65th BFI London Film Festival  Poster

65th BFI London Film Festival 
2 + 9 ταινίες από το φεστιβάλ 

Μετά από το πολύ πετυχημένο περσινό, πρώτο φεστιβάλ της πανδημίας, που ακολούθησε ένα μικτό σύστημα προβολών - και online αλλά και στις αίθουσες - με σαφή πριμοδότηση των online προβολών, φέτος τα πράγματα ακολούθησαν την ίδια λογική. Και πάλι υπήρχαν προβολές online, η βασική διαφοροποίηση όμως είναι πως αυτές ήταν σχετικά λίγες και από ανάμεσά τους απουσίαζαν τα βαριά χαρτιά του φεστιβάλ. Οπότε, οι 11 ταινίες που είδα όλες κι όλες, εννοείται ότι δεν είναι αντιπροσωπευτικές ενός φεστιβάλ, που πάντως δείχνει συνέπεια, είναι ανοιχτό σε πολλές τάσεις και ρεύματα, μην αδιαφορώντας ή κλείνοντας τα μάτια σε πιο μέινστριμ κράχτες. Πάντως, συνεχίζει να μου προκαλεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός πως μια κινηματογραφία όπως η βρετανική, τόσο ακμαία και τόσο σπουδαία, δεν διαθέτει ένα κινηματογραφικό φεστιβάλ ανάλογης αίγλης με εκείνα των Καννών, της Βενετίας ή του Βερολίνου ή έστω του Τορόντου ή του Σάντανς. Weird. Πάμε λοιπόν στην παρουσίαση των 2 + 9 αυτών ταινιών, σαν ένα κάουνταουν που θα καταλήξει στην ταινία που αγάπησα περισσότερο στο φεστιβάλ:

Εκτός συναγωνισμού: Titane της Julia Ducournau και Lamb του Valdimar Jóhannsson. Λοιπόν, αυτές τις δύο ταινίες τις βάζω εδώ μαζί για πολλούς και διαφόρους λόγους. Αρχικά, και οι δύο βγαίνουν στις επόμενες βδομάδες στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας: η πρώτη στις 28 Οκτωβρίου, η δεύτερη στις 4 Νοεμβρίου. Άρα, κοντός ψαλμός αλληλούια και θα έχουμε λίαν συντόμως πληρέστατες κι αναλυτικότατες κριτικές και για τις δύο αυτές ταινίες. Οπότε, δεν υπάρχει λόγος να προτρέχουμε. Δεύτερον, και οι δύο μας έρχονται από το φεστιβάλ Καννών. Η πρώτη κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα, η δεύτερη συμμετείχε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» κερδίζοντας το βραβείο «πρωτοτυπίας». Τρίτον, είναι δύο από τις πιο WTF ταινίες της χρονιάς! Δεν πρέπει να έχει δοθεί ποτέ τέτοιος Χρυσός Φοίνικας, δεν πρέπει να έχει βραβευτεί πιο παράξενη ταινία. Και τέταρτον, μιλάνε και οι δύο εμμέσως για το μέλλον – της... ανθρωπότητας – μέσω μωρών. Ναι, αλλά τι μωρών! Πιο χριστιανική παραβολή το Lamb, πιο ένωση με μηχανές το Titane, είναι σίγουρο πως θα προκαλέσουν συζητήσεις, όχι πάντα για τους καλύτερους λόγους. Λίγη υπομονή, μουάχαχαχαχαχαχαχα 

09) Wood and Water του Jonas Bak: Υπάρχει το αργό σινεμά, το πολύ αργό σινεμά και τούτη η ταινία από τη Γερμανία! Πρώτη μεγάλου μήκους (ευτυχώς, μόνον 79 λεπτά) του σκηνοθέτη, κάτι μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, έχει ως πρωταγωνίστρια τη μητέρα του, την Anke Bak, ενώ ρόλο κρατάει και η αδελφή του, η Theresa Bak. Τι γίνεται στην ταινία; Απολύτως τίποτα! Ποιο είναι, θεωρητικά, το θέμα της ταινίας; Μια γυναίκα της τρίτης ηλικίας συνταξιοδοτείται από την εκκλησία (!!!) στην οποία εργαζόταν. Και το βλέπει αυτό ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να πάει από το μικρό, επαρχιακό χωριό της Γερμανίας όπου ζει, στο γιγαντιαίο Χονγκ Κονγκ, εκεί όπου ζει επί χρόνια ο αποξενωμένος γιος της, Μαξ. Μόνο που στην γιγαντούπόλη υπάρχουν καθημερινά αναστάτωση και αναταραχές. Τόσο ο γιος της Άνκε όσο και η ίδια η πόλη, προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν την ταυτότητά τους. Και η Άνκε δεν μπορεί παρά μόνον να παρατηρεί. Το μόνο ενδιαφέρον εύρημα που βρήκα στην ταινία είναι το ρακόρ ανάμεσα στα φώτα από τον αυτοκινητόδρομο της Γερμανίας και το πέρασμα μέσα από ένα τούνελ στον νυχτερινό ουρανό του Χονγκ Κονγκ. Έξυπνο. Κι εντελώς γεια σου βρήκα το γεγονός ότι μουσική για την ταινία έχει γράψει ο... Brian Eno! Ήμαρτον. Τελευταία φορά που θυμάμαι να έχω δει ταινία με μουσικό σάουντρακ που φέρει την υπογραφή του Eno, ήταν στο «Me and Earl and the Dying Girl» από το 2015! 

08) Bienvenidos a España (Welcome to Spain) του Juan Antonio Moreno Amador: Στο έκτο του μεγάλο μήκους ντοκιμαντέρ, ως μοναδικός σκηνοθέτης, ο Amador ξεκινάει με την ανάδειξη μιας ενδιαφέρουσας κατάστασης: ένα από τα μεγαλύτερα μπουρδέλα της Σεβίλης, μετατρέπεται σε κέντρο υποδοχής μεταναστών, που ζητούν πολιτικό άσυλο. Έχει λοιπόν την ενδιαφέρουσα ιδέα, που σε τέτοιες περιπτώσεις αποτελεί το ήμισυ του παντός. Έχει και μερικά αβανταδόρικα πρόσωπα πάνω στα οποία επικεντρώνεται. Η οικογένεια από τη Λιβύη, πχ, ο γκέι νεαρός από το Μαρόκο, το ζευγάρι των λεσβιών από το Ελ Σαλβαδόρ. Μόνο που ο φίλος μας δεν στέκεται τυχερός. Ένα μετά το άλλο, τα ενδιαφέροντα πρόσωπα απλά... εξαφανίζονται! Αυτό από τη μια δίνει μια αίσθηση θρίλερ στα δρώμενα (πχ, δεν μπορείς παρά να σκεφτείς πως ο νεαρός γκέι δεν θα έχει καλά ξεμπερδέματα) από την άλλη, δεν δίνεται στον σκηνοθέτη η δυνατότητα να έχει closure στις επί μέρους ιστορίες του. Κι ακριβώς επειδή δεν έχει «κλεισίματα», «κρεμάει» επί πολύ ώρα με στιγμιότυπα αδιάφορα, πχ υπάρχει ένα σχεδόν 10λεπτο του νεαρού ομοφυλόφιλου με τον φίλο του, ο οποίος το σκάει από το κέντρο υποδοχής, και πηγαίνει στη Μαδρίτη, όπου τους βλέπουμε να φλυαρούν σε ένα μέρος με τάπας. Κάπως σώζει τα πράγματα στο φινάλε, δείχνοντας πως νέοι μετανάστες πηγαίνουν στο κέντρο, σε μια χώρα που αν μη τι άλλο, έχει ένα πρόσωπο καταδεχτικό γι' αυτούς, προσπαθώντας να βοηθήσει πραγματικά, αλλά, συνολικά, πολύ λίγα πράγματα...

07) The Dance του Pat Collins: Το δεύτερο ντοκιμαντέρ που είδα στο φεστιβάλ. Ουσιαστικά, παρουσιάζει τις προετοιμασίες για μια χορευτική παράσταση του φημισμένου (έτσι λένε, εγώ δηλώνω μαύρα μεσάνυχτα) Michael Keegan-Dolan στην Ιρλανδία. Μουσικοί και χορευτές συγκεντρώνονται και μέσα από τον αυτοσχεδιασμό, φτάνουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα. Μερικοί ήχοι, αυτοί που είχαν να κάνουν με την παραδοσιακή μουσική της Ιρλανδίας, ήταν σούπερ. Από εκεί και πέρα, το ντοκιμαντέρ απευθύνονταν αποκλειστικά σε dance afficionados. Οπότε, για μένα, παγερά αδιάφορο. 


06) La mif (The Fam) του Fred Baillif: Ο αυτοδίδακτος σκηνοθέτης από τα γαλλόφωνα καντόνια της Ελβετίας, παρουσιάζει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν κορίτσια στα όρια της ενηλικίωσης, τα οποία βρίσκουν καταφύγιο σε έναν κρατικό Ίδρυμα, ειδικό για να τις προστατεύσει. Βρίσκονται εκεί για διάφορους λόγους: οι πιο πολλές έχουν ιστορικό βιασμού από συγγενή – συνήθως τον πατέρα – άλλες έχουν μείνει ορφανές κι άλλες επιλέγουν να μείνουν εκεί για να προστατευθούν από άλλες τραυματικές εμπειρίες από το παρελθόν τους. Ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί ένα γεγονός για να πυροδοτήσει διαδοχικά την αφήγηση των επιμέρους ιστοριών των κοριτσιών, αφήνοντας χώρο να αφηγηθεί και την τρομερή ιστορία της επικεφαλής του Ιδρύματος, μιας γυναίκας ταγμένης να βοηθήσει αυτά τα κορίτσια. Θα κάνω σπόιλερ εδώ, καθώς δεν βλέπω με ποιον τρόπο τούτη η ταινία θα βρει διανομή στην Ελλάδα, οπότε δύσκολα θα την δει κάποιος-α από εσάς αγαπημένοι μου αναγνώστες. Για κάποιο διάστημα της ταινίας η εν λόγω επικεφαλής, φεύγει από το Ίδρυμα. Όταν επιστρέφει, αποκαλύπτει το λόγο: η ενήλικη κόρη της αυτοκτόνησε. Και σε μια συνάθροιση εξομολογήσεων, αποκαλύπτει και τον πραγματικό λόγο: όταν η κόρη της ήταν ανήλικη, την έστειλε για καλοκαιρινές διακοπές στο σπίτι των γονέων της. Με το που τελείωσαν οι διακοπές, ολοφάνερα η κόρη της δεν ήταν καλά. Εντέλει, αποκάλυψε στους γονείς της πως ο παππούς της την κακοποίησε σεξουαλικά. Οι γονείς της δεν μπορούσαν να διανοηθούν πως μπορεί κάτι τέτοιο να ήταν αληθινό. Το κορίτσι τους είχε τραυματιστεί σωματικά και ψυχολογικά κι εκείνοι δεν έκαναν τίποτε γι' αυτό. Το ακόμα πιο τραγικό: το επόμενο καλοκαίρι έστειλαν ξανά την κόρη τους για καλοκαιρινές διακοπές στο σπίτι των γονέων της... Αυτό πραγματικά ξεχωρίζει σε μια ταινία, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο φεστιβάλ Βερολίνου του 2021, που κέρδισε το βραβείο καλύτερης ταινίας εκεί, στο τμήμα Generations 14+ και που κουβαλάει όλα τα κουσούρια των ταινιών καλλιτεχνικής χροιάς από τη Γαλλία... 


05) Wild Indian του Lyle Mitchell Corbine Jr.: Δεν είναι πολλές οι ταινίες που έχουν γυριστεί, βάζοντας στο επίκεντρο τα προβλήματα των σύγχρονων απογόνων των Ινδιάνων. Ινδιάνοι, που είτε ζουν σε καταυλισμούς, χωρίς μεγάλες δυνατότητες για ευημερία είτε προσπαθούν ανεπιτυχώς να ενσωματωθούν στην αμερικάνικη κοινωνία, η οποία ποτέ δεν τους αντιμετώπισε με τον καλύτερο τρόπο. Στα 1980, ο Μάκουα και ο Τέντο είναι δύο έφηβοι, ξαδέλφια, που ζουν σε έναν καταυλισμό, όντας μέλη της φυλής Ινδιάνων Ανισινάμπε. Ο Μάκουα δέχεται απίστευτη βία από το συγγενικό του περιβάλλον, βία που διοχετεύει προς τα έξω. Μια μέρα λοιπόν, σκοτώνει χωρίς αφορμή έναν συμμαθητή τον οποίο ζηλεύει. Ο Τέντο είναι αυτόπτης μάρτυρας, παρά το γεγονός όμως ότι παγώνει από αυτό που βλέπει, βοηθάει τον Μάκουα να θάψουν το θύμα. Κι ερχόμαστε στο σήμερα. Ο Μάκουα – πλέον Μάικλ – είναι πετυχημένο στέλεχος εταιρίας, παντρεμένος με ένα παιδί, έτοιμος να αποκτήσει και δεύτερο. Ο Τέντο αποφυλακίζεται μετά από 10 χρόνια στη φυλακή. Το πρόσωπό του είναι γεμάτο τατουάζ. Ο Μάικλ έχει ενσωματωθεί. Τον Τέντο βασανίζει ακόμα το μυστικό της δολοφονίας του πιτσιρικά. Θα αποφασίσει να αντιμετωπίσει τον Μάικλ και να διευθετήσει το ζήτημα μια για πάντα. Ο κυνικός Μάικλ δεν θα μείνει με σταυρωμένα τα χέρια... Η σκηνοθεσία είναι μινιμαλιστική, τα χρώματα μουντά, η ατμόσφαιρα πεσιμιστική. Ο Μάκουα – Μάικλ έχει θέμα με την καταγωγή του: «είμαστε απόγονοι πολεμιστών που έχασαν». Ο αμοραλισμός του έχει ενδιαφέρον. Ο ηθοποιός που τον υποδύεται είναι υποψήφιος για βραβείο ερμηνείας στα Gotham Awards, οι υποψηφιότητες των οποίων ανακοινώθηκαν πρόσφατα. Σε μικρούς αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους βλέπουμε την Kate Bosworth και τον Jesse Eisenberg, που είναι κι ένας από τους παραγωγούς της ταινίας. Ενδιαφέρον φιλμ αλλά μέχρι εκεί. 

04) Queen of Glory της Nana Mensah: Η Σάρα είναι μια Αμερικανίδα με καταγωγή από την Γκάνα. Δουλεύει σε ένα πανεπιστήμιο στη Νέα Υόρκη, αλλά είναι έτοιμη να τα παρατήσει όλα και να ακολουθήσει τον γκόμενό της, τον επίσης ακαδημαϊκό Λάιλ, στον οποίο προσφέρεται θέση καθηγητή στο Οχάιο. Να σημειώσουμε πως ο Λάιλ είναι παντρεμένος. Τα σχέδιά της θα μπουν στην αναμονή εξαιτίας του ξαφνικού θανάτου της μητέρας της από ανεύρυσμα. Η μάνα της Σάρας λοιπόν, της άφησε κληρονομιά ένα «θρησκευτικό» βιβλιοπωλείο στο Μπρονξ, στην περιοχή όπου μεγάλωσε. Η Σάρα θέλει να πουλήσει το βιβλιοπωλείο και να εφαρμόσει το αρχικό της σχέδιο. Θα τα καταφέρει; Αυτή ήταν μια πολύ γλυκιά ταινία, στην οποία πρωταγωνίστρια ήταν η δημιουργός της, η Nana Mensah. Με μπόλικο χιούμορ, πικρό ενίοτε, η δημιουργός παρουσιάζει τι καλείται να αντιμετωπίσει μια γυναίκα γκανέζικης καταγωγής στην Αμερική, τα ιδιαίτερα ήθη και έθιμα της πατρίδας της και αυτήν την παράξενη διελκυστίνδα που καλούνται να τραβήξουν όλοι οι μετανάστες: ενσωμάτωση versus διατήρηση εθνικής ταυτότητας. Στις καλύτερες στιγμές της η ταινία μου θύμισε τον «Καπνό» του Wayne Wang. Ένα απέριττο, μικρό φιλμ, διάρκειας 70 και κάτι λεπτών, με μεγάλη καρδιά. Ωραιότατο. 

03) Language Lessons της Natalie Morales: Ο Άνταμ είναι παντρεμένος με τον Γουίλ. Ζει σε ένα υπέροχο σπίτι κάπου στην Καλιφόρνια. Για τα γενέθλιά του, ο Γουίλ του αγοράζει μαθήματα ισπανικών. Τα μαθήματα κάνει μέσω zoom (μιας που μιλάμε για την εποχή της πανδημίας) η Καρίνιο από την Κόστα Ρίκα. Ένα απροσδόκητο γεγονός μεταβάλλει κατά πολύ την κατάσταση του Άνταμ. Τα μαθήματα ξένης γλώσσας γίνονται αφορμή για τους δύο αυτούς μοναχικούς ανθρώπους να συνδεθούν βαθύτερα. Και ναι, μια ταινία ελάχιστου μπάτζετ, που ακούγεται μέχρι και βαρετή (όλα «συμβαίνουν» ενώ δύο άνθρωποι μιλάνε σε μια οθόνη) αποδεικνύεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, αστεία, τρυφερή, συγκινητική και όμορφη. Πραγματικά θετική έκπληξη η ταινία αυτή, που επισημαίνει το απλό, πως σε κάθε εποχή, ακόμα και σε αυτήν του κορωναϊού, η οποία χτύπησε ακριβώς στην αμεσότητα των ανθρωπίνων σχέσεων, η όποιου είδους και με κάθε μέσο επαφή, είναι η μοναδική μας σανίδα σωτηρίας. Υπέροχη η Morales, λάμπει στον πρωταγωνιστικό ρόλο (όντας και η σκηνοθέτρια) ενώ άξιος συμπρωταγωνιστής της – αλλά και συνσεναριογράφος – ο Mark Duplass. Μικρή αλλά ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: στο ρόλο του συντρόφου του Άνταμ στην ταινία εμφανίζεται – μόνο μέσω μιας φωτογραφίας και μέσω της φωνής του – ο Desean Terry, συμπρωταγωνιστής του Duplass στο τηλεοπτικό χιτ της Apple Tv «The Morning Show»! Να σημειώσουμε επίσης πως η ταινία κέρδισε το βραβείο κοινού στο φεστιβάλ South By Southwest, στο οποίο έκανε και την παγκόσμια πρεμιέρα της. 


02) Hinterland του Stefan Ruzowitzky. Αυτή είναι η 12η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο γεννημένος τα Χριστούγεννα του 1961 στη Βιέννη, Αυστριακός σκηνοθέτης. Το 2000 είχε γυρίσει το «Anatomie» με την Franka Potente, που είχε τόσο μεγάλη επιτυχία (και στην Ελλάδα) που γύρισε και σίκουελ. Η μεγάλη του καλλιτεχνική επιτυχία ήταν οι «Παραχαράκτες» (Die Fälscher, 2007), που είχε κερδίσει το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Η τελευταία του ταινία είναι μάλλον ό,τι πιο φιλόδοξο έχει γυρίσει. Μια ομάδα στρατιωτών επιστρέφουν στη Βιέννη, ηττημένοι, μετά το πέρας του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ένας από αυτούς ήταν ο πιο ονομαστός ντετέκτιβ της πόλης πριν τον πόλεμο. Αμέσως μετά την επιστροφή τους, κάποιος σίριαλ κίλερ αρχίζει να τους ξεπαστρεύει τον ένα μετά τον άλλο, με τελετουργικό τρόπο. Ποιος είναι και ποια είναι τα κίνητρά του; Η ταινία είναι απολύτως εντυπωσιακή. Είναι ολόκληρη γυρισμένη σε blue screen. Κι αυτή είναι μια επιλογή του σκηνοθέτη για να παρουσιάσει την Βιέννη έτσι όπως ήταν στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Φανταστείτε ένα αρτίστικο «Sin City», χωρίς την κομιξάδικη προοπτική του. Οι ρυθμοί είναι ταιριαστά αργοί, μεταξύ των πρωταγωνιστών βλέπουμε την υπέροχη Liv Lisa Fries (ναι, αυτή από το Babylon Berlin, το οποίο στην ίδια εποχή είναι τοποθετημένο) και το εξπρεσιονιστικό θρίλερ σε κρατάει σε αγωνία καθώς και σασπένς διαθέτει και ατμόσφαιρα. Πραγματικά, ένα μικρό αριστούργημα. 


01) Mass του Fran Kranz. Δύο ζευγάρια ενηλίκων συναντιούνται σε μια μικρή κάμαρα μιας εκκλησίας. Η συνάντηση έχει κανονιστεί με μεγάλη επιμέλεια και με προσοχή στις λεπτομέρειες. Κι αρχίζουν να συζητούν. Θα είναι αυτή η συζήτηση αρκετή για να μπορέσουν να ξεπεράσουν ένα τραγικό γεγονός που τις ενώνει; Τρομερή, τρομερή ταινία είναι τούτη εδώ. Ναι, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα πρώτης τάξεως θεατρικό έργο. Ο Fran Kranz, πάντως, ηθοποιός ο ίδιος, στην πρώτη του σκηνοθετική – και σεναριακή – προσπάθεια, καταλαβαίνει πως ο λόγος μπορεί να είναι η δύναμη του έργου του, θα μπορούσε όμως να χαντακώσει την κινηματογραφική διάστασή του. Καμία σχέση. Είναι μια ταινία δωματίου, ναι, η οποία βασίζεται στη δύναμη του λόγου και των ερμηνειών, ναι, αλλά είναι τόσο καλοφτιαγμένο, που απομένεις να θαυμάζεις με ανοιχτό το στόμα όλα όσα διαμείβονται επί της μεγάλης οθόνης. Από τους τέσσερις ηθοποιούς που πρωταγωνιστούν - Martha Plimpton, Jason Isaacs, Ann Dowd, Reed Birney - όλοι τους είναι μαγικοί, αλλά νομίζω πως ήρθε η ώρα για την υπέροχη Ann Dowd να κερδίσει ένα βραβείο, γιατί όχι και Όσκαρ; Ο μονόλογός της μετά το πέρας της συζήτησης, όταν επιστρέφει για να ξαναζητήσει συγνώμη, είναι συγκλονιστικός. Ενήλικο, μεστό σινεμά, για την απώλεια και τη διαχείριση, για το γιατί και για τη συγχώρεση. Πραγματικά πολύ μεγάλη ταινία. .

Θόδωρος Γιαχουστίδης