Δεν Υπάρχει Κακό (Sheytan vojud nadarad / There Is No Evil) Poster ΠόστερTitane
της Julia Ducournau. Με τους Agathe Rousselle, Vincent Lindon, Garance Marillier, Myriem Akheddiou, Bertrand Bonello, Dominique Frot.


Πώς δενότανε τ' ατσάλι
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει…

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η γεννημένη στις 18 Νοεμβρίου του 1983 στο Παρίσι Julia Ducournau. Η Ducournau αποφοίτησε από τη φημισμένη σχολή La Fémis με πτυχίο σεναρίου και κέντρισε για πρώτη φορά το ενδιαφέρον των ειδικών το 2011 όταν η μικρού μήκους ταινία της, «Junior», επιλέχτηκε στην «Εβδομάδα της Κριτικής» στις Κάννες και κέρδισε το βραβείο κοινού στο φεστιβάλ Premiers Plans. Η πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία ήταν το περίφημο Raw, το οποίο είχε κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα του στο φεστιβάλ των Καννών του 2016, στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής», κερδίζοντας το βραβείο της FIPRESCI για το συγκεκριμένο τμήμα.

Δεν Υπάρχει Κακό (Sheytan vojud nadarad / There Is No Evil) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στις 13 Ιουλίου του 2021 λαμβάνοντας μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, όπου και τιμήθηκε με τον Χρυσό Φοίνικα καλύτερης ταινίας! Έτσι η Ducournau έγινε μόλις η δεύτερη γυναίκα σκηνοθέτρια στην ιστορία του θεσμού, που τιμήθηκε με Χρυσό Φοίνικα, μετά την Jane Campion, η οποία κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα το 1993 (28 χρόνια πριν δηλαδή!!!) για τα «Μαθήματα πιάνου» (The Piano). Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της τελετής απονομής των βραβείων, ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, ο Spike Lee δηλαδή, αποκάλυψε το όνομα της ταινίας νωρίτερα απ' ότι έπρεπε. Στην επίσημη προβολή της είχε εννιάλεπτη standing ovation μετά το πέρας της. Και η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Γαλλίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. 

Σημείωση: Τόσο στην Υπόθεση όσο και στην Άποψή μας για την ταινία, αναφέρουμε στοιχεία της πλοκής που ενδεχομένως από κάποιους να θεωρηθούν σπόιλερ. Οπότε συστήνουμε να διαβάσετε το πλήρες κείμενο για την ταινία, αφού πρώτα την παρακολουθήσετε.

Η υπόθεση: Η Αλεξιά είναι μια καλλίγραμμη 30something κοπέλα, που βγάζει τα προς το ζην ως μοντέλο αυτοκινήτων, από αυτά που πηγαίνουν στις εκθέσεις και λικνίζονται προκλητικά πάνω στα πιο ενδιαφέροντα κομμάτια. Όταν ήταν μικρότερη, είχε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα και μετά από λεπτή χειρουργική εμφάνιση, της είχαν αλλάξει ένα κομμάτι από το κρανίο της με τιτάνιο. Κάποια στιγμή, για κάποιον απροσδιόριστο λόγο ( ; ) καταλαμβάνεται από δολοφονική μανία και σκοτώνει όποιον βρεθεί στο δρόμο της. Κι όταν το... παρακάνει και καταλαβαίνει πως η αστυνομία είναι κοντά στο να τη συλλάβει, αποφασίζει να αλλάξει την εμφάνισή της και να μοιάσει με άντρα. Μάλιστα, φτιάχνει έτσι το πρόσωπο και το κούρεμά της ώστε να μοιάζει με ένα αγόρι, το οποίο έχει εξαφανιστεί εδώ και χρόνια. 

Ο πατέρας εκείνου του αγοριού, ο Βενσάν, είναι ένας πυροσβέστης, πυραγός πιο συγκεκριμένα, επιβλητικός αλλά όχι πλέον στα χρόνια της νιότης του. Ο Βενσάν, βλέποντας την Αλεξιά, δέχεται χωρίς δεύτερη κουβέντα πως αυτή είναι ο χαμένος γιος του! Η σχέση ανάμεσά τους αναπτύσσεται παραδόξως καλά. Η απροσδόκητη εγκυμοσύνη της Αλεξιά, όμως, θα δώσει μια εντελώς άλλη τροπή στις ζωές τους...

Η άποψή μας: Από την αρχή θα το πω: αυτή η ταινία είναι τόσο γεμάτη ιδέες, που πάσχει από overdose... των πάντων! Είναι υπέρ το δέον φιλόδοξη, αγέρωχη και ανεξάρτητη. Θέτει εκατοντάδες ερωτήματα για τα πάντα – ίδιον των καλύτερων ταινιών. Έχει όμως το κουσούρι να μην λογαριάζει και τίποτε και ιδίως τον θεατή. Σε αφήνει μόνο σου, να ξύνεις το κεφάλι σου και να αναρωτιέσαι τι θέλει να πει ο ποιητής. Ψυλλιάζεσαι αλλά δεν μπορείς ποτέ να είσαι σίγουρος. Και κάποια στιγμή, θα τα παρατήσεις. Και θα είναι πάνω από ένας οι λόγοι: το αδιευκρίνιστο εν πολλοίς των προθέσεων, το wtf της σωματικής βίας, το xxl weird του πράγματος. Για πάμε τώρα να τα κάνουμε και λίγο παραπάνω φραγκοδίφραγκα. 

Η ταινία χωρίζεται σε δύο πολύ ξεχωριστά και ευδιάκριτα μέρη. Στο πρώτο βλέπουμε την Αλεξιά να μεγαλώνει και να δολοφονεί, έτσι, χωρίς πρόγραμμα και στο δεύτερο στο κάδρο μπαίνει και ο Βενσάν, οπότε η δυναμική αλλάζει και μπαίνει μέσα και λίγη ψυχή, πέρα από το εγκεφαλικόν του πράγματος – που προκαλεί... εγκεφαλικά! Η πρώτη σκηνή, με το ατύχημα όσο η Αλεξιά είναι παιδί, μου θύμισε κάτι από την... «Προφητεία»: η κοπέλα έχει τη χάρη του Σατανά! Μην γελάτε: το mixed των προθέσεων έρχεται να επιτείνει το γεγονός ότι η «μεταλλική» μουσική που συνέθεσε ο Jim Williams, έχει και χορωδιακά μέρη, όπερ... wtf (ξανά)!!! Σίγουρα υπάρχει μια θεϊκή – σατανική διάσταση στο όλον δράμα. Θα επανέλθουμε. Ή ίσως και όχι... 

Η πρώτη σκηνή στην οποία βλέπουμε την Αλεξιά ενήλικη, να χορεύει προκλητικά πάνω στα αυτοκίνητα, προσωπικά μου έκανε τόσο Brian De Palma από το «Διχασμένο κορμί», που περίμενα κάποια στιγμή η Ducournau να αντιγράψει το «λάθος» του μετρ και να εμφανιστεί μαζί με το συνεργείο σε έναν καθρέφτη – αντανάκλαση της neon πανδαισίας. Και μετά έρχεται η σκηνή του σεξ με το αυτοκίνητο! Omg. Το είχε επιχειρήσει και η Cameron Diaz στον «Συνήγορο» (The Counselor, 2013) του Ridley Scott, αγγίζοντας την γελοιότητα. Εδώ, το φλερτ με το γελοίο έγκειται στο προσωπικό γούστο και στις αντοχές των θεατών. Σε γεμάτη αίθουσα, βλέποντας το αυτοκίνητο να ανεβοκατεβαίνει ρυθμικά, θα πέσει πολύ γέλιο – και δεν θα φταίει μόνον η... ανωριμότητα γι' αυτήν την αντίδραση. 

Εντάξει, και ο Carpenter μας έδειξε έναν α-φύσικο έρωτα ανάμεσα σε ένα αυτοκίνητο, την περίφημη «Christine», και τον ιδιοκτήτη της, αλλά σκηνοθέτησε το διαβολικό αυτό ρομάντζο ωσάν μία παραβολή. Περίπου ό,τι είχε κάνει και η Ducournau στην προηγούμενη ταινία της, όπου μασκαρεμένη πίσω από το κανιβαλιστικό feast της βρισκόταν ολοφάνερα μια παραβολή για την ενηλικίωση. Και είχε τελικά δώσει μια πολύ καλύτερη ταινία από τούτη εδώ. Εδώ, η σκηνοθέτιδα θέλει (λέω εγώ τώρα) να προσλάβουμε την σκηνή ως κάτι ρεαλιστικό. Εδώ, η σκηνοθέτιδα μας δίνει την Ένωση Ανθρώπου και Μηχανής: η Αλεξιά μένει έγκυος!!! Στο σημείο αυτό ήμουν έτοιμος να παρατήσω την ταινία, το ομολογώ. Συνέχισα όμως. Κι ευτυχώς. 

Προφανώς, η σχέση Ανθρώπου – Αυτοκινήτου – Σεξ – Υπαρξιακού Τρόμου, φέρνει στο νου το «Crash» των Cronenberg – Ballard και όλη η προσέγγιση του Σωματικού Τρόμου είναι ντάλε κουάλε δάνειο από τον David. Αλλά η Ducournau κάτι άλλο είχε στο μυαλό της: απλά δεν μας ξεκαθαρίζει (ποτέ όμως) τις προθέσεις της. Προχωράμε. Οι σκηνές των δολοφονιών είναι τόσο ρεαλιστικές, που σε κάνουν να κλείνεις τα μάτια σου, όσο παλαίουρας και ψύχραιμος κι αν είσαι. Και σε κάποιες περιπτώσεις η αναμονή για το κακό που είσαι σίγουρος ότι θα δεις μπροστά στα μάτια σου, σου γαμάει τα σωθικά! Δηλαδή, όλη εκείνη η σκηνή με την Ζιστίν (στο ρόλο η Garance Marillier, η πρωταγωνίστρια του «Raw») με το piercing στη θηλή, μιλάμε σου τσιτώνει τα νεύρα. 

Η πιο τρομακτική σκηνή, όμως, είναι άλλη: είναι εκείνη όπου η Αλεξιά αποφασίζει να «μεταμορφωθεί» σε αγόρι και κλεισμένη σε ένα μπάνιο, είναι έτοιμη να στραπατσάρει τη μούρη της, να σπάσει τη μύτη της, για να μοιάζει με αρσενικό. Ομολογώ ότι δεν άντεξα να δω τη σκηνή! Ευτυχώς, αμέσως μετά, έρχεται ο Vincent Lindon, αυτή η ηθοποιάρα, και βλέπουμε μια άλλη ταινία! Επιβλητικός, με σώμα που παραπέμπει σαφώς στον Harvey Kaitel του «Διαφθορά», του αριστουργήματος του Abel Ferrara δηλαδή, ίσως ζητάει κι αυτός με τον τρόπο του εξιλέωση. Η σχέση που αναπτύσσει με τον «γιο» του έχει κάτι το ανθρώπινο: βγαίνει επιτέλους κάποιο ζεστό συναίσθημα αντικαθιστώντας την παγωνιά που επικρατούσε ως τότε. Αυτή η σχέση είναι κάτι στο οποίο θα μπορούσε να επενδύσει εξαρχής η σκηνοθέτιδα. Αλλά και πάλι, νιώθεις ως θεατής κάπως μπερδεμένος. 

Πιάνεις τον εαυτό σου να αναρωτιέται: τι προσπαθεί να μας πει με τόσο εντυπωσιακό τρόπο η σκηνοθέτιδα; Για την σύγχρονη αποξένωση; Για το τι καθορίζει την ανθρωπιά; Για το πώς προσδιορίζουμε το φύλο, τη φυλετική μας ταυτότητα; Για τον ομοερωτισμό (η σκηνή του χορού των πυροσβεστών υπό τους ήχους του «Light House» των Future Islands είναι από τις καλύτερες της ταινίας); Για το τι είναι αυτό που μας ενώνει με κάποιον άλλο άνθρωπο; Για την αναζήτηση ενός παιδιού να βρει πατέρα; Για την αναζήτηση ενός πατέρα να βρει παιδί; Για τους... Τιτάνες, όπως ο Κρόνος, που τρώνε τα παιδιά τους; Για τη σωτηρία της ψυχής, που είναι πολύ μεγάλο πράμα; Για το πως αντιμετωπίζεις μιαν απώλεια; Όλα αυτά μαζί και τίποτα από όλα αυτά; Εδώ σε θέλω. 

Η Ducournau πυροβολεί τον αμφιβληστροειδή του θεατή με εικόνες δύσκολες, σκληρές, ψυχρές, θαρρείς και θέλει να τον κάνει να κλείσει τα μάτια, θαρρείς και θέλει να τον σοκάρει για να τον σοκάρει, θαρρείς και πιστεύει πως μόνον μέσω αυτής της αδυσώπητης βίας μπορεί να τον ταρακουνήσει. Οκ, ταρακουνήθηκα, το ομολογώ. Αλλά δεν μπόρεσα ποτέ να «χωνέψω» την Αλεξιά. Που, να τα λέμε κι αυτά, με πραγματική τόλμη ερμήνευσε η take-no-prisoners Agathe Rousselle. Αλλά αν δεν υπήρχε ο Vincent Lindon νομίζω πως όλο αυτό θα κατέρρεε σαν χάρτινος πύργος. Ή σαν στραπατσαρισμένο, μεταλλικό αυτοκίνητο, μετά από μετωπική σε τοίχο. Gegen die Wand, που μας έλεγε και ο Fatih Akin. Το παλιό θα πεθάνει, το νέο θα γεννηθεί και θα είναι ο... Wolverine??? 

Εντυπωσιακή ταινία, πλούσια σε ιδέες, που θα της ταίριαζε μια πιο σαφής και ξεκάθαρη διατύπωση προθέσεων. Δεν είναι για όλους τους θεατές, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. Ετοιμαστείτε για μια από τις πιο παλαβές βόλτες με αυτοκίνητο με σπασμένα φρένα της ζωής σας. Για πόση ώρα όμως κανείς αντέχει να βλέπει συντρίμμια;

Δεν Υπάρχει Κακό (Sheytan vojud nadarad / There Is No Evil) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Οκτωβρίου 2021 από την Cinobo!
Περισσότερα... »

65th BFI London Film Festival  Poster
65th BFI London Film Festival 
2 + 9 ταινίες από το φεστιβάλ 

Μετά από το πολύ πετυχημένο περσινό, πρώτο φεστιβάλ της πανδημίας, που ακολούθησε ένα μικτό σύστημα προβολών - και online αλλά και στις αίθουσες - με σαφή πριμοδότηση των online προβολών, φέτος τα πράγματα ακολούθησαν την ίδια λογική. Και πάλι υπήρχαν προβολές online, η βασική διαφοροποίηση όμως είναι πως αυτές ήταν σχετικά λίγες και από ανάμεσά τους απουσίαζαν τα βαριά χαρτιά του φεστιβάλ. Οπότε, οι 11 ταινίες που είδα όλες κι όλες, εννοείται ότι δεν είναι αντιπροσωπευτικές ενός φεστιβάλ, που πάντως δείχνει συνέπεια, είναι ανοιχτό σε πολλές τάσεις και ρεύματα, μην αδιαφορώντας ή κλείνοντας τα μάτια σε πιο μέινστριμ κράχτες. Πάντως, συνεχίζει να μου προκαλεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός πως μια κινηματογραφία όπως η βρετανική, τόσο ακμαία και τόσο σπουδαία, δεν διαθέτει ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ ανάλογης αίγλης με εκείνα των Καννών, της Βενετίας ή του Βερολίνου ή έστω του Τορόντου ή του Σάντανς. Weird. Πάμε λοιπόν στην παρουσίαση των 2 + 9 αυτών ταινιών, σαν ένα κάουνταουν που θα καταλήξει στην ταινία που αγάπησα περισσότερο στο φεστιβάλ:

Εκτός συναγωνισμού: Titane της Julia Ducournau και Lamb του Valdimar Jóhannsson. Λοιπόν, αυτές τις δύο ταινίες τις βάζω εδώ μαζί για πολλούς και διαφόρους λόγους. Αρχικά, και οι δύο βγαίνουν στις επόμενες βδομάδες στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας: η πρώτη στις 28 Οκτωβρίου, η δεύτερη στις 4 Νοεμβρίου. Άρα, κοντός ψαλμός αλληλούια και θα έχουμε λίαν συντόμως πληρέστατες κι αναλυτικότατες κριτικές και για τις δύο αυτές ταινίες. Οπότε, δεν υπάρχει λόγος να προτρέχουμε. Δεύτερον, και οι δύο μας έρχονται από το φεστιβάλ Καννών. Η πρώτη κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα, η δεύτερη συμμετείχε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» κερδίζοντας το βραβείο «πρωτοτυπίας». Τρίτον, είναι δύο από τις πιο WTF ταινίες της χρονιάς! Δεν πρέπει να έχει δοθεί ποτέ τέτοιος Χρυσός Φοίνικας, δεν πρέπει να έχει βραβευτεί πιο παράξενη ταινία. Και τέταρτον, μιλάνε και οι δύο εμμέσως για το μέλλον – της... ανθρωπότητας – μέσω μωρών. Ναι, αλλά τι μωρών! Πιο χριστιανική παραβολή το Lamb, πιο ένωση με μηχανές το Titane, είναι σίγουρο πως θα προκαλέσουν συζητήσεις, όχι πάντα για τους καλύτερους λόγους. Λίγη υπομονή, μουάχαχαχαχαχαχαχα 

09) Wood and Water του Jonas Bak: Υπάρχει το αργό σινεμά, το πολύ αργό σινεμά και τούτη η ταινία από τη Γερμανία! Πρώτη μεγάλου μήκους (ευτυχώς, μόνον 79 λεπτά) του σκηνοθέτη, κάτι μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, έχει ως πρωταγωνίστρια τη μητέρα του, την Anke Bak, ενώ ρόλο κρατάει και η αδελφή του, η Theresa Bak. Τι γίνεται στην ταινία; Απολύτως τίποτα! Ποιο είναι, θεωρητικά, το θέμα της ταινίας; Μια γυναίκα της τρίτης ηλικίας συνταξιοδοτείται από την εκκλησία (!!!) στην οποία εργαζόταν. Και το βλέπει αυτό ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να πάει από το μικρό, επαρχιακό χωριό της Γερμανίας όπου ζει, στο γιγαντιαίο Χονγκ Κονγκ, εκεί όπου ζει επί χρόνια ο αποξενωμένος γιος της, Μαξ. Μόνο που στην γιγαντούπόλη υπάρχουν καθημερινά αναστάτωση και αναταραχές. Τόσο ο γιος της Άνκε όσο και η ίδια η πόλη, προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν την ταυτότητά τους. Και η Άνκε δεν μπορεί παρά μόνον να παρατηρεί. Το μόνο ενδιαφέρον εύρημα που βρήκα στην ταινία είναι το ρακόρ ανάμεσα στα φώτα από τον αυτοκινητόδρομο της Γερμανίας και το πέρασμα μέσα από ένα τούνελ στον νυχτερινό ουρανό του Χονγκ Κονγκ. Έξυπνο. Κι εντελώς γεια σου βρήκα το γεγονός ότι μουσική για την ταινία έχει γράψει ο... Brian Eno! Ήμαρτον. Τελευταία φορά που θυμάμαι να έχω δει ταινία με μουσικό σάουντρακ που φέρει την υπογραφή του Eno, ήταν στο «Me and Earl and the Dying Girl» από το 2015! 

08) Bienvenidos a España (Welcome to Spain) του Juan Antonio Moreno Amador: Στο έκτο του μεγάλο μήκους ντοκιμαντέρ, ως μοναδικός σκηνοθέτης, ο Amador ξεκινάει με την ανάδειξη μιας ενδιαφέρουσας κατάστασης: ένα από τα μεγαλύτερα μπουρδέλα της Σεβίλης, μετατρέπεται σε κέντρο υποδοχής μεταναστών, που ζητούν πολιτικό άσυλο. Έχει λοιπόν την ενδιαφέρουσα ιδέα, που σε τέτοιες περιπτώσεις αποτελεί το ήμισυ του παντός. Έχει και μερικά αβανταδόρικα πρόσωπα πάνω στα οποία επικεντρώνεται. Η οικογένεια από τη Λιβύη, πχ, ο γκέι νεαρός από το Μαρόκο, το ζευγάρι των λεσβιών από το Ελ Σαλβαδόρ. Μόνο που ο φίλος μας δεν στέκεται τυχερός. Ένα μετά το άλλο, τα ενδιαφέροντα πρόσωπα απλά... εξαφανίζονται! Αυτό από τη μια δίνει μια αίσθηση θρίλερ στα δρώμενα (πχ, δεν μπορείς παρά να σκεφτείς πως ο νεαρός γκέι δεν θα έχει καλά ξεμπερδέματα) από την άλλη, δεν δίνεται στον σκηνοθέτη η δυνατότητα να έχει closure στις επί μέρους ιστορίες του. Κι ακριβώς επειδή δεν έχει «κλεισίματα», «κρεμάει» επί πολύ ώρα με στιγμιότυπα αδιάφορα, πχ υπάρχει ένα σχεδόν 10λεπτο του νεαρού ομοφυλόφιλου με τον φίλο του, ο οποίος το σκάει από το κέντρο υποδοχής, και πηγαίνει στη Μαδρίτη, όπου τους βλέπουμε να φλυαρούν σε ένα μέρος με τάπας. Κάπως σώζει τα πράγματα στο φινάλε, δείχνοντας πως νέοι μετανάστες πηγαίνουν στο κέντρο, σε μια χώρα που αν μη τι άλλο, έχει ένα πρόσωπο καταδεχτικό γι' αυτούς, προσπαθώντας να βοηθήσει πραγματικά, αλλά, συνολικά, πολύ λίγα πράγματα...

07) The Dance του Pat Collins: Το δεύτερο ντοκιμαντέρ που είδα στο φεστιβάλ. Ουσιαστικά, παρουσιάζει τις προετοιμασίες για μια χορευτική παράσταση του φημισμένου (έτσι λένε, εγώ δηλώνω μαύρα μεσάνυχτα) Michael Keegan-Dolan στην Ιρλανδία. Μουσικοί και χορευτές συγκεντρώνονται και μέσα από τον αυτοσχεδιασμό, φτάνουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Μερικοί ήχοι, αυτοί που είχαν να κάνουν με την παραδοσιακή μουσική της Ιρλανδίας, ήταν σούπερ. Από εκεί και πέρα, το ντοκιμαντέρ απευθύνονταν αποκλειστικά σε dance afficionados. Οπότε, για μένα, παγερά αδιάφορο. 


06) La mif (The Fam) του Fred Baillif: Ο αυτοδίδακτος σκηνοθέτης από τα γαλλόφωνα καντόνια της Ελβετίας, παρουσιάζει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κορίτσια στα όρια της ενηλικίωσης, τα οποία βρίσκουν καταφύγιο σε έναν κρατικό Ίδρυμα, ειδικό για να τις προστατεύσει. Βρίσκονται εκεί για διάφορους λόγους: οι πιο πολλές έχουν ιστορικό βιασμού από συγγενή – συνήθως τον πατέρα – άλλες έχουν μείνει ορφανές κι άλλες επιλέγουν να μείνουν εκεί για να προστατευθούν από άλλες τραυματικές εμπειρίες από το παρελθόν τους. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί ένα γεγονός για να πυροδοτήσει διαδοχικά την αφήγηση των επιμέρους ιστοριών των κοριτσιών, αφήνοντας χώρο να αφηγηθεί και την τρομερή ιστορία της επικεφαλής του Ιδρύματος, μιας γυναίκας ταγμένης να βοηθήσει αυτά τα κορίτσια. Θα κάνω σπόιλερ εδώ, καθώς δεν βλέπω με ποιον τρόπο τούτη η ταινία θα βρει διανομή στην Ελλάδα, οπότε δύσκολα θα την δει κάποιος-α από εσάς αγαπημένοι μου αναγνώστες. Για κάποιο διάστημα της ταινίας η εν λόγω επικεφαλής, φεύγει από το Ίδρυμα. Όταν επιστρέφει, αποκαλύπτει το λόγο: η ενήλικη κόρη της αυτοκτόνησε. Και σε μια συνάθροιση εξομολογήσεων, αποκαλύπτει και τον πραγματικό λόγο: όταν η κόρη της ήταν ανήλικη, την έστειλε για καλοκαιρινές διακοπές στο σπίτι των γονέων της. Με το που τελείωσαν οι διακοπές, ολοφάνερα η κόρη της δεν ήταν καλά. Εντέλει, αποκάλυψε στους γονείς της πως ο παππούς της την κακοποίησε σεξουαλικά. Οι γονείς της δεν μπορούσαν να διανοηθούν πως μπορεί κάτι τέτοιο να ήταν αληθινό. Το κορίτσι τους είχε τραυματιστεί σωματικά και ψυχολογικά κι εκείνοι δεν έκαναν τίποτε γι' αυτό. Το ακόμα πιο τραγικό: το επόμενο καλοκαίρι έστειλαν ξανά την κόρη τους για καλοκαιρινές διακοπές στο σπίτι των γονέων της... Αυτό πραγματικά ξεχωρίζει σε μια ταινία, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο φεστιβάλ Βερολίνου του 2021, που κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας εκεί, στο τμήμα Generations 14+ και που κουβαλάει όλα τα κουσούρια των ταινιών καλλιτεχνικής χροιάς από τη Γαλλία... 


05) Wild Indian του Lyle Mitchell Corbine Jr.: Δεν είναι πολλές οι ταινίες που έχουν γυριστεί, βάζοντας στο επίκεντρο τα προβλήματα των σύγχρονων απογόνων των Ινδιάνων. Ινδιάνοι, που είτε ζουν σε καταυλισμούς, χωρίς μεγάλες δυνατότητες για ευημερία είτε προσπαθούν ανεπιτυχώς να ενσωματωθούν στην αμερικάνικη κοινωνία, η οποία ποτέ δεν τους αντιμετώπισε με τον καλύτερο τρόπο. Στα 1980, ο Μάκουα και ο Τέντο είναι δύο έφηβοι, ξαδέλφια, που ζουν σε έναν καταυλισμό, όντας μέλη της φυλής Ινδιάνων Ανισινάμπε. Ο Μάκουα δέχεται απίστευτη βία από το συγγενικό του περιβάλλον, βία που διοχετεύει προς τα έξω. Μια μέρα λοιπόν, σκοτώνει χωρίς αφορμή έναν συμμαθητή τον οποίο ζηλεύει. Ο Τέντο είναι αυτόπτης μάρτυρας, παρά το γεγονός όμως ότι παγώνει από αυτό που βλέπει, βοηθάει τον Μάκουα να θάψουν το θύμα. Κι ερχόμαστε στο σήμερα. Ο Μάκουα – πλέον Μάικλ – είναι πετυχημένο στέλεχος εταιρίας, παντρεμένος με ένα παιδί, έτοιμος να αποκτήσει και δεύτερο. Ο Τέντο αποφυλακίζεται μετά από 10 χρόνια στη φυλακή. Το πρόσωπό του είναι γεμάτο τατουάζ. Ο Μάικλ έχει ενσωματωθεί. Τον Τέντο βασανίζει ακόμα το μυστικό της δολοφονίας του πιτσιρικά. Θα αποφασίσει να αντιμετωπίσει τον Μάικλ και να διευθετήσει το ζήτημα μια για πάντα. Ο κυνικός Μάικλ δεν θα μείνει με σταυρωμένα τα χέρια... Η σκηνοθεσία είναι μινιμαλιστική, τα χρώματα μουντά, η ατμόσφαιρα πεσιμιστική. Ο Μάκουα – Μάικλ έχει θέμα με την καταγωγή του: «είμαστε απόγονοι πολεμιστών που έχασαν». Ο αμοραλισμός του έχει ενδιαφέρον. Ο ηθοποιός που τον υποδύεται είναι υποψήφιος για βραβείο ερμηνείας στα Gotham Awards, οι υποψηφιότητες των οποίων ανακοινώθηκαν πρόσφατα. Σε μικρούς αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους βλέπουμε την Kate Bosworth και τον Jesse Eisenberg, που είναι κι ένας από τους παραγωγούς της ταινίας. Ενδιαφέρον φιλμ αλλά μέχρι εκεί. 

04) Queen of Glory της Nana Mensah: Η Σάρα είναι μια Αμερικανίδα με καταγωγή από την Γκάνα. Δουλεύει σε ένα πανεπιστήμιο στη Νέα Υόρκη, αλλά είναι έτοιμη να τα παρατήσει όλα και να ακολουθήσει τον γκόμενό της, τον επίσης ακαδημαϊκό Λάιλ, στον οποίο προσφέρεται θέση καθηγητή στο Οχάιο. Να σημειώσουμε πως ο Λάιλ είναι παντρεμένος. Τα σχέδιά της θα μπουν στην αναμονή εξαιτίας του ξαφνικού θανάτου της μητέρας της από ανεύρυσμα. Η μάνα της Σάρας λοιπόν, της άφησε κληρονομιά ένα «θρησκευτικό» βιβλιοπωλείο στο Μπρονξ, στην περιοχή όπου μεγάλωσε. Η Σάρα θέλει να πουλήσει το βιβλιοπωλείο και να εφαρμόσει το αρχικό της σχέδιο. Θα τα καταφέρει; Αυτή ήταν μια πολύ γλυκιά ταινία, στην οποία πρωταγωνίστρια ήταν η δημιουργός της, η Nana Mensah. Με μπόλικο χιούμορ, πικρό ενίοτε, η δημιουργός παρουσιάζει τι καλείται να αντιμετωπίσει μια γυναίκα γκανέζικης καταγωγής στην Αμερική, τα ιδιαίτερα ήθη και έθιμα της πατρίδας της και αυτήν την παράξενη διελκυστίνδα που καλούνται να τραβήξουν όλοι οι μετανάστες: ενσωμάτωση versus διατήρηση εθνικής ταυτότητας. Στις καλύτερες στιγμές της η ταινία μου θύμισε τον «Καπνό» του Wayne Wang. Ένα απέριττο, μικρό φιλμ, διάρκειας 70 και κάτι λεπτών, με μεγάλη καρδιά. Ωραιότατο. 

03) Language Lessons της Natalie Morales: Ο Άνταμ είναι παντρεμένος με τον Γουίλ. Ζει σε ένα υπέροχο σπίτι κάπου στην Καλιφόρνια. Για τα γενέθλιά του, ο Γουίλ του αγοράζει μαθήματα ισπανικών. Τα μαθήματα κάνει μέσω zoom (μιας που μιλάμε για την εποχή της πανδημίας) η Καρίνιο από την Κόστα Ρίκα. Ένα απροσδόκητο γεγονός μεταβάλλει κατά πολύ την κατάσταση του Άνταμ. Τα μαθήματα ξένης γλώσσας γίνονται αφορμή για τους δύο αυτούς μοναχικούς ανθρώπους να συνδεθούν βαθύτερα. Και ναι, μια ταινία ελάχιστου μπάτζετ, που ακούγεται μέχρι και βαρετή (όλα «συμβαίνουν» ενώ δύο άνθρωποι μιλάνε σε μια οθόνη) αποδεικνύεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αστεία, τρυφερή, συγκινητική και όμορφη. Πραγματικά θετική έκπληξη η ταινία αυτή, που επισημαίνει το απλό, πως σε κάθε εποχή, ακόμα και σε αυτήν του κορωναϊού, η οποία χτύπησε ακριβώς στην αμεσότητα των ανθρωπίνων σχέσεων, η όποιου είδους και με κάθε μέσο επαφή, είναι η μοναδική μας σανίδα σωτηρίας. Υπέροχη η Morales, λάμπει στον πρωταγωνιστικό ρόλο (όντας και η σκηνοθέτρια) ενώ άξιος συμπρωταγωνιστής της – αλλά και συνσεναριογράφος – ο Mark Duplass. Μικρή αλλά ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: στο ρόλο του συντρόφου του Άνταμ στην ταινία εμφανίζεται – μόνο μέσω μιας φωτογραφίας και μέσω της φωνής του – ο Desean Terry, συμπρωταγωνιστής του Duplass στο τηλεοπτικό χιτ της Apple Tv «The Morning Show»! Να σημειώσουμε επίσης πως η ταινία κέρδισε το βραβείο κοινού στο φεστιβάλ South By Southwest, στο οποίο έκανε και την παγκόσμια πρεμιέρα της. 


02) Hinterland του Stefan Ruzowitzky. Αυτή είναι η 12η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο γεννημένος τα Χριστούγεννα του 1961 στη Βιέννη, Αυστριακός σκηνοθέτης. Το 2000 είχε γυρίσει το «Anatomie» με την Franka Potente, που είχε τόσο μεγάλη επιτυχία (και στην Ελλάδα) που γύρισε και σίκουελ. Η μεγάλη του καλλιτεχνική επιτυχία ήταν οι «Παραχαράκτες» (Die Fälscher, 2007), που είχε κερδίσει το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Η τελευταία του ταινία είναι μάλλον ό,τι πιο φιλόδοξο έχει γυρίσει. Μια ομάδα στρατιωτών επιστρέφουν στη Βιέννη, ηττημένοι, μετά το πέρας του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ένας από αυτούς ήταν ο πιο ονομαστός ντετέκτιβ της πόλης πριν τον πόλεμο. Αμέσως μετά την επιστροφή τους, κάποιος σίριαλ κίλερ αρχίζει να τους ξεπαστρεύει τον ένα μετά τον άλλο, με τελετουργικό τρόπο. Ποιος είναι και ποια είναι τα κίνητρά του; Η ταινία είναι απολύτως εντυπωσιακή. Είναι ολόκληρη γυρισμένη σε blue screen. Κι αυτή είναι μια επιλογή του σκηνοθέτη για να παρουσιάσει την Βιέννη έτσι όπως ήταν στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Φανταστείτε ένα αρτίστικο «Sin City», χωρίς την κομιξάδικη προοπτική του. Οι ρυθμοί είναι ταιριαστά αργοί, μεταξύ των πρωταγωνιστών βλέπουμε την υπέροχη Liv Lisa Fries (ναι, αυτή από το Babylon Berlin, το οποίο στην ίδια εποχή είναι τοποθετημένο) και το εξπρεσιονιστικό θρίλερ σε κρατάει σε αγωνία καθώς και σασπένς διαθέτει και ατμόσφαιρα. Πραγματικά, ένα μικρό αριστούργημα. 


01) Mass του Fran Kranz. Δύο ζευγάρια ενηλίκων συναντιούνται σε μια μικρή κάμαρα μιας εκκλησίας. Η συνάντηση έχει κανονιστεί με μεγάλη επιμέλεια και με προσοχή στις λεπτομέρειες. Κι αρχίζουν να συζητούν. Θα είναι αυτή η συζήτηση αρκετή για να μπορέσουν να ξεπεράσουν ένα τραγικό γεγονός που τις ενώνει; Τρομερή, τρομερή ταινία είναι τούτη εδώ. Ναι, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρώτης τάξεως θεατρικό έργο. Ο Fran Kranz, πάντως, ηθοποιός ο ίδιος, στην πρώτη του σκηνοθετική – και σεναριακή – προσπάθεια, καταλαβαίνει πως ο λόγος μπορεί να είναι η δύναμη του έργου του, θα μπορούσε όμως να χαντακώσει την κινηματογραφική διάστασή του. Καμία σχέση. Είναι μια ταινία δωματίου, ναι, η οποία βασίζεται στη δύναμη του λόγου και των ερμηνειών, ναι, αλλά είναι τόσο καλοφτιαγμένο, που απομένεις να θαυμάζεις με ανοιχτό το στόμα όλα όσα διαμείβονται επί της μεγάλης οθόνης. Από τους τέσσερις ηθοποιούς που πρωταγωνιστούν - Martha Plimpton, Jason Isaacs, Ann Dowd, Reed Birney - όλοι τους είναι μαγικοί, αλλά νομίζω πως ήρθε η ώρα για την υπέροχη Ann Dowd να κερδίσει ένα βραβείο, γιατί όχι και Όσκαρ; Ο μονόλογός της μετά το πέρας της συζήτησης, όταν επιστρέφει για να ξαναζητήσει συγνώμη, είναι συγκλονιστικός. Ενήλικο, μεστό σινεμά, για την απώλεια και τη διαχείριση, για το γιατί και για τη συγχώρεση. Πραγματικά πολύ μεγάλη ταινία. .

Θόδωρος Γιαχουστίδης
Περισσότερα... »

Γκαγκάριν (Gagarine) PosterΓκαγκάριν
των Fanny Liatard, Jérémy Trouilh. Με τους Alseni Bathily, Lyna Khoudri, Jamil McCraven.

Μπλοκ Μπάστερ...
του zerVo (@moviesltd)

Πως είναι για την Αθήνα και τον Πειραιά, το Πέραμα και η Κοκκινιά, έτσι ακριβώς ορίζεται αντίστοιχα για το Παρίσι, η περιφέρεια του Ιβρί Σιρ Σεν, που αποτελεί τον ιστό όπου κρέμεται η κόκκινη παντιέρα της αριστεράς στην Γαλλική πρωτεύουσα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως αυτή ακριβώς την γειτονιά επέλεξε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας, για να χρηματοδοτήσει και να υψώσει ένα τεράστιο συγκρότημα πολυκατοικιών, πριν από ακριβώς μισό αιώνα, δίνοντας του μάλιστα το όνομα του πρώτου κοσμοναύτη που ταξίδεψε στο διάστημα, του Γιούρι Γκαγκάριν. Ο ίδιος ο Σοβιετικός ήρως, μάλιστα, παραβρέθηκε στην τελετή εγκαινίων του βιβλικού μεγέθους κτιρίου, στα 1963, ανταποδίδοντας έτσι την τιμή της ονοματοδοσίας. Τα διαμερίσματα αρχικά προορίζονταν για να στεγάσουν μέλη του Κόμματος, εργάτες κατά κύριο λόγο στις μεγάλες βιομηχανίες της περιοχής. Στην πάροδο των ετών και με την ανεργία να κάμει την εμφάνιση της, οι περισσότεροι εγκατέλειψαν την μεγαλούπολη και τα πόστα τους πήραν οι προερχόμενοι από τις μακρινές αποικίες πολίτες. Το κάποτε πομπώδους δόμησης Cite Gagarine, αποφασίστηκε εντέλει να κατεδαφιστεί το 2019...

Γκαγκάριν (Gagarine) Quad Poster
Μπορεί να μην έχει ακόμη ενηλικιωθεί ο έφηβος, τρίτης γενιάς μετανάστης από την Δυτική Αφρική, Γιουρί, μέσα του όμως το όνειρο κάποια στιγμή να καταφέρει να γίνει ένας μεγάλος και τρανός αστροναύτης είναι ολοζώντανο. Όραμα που έχει γεννηθεί μέσα στο ελάχιστων τετραγωνικών διαμέρισμα όπου διαβιώνει ολομόναχος από την ημέρα που η μητέρα του τον εγκατέλειψε, ένας χώρος που μέσα στην αχαλίνωτη φαντασία του νεαρού, φαντάζει σαν το διαστημόπλοιο που κάποια στιγμή θα τον πάρει μακριά από την φτώχια και την μιζέρια.

Κι ο Γιουρί το λατρεύει όλο αυτό το γιγαντιαίο μπλοκ, με τους χιλιάδες ομοίους του γειτόνους, που περιβάλλει τον δυο - και ούτε  δωματίων, ταξιδιάρικο μικρόκοσμο του. Σε τέτοιο βαθμό, ώστε με το που δοθεί από την πολεοδομία η εντολή να αδειάσουν τος εστίες τους οι ένοικοι, προκειμένου να ξεκινήσουν οι διαδικασίες οριστικής κατεδάφισης του Μεγάρου Γκαγκάριν, εκείνος να κάνει ότι περνάει από το χέρι του, ώστε να σώσει από την καταστροφή, ακόμη και το τελευταίο του τούβλο. Ακόμη κι αν χρειαστεί να μείνει τελευταίος εντός του θηριώδους κτιρίου, μην τυχόν και γλυτώσει την ολοκληρωτική του καταστροφή.

Στην πραγματικότητα εδώ έχουμε μπροστά μας την μακράς διάρκειας εκδοχή, του ομότιτλου μικρού μήκους φιλμ, που παρουσίασαν οι δύο πρωτάρηδες σκηνοθέτες Fanny Liatard και Jeremy Trouilh, προ ετών. Είναι προφανές πως αμφότεροι έχουν ζήσει μέσα στο συγκεκριμένο οίκημα, που στις πέντε δεκαετίες της ζωής του, λογικά πρέπει να φιλοξένησε μυριάδες ανθρώπους, πάμφτωχους έως και άπορους στην συντριπτική τους πλειοψηφία. Που στέγασαν τους ταλαιπωρημένους βίους τους, πίσω από τα μισοκατεστραμμένα ντουβάρια του, γλυτώνοντας όμως έτσι το κρύο και τις κακουχίες του δρόμου, ελλείψει στέγης. Η μεταφορά των περισσοτέρων σε άλλο οίκημα με πολύ καλύτερες συνθήκες, θα τους χαροποιήσει σε τέτοιο βαθμό που να πάρουν γοργά τα ελάχιστα μπογαλάκια τους και να μετακομίσουν. Με τον Γιουρί όμως το πράγμα είναι αλλιώτικο, αφού εδώ είναι το σπιτικό του, εδώ έχει ριζώσει η ψυχή του, εδώ στήνεται και το αστρόπλοιο που οσονούπω θα τον ταξιδέψει σε άλλες πολιτείες, ουράνιες και μαγικές.

Η διάθεση του δημιουργικού ντουέτου, χωρίς αμφιβολία έχει δύο τάσεις. Από την μια να απεικονίσει την διαφαινόμενη νοσταλγία για την ισοπέδωση ενός πάλαι ποτέ συμβόλου της αριστερής ανάτασης, που πλέον έχει χάσει το νόημα, την σημασία και τον προσανατολισμό της. Από την άλλη να αναδείξει μέσα από την αλληγορία, την κατάπτωση και το τσάκισμα ακόμη και της παραμικρής ελπίδας, της αδύναμης και μη προνομιούχας εργατικής τάξης, που και βέβαια δεν πάει σε κανέναν παράδεισο. Αν και για να λέμε του στραβού το δίκαιο, από όσα πρόσωπα παρελαύνουν στην υπόθεση, δεν διάκρινα και κανέναν εργαζόμενο οπουδήποτε και δεν αναφέρομαι μόνον στα ανήλικα παιδιά, που κι εκείνα από την μεριά τους, ολημερίς βολοδέρνουν χωρίς κάποιον συγκεκριμένο σκοπό. Εκεί εκτιμώ θα έπρεπε να δώσει περισσότερη έμφαση το σενάριο, στην κρατική ανυπαρξία της υποστήριξης των νεανικών ονείρων.

Εν αντιθέσει, μέσα από μπόλικες και σουρεαλιστικές σεκάνς που παρατραβούν, ώστε να αυξηθεί κατάτι και το χρονικό εύρος της ταινίας, η ματιά της κάμερας μοιάζει να νοιάζεται πιότερο για τα ιστορικά μπετά, παρά για τις ψυχές που περιβάλλουν. Όπως εκείνη του συνώνυμου με τον Σοβιετικό αξιωματικό και μοναχικό ταξιδευτή με το Βοστόκ γύρω από τον πλανήτη, πιτσιρικά, που μοιάζει να ενηλικιώνεται πολύ γρηγορότερα από ότι θα περίμενε, μέσα από τα δεινά που του κτυπούν την πόρτα. Καταστρέφοντας του την ονείρωξη, βάζοντας παγίδες στο υπερθεαματικό δημιούργημα του, στήνοντας εμπόδια στο κρυφό (ακόμη) πάθος του για την ρομά γειτονοπούλα, κάτοικο του κοντινού παραπήγματος, Ντιάνα.

Οι εικόνες αρχείου ενός ουτοπικής συλλογιστικής χθες, μιξάρονται κομψά με το απελπισμένο σήμερα, γύρω το αμέτρητο πλήθος των απανταχού δυσάρεστων επισκεπτών / προσφύγων, παρουσιάζοντας τις έντονες αντιθέσεις από εκείνη την πομπώδη εκκίνηση του κατασκευαστικού θαύματος ίσαμε την τιγκαρισμένη στους αρουραίους κατάληξη ενός, ας μην γελιόμαστε, κτιριακού μορφώματος. Γεμάτη ευαισθησίες η πλοήγηση στους μισογκρεμισμένους διαδρόμους του Σιτ Γκαγκαρίν, όχι όμως και τόσο πρωτότυπη, αφού η φραντσέζικη κινηματογραφία, με αρκετά πιο ευρηματικό τρόπο έχει καταφέρει εσχάτως να αναδείξει το πολλαπλών υφών κοινωνικό ζήτημα. Και εντάξει ας πούμε οι ανεπιθύμητοι θα παραμείνουν όμηροι, όσο μακρύτερα γίνεται από τα λαμπερά Ιλίσια Πεδία. Τις φιλοδοξίες τόσων και τόσων ονειροπόλων παιδιών, ποιες και πόσες χειροπέδες θα καταφέρουν να τις αιχμαλωτίσουν?

Γκαγκάριν (Gagarine) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Ρον Χάλασε (Ron's Gone Wrong) PosterΟ Ρον Χάλασε
των Sarah Smith, Jean-Philippe Vine, Octavio E. Rodriguez. Με τις φωνές των Zach Galifianakis, Jack Dylan Grazer, Olivia Colman, Ed Helms, Justice Smith, Rob Delaney, Kylie Cantrall, Ricardo Hurtado, Marcus Scribner, Thomas Barbusca.

Add A Friend..
του zerVo (@moviesltd)

Πόσους φίλους, λέει, έχεις στο ένα κοινωνικό δίκτυο, πόσοι ακόμη πιο πολλοί σε ακολουθούν στο άλλο? Εκατό, χίλιοι, πέντε χιλιάδες! Τι λες, σοβαρά? Μπορεί άραγε, ετούτης η μορφής η δημοφιλία να σταθεί ισοδύναμη με την έννοια της αληθινής συντροφικότητας, που τόσο ανάγκη έχει η κάθε ξέχωρη οντότητα? Ασυζητητί όχι. Πόσο μάλλον όταν η λογική εξέλιξη της τεχνολογίας, όπως περιμένουμε να συμβεί κάποια στιγμή, πρόκειται να υποκαταστήσει την έννοια του πραγματικού κολλητού, με ένα καινοτόμο μεν, άψυχο δε, δημιούργημα, που θα κάνει όλα τα χατίρια, τα θελήματα, τις χάρες του ιδιοκτήτη του. Προσοχή όμως, γιατί η λέξη κλειδί στην φράση είναι η "ψυχή". Που ενδεχόμενα κάποιες μηχανές, να την διαθέτουν σε πιο μπόλικη ποσότητα από τους ανθρώπους.

Ο Ρον Χάλασε (Ron's Gone Wrong) Quad Poster
Δεν πρέπει να υπάρχει παιδί σε ολάκερη την πόλη του Νόνσατς, που να μην διαθέτει στην κατοχή του το καινοτόμο επίτευγμα της κραταιάς μπράντας ηλεκτρονικών υπολογιστών Bubble, με την επωνυμία B-Bot. Ένα πανέξυπνου σχεδιασμού ρομποτάκι, που χάρη στην υψηλότατη τεχνητή νοημοσύνη του, μπορεί να ταιριάξει σε χαρακτήρα με τον ανήλικο ιδιοκτήτη του, σε τέτοιο βαθμό ώστε να εξελιχθεί στον ένα και απόλυτο κολλητό του. Που θα τον βοηθά στα μαθήματα, θα παίζει μαζί του όλα τα παιχνίδια όποτε χρειάζεται παρέα και θα τον συντροφεύει καθόλη την διάρκεια της ημέρας στο σπίτι, στο σχολείο, στην βόλτα. 

Εχμ, εκτός ίσως από τον συνεσταλμένο και ελάχιστα δημοφιλή στην τάξη του πιτσιρίκο, Μπάρνει Πουντόφσκι, που αντιλαμβανόμενος τα οικονομικά ζόρια που περνάει ο χήρος πατέρας του, αδυνατώντας να προωθήσει εμπορικά μέσω του διαδικτύου τις εφευρέσεις του, δεν τολμάει να τον βάλει σε έξοδα για να του προσφέρει το πολυπόθητο παιχνίδι. Ο ζορισμένος γονιός, αντάμα με την παραδοσιακά αγαπησιάρα ανατολικοευρωπαϊκής καταγωγής γιαγιά του μικρού, καταλαβαίνοντας την στενοχώρια του παιδιού τους, θα αποφασίσουν από κοινού να του το προσφέρουν ως δώρο - θλιμμένων - γενεθλίων. Με την μόνη διαφορά πως το συγκεκριμένο κομμάτι, που ο μπόμπιρας θα του δώσει το όνομα Ρον, από τα αρχικά του σειριακού του αριθμού, είναι ελαττωματικό στην μητρική του κάρτα, με συνέπεια να κάνει κάθε ώρα και στιγμή του κεφαλιού του, βάζοντας τον Μπάρνει σε συνεχείς μπελάδες.

Ατυχία και αδικία μαζί, που ούτε καν διανοείται να πιστέψει πως έτυχε σε εκείνον ο συγκινητικός, ανήλικος πρωταγωνιστής ετούτης της ανθρώπινης ιστορίας. Που όχι απλώς δεν έχει την μητέρα στο πλευρό του, να του σταθεί σύμβουλος, προστάτης και αρωγός, αλλά διαρκώς πέφτει και θύμα σχολικού μπούλινγκ, ως ο παράξενος εκείνος συμμαθητής, που δεν διαθέτει ούτε μισό φίλο. Με αποκορύφωμα το άδειο, από παιδάκια που τον σνομπάρουν, γιορτινό τραπέζι, μια εικόνα θλίψης που θα του τσακίσει την ψυχή. Και την ανείπωτη χαρά του επόμενου πρωινού, όταν δίπλα του θα αντικρύσει το σε συσκευασία δώρου τυλιγμένο B-Bot δεν πρόκειται να του την στερήσει κανείς. Ακόμη κι αν τα κυκλώματα του δεν λειτουργούν σωστά, για την ακρίβεια δεν λειτουργούν σχεδόν καθόλου!

Σκέψου λοιπόν το σενάριο όχι στο μακρινό αύριο, όταν θα ανθρωποειδή θα συμβαδίζουν μαζί μας στους δρόμους σε ποσοστό ένας προς έναν, αλλά στο τώρα, για να ορίσεις την εικόνα του κακόμοιρου Μπάρνει, ως ενός γυμνασιόπαιδου που δεν έχει στην κατοχή του, απλά, ένα σμάρτφον. Ο περιθωριακός, το φρικιό, ο απροσάρμοστος, ο χαζός ακόμη ακόμη, αυτός θα ήταν στην ουσία για τους καλοθελητές "φιλαράκους" του ο μικρός. Που μόλις ένιωσε την τύχη να του χαμογελά, μπας κι αποκτήσει κι εκείνος τον 24/7 Η/Υ φιλαράκο, καταλαβαίνει πως κάτι δεν πηγαίνει καλά, μιας κι εκείνος αποδεικνύεται προβληματικός. Στα μάτια ενός εφήβου όμως, το πρόβλημα, μονομιάς θα μεταλλαχθεί σε πλεονέκτημα, μετατρέποντας τον Ρον, απλά σε ξεχωριστό και στην δική του γνώμη, μοναδικό και μεγαλοφυή.

Το πρώτο μέρος του animation της πρωτοεμφανιζόμενης Locksmith, που παίρνει υπό την σκέπη της η 20th Century, είναι ιδιαίτερα μελαγχολικό στην θωριά ενός παιδιού ελάχιστα προνομιούχου, ορφανού, που δεν του φτάνει η απουσία της μητρικής αγάπης να ανταπεξέλθει, πρέπει μονάχο να τα φέρει βόλτα ως το δαχτυλοδεικτούμενο του γυμνασίου, ως το μόνο που δεν συνοδεύεται από ρομπότ. Στην επανάληψη, φυσικά τα πάντα έρχονται τούμπα, καθώς πραγματικά σαν ρεπρίζ του Electric Dreams, ο ηλεκτρονικός μα με ανθρώπινη καρδιά μπάντι, προβάλλει τις ιδιαίτερες ικανότητες του μοναχικού του συντρόφου, καθιστώντας τον τον ήρωα ολόκληρης της πόλης. Με αποτέλεσμα να μπει το αχώριστο δίδυμο, στο στόχαστρο του ιδιοκτήτη της κολοσσιαίας φίρμας υπολογιστών, ο οποίος από μόστρα τουλάχιστον είναι φτυστός ο Στιβ Τζομπς. Τα σκορπισμένα ανεξέλεγκτα σε ολάκερη την περιοχή προσωπικά data, θα προκαλέσουν πανδαιμόνιο, καταστρέφοντας την λογική σκέψη όλων των υπολοίπων B-Bots, οδηγώντας σε ένα πολύχρωμο, διασκεδαστικό, αλλά και μακροσκελές σε διάρκεια πανηγύρι, έντονου διδακτικού χαρακτήρα.

Με συνέπεια να λήξει μέσα σε ένα λυτρωτικό, μα όχι και τόσο χάπι εντ, το μελλοντολογικού ύφους κινούμενο σχέδιο Ron's Gone Wrong, που σηκώνει ψηλά το σύνθημα για την ύπαρξη αληθινών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, ώστε να μην έχουν την παραμικρή ανάγκη από ρομποτικά υποκατάστατα. Φυσικά ενδιάμεσα το κέφι του κωμικού Zach Galifianakis που δανείζει την φωνή του στον δυσλειτουργικό Ρον ξεχειλίζει, φτιάχνοντας σκηνές τίγκα στο σλάπστικ που θα ενθουσιάσουν τους μικρούληδες σινεφίλ. Δημιουργώντας τους φυσικά, ενδόμυχα, το όνειρο να αποκτήσουν κι εκείνοι κάποια στιγμή, όταν θα ανακαλυφθεί, ένα πανομοιότυπο διαβολάκι, χωρίς να αντιλαμβάνονται πως με αυτό τον τρόπο, θα πάψουν να υπάρχουν οι ρεαλιστικές, μη επιστρέψιμες ποτέ ξανά, χαρές της παιδικής ηλικίας...

Ο Ρον Χάλασε (Ron's Gone Wrong) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Δεν Υπάρχει Κακό (Sheytan vojud nadarad / There Is No Evil) Poster ΠόστερΔεν Υπάρχει Κακό
του Mohammad Rasoulof. Με τους Ehsan Mirhosseini, Kaveh Ahangar, Mahtab Servati, Mohammad Valizadegan, Darya Moghbeli, Jila Shahi, Baran Rasoulof.


«Η δύναμή σου είναι να λες όχι»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Θανατικής καταδίκης η καταδίκη...

Ο Mohammad Rasoulof γεννήθηκε το 1973 στην πόλη Σιράζ του Ιράν. Ξεκίνησε την καριέρα του σκηνοθετώντας μικρού μήκους ταινίες. Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, «Το δειλινό» (Gagooman / The Twilight, 2002), παρουσιάστηκε σε πολλά φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων του Λοκάρνο και του Μόντρεαλ. Η δεύτερη ταινία του, «Σιδερένιο νησί» (Jazireh ahani / Iron Island), προβλήθηκε το 2005 στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» του φεστιβάλ των καννών. Το 2010 ο Rasoulof συνελήφθη και κατηγορήθηκε «για εχθρικές πράξεις και προπαγάνδα ενάντια στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν». Καταδικάστηκε σε 6ετή φυλάκιση, και απαγόρευση της σκηνοθετικής του δραστηριότητας ή 20ετή εξορία από τη χώρα του. Ενώ βρισκόταν προσωρινά εκτός φυλακής σε αναμονή της απόφασης για την έφεσή του, γύρισε την τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του, «Αντίο» (Bé omid é didar / Goodbye, 2011) κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. Ακολούθησαν οι ταινίες «Τα χειρόγραφα δεν καίγονται» (Dast-neveshtehaa nemisoosand / Manuscripts Don't Burn, 2013), με βραβείο FIPRESCI του φεστιβάλ Καννών, όπου προβλήθηκε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» και το «Ένας ακέραιος άνθρωπος» (Lerd / A Man of Integrity, 2017), με βραβείο καλύτερης ταινίας στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του φεστιβάλ των Καννών.

Δεν Υπάρχει Κακό (Sheytan vojud nadarad / There Is No Evil) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ Βερολίνου του 2020 (που είχε στο τσακ προλάβει την πανδημία, καθώς αυτή βρισκόταν στην αρχή της) όπου τελικά και τιμήθηκε με την Χρυσή Άρκτο καλύτερης ταινίας! Ο Rasoulof γύρισε την ταινία κρυφά και δεν παραβρέθηκε στο Βερολίνο για να παραλάβει την Χρυσή Άρκτο, μιας που του το απαγόρευσε το ιρανικό καθεστώς. Καμία από τις επτά ταινίες του δεν έχει προβληθεί στο Ιράν και ο Rasoulof περνάει μεγάλο μέρος της ζωής του φυλακισμένος. Στις 4 Μαρτίου του 2020 και πάλι ο σκηνοθέτης καταδικάστηκε από το θεοκρατικό σύστημα του Ιράν σε ένα χρόνο φυλάκιση επειδή τρεις από τις ταινίες του θεωρήθηκε ότι κάνουν αντικυβερνητική προπαγάνδα! Και πάλι του απαγορεύτηκε να γυρίσει ταινίες για δύο χρόνια. Ο Rasoulof μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στην Τεχεράνη, το Αμβούργο και τη... φυλακή! Κατάφερε πάντως να είναι μέλος της κριτικής επιτροπής του επίσημου διαγωνιστικού τμήματος στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, που λόγω πανδημίας, διεξήχθη σε δύο στάδια: στο πρώτο, από 1 έως 5 Μαρτίου, έγινε διαδικτυακά και στο δεύτερο, από 9 έως 20 Ιουνίου, έγινε κανονικά, με παρουσία κόσμου στις αίθουσες.

Η υπόθεση: Ο Χεσμάτ είναι ένας συνηθισμένος οικογενειάρχης, που ζει στην Τεχεράνη. Είναι παντρεμένος με μια δασκάλα, έχουν μια μικρή κορούλα, φροντίζει την άρρωστη πεθερά του, η καθημερινότητά του είναι όπως όλων των άλλων κοινών θνητών. Απλά, μάλλον παίρνει πολλά χάπια. Και η δουλειά του είναι πάρα πολύ συγκεκριμένη. Και άγρια. «She Said, ‘You Can Do It'»: Ο Πόγια είναι ένας φαντάρος, που βασανίζεται από την ιδέα πως είναι υποχρεωμένος το επόμενο πρωινό, να κλωτσήσει μια καρέκλα πάνω στην οποία στέκεται όρθιος ένας φυλακισμένος και να τον οδηγήσει έτσι στον θάνατό του. Μπορεί να ξεφύγει από αυτήν τη δυσβάσταχτη υποχρέωση; Και πως μπορεί να τον βοηθήσει η κοπέλα του; 

«Birthday»: Ο Τζαβάντ είναι ένας φαντάρος, που έχει πάρει τριήμερη άδεια. Και πηγαίνει στην ιρανική ενδοχώρα προκειμένου να συναντήσει την αγαπημένη του Νάνα, που έχει γενέθλια. Θέλει να επισημοποιήσει τη σχέση τους κι έχει και το δαχτυλίδι για να το φέρει εις πέρας. Όμως, η οικογένεια της Νάνα, όπως και η ίδια, θρηνούν για τον χαμό ενός ανθρώπου, ο οποίος εκτελέστηκε... «Kiss Me»: Ο Μπαχράμ είναι ένας γιατρός, που ζει με την σύζυγό του κάπου στην επαρχία. Πλέον, ασχολείται με την μελισσοκομία. Θα φιλοξενήσει την ανιψιά του, την Ντάρια, που επιστρέφει στο Ιράν από τη Γερμανία όπου έχει μεγαλώσει, για να της πει ένα μυστικό.

Η άποψή μας: Ενώ στην αρχή της καριέρας του ο Rasoulof επέλεγε να κάνει έμμεση κριτική στο καθεστώς της χώρας του, χρησιμοποιώντας αλληγορίες, φοβούμενος ενδεχομένως και τις συνέπειες, πλέον, σε κάθε του νέα ταινία, είναι ολοένα και πιο ξεκάθαρος και πιο in your face. Πλέον, δεν φοβάται. Τι να φοβηθεί ο άνθρωπος; Τόσα χρόνια κυνηγιέται από το καθεστώς, τόσα χρόνια του αρνούνται να γυρίζει ταινίες, τόσα χρόνια έχει μείνει στη φυλακή. Τόσο αυτός όσο και ο συμπατριώτης του Jafar Panahi, συνεχίζουν να δημιουργούν κάτω από αντίξοες συνθήκες. Με γυρίσματα στα κρυφά, με τη βοήθεια άλλων συναδέλφων τους, με κάθε τρόπο, βρίσκουν τρόπο να εκφραστούν καλλιτεχνικά. Με κόστος. Αλλά και τι να κάνουν; Να τα παρατήσουν; Δύσκολα. 

Τούτη η ταινία του Rasoulof είναι σπονδυλωτή, δομείται από τέσσερις επιμέρους ιστορίες – βινιέτες, έχει διάρκεια δυόμιση ολόκληρες ώρες και είναι ένα κατηγορώ εναντίον της θανατικής ποινής. Όχι όμως ακαδημαϊκό. Όχι κατηγορώ για το κατηγορώ. Όχι ακραία στρατευμένο. Το Ιράν είναι ανάμεσα σε εκείνες τις χώρες στις οποίες η θανατική ποινή συνεχίζει να υφίσταται. Άλλες χώρες – παραδόξως, οι περισσότερες στην Ασία – στις οποίες ισχύει η θανατική ποινή είναι η Κίνα, η Βόρεια Κορέα, η Ινδονησία, η Ιαπωνία, το Πακιστάν και βεβαίως, κάποιες Πολιτείες των ΗΠΑ. Και στις περισσότερες από αυτές, εκείνοι που εκτελούνται, εκτελούνται για τα πιστεύω τους. Άσχετα που η εξουσία τους βαφτίζει εγκληματίες, ανθρώπους που... αξίζει να πεθάνουν. 

Το εξαιρετικό με την ταινία του Rasoulof είναι το γεγονός ότι θέτει πολύ ενδιαφέροντα ερωτήματα και αναγκάζει τον θεατή να δώσει τις δικές του απαντήσεις: εσύ τι θα έκανες στη θέση των πρωταγωνιστών κάθε μίας από τις ξεχωριστές ιστορίες; Αν νομίζετε πως οι απαντήσεις είναι εύκολες, είστε πολύ γελασμένοι. Τα πράγματα δεν είναι άσπρο και μαύρο. Κι απ' έξω από τον χορό πολύ εύκολα κρίνεις: όταν χορεύεις αρχίζουν τα δύσκολα. Κάθε ιστορία τσεκάρει το θέμα της θανατικής ποινής με διαφορετικό τρόπο. Κυρίως ενδιαφέρεται για τον αντίκτυπο που έχει αυτή στην καθημερινή ζωή των Ιρανών. Η πρώτη ιστορία είναι μάλλον και η πιο ενδιαφέρουσα. Όσο πρέπει αφαιρετική, όσο πρέπει λιτή, σε κερδίζει από τις λεπτομέρειες και το βάθος της. 

Ο πρωταγωνιστής, ο Χεσμάτ, είναι ένας απολύτως φυσιολογικός άνθρωπος με μια απολύτως φυσιολογική ζωή. Βαρετή, μέσα στην επανάληψη, μέσα στην ανία. Γιατί ο Rasoulof μας δείχνει ολόκληρη τη διαδικασία αυτού του ανθρώπου να μπει στο αυτοκίνητο, να βγει από το πάρκινγκ, να οδηγήσει σε διαδρόμους; Γιατί συσσωρεύει την ένταση κάτω από την απόλυτη ηρεμία; Γιατί καταπίνει χάπια ο δικός μας; Γιατί στέκεται παγωμένος μέσα στη νύχτα μπροστά σε έναν φωτεινό σηματοδότη, που μία δείχνει πράσινο, μία δείχνει κόκκινο; Πού πηγαίνει μέσα στα άγρια χαράματα; Το φινάλε τούτης της ιστορίας είναι συγκλονιστικό. Και η επιρροή που αφήνει στον θεατή είναι τεράστια, καθώς σε πιάνει εξαπίνης. Τρομερό. 

Η δεύτερη ιστορία είναι κατά τη γνώμη μου η πιο αδύναμη. Είναι περισσότερο θεατρική ως δομή και περισσότερο... αισιόδοξη απ' όσο όλο το υπόλοιπο φιλμ. Και το «Bella ciao» μέσα στο αυτοκίνητο διαφυγής δεν ακούγεται τόσο... επαναστατικό όσο πχ στο «Casa de papel» (χα!), αλλά κατά τη γνώμη μου δηλώνει μια αδυναμία του σκηνοθέτη. Προσωπικά, θα έβαζα τούτη την ιστορία στο τέλος, για να χαλαρώσει ο θεατής, να κλείσει η ταινία με μια πιο αισιόδοξη νότα. Ας είναι. Η τρίτη ιστορία είναι η δεύτερη πιο αγαπημένη μου. Εδώ, ο Rasoulof στήνει μερικές εξαιρετικές, λυρικές σκηνές, άφατης ομορφιάς. Ο φαντάρος πλένεται στα ύδατα του ποταμού δύο φορές, ωσάν να προσπαθεί να εξαγνιστεί, να καθαρίσει τη βρωμιά από πάνω του, το στίγμα, την ενοχή. Η πανέμορφη αρραβωνιαστικιά του, τον αγαπά. Όταν όμως μαθαίνει τον τρόπο με τον οποίο ο αγαπημένος της έπαιρνε τις τριήμερες άδειες, αδειάζει. Φτάνει κοντά στο να πράξει το αδιανόητο. Κι αυτό όταν λίγο νωρίτερα έβαζε σπυριά από ρόδι πάνω στο πρόσωπο του φαντάρου: τι υπέροχη σκηνή! Και η βροχή μετά την αποκάλυψη και την εγκατάλειψη έρχεται να σφραγίσει την ιστορία. Εδώ, ο νεαρός φαντάρος, απλά υπακούει στην εξουσία. Εδώ, η θεία της νεαρής λέει τη φράση – κλειδί της ταινίας: «η δύναμή σου είναι να λες όχι». Στην οποία ατάκα πάντως, ο νεαρός φαντάρος έχει μια πολύ λογική απάντηση: «αν πούμε όχι, θα καταστρέψουν τη ζωή μας». Εσείς, λοιπόν, τι θα κάνατε; 

Στην τέταρτη και τελευταία ιστορία, την Ντάρια υποδύεται η πανέμορφη κόρη του σκηνοθέτη, η Baran Rasoulof. Ένα μυστικό κρύβεται πίσω από την ιστορία. Ένα μυστικό, που οι πιο πεπειραμένοι από τους θεατές θα καταλάβουν αμέσως. Ένα μυστικό, απότοκο ενός δραματικού γεγονότος. Και η υπέροχη αλεπού στο φινάλε έρχεται να κλείσει την ταινία απλά, λιτά, ταπεινά μα και τόσο γενναιόδωρα. Κι εδώ, έρχεται και συναντά μεταφυσικά το «Ου φονεύσεις» του Kislowski, με το οποίο η ταινία έχει εκλεκτικές συγγένειες. Ναι, στον κόσμο μας υπάρχει κακό. Το πως το αντιμετωπίζουμε, το πως στεκόμαστε απέναντί του, λέει πολλά για εμάς, για την κοινωνία, για το κράτος. Οδόντα αντί οδόντος και οφθαλμός αντί οφθαλμού κι όλοι θα γίνουμε φαφούτηδες και τυφλοί. Και η ταινία ξεφεύγει από τα στενά όρια του Ιράν και αποκτά οικουμενική διάσταση.

Δεν Υπάρχει Κακό (Sheytan vojud nadarad / There Is No Evil) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Ama Films!
Περισσότερα... »

Κβο Βάντις, Άιντα? (Quo Vadis, Aida?) PosterΚβο Βάντις, Άιντα?
της Jasmila Zbanic. Με τους Jasna Đuričić, Izudin Bajrović, Boris Isaković, Johan Heldenbergh, Raymond Thiry, Emir Hadžihafizbegović.

Θεός αν είναι...
του zerVo (@moviesltd)

Όσο κι αν μοιάζει απίστευτο, ούτε καν εκατό χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο που λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα της ταινίας, μόλις έντεκα χειμώνες πριν, μια και μόνη χρονική ανάσα δηλαδή, διοργανώθηκαν Ολυμπιακοί Αγώνες, το σημαντικότερο και συμβολικότερο γεγονός στον κόσμο. Τότε, το Σεράγεβο, μια από τις μεγαλύτερες σε πληθυσμό πόλεις της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας, κράτους πολυσυλλεκτικού σε θρησκείες, πολιτισμούς και το κυριότερο σε εθνότητες, μα υπερήφανο σε τέτοιο βαθμό ώστε να ξεχωρίζει επί όλων των ισοδύναμων του, σε οποιονδήποτε τομέα, είχε κριθεί ως μέρος ασφαλές και γόνιμο για να φιλοξενήσει τον σπουδαιότερο θεσμό του πλανήτη. Δεν είχε πάρει μπροστά βλέπεις ακόμα η δυτική, ιμπεριαλιστική, διαιρετική προπαγάνδα, που τσάκισε, απούσης της σιδερένιας στραταρχικής πυγμής, την υποδειγματικής πολιτικοκοινωνικής λειτουργείας ομοσπονδία, δημιουργώντας ανεξάρτητα κράτη - δορυφόρους των εκάστοτε ισχυρών πατρόνων της EU. Δεν ήθελε άλλωστε και πολύ κόπο για να στηθεί αυτό το δολοφονικό πανηγύρι, αρκούσαν μια φούχτα νατοικές προβοκάτσιες, για να βουτηχτούν οι μέχρι πρότινος, ετερόκλητης παράδοσης, μα για μισό αιώνα ειρηνικά συνυπάρχοντες κόσμοι, στον πιο άδικο των πολέμων. Τον εμφύλιο σπαραγμό. Επαγγελματικά πολιτικάντικα τεχνάσματα των Γερακιών, που με σταθερά γοργούς ρυθμούς κατάφεραν να διοργανώσουν μέσα σε κλίμα νοσηρού μίσους, έως και μαζικές γενοκτονίες, σαν κι εκείνη την δυσβάσταχτη που συνέβη το καλοκαίρι του 95 στην πονεμένη κωμόπολη της μουσουλμανικής Βοσνίας.

Κβο Βάντις, Άιντα? (Quo Vadis, Aida?) Quad Poster
Ξημερώνει 11 Ιουλίου. Τα στρατεύματα των Σερβοβοσνίων, κάτω από την άτεγκτη καθοδήγηση του στρατηγού Μλάντις προελαύνουν στην συνοριακή οδό της Ερζεγοβίνης. Δεκάδες χιλιάδες άοπλοι πολίτες, γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι, στριμώχνονται στον θύλακα της Σρεμπρένιτσα, που υποτιθέμενα βρίσκεται κάτω από την κάλυψη των κυανόκρανων του ΟΗΕ. Δίνοντας τους της αίσθηση ασφάλειας, που μπορεί να παρέχει ένας διεθνής στρατός, μπροστά στην έφοδο των επί τετραετίας αντιπάλων. Τόσο εντός, όσο και πέριξ της βάσης, που διοικείται από το ολλανδικό απόσπασμα, έχουν στοιβαχτεί μυριάδες κόσμου, αναζητώντας καταφύγιο από την επέλαση των τανκς. Και τότε σκάζει το μοιραίο μαντάτο: Καμία αρωγή δεν πρόκειται να δοθεί στους πρόσφυγες, από καμία διεθνή ειρηνευτική δύναμη. Οφείλουν να παραμείνουν σιωπηλοί και να υπομένουν την τύχη τους, κατά κοινή απόφαση του "ανθρωπιστικού" Οργανισμού...

Πίσω από τα δίφρακτα, η μεσήλικας Βόσνια, πρώην δασκάλα και νυν εργαζόμενη ως διερμηνέας, Άιντα, αντιλαμβανόμενη τον υψηλό κίνδυνο που διατρέχει ο τόπος της, θα αναζητήσει μέσα στο πλήθος, τον αγαπημένο της σύζυγο και τα λατρεμένα της παιδιά, τον Χάμντια και τον Σέγιο. Ελπίζοντας πως εντός του στρατοπέδου, δεν κινδυνεύουν από την εκδικητική μανία των Σέρβων, θα καταφέρει να τους φέρει κοντά της, υπολογίζοντας πως οι Ολλανδοί θα εκτιμήσουν την συνεισφορά της και θα εντάξουν τα μέλη της φαμίλιας της στην λίστα της σωτηρίας. Φευ! Πολύ γρήγορα θα καταλάβει, πως οι ευρωπαίοι προστάτες δεν είναι τίποτα περισσότερο από πολυλογάδικα πιόνια, που δεν διαθέτουν την παραμικρή ισχύ στα χέρια τους και κρυμμένοι πίσω τα γραφεία τους, μόνο να σώσουν έστω και έναν από την διαφαινόμενη σφαγή, δεν θα καταφέρουν.

Συνεπώς η Μητέρα οφείλει να πάρει πλέον την κατάσταση στα χέρια της. Να παλέψει για το οποιοδήποτε πρόσκαιρο κέρδος, να κρύψει την δική της φοβία, να κοροϊδέψει τα τρομαγμένα βλαστάρια της πως όλα πηγαίνουν κατ ευχήν, να αστειευτεί κομματάκι μπας και σπάσει το προαίσθημα του θανάτου που ζυγώνει, να εκλιπαρήσει, τέλος, μέσα σε σπαραγμό, για την ύστατη σωτηρία. Δεν προσποιείται σε κανένα σημείο της αφήγησης πως νοιάζεται για κανέναν άλλο από τους χιλιάδες τριγύρω, πέρα από την οικογένεια της. Στον πόλεμο άλλωστε, το σύνθημα με τον σώζωντα και το σωθήτο, βασιλεύει. Ουδείς πρόκειται να την μέμψει γι αυτό, ουδείς άλλωστε θα πραγματοποιούσε το αντίθετο. 

Σιμά τριάντα χρόνια μετά τον κατακερματισμό της γειτόνισσας μας, οι πληγές όλων όσων βίωσαν τα αποτρόπαια εγκλήματα που προκάλεσε η φίλια διαμάχη, είναι ακόμη ορθάνοιχτα και ανεπούλωτα. Πλέον όμως, με τον νου σκεπτόμενο με υγεία και όχι με ανταποδοτική παρόρμηση, στην θωριά των μυριάδων, ένθεν κακείθεν, νεκρών, κανείς δεν ζητά πλέον τιμωρίες και αγχόνες. Παρά μόνο λυτρωμό και γαλήνεμα της ψυχής. Τρεις δεκαετίες μετά την ανείπωτου θρήνου σύρραξη, καταλαβαίνει κανείς πως εντέλει ούτε φυλετικές, ούτε θρησκευτικές ρίζες είχε, παρά μόνο αποικιοκρατικά διχαστικές εφορμήσεις της μιλιταριστικής μπότας των απανταχού Ράιχσταγκ. Ποτέ στο φιλμ δεν ακούγονται λέξεις όπως Ισλάμ, Μουσουλμάνος, Χριστιανός ή Ορθόδοξος. Άνθρωποι είναι οι από δω, άνθρωποι και οι από κει. Και στα χέρια τους κραδαίνουν τα μαχαίρια που τους τα τοποθέτησαν οι εκμεταλλευτές πλέον, των διαμοιρασμένων στην Μονόπολη εδαφών. Της άχτουνγκ Κροατίας, της μποντζόρνο Σλοβενίας, ακόμη ακόμη κι εκείνης της ισοπεδωμένης μέχρι τα θεμέλια από τα Τόμαχοκ, Σερβίας, που προβάρει κοστούμι εισόδου της στην Συμμαχία. Την Βορειοατλαντική...

Με την πτώση κιόλας των σιωπηλών τίτλων της έναρξης, στην καρδιά του θεατή υφίσταται το συναίσθημα του να γνωρίζει την απόληξη της ιστορίας, συνεπώς να προετοιμάζεται κάδρο με το κάδρο για το μοιραίο φινάλε. Το γεγονός αυτό όμως, ουδέποτε παγιδεύει την σκηνοθέτιδα, ώστε να διαπράξει το δημιουργικό ατόπημα μιας φρενήρους ιστορικής εποποιίας. Αντιθέτως η ματιά της εξαίρετης Jasmila Zbanic, λειτουργεί απολύτως αφαιρετικά, σε πλήρη ηρεμία και χωρίς τις παραπλανητικές εκρήξεις που ενδεχόμενα θα προκαλούσαν τα ποτάμια αίματος στο εκράν. Στο οποίο δεν εμφανίζεται ούτε μισή σταγόνα από δαύτο το κόκκινο. Παρά μόνο τα πάντα αφήνονται στην σκέψη, εν ώρα βάδισης προς την θανατική τους ολοκλήρωση. Δίχως ορθή έμπνευση κάτι τέτοιο θα κατέληγε σε όλεθρο. Εδώ με τόσο μελετημένο και συναφές σενάριο, που δεν στοχεύει στο να μεγεθύνει το χάσμα ανάμεσα στους αντιμαχομένους του τότε, παρά μόνο να δράσει ανθρωπιστικά, φωτεινά κι ελπιδοφόρα, όλα μοιάζουν δομημένα άρτια, στην προβολή του απέραντου θανατικού. Και αντάμα ζωγραφίζονται οι πραγματικοί δολοφόνοι, οι αληθινοί δράστες του μακάβριου εγκλήματος. Όχι οι οπλοφόροι αντίζηλοι της εθνοτικής βεντέτας, αλλά εκείνοι που τους έζωσαν με τα άρματα, φροντίζοντας καλά να αδειάσουν απανταχού τα πυρά τους. Κουνώντας μόλις το μικρό τους δαχτυλάκι.

Η καθαρής και όχι θολής, τάχαμου προκλητικά ουδέτερης ματιάς Άιντα, δεν έρχεται εδώ για να φωτίσει το ιστορικό συμβάν, προς πρόσκαιρο όφελος μιας, ακόμη, πάμφτωχης χώρας, που δεν έχει καταφέρει να βάλει μισό τσιρότο πάνω στα σκισίματα του κορμιού της. Με αφάνταστη βοήθεια από την, πιο αληθινή δεν γίνεται, ερμηνεία της καταπληκτικής Σέρβας ηθοποιού Jasna Djuricic, το φιλμ ορίζει μια ολόσωστη δραματοποίηση των τραγικών γεγονότων, προς ανάδειξη του ενός και μοναδικού γεννήτορα των παγκόσμιων δεινών. Του πολέμου, ειδικά του αδελφικού. Αυτού που συμβαίνει μεταξύ έως τα χτες φίλων, κολλητών, συμμαθητών, συντρόφων, έστω κι άλλης θρησκείας, φυλής ή ράτσας. Που είναι και ο πικρότερος. Αλλά κι ο ευκολότερος για τους αποσχιστικούς δαίμονες να τον στήσουν. Και στο τέλος, να απολαύσουν σαν μοντέρνοι χαιρέκακοι Νέρωνες, τις φλόγες του να κατακαίουν τα πάντα, μοιράζοντας τρισαλί σε κάθε αντιμαχόμενη γη. Θα έρθει κάποια βολά η ώρα της πληρωμής. Θεός, είναι.

Κβο Βάντις, Άιντα? (Quo Vadis, Aida?) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την One from the Heart!
Περισσότερα... »

Μόνη με τα Όνειρα της (Picciridda - Con i piedi nella sabbia / Alone With Her Dreams) Poster ΠόστερΜόνη με τα Όνειρα της
του Paolo Licata. Με τους Marta Castiglia, Lucia Sardo, Tania Bambaci, Katia Greco, Loredana Marino, Maurizio Nicolosi, Ileana Rigano.


Μια πιτσιρίκα μεγαλώνει
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Zitti E Buoni...

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο 40χρονος Σικελός σκηνοθέτης Paolo Licata. Το σενάριο της ταινίας βασίζεται στο ομώνυμο μπεστ σέλερ της Catena Fiorello – μαζί της συνυπογράφουν το σενάριο. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ της Ταορμίνα (στη Σικελία) τον Ιούλιο του 2019. Εκεί, τιμήθηκε με το βραβείο σεναρίου, από μια κριτική επιτροπή, πρόεδρος της οποίας ήταν ο πολύς Oliver Stone, ο οποίος είχε να πει τα καλύτερα για την ταινία.

Μόνη με τα Όνειρα της (Picciridda - Con i piedi nella sabbia / Alone With Her Dreams) Poster Πόστερ Wallpaper
Τα γυρίσματα της ταινίας Picciridda - Con i piedi nella sabbia έγιναν στα νησιά Αιγάδι (Φαβινιάνα και Λεβάντσο), το όνομα των οποίων προέρχεται από την αρχαιοελληνική τους ρίζα ως “νησιά των κατσικιών”. Κι ολόκληρο το καστ της ταινίας προέρχεται από την Σικελία. Τέλος, να σημειώσουμε πως η η Ileana Rigano, που υποδύεται τη θεία Πίνα στην ταινία, πέθανε στις 31 Μαΐου του 2020 στη Ρώμη, σε ηλικία 73 ετών.

Η υπόθεση: Τέλη της δεκαετίας του 1960, Σικελία. Οι γονείς της 11χρονης Λουτσίας μεταναστεύουν στη Γαλλία προς αναζήτηση εργασίας κι ενός καλύτερου μέλλοντος για όλη την οικογένεια. Μαζί τους πηγαίνει και ο μικρότερος αδελφός της. Η Λουτσία αναγκάζεται να μείνει μαζί με τη γιαγιά της, τη Μαρία, μια κυριαρχική, δυναμική γυναίκα, που δεν θέλει πολλά πάρε δώσε με τους συγχωριανούς της και ιδιαίτερα με την αδελφή της, την Πίνα. Κάτι έγινε στο παρελθόν ανάμεσα στις δύο γυναίκες, που δεν το γνωρίζει κανείς εκτός από τις δυο τους. Για πολλούς η γιαγιά Μαρία είναι Δόνα, μιας που κανείς δεν τη συναγωνίζεται στην περιποίηση των νεκρών πριν οδηγηθούν στην τελευταία τους κατοικία. 

Για άλλους, η γιαγιά Μαρία είναι «στρατηγός», μιας που είναι αυστηρή και επιδιώκει να γίνεται πάντοτε το δικό της, χωρίς να συγχωρεί. Η συνύπαρξη της Λουτσίας με τη γιαγιά της δεν είναι και το ευκολότερο πράγμα στον κόσμο. Εντέλει, θα βρει τα πατήματά της: ναι, ακολουθεί τις επιταγές της γιαγιάς της παραμένοντας παράλληλα ανεξάρτητη. Καθώς η Λουτσία οδηγείται στο να αποχαιρετιστεί την ανήλικη ζωή, η παιδική της αθωότητα χάνεται υπό το βάρος ενός αποτρόπαιου οικογενειακού μυστικού, για το οποίο η νεαρή κοπέλα θα πληρώσει βαρύ τίμημα.

Η άποψή μας: Πολύ θα ήθελε φαντάζομαι να πλασαριστεί ως ο νέος Tornatore ο φιλόδοξος πρωτάρης σκηνοθέτης τούτης της ταινίας. Μάλιστα, σε συνέντευξή του δήλωσε πως πολύ θα ήθελε η ταινία του να ήταν η πρόταση της Ιταλίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ το 2020! Πάντα υποστηρίζω πως το να έχεις υψηλές βλέψεις δεν είναι καθόλου άσχημο, ίσα ίσα μπορεί να σε βοηθήσει τα μάλα, καλό όμως είναι να υπάρχει και το ανάλογο γνώθι σαυτόν, έτσι; Τούτη η ταινία λοιπόν κουβαλάει επάνω της όλο εκείνο το φολκλόρ εξαιτίας του οποίου θα μπορούσε μια χαρά να καταναλωθεί στις ΗΠΑ... κατά τη δεκαετία του '90. Για τη σημερινή εποχή μοιάζει ελαφρώς παράταιρη. Επ' ουδενί δεν μιλάμε για κακή ταινία, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό. 

Απλά είναι εντελώς γυρισμένη by the book, μη αιφνιδιάζοντας τον θεατή της σε κανένα σημείο της. Πλάνα γεμάτα λυρισμό, άλλα νοσταλγικά, όμορφη συνοδευτική μουσική και κυρίως αξιοπρεπέστατες ερμηνείες. Η πιτσιρίκα (χα, οι Ιταλοί χρησιμοποιούν τη λέξη piccirida με το ίδιο ακριβώς νόημα) που υποδύεται την Λουτσία όσο είναι ανήλικη, είναι ταλαντούχα και καθόλου δεν παίζει ως παιδί. Και η ερμηνεία της Lucia Sardo, που υποδύεται την Δόνα Μαρία, είναι άψογη. Η Δόνα Μαρία προσπαθεί να προστατέψει την μικρή Λουτσία από την πατριαρχία και τις άθλιες εκφάνσεις της. Κάνει ό,τι μπορεί. 

Έλα όμως που καμιά φορά η ξεροκεφαλιά και η άγνοια κινδύνου αλλά και η πεποίθηση πως ούσα νέα, δεν χρειάζεται να ακούει κανέναν, πόσο μάλλον τη γιαγιά της, δεν θα βγει σε καλό στην Λουτσία. Μια ένσταση εδώ (μικρή, μεγάλη, θα αποφασίσετε κι εσείς αφού και εφόσον δείτε την ταινία): δεν ξέρω ρε παιδί μου αν τόσο πολύ μας έχει επηρεάσει όλη η φιλολογία πάνω στο κίνημα metoo, αλλά μερικές φορές τα πλάνα με τα οποία παρουσιάζει την Λουτσία ο σκηνοθέτης, είναι θαρρείς ανάρμοστα αισθησιακά. Γιατί να μας τη δείξει την μικρή με το βρακί της από πίσω; Ίσως να υπερβάλλω αλλά δεν μου φάνηκε αθώο αυτό. Όπως και το ξεκούδουνο βάδισμα της ξαδέλφης της Λουτσίας, όπως τη γέννησε η μάνα της προς τον γκρεμό, δεν δείχνει να έχει κάποια δραματουργική σημασία, καθώς μετά από αυτήν τη σκηνή, δεν την ξαναβλέπουμε. Βέβαια, μπορεί να λειτουργεί ως προοικονομία του τι θα ακολουθήσει σχετικά με την Λουτσία, αλλά και πάλι, μπορεί κανείς να πει ότι λειτουργεί ως οφθαλμόλουτρο και τίποτε παραπάνω. 

Εν κατακλείδι, αυτή είναι μια ταινία που με πιο γνωστούς ηθοποιούς και καλύτερο σκηνοθέτη (όχι απλώς ικανό διεκπεραιωτή) θα μπορούσε να αφορά μεγάλη μερίδα κοινού λίγες δεκαετίες πριν. Λαϊκό μελόδραμα, που δεν θα σε «χαλάσει», και ίσως αν το πετύχαινες στην τηλεόραση να του έδινες μια ευκαιρία, χαζεύοντάς το.

Μόνη με τα Όνειρα της (Picciridda - Con i piedi nella sabbia / Alone With Her Dreams) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Enorama!
Περισσότερα... »

Venom 2 (Venom: Let There Be Carnage) PosterVenom 2
του Andy Serkis. Με τους Tom Hardy, Michelle Williams, Naomie Harris, Reid Scott, Stephen Graham, Woody Harrelson.


Πεταμένα Λεφτά
του gaRis (@takisgaris)

Για μένα υπάρχουν, τουλάχιστο σε αδρές γραμμές ιδωμένο, δυο βασικές σχολές σινεμαδοκριτικής: Μια είναι η φάση του «γράφω ό,τι βλέπω και κρίνω όπως το αισθάνομαι», η οποία φαντάζει, αν όχι πιο αυθεντική, σίγουρα πλέον αυθόρμητη και πηγαία. Η έτερη έχει να κάνει περισσότερο με το που τοποθετείται στο γενικότερο πλαίσιο η προκειμένη ταινία, ως είδος, ακόμη κι ως πρότζεκτ. Το μπακστέιτζ φερειπείν. Όταν ξεκινούσα προ 20ετίας να γράφω στο διαδύχτι, τραβούσα ντουγρού στον πατσά. Ρώτα με σήμερις αν γουλάρεις. Έχω πλέον φύγει στην άλλη μεριά. Ωρίμανση δε το λέω εύκολα. Ίσως cineιδητοποίηση του κινηματογραφικού σύμπαντος και της κατασκευής του πιότερο (με τη δεδομένη παραδοχή πως δεν είμαι ικανός να φκιάσω ούτε μια εντελώς μέτρια ταινία από δαύτες που ευκόλως ξωρίχνω στην πυρά- στην πυρά - με τις ξενέρωτες, που λέει και η εθνική ποπ αοιδός).

Venom 2 (Venom: Let There Be Carnage) Quad Poster
Μεταφράζω: Ο παλαιών πατρών εαυτός μου θα διέγραφε μονοκοντυλιά το Venom: Let There Be Carnage ως ένα ανακυκλωμένο σκουπίδι, ξέχειλο σε απλώς ανεκτό CGI, χωρίς νόημα και σκοπό στο σελουλόιντ, ακόμη και στα στενά πλαίσια του Spiderman sidekick εντός της Marvelοχώρας. Ένα νεκροταφείο καλοπληρωμένου ταλάντου των Tom Hardy (Venom / EddieBrock), Woody Harrelson (Cletus Kasady), Michelle Williams (love interest του Χάρντι) και Naomi Harris (mutant πόθος του Harrelson). Μια εντελώς ακεντράριστη σκηνοθετικά και ανύπαρκτη σεναριακά δουλειά του ημίθεου Γκόλαμ / Σήζαρ παπετά Andy Serkis (που τα είχε πάει μια χαρά στο πρωτάρικό του Breathe). Μια σηκουελιανή σάχλα που απλώς στέκεται μια ίντσα πιο ψηλά από το ανεκδιήγητο πρώτο φιλμ, χάρη στο εις διπλούν αστεϊστικο odd couple εύρημα των Venom / Cletus να έχουν νταλαβέρια με τα συμβιωτικά τους (εντελώς υπαρκτές εξωγήινες τερατομορφές, που τους προκαλούν καραμπινάτη σχιζοφρένεια) προτού επιδοθούν στην επίλυση των μεταξύτωνε λογαριασμών. 

Έλα όμως που η πλήρως αδικαιολόγητη προσκόληση στο PG13 (που δε βοήθησε τόσο εισπρακτικά αφού οι είσπραξες με το ζόρι πιάνουν τα $200+Μ του πρώτου Venom) αφαιρεί τεράστιους πόντους από την οξύτητα του εγχειρήματος, αποστερώντας το από τη δυνατότητα πρόκλησης αληθινού carnageπου θα δικαιολογούσε τον επιβλητικό του τίτλο. Ο φοβερός Hardy που ήλπιζες πως μετά το The Revenant θα ακολουθούσε μια μεγαλομεγέθη αξιακή τροχιά, να κάνει ζάφτια με τις αγριοφωνάρες του Venom, ενώ λέει έχει και writing credits στην ταινία κατά τα πρότυπα του Ryan Reynolds στα Deadpool (κάνε όνειρα Τομ). Όσο για τα κακόγουστα περουκίνια του Woody, δεν κρύβουν το (άλλο ένα) οβεράκτινγκ ενός ακόμη στοκ κακούλη. 

Στόπα όμως εξυπαρχής, εγώ δεν είμαι εγώ πχιά. Βλέπω τη μεγάλη εικόνα. Πως με τον κορώνα ξωμείναμε από εισιτήρια και πως κι αυτά, τα κατά κυριολεξία τερατογενή, είναι χρειαζούμενα για να κινείται το σύστημα και να δοθεί χώρος και μπάτζετ, που θα επενδυθεί σε πιο ανεξάρτητες παραγωγές. Αλλά ρε φίλος, δεν είναι είναι ειρωνεία τώρα που η Marvel έχει φτάσει να χτυπάει τα μεγάλα βραβεία (Black Panther) και να σμιλεύει χαρακτήρες (Avengers: Endgame) να μας σαβουρντάει αυτή την ανεκδιήγητη 90-ίλα, που επιβάλλει να κάψεις εγκέφαλο για να την παρακολουθήσεις; (Παρεμπί, στην υπόθεση του έργου δεν αναφέρθηκα παρά μοναχά ακροθιγώς, χωρίς παρεξήγηση αλλά...)

Venom 2 (Venom: Let There Be Carnage) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Minamata PosterMinamata
του Andrew Levitas. Με τους Johnny Depp, Hiroyuki Sanada, Minami, Jun Kunimura, Ryo Kase, Tadanobu Asano, Bill Nighy.


Μια Φωτογραφία Λέει Όλη την Αλήθεια
του gaRis (@takisgaris)

Ο William Eugene (Gene) Smith (1918-1978) έχει καταχωρηθεί στα κιτάπια της Ιστορίας ως ο εμβληματικός μάστορης του φωτορεπορτάζ στα χρόνια του Β’ παγκοσμίου Πολέμου. Χρησιμοποιώντας αποκλειστικά ασπρόμαυρη κάμερα, ο Τεξανός (Κάνσας) απαθανάτισε τη φρίκη των σπασμένων σαν κλωνάρια κορμιών που χάθηκαν στη μάχη όσο κανείς άλλος, έχοντας τραυματιστεί και ο ίδιος. Στη συνέχεια (1948-1954) ασχολείται με ουμανιστικά θέματα δουλεύοντας πάντα για το περιοδικό Life, από όπου αποσύρθηκε κατρακυλώντας στο αδιέξοδο της απομόνωσης και του αλκοόλ, χωρίς επαφή με την πρώην σύζυγο και τα πέντε παιδιά του. Στη Νέα Υόρκη θα τον βρει η δεκαετία του 70’, όταν μια γιαπωνέζα ακτιβίστρια, η Aileen (Minami) θα χτυπήσει την πόρτα του κατά τρεις δεκαετίες γηραιότερου Gene (Johnny Depp) για τον επαναφέρει στην ενεργό δράση και στην επανασύνδεση με τον κυνικό εκδότη του παρακμάζοντος περιοδικού Life, Robert Hayes (Bill Nighy).

Minamata Quad Poster
Ο επόμενος προορισμός του τώρα είναι το γιαπωνέζικο ψαροχώρι Minamata στα 1971. Εκεί συντελείτο μια μεγάλης κλίμακας βιομηχανική μόλυνση του οικοσυστήματος από βαρύ μόλυβδο, που θέριζε τις ζωές των εκεί διαμενόντων οικογενειών, που συνάμα εργάζονταν για την παγκοσμίου εμβέλειας εταιρία παραγωγής χημικών, με την επωνυμία Chisso. Η άφιξη του Gene θα τον κάνει, μετά από μια σειρά τραυματικών επεισοδίων και ανένδοτου αγώνα, να αφουγκραστεί τα δίκαια αιτήματα των μαστιζομένων κατοίκων και να επιστρατεύσει την κάμερά του στην υπηρεσία της αποκατάστασης των θανατηφόρων ζημιών στην περιοχή και ιδιαίτερα επί των αθώων παιδικών ψυχών. Η ιστορία είναι πραγματική, με τον γάμο των Gene - Aileen και το σοβαρό τραυματισμό του πρώτου από τραμπούκους της εργοδοσίας να ολοκληρώνουν την αποστολή του, χαρίζοντας φωνή στους αδικημένους και ένα τρανό εκδοτικό χιτ στο περιοδικό Life. 

O σκηνοθέτης / σεναρίστας του Minamata, Νεοϋορκέζος Andrew Levitas (Lullaby, 2014), με θητεία σε διαφορετικές πλατφόρμες και installations, έχει την καρδιά του στη σωστή θέση, επιχειρώντας να αναδείξει, μέσα από τη βιογραφία ενός σημαντικού φωτογράφου, ένα ακόμη οικολογικού περιεχομένου πρόβλημα και να καταγγείλει το κλασικό δίπολο, πίσω από μια οιαδήποτε καταστροφή του περιβάλλοντος: Κρατική αναλγησία και επιχειρηματική απληστία. Δεν αποφεύγει τον διδακτισμό, προς τιμήν του όμως το να κρατήσει τους περισσότερους επί της Μιναμάτα διαλόγους στην ιαπωνική, κερδίζοντας σε αυθεντικότητα. Ευτυχεί δε να έχει έναν Depp, αγνώριστο φυσιογνωμικά (μου θύμισε Billy Crystal της τελευταίας περιόδου, χωρίς τη λουλακί βαφή στο μαλλί) αλλά και ισορροπημένο ερμηνευτικά, παίζοντας έναν ώριμο άνδρα της ηλικίας του (γκουχ-γκουχ). Το υποστηρικτικό καστ είναι αποτελεσματικό και η αφήγηση στρωτή όμως το πράμα αργεί να απογειωθεί, περίπου στο τελευταίο μόλις δεκάλεπτο, με την αναπαράσταση της αλλά Pieta ιστορικής φωτό “Tomoko Uemura in Her Bath”. 

Ο Todd Haynes (Dark Waters) ή αν θες, το Spotlight της αντίστοιχης στρατευμένης δημοσιογραφίας επίτευγμα, δείχνουν το δρόμο μιας λιγότερο κλισέ σταχυολόγησης τοιαύτης θεματολογίας που δε λειτουργεί εντελώς αν δεν αγγίξει και την καρδιά του θεατή. Ύστερα η σκέψη πως το όλο εγχείρημα θα ήταν λειτουργικότερο ως ντοκιμαντέρ κυριαρχεί ως την τελική σεκάνς. Επίσης, αναμένεις περισσότερα από τον μαέστρο Ryuichi Sakamoto (Καλά Χριστούγεννα Μίστερ Λόρενς, Ο Τελευταίος Αυτοκράτορας) στη μουσική επένδυση. Το Minamata, γυρισμένο προ 2ετίας, είχε την ατυχία να ξωπέσει στην πορεία του προς τις σκοτεινές αίθουσες από την MGM, με την πραγματική αιτία να βρίσκεται πιο πέρα από τον κορώνα. Ο Johnny Depp, σχεδόν στιγματισμένος από το πολύκροτο διαζύγιο με την Amber Heard και τις κατηγορίες περί παρολίγον γυναικοκτονίας που κόσμησαν τα ταμπλόιντ, είναι μαύρο πρόβατο εσχάτως και έτσι αυτή η πραγματικά μεστότερη δουλειά του, μετά το Black Mass (2015), δυστυχώς μέλλεται να παραμείνει στα ψιλά γράμματα.

Minamata Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Ανάμνηση (Memoria) - Trailer / Τρέιλερ PosterΤο πέρασμα στην Κολομβία! Δραματική είναι και η νέα δημιουργία του πολυβραβευμένου Ταιλανδέζου σκηνοθέτη Apichatpong Weerasethakul, που φέρει τον τίτλο Ανάμνηση (Memoria). Το φιλμ κέρδισε το Βραβείο Κριτικής Επιτροπής στο τελευταίο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών 2021. Η Τζέσικα ζει στη Σκοτία και ασχολείται με την ανθοκομία. Όταν επισκέπτεται την αδελφή της στη Μποκοτά αρχίζει να ακούσει παράξενους ήχους ακόμα και κατά την διάρκεια του ύπνου της. Η συνεχής επανάληψη αυτών των ήχων την κάνουν να αναζητήσει την προέλευση τους.

Ανάμνηση (Memoria) - Trailer / Τρέιλερ Movie

Πρωταγωνιστεί η Tilda Swinton έχοντας στο πλευρό της τους Elkin Díaz, Juan Pablo Urrego, Daniel Giménez Cacho και Jeanne Balibar.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Οκτωβρίου 2021 από την Spentzos Films!

Περισσότερα... »

Η Οικογένεια Άνταμς 2 (The Addams Family 2) PosterΛυπούμαστε που σας ξαναβλέπουμε! Η αγαπημένη, αλλόκοτη φαμίλια επανέρχεται με τη συνέχεια κινουμένων σχεδίων Η Οικογένεια Άνταμς 2. Σε αυτήν την ολοκαίνουρια ταινία, οι Άνταμς μπερδεύονται ξανά σε παλαβές περιπέτειες και βρίσκονται μπλεγμένοι σε ξεκαρδιστικά σκηνικά, με κάθε είδους ανυποψίαστο χαρακτήρα που θα βρουν στο διάβα τους. Παραμένοντας πάντα πιστοί στη μακάβρια φύση τους, τα μέλη της οικογένειας Άνταμς κουβαλάνε όπου κι αν βρεθούν τη σκοτεινιά και την εκκεντρικότητά τους, με ξεκαρδιστικά αποτελέσματα. Οι γονείς της φαμίλιας, η Μορτίσια και ο Γκόμεζ, νιώθουν απογοητευμένοι που έχουν παραμελήσει τα παιδιά τους, τα οποία μεγαλώνουν παρακάμπτοντας τα οικογενειακά δείπνα και απασχολούνται μόνο με μακάβρια παιχνίδια τρόμου. Για να αναθερμάνουν τους οικογενειακούς δεσμούς, αποφασίζουν να μπουν όλοι μαζί στο Στοιχειωμένο τροχόσπιτο και να κάνουν κάτι ανήκουστο, να πάνε οικογενειακές διακοπές! Μάλιστα, θα αφήσουν τη Γιαγιά πίσω στο σπίτι, μόνη της... Η περιπέτεια που θα ζήσουν θα τους βγάλει από την ασφάλεια του σπιτιού τους και θα τους φέρει σε επαφή με πολλούς ανυποψίαστους χαρακτήρες. Τι θα μπορούσε, ενδεχομένως, να πάει στραβά;

Η Οικογένεια Άνταμς 2 (The Addams Family 2) Movie

Την σκηνοθεσία υπογράφουν οι Greg Tiernan και Conrad Vernon ενώ τις φωνές τους στους χαρακτήρες δανείζουν οι Oscar Isaac, Charlize Theron, Chloë Grace Moretz, Javon Walton, Nick Kroll, Wallace Shawn, Snoop Dogg, Bette Midler, Bill Hader.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Οκτωβρίου 2021 από την Tulip Ent.!

Περισσότερα... »

Η Νύχτα με τις Μάσκες 2 (Halloween Kills) PosterΤο κακό πεθαίνει απόψε! Η αναβίωση της θρυλικής «Νύχτας Με Τις Μάσκες» το 2018 από τον σκηνοθέτη David Gordon Green, σημείωσε τεράστια επιτυχία με εισπράξεις που ξεπέρασαν τα 250 εκατομμύρια δολάρια παγκοσμίως. Η ταινία έγινε έτσι το πιο πετυχημένο κεφάλαιο στην σαραντάχρονη ιστορία της σειράς Halloween, που είχε γεννήσει το μυαλό του John Carpenter. Φέτος, η εμβληματική ηρωίδα Jamie Lee Curtis, επιστρέφει στο θρυλικό ρόλο που την ανέδειξε και ο ίδιος σκηνοθέτης αναλαμβάνει ξανά τα ηνία για τη συνέχεια του αναγεννημένου μύθου, που θα αιματοκυλίσει ξανά την οθόνη. Η ιστορία ενός μασκοφορεμένου δολοφόνου χωρίς ταυτότητα και χωρίς προφανή κίνητρα για φρικτούς φόνους με ένα μαχαίρι, που επιστρέφει στη γενέτειρά του για να συνεχίσει τις σφαγές που άρχισε σαν παιδί, είναι τόσο λιτή αλλά και τόσο εύστοχη, ώστε να αποκτάει από μόνη της αρχετυπικές διαστάσεις για τα δεδομένα των μύθων του τρόμου. Το «κακό», όπως υπογραμμίζει η μυθολογία του John Carpenter, δεν βρίσκονταν μακριά μας αλλά είχε αναγεννηθεί ανάμεσά μας. Η ανάγκη του κοινού για επιστροφή σε διαχρονικές ιστορίες τρόμου, μάς φέρνει τη συνέχεια της ιστορίας του Μάικλ Μάγιερς, ενός ανθρώπου χωρίς ταυτότητα και πρόσωπο, ο οποίος επιστρέφει για να συνεχίσει το έργο της αέναης σφαγής. Στην προηγούμενη ταινία, η ηρωίδα Λόρι Στρόουντ μαζί με την κόρη και την εγγονή της, παγίδεψαν το μασκοφόρο τέρας, και το εγκλώβισαν στο υπόγειο, ωστόσο τα βαριά τραύματα που της προκάλεσε ο αιώνιος βασανιστής της, την έστειλαν εσπευσμένα στο νοσοκομείο. Αλλά όταν ο Μάγιερς καταφέρνει να απελευθερωθεί από την παγίδα, το τελετουργικό λουτρό αίματος συνεχίζεται και όλη η γειτονιά, μαζί με αρκετούς επιζήσαντες του αιμοδιψούς σφαγέα, έχει ξεσηκωθεί ενάντια στο ασταμάτητο τέρας. Οι τρεις γυναίκες αποφασίζουν να πάρουν τα πράγματα στα χέρια τους, σχηματίζοντας έναν άγρυπνο όχλο που θέλει να κυνηγήσει το τέρας που της έκλεψε τη νιότη και τη στοιχειώνει κάθε μέρα έκτοτε και να τον σκοτώσει μια για πάντα.

Η Νύχτα με τις Μάσκες 2 (Halloween Kills) Movie

Δίπλα στην Lee Curtis συμπρωταγωνιστούν οι Judy Greer, Andi Matichak, Will Patton, Thomas Mann, Anthony Michael Hall.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Οκτωβρίου 2021 από την Tulip Ent.!

Περισσότερα... »