Aftersun Poster ΠόστερAftersun
της Charlotte Wells. Με τους Paul Mescal, Frankie Corio, Celia Rowlson-Hall.

That was just dream, just a dream...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Με το που έπεσαν οι πρώτες νότες του "Time Of My Life" δεν άντεξα άλλο και γύρισα αποφασιστικά προς το μέρος της: - Έλα, σήκω, πάμε να χορέψουμε! Με τόσες πολλές προστακτικές μαζεμένες σε μια μόνο φράση, δεν είχε ιδιαίτερα περιθώρια αντίδρασης. Εγώ ήδη όρθιος, ως ιδανικός καβαλιέρος, της τραβώ το κάθισμα καθώς σηκώνεται, για να βαδίσει προς την πίστα. Αέρινη, εκθαμβωτική, αστραφτερή μέσα στο κροκί της φόρεμα, με τις υφαντές δαντέλες, να ανεμίζει την νιότη της, με ύφος σοβαρό Φοντέιν, στο τέμπο ενός τραγουδιού, που μπορεί να και να άκουγε για πρώτη της φορά. Την ώρα που εγώ, άβολα βαλμένος σε εκείνα τα φαρδιά κοστούμια που διαλέγουν οι γυναίκες για τους συζύγους τους, αν είναι να παραστούν στον γάμο του εξαδέλφου, χοροπηδώ άτεχνα σε κάθε μπιτ, σαν αρλεκίνος, λες και δεν υπάρχει αύριο. Η θυγατέρα μου εκείνο το βράδυ, θα ήταν δεν θα ήταν δώδεκα χρονώ. Κι εγώ σαραντατρίω. Μαζεμένες πολαρόιντ, δεκαετίας και βάλε, που μου πέρασαν από τον νου προ ολίγου, προβληματίζοντας με, τι να σκεφτόταν άραγες το καμάρι μου, εκείνη την ώρα, που συνόδευε αυτόν τον παλαβιάρη για γονιό...

Aftersun Quad Poster
Λίγες ημέρες ξενοιασιάς και ηρεμίας μακριά από τα ζόρια της καθημερινότητας, επιθυμούν να περάσουν μαζί ο Κάλουμ και η εντεκάχρονη κορούλα του, Σόφι, σε τουριστικό θέρετρο των ανατολικών ακτών του Αιγαίου. Άλλωστε μετά τον χωρισμό από την μητέρα της, εκείνος αποτραβήχτηκε χιλιάδες μίλια μακριά από το σπιτικό τους κι αυτές οι καλοκαιρινές διακοπές, μόνοι τους πλάι στην θάλασσα, ορίζουν μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να ανταμώσουν μετά από καιρό. Κι ίσως και να γνωριστούν καλύτερα, αφού δεν έχουν και πολλές κοινές στιγμές να μοιραστούν μέχρι τώρα.

Η επανασύσταση θα συμβεί στο ταξίδι με το πούλμαν, ενώ ο πάγος θα σπάσει κομμάτια στην θωριά του, όχι ιδιαίτερων ανέσεων, ολ ινκλούσιβ ριζόρτ και του ελάχιστων τετραγωνικών μέτρων δωματίου, που πάντως διαθέτει πανέμορφη θέα στην θάλασσα. Ερχόμενη σε επαφή με έναν άγνωστο, στην ουσία, η πιτσιρίκα θα επιχειρήσει, μέσα από τις ώρες αυτής της θερινής κοινής συμβίωσης, να αποκωδικοποιήσει τον χαρακτήρα του. Δίχως όμως στην πραγματικότητα, να πετυχαίνει και πολύ εύκολα τον σκοπό της.

Διότι είναι προφανές πως η μικρή δεν τον ήθελε να ζει χωριστά, μα μέσα από το παιδιάστικό βλέμμα της, όπως είναι λογικό, θα έδινε τα πάντα οι δικοί της να ήσαν διαρκώς δίπλα της κι αγαπημένοι, μονοιασμένοι και ευτυχισμένοι. Προσδοκία που κόπηκε μονομιάς και με το καλημέρα από τον μπαμπά, που επίσης από την μεριά του, μολονότι παλεύει να δείξει τρυφερός, δεν έχει την παραμικρή γνώση του πως να συμπεριφερθεί σε ένα κοριτσάκι, που ναι μεν είναι κόρη του, αλλά μπόλικοι κρίκοι στον δεσμό τους μαζί της έχουν τσακίσει. Είναι άραγε δυνατόν η αλυσίδα αυτή να ενώσει ξανά, μέσα στα πολύ λίγα εικοσιτετράωρα που έχουν εμπρός τους? Πιθανόν καταλυτικό ρόλο να παίξει το γεγονός πως ο Κάλουμ, στην πορεία της εκδρομής, έχει γενέθλια, κλείνει τα τριάντα ένα. Ημέρα γιορτής, σκέφτεται η κοπελιά, εκεί θα νιώσουν ένα ξανά, το κορίτσι κι ο πατήρ, εκεί θα δείξουν όλη τους την αγάπη και την λατρεία.

Κι έτσι κινούνται με αργό τέμπο οι στιγμές στην αυγουστιάτικη ραστώνη, δίπλα στην αμμουδιά της πανέμορφης Μάκρης της Μικράς Ασίας, με φαγητό, κολύμπι, παιχνίδι, αραλίκι στην ξαπλώστρα, βαριεστημένα βαριετέ στο αμφιθέατρο του ξενοδοχείου. Τυπικά πράγματα. Αλλά και ζόρικα ενίοτε. Καθώς εκείνος, στα μέσα του παλεύει με δαίμονες και εχθρούς για να αποδείξει στον εαυτό του πρώτα από όλα, πως μπορεί να λειτουργήσει σαν ικανοποιητικός πατέρας. Που δύναται να παράσχει στο βλαστάρι όλα όσα εκείνο απαιτήσει, όσο κι αν κοστίσουν. Κι ας μην έχει τους παράδες να τα πληρώσει κι ας μην μπορεί να ανταπεξέλθει σε όσα του ζητήσει. Πόσο λάθος σκεπτική, δημιουργεί, είδες, η απόσταση, το κενό, η εντέλει απώλεια κάποιου, ακόμη κι αίματος σου, που δεν τον ζεις στο κάθε μέρα του.

Στην πραγματικότητα το Aftersun δεν είναι παρά ένα επίμονο ξεφύλλισμα του φωτογραφικού άλμπουμ εκείνων των διακοπών, των αρχών των 90s, στην ράχη της Μεσογείου, που η δημιουργός Charlotte Wells, στο ρούκι πόνημα της, επιχειρεί να μοιραστεί με όλους όσους θεατές, δείξουν ενδιαφέρον να μάθουν την ιστορία της. Για να το πούμε ορθότερα, είναι ένα πάτημα του record και του play της βίντεο κάμερας, που νοιάζεται να καταγράψει όλες εκείνες τις κοινές στιγμές του ντουέτου, που δεν έχει δέσει κόμπο άλυτο τα συναισθήματα του, όπως συμβαίνει στις συντριπτικές περιπτώσεις σχέσης πατέρα - κόρης. Κι η Σοφί, μολονότι πανέξυπνη, σπίρτο, διάνοια τήνε λες, δυσκολεύεται τρομακτικά να καταλάβει τα χούγια του καλού της μπαμπά. Γιατί πέφτει σε μελαγχολία, γιατί πίσω από το χλωμό χαμόγελο κρύβεται μια αδιόρατη πικρία, γιατί βυθίζεται συνεχώς σε σκέψεις, γιατί δεν την μαλώνει έστω, αν δεν πράξει το σωστό.

Στην παρούσα περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε με μια απλοϊκή περίπτωση ανάκατης και μπερδεμένης προεφηβίας, ενός κοριτσόπουλου που δείχνει και φέρεται σαφώς πιο ώριμα, ακόμη και από τα μεγαλύτερα σε ηλικία παιδιά που επίσης παραθερίζουν στο ίδιο μέρος. Αλλά για έναν συνδυασμό αυτή της δύσκολης, για κάθε παιδί εποχής, με την γνώση του ενήλικα δίπλα της, πως ποτέ του δεν υπήρξε εκείνος ο υπεύθυνος, αρμόζων, υπαρκτός το λιγότερο, κηδεμόνας που της έπρεπε. Κι αυτό τον έλκει τον όχι ώριμης λογικής άντρα όλο και πιο πολύ στον πάτο, μακριά από το οξυγόνο, τον αέρα, την ανάσα, συντρίβοντας και πνίγοντας τον. Σφάλμα να δηλώσει απών από την ζωή της. Οδυνηρό! Ατυχώς γι αυτόν, ούτε λύνεται, ούτε συγχωρείται.

Η επιλογή της δημιουργού να ακολουθήσει μεθόδους αφαιρετικές, λιτότατες στην αφήγηση της, δοσμένες μέσα από πρίσματα, είδωλα, τζάμια, καθρέφτες, ακόμη και τηλεοπτικές οθόνες, είναι πολύ ενδιαφέρουσα καθώς με μόλις δυο τρεις κουβέντες, εκτοξεύει την δραματουργία και την συγκίνηση στα ύψη. Διαφωνώ κάθετα μαζί της, αλλά δεν θα της το χρεώσω το ατόπημα, σε ένα τέτοιας περιοριστικής οικονομίας εξιστόρημα, να παρεμβάλλει ασύνδετα με την λοιπή συνάφεια, την σεκάνς του "Happy Birthday Sophie", προβάλλοντας ως άχρηστη πληροφορία, μια ιδιαιτερότητα που δεν έχει ουδεμιά σχέση με το υπόλοιπο σύνολο. Φάουλ χωρίς κίτρινη κάρτα, εξαιτίας του λυρισμού και της συνέπειας στην σωστή ανάδειξη του δίπολου φίλινγκ που επέδειξε η βρετανίδα σε ολόκληρο το υπόλοιπο χρονικό εύρος του Aftersun, που δρα σαν την ενυδατική λοσιόν για μετά τον ήλιο, απαλύνοντας τον καημό και δροσίζοντας το τραύμα, ένα πράγμα.

Και με την συνταρακτική έξοδο του, ένα "σ'αγαπώ", ένα νεύμα, ένα χαμόγελο κι ένα pause, μούλιασε με ένα πνιγμένο δάκρυ την ματιά, όποιου γνωρίζει καλά τι σημαίνει η ανάγκη της ύπαρξης της ανθρώπινης, φυσικής συνέχειας του, σιμά του, στο πλευρό του. Απίθανη η μπέμπα Frankie Corrio, με την σπινθηροβόλα έκφραση, αναμφίβολο Όσκαρ ανήλικης ερμηνείας για την χρονιά που κλείνει, μοιράζει με πάθος τις αγωνίες, τις αμφιβολίες, τις ανασφάλειες, τα ερωτήματα και κυρίως τις απορίες που τόσο λογικά γεμίζουν το άμαθο και άπειρο μυαλουδάκι όλων των παιδιών αυτής της τρυφερής ηλικίας. Και που στην adult έκφανση τους, καιρό μετά, νιώθουν, εκτιμούν και αποκωδικοποιούν τα πάντα αλλιώς. Σαν την δική μου θυγατέρα, που την ρώτησα, μεγαλωμένη πια, αν μνημονεύει τον ξέφρενο χορό μας, σε εκείνες τις παντρειές του θείου: "Φυσικά και το θυμάμαι, δεν νομίζω να σε έχω ξαναδεί ποτέ, τόσο πολύ ευτυχισμένο..."

Aftersun Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Δεκεμβρίου 2022 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Ραμπιγιέ Κουρνάζ Εναντίον Τζορτζ Μπους (Rabiye) Poster ΠόστερΡαμπιγιέ Κουρνάζ Εναντίον Τζορτζ Μπους
του Andreas Dresen. Με τους Meltem Kaptan, Alexander Scheer, Charly Hübner, Nazmi Kirik, Sevda Polat, Abdullah Emre Öztürk, Şafak Şengül.

Μάνα Κουράγιο!
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Ούτε να τον διανοηθώ δεν θέλω τέτοιο εφιάλτη. Όχι βέβαια να βρεθεί κανένα παιδί μου, ντυμένο την πορτοκαλί στολή, πίσω από τα κάγκελα σε κάποιο σωφρονιστικό καμπ, δέκα χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του. Εκεί θα με είχαν μαζέψει με τα φτυάρια. Αλλά μήτε στο κρατητήριο του τμήματος, εδώ δυο στενά παραπάνω, για εξακρίβωση στοιχείων. Σύμφωνοι δεν έχουν όλοι οι γονιοί την ίδια κράση, ούτε λογίζουν την κάθε κατάσταση μέσα από κοινό πρίσμα. Εκεί που άλλοι θα είχαν πάθει συφόρεση στο άκουσμα ενός τέτοιου κακού μαντάτου, εδώ η Κυρία, απλώς στόλισε το μαλλί πορτοκαλόξανθο, καβάλησε την ξέσκεπη Μερσέντα και κίνησε να δώσει την μάχη υπέρ του κανακάρη της. Και πολύ λογικά με αυτή της την απρόβλεπτη στάση τα κατάφερε!

Ραμπιγιέ Κουρνάζ Εναντίον Τζορτζ Μπους (Rabiye) Quad Poster
Ένα σπίτι με τέσσερις άντρες έχει να φροντίσει η νοικοκυρά Ραμπιγιέ. Τον κύρη της, ολημερίς εργαζόμενο στην τοπική αυτοκινητοβιομηχανία της Βρέμης και τα τρία της αγόρια, τον Μουράτ, τον Ατίλα και τον μικρούλη Τσεν. Και μια χαρά τα καταφέρνει, έστω κι αν οι συνθήκες, οικονομικές κυρίως, δεν είναι και οι καλύτερες για την φαμίλια της, εφόσον ως Τούρκοι μετανάστες, δεν λογίζονται πολίτες πρώτης κατηγορίας στην νέα τους πατρίδα. Μέχρι την στιγμή που ένα αβάσταχτο νέο, θα κτυπήσει την πόρτα της.

Ο μεγάλος της ο γιος, που απουσιάζει από το σπίτι για μέρες, θα εντοπιστεί στο Καράτσι του Πακιστάν, έχοντας συλληφθεί από τις αμερικάνικες αρχές, κατηγορούμενος ως δυνητικός τρομοκράτης, παρακινούμενος από τις ακραίες μουσουλμανικές του αντιλήψεις. Και θα οδηγηθεί αρχικά, δίχως να λάβει χώρα καμία δίκη, στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Κανταχάρ και ακολούθως στο κολαστήριο του Γουαντάναμο για τα περαιτέρω... Πληγωμένη βαθιά από το δράμα που βιώνει το παιδί της, αλλά και δίχως στιγμή να χάσει την ψυχραιμία της η Ραμπιγιέ, θα βάλει στόχο την απελευθέρωση του, αναθέτοντας την υπόθεση σε έναν, όχι φημισμένο, αλλά μάχιμο ποινικολόγο της πόλης.

Το ημερολόγιο δείχνει 2001 και οι Ηνωμένες Πολιτείες, πληγωμένες βαριά από το κτύπημα της Αλ Κάιντα στα Δίδυμα, έχουν εξαπολύσει μανιασμένο ανθρωποκυνηγητό για να εντοπίσουν σε όλο τον κόσμο, τους πιθανούς εξτρεμιστές που απειλούν την ακεραιότητα, μα και την κυριαρχία τους. Εννοείται πως καθείς που ταξιδεύει σε μέρη περίεργα της Μέσης Ανατολής, φορώντας το φέσι στο κεφάλι, λογίζεται ως ύποπτος, συνεπώς και αλυσοδένεται με συνοπτικές διαδικασίες και οδηγείται στα μπουντρούμια προς γενικό έλεγχο φρονημάτων. Στο συντριπτικό της ποσοστό, αυτή η παράνομη, πλην δίκαιη με βάση την λογική των Γερακιών, διαδικασία, ενδέχεται να τραβήξει χρόνια, με κάποιους φουκαράδες, που έτυχε να δηλώνουν Μωαμεθανοί, να καταλήγουν να σαπίζουν στα κελιά των φυλακών που έχει στήσει ο εκδικητικός Κύριος Τζορτζ Μπους ο νεότερος.

Μια τέτοια ιστορία αληθινή είναι και ετούτη που καταγράφεται σε φιλμ, από τον Γερμανό σκηνοθέτη Andreas Dresen, σε σενάριο της Laila Stieler (Αργυρή Άρκτος στην Μπερλινάλε '22) που βασίζεται στα απομνημονεύματα του ταλαίπωρου Μουράτ Κουρμάζ. Με την βασική διαφορά πως εδώ δεν παρακολουθούμε τα όσα τραγικά ενδέχεται να βίωσε ο ίδιος, τον καιρό της κράτησης του στα καμπ του θανάτου, αλλά τον Γολγοθά που καλείται να ανέβει μόνη, ολομόναχη, η μητέρα του, προκειμένου να τον φέρει και πάλι κοντά της.

Και αληθινά η υπόθεση της φτωχής, με υπερήφανης Ραμπιγιέ, εμφανίζει ένα έντονο ενδιαφέρον για το πως πρόκειται να εξελιχθεί, αφού σε κανένα της σημείο δεν ακολουθεί την υπερβολικά δραματική πεπατημένη, ενός Αγνοούμενου του Γαβρά ας πούμε, μα αποφασίζει να ακολουθήσει ένα πιο γλαφυρό μονοπάτι, όσο τουλάχιστον αφελείς και αγαθιάρες είναι οι κινήσεις της κεντρικής ηρωίδας. Που καλείται σαν σύγχρονος Δαβίδ, να κοντράρει ένα ολάκερο Γολιαθικό σύστημα, το οποίο αδιάφορα νίπτει χείρας, αποποιούμενο τις ευθύνες, ρίχνοντας τις στον απέναντι, μην τυχόν και βγάλει τα κάστανα από τις φλόγες. Κανένας διεθνής φορέας βλέπεις, δεν αναλαμβάνει να οδηγήσει στην δικαιοσύνη τις πομπές της Αμερικής, για εγκλήματα που, ευφυώς, λαμβάνουν χώρα εκτός της επικράτειας της (Κούβα), την ίδια ώρα που οι Γερμανικές αρχές δεν αναλαμβάνουν να υποστηρίξουν έναν ξένο πολίτη, έναν μετανάστη, που ενδεχομένως και να μην βρίσκεται νομίμως στο έδαφος τους.

Αυτά τα νομικίστικα η Rabiye όμως δεν τα καταλαβαίνει, ούτε τα κατανοεί. Δόστηνα να φτιάξει κιοφτέδες και σαρμάδες κι εκεί θα αποδειχτεί η καλύτερη του πλανήτη. Συνεπώς η συλλογιστική της ξεφεύγει ολοσδιόλου από εκείνη του επικρατούντος Δικαίου, ούσα πεπεισμένη πως το βλαστάρι της είναι αθώο και άδικα βασανίζεται στην στενή. Το ζήτημα είναι πως το αποδεικνύεις κιόλας αυτό σου το δίκιο, ειδικά όταν τα κέντρα απόφασης, βρίσκονται στην άλλη άκρη της γης κι η Μάνα Κουράγιο, δεν ξεμυτίζει καν από την γειτονιά της. Ούτε και της χρειάστηκε ποτέ να τραβήξει ρότα για παραπέρα. Κι εκεί εισέρχεται η δυναμική παρουσία του δικηγόρου Μπέρχαρντ Ντόκε (πολύ σωστό σαπόρτ από τον Alexander Scheer), που με τις γνωριμίες του θα κινήσει θέμα φλέγων, φτάνωντας ίσαμε το Σαπρίμ Κορτ της Ουάσινγκτον Ντι Σι!!!

Μεγαλεία λοιπόν για την μπουλούκα Τουρκάλα, που όσο παγώνει σαν σκέφτεται τα πάθη που περνά ο Μουράτ, άλλο τόσο κάνει κέφι τις μπίζνες κλας των αεροπλάνων, τις συναντήσεις με αστέρες του σινεμά στην άλλη άκρη του Ατλαντικού και τις ομιλίες ενώπιον κοινού, που θα την κάνουν κι εκείνη να νοιώσει πως είναι κάποια σημαντική. Αγαθοβιολοσύνη, σε κάποια σημεία της υπερβολικά τονισμένη από την αφήγηση, που οδηγείται σε μπόλικες επαναλήψεις, περισσότερο όμως για να γίνει ευρύτερα αντιληπτή η άκρατη αισιοδοξία της μάνας, πως εντός ολίγου όλα θα πάνε καλά. Και ανά δυο σκηνές οι μέρες της κράτησης αυξάνονται ραγδαία. Εκατό, πεντακόσιες, χίλιες...

Φυσικά το σημαντικότερο ατού του έργου, ορίζεται από την πληθωρική ερμηνεία της Meltem Kaptan (εξού και το σχετικό τιμητικό βραβείο στο Βερολίνο) στον αβανταδόρικο ρόλο της σύγχρονης Λωξάντρας, της καλοσυνάτα αυταρχικής μάνας που επιθυμεί να έχει τον έλεγχο των πάντων, ορίζοντας το αφεντικό - κι ας νομίζουν όλοι το αντίθετο - όχι μόνο του σπιτικού, μα ολάκερου του μικρόκοσμου της. Δίχως να ομιλεί γρι την Αγγλική, αποσπά το χειροκρότημα των διανοούμενων, δίχως να χαρακτηρίζεται από καλούς τρόπους, κερδίζει μονομιάς τον σεβασμό όλων, δίχως να ξέρει μισό νόμο, βάζει πλάτη όλους όσους πολιτικάντηδες πάνε να αδικήσουν το παιδί της. Και μέσα από την απύθμενα εξωστρεφή της συμπεριφορά και την αστείρευτη μητρική της αγάπη, που γκρεμίζει τείχη, αντιλαμβανόμαστε πως οι δημοκρατικές αξίες δεν έχουν παντού την ίδια ισχύ για όλους. Σημειωτέον πως για όλη αυτή την ανείπωτη ανθρώπινη ταλαιπωρία, διάρκειας πέντε και πλέον ετών, ουδείς από τους αντιδραστικούς εμπλεκομένους, απολογήθηκε ή ζήτησε μια απλή συγνώμη...

Ραμπιγιέ Κουρνάζ Εναντίον Τζορτζ Μπους (Rabiye) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Δεκεμβρίου 2022 από την AMA Films!
Περισσότερα... »

Νυχτερινοί Επισκέπτες (Les Passagers de la Nuit) Poster ΠόστερΝυχτερινοί Επισκέπτες
του Mikhaël Hers. Με τους Charlotte Gainsbourg, Quito Rayon Richter, Noée Abita, Megan Northam, Emmanuelle Béart, Thibault Vinçon, Didier Sandre, Laurent Poitrenaux.

Ο λαός στηρίζει, την Άλ-λά-γή!
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Το ημερολόγιο έδειχνε 26 Απριλίου του 1981, όταν ένας νέος άνεμος αισιοδοξίας και ελπίδας φυσούσε στην Ευρώπη, καθώς οι Προεδρικές εκλογές σε έναν από τους σημαντικότερους πόλους της Γηραιάς, αναδείκνυαν για πρώτη φορά νικήτρια την Αριστερά και τον ηγέτη της Φρανσουά Μιτεράν. Τάση που σαν ντόμινο παρέσυρε όχι και λίγες ακόμη χώρες της ηπείρου προς την ίδια κατεύθυνση, με αποτέλεσμα την δημιουργία ενός προοδευτικού πολιτικά τόξου, που δημιούργησε τις συνθήκες εκείνες της ανανέωσης και της ευημερίας, καιρό μετά το πέρας του Δευτέρου μεγάλου πολέμου, όπου επικράτησε η λογική της συντηρητικής σταθεροποίησης. Αυτή ακριβώς η ιστορική νύχτα, ορίζει και την απαρχή της ιστορίας που μας αφηγείται ο, μάλλον εμμονικός σε μπόλικες κονσερβαρισμένες πατέντες, Mikhael Hers.

Νυχτερινοί Επισκέπτες (Les Passagers de la Nuit) Quad Poster
Μπορεί ένα πνεύμα ενθουσιασμού να έχει σαρώσει από άκρου εις άκρο το λαμπερό Παρίσι, μετά τον θρίαμβο των Σοσιαλιστών στις Προεδρικές εκλογές, για την μεσήλικη Ελίζαμπεθ, τα πάντα μοιάζουν θλιμμένα και σκοτεινά στην καθημερινότητα της. Έχοντας πολύ πρόσφατα βιώσει την εγκατάλειψη του ανδρός της και παλεύοντας να ξεπεράσει τον καρκίνο που εμφανίστηκε στο στήθος της, η πενηντάχρονη γυναίκα, βρίσκεται μισό βήμα μακριά από την κατάθλιψη. Αναγκασμένη πλέον να βγει στην αγορά εργασίας, προκειμένου να βγάλει τα προς το ζην για να θρέψει τα δυο εφηβικής ηλικίας παιδιά της, θα βρει δουλειά ως βοηθός παραγωγής, σε μια από τις πιο δημοφιλείς εκπομπές ραδιοφωνικής επικοινωνίας, τους Νυχτερινούς Επισκέπτες που παρουσιάζει η δημοφιλής Βάντα Ντορβάλ!

Κι ενώ τα πάντα πλέον μοιάζουν να μπαίνουν σε μια τάξη στην ζωή της Ελίζαμπεθ, ώστε σταδιακά να νιώθει πως η μελαγχολία την εγκαταλείπει, εντελώς αναπάντεχα θα γνωρίσει την περιθωριακών αντιλήψεων Ταλούλα, μια νεαρή τζάνκη άγνωστου και αμφίβολου παρελθόντος, που περιφέρεται άστεγη στους δρόμους της μεγαλούπολης. Και για να την προστατέψει, θα δεχτεί να την φιλοξενήσει στο μπόλικων περισσευούμενων τετραγωνικών διαμέρισμα της, ελπίζοντας πως θα την βοηθήσει να ξεπεράσει τους εφιάλτες που την βασανίζουν. Μια παρουσία στο σπιτικό, που δεν θα περάσει απαρατήρητη, από τον χαμηλών τόνων γιο της, Ματιάς, που στο στάδιο της προενηλικίωσης, αναζητά διακαώς τον έρωτα.

Αρχικά να διασαφηνίσουμε πως θα θέλαμε πολύ να μας τα πει σωστά τα κάλαντα ο δημιουργός, που δεν έχει διακριθεί στην καριέρα τους και για τίποτα σπουδαίες κινηματογραφικές εργασίες (Amanda, Ce Centiment De L'Ete). Τόσο για τον λόγο πως μεταφέρει την δράση σε μια εποχή που αμέτρητοι, σαν και του λόγου μου, την θεωρούν ως την σημαντικότερη ποτέ, αλλά και για να ρίξει ένα κάποιο φως στις ακανθώδεις συνθήκες που επικρατούσαν τω καιρώ εκείνω, για το όχι ακόμη ισοδύναμο του αρσενικού, ωραίο φύλο. Κι ο μεσίε, δεν πραγματοποιεί τίποτα από τα δύο. Αφού ούτε μια σωστή αναπαράσταση της εποχής πραγματοποιεί, επιμένοντας σε πλάνα εξωτερικά ντοκιμαντερίσια, που δεν παίρνουμε και όρκο πως είναι όλα τους ορίτζιναλ του τότε, ενώ στο κομμάτι της σεξουαλικής ανάλυσης μάλλον μοιάζει να τα έχει μπερδεμένα.

Η αλήθεια είναι πως ίσως να μην χρειαζόταν στην σημερινή εποχή, η αναψηλάφηση των δεδομένων που διατηρούνταν σε ισχύ στις αρχές των 80s, εφόσον αυτές οι ανισότητες έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και οι γυναίκες, ορθότατα έχουν πάρει την θέση που τους αξίζει στις μοντέρνες κοινωνίες. Μου είναι εντελώς απίθανο να πιστέψω δηλαδή πως μπορεί μια κυρία, με περασμένα τα πενήντα της χρόνια, χωρίς την παραμικρή εμπειρία στην χρήση υπολογιστών, τηλεφωνικού κέντρου και μικροφώνου, να γίνεται μονομιάς και χωρίς αν διαγωνισμό, αποδεκτή, στο πρόγραμμα του πιο δημοφιλή ραδιοφωνικού σταθμού της πόλης. Και σιγά την εξωστρεφή μορφονιά, με την μόστρα της θυγατέρας Gainsbourg, που ακατάπαυτα μέσα στην σκοτεινιά και στην μουντάδα - λογικό, με όσα την έχουν βρει - είναι...

Ομοίως το πράγμα μοσχομυρίζει μπαγιάτικη μαγιά, ενόσω το σενάριο βομβαρδίζεται από πλάνα ταινιών που σίγουρα έχουν μαγέψει τον Hers, υπογραφής τοτινών ντιρεκτόρων όπως ο Rivette, ο Rohmer και η Duras, με συνέπεια το προζύμι να μην έχει ίχνος ανανεωτικής χροιάς, σαν κολλημένο με λόγκο στιγμής, στις τελευταίες αναλαμπές της νουβέλ βαγκ. Οι επιμέρους ιστορίες, που τυλίγουν την κεντρική και φυσικά πιο δραματική της ταλαιπωρημένης ψυχή τε και σώματι, εργαζόμενης κυρίας, δεν δένουν με σοβαρότητα, ούτε δημιουργούν συνθήκες συνέχειας, όταν η αφήγηση αποφασίζει να ρίξει ένα σάλτο για να μεταφερθεί δυο ολυμπιάδες περίπου κατοπινά.

Τότε δηλαδή που σύμφωνα με τους Les Passagers De La Nuit, το κάθε θήλυ έχει πραγματοποιήσει την μετάβαση και από ρούκι της Αλλαγής, μπορεί πλέον να πάρει την κατάσταση στα ανεξάρτητα χέρια του. Μα τώρα τα πιστεύουμε αυτά τα πράγματα? Ή θα πρέπει να ακολουθήσουμε την λογική του χωριού, όπου ισχύει ακόμη πως ο άντρας είναι ο κύρης, ο μοναδικός κι ο νοικοκύρης? Οι γυναίκες όλα όσα πέτυχαν σε βάθος αιώνων, τα κατάφεραν με την αστείρευτη αξία τους και την ικανότητα τους, δεν περίμεναν τις πολιτικές εξελίξεις για να αναδείξουν τα χαρίσματα τους. Οι ίδιες οι κοινωνίες, οι κανονικές όχι οι τριτοκοσμικές, είναι που τους απέδωσαν όσα τους έπρεπε κι όχι οι κάλπες ή τα νομοσχέδια. Αυτά είναι απόρροιες των εξελίξεων. Ένιγουέη...

Δεν το πολυκατάλαβα το που ήθελε να μας οδηγήσει με το πόνημα του ο ρετζίστας, που ούτε το σάουντρακ του φρόντισε με προσοχή, ούτε τα σκηνικά του έστησε μεθοδικά, μπας και μας επαναφέρει στην λατρεμένη 80τίλα. Ίσως να επιθυμούσε να μας δείξει πως με την άφιξη της Αριστεράς, όλοι οι χαρισματικοί νέοι μπορούν πια να ακολουθήσουν το όραμα τους και να ακολουθήσουν το διανοούμενο μονοπάτι, όλοι οι απόκληροι δύνανται να ορθοποδήσουν και να ξεπεράσουν πάθη και κακές συνήθειες, αλλά και όλες οι κυρίες πιστεύουν πως θα καταφέρουν να πάρουν τα ίσα τους, αν το στεφάνι τους τις εγκαταλείψει για τα μάτια μιας πιτσιρίκας με τα μισά τους χρόνια. Ιδεολογίες πολύ, πολύ μακρινής εποχής, αφού το πράγμα έχει, ευτυχώς για όλους, πάρει στροφή δεκάδων μοιρών και όλα τούτα ανήκουν σε ένα πολύ μακρινό χθες. Η ταινία ανοίγει κουβέντες, αλλά με τέτοιο επίπεδο τρόπο, που αδικεί τον εαυτό της, σφραγίζοντας τους διαλόγους μονομιάς. Non!

Νυχτερινοί Επισκέπτες (Les Passagers de la Nuit) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Δεκεμβρίου 2022 από την One From The Heart!
Περισσότερα... »

Délicieux, το Πρώτο Εστιατόριο (Délicieux) Poster ΠόστερDélicieux, το Πρώτο Εστιατόριο
του Éric Besnard. Με τους Grégory Gadebois, Isabelle Carré, Benjamin Lavernhe, Guillaume de Tonquédec, Lorenzo Lefèbvre, Christian Bouillette.

À la carte!
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Αν και η ιστορία έχει καταγράψει ως το πρώτο εστιατόριο της Γαλλίας, το ονομαστό Le Grande Taverne Des Londres, που άνοιξε τις πόρτες του περίπου μια πενταετία πριν τα γεγονότα που μας περιγράφει η ταινία, εντούτοις οφείλουμε να λησμονήσουμε προς στιγμήν την αλήθεια, για να ακολουθήσουμε τη μυθοπλασία, η οποία προφανώς έχει έναν διαφορετικό ιδεολογικό σκοπό. Η Γαλλοβελγική συμπαραγωγή Délicieux, την χρονιά που μας πέρασε, προτάθηκε για δύο τιμητικά βραβεία Cesar, τόσο για την υπέροχη σκηνογραφία της, όσο και για τα άρτια κοστούμια. Εγώ θα του έδινα μια nod ακόμη, για την σπουδαία κινηματογράφηση, που πραγματικά με ταξίδεψε στην Φραντσέζικη ύπαιθρο, κοντά δυόμισι αιώνες πριν.

Délicieux, το Πρώτο Εστιατόριο (Délicieux) Quad Poster
Γαλλία, 1789, ελάχιστους μήνες προτού η λαϊκή εξέγερση πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Ο ταπεινός, αλλά και απίστευτα χαρισματικός σε ότι έχει να κάνει με την κουζίνα του, σεφ Πιερ Μανσερόν, εργάζεται στην αριστοκρατική έπαυλη του Δούκα του Σαμφόρ, φροντίζοντας με την επιδεξιότητα του στην μαγειρική τέχνη, να καλύπτει τις γαστριμαργικές απαιτήσεις του αλαζόνα αφεντικού του και της κουστωδίας του. Αφήνοντας με τα γευστικά παρασκευάσματα του, πάντοτε απόλυτα ικανοποιημένους τους γαλαζοαίματους προσκεκλημένους του ευγενή, εκτός από την τελευταία φορά, όπου λόγω παρεξήγησης, θα δεχτεί αναίτια επίθεση και θα εξαναγκαστεί σε παραίτηση.

Μαζί με τον παραγιό του, Μπενζαμέν, θα καταλήξει στο απόμερο χάνι που του άφησε κληρονομιά ο πατέρας του, εγκαταλείποντας όμως το μαγείρεμα, για να ασχοληθεί, για να βγάλει τα προς το ζην, με την παρασκευή ψωμιού. Μέχρι την στιγμή που εντελώς αναπάντεχα θα εμφανιστεί μπρος του, η αινιγματική και αβέβαιου παρελθόντος, Λουίζ, ζητώντας του να την διδάξει όλα όσα γνωρίζει γύρω από την κουζίνα, φυσικά έναντι αμοιβής. Κι αν αρχικά, ταπεινωμένος κι έχοντας οριστικά παραιτηθεί από την μεγάλη του λατρεία για την παρασκευή γευστικών πιάτων, της αρνηθεί, εντέλει θα υποκύψει στις πιέσεις της και θα αποδεχτεί την πρόκληση. Έστω κι αν είναι γυναίκα, φύλο που δεν αρμόζει στο επάγγελμα του σεφ!

Είναι βέβαια περιττό να πούμε πως αυτή η σχέση θα εξελιχθεί, μέσα από την διαδικασία του quid pro quo, σε αμφίδρομης παροχής γνώσης, αφού το θήλυ της υπόθεσης, μπορεί να μην απλώνει φύλλο με το ίδιο τάλαντο, αλλά έχει άλλες κρυφές χάρες που στην πορεία θα συγκινήσουν τον κυκλοθυμικό άντρα. Και μάλιστα δεν θα λείψουν και οι εκπλήξεις, ενόσω στο εκράν θα ξετυλίγεται, εκτός από την φήμη του σεφ, που σταδιακά θα φτάνει ίσαμε την (σε αναβρασμό) πρωτεύουσα και το παρελθόν της μαντεμουαζέλ, που δεν είναι και τόσο καλοκάγαθο, όσο αρχικά δείχνει.

Άρα έχουμε μπροστά μας ένα εύπεπτο και γλαφυρών προεκτάσεων μιξάζ, κομεντί εποχής, με ρομαντικές εκφάνσεις, που διαρκώς φροντίζει να γεμίζει τα κάδρα με κάθε λογής καλομαγειρεμένες λιχουδιές, ικανές να ανοίξουν διάπλατα την όρεξη των θεατών. Ταυτόχρονα, το σενάριο, καταφέρνει να δημιουργήσει ένα έξοχα δομημένο περιβάλλον κάδρο, της πολιτικοκοινωνικής κατάστασης μιας περιόδου, όπου οι ολιγάρχες, συμπεριφέρονται σαν σε ανθρώπους τέταρτης κατηγορίας στους δούλους τους, εξευτελίζοντας τους με συμπεριφορές βάναυσες και ντροπιαστικές. Δικαιολογώντας εν μέρει τις κρεμάλες και τις λαιμητόμους, που στήθηκαν από άκρου εις άκρο του τόπου, για να εξαφανίσουν εκείνους που για αιώνες έπιναν το αίμα του λαουτζίκου!

Όμορφη και καλοδουλεμένη, ιδίως αισθητικά, όπως συνήθως και αυτή η κινηματογραφική δουλειά του σκηνοθέτη Éric Besnard (Le Gout Des Merveilles), που του αρέσει υπερβολικά καθώς φαίνεται, να στήνει ετερόκλητων χαρακτήρων Άρλεκιν, έχοντας στο φόντο του την ηλιόλουστη και εύφορη επαρχία. Με βασικά εργαλεία του τα λαχταριστά φαγητά, πιτάκια, μπριοσάκια, παστελάκια, μέχρι τα πιο βαριά πυροβολικά, πάπιες, χοιρινά και μοσχάρια τυλιχτά και γεμιστά, το Delicieux συντάσσει την πορείας μιας εποχής που αλλάζει ταχύτατα, για να προσφέρει αυτές τις χαρές της ζωής, πέραν των περουκοφόρων και οσονούπω ακέφαλων κόντηδων, στην πλέμπα και την μαρίδα, που μέχρι πρότινος γευόταν μονάχα σκουπίδια και αποφάγια στα κατώγια και τις τρώγλες.

Τον ευτραφή μάστερ της γεύσης, ιδεαλιστή όποτε κάνει κέφι, αγροίκο στις ώρες του εκνευρισμού του, μα κατά βάθος με θερμή καρδιά και αγκαλιά, υποδύεται με πειθώ ο Grégory Gadebois, που είναι πασιφανές πως φέρει την ακαδημαϊκή παιδεία της Comédie-Française. Αντάμα του ως κατεργάρα κυρά, που δεν αποκαλύπτει παρά μόνον όταν πρέπει τους σκοπούς της, η Isabelle Carré, δεν δυσκολεύεται στιγμή να φέρει εις πέρας τις απαιτήσεις του ρόλου, αν και οφείλω να παραδεχτώ πως στα 51 της, δεν είναι πλέον η κοπελίτσα, που μεγάλωσε μαζί μας, χρονιά με την χρονιά στις προβολές του Festival Francophone. Ζεστή αφήγηση, με νοήματα εύκολα στην σύνταξη τους, ανάλαφρης θέασης και όχι ιδιαίτερου προβληματισμού, δείγμα τυπικό τρικολόρας φουρό ρομαντζαδούρας, που μια φορά το στομάχι θα το κάνει να γουργουρίσει, ζητώντας λίγη μεριδίτσα από τα πιάτα που κυριεύουν το πανί!

Délicieux, το Πρώτο Εστιατόριο (Délicieux) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Δεκεμβρίου 2022 από την Neo Films!
Περισσότερα... »

Avatar: The Way of Water Poster ΠόστερAvatar: The Way of Water
του James Cameron. Με τους Sam Worthington, Zoe Saldaña, Sigourney Weaver, Stephen Lang, Kate Winslet, Cliff Curtis, CCH Pounder.

Never Underestimate James Cameron
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

Για αρχή πάμε λίγο, διανύοντας το λυκόφως του εικοσιδυό, να σακουλεφθώμεν τι εστί τουτηδά η επιστροφή του μπλοκμπάστερ στα ψηλά ράφια κινηματογραφικής αποδοχής (και οσονούπω βράβευσης). Πάρε το Top Gun: Maverick. Θρίαμβος στα ταμεία (πανάξιος), ραψωδίες των κριτικών ενώσεων. The Woman King και Black Panther: Wakanda Forever, επίσης. Αλλοτινές εποχές που είχαμε (μακάρι - και - πότε ξανά) 5άδες Καλύτερης Ταινίας, η παρουσία ογκοδεστάτων παραγωγών με ευρεία εμπορική απήχηση θεωρείτο επιβεβλημένη. 

Avatar: The Way of Water Quad Poster
Και κάπου εκεί στα 2009, με το preferential ballot και την κατατρόπωση του Avatar (εμπορικότερης ταινίας έβα) από την πρώην συζυγό του Cameron, τη Bigelow (The Hurtlocker) το ρεύμα ήρθε και μας πέταξε στα βράχια. Έκτοτε έχουμε πολύ συχνά το φαινόμενο μια ταινία να κερδίζει τον κότινο με ένα σετάκι 2-4 αγαλματιδίων, με επικεφαλής το σενάριο και καμιά δεύτερη ερμηνεία. Η λέξη κλειδί είναι μία: Το μήνυμα. Αυτό το (όλα και πιο έντονα woke βαδίζοντας προς το σήμερα) κάτι που κάνει την νέα Ακαδημία να αισθανθεί καλά με τον εντελώς liberal εαυτό της.

Δεκατρία συναπτά έτη λοιπόν, μετά από απανωτές αναβολές, $350+Μ κόστη και άλλα τρία sequels στα σκαριά, ο iconic και visionary και τιτανομεγιστοτεράστιος Jim Cameron κατορθώνει να επιστρέψει με το Avatar: The Way of The Water. Από τα δάση της Pandora και τους Na’vi το mixed race ζευγάρι των Sam Worthington - Zoe Saldana, 10 χρόνια μετά τη γνωριμία τους, δραπευτεύουν με τα 4 παιδιά τους (συν κανα δυο υιοθετημένα) στην υποθαλάσσια γη των Metkayina ώστε να αποφύγουν την καταδιωκτική μήνιν του κολονέλου Stephen Lang, που έχει αβαταριστεί μαζί με ένα σμπάρο κομμάντα και τίθεται στο ανηλεές κατόπι του. Εννοείται ότι παραμένουμε σε σκηνικό Dances With Wolves σε υποβρύχιες κατά κόρον διαδρομές, με κυρίαρχο πρωταγωνιστή την εκπάγλου ομορφιάς υδρόβια φύση και κορωνίδα τα αξιολάτρευτα Tulkuns, κάτι-σαν διασταύρωση φάλαινας με χελώνα που κλέβουν την παράσταση. 

Η αφήγηση, στανταριστά σλοόουου μπίλντ. Τρεις ώρες και ψιλά, σε ατρόμητα βίζουαλς και εμφανώς ανεβασμένο performance capture (ποιός ήρθε; ). Το 3D λειτουργικό, τα 48-120 frames δίνουν έναν ρεαλισμό που σε συνδυασμό με τα εντελώς 80s αισθητικής κλαμπατσίμπανα, διαστημόπλοια, πολυβόλα και τοιαύτα βγάζουν μια machismo κατάστα, παρότι, σε σεναριακό επίπεδο, το συγγραφικό ζεύγος Rick Jaffa - Amanda Silver (με προϋπηρεσία σε Πλανήτη των Πιθήκων και Μουλάν) εμπλουτίζει τη saga με έναν ενδιαφέροντα καμβά θεμάτων: Αποικιοκρατία, καταστροφή φυσικού περιβάλλοντος από την ανθρώπινη απληστία, bullying, οικογενειακές συγκρούσεις, αναζήτηση ταυτότητας, ενηλικίωση και υπεράνω όλων, αυτοθυσία για την υπεράσπιση της οικογένειας. Τούτο το τελευταίο είναι που υπερισχύει ως motto όπως και το άλλο, το ότι το νερό δεν έχει ούτε αρχή - ούτε τέλος, λίγο αλληγορικό και ως προς τη φουσκωμένη συνολική διάρκεια της ταινίας. 

Το Avatar: The Way of the Water όχι μόνο θα μονοπωλήσει εισπρακτικά αυτά τα Χριστούγεννα αλλά εξίσου προόρισται να τσακώσει πλήθος οσκαρικών υποψηφιοτήτων (και ολιγότερων νικών, στις τεχνικές κατηγορίες). Γκελάρει ιδιαιτέρως σε επίπεδο διαλόγων, σε βαθμό υποτίμησης των θεατών, συγκριτικά αν το δούμε ακόμη και με τη Marvelιάδα ή ευπρόσωπες στρημάδικες παραγωγές. Το δε παλιακό της αφήγησης, τόσο εκτιμητέο όσο και ψιλοκατακριτέο σε μια δεύτερη (κυρίως) ανάγνωση. Ένα πάντως το σίγουρο: To Terminator μόλις απέκτησε ένα αδερφάκι στην ατζέντα σήκουελ που ξεπερνούν το ορίτζιναλ υπογραφής Τζίμη Κάμερον. Και έπεται εννοείται cineχεια...

Avatar: The Way of Water Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Δεκεμβρίου 2022 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Οι Πέντε Διάβολοι (Les Cinq Diables) Poster ΠόστερΟι Πέντε Διάβολοι
της Léa Mysius. Με τους Adèle Exarchopoulos, Sally Dramé, Swala Emati, Moustapha Mbengue, Daphné Patakia, Patrick Bouchitey, Noée Abita.

Turn Around, Bright Eyes...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Έχουν περάσει μπόλικες ώρες από την παρακολούθηση της δεύτερης μεγάλου μήκους δημιουργίας, της ταλαντούχας Φραντσέζας Lea Mysious (Ava). Κι ενώ έχω αποκρυπτογραφήσει τα πάντα από όσα εξιστορεί στον νου, θετικά και αρνητικά, ιδίως τα δεύτερα, δεν έχω ακόμη καταλήξει στο πως και το γιατί χρησιμοποίησε αυτό τον τίτλο. Οι Πέντε Διάβολοι. Μια προσεχτικότερη ματιά - που μου έφαγε αρκετό χρόνο εκνευρισμού, για να βγάλω άκρη - αποκαλύπτει πως πρόκειται για την μαρκίζα του κολυμβητικού κέντρου, που εκτυλίσσεται το στόρι. Η αλληγορία που ακριβώς υποβόσκει, δεν πιάνω. Και αυτό είναι το σημαντικότερο. Δεν την αντιστοιχίζω πουθενά και με ενοχλεί. Δεν ξεκινάμε καλά...

Οι Πέντε Διάβολοι (Les Cinq Diables) Quad Poster
Σε κανονικές συνθήκες, η ζωής της μικρούλας Βικί, έπρεπε να είναι ανέμελη και χαμογελαστή, γεμάτη παιχνίδι και διασκέδαση αντάμα με τους συνομηλίκους της. Ανταυτού το μεγαλύτερο κομμάτι της καθημερινότητας της, προτιμά να το περνά μαζί με την μητέρα της, Ζοάν, τόσο στην πισίνα της φιλήσυχης κωμόπολης στους πρόποδες των κατάλευκων Άλπεων, σιμά στα Γαλλοελβετικά σύνορα, όσο και συνοδεύοντας την στις κολυμβητικές της ανησυχίες, στα παγωμένα νερά της λίμνης. Αιτία και αφορμή για να αποστρέφεται το σχολειό, αποτελεί η ανάρμοστη συμπεριφορά των συμμαθητών προς το πρόσωπο της, εξαιτίας του μαύρου χρώματος στο δέρμα της.

Η χαριτωμένη Βικί είναι παιδί μεικτού γάμου, μιας και ο πυροσβέστης πατέρας της, έχει ρίζες από την Σενεγάλη. Κι αυτή της την ιδιαιτερότητα πληρώνει, δεχόμενη το μπούλινγκ των άμυαλων παιδιών της γειτονιάς. Μια δύσκολη κατάσταση που θα εξελιχθεί σε ακόμη πιο περίπλοκη, όταν στο σπιτικό θα εμφανιστεί, μετά από δέκα χρόνια απουσίας, η θεία Ζουλιά, αδελφή του πατρός, που το άγνωστο παρελθόν της, θα σκορπίσει πολλά ερωτηματικά στην κοινή διαβίωση. Μέχρις ώτου τα καλά θαμμένα μυστικά όλων, θα αρχίσουν να βγαίνουν στην επιφάνεια, αποκαλύπτοντας το ποιόν όλων όσων περιβάλλουν την πιτσιρίκα.

Η οποία από την μεριά της διαθέτει ένα μοναδικό, σπάνιο, αλλά δύσκολα επεξηγήσιμο από τον ορθολογισμό χάρισμα. Μπορεί μέσα από τις μυρωδιές να αναγνωρίζει όχι μόνο προσωπικότητες και χαρακτήρες, αλλά και να μετατρέπεται σε ταξιδευτή του χρόνου, βιώνοντας σαν μέσα σε όνειρο, με ακρίβεια τις στιγμές που έχουν σημαδέψει το χθες. Άρα και το συμβάν, που σχεδόν όλοι γνωρίζουν στην μικρή πόλη, αλλά κανείς δεν μοιράζεται, ούτε του αρέσει να κουβεντιάζει. Και σίγουρα όλος ο κόσμος που τυλίγει την παιδούλα στον μικρόκοσμο της. Ο λιγομίλητος πατήρ, η ζορισμένη μάνα που αρέσκεται να φτάνει στα υποθερμικά όρια, η συνεργάτιδα στην πισίνα με τα αλλοιωμένα από ατύχημα χαρακτηριστικά, η θεία που με την παρουσία της και μόνο, έχει αναστατώσει τους πάντες!

Η θεματική ιδέα έχει ενδιαφέρον. Κι ένας ντιρέκτορας με όχι ανάκατη σκέψη, έχοντας τα εφόδια του σε παράταξη, την υπέροχη φωτογραφία του αλπικού τόπου και τις πειστικές ερμηνείες, θα σέρβιρε κάτι πιο εύπεπτο, σαφές σε νοήματα, σίγουρα αποφεύγοντας την παγίδα του time travel, που μάλλον σαν ανούσια προσθήκη μου φάνηκε. Αφού οι παρελθοντικοί βρόγχοι, με την μεταφυσική μέθοδο που σχηματίζονται στα βλέμματα της πιτσιρίκας, μικραίνουν την δραματουργία, που χάνει την δυναμική της μπροστά στο fuzzy σύστημα εξιχνίασης των γεγονότων. Μπουκαλάκια, μυρωδιές, αρώματα, λιποθυμιές, μια πέραν των φυσικών νόμων διαδικασία, χωρίς σοβαρή αλληλουχία στην πρόσμιξη των συστατικών της.

Η αλήθεια είναι πως η ρισκαδόρα απόφαση της τολμηρής σκηνοθέτιδας, στο να αναπτύξει την ιστορία της μέσω αυτού του εναλλακτικού, ανάκατου τρόπου αφήγησης, που μπερδεύει διαρκώς το άχρωμο σήμερα με το φλογερό χθες, προσθέτει όχι και λίγους αξιακούς πόντους στο σακούλι του τάλαντου. Όμως, είναι προφανές πως ενώ το πάθος και το τσαγανό ξεχειλίζει, απουσιάζει η πείρα και η γνώση για να κρατηθεί το γκέμι κατά πως πρέπει, για να μην ξεφύγει, τόσο πολύ, το πράγμα στην ανάδειξη της queer, ενοχικής αλήθειας. 

Τα χειλάκια της Adele για μια ακόμη φορά κλέβουν τις ματιές, ενόσω η φραντζεζογκρέκα μορφονιά εδραιώνει την ύπαρξη της ως πρωταγωνίστρια της προκοπής, σιμά μια δεκαετία μετά την σταρική της εκτόξευση στο Bleu. Είναι κι εκείνη που κρατά κατά κάποιο τρόπο με πιο ζέση τις ισορροπίες, στις ώρες που η μικρή co star της, ως λούπερ, δεν τα βγάζει πέρα, αποδίδοντας έναν ρόλο που δεν κατανοεί. Από τις κύριες αιτίες, που το Les Cinq Diables, μολονότι εμπρηστικά υποσχόμενο στην σεκάνς έναρξης, στην πορεία δεν κάλυψε ούτε τις μισές των προσδοκιών μου.

Οι Πέντε Διάβολοι (Les Cinq Diables) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 8 Δεκεμβρίου 2022 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Στο Σκοτάδι (Mrak / Darkling) Poster ΠόστερΣτο Σκοτάδι
του Dusan Milic. Με τους Miona Ilov, Danica Curcic, Slavko Stimac, Nikola Kent, Flavio Parenti, Nikola Rakocevic.

Μένω εδώ...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Διεθνώς η αναταραχή του Κοσσυφοπεδίου του 2004, έμεινε στην ιστορία με την ονομασία March Pogrom, ορίζοντας την στιγμή της κορύφωσης του πιο άδικου πολέμου, του εμφυλίου. Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου οι εχθροπραξίες ξεπέρασαν κάθε όριο, με συνέπεια δεκάδες νεκρούς πολίτες για κάθε αντιμαχόμενη πλευρά, εκατοντάδες εστίες κατεστραμμένες, αλλά και χιλιάδες πρόσφυγες, ξεριζωμένους από τον τόπο τους, να αναζητούν την επιβίωση προς άγνωστη κατεύθυνση. Οι ιστορίες που μπορεί να αφηγηθεί η κάθε μεριά που συμμετείχε σε αυτή την μοιραία διένεξη αμέτρητες και ατέλειωτες. Στο Mrak θα διαβάσουμε, μία, ακόμη, από αυτές...

Στο Σκοτάδι (Mrak / Darkling) Quad Poster
Ο εμφύλιος σπαραγμός στα εδάφη της πρώην Γιουγκοσλαβίας συνεχίζεται αμείλικτος, με την αιματοχυσία να καταμετρά θύματα σε κάθε αντιμαχόμενη μεριά στην ταραχώδη γωνιά του Κοσόβου, τόσο εκείνη των Αλβανόφωνων, όσο και σε αυτή των Ορθοδόξων. Ο ηλικιωμένος, Σερβικής καταγωγής αγρότης, Μίλουτιν, που έχει χάσει στο πεδίο της μάχης, τόσο τον γιο του, όσο και τον γαμπρό του, αρνείται πεισματικά να εγκαταλείψει το σπίτι του, που βρίσκεται απομονωμένο στην εχθρική περιοχή, μολονότι δέχεται ολημερίς επιθέσεις από τους φανατισμένους εχθρούς.

Έχοντας μετατρέψει το καλύβι σε πραγματικό φρούριο, πάνοπλος και ο ίδιος, παλεύει νυχθημερόν, να διαφυλάξει την ασφάλεια, όσων του έχουν απομείνει, της θυγατέρας του Βούκιτσα και της ανήλικης εγγόνας του, της Μιλίτσα. Οι νύχτες στην παράγκα φαντάζουν τρομακτικές, ενόσω οι φανατισμένοι ενάντιοι της επιτίθενται με κάθε τρόπο, μετατρέποντας τις ώρες αγωνίας σε αληθινή κόλαση, ωσότου ξημερώσει και εμφανιστούν οι κυανόκρανοι, για να συνοδεύσουν, με την θωρακισμένη αύρα, το κορίτσι στο σχολείο.

Εννοείται πως στα είκοσι χρόνια που έχουν διαβεί από εκείνη την ανείπωτη τραγωδία που προκάλεσε τόσο βαθιά τραύματα και στους δύο αντιμαχόμενους, την ώρα που όσοι υποκίνησαν την συμφορά παρακολουθούσαν τα φονικά ευτυχείς για το επίτευγμα τους, δεν είναι λίγες οι φορές που ο διεθνής κινηματογράφος έχει ασχοληθεί με το συγκεκριμένο θέμα. Προβάλλοντας τα γεγονότα από την δική του σκοπιά, την εθνική, σαν έναν τύπο προπαγάνδας για να πειστεί η διεθνής σινεφίλ κοινότητα. Εννοείται πως ο αντικειμενικός θεατής, ειδικότερα ο Έλληνας που έχει βιώσει στο πετσί του τον Εμφύλιο, γνωρίζοντας καλά πια ποιος ξένος "προστάτης" είναι εκείνος που τον δημιούργησε, οφείλει να δει τα συμβάντα μέσα από το ουδέτερο πρίσμα και να μην παρασυρθεί σε γρήγορες κρίσεις προς την μία ή την άλλη πλευρά. Συνεπώς και στην παρούσα περίπτωση, ελάχιστα μας ενδιαφέρει η εθνότητα των πολιορκημένων ή των διαβόλων που τους γυροφέρνουν, αφού σε μια διαφορετική εξιστόρηση, τα πάντα θα μπορούσαν να διατυπωθούν από την ανάποδη. Η γενοκτονίες και οι εξοντώσεις, βλέπεις, σε τελική ανάλυση, δεν διακρίνουν κράτη και σημαίες, όταν έχουμε πόλεμο, παρά μόνον ανθρώπους.

Η ιστορία αυτή του φουκαρά Μίλουτιν και την φαμίλιας του, που καμία ξένη KFOR δεν αναλαμβάνει να προστατέψει από την οργή των εξοργισμένων αντιπάλων, από τις πρώτες κιόλας στιγμές της έχει μια ανατριχιαστική όψη, καθώς λαμβάνει χώρα σε έναν χώρο ελάχιστων τετραγωνικών, φωτισμένο από την λάμψη ενός και μόνο κεριού. Χωρίς ρεύμα, χωρίς την δυνατότητα επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, με το που πέφτει το σκοτάδι στην ράχη του δάσους που κρύβεται το σέρβικο σπιτικό, οι τρεις κλειδαμπαρωμένοι, καλούνται να αμυνθούν, στις φονικές ορέξεις των αόρατων ενάντιων. Οι πόρτες σφαλίζουν με δεκάδες καρφιά, τα παράθυρα φράζουν οι ξύλινες παλέτες, ενώ τριγύρω από το σπίτι οι σκόρπιες παγίδες είναι έτοιμες να υποδεχτούν τους εισβολείς.

Που σε καμία στιγμή, ούτε σε ένα πλάνο δεν επιδεικνύονται από τον σκηνοθέτη Dusan Milic, στην δημιουργική του απόπειρα να ζωγραφίσει μια πραγματική ταινία τρόμου, που δεν οφείλει την ύπαρξη της στα στοιχειά και τα παρανορμάλια, αλλά στα κτήνη που εκφοβίζουν τον άμαχο πληθυσμό. Ο ψυχολογικός φόβος είναι ο κύριος πρωταγωνιστής της αφήγησης του Σέρβου κινηματογραφιστή, όπως τον σκιτσάρει στις παρανοϊκές αποφάσεις του παππού, στις απελπισμένες κινήσεις της μάνας, στα σκοταδιασμένα μάτια ενός δεκάχρονου παιδιού, που κανονικά θα έπρεπε να παίζει ανέμελο στις εξοχές, αντί να κρύβεται όλη νύχτα κάτω από ένα τραπέζι. Που από τι θα το γλυτώσει, αν και εφόσον τα δαιμόνια εισχωρήσουν στο σπίτι?

Μπροστά σε αυτό τον υπαρκτό τρόμο που αναδίδει η χειρότερη μορφή πολέμου, εννοείται πως όλες εκείνες οι τυποποιημένες χόρορ έννοιες των κάθε λογής Conjuring και Annabelle δεν πιάνουν μία. Ένα τείχος από πεύκα, πέρα από τον λασπωμένο δρόμο, στήνουν το εχθρικό φρούριο. Ένα μάτσο συριστικοί θόρυβοι που δεν σε αφήνουν να κλείσεις μάτι, γιατί αν το πράξεις, ο εφιάλτης θα σε καθηλώσει περισσότερο, συνθέτουν τον αληθινό φόβο. Και αυτό το πηχτό σκότος, που ούτε καν ξέρεις τι μπορεί να κρύβει ξωπίσω του, ποιο φονικό μαχαίρι, σφαίρα ή γιαταγάνι. Ή μήπως είναι όλα φαντασία, ψέμα, έναν πολύ άσχημο όνειρο. Μακάρι να ήταν έτσι...

Αποκάλυψη το κορίτσι με το όνομα Miona Ilov, που σε αφήνει άναυδο με το πληγωμένο, αθώο του βλέμμα, γεννώντας μέσα σου την νεανική ελπίδα, πως όλα μπορεί και να πάνε καλά, οι φίλοι ενδεχόμενα να γυρίσουν, ο πατέρας να είναι ζωντανός, τα παιχνίδια και τα παιδικά γέλια να ζωντανέψουν ξανά τις αιματοβαμμένες φυλλωσιές. Είναι πολύ σκληρό πράγμα ο πόλεμος, αυτή η εθνική φανατίλα που ούτε ξέρεις τι μπορεί να ξημερώσει, τόσο για σένα, όσο και για τους αγαπημένους γύρω σου. Και που δυστυχώς, τις ρίζες μιας νέας παγκόσμιας διένεξης, με απρόβλεπτες συνέπειες για όλο τον πλανήτη, βιώνουμε στις ημέρες μας.

Στο Σκοτάδι (Mrak / Darkling) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 8 Δεκεμβρίου 2022 από την Filmcenter Trianon!
Περισσότερα... »

Η Ιστορία της Γυναίκας μου (A Feleségem Története / The Story of My Wife) Poster ΠόστερΗ Ιστορία της Γυναίκας μου
της Ildikó Enyedi. Με τους Léa Seydoux, Gijs Naber, Louis Garrel, Sergio Rubini, Jasmine Trinca, Luna Wedler, Josef Hader, Ulrich Matthes, Udo Samel.

Εδώ κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Με το πέρας του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ούγγρος συγγραφέας Milán Füst, έδωσε σάρκα και οστά στα απομνημονεύματα ενός καλού του φίλου ναυτικού, στο βιβλίο του The Story of My Wife: The Reminiscences of Captain Storr. Το αισθηματικής υφής μυθιστόρημα, υπήρξε μεγάλη επιτυχία στην πατρίδα του, εκτός αυτής όμως, αργοπόρησε σημαντικά να γνωρίσει αντίστοιχη πιένα, αφού για πρώτη φορά μεταφράστηκε σαράντα χρόνια κατοπινά, με το άνοιγμα των συνόρων προς την Δύση. Στις μέρες μας, στούντιος από τέσσερις χώρες συντάχθηκαν προκειμένου να χρηματοδοτήσουν την κινηματογραφική του μεταφορά, που για πρώτη φορά παρουσιάστηκε στο Επίσημο Πρόγραμμα του περσινού Φεστιβάλ Καννών, διεκδικώντας τον Χρυσό Φοίνικα.

Η Ιστορία της Γυναίκας μου (A Feleségem Története / The Story of My Wife) Quad Poster
Μαθημένος από τα μικράτα του να αρμενίζει τις θάλασσες του κόσμου, ο Δανός Καπετάνιος Γιάκομπ Στορ, πέρασε την προσωπική του ζωή σε δεύτερη μοίρα, σε τέτοιο βαθμό που να έχει ξεπεράσει προ πολλού την σωστή ηλικία για να νοικοκυρευτεί. Ενδίδοντας στις πιέσεις φίλων και γνωστών, να βρει επιτέλους μια γυναίκα για να ανοίξει το σπιτικό του, θα βάλει στοίχημα με τον εαυτό του πως θα το πράξει, με την πρώτη κιόλας που θα διαβεί το κατώφλι της Παρισινής μπρασερί που γευματίζει. Κι η θεϊκής ομορφάδας Λίζζι, μονομιάς θα του βάλει δύσκολα με την ακαταμάχητη γοητείας της, ούσα εκείνη που θα καθίσει στο μοιραίο αντικρινό του τραπέζι, προκαλώντας το ενδιαφέρον του.

Ελεύθερο πνεύμα εκείνη και όχι δέσμιο σε συντηρητικές αντιλήψεις, δεν θα αργήσει να πει το ναι στην πρόταση γάμου του ναυτικού, αδιαφορώντας που τον περισσότερο χρόνο του θα τον περνά στους ωκεανούς, παρά κοντά της. Η παντρειά θα λάβει χώρα μόλις σε επτά ημέρες από την γνωριμία του και σε ελάχιστες ακόμη κατοπινά, εκείνος θα ντυθεί την στολή με τα σιρίτια και θα μπαρκάρει με το φορτηγό πλοίο, δίνοντας της ραντεβού επιστροφής σε μισή ντουζίνα μήνες.

Αφήνει όμως η σκέψη τέτοια γυναίκα πίσω μονάχη της, στην Πόλη του Φωτός που οι ρομαντικοί κίνδυνοι και οι παγίδες, για μια στεφανωμένη που δεν ελέγχεται από κανέναν Κύρη, είναι αμέτρητοι? Ο Γιακομπ, στον πρώτο κόλας γυρισμό του από ταξίδι, θα αρχίσει να κυριεύεται από τα δαιμόνια της ζήλιας, πιστεύοντας πως ο κάθε παριζιάνος δανδής έχει βάλει στο στόχαστρο του την λησμονημένη κοντέσα. Πάθος που σταδιακά θα αυξάνεται, μπάρκο με το μπάρκο, σε σημείο που να μην του αφήνει καθαρό μυαλό για να ασχοληθεί με τις ευθύνες του ως κάπτεν. Εννοείται πως βάζει κι εκείνη το χεράκι της, σκορπώντας πονηρά βλέμματα, ακόμη και συνοδευόμενη, σε κάθε περίπτωση όμως είναι ξεκάθαρη με τον συμβίο: Και λίγο φλερτ που και που δεν βλάπτει. Δίνοντας του συνάμα το ελεύθερο κι εκείνος να ξενοκοιτά. Μέχρις εκεί...

Κι αυτό είναι το αλατοπίπερο που διατηρεί τον γάμο τους ζωντανό και, χμ, ας πούμε ευτυχισμένο. Ωσότου εμφανιστούν μια και καλή τα διαβόλια του μυαλού, που θα μετατρέψουν τον δεσμό σε τοξικό και μη βιώσιμο. Ακόμη κι αν αλλάξει η έδρα κατοικίας, έστω κι αν εκείνος καθυστερεί όσο μπορεί τις αναχωρήσεις του με τα καράβια, ασχολούμενος με άλλες επικερδείς επενδύσεις. Όλα αυτά τα ανακατωσούρικα για μια συμβίωση που δεν λες και πως εκκίνησε με τις πιο κατάλληλες προϋποθέσεις, συμβαίνουν ενόσω η Ευρώπη στο φόντο, παλεύει να ορθοποδήσει από την πρώτη πολεμική κακουχία που την βρήκε στις αρχές του αιώνα, μην προβλέποντας ακόμα, την δεύτερη που έρχεται ακόμη ορμητικότερη και ισοπεδωτική.

Ζωγραφισμένο το ειδύλλιο από τα χέρια της ικανότατης στην κατασκευή όμορφα ρομαντικών εικόνων, Ildikó Enyedi, δεν περιμένουμε κάτι λιγότερο από το άριστα στην διεύθυνση της παραγωγής. Υπέροχα φωτογραφημένη η Βουδαπέστη, που έτσι κι αλλιώς προσφέρει άπειρες γωνίες για να ορίσει την έδρα ενός φιλμ εποχής, ως Παρίσι, ακόμη πιο εντυπωσιακά καδραρισμένο το Αμβούργο και το υγρό στοιχείο που το περιβάλλει, ώστε να σου δίνει την εντύπωση μιας πόλης, αδικημένα από την τουριστική της κατάταξη, πανέμορφης. Τα φυσικά αυτά σκηνικά, τα ποτάμια, τα κάστρα, τα άλση, οι (μάλλον CGI) θάλασσες, την δουλειά του περιτυλίγματος την πραγματοποιούν δίχως άλλο. Το ζόρι μας έρχεται, όταν αναγκαζόμαστε να δούμε το ζουμί. Κι εκεί το εργάκι - ποιο εργάκι, τρεις ώρες παρά κάτι - πάσχει.

Αφού το αφήγημα του δεν μας παρουσιάζει κάτι το σπέσιαλ, το ιδιαίτερο, το ξεχωριστό, γυροφέρνοντας πέριξ των νευρώσεων ενός μεσήλικα, που δεν μπορεί με την καμία να διαχειριστεί τις ζηλόφθονες εμμονές του. Και? Μπορεί να είναι και η εκατομμυριοστή φορά που κάτι τέτοιο ξεδιπλώνεται στο εκράν, μακροσκελέστατα μάλιστα, δίχως να μας εξηγούνται οι λόγοι γι αυτή την φλυαρία. Οι εντάσεις δε, μπορεί να υπάρχουν, αλλά επιμερίζονται κατά τέτοιο τρόπο στα 180 λεπτά, ώστε να χάνουν την δυναμική τους, με συνέπεια το φινάλε να φτάνει, εκτός από προβλέψιμο, όχι ιδιαίτερα συγκινησιακά φορτισμένο.

Τουλάχιστον είμαστε τυχεροί, που μας δίνεται για μια ακόμη φορά η ευκαιρία να καμαρώσουμε τα κάλλη της Lea, που μας δημιουργούν μονομιάς το ερωτηματικό, για το πως μπορεί να γίνεται κανείς να αφήνει πίσω του μια τέτοια θεά, για να ντεπαρτάρει για το μηνιάτικο. Αλλαγή επαγγέλματος πάραυτα, είναι η μόνη ελπίδα για τον κλασικής σκανδιναβικής μόστρας Gijs Naber, που είναι χωστός, είναι όμως και τυπικά βαρύς, στην υπόδυση του αναστατωμένου συζύγου. Το The Story Of My Wife είναι ένα κλασικό μπελ επόκ ρομάντζο δηλαδή, που διαθέτει ιλουστρασιόν βάσεις στο αμπαλάζ του, οι έλλειψη πρωτοτυπιών στα όσα μας εξιστορεί όμως, είναι και εκείνη που δεν θα μας το διατηρήσει στην μνήμη για πολύ καιρό...

Η Ιστορία της Γυναίκας μου (A Feleségem Története / The Story of My Wife) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 8 Δεκεμβρίου 2022 από την Strada Films!
Περισσότερα... »