοβίκος των Ανωγείων), πειστικές ερμηνείες (αυτός ο Λευτέρης Ελευθερίου είναι ταλεντάρα ο τύπος και παίζει τον κρητικό κτηνοτρόφο λες και ήταν τέτοιος όλη τη ζωή του! - αλλά και όλοι οι ερασιτέχνες βγάζουν ψυχή βρε παιδί μου) κι ένα όχι πρωτότυπο μα σίγουρα χρήσιμο και θετικό μήνυμα για τη ζωή! Χωρίς να πέφτει στην παγίδα του φολκλόρ, έτσι;Δεν τα λες και λίγα. Θα σας προέτρεπα να δείτε την ταινία αλλά... ξα σας!

Σημείωση: Ξα μου > εξά μου = εξουσία μου. Ερμηνεία: Κάνω αυτό που πιστεύω, παίρνω την ευθύνη, δικό μου θέμα τι θα κάνω, ας το πάνω μου...

Ξα μου Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από ανεξάρτητη διανομή
Περισσότερα... »

Όλα όσα αγαπήσαμε (Mal de pierres) PosterΌλα όσα αγαπήσαμε
της Nicole Garcia. Με τους Marion Cotillard, Louis Garrel, Àlex Brendemühl, Brigitte Roüan, Victoire Du Bois, Aloïse Sauvage, Victor Quilichini


Αχαλίνωτη...
του zerVo (@moviesltd)

Κι όμως, μπορεί στις ημέρες μας, η Γαλλία να φαίνεται στα μάτια της σαφώς πιο συντηρητικής Ευρώπης, πως διαθέτει την πλέον φιλελεύθερων αντιλήψεων κοινωνία, αυτό δεν σημαίνει όμως πως δεν πέρασε κι αυτή στάδια μεταβατικά και δύσκολα, περιόδους που δοκιμάστηκαν σε μεγάλο βαθμό οι αυτοτέλειες των πολιτών της. Ειδικά κάπου εκεί λίγο μετά το πέρας του δεύτερου μεγάλου πολέμου, ίσαμε την έκρηξη του 68, όταν οι αντιλήψεις ακολουθούσαν πιστά τις κονσερβαρισμένες Γκολικές προσταγές, εποχή που μας μεταφέρει το αισθηματικό δράμα Mal De Pierres, που στηρίζεται θεματικά στο ομώνυμο μυθιστόρημα της (Ιταλίδας παρακαλώ) Milena Agus.

Όλα όσα αγαπήσαμε (Mal de pierres) Wallpaper
Μονίμως φορτισμένη ψυχικά και αναζητώντας διαρκώς διέξοδο για να εκφράσει τα πνιγμένα της συναισθήματα, η όμορφη Γκαμπριέλ, δίχως να καταφέρνει να ξεπεράσει τους περιορισμούς της μικρής επαρχιακής κοινωνίας που μεγαλώνει, βρίσκεται σχεδόν ένα βήμα πριν την νευρική κατάρρευση και τον εγκλεισμό της για θεραπεία σε κλινική. Ακολουθώντας την προσταγή της αυστηρών αρχών οικογένειας της και μπροστά στο ενδεχόμενο να μείνει για πάντα στο ράφι, θα αποδεχθεί με παγωμένη καρδιά, να στεφανωθεί τον τίμιο και χαμηλών τόνων εργάτη Χοσέ, έναν ικανό χειρονακτικά εργολάβο, που ο εμφύλιος ξεσπίτωσε από την πατρίδα του της Καταλονία. Χαρίζοντας του συνάμα για αντάλλαγμα και προικιά. ικανά να του δώσουν ώθηση να στήσει την δική του εργολαβική επιχείρηση.

Ο καιρός που θα κυλήσει βασανιστικά, δεν θα καταφέρει να γιατρέψει τις πληγές της αδικημένης γυναίκας, που καλείται να σέβεται, να υπηρετεί και να φροντίζει έναν άντρα που ποτέ της δεν αγάπησε. Κατάσταση που θα γίνει ακόμη πιο δύσκολη, όταν την Γκαμπριέλ θα κτυπήσει μια επίπονη πάθηση στα νεφρά, οδηγώντας την για περαιτέρω θεραπεία σε πανάκριβο σπα των Άλπεων. Εκεί μου την μελαγχολία και την αβάσταχτη θλίψη στην ματιά της, θα απαλύνει η παρουσία του Αντρέ Σοβάζ, ενός γοητευτικού υπολοχαγού, που το μυαλό του διαρκώς παλεύει με τις τραγικές αναμνήσεις από τα πεδία των μαχών της Ινδοκίνας.

Είναι λοιπόν αυτή μεγάλη ευκαιρία που ζητούσε η ζορισμένη γυναίκα για να απελευθερωθεί? Είναι ο δρόμος που της ανοίγεται, το μέσον για να σπάσει τα δεσμά, την φίμωση που οδήγησε το ασυγκράτητο πνεύμα της η συμφεροντολόγα επιλογή της οικογένειας της? Είναι ηθικό και σωστό να κοιτάξει την πάρτη της, αδιαφορώντας πλήρως για το τι θα πει ο περίγυρος κι αν κάτι τέτοιο ρίξει αντίστοιχα στην μελαγχολία, τον σύζυγο που ορκίζεται, αν και κάτι τέτοιο είναι πασιφανές, πως την λατρεύει? Κακά τα ψέματα μια ζωή την έχουμε. Κι η μοίρα δεν δίνει πολλές χάρες αν της γυρίσεις την πλάτη. Ποια ακριβώς ευτυχία σιγοντάρει το ριζικό όμως? Εκείνη που ονειρευόμαστε σαν την ιδανική ή κάποια άλλη, κρυφή ενδεχόμενα, που μπορεί να τριγυρίζει σιμά, αλλά μέσα στην τύφλωση του πάθους, δεν της δίνουμε την παραμικρή σημασία?

Η ταινία της Nicole Garcia, δοσμένη σε αφήγηση παρελθοντική, κατόπιν της ολιγόλεπτης εισαγωγής, όπου Γκαμπριέλ, Χοσέ και ο έφηβος γιος τους ταξιδεύουν στην Λυών για να συμμετάσχει ο τελευταίος σε διαγωνισμό ταλαντούχων πιανιστών, έχει σαν βασικό άξονα αναφοράς της, την ασυγκράτητου πνεύματος κοπέλα, που όχι από γινάτι, αλλά από ανάγκη, μοχθεί να κόψει τις αλυσίδες. Μαζί με εκείνην όμως, περιπλέκονται στο αργού τέμπο, αλλά πανέμορφης κινηματογράφησης στόρι, οι χαρακτήρες των δύο αντρών που συνδυάζονται στην ζωή της, του με τον νόμο Κύρη που νιώθει να την καταδυναστεύει και του με τους δικούς της κανόνες Πρίγκηπα, που έχει γεμίσει το είναι της με ελπίδα και όνειρα. Κάποια φορά όμως λησμονούμε πως τα όνειρα δεν τα βιώνουμε, απλώς στιγμιαία τα απολαμβάνουμε...

Εκπληκτική, όπως πάντοτε η Marion Cottilard, αποδίδει θαυμάσια και με πάθος την ηρωίδα, κατά περιόδους ίσως, δίνοντας της οντότητα τέτοιο βεληνεκούς, όσου δεν της αποδίδει η ίδια η μυθοπλασία. Τραγική μορφή, σχεδόν παρανοϊκή, αλαφροίσκιωτη και φαντασμένη σε βαθμό που δικαιολογεί την αρνητική γνώμη της γειτονιάς για εκείνη, φοβισμένη όμως και εύθραυστη, στοιχεία που δημιουργούν οι συνθήκες περιορισμού της άποψης, της γνώμης, του θέλω. Που εννοείται τον ομορφονιό εύελπι Garrel θα αποζητήσει για την αγκάλη, τα ερωτικά φιλιά, τα σκιρτήματα, αντί του αγέλαστου, ατημέλητου, πρόσφυγα, εργασιομανή Alex Brendemuhl (ovation, ξανά για τον Σπανιόλο), που όμως εντός του κρύβει τόση αγάπη και ευαισθησία. Αδικία συνολική. Και πιότερο γι αυτόν. Που δεν τον διαλέξαμε, λέει, αλλά μας τον επέβαλλαν...

Όλα όσα αγαπήσαμε (Mal de pierres) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από την Spentzos Films
Περισσότερα... »

Μικρά βήματα (Sage femme) PosterΜικρά βήματα
του Martin Provost. Mε τους Catherine Frot, Catherine Deneuve, Olivier Gourmet, Quentin Dolmaire, Mylène Demongeot


Γεννήσεις και αναγεννήσεις
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Εκ-μαιευοντας αλήθειες

O Martin Provost γεννήθηκε στη γαλλική πόλη Βρεστη το 1959. Αυτή είναι η έκτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί. Το κολοσσιαίο μπαμ πάντως στην καριέρα του το έκανε με την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του “Το χάρισμα της Σεραφίν” (Séraphine, 2008). Η συγκεκριμένη ταινία έκοψε 850 χιλιάδες εισιτήρια στη Γαλλία και είχε εννέα υποψηφιότητες για τα βραβεία Cesar κερδίζοντας τελικά επτά από αυτά, ανάμεσα τους κι εκείνο καλύτερης ταινίας.

Μικρά βήματα (Sage femme) Quad Poster
Την τελευταία του ταινία την είδαμε στο πλαίσιο του πρόσφατου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου. Κι έχει μια ιδιαιτερότητα τούτη η ταινία: σ’ αυτήν συναντιούνται για πρώτη φορά επί της μεγάλης οθόνης δυο ιερά τέρατα του γαλλικού σινεμά, οι δύο πιο διάσημες Κατερίνες του: η Catherine Deneuve και η Catherine Frot. Να σημειώσουμε πως η συγκεκριμένη ταινία αποτέλεσε τμήμα του επίσημου προγράμματος της προηγούμενης Berlinale, όπου και προβλήθηκε εκτός συναγωνισμου.

Η υπόθεση: Η Κλερ είναι μια μοναχική γυναίκα, που ζει και εργάζεται στο Παρίσι, σε ένα από τα μακρινά από το κέντρο καρτιέ. Είναι επαγγελματίας μαία και είναι μια δουλειά την οποία λατρεύει με πάθος. Το μαιευτήριο στο οποίο εργάζεται, όμως, είναι μη κερδοφόρο και θα κλείσει. Η Κλερ ανησυχεί: δεν θέλει να δουλέψει στις νέου τύπου φαντεζί κλινικές – εργοστάσια παραγωγής μωρών. Ο μοναχογιός της, τον οποίο έχει μεγαλώσει μόνη της, σπουδάζει ιατρική αλλά συνεχίζει να αποτελεί αιτία άγχους, μιας που δεν μπορεί να σταματήσει να στεναχωριέται για το μέλλον του. Και σαν να μην έφταναν ολ' αυτά, ένα τηλέφωνο από την Μπεατρίς, την αναστατώνει ακόμα περισσότερο. Ποια είναι η Μπεατρίς; Μια εκκεντρική γυναίκα, που υπήρξε ερωμένη του πρωταθλητή στην κολύμβηση και συχωρεμένου εδώ και καιρό πατέρα της...

Η άποψή μας: Καμιά φορά είναι αυτές οι ταινίες, οι κανονικές, οι με αρχή, μέση και τέλος, με αυτήν τη σειρά, που χρήζουν της υποστήριξης και της προτίμησής μας. Τι κάνει εδώ ο Provost; Τίποτε το ιδιαίτερο, αν το καλοσκεφτεί κανείς. Το πορτρέτο δυο γυναικών παρουσιάζει. Δυο γυναικών που πρέπει, για λόγους δραματοποίησης, να είναι εντελώς αντίθετες ως χαρακτήρες. Η Κλερ της Catherine Frot είναι μια μεσήλικη γυναίκα, μαραμένη. Συντηρητική, δεν πίνει, δεν καπνίζει, δεν τζογάρει, δεν πάει με άντρες (δεν έχει ερωτική ζωή δηλαδή), προσέχει το φαγητό της, τη σιλουέτα της, τη συμπεριφορά της. Το μόνο πράγμα που της δίνει χαρά είναι το γεγονός ότι βοηθάει γυναίκες να φέρνουν στον κόσμο τα παιδιά τους. Η επανεμφάνιση της Μπεατρίς την ταράζει.

Η Μπεατρίς της Catherine Deneuve λοιπόν είναι το ακριβώς αντίθετο της Κλερ. Έξω καρδιά, τσιγγάνα ψυχή, και πίνει και καπνίζει και τζογάρει και τρώει ό,τι πιο ανθυγιεινό και βεβαίως έχοντας φύγει από τη μέση ηλικία και οδεύοντας προς στην τρίτη, καθόλου δεν μετανιώνει για το γεγονός πως έζησε με πολλούς άντρες. Το γιατί επιλέγει την Κλερ να τη βοηθήσει σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή της ζωής της, μετά από δεκαετίες απουσίας, είναι κάτι που δεν αποκρυσταλλώνει το σενάριο – είναι μια σεναριακή σύμβαση. Από τη στιγμή, όμως, που οι δυο γυναίκες έρχονται κοντά, αλλάζουν η μία την άλλη. Η Κλερ κουβαλάει θυμό και πικρία απέναντι στην Μπεατρίς. Είναι, κατά πως φαίνεται, ό,τι πιο κοντινό είχε σε μητρική φιγούρα, μιας που με τη βιολογική της μητέρα δεν τα πήγαινε ποτέ καλά. Έτσι, νευριάζει μαζί της, της φέρεται απότομα, είναι ένα βάρος που θέλει να το ξεφορτωθεί. Όντας αλτρουίστρια, όμως, δεν μπορεί και να μην τη βοηθήσει καθώς η Μπεατρίς έχει να αντιμετωπίσει κάτι πολύ άσχημο: πάσχει από καρκίνο στον εγκέφαλο και πρέπει να κάνει εγχείρηση – και δεν έχει κανέναν στον κόσμο για να εμπιστευθεί!

Οι δύο σπουδαίες ηθοποιοί παίζουν εξαιρετικά και είναι απολαυστικό να τις βλέπεις μαζί στη μεγάλη οθόνη. Η ταινία βγάζει χιούμορ, συγκίνηση, συναίσθημα από πράγματα μπανάλ, κοινότοπα, πράγματα που έχουμε δει και ξαναδεί. Και τι πειράζει; Ο στόχος επιτυγχάνεται Και σε όλα αυτά να μπαίνει και ο πάντα ευπρόσδεκτος Olivier Gourmet ως ο φορτηγατζής της διπλανής πόρτας, που βοηθάει στο ξεμπλοκάρισμα της Κλερ. Και υπάρχουν σκηνές υπέροχες, με κορυφαία εκείνη του φιλιού που δίνει η Μπεατρίς στον γιο της Κλερ όταν τον βλέπει καθώς οι δυο γυναίκες κοιτούν σλάιντς από τον άντρα που τις καθόρισε, τον πατέρα της Κλερ, ο οποίος είναι ίδιος με τον εγγονό του. Η μουσική του Grégoire Hetzel μαϊκλναϊμανίζει, η ταινία είναι καλογυρισμένη, μια χαρά! Δεν είναι η κλασική γαλλική κομεντί, που κυριαρχεί στα ελληνικά θερινά σινεμά: είναι σαφώς καλύτερη. Και θα την εκτιμήσουν πολύ και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας.

Ναι, το target group δεν είναι η πιτσιρικαρια, αλλά δεν νομίζω ότι δεν θα περάσουν καλά και οι εικοσαρηδες θεατές. Και, ρε παιδιά, όσες φορές και αν το δει κανείς: τι είναι αυτό το θαύμα της γέννησης; Και πόσο σημαντικός ο ρόλος της μαίας; Θα την ξαναβλέπουμε με ευχαρίστηση.

Μικρά βήματα (Sage femme) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2017 από την Seven Films
Περισσότερα... »



Ελληνικό Box Office 8 - 11 Ιουνίου 2017 by OPTOMA


Φιλμ
Διανομή
Wks Αίθουσες
4ήμερο Ελλάδας
Σύνολο Ελλάδας
1
Wonder Woman
Tanweer
1
159
38.618
38.618
2
Pirates of the Caribbean: Dead Men Tell No Tales
Feelgood Ent.
3
87
20.110
255.830
3
Radin!
Rosebud 21
1
31
9.434
9.434
4
Baywatch
UIP
2
46
7.239
31.328
5
The Lost City Of Z
Spentzos Films
1
16
3.627
3.627
6
The Boss Baby
Odeon
10
43
2.995
142.097
7
Tanna
Seven Films
1
5
1.470
1.470
8
Smurfs: The Lost Village
Feelgood Ent.
12
27
1.355
148.077
9
Mes Tresors
Odeon
2
18
1.115
7.957
10
A Quiet Passion
Neo Films
2
6
1.099
5.353


Περισσότερα... »

Η χαμένη πόλη του Z (The lost city of Z) PosterΗ χαμένη πόλη του Z
του James Gray. Με τους Charlie Hunnam, Robert Pattinson, Sienna Miller, Tom Holland, Bobby Smalldridge, Angus Macfadyen, Edward Ashley, Ian McDiarmid, Franco Nero


Για την αποκατάσταση της τιμής
του zerVo (@moviesltd)

Μέσα σε ένα χρονικό εύρος διάρκειας περίπου δύο δεκαετιών, ο φιλόδοξος Πέρσι Φόσετ, πραγματοποίησε επτά εξερευνητικά ταξίδια στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και κάτω από την Ισημερινή ζώνη, αναζητώντας εισερχόμενος στην απάτητη ζούγκλα, σημάδια που θα αποδείκνυαν πως στην δυσπρόσιτη ζώνη, υπήρχε εξελιγμένη ζωή και πριν την έλευση των κονκισταδόρ. Αυτά τα ταξίδια του γεμάτου πάθους Βρετανού, μέχρι την οριστική του εξαφάνιση, καταγράφηκαν σε βιβλίο από τον συγγραφέα David Grann, με τον τίτλο The Lost City Of Z, πόνημα που αποτέλεσε και την βάση για την βιογραφικού χαρακτήρα, ομώνυμη ταινία, που υπογράφει ο σκηνοθέτης των The Yards, We Own The Night, Two Lovers, Blood Ties και The Immigrant, James Gray.

Η χαμένη πόλη του Z (The lost city of Z) Wallpaper
Αρχές του 20ου αιώνα. Αβάσταχτη η κληρονομιά που του άφησε στον νεαρό και ανερχόμενο αξιωματικό του στρατού, Πέρσι Φόσετ, ο απατεώνας, χαρτοπαίκτης και μέθυσος πατέρας του, από την στιγμή που εκείνος αν και συμπεριφερόμενος με το γράμμα της ηθικής, δεν καταφέρνει να γίνει αποδεκτός από τις υψηλές κοινωνικά ομάδες της πατρίδας του, στις βόρειες επαρχίες της Βρετανίας. Ευκαιρία να αποτινάξει από πάνω του την ρετσινιά και να καθαρίσει το μέτωπο του, έστω κι αν χρειαστεί να εγκαταλείψει προσωρινά πίσω του την εγκυμονούσα, όμορφη σύζυγό του, Νίνα, θα του δοθεί από την Βασιλική Γεωγραφική Ένωση, που θα του προτείνει να ηγηθεί αποστολής στα άδυτα του κατάφυτου ποταμού, προκειμένου να ανακαλύψει ευρήματα χαμένου πολιτισμού ή και ακόμη καλύτερα, εκμεταλλεύσιμες πηγές πλούτου.

Έχοντας διαρκώς στο πλευρό του τον πανέτοιμο να θυσιάσει και την ζωή του για χάρη της αποστολής, πρώην μισθοφόρο Χένρυ Κόστιν, αλλά και μια ομάδα ιθαγενών που γνωρίζουν καλά τα απόκρημνα κατατόπια, ο Φόσετ θα προχωρήσει βαθιά στα εδάφη της Αμαζονίας, εντοπίζοντας κάποια, λιγοστά, αντικείμενα, που θα τον πείσουν πως σε αυτά τα παρθένα μέρη, είχε προϋπάρξει ανεπτυγμένη και όχι πρωτόγονη κοινωνία. Έστω και με αυτά τα ελάχιστα εφόδια, ο επαναστατικών αντιλήψεων εξερευνητής, που θα γίνει στην πρώτη του επιστροφή στην πατρίδα, δεκτός με τυμπανοκρουσίες, θα ζητήσει την οικονομική ενίσχυση του κράτους, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το καινούργιο του ταξίδι στην Νότια Αμερική. Απαίτηση που θα τύχει έντονης δυσαρέσκειας και λοιδορίας από τους συντηρητικούς προεστούς, εκτός του εύπορου επιχειρηματία Τζέιμς Μάρει, που όχι απλώς θα τον υποστηρίξει, αλλά θα ζητήσει να τον συνοδεύσει χιλιάδες μίλια μακριά από την Αλβιόνα, σε μια αναζήτηση ακόμη πιο ολοκληρωμένη - όσο και δύσκολη - από την προηγούμενη.

Τις δύο δεκαετίες αναζήτησης της χαμένης πολιτείας του Ζεντ, που κάποιοι ινδιάνοι ιχνηλάτες, ένθερμα υποστήριξαν πως κυριαρχούσε στην συνοριακή ζώνη της Βραζιλίας με την Βολιβία, με ένα μικρό διάλειμμα, σημαντικό για την πορεία της πλοκής, ενόσω βρισκόταν σε εξέλιξη ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, όπου ο Φόσετ βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του πυρός, παρακολουθούμε στην γραμμική αφήγηση του δραματικού αυτού biopic. Που με σωστή μέθοδο κατά την πρώτη του πράξη, καθοδηγεί τον θεατή του να αποτινάξει από τον νου, τις τεχνολογικά άρτιες δυνατότητες του σήμερα, βάζοντας τον στην θέση ενός ταξιδευτή που βαδίζει κυριολεκτικά προς το άγνωστο. Δίχως σοβαρό οπλισμό, δίχως πραγματικούς χάρτες στις αποσκευές, δίχως προστασία από τα βέλη των (φίλων ή εχθρών?) ντόπιων που πέφτουν σαν βροχή, δίχως, τέλος, έστω κι ένα σωσίβιο, για να αντιμετωπιστεί η κατά τόπους ορμή του γιγάντιου ποταμού, που όμοιος του σε έχθρα για τον επισκέπτη του, δεν υπάρχει σε όλο τον κόσμο. Κι όμως, μέσα σε αυτό το γεμάτο αμφιβολίες περιβάλλον, ο γοητευμένος από όσα παρατηρεί γύρω του Φόσετ, δεν θα σκεφτεί στιγμή να εγκαταλείψει, στήνοντας ακόμη πιο οργανωμένες αποστολές, ίσαμε να βρει τον τόπο του χαμένου βασιλείου!

Ο ζήλος, θέλεις, του εξερευνητή, που μεταλλάσσεται διαρκώς σε μανία ματαιοδοξίας, για να επιτύχει τον σκοπό που θα διώξει πάνω από το κεφάλι του την συννεφιά του κακού ονόματος, που του κληροδότησε ο ανήθικος γονιός? Για τον Φόσετ, δεν υπάρχουν εξ όσων φαίνεται στοιχεία ικανά να τον κρατήσουν πίσω, ούτε μετά την ανάπαυλα στις εκστρατείες του, όταν παραλίγο να τυφλωθεί στο πολεμικό μέτωπο. Καμία Κυρά, που αν και τον στηρίζει αφάνταστα, επιθυμεί κι εκείνη όμως δίπλα της τον αγαπημένο της, κανένα νεογέννητο βρέφος, που προσμένει την αγκαλιά του πατρός του, καμία πατρίδα, που παρόλα όσα έχει κάνει γι αυτήν, εκείνη ακόμη τον κοστολογεί σαν τυχοδιώκτη και χρυσοθήρα, δεν είναι ικανά να τον κρατήσουν πίσω στο σπίτι. Δεδομένα η φιγούρα του εξερευνητή, που ηλικιακά τον παρατηρούμε από τα 25 μέχρι τα 45 χρόνια της ζωής του, δεν μοιάζει με εκείνες τις σχιζοειδείς Herzogικές, στον Aguirre και τον Fitzcarraldo, αν και δεν είναι λίγες οι φορές, που ο Gray αποτίει τιμές στον Γερμανό ντιρέκτορα που οδήγησε σε εντελώς άλλα μονοπάτια το συγκεκριμένο φιλμικό είδος.

Βασικός πρωταγωνιστής της περιπέτειας, που κινείται αντιφατικά σε υπερβολικά χαμηλούς τόνους, μέχρι να συμπληρώσει το δύο και πλέον ορών βολτάρισμα της σε τόπους ξένους και ενδεχόμενα θανάσιμους, είναι το ίδιο το φυσικό σκηνικό της Κολομβίας, που φωτογραφημένο υπέροχα από τον Darius Khondji, δημιουργεί όλες εκείνες τις συνθήκες άγνωστου τρόμου, καθώς η κακοφτιαγμένη σχεδία τσουλάει πάνω στα νερά του Αμαζονίου. Ένα με το ντεκόρ γίνεται όμως και ο Charlie Hunnam, ως άνευ ορίων φιλοδοξίας Συνταγματάρχης Πέρσιβαλ, ο Εγγλέζος εκείνος που πιθανότατα ορίζει το επόμενο σούπερ αστέρι της Μεγάλης Βρετανίας, έχοντας αποδείξει ικανότητες και αξίες, σε μια σειρά από φιλμς, από το Pacific Rim και το Crimson Peak, μέχρι και το πιο πρόσφατο, αδικημένο από όλους, εξαιρετικό King Arthur: The Legend Of The Sword. Ο ταλαντούχος αστέρας έχει σιμά του μια πολύ δυνατή ομάδα να τον στηρίζει ερμηνευτικά, αποδίδοντας χαρακτήρες που όμως δεν έχουν αναλυθεί σε μεγάλο εύρος, όπως είναι εκείνος της συζύγου που υποδύεται η Sienna Miller, του δεξιού χεριού οτιδήποτε απίθανο κι αν προκύψει που ερμηνεύει ο αγνώριστα μουσάτος Robert Pattinson ή του παραπονεμένου αν και έτοιμου να ριχτεί κι αυτός στην μάχη γιου, που ενσαρκώνει ο - όπου νάναι Σπάιντερμαν - Tom Holland.

Υπομονετικό στην εξιστόρηση των εκ πρώτης όψης απίστευτων πραγματικών γεγονότων, το (όχι ακριβό ως παραγωγή) φιλμ στηρίζεται πρωτίστως στο πανέμορφα φυσικό εικαστικό του αποτέλεσμα. Αν και επαναλαμβάνεται - λογικά  σε κάποια εν πλω σημεία των τριών αποστολών, εντούτοις διατηρεί σε υψηλό βαθμό ζωντανό το ενδιαφέρον μέχρι του πολλαπλών αναγνώσεων τέλους.

Η χαμένη πόλη του Z (The lost city of Z) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 8 Ιουνίου 2017 από την Spentzos Films
Περισσότερα... »

Με λένε Τζιγκ (Lo chiamavano Jeeg Robot) PosterΜε λένε Τζιγκ
του Gabriele Mainetti. Με τους Claudio Santamaria, Ilenia Pastorelli, Luca Marinelli, Stefano Ambrogi, Maurizio Tesei, Francesco Formichetti, Daniele Trombetti, Joel Sy:


Forza Jeeg!
του zerVo (@moviesltd)

Με τις ταινίες των υπερηρώων, όπως μας τις προσφέρουν αφειδώς το τελευταίο διάστημα, οι βασικές ανταγωνίστριες στο είδος, Marvel και DC Comics, να εμφανίζονται κατά κύματα στα εκράν, σκορπώντας ανεξέλεγκτα εκρηκτικό υπερθέαμα, κάπου είναι η αλήθεια έχει χαθεί στην μετάφραση των εξαιρετικά καλογυρισμένων, μα διαρκών σίκουελ, ριμπούτ, σπιν οφς και εμφύλιων battles, η συνοχή ακόμη και από τους φανατικότερους οπαδούς του genre. Δεν χωρά καμία αμφιβολία πως η τεχνολογική εξέλιξη και οι δυνατότητες των ειδικών οπτικοακουστικών εφέ, έχουν εκτοξεύσει στα ύψη τον δείκτη της παρουσίασης στην μεγάλη οθόνη, των superheroes περιπετειών, ώστε δεδομένα - και δίκαια - να θεωρούνται ως οι σημαντικότερες πηγές εσόδων της φιλμικής βιομηχανίας. Έχει αναρωτηθεί κανείς όμως, πως θα ήταν μια ταινία υπερανθρώπων, αν και εφόσον η παραγωγή δεν είχε ούτε τα πανίσχυρα PC της Weta ξοπίσω της, ούτε τα χρήματα να τρέχουν ποτάμι, με προϋπολογισμούς που αγγίζουν ακόμη και τα 200 εκατομμύρια δολάρια ανά ταινία?

Με λένε Τζιγκ (Lo chiamavano Jeeg Robot) Wallpaper
Στην σημερινή Ρώμη, που μαστίζεται από σωρεία βομβιστικών επιθέσεων, τις οποίες τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αποδίδουν σε λαϊκά εξτρεμιστικά κινήματα, ο Έντσο Τσεκότι, μικροαπατεώνας, λωποδύτης και χαμηλού επιπέδου βαποράκι στην αλυσίδα διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, κυνηγημένος από τις αστυνομικές αρχές, θα βρει κρυψώνα, κάτω από την σιχαμερή επιφάνεια των βρωμερών νερών του Τίβερη που διασχίζει την αιώνια Πόλη. Ένα στιγμιαίο του λάθος, θα τον παγιδεύσει ανάμεσα σε πεταμένα στον πάτο του ποταμού σιδερένια κιβώτια, που δίχως να το γνωρίζει, περιέχουν επικίνδυνες ραδιενεργές ουσίες, στην επαφή των οποίων πολύ σύντομα ο αφελής κακοποιός, θα αρχίσει να εμφανίζει μυστηριώδη και ανεξήγητα συμπτώματα. Που στην αρχή θα είναι απλώς εξανθήματα, μώλωπες και ρίγη. Η συνέχεια όμως, κυριολεκτικά θα τον σοκάρει...

...αφού συνοδεύοντας γνωστό του μαφιόζο σε δοσοληψία ηρωίνης, θα πέσει σε ένοπλη παγίδα και όχι μόνο θα δεχτεί στο σώμα του πυρά, αλλά θα πέσει ζαλισμένος από τον ένατο όροφο ερημικής πολυκατοικίας. Ούτε γάτα ούτε ζημιά όμως. Όχι μόνο θα σηκωθεί από την άσφαλτο αγρατσούνιστος, με τα σημάδια από τις σφαίρες να έχουν εξαφανιστεί από το κορμί του, αλλά θα καταλάβει πως έχει αποκτήσει και θηριώδεις δυνάμεις, σε σημείο που να καταφέρνει να σηκώσει ολομόναχος ένα καλά εντοιχισμένο ΑΤΜ! Τα πανηγύρια για την μετεξέλιξη του, από φουκαρά σε υπεράνθρωπο, ανάμεσα σε χύμα πεντακοσάευρα και πορνοDVD, θα διαλυθούν στην εμφάνιση της κούκλας, πλην αλαφροίσκιωτης κόρης του νεκρού μαφιόζου, που θεωρώντας τον σαν τον σωτήρα της, θα του γίνει στενός κορσές. Οδηγώντας ταυτόχρονα στα χνάρια του, τον παρανοϊκό και υπέρ το δέον φιλόδοξο αρχηγίσκο της τοπικής φράξιας των παρανόμων, Σέρτζιο, που ονειρεύεται κάποια στιγμή να αφανίσει τους κυρίαρχους Ναπολιτάνους και να φορέσει το δαχτυλίδι του πιο σεβαστού σε ολάκερη την Ιταλία, Ντον!

Ποιος είναι λοιπόν ο (αντι) ήρωας μας λοιπόν, ο Έντσο? Ένας κοινός αλήτης, ένας τσοντόβιος κανάγιας, που περιφέρεται ολημερίς στα ρωμαϊκά καντούνια, μπας και βουτήξει από κανέναν κακόμοιρο περαστικό πορτοφόλι, ρολόι, τηλέφωνο, για να βγάλει το ανήθικο μεροκάματο του τρόμου. Μοναχικός, απόμακρος, λιγομίλητος, σχεδόν εχθρικός με όλους, δεν έχει ούτε έναν φίλο, είναι μηδενικά δημοφιλής και αν ποτέ του πάθαινε το παραμικρό μέσα στην τρισάθλια τρώγλη που διαμένει, μάλλον ουδείς θα το έπαιρνε χαμπάρι. Και σε τι εξελίσσεται? Τι είναι ο Τζιγκ, που του δίνει την ταυτότητα του, παρμένος από το Ανίμε, που ολημερίς παρακολουθεί στο φορητό της player, η εμφανώς προβληματική, επαναλαμβάνω αν και κούκλα, Αλέζια? Αρχικά ένας εκμεταλλευτής της υπερδύναμης του, που σταδιακά θα μεταβληθεί σε τιμωρό του εγκλήματος, ενώ τα ανδραγαθήματα του, θα τον καταστήσουν σχεδόν ημίθεο στα μάτια του απλού λαού. Μα είναι δυνατόν ένας κανάγιας να μετατραπεί σε Κάπτεν Ιτάλια?

Σύμφωνα με την ανατρεπτική λογική του πειραγμένου adventure που προσφέρει ο σαραντάχρονος ντιρέκτορας Gabriele Mainetti φυσικά και είναι. Αρκεί να πειραχτούν - ως καταλύτες της διαδικασία εδώ χρησιμοποιούνται τα δηλητηριώδη υγρά - οι χορδές της ευαισθησίας του και οι δυνάμεις θα αποκτηθούν κι εκείνες σταδιακά με τον καιρό. Το δυνατότερο στοιχείο στην αφήγηση του Ρωμάνου είναι η έντεχνα δομημένη ατμόσφαιρα που την περιβάλλει, μια κατάσταση αναρχίας και κοινωνικού τρόμου (δεδομένη στις μέρες μας) που οι μάζες εξαγριωμένες βρίσκονται στους δρόμους, την στιγμή που απειλείται διαρκώς η ασφάλεια και η σωματική τους ακεραιότητα. Ντεκόρ φυσικό και πειραγμένο χρωματικά, που δανείζεται τις φυσικές ομορφιές της Ιταλικής πρωτεύουσας για να αποδώσει σε ακόμη πιο ρεαλιστική μορφή την πλοκή, Εκεί που κυριαρχεί η ανάγκη του ψυχικά διαταραγμένου, σχεδόν ψεκασμένου λαουτζίκου - η αλληγορία της φόρμας της όμορφης Αλέ - να βρει ακόμη και πίσω από την μορφή ενός κουρελή, τον σωτήρα που θα επαναφέρει την τάξη.

Εξαιρετικά καλή δουλειά, πέρα από την χαρισματική κινηματογράφηση έχει γίνει και στο πολυπληθές κάστινγκ, με τον γοητευτικό φοτονοβέλο γαλανομάτη, αλλά για τις ανάγκες του ρόλου, προσομοιασμένο με άστεγο, Claudio Santamaria, να πιάνει την ευκαιρία από τα μαλλιά και να ανταποκρίνεται πλήρως στις απαιτήσει τους δισυπόστατου χαρακτήρα του. Εντυπωσιακά εκφραστική με χαρακτηριστικά προσώπου που κόβουν ανάσες, η Ilenia Pastorelli συνδυάζει κοριτσίστικη αφέλεια και femme fatale διάθεση μαζί, στην απόδοση της βασικής θηλυκής περσόνας, την στιγμή που ο Luca Marinelli ως ο villain του στόρι, αποσπά το περισσότερο χειροκρότημα, μιξάροντας μια εικόνα Τζόκερ, Glam ποπ σταρ και διεμφυλικού περιθωριακού παρέα.

Με συνολικό κόστος που δεν ξεπερνά τα 2 εκατομμύρια ευρώ και με μηδενικό προμοτάρισμα ακόμη και στην ίδια του την πατρίδα, το Lo Ciamavano Jeeg Robot, χάρη στο ιδιόμορφο στυλ του, κατάφερε να αναδειχτεί σαν μια πολύ δυνατή ανεξάρτητη επιτυχία στα Ιταλικά box office. Περίπου πανομοιότυπη συμπεριφορά με το ακριβώς ίδιας αισθητικής και σχεδόν όμοιας θεματικής εξέλιξης, Φραντσέζικο Ares, δηλαδή, με το οποίο άνετα φτιάχνει διδυμάκι φιλμς, όπου κυρίαρχο ρόλο παίζουν η σοσιολογική κατακραυγή για τον εκμηδενισμό της ανθρώπινης υπόστασης από τις ηγεσίες, η θολής κατεύθυνσης επαναστατική θέση των μαζών, αλλά και το αισιόδοξου μοστράρισμα ως από μηχανής Θεού, όχι ενός προνομιούχου μεγαλοαστού, μα ενός εξ ημών των ριγμένων. Που μόνο με την απονομή της δικαιοσύνης, όπως εκείνος ο μεγαλωμένος στην ανέχεια, την αντιλαμβάνεται, θα αποκτήσει ο κόσμος την ισονομία και την ισότητα που του πρέπει...

Με λένε Τζιγκ (Lo chiamavano Jeeg Robot) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 8 Ιουνίου 2017 από την Weird Wave
Περισσότερα... »

Ο αρχιτσιγκούνης (Radin!) PosterΟ αρχιτσιγκούνης
του Fred Cavayé. Με τους Dany Boon, Laurence Arné, Noémie Schmidt, Patrick Ridremont, Christophe Canard, Christophe Favre, Karina Marimon, Stephan Wojtowicz, Pierre Benoist


Είναι κρίμα επομένως νά `σαι ένας σπαγγοραμμένος...
του zerVo (@moviesltd)

Σε ένα από τα πλέον διάσημα θεατρικά έργα του λατρεμένου Φραντσέζου κωμωδιογράφου Μολιέρου, τον Φιλάργυρο (1668) ο κεντρικός πρωταγωνιστής της πλοκής, ο - όνομα και πράμα - Αρπαγκόν, μόνον ένα πράγμα έχει κατά νου, να βλέπει τα λατρεμένα του αργύρια να αβγαταίνουν, τίποτα άλλο. Δεν δίνει δεκάρα τσακιστή - κυριολεκτικά - για τα δυο του παιδιά, δεν τον ενδιαφέρει καν αν έχει εξελιχθεί στον περίγελο της κοινωνίας εξαιτίας της λατρείας του για τους παράδες, το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να δανείζει ένα και να παίρνει πίσω δέκα. Κι όσο διαρκεί αυτό το προσοδοφόρο παιχνίδι εκείνος νιώθει υπέροχα, μονάχα αν του λείψει ένα πενηνταράκι πέφτει σε βαθιά κατάθλιψη. Όπως αρέσει λοιπόν στους μοντέρνους Γάλλους κινηματογραφιστές, να δανείζονται θέματα από την πλούσια γραμματεία τους, έτσι και η περίπτωση του L' Avare, σε γενικές γραμμές, ορίζει την θεματική βάση της κομεντί Radin!, που λίγο - πολύ, έναν τέτοιο φιλοχρήματο τύπο έχει στο επίκεντρό της.

Ο αρχιτσιγκούνης (Radin!) Wallpaper
Σχεδόν δεν έχει ούτε έναν φίλο ο Φρανσουά Γκοτιέ, ζει ολομόναχος στο τεράστιο πατρικό του σπίτι, μετά τον θάνατο της μητέρας του και φροντίζει μετά μανιώδους ακρίβειας, να μην ξοδεύει ούτε σεντ παραπάνω από όσα του χρειάζονται για να ζει, τροπάρι που για χρόνια ακολουθεί, προσφέροντας του την απόλυτη γαλήνη κι ευτυχία. Όσο για το αν έχει πέσει στην χλεύη της γειτονιάς, αποφεύγοντας συστηματικά να προσφέρει τον οβολό του για τις εργασίες βελτίωσης της, αλλά και στην ασταμάτητη κοροϊδία της συμφωνικής ορχήστρας που αποτελεί εξέχον μέλος, ως χαρισματικός βιολονίστας, δεν του καίγεται καρφί! Τα έξοδα του να είναι λιγοστά έως μηδενικά και τα ευρώ του στην μπάνκα να αυξάνονται κι εκείνος νιώθει σαν να βρίσκεται στον παράδεισο. Κι ας μην έχει δεύτερο σακάκι να φορέσει. Κι ας διαλέγει από τα ληγμένα στο σούπερ για να τραφεί. Κι ας βάφει τα ξεσκισμένα σκαρπίνια του με μαρκαδόρο για να καλύψει τις γρατσουνιές τους. Πόσο μπορεί να κρατήσει άραγε ετούτη η φαινομενική ευεξία?

Ε, ίσαμε να τοποθετηθεί στο απέναντι του κάθισμα η όμορφη και χαμηλών τόνων συνάδελφος, ικανότατη οργανοπαίχτρια Βαλερί, που θα κάνει την καρδούλα του τσιφούταρου να σκιρτήσει, σε τέτοιο βαθμό που να την ζητήσει ρομαντική βραδινή έξοδο, σε εστιατόριο! Τεταρταίος πυρετός! Όσο σπαρταράνε από τα γέλια ακόμη και τα βιολιά, γνωρίζοντας τα...κουβαρνταλίκια του, άλλο τόσο εκείνος τρέμει στην ιδέα πως θα του έρθει στο πιατάκι ο λογαριασμός. Κι αυτό δεν είναι το χειρότερο που μπορεί να του συμβεί, εφόσον εντελώς αναπάντεχα μια κρύα νυχτιά, ένα νεαρό κορίτσι, θα του κτυπήσει την πόρτα, λέγοντας του ούτε λίγο, ούτε πολύ, πως είναι ο καρπός μιας ανέμελης ερωτικής νύχτας, που είχε περάσει με συμφοιτήτρια του, πριν από πολλά πολλά χρόνια!

Οπότε ο φουκαράς ο Κύριος Γκοτιέ, που ούτε καν διανοείται να ανοίξει πορτοφόλι για να πληρώσει κάτι περισσότερο από το μετρημένο στον πόντο απαιτητό, τώρα πλέον καλείται και να συντηρήσει μια θυγατέρα, που δεν ξέρει τι θα πει κλειστός διακόπτης στο σπίτι, αλλά και την μεγαλοκοπέλα που λιγουρεύεται, έχοντας γίνει ήδη δυο τρεις φορές ρεντίκολο με τα καμώματα που προκαλούν οι κάβουρες στην τσέπη. Εννοείται βεβαίως πως όλη η πορεία τσιφουτιάς του Μεσιέ Γκοτιέ, φτάνει κάποια στιγμή στην κορύφωση της όπου λες δεν πηγαίνει άλλο, το ένα ψέμα φέρνει το άλλο, όπως και το ευθύτατο κοροιδιλίκι που μοιράζει διαρκώς σε όποιον συναντήσει στο διάβα του και έστω του ζητήσει δυο δραχμές. Και πάντοτε ο Αρσέν Λουπέν, είτε με την βοήθεια της κόρης, είτε με τον άκρατο δενβαριεσισμό που τον διακρίνει, την σκαπουλάρει, την γλυτώνει. Ως πότε όμως...

Δεν πρέπει να υπάρχει ούτε μισό κλισέ από όλα τα ανεκδοτικά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο κτίσιμο μιας περσόνας Σκρουτζ, που να μην το χρησιμοποιεί ο - σαφώς καλύτερος και πιο εμπνευσμένος στο πιο περιπετειώδες είδος ταινιών - Φραντσέζος σκηνοθέτης Fred Cavaye. Λογικό εκτιμώ, από την στιγμή που αποξαρχής δείχνει τις προθέσεις του, να κάνει τον ήρωα του, αντιπαθώς συμπαθή, να τον αγαπήσει δηλαδή η πλατεία, ως ασθενή, που χαλιέται όταν ξοδεύει και όχι ως ακραίο παραδόπιστο, σαν κι εκείνον του Μολιέρου. Και η διαδρομή που ακολουθεί η αφήγηση μέχρι κάποια στιγμή να αποφασίσει ο μοναχικός άντρας να βγάλει από το παντελόνι χρήματα, αλλιώς αντίο οι πάντες πια για εκείνον, είναι μεν ρηχών ιδεών, δίχως όμως να κουράζει, χάρη στο ρυθμικό τέμπο, την έλλειψη κοιλιών αλλά και σε ένα ταιριαστό για την περίπτωση μας σάουντρακ που μοιάζει κάτι παραπάνω από ελκυστικό.

Κακά τα ψέματα όμως, ολόκληρος ο Radin! είναι κομμένος και ραμμένος πάνω στα μέτρα του πρωταγωνιστή του Dany Boon, που για τέτοιες περιπτώσεις αστείων πλην προβληματικών χαρακτήρων, αν φέρουμε κατά νου τους Ch'tis ή τον Supercondriaque, μοιάζει ιδανική επιλογή. Λογικό κι επόμενο είναι η φιγούρα του με τα παλιοκαιρισμένα γυαλάκια και το τριμμένο τζάκετ να μην απουσιάζει από κανένα πλάνο του φιλμ, που εντελώς απροσδόκητα προς το φινάλε αλλάζει ριζικά μορφή, για να γίνει παράταιρα μελοδραματικό, λες και δεν θα μπορούσε με άλλο τρόπο να εγκαταλείψει ο ταλαίπωρος Φρανσουά, το τσιγγούνικο εαυτό του. Και για να φτάνουμε στο τελικό συμπέρασμα, αρκεί να αναρωτηθούμε, θα χαλούσε ή όχι στον γκισέ ένα επταράκι, για να παρακολουθήσει αυτό το κωμωδιάκι, ένας τύπος σαν τον Σκοτσέζικων συνηθειών φίλο μας? Πιθανότατα όχι, αυτό δεν σημαίνει όμως πως για το ανάλαφρο θερινό σινεμαδάκι που προορίζεται το φιλμ, δεν θα επιστρέψει σε κέφι ένα μέρος από τα λεφτά του...

Ο αρχιτσιγκούνης (Radin!) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 8 Ιουνίου 2017 από την Rosebud 21
Περισσότερα... »