Στους Διαδρόμους (In Den Gängen / In The Aisles) Poster ΠόστερΣτους Διαδρόμους
του Thomas Stuber. Με τους Franz Rogowski, Sandra Hüller, Peter Kurth, Andreas Leupold, Michael Specht, Ramona Kunze-Libnow, Henning Peker, Clemens Meyer.


Δίπλα σε στοιβαγμένα εμπορεύματα βρωμάει ζωή
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Για την Μάριον, από τα ζαχαρώδη...

Αυτή η ταινία, που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό τμήμα της περσινής Berlinale, είναι η τρίτη μεγάλου μήκους που σκηνοθετεί ο γεννημένος το 1981, Thomas Stuber. Είχαν προηγηθεί οι ταινίες «Teenage Angst» (2008), που επίσης έλαβε μέρος στην Berlinale, και «Herbert» (2015), που ξεκίνησε την καριέρα της από το φεστιβάλ του Τορόντο εκείνης της χρονιάς, συμμετείχε όμως και στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης! Το «Στους διαδρόμους» τιμήθηκε με το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής στο Βερολίνο. Έλαβε μέρος, όμως, και στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Αθηνών «Νύχτες Πρεμιέρας», όπου τιμήθηκε με το βραβείο σεναρίου αλλά και με το βραβείο της ΠΕΚΚ, το πρώτο που έδωσε η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου στο συγκεκριμένο φεστιβάλ.

Στους Διαδρόμους (In Den Gängen / In The Aisles) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας Στους Διαδρόμους (In Den Gängen / In The Aisles) βασίζεται στη συλλογή διηγημάτων του διακεκριμένου Γερμανού συγγραφέα Clemens Meyer με τίτλο «Die Nacht, die Lichter» (μετάφραση: Η νύχτα, τα φώτα). Συνυπέγραφε το σενάριο και στη δεύτερη ταινία του Stuber, το «Herbert» αλλά και σε μια μικρού μήκους του σκηνοθέτη. Σε τούτη την ταινία κρατάει ο ίδιος κι έναν μικρό αλλά πολύ χαρακτηριστικό ρόλο: αυτόν του συζύγου της Μάριον...

Η υπόθεση: Ο Κρίστιαν είναι ένας ντροπαλός και μοναχικός 30άρης, που πιάνει δουλειά σε ένα αχανές υπερμάρκετ, σε μια άχρωμη πόλη της Γερμανίας, εκείνης που λίγα χρόνια πριν ονομαζόταν «Ανατολική». Τοποθετείται στο τμήμα των ποτών και χρίζεται χειριστής περονοφόρου ανυψωτικού μηχανήματος. Κατευθείαν τον θέτει υπό την προστασία του ο Μπρούνο, παλαίουρας του τμήματος, που ακόμα θυμάται με γλυκές αναμνήσεις τις μέρες του ως οδηγός φορτηγού. Είναι εκείνος που θα μάθει στον Κρίστιαν πώς να χειρίζεται το μηχάνημα.

Ο Κρίστιαν προτιμά τις νυχτερινές βάρδιες, τότε που κλείνει το μαγαζί και δεν υπάρχουν πελάτες. Καλύπτει τα τατουάζ στα χέρια του με τη φόρμα εργασίας: δεν θέλει να δείχνει στους συναδέλφους του σημάδια από ένα παρελθόν το οποίο θέλει να ξεχάσει. Και στο τμήμα με τα ζαχαρώδη συναντά την Μάριον. Μια όμορφη, μεγαλύτερης ηλικίας από εκείνον συναδέλφισσά του. Δίνουν κάθε φορά ραντεβού πάνω από τη μηχανή του καφέ. Εκείνη, τον φλερτάρει φανερά. Εκείνος την ερωτεύεται αλλά φοβάται να αποκαλύψει τα συναισθήματά του. Εξάλλου, η Μάριον είναι παντρεμένη. Ναι, αλλά δεν περνάει καλά στο γάμο της. Μια μέρα, η Μάριον δεν πηγαίνει στη δουλειά. Μια άλλη μέρα, ο Κρίστιαν θα πάει στο σπίτι του Μπρούνο. Μια μέρα, όλα θα αλλάξουν...

Η άποψή μας: Όταν πήγαμε να δούμε τούτη την ταινία στη δημοσιογραφική προβολή της στο Βερολίνο, υπήρχε στην ατμόσφαιρα μια έντονη υποψία ότι θα βλέπαμε κάτι ανάλογο με το «Toni Erdmann». Σε αυτό συνετέλεσε τα μάλα το γεγονός ότι τον βασικό, πρωταγωνιστικό γυναικείο ρόλο, τον υποδύονταν η Sandra Hüller, πραγματική αποκάλυψη στην ταινία της Maren Ade, ενάμιση χρόνο πριν στις Κάννες. Ευτυχώς, διαψευστήκαμε! Γιατί αυτή η ταινία δεν είναι ετερόφωτη. Είναι μια αυτοφυής, χαμηλότονη, σπουδαία δημιουργία, που αδικείται με το να τη συγκρίνουμε με ένα άλλο έργο τέχνης. Αν ντε και καλά εγκλωβιστούμε σε μια διάθεση συγκρίσεων, πάντως, θα λέγαμε πως αν το «Toni Erdmann» επικεντρώνονταν στη σχέση μιας γυναίκας με τον πατέρα της, σε τούτη την ταινία βλέπουμε τη σχέση ενός νεαρού άνδρα με δύο συναδέλφους του: μία γυναίκα με την οποία θα ήθελε να συνδέεται ρομαντικά – σεξουαλικά κι έναν άντρα, που λειτουργεί ως πατρική φιγούρα. Αλλά είναι και μια ταινία για αυτό που λέμε «χώρος εργασίας».

Στο αχανές, απρόσωπο, γεμάτο ατελείωτους διαδρόμους και ράφια στοιβαγμένα με προϊόντα μέχρι το ταβάνι πολυκατάστημα, όχι mall, όχι ένα κέντρο καταναλωτισμού που σε προσελκύει όπως το φως τις πεταλούδες, αλλά ένα άσχημο, στεγνό, χωρίς ωραιοποιήσεις κτίριο, στο οποίο δεν μπαίνει φυσικό φως, στο οποίο το μόνο «φυσικό» είναι μια αφίσα ενός φοίνικα, ζουν και αναπνέουν και εργάζονται άνθρωποι, που κουβαλάνε τις δικές τους ιστορίες. Που δημιουργούν σχέσεις μεταξύ τους: τυπικές, φιλικές, ανταγωνιστικές, ερωτικές. Κάνουν γιορτές όλοι μαζί και ψήνουν λουκάνικα και πίνουν μπύρες. Μέσα σ' αυτήν τη μικροσκοπική (μέσα στο τεράστιο μέγεθός της) αφτιασίδωτη κουκκίδα του υπαρκτού καπιταλισμού, όπου θα περίμενε κανείς οι εργάτες να λειτουργούν ωσάν ρομπότ, κάθε άλλο παρά ως ρομπότ λειτουργούν. Πχ, κάνουν διάλειμμα για τσιγάρο στη ζούλα, μιας που δεν προβλέπεται από τον κανονισμό! Πού; Στη Γερμανία! Μιλούν, μοιράζονται, ζουν. Μπορεί να ασφυκτιούν σαν τα ψάρια μέσα στη γυάλα, για λίγο αέρα, αλλά ζουν.

Ναι ρε φίλε, αν το σκεφτεί κανείς, ακόμα και υπό τις χειρότερες συνθήκες, ζεις μια ολόκληρη ζωή, κανονικότητα, δίπλα και μαζί με τους συναδέλφους σου. Άλλους δεν τους χωνεύεις, για άλλους αδιαφορείς, υπάρχουν και οι άλλοι, που χαίρεσαι να τους βλέπεις κάθε μέρα. Που λαχταράς ακόμα ακόμα να τους δεις! Είναι η οικογένειά σου μακριά από την οικογένειά σου! Κι αυτό το άθλιο, πανάσχημο κτίριο, γίνεται στην ταινία ένας θόλος, που προστατεύει όσους είναι από κάτω του, από τον εχθρικό έξω κόσμο. Ο σκηνοθέτης παίρνει άριστα στη διαχείριση του υλικού του. Στον καταμερισμό του. Στους ρυθμούς: η ταινία είναι λίγο πάνω από δύο ώρες, είναι φεστιβαλική (με ότι συνεπάγεται αυτό), είναι χαμηλότονη κι όμως δεν βαριέσαι ούτε σε μισό λεπτό της. Κι ας μας δείχνει τη ρουτίνα, τη ρουτίνα ρε φίλε. Ο σκηνοθέτης με εξαιρετικό τρόπο μας λέει πως ακόμα και στο πιο στέρφο για την ανθρώπινη επικοινωνία υπέδαφος, θα ανθίσουν αισθήματα και συναισθήματα. Όχι πάντα ευχάριστα, όχι πάντα με ευτυχή κατάληξη.

Υπάρχουν σκηνές πάρα πολύ δυνατές, που όμως δεν τις λες συγκλονιστικές, ακριβώς επειδή ο σκηνοθέτης δεν θέλει να μεγεθύνει τα δεδομένα. Να τα δείξει έτσι όπως έχουν θέλει. Πχ η σκηνή που οι εργάτες, στη ζούλα και πάλι, καταβροχθίζουν μέσα από τους σκουπιδοτενεκέδες προϊόντα που πρέπει να αποσυρθούν επειδή έχουν λήξει, δεν υπάρχει στην ταινία για να συγκλονίσει. Σε πιάνει ένα σφίξιμο αλλά είναι η αλήθεια της σκηνής που σε παρασέρνει. Ακολουθεί μικρό σπόιλερ. Όταν ο Κρίστιαν πηγαίνει στο σπίτι της Μάριον για να μάθει για ποιον λόγο δεν πηγαίνει πλέον στη δουλειά, έχουμε μια σκηνή όπου θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Κρίστιαν - τη δεδομένη στιγμή - λειτουργεί ως stalker. Κι όμως και πάλι με χαμηλούς τόνους ο σκηνοθέτης τη μοναξιά καταγράφει. Την ήσυχη απόγνωση. Για να μην μιλήσουμε για την κατάληξη της ιστορίας με τον Μπρούνο. Που αλλιώς είναι στη δουλειά και αλλιώς είναι στην πραγματικότητα. Το δημόσιο προφίλ μας και το ιδιωτικό.

Μοναξιά μου όλα. Πω πω πω. Κι έχεις την έκφραση «Καλώς ήρθατε στη νύχτα» να λειτουργεί ως ένα ιδιότυπο «άμπρακατάμπρα» κι όλα αλλάζουν μαγικά. Κι έχεις ένα συσκευασμένο κεκάκι με ένα κερί επάνω, να γίνονται ο καλύτερος εορτασμός γενεθλίων! Οι ερμηνείες είναι παραπάνω από σπουδαίες. Την Hüller την θέλαμε περισσότερη ώρα στην ταινία, να τα λέμε αυτά. Η παρουσία της και μόνο μαγνητίζει το κοινό. Τα φώτα, όμως, πέφτουν αναγκαστικά περισσότερο πάνω στον Franz Rogowski, που υποδύεται τον Κρίστιαν. Είναι ένας ηθοποιός που ως φιζίκ και με το λαγόχειλό του, παραπέμπει στον Joaquin Phoenix. Έχει μια πολύ περίεργη εκφορά στο λόγο, αλλά είναι σαφέστατα ταλαντούχος. Έπαιξε και στο «Transit» του Petzold (προβλήθηκε επίσης στο φεστιβάλ Βερολίνου, στο διαγωνιστικό, και ίσως το δούμε μέσα στην τρέχουσα σεζόν στη χώρα μας) ενώ ήρθε με φόρα με ρόλους στο «Victoria» του Sebastian Schipper αλλά και το «Happy End» του Michael Haneke.

Όλοι οι ηθοποιοί είναι τρομεροί, χωρίς να εκβιάζουν με φανταχτερές, εξωστρεφείς «κοίτα τι σπουδαία που παίζω» ερμηνείες. Υπηρετούν το σκηνοθετικό όραμα με τον καλύτερο τρόπο. Και δικαιώνονται όλοι, καθώς το τελικό αποτέλεσμα είναι μια πολύ όμορφη, πολύ γλυκιά ταινία. Και σε ένα πλάνο, όπου η κάμερα ανεβαίνει στους ουρανούς του υπερμάρκετ και βλέπει τον μικρόκοσμό του από ψηλά, ακόμα και οι άθεοι και οι αγνωστικιστές θα πάνε για λίγο πάσο: τα πάντα εν σοφία εποίησε. Σκατά είναι ο κόσμος μας, σκατά οι συνθήκες που ζούμε, μέσα από τον βούρκο, όμως, υπάρχουν κάποιοι που κοιτάνε τα άστρα. Και τα άστρα, είναι κάποιες φορές, που ανταποδίδουν το βλέμμα αυτό. Ναι, παραμύθα είναι, αλλά αυτό το φως το χρειαζόμαστε. Περισσότερο από ποτέ...

Στους Διαδρόμους (In Den Gängen / In The Aisles) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από τις Seven Films / Strada Films!
Περισσότερα... »

Στην Πύλη της Αιωνιότητας (At Eternity's Gate) PosterΗ αθέατη πλευρά του Βαν Γκογκ! Ο καταξιωμένος σκηνοθέτης Julian Schnabel, υποψήφιος για Όσκαρ για την ταινία «Το Σκάφανδρο και η Πεταλούδα», μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τη ζωή και το έργο του Βίνσεντ Βαν Γκογκ σε μια αριστουργηματική βιογραφία για τον ρόλο του δημιουργού και τη ζωγραφική τέχνη. Η ταινία Στην Πύλη της Αιωνιότητας (At Eternity's Gate) σκιαγραφεί τα χρόνια που ο κορυφαίος Ολλανδός ιμπρεσιονιστής Βίνσεντ Βαν Γκογκ έζησε στην Αρλ της Γαλλίας, τότε που μαγεμένος από το γαλλικό τοπίο και φως δημιούργησε μερικά από τα πιο εμβληματικά έργα του, όπως η «Έναστρη Νύχτα», το «Υπνοδωμάτιο στην Αρλ» και η σειρά «Ηλιοτρόπια», μεταξύ εκατοντάδων άλλων. Η ταινία δεν είναι μια κλασική βιογραφία αλλά πολλά παραπάνω. Είναι η ταινία ενός ζωγράφου που μας δίνει πρόσβαση σε όλη την καλλιτεχνική διαδικασία.

Στην Πύλη της Αιωνιότητας (At Eternity's Gate) Movie

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Willem Dafoe, σε έναν ρόλο που του απέφερε το Βραβείο Ερμηνείας στο 75ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας αλλά και υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Α’ Ανδρικού Ρόλου σε Δράμα.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!

Περισσότερα... »

Κάτω από το Δέντρο (Undir Trénu / Under The Tree) PosterΔυο οικογένειες, ένα δέντρο, ένα αιματηρό χάος! Το αγαπημένο θέμα της μυθοπλασίας της Βόρειας Ευρώπης – η αποσύνθεση των κοινωνικών δεσμών που κρύβεται πίσω από τους τοίχους των σπιτιών – αναδεικνύεται μέσα από μια περίτεχνη πολυφωνική σύνθεση που ανακαλύπτει την αρμονία μέσα στο χάος. Το Κάτω από το Δέντρο (Undir Trénu / Under The Tree) του Hafsteinn Gunnar Sigurdsson αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ισλανδίας για τα Όσκαρ του 2018. Στα προάστια του Ρέικιαβικ η κόντρα δύο οικογενειών που μένουν σε διπλανά σπίτια, η οποία θα ξεκινήσει από ένα δέντρο που ρίχνει τη σκιά του στη διπλανή αυλή, θα οδηγήσει σε μια κωμικοτραγική κι εξωφρενική κατάσταση. O Άτλι, πατέρας μιας τετράχρονης, χωρίζει με τη σύντροφό του κι αναγκάζεται να επιστρέψει στο πατρικό του, όπου βυθίζεται στη διαμάχη που έχουν οι γονείς του με τους γείτονές λόγω της σκιάς του πανέμορφου γιγαντιαίου δέντρου τους, το οποίο «καταπατά» στην αυλή των γειτόνων. Η κλιμάκωση θα είναι ραγδαία, με συνέπεια, πολύ σύντομα, να χαθεί κάθε έλεγχος. Καταστρέφονται περιουσίες, κατοικίδια εξαφανίζονται και κυκλοφορεί η φήμη πως ο γείτονας εθεάθη με αλυσοπρίονο...


Κάτω από το Δέντρο (Undir Trénu / Under The Tree) Movie

Πρωταγωνιστούν οι Steinþór Hróar Steinþórsson, Edda Björgvinsdóttir, Sigurður Sigurjónsson, Þorsteinn Bachmann, Lára Jóhanna Jónsdóttir, Selma Björnsdóttir.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από την Neo Films!

Περισσότερα... »

Στους Διαδρόμους (In The Aisles) PosterΓια πραγματικούς φίλους! Η νέα ταινία του Νίκου Ζαπατίνα, Περιμένοντας τη Νονά, είναι γεγονός! Ο γνωστός σκηνοθέτης με τις μεγάλες κινηματογραφικές επιτυχίες (Ένας κι Ένας, Εφάπαξ, Μια φορά και ένα μωρό, Ο Ηλίας του 16ου, Το φιλί της ζωής κ.ά.) επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με μια τρυφερή κωμωδία που βασικό της θέμα είναι η φιλία, σε μια παραγωγή της Red Line Productions και συμπαραγωγή Nova. Ηρακλής και Αγησίλαος, δύο επιστήθιοι φίλοι, εγκαταλείπουν την Αθήνα και ξεκινούν για τη Νάξο όταν μαθαίνουν ότι η πολυαγαπημένη νονά του Ηρακλή… μετράει ώρες. Ταυτόχρονα, η Φαίδρα που ζει μόνιμα στη Γερμανία ετοιμάζεται να περάσει το πρώτο καλοκαίρι της στην πατρίδα κι έτσι καταφθάνει στο νησί παρά τις έντονες αντιδράσεις της μητέρας της Ερμιόνης. Η συνάντηση όλων στο νησί θα γίνει αφορμή για μια σειρά από απίστευτες καταστάσεις ζωής... και θανάτου, σε μια αισιόδοξη και τρυφερή κωμωδία με απροσδόκητο φινάλε.

Στους Διαδρόμους (In The Aisles) Movie

Το «Περιμένοντας τη Νονά» έρχεται με ένα καταξιωμένο, ταλαντούχο και φρέσκο καστ ηθοποιών που αποτελείται από τους Θανάση Τσαλταμπάση (Ι-4: Λούφα και Απαλλαγή, Ο Ηλίας του 16ου, Λάρισα Εμπιστευτικό), Λευτέρη Ελευθερίου (Bachelor, Daddy Cool), Κατερίνα Παπουτσάκη (Το Φιλί της Ζωής, I Love Καρδίτσα, Το Έτερον Ήμισυ, Λάρισα Εμπιστευτικό) και Demy, η οποία αν και έχει εμπειρία στα μιούζικαλ (Fame The Musical, Priscilla The Musical, Mamma Mia, Η Μελωδία της Ευτυχίας) κάνει την παρθενική της κινηματογραφική εμφάνιση και ντύνει με το τραγούδι της «Έλα» (κυκλοφορεί από την Panik Records) την ταινία συμπληρώνοντας εξαιρετικά την ατμόσφαιρα. Επιπλέον η ταινία πλαισιώνεται μουσικά από την μπαλάντα «Δίπλα μου» (κυκλοφορεί από την Panik Records) που αναφέρεται στη διαχρονική σχέση μητέρας και κόρης σε ένα μοναδικό ντουέτο από την Κατερίνα Παπουτσάκη και την Demy!

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!

Περισσότερα... »

Στους Διαδρόμους (In The Aisles) PosterΗλιοβασίλεμα στο τέλος του διαδρόμου! Μια τρυφερή ματιά στη ζωή, τον έρωτα, τη φιλιά και την απώλεια είναι η ταινία Στους Διαδρόμους (In Den Gängen / In The Aisles) του Thomas Stuber που εντυπωσίασε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βερολίνου (Μπερλινάλε) 2018. Ο εσωστρεφής, ντροπαλός και απομονωμένος Christian ανακαλύπτει την αγάπη, τη φιλία και έναν ολοκαίνουργιο, μυστηριώδη κόσμο στους διαδρόμους του σούπερ μάρκετ όπου πιάνει δουλειά. Όταν ο ντροπαλός Christian χάνει τη δουλειά του, βρίσκει καινούργια δουλειά στο τοπικό σούπερμαρκετ. Ο Bruno υπεύθυνος στον διάδρομο των Ποτών τον παίρνει υπό την προστασία του και του δείχνει τα κόλπα της δουλειάς. Στους διαδρόμους ο Christian θα συναντήσει την Marion, υπεύθυνη του διαδρόμου των Γλυκών. Η μυστηριώδης αύρα της τον συνεπαίρνει και την ερωτεύεται στιγμιαία. Στη μηχανή του καφέ συναντιούνται καθημερινά κι εκεί αρχίζουν να γνωρίζουν ο ένας τον άλλον. Εκείνη όμως είναι παντρεμένη κι ο έρωτάς του δείχνει αδιέξοδος. Ώσπου μια μέρα η Marion δεν εμφανίζεται στη δουλειά της...

Στους Διαδρόμους (In The Aisles) Movie

Πρωταγωνιστούν οι Franz Rogowski (Victoria, Happy End) και Sandra Hüller (Toni Erdmann).

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από τις Seven Films / Strada Films!

Περισσότερα... »

Αστερίξ: Τo Μυστικό του Μαγικού Ζωμού
(Astérix: Le secret de la potion magique) PosterΗ επίθεση του Διαβολίξ! Οι θρυλικοί Γαλάτες επιστρέφουν σ’ αυτή τη διασκεδαστική ταινία κινουμένων σχεδίων μετά το επιτυχημένο και ευφυέστατο «Αστερίξ: Η Κατοικία των Θεών». Η νέα περιπέτεια, Αστερίξ: Τo Μυστικό του Μαγικού Ζωμού σφύζει από δράση, αστείες στιγμές, ατακαδόρικους διαλόγους και ποπ αναφορές καθώς ξετυλίγει μία πρωτότυπη ιστορία που παραμένει πιστή στο πνεύμα των θρυλικών κόμικς των Goscinny και Uderzo, και που υπόσχεται να προσφέρει απολαυστικό θέαμα στους νέους και τους παλιότερους φίλους του γαλατικού χωριού. Έπειτα από μια πτώση κατά τη συγκομιδή του γκι, ο δρυΐδης Πανοραμίξ αποφασίζει πως είναι καιρός να εξασφαλίσει το μέλλον του χωριού. Μαζί με τον Αστερίξ και τον Οβελίξ ξεκινά ένα ταξίδι στον γαλατικό κόσμο, αναζητώντας έναν νεαρό, ταλαντούχο δρυΐδη, για να του μεταδώσει το Μυστικό του Μαγικού Ζωμού.

Αστερίξ: Τo Μυστικό του Μαγικού Ζωμού
(Astérix: Le secret de la potion magique) Movie

Στην ελληνική μεταγλωττισμένη εκδοχή, τις φωνές τους δανείζουν η Τόνια Σωτηροπούλου στην πάντα φουριόζα και πανέμορφη σύζυγο του Μαθουσαλίξ και ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος στον επιβλητικό και πάντα ανήσυχο Ιούλιο Καίσαρα.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!

Περισσότερα... »

Glass PosterΔεν μπορείς να περιορίσεις αυτό που είσαι! Ο εξαιρετικός M. Night Shyamalan (Η Έκτη Αίσθηση) υφαίνει τους αφηγηματικούς ιστούς δύο αξέχαστων ταινιών του,Άφθαρτος (Unbreakable) και Διχασμένος (Split), και δημιουργεί ένα νέο, εκρηκτικό μείγμα στο Glass, παρουσιάζοντας μία αναπάντεχη και ενδιαφέρουσα τριλογία σασπένς και ψυχολογικού τρόμου. Συνεχίζοντας από το φινάλε του Διχασμένου, το κλειστοφοβικό και άκρως απολαυστικό Glass συγκεντρώνει τους τρεις βασικούς χαρακτήρες σε μια εφιαλτική ψυχιατρική κλινική για μια ακόμη πιο εκκεντρικά δομημένη συνέχεια. Φιλόδοξη, πολλά υποσχόμενη και σίγουρα καθηλωτική, η καινούρια ταινία του Shyamalan κορυφώνει τη σκοτεινή ατμόσφαιρα, τις ανατροπές και τα υπαρξιακά ερωτήματα στα οποία μας έχει συστήσει το ιδιαίτερο έργο του μεγάλου αυτού δημιουργού.

Glass Movie

O Bruce Willis επιστρέφει ως Ντέιβιντ Νταν (David Dunn) και ο Samuel L. Jackson ως Ελάιτζα Πράις (Elijah Price) ή αλλιώς Κύριος Γκλας σε μια μοιραία συνάντηση με τον James McAvoy ως Κέβιν Γουέντελ Κραμπ (Kevin Wendell Crumb), ο οποίος δεν έχει αποχωριστεί τις πολλαπλές προσωπικότητες του. Η Anya Taylor-Joy είναι η Κέισι Κουκ (Casey Cooke), η μοναδική που επιβίωσε από τα νύχια του Κραμπ. Ακολουθώντας το φινάλε του Διχασμένου, ο Κύριος Γκλας εντοπίζει τον Νταν να καταδιώκει το Κτήνος, την υπεράνθρωπη εκδοχή του Κραμπ, σε μια σειρά από συναντήσεις που κλιμακώνονται έκρυθμα, ενώ ο δαιμόνιος Πράις ενορχηστρώνει παρασκηνιακά την κατάσταση, κρύβοντας μυστικά από τους δύο άντρες.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Ιανουαρίου 2019 από την Feelgood Ent.!

Περισσότερα... »

Η Στολή του Λοχαγού (Der Hauptmann / The Captain) PosterΗ Στολή του Λοχαγού
του Robert Schwentke. Με τους Max Hubacher, Milan Peschel, Frederick Lau, Bernd Hölscher, Waldemar Kobus, Alexander Fehling, Samuel Finzi, Wolfram Koch.


Είσαι ότι δηλώσεις...
του zerVo (@moviesltd)

Από τα χείλη του σπουδαίου καλλιτέχνη Γιάννη Τσαρούχη έγινε ευρέως γνωστή η φράση, που αναφερόταν κατά κύριο λόγο στον δίχως αρχή και τέλος τόπο μας, με αφορμή τους καιροσκόπους που αδίστακτα παρίσταναν τους καμπόσους, εκμεταλλευόμενοι την αφέλεια του περίγυρου τους. Κάποτε. Οι καιροί έχουν αλλάξει και μια τέτοιου είδους απάτη έχει ξεφτίσει σημαντικά, όχι γιατί ο Έλλην δεν επιδίδεται πλέον στο σπορ της κίβδηλης ταυτότητας, μα επειδή ο λαός μάλλον μπούκωσε στο παραμύθι και τα πάντα πλέον τα θωρεί με καχυποψία. Τι συμβαίνει όμως στις σοβαρότερες, τις άρχουσες κοινωνίες που όχι απλώς υπάρχουν βάσεις, κανόνες, ποινές, όπου τα πρωτόκολλα ακολουθούνται πιστά και οι κανάγιες αργά ή γρήγορα - μάλλον - θα πέσουν στην παγίδα? Μήπως, αντίθετα, εκεί το έδαφος είναι πιο πρόσφορο για να ευδοκιμήσει ο μασκαράς, που μέσα από το ψέμα θα εξελιχθεί σε κάποιον μεγάλο και τρανό και άπαντες θα υποταχθούν στην fake βαθμοφόρα υπόσταση του, συνεπώς και στις ενδεχόμενα σατανικές του ορέξεις? Μια όμορφη, διαχρονική αλληγορία σκιτσάρει μέσα από τις ασπρόμαυρες εικόνες της η δημιουργία Der Hauptmann, που λαμβάνει χώρα σε μια ιδανική περίοδο για να ευδοκιμήσει η ρήση του "είσαι ότι δηλώσεις"...

Η Στολή του Λοχαγού (Der Hauptmann / The Captain) Wallpaper
Χειμώνας του 1945, ύστατες ημέρες του δευτέρου μεγάλου πολέμου. Με την Σβάστικα από ώρα σε ώρα να αποδέχεται την ήττα της από τις συμμαχικές δυνάμεις, οι αβάστακτες συνθήκες που επικρατούν στο Γερμανικό στράτευμα, έχουν οδηγήσει μεγάλη μερίδα των ένστολων στην λιποταξία, απόφαση που υπέχει τεράστιου ρίσκο, καθώς πλέον θεωρούνται προδότες του έθνους και η άμεση τιμωρία τους είναι ο θάνατος. Στα παγωμένα εδάφη, πολύ κοντά στα ανατολικά σύνορα της χώρας, ο νεαρός φαντάρος Γουίλι Χέρολντ, έχοντας μόλις αυτομολήσει από την διμοιρία του, κυνηγημένος από τους πρώην συντρόφους του, ρακένδυτος και πεινασμένος, θα αναζητήσει διέξοδο μέσα στις άβατες δασώδεις εκτάσεις. Εκεί που προς μεγάλη του έκπληξη θα ανακαλύψει μέσα σε ένα εγκαταλελειμμένο τζιπ, την στολή ενός αξιωματικού της Βέρμαχτ, την οποία άμεσα θα αποφασίσει να την ντυθεί και να υποδυθεί τον φέρελπι και ακραίων ναζιστικών πεποιθήσεων αξιωματικό.

Συνοδευόμενος αρχικά από έναν χαμένο μέσα στην βαρυχειμωνιά, απελπισμένο όσο και αγαθό στρατιώτη, ο κάλπικος Λοχαγός, όσο βαδίζει στην ενδοχώρα μέσα στο στρατιωτικό του όχημα, θα συντάξει στο πλευρό του μια ομάδα εκκεντρικών οπλιτών, πείθοντας τους πως εκτελώντας εντολές του ίδιου του Φίρερ, πρέπει να αφανίσει από προσώπου γης, όλους τους τους λιποτάκτες, που έριψαν ασπίδες, μπροστά στο ενδεχόμενο της πολεμικής πανωλεθρίας. Και πραγματικά με την άφιξη του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης που κρατούνται αιχμάλωτοι οι φυγάδες, ο Λοχαγός με την ισχύ που θα του δώσει η άτσαλα στρωμένη πάνω του γκρίζα φορεσιά με τα μετάλλια, θα δώσει σύνθημα εξόντωσης τους, χωρίς καν να προηγηθεί το στρατοδικείο, όπως ορίζουν οι κανόνες.

Δεν μου φάνηκε περίεργο καν το ότι η θεματική βάση του φιλμ, βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά που συνέβησαν μέσα στο τιγκαρισμένο στην παράνοια περιβάλλον της εκπνοής της σύρραξης που συγκλόνισε τον κόσμο. Κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας ένας αδύναμος, ισχνός, μικρός το δέμας, κατατρομαγμένος φαντάρος, που νιώθει πως το τέλος πλησιάζει, ενόσω η επέλαση των πανίσχυρων αντιπάλων έχει κυκλώσει την χώρα του. Η αντίδραση του, αν και δειλή, μοιάζει ανθρώπινη, να πετάξει δηλαδή το χακί τζόκει και να τρέξει με όλη του την δύναμη όσο μακρύτερα γίνεται από το μπαρούτι, προτιμώντας το εξαθλιωτικό κρύο, από το να παραδοθεί (αν προλάβει) στον ρώσικο στρατό. Θήραμα που θα αποφύγει τους παλιούς του κομπανιέρους που τον αναζητούν μανιασμένα, για να πέσει πάνω στο θαύμα, που για εκείνον θα ορίσει και την κόκκινη γραμμή της μετάλλαξης του είναι του. Μια στολή και όχι κάποια τυχαία, αλλά ενός υψηλόβαθμου Κάπτεν.

Που μέσα της πλέει, κοντοπίθαρος και μαζεμένος, τα μπατζάκια τα πατά, αλλά αυτό δεν τον αποτρέπει από το να την φορέσει για να ενσαρκώσει μέσα στην ερημική μοναξιά του το φόβητρο, όχι κανέναν καραβανά, αλλά έναν ήρωα. Κι ο νάνος φοβιτσάρης που μέχρι πριν λίγων λεπτών αγωνιούσε για το πως θα σώσει το τομάρι του, μονομιάς μεταλλάσσεται σε γίγαντα με πηλήκιο και παράσημα, που φέρει μαντάτο από τον Χίτλερ αυτοπροσώπως για παραδειγματική τιμωρία όλων όσων απαρνήθηκαν το εθνόσημο. Μια στολή... Μια αλλαγή... Από χαμένος, στιγμιαίος θριαμβευτής. Και από μειράκιον παθιασμένος εκτελεστής με περίστροφο και πυγμή, που ξεπηδά από τις πιο διαβολικές, θαμμένες βαθιά, φιλοδοξίες του. Και οι προσταγές του, ξερνούν θάνατο, μέσα σε ένα σχιζοφρενικό πανηγύρι, που κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά τους λόγους της φιέστας. Λίγο πριν πέσει η αυλαία. Ή μήπως όχι? Λες η στολή ετούτη να άλλαξε και το ριζικό ολάκερης της Γερμανίας? Της Γερμανίας...

Μετά από την βόλτα του στην Μέκκα του σινεμά, όπου ασχολήθηκε με πιο εμπορικές παραγωγές του τύπου The Time Travellers Wife, Red, αλλά και δύο μέλη της τριλογίας της Απόκλισης, Insurgent και Allegiant, ο Αλεμάνος σκηνοθέτης Robert Schwentke, επιστρέφει στα πάτρια εδάφη για να δράσει πιο δημιουργικά, σαφώς πιότερο καλλιτεχνικά, μέσα από ένα φιλμ που, αν το κοιτάξουμε πέραν της δραματικής του ιστορίας, βρίθει μεταφορών και μηνυμάτων. Η τάση του άλλωστε να μεταφέρει το ματωμένο, απεχθές και ενίοτε κωμικοτραγικό χθες, στο σήμερα, όπου σε ανάλογα μισότρελους αρκεί μια σπίθα (έστω και με κάποιο βαθμό ανεξήγητης ακρότητας είναι η αλήθεια) για να μετατραπούν σε εγκληματίες είναι πασιφανής και δεν χρειάζεται να φτάσουμε στον έγχρωμο επίλογο για να το διαπιστώσουμε. Εκπληκτική η υποβλητική φωτογραφία των ανατριχιαστικών τοπίων - τόσο των ημιφωτισμένων εσωτερικών, μα κυρίως του εξωτερικού του καμπ του θανάτου - δίνει κι εκείνη το σύνθημα στην ψυχή του ανισόρροπου ψεύτη για να οδηγηθεί στην φρικτή υπερβολή.

Να γίνει ο μιας πιθαμής άνανδρος και άτιμος μέσα από την φόρμα εργασίας ένας κέρβερος Θεόσταλτος από τον Αδόλφο που θα μοιράσει την φασιστική δικαιοσύνη. Κι οι από κάτω μολονότι νιώθουν την κοροϊδία τον ακολουθούν πιστά μέχρι τέλους, δειλιάζοντας κι οι ίδιοι να αντιδράσουν στις εντολές του. Τα μεγαλύτερα θύματα ίσως, μεγαλύτερα κι από τους ίδιους τους ομοεθνείς εκτελεσμένους στην τάφρο.

Η Στολή του Λοχαγού (Der Hauptmann / The Captain) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Escape Room PosterEscape Room
του Adam Robitel. Με τους Taylor Russell, Logan Miller, Deborah Ann Woll, Tyler Labine, Jay Ellis, Nik Dodani.


Only The Strong Survive
του zerVo (@moviesltd)

Παρότι δεν έχω βρει τον ελεύθερο χρόνο, ίσως και την ανάλογα πανυγηρτζίδικη κομπανία, για να πάρω συμμετοχή σε αυτό το ομαδικό παιχνίδι που συνδυάζει ευφυΐα, ταχύτητα και επιδεξιότητα, η ιδέα του, μού φαντάζει ιδιαίτερα ελκυστική. Εξού και η τεράστια επιτυχία της, ιδιαίτερα στα νεανικά κοινά, που επιλέγουν να περάσουν το βράδυ τους, περιπετειωδώς, αναζητώντας την μοναδική πιθανή διέξοδο από τα θεματικά δωμάτια απόδρασης, όπως αποκαλούνται, αναζητώντας τις πιο απίθανες λύσεις στους γρίφους που έχουν στήσει οι διοργανωτές τους. Λογική κι επόμενη, το λοιπόν, μου φάνηκε η αντίδραση της φοβιστικής κινηματογραφίας, που βλέποντας το πιασάρικο ύφος του παιχνιδιού Escape Room, αποφάσισε να το εντάξει στην θεματική της και αν κρίνω από την αποδοχή της από τους horror-σινεφίλ, μάλλον το πείραμα, εμπορικά φαίνεται επιτυχημένο.

Escape Room Wallpaper
Στο κατώφλι όλων τους μόλις κατέφθασε ένα μυστηριώδες τετράγωνο, μαύρο κιβώτιο, χωρίς συγκεκριμένο αποστολέα, δίχως περαιτέρω επεξηγήσεις. Για τον καθένα τους το να απαντήσουν στο τι κρύβει μέσα του ήταν μια πρόκληση, που θα επιβραβευόταν με μια ατομική πρόσκληση για να λάβουν μέρος στην πιο σπουδαία διοργάνωση εσκέιπ ρουμ, από όπου ο τελικός νικητής θα φύγει με το έπαθλο των 10 χιλιάδων δολαρίων. Μια πρόταση που δεν θα αρνηθεί κανείς από την ετερόκλητη εξάδα των αγνώστων μεταξύ τους προσώπων, που θα φανούν πιστοί στο ραντεβού που τους έκλεισε η τεχνολογική μπράντα Minos, καλώντας τους να λύσουν ένα προς ένα τα παζλ που θα τους οδηγήσουν μέχρι το επόμενο δωμάτιο και σταδιακά ίσαμε την ελευθερία και την τελική νίκης.

Για την φοιτήτρια της Φυσικής Ζόι, τον αγχωμένο αν και επιτυχημένο χρηματιστή Τζέισον, τον νεαρό μεροκαματιάρη σε μπακάλικο Μπεν, την βετεράνο του πολέμου στην Μέση Ανατολή Αμάντα, τον πρώην μεταλλωρύχο Μάικ και τον φανατικό, αφού έχει "επιβιώσει" σε περισσότερα από ογδόντα όπως υποστηρίζει, των Δωματίων Απόδρασης, Ντάνυ, το παιχνίδι σε λίγο ξεκινά. Για εκείνο που δεν είναι κανείς τους προετοιμασμένος όμως, είναι πως το σενάριο του είναι φτιαγμένο πάνω τους, μιας και ο Gamemaster γνωρίζει πολύ καλά τους φόβους, τις αδυναμίες, τις ιδιαιτερότητες του καθενός τους. Αλλά και το πολύ καλά κρυμμένο, ατομικό, προσωπικό τους μυστικό.

Και κάπως έτσι οι όχι και τόσο ατρόμητοι έξι, τέσσερις άντρες και δύο γυναίκες, θα ριχτούν στον αγώνα αναζήτησης της διεξόδου, που όμως από την πρώτη κιόλας στιγμή δεν θα αποδειχτεί και τόσο ακίνδυνος όσο ακούγεται ή τουλάχιστον όσο προστάζουν τα κανονικά παιχνίδια αυτού του τύπου. Διαδοχικά οι διαγωνιζόμενοι θα κληθούν να ξεπεράσουν δωμάτια που οι συνθήκες τους θα εξελιχθούν σε ακραίες - από την τρομακτικά υψηλή θέρμανση στο πολικό ψύχος και από τις αντιξοότητες του ανάποδου σφαιριστηρίου που οδηγεί στην άβυσσο μέχρι τα ζόρια του θαλάμου αερίων - και βεβαίως δολοφονικές. Και καθώς ο ένας μετά τον άλλο οι παίκτες θα τινάζουν πέταλα, οι εναπομείναντες ζωντανοί θα πρέπει να λειτουργήσουν με γνώμονα την ομαδικότητα μήπως και το σκάσουν από το γεμάτο παγίδες οίκημα σώοι, ίσως και αβλαβείς. Ή μήπως από ένα σημείο και μετά θα πρέπει να πάρει μπροστά ο ατομικισμός που συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις αποδεικνύεται σωτήριος σύμμαχος?

Η βάση της τρομακτικής ιστορίας που μας σερβίρει η Sony με την υπογραφή του αξιόλογων εμπνεύσεων σκηνοθέτη Adam Robitel, μπορεί να μοιάζει ορίτζιναλ, οι πιο γνώστες όμως μέσα στην διαδικασία προόδου του ματς, θα διακρίνουν σκηνές σχεδόν ολοκληρωτικά παρμένες από αναλόγου ύφους και στυλ φιλμς, σαν το πρωτοποριακό Cube του Vincenzo Natali από το 1997 ή το φουλ σασπένς The Game του ίδιου ακριβώς χρόνου, υπογραφής Fincher. Η σύσταση των γεμάτων παγίδες δωματίων είναι στημένη πάνω στις προσωπικότητες του κάθε αγωνιζόμενου, εστιάζοντας στις φοβίες, τις ανασφάλειες, μα και τα τρομακτικά βιώματα εκάστου, τα οποία φυσικά και δεν γνωρίζουμε αποξαρχής, μα πληροφορούμαστε καθώς το πράγμα προχωρά, είτε μέσα από εμβόλιμα φλάσμπακς, είτε μέσα από σεκάνς ενημέρωσης, που η αλήθεια είναι σπάνε το τέμπο που έχει δημιουργήσει η τελευταία χρονικά απόδραση.

Το σίγουρο πάντως είναι πως οι πιο έμπειροι στο φιλμικό ετούτο genre, πανεύκολα θα εντοπίσουν ποιοι από την μισή ντουζίνα - μικρό νούμερο συγκριτικά με ανάλογης ΄παζλ υφής και σπλάτερ αισθητικής παραγωγές, τύπου Saw ας πούμε - των players θα βγάλουν πέρα ολάκερο τον στίβο μάχης και ποιοι θα αποχαιρετίσουν νωρίτερα. Κι αυτό δεν είναι όμως το βασικότερο πρόβλημα του πάμφθηνου προϋπολογισμού κι ας μην του πολυφαίνεται Escape Room, μιας και η έξοδος του, ρηχή και απίστευτα τραβηγμένη, δεν πείθει κανέναν για τα κίνητρα των σχεδιαστών του κόλπου. Όσο για το υπερ-φινάλε, με την διπλή σημασία, μάλλον σκοπό θα είχε να μάθει τον λόγο κόστους / εσόδων στα ταμεία, πριν το στούντιο πάρει την απόφαση της επαναφοράς με ένα (τουλάχιστον) σίκουελ. Και τα 9 εκατομμύρια που γίνηκαν εξήντα στα box office, μάλλον προς την προοπτική της συνέχειας οδηγούν.

Escape Room Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Poster ΠόστερΤο Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο
του Dominique Rocher. Με τους Anders Danielsen Lie, Golshifteh Farahani, Denis Lavant, David Kammenos.


«All you zombies hide your faces...»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Κιθαρίστας ή ντράμερ;

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Dominique Rocher. Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο φεστιβάλ ταινιών πρωτοεμφανιζόμενων Ευρωπαίων δημιουργών Premiers Plans D'Angers τον Ιανουάριο του 2018. Από τότε έλαβε μέρος σε μια σειρά από φεστιβάλ, όπως εκείνα του Ρότερνταμ, του Τουρίνου και της Τραϊμπέκα.

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde)  βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Pit Agarmen (αναγραμματισμός και ψευδώνυμο του Martin Page). Τον πρωταγωνιστή της ταινίας Anders Danielsen Lie τον γνωρίσαμε από τις ταινίες του Νορβηγού συμπατριώτη του Joachim Trier «Reprise» (2006) και Όσλο, 31 Αυγούστου (Oslo, 31. August, 2011). Παίζει και στην ταινία «22 July» του Paul Greengrass (αγορασμένη από το Netflix) όπου υποδύεται τον Anders Behring Breivik!

Η υπόθεση: Ο Σαμ είναι ένας μοναχικός 30something άντρας, που ζει στο Παρίσι. Έχει χωρίσει με τη φίλη του και πηγαίνει στο διαμέρισμά της για να πάρει κάποια αγαπημένα του πράγματα (βασικά, κασέτες) που είχε αφήσει εκεί. Στο διαμέρισμα, όμως, γίνεται ένας μικρός χαμός: η πρώην του έχει ετοιμάσει ένα πολυπληθές πάρτι. Η… παραλαβή καθυστερεί πολύ και ο Σαμ εκνευρίζεται. Τον χτυπάει κι ένας θαμώνας του πάρτι στη μύτη, αιμορραγεί, πάει στα ενδότερα, βρίσκει τα πράγματα, αλλά παίρνει κι έναν υπνάκο μακριά από το αγριεμένο πλήθος. Όταν ξυπνάει βιώνει την αποκάλυψη: επιδημία ζόμπι έχει σαρώσει την πόλη! Οι ζωντανοί νεκροί είναι σε διάφορα διαμερίσματα αλλά και στους δρόμους του Παρισιού, επιθυμώντας διακαώς σάρκα! Μετά το αρχικό σοκ, ο Σαμ οργανώνεται: καθιστά το διαμέρισμα όπου βρίσκεται μη προσβάσιμο στα ζόμπι και βρίσκει φαγητό σε κονσέρβες και όπλα από διπλανά διαμερίσματα. Επιβιώνει. Παίζει ντραμς, ακολουθεί ρουτίνα, όλα καλά. Από κάποια στιγμή και πέρα, όμως, αρχίζει αυτό που αγαπούσε, η μοναξιά δηλαδή, να του γίνεται βάσανο. Ο Σαμ φτάνει στα όριά του. Είναι κατά πως φαίνεται ο μοναδικός επιζών σε ολόκληρο το Παρίσι. Ή μήπως όχι;

Η άποψή μας: Στον «Ναυαγό» τουλάχιστον, ο Tom Hanks είχε την μπάλα του βόλεϊ με το αίμα από την παλάμη του επάνω της, για να μιλάει και να περνάει την ώρα του. Εδώ, ο Σαμ, προσπαθεί να τη «βγάλει καθαρή» αλλιώς. Ακούει μουσική, ακούει ένα ηχογραφημένο κομμάτι μιας συνομιλίας ενός παιδιού με έναν ενήλικο, παίζει ντραμς, πυροβολεί με paintball τους νεκροζώντανους, μαζεύει βρόχινο νερό κι από καμιά φορά προσπαθεί να επικοινωνήσει με το ζόμπι που έχει εγκλωβίσει στο ασανσέρ της πολυκατοικίας όπου βρίσκει καταφύγιο. Στην αρχή τουλάχιστον, δεν φαίνεται να τον πειράζει η έλλειψη παρέας. Έχει σύστημα, έχει διεξόδους, γεμίζει ο χρόνος του. Είναι μεθοδικός, μελετημένος, γυμνάζεται. Σημειώνει σε τετράγωνα που χαράσσει στα τζάμια των παραθύρων τις ημέρες που περνούν. Σαν τους φυλακισμένους. Σαν τους φυλακισμένους; Μα αυτός είναι ελεύθερος. Ελεύθερος από συμβάσεις! Ελεύθερος από υποχρεώσεις. Ελεύθερος από ψεύτικες σχέσεις! Εντάξει: ελεύθερος... πολιορκημένος.

Τα ζόμπι της ταινίας είναι ταχύτατα. Και ακμαία. Και – αυτό δεν το κατάλαβα ποτέ στις ταινίες με ζόμπι – αφού δεν έχουν τίποτα να φάνε, πώς «επιβιώνουν»; Δεν... πεθαίνουν από την πείνα; Εκείνο το έρμο το γεροζόμπι (πολύ εύστοχη η επιλογή του καρακάλτ Denis Lavant στο ρόλο) μέσα στο ασανσέρ, δεν κάνει τίποτε! Περνάνε οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες κι αυτό εκεί, απλά να ανοιγοκλείνει το στόμα! Και ο χρόνος να μην το αγγίζει! Μουάχαχαχαχαχα. Μια ταινία επιβίωσης λοιπόν είναι αυτή σε ένα crossover με φιλμ ζόμπι θεματικής. Η επιτυχία της βασίζεται στο γεγονός ότι βάζει στο επίκεντρο ως πρωταγωνιστή έναν μέσο, κανονικό άνθρωπο, με τον οποίο ο κάθε θεατής μπορεί να ταυτιστεί. Και η ερμηνεία του Anders Danielsen Lie είναι αυτή που πρέπει.

Η... αποτυχία της ταινίας βασίζεται στο ίδιο γεγονός! Δεν έχει τίποτε το εξαιρετικό ο φίλος μας ο Σαμ. Καμιά ιδιαιτερότητα, καμία τρέλα, τίποτε ξεχωριστό, που θα κάνει τον θεατή να ενδιαφερθεί για την πάρτη του και για την τύχη του. Από ένα σημείο και μετά, δηλαδή, το όποιο ενδιαφέρον γεννιέται αρχικά, εξαφανίζεται μέσα στην μπαναλιτέ του τετριμμένου. Μην με παρεξηγείτε: δεν είναι κακή αυτή η ταινία. Καθόλου κακή. Ίσα – ίσα, είναι καλογυρισμένη, έχει ρυθμό, δεν «κρεμάει» και ο σκηνοθέτης της επιθυμεί περισσότερο να κάνει ένα υπαρξιακό δράμα παρά να τρομάξει τους θεατές του. Κι εκεί ίσως χάνει και το παιχνίδι. Γιατί όσοι θα πάνε να δουν την ταινία για την υπόσχεση της σπλατεριάς και του αίματος, θα απογοητευθούν. Από την άλλη, δεν θα... γοητευθούν όσοι μπουν στην αίθουσα γνωρίζοντας περί της αλληγορίας του πράγματος.

Μοναξιά, μοναξιά, αλλά η περίπτωση μια... ολοζώντανη γάτα να γίνει μια interactive παρέα οδηγεί τον ήρωά μας να κάνει κάτι εντελώς παράτολμο κι επικίνδυνο. Και μετά, εμφανίζεται η Σάρα. Σαν σε όνειρο. Κι εδώ, άπειρες οι δυνατότητες εκμετάλλευσης της παρουσίας μιας υπέροχης, πανέμορφης γυναίκας στο πλευρό του Σαμ. Το γεγονός ότι την υποδύεται η λατρεμένη Golshifteh Farahani κάνει τα πράγματα πολύ ενδιαφέροντα. Δυστυχώς... θεωρητικά. Γιατί εντέλει και η Σάρα δεν βοηθά να «ανάψουν» τα αίματα. Είναι άδικο αυτό που θα κάνω, αλλά θα το κάνω: στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών υπήρχε μια γερμανική ταινία στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» που λεγόταν «In My Room». Κι εκεί ο βασικός ήρωας μένει ξαφνικά μόνος στον κόσμο – χωρίς ζόμπι. Απλά, για λόγους που δεν εξηγούνται ποτέ, εξαφανίζονται όλοι οι υπόλοιποι ζωντανοί από προσώπου γης. Η ξαφνική εμφάνιση μιας γυναίκας εκεί, λοιπόν, αλλάζει όλη τη δυναμική της ταινίας και την κάνει ουσιαστικά να παίρνει φωτιά. Εδώ, δυστυχώς, μια φλογίτσα που τρεμοσβήνει... σβήνει τελείως από μια απλή ανάσα.

Και το φινάλε είναι αμήχανο ενώ «περνιέται» για ανοιχτό. Κρίμα. Δεν είναι του πεταματού η ταινία, αστοχεί όμως περισσότερες φορές από όσες πετυχαίνει το στόχο της. Αλλά να το πούμε κι αυτό: εντέλει, η πολύ παρέα με ένα ζόμπι μπορεί να το καταστήσει καλοσυνάτο: αντί να ζητήσει να φάει το μυαλό του ζωντανού διπλανού του, ίσως να θέλει απλά να αποσυρθεί στα ενδότερα. Και να ξαποστάσει. Και ίσως – ίσως – να αναλογιστεί για τη ματαιότητα της ύπαρξης. Ή της ανυπαρξίας...

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) PosterΗ Επιστροφή του Μπεν
του Peter Hedges. Με τους Julia Roberts, Lucas Hedges, Kathryn Newton, Alexandra Park, Courtney B. Vance, Rachel Bay Jones, Michael Esper.


Πόνος...
του zerVo (@moviesltd)

Κανένας πόνος δεν γίνεται να είναι μεγαλύτερος από αυτόν της απώλειας ενός παιδιού. Η φύση άλλωστε το προστάζει να μην είναι ετούτη η πορεία του ύστατου αποχαιρετισμού, από τον γονιό προς το σπλάχνο του, μα η ορθολογική αντίθετη, η πρέπουσα, η σωστή. Σε μια τέτοια άτυπη ιεραρχία ανθρώπινης οδύνης, την αμέσως επόμενη θέση από την αδιανόητη, κατέχει η περίπτωση του να βρίσκεται ο πατέρας σε μόνιμη και διαρκή συνθήκη αγωνίας, μπροστά στον ενδεχόμενο χαμό του, παραβατικού βίου και πιθανότατα εξαρτημένου σε ουσίες, τέκνου του, κατάσταση που κι ο ίδιος παλεύει με νύχια και με δόντια να αποτρέψει το μοιραίο. Και συνήθως, τέτοιου είδους τραγικές εικόνες, λαμβάνουν χώρα σε κατακερματισμένα από τον καημό οικογενειακά πλαίσια, ενόσω οι δυνάμεις των υγειών στερεύουν και οι ασθενείς, παραδίνονται σταδιακά και ανήμπορα στον εθισμό τους. Και τότε ο πόνος, ανεβαίνει στο ψηλότερο σκαλοπάτι. Ben Is Back...

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) Wallpaper
Παραμονή Χριστουγέννων πλησιάζει και τίποτα δεν μοιάζει ικανό να διαταράξει την (φαινομενική) γαλήνη της Χόλι Μπερνς, που προετοιμάζεται να περάσει τις γιορτινές ημέρες μαζί με τα λατρεμένα της πρόσωπα, τον καλοσυνάτο σύζυγό της Νιλ, τα δυο μικρά παιδιά τους, αλλά και την έφηβη Άιβι, θυγατέρα που έχει αποκτήσει από τον πρώτο, αποτυχημένο της, γάμο. Όταν εντελώς ξαφνικά στο κατώφλι του σπιτιού της στα χιονισμένα προάστια της Νέας Υόρκης, θα δει να την καρτερεί, προς τεράστια έκπληξη της, ο μεγάλος της γιος, ο εικοσάχρονος Μπεν, που εδώ και μήνες νοσηλεύεται σε κλινική αποτοξίνωσης, παλεύοντας να κερδίσει την μάχη ενάντια στο βάσανο της ηρωίνης. Παρότι δεν έχει εξασφαλίσει άδεια από το ίδρυμα, όντας καθαρός επί 77 ημέρες και παρακινούμενος από τον θεράποντα του, όπως υποστηρίζει, θα θελήσει να περάσει λίγες ώρες χριστουγεννιάτικης ευτυχίας, μαζί με την φαμίλια του.

Με την παρουσία του να φέρνει ποικίλη αναστάτωση στο σπίτι, η ζορισμένη μητέρα θα δεχτεί να μείνει μαζί τους για μια ολόκληρη ημέρα, αρκεί εκείνος να τηρήσει δύο βασικούς όρους: Να περάσει το τεστ που θα αποδείξει πως στο αίμα του δεν κυλά καμία περίεργη ουσία και το κυριότερο δεν θα χαθεί στιγμή από την προσοχή της, προκειμένου να τον έχει διαρκώς υπό τον έλεγχο της. Καθώς τα λεπτά την λαμπερή αυτή βραδιά θα κυλούν όμορφα για μάνα και γιο, δίνοντας σε εκείνη την εντύπωση πως το παιδί της γιατρεύεται και ξεπερνά τον εφιάλτη, οι σκοτεινές μνήμες του παρελθόντος θα ξυπνήσουν για να τους βυθίσουν ακόμη περισσότερο στην απόγνωση.

Μαρτύριο είναι. Να το θωρείς το παιδί σου σε τέτοια νηφάλια, ήρεμη και γεμάτη ελπίδα κατάσταση, να πιστεύεις ακράδαντα πως έχει προσπεράσει τις δαιμόνιες αντιξοότητες και όμως βαθιά μέσα σου να γνωρίζεις πως ένα και μόνο δευτερόλεπτο αδυναμία είναι ικανό να τον οδηγήσει και πάλι στην καταστροφή. Εξού και η αρνητική στάση του πατριού, που παίρνοντας αφορμή από ένα παρόμοιο περιστατικό - δεν μαθαίνουμε ποτέ ποιο, αλλά είναι προφανές πως σημάδεψε αρνητικά, πολύ πρόσφατα την καθημερινότητα τους - με πρωταγωνιστή τον Μπεν, ζητά, ορθολογικά, να επιστρέψει άμεσα στην κλινική. Ο πόθος της Χόλι να τον κρατήσει για λίγο κοντά της, να κάνουν μαζί μια βόλτα στα καταστήματα, να παρακολουθήσουν την λειτουργία στον ναό, να απολαύσουν αντάμα το γιορτινό γεύμα θα υπερισχύσει. Αλλά και για εκείνην το στοίχημα είναι βαρύ και κρύβει τεράστιες δυσκολίες, αφού δεν πρέπει ούτε στιγμή να τον χάσει από μπροστά της.

Σκηνοθετημένο, αλλά και εμπνευσμένο από τον Peter Hedges, που ο ζυγός μέτρησης της ικανότητας του σαφώς γέρνει προς την μεριά της συγγραφής (About A Boy, What's Eating Gilbert Grape) παρά της διεύθυνσης των σεναρίων του (Pieces of April, Dan In real Life, The Odd Life Of Timothy Green) το δράμα στο πρώτο του μισό αποκαλύπτει τους τριγμούς που θα προκαλέσει η απροσδόκητη άφιξη του "ασώτου". Παγωμένες οι μισές αντιδράσεις (από τον άντρα του σπιτιού και την τσαλακωμένη αδελφή) λατρευτικές αντίθετα από τους πιο επιπόλαια εκδηλωτικούς της οικογένειας (τα νήπια και το κατοικίδιο) θα δημιουργήσουν ένα υπέροχο πεδίο ανάπτυξης των δύο βασικών χαρακτήρων της με σωστό τέμπο αφηγούμενης υπόθεσης. Ο μικρός γνωρίζει επακριβώς την κατάσταση του, είναι ρεαλιστής ξέροντας πως ανά πάσα ώρα δύναται να κυλήσει στο πάθος, δεν είναι όμως έτοιμος για να αντικρίσει την οδύνη που ο ίδιος σκόρπισε στην γειτονιά του, ως πρεζάκι / εμποράκι / βαποράκι, σε συνομηλίκους του που δεν βρίσκονται πια στην ζωή.

Κι εκεί ακριβώς εισβάλλει στο σκριπτ η ανατροπή, το "δεν αντέχω άλλο" του Μπεν, όταν οι Ερινύες από το κατάμαυρο χθες θα κάνουν το ντου που δεν περίμενε στην ψυχή του. Αλλαγή ύφους και πλέον το φιλμ παίρνει την υπόσταση θρίλερ, καθώς ο ένας από τους κανόνες θα σπάσει και το παιδί θα ξεφύγει, για ακόμη μια φορά, ενδεχόμενα την τελευταία, από την μητρική, στοργική αγκάλη. Άλλος ρυθμός στην επανάληψη, άλλα επίπεδα αγωνίας, αλλά και εντελώς άλλες απαιτήσεις απόδειξης της αγάπης από την μοναδική γυναίκα στον κόσμο που μπορεί να σώσει το άτυχο αγόρι. Που ακόμη και με κλονισμένη της πίστη πως μπορεί να βγουν όλοι νικητές από την στενωπό, έστω και ολομόναχη εν μέσω των θηρίων, ασύνταχτη, ανοργάνωτη και φοβισμένη, θα πραγματοποιήσει την τελική της επίθεση. Πρέπει ο Μπεν να επιστρέψει...

Πολύ πειστική η παρουσία στον ρόλο της μαρκίζας από τον ιδιαίτερα ταλαντούχο Lucas Hedges (υιός του ντιρέκτορα) που στα 23 του χρόνια έχει δώσει ψήγματα των ικανοτήτων του μέσα από πολύ σοβαρές, πολυβραβευμένες παραγωγές, επιπέδου Manchester By The Sea, Lady Bird, Ebbing Missouri και Boy Erased. Την ερμηνευτική ποιότητα του έργου όμως, αναμφίβολα εκτοξεύει η καταλυτική ερμηνεία της Julia Roberts, σε μια από τις κορυφαίες εμφανίσεις της μεγάλης της καριέρας, δίνοντας άλλη οντότητα στην απαιτητική εικόνα της συντετριμμένης μεσήλικης, που παίρνοντας το ρίσκο να διαβεί την κόκκινη γραμμή και μετά, δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει. Χαμένο ίσως μόνον εμπορικά μοιάζει λοιπόν το αξιοπρεπές στην σοσιολογική του ανάλυση Ben Is Back (κόστος 13, έσοδα ούτε 5 εκ. δολάρια) που η κάμερα του κάνει φόκους σχεδόν αποκλειστικά στον ακλόνητο δεσμό μάνας / παιδιού, εξαφανίζοντας όσο οδεύουμε στο φινάλε τον περίγυρο, προκειμένου να αναδείξει σε όλο το πραγματικό μέγεθος τον πόνο, την θλίψη, το άγχος όσων παλεύουν σε ετούτη την αντίξοη αναμέτρηση.

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) Poster ΠόστερΤο παιχνίδι με τη φωτιά
του Lee Chang-dong. Με τους Yoo Ah-in, Yeun Sang-yeop, Jun Jong-seo.


Τώρα πες την αλήθεια
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ιστορία έρωτα, φαντασίας και (άλυτων;) μυστηρίων

Αυτή είναι η έκτη μεγάλου μήκους ταινία του σπουδαίου δημιουργού από τη Νότια Κορέα και η τρίτη συνεχόμενή του που έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών. Η «Κρυφή ηλιαχτίδα» (Secret Sunshine, 2007) κέρδισε εκεί το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας και η Ποίηση (Poetry, 2010) κέρδισε το βραβείο καλύτερου σεναρίου κι εκείνο της Οικουμενικής Επιτροπής. Οχτώ ολόκληρα χρόνια είχε να εμφανιστεί στις Κάννες λοιπόν ο σπουδαίος δημιουργός. Οχτώ χρόνια είχε και να γυρίσει ταινία. Ήταν στη μαύρη λίστα του προηγούμενου πολιτικού καθεστώτος στη Νότια Κορέα. Και να φανταστεί κανείς πως έχει διατελέσει και υπουργός Πολιτισμού στη χώρα του! Η ταινία κατάφερε ό,τι είχε καταφέρει μόνο το Toni Erdmann έως σήμερα: έπιασε μέσο όρο βαθμολογίας 3,8 (με άριστα το 4) στις βαθμολογήσεις που δίνουν κριτικοί από διάφορα έντυπα στο περιοδικό Screen κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ Καννών! Από βραβεία, κέρδισε το βραβείο της FIPRESCI, των κριτικών δηλαδή, ως η καλύτερη ανάμεσα στις ταινίες που διαγωνίστηκαν για τον Χρυσό Φοίνικα. Και στις ετήσιες ανασκοπήσεις συγκαταλέγεται στις λίστες με τις καλύτερες ταινίες του 2018 πάρα πολλών κριτικών ανά τον κόσμο!

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) το υπογράφει ο ίδιος ο Lee Chang-dong, μαζί με την Oh Jung-mi με πρώτη ύλη το διήγημα του Haruki Murakami «Barn Burning», το οποίο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1992 στο περιοδικό New Yorker. Η πανελλαδική πρεμιέρα της ταινίας έγινε στις «Νύχτες Πρεμιέρας» τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Νότιας Κορέας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ κι έχει καταφέρει να μπει στην shortlist των εννέα ταινία από τις οποίες θα προκύψουν οι πέντε που θα διεκδικήσουν το Χρυσό Αγαλματίδιο στη συγκεκριμένη κατηγορία.

Η υπόθεση: Ο Γιονγκσού είναι ένας νεαρός, φτωχός Νοτιοκορεάτης. Ζει σε ένα χωριό, κοντά στην πόλη Πατζού, που βρίσκεται κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα, εργάζεται όμως στην (επίσης, πολύ κοντινή) Σεούλ, κάνοντας διάφορες δουλειές του ποδαριού. Κάποια μέρα, εντελώς τυχαία, θα συναντήσει την Χαέμι. Η Χαέμι είναι συντοπίτισσα του Γιονγκσού, αλλά έχουν να ιδωθούν από τότε που ήταν πιτσιρικάδες. Ο Γιονγκσού δεν τη θυμάται. Η Χαέμι του το εξηγεί: από τη μια, έχει κάνει πλαστικές εγχειρήσεις. Από την άλλη, όταν ήταν παιδιά, ο Γιονγκσού τη θεωρούσε άσχημη και της το είχε πει. Έτσι λέει η Χαέμι. Λέει αλήθεια; Ο Γιονγκσού δεν νοιάζεται. Η Χαέμι είναι πλέον μια πανέμορφη κοπέλα, που «αποπλανά» τον Γιονγκσού, τον οδηγεί στο μικροσκοπικό της διαμέρισμα κι εκεί κάνουν έρωτα.

Η σχέση τους, όμως, δεν θα προχωρήσει. Η Χαέμι έχει προγραμματίσει να πάει στην Αφρική προς αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Ζητάει από τον Γιονγκσού να φροντίζει τη γάτα της όσο εκείνη λείπει, να πηγαίνει στο διαμέρισμα και να την ταΐζει. Ο Γιονγκσού δέχεται. Και μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στο διαμέρισμα της Χαέμι – στο οποίο δεν συναντά ποτέ τη γάτα – και τη φάρμα του πατέρα του, την οποία πρέπει να φροντίζει, καθώς ο οξύθυμος γονιός του βρίσκεται προφυλακισμένος και δικάζεται για επίθεση σε κρατικό λειτουργό. Η μητέρα του δεν υπάρχει στην εικόνα: τους έχει εγκαταλείψει εδώ και πολλά χρόνια. Όταν μετά από λίγο διάστημα η Χαέμι επιστρέφει από την Κένυα, ο Γιονγκσού απογοητεύεται, καθώς βλέπει ότι εκείνη έχει πιάσει φιλίες με τον Μπεν, έναν πλούσιο και όμορφο νέο. Ένα παράξενο τρίγωνο δημιουργείται. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο όταν η Χαέμι ξαφνικά εξαφανίζεται. Τι ακριβώς συμβαίνει; Πόσα από όσα έχει πει η Χαέμι στον Γιονγκσού είναι αληθινά; Και τι ρόλο βαράει ακριβώς ο Μπεν;

Η άποψή μας: Όλες οι ταινίες του Lee Chang-dong ξεπερνάνε σε διάρκεια τις δύο ώρες. Εκτός από την πρώτη του, που η διάρκειά της είναι... σχεδόν δύο ώρες. Τούτη εδώ η ταινία του είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια που έχει γυρίσει. Κι ας βασίζεται σε ένα πολύ μικρό διήγημα του Murakami! Ανεξαρτήτως διάρκειας, πάντως, που τον καθιστά όλιγον τι... αντιτουριστικό για τα μεγάλα πλήθη, γεγονός είναι πως γυρίζει μόνο σπουδαίες ταινίες! Και τούτη εδώ είναι μια σπουδαία ταινία. Και δεν νομίζω να επιλέχθηκε να προβληθεί τυχαία την ίδια μέρα που είδαμε το «Under the Silver Lake» στο φεστιβάλ των Καννών. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, και στις δύο ταινίες, ένας νεαρός άντρας αναζητά μια όμορφη κοπέλα, με την οποία συνδέεται για λίγο, και μετά εκείνη εξαφανίζεται. Όταν με το καλό βγει στις αίθουσες της χώρας μας η ταινία του David Robert Mitchell, θα τονίσουμε και πάλι αυτήν την ομοιότητα – και η σύγκριση θα είναι πιο φανερή και σε σένα αγαπητέ αναγνώστη.

Αν όμως η ταινία του Αμερικάνου είναι σουρεαλιστικά ποπ, η ταινία του Κορεάτη είναι… φλου αρτιστίκ! Είναι ένα θρίλερ μυστηρίου αλλά κι ένα υπαρξιακό δοκίμιο. Με αργούς ρυθμούς. Και μεγάλη διάρκεια. Και καθόλου έτοιμες απαντήσεις. Μέσα στην αμφισημία. Ένας συνδυασμός καθόλου ελκυστικός για το μεγάλο κοινό, ιδιαίτερα λατρεμένος όμως από συνάδελφους κριτικούς κινηματογράφου... Το ιδεολογικό κέντρο βάρους της ταινίας νομίζω πως βρίσκεται στις κουβέντες της Χαέμι, όταν εξηγεί στον Γιονγκσού γιατί θέλει να πάει στην Κένυα. Εκεί, λέει, υπάρχει ένα τελετουργικό (τη παρουσία χορού) μέσω του οποίου διακρίνεται η διαφορά ανάμεσα στη «μικρή πείνα» και τη «μεγάλη πείνα». Η «μικρή πείνα» έχει να κάνει με τη σωματική πείνα. Με την πείνα που βιώνει το κορμί όταν δεν καταναλώνει τροφή. Την κυριολεκτική πείνα δηλαδή.

Η «μεγάλη πείνα» από την άλλη είναι η πνευματική – ψυχική πείνα. Η πείνα του να βρεις το νόημα της ζωής. Μπορείς λοιπόν να τρέφεσαι μια χαρά αλλά να... πεθαίνεις από πείνα! Η Χαέμι είναι μια δυστυχισμένη κοπέλα. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο που μπορούμε να πούμε για εκείνην. Το μόνο που μπορούμε να πιστέψουμε. Γιατί κατά τα άλλα ως συνομιλητής με τον Γιονγκσού και κατ’ επέκταση, ως μία από τους αφηγητές της ταινίας, είναι εντελώς αναξιόπιστη. Πόσα από όσα λέει είναι αληθινά και πόσα ψέματα; Όντως έχει γάτα στο διαμέρισμά της; Όντως έπεσε σε πηγάδι στο χωριό της όταν ήταν μικρή; Η Χαέμι λειτουργεί ως καταλύτης στην ταινία. Είναι το αντικείμενο του πόθου για τον Γιονγκσού και άλλη μία κατάκτηση για τον Μπεν. Κι εδώ βρίσκεται το ζουμί. Οι δύο άντρες βρίσκονται σε τελείως διαφορετική θέση στην κοινωνική διαστρωμάτωση.

Φτωχός ντελιβεράς που θέλει να γίνει συγγραφέας ο Γιονγκσού, πλούσιος, σοφιστικέ, με διαμέρισμα στο Gangnam (ναι, αυτό του σιχαμερού τραγουδιού), το... Πανόραμα της Σεούλ, με αγνώστου προέλευσης περιουσία ο Μπεν. Η… πάλη των τάξεων έχει εδώ ως διακύβευμα την Χαέμι. Που, καταλαβαίνετε εύκολα προς τα πού τείνει εντέλει, έτσι; Κομβική σκηνή είναι εκείνη όπου τα τρία πρόσωπα συναντιούνται στο σπίτι του Γιονγκσού, στην επαρχία. Ένα σπίτι κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα – από τα μεγάφωνα της γείτονος ακούγονται διαρκώς προπαγανδιστικά ηχητικά μηνύματα. Η Χαέμι γυμνώνεται και χορεύει υπό τους ήχους της μουσικής του Miles Davis που έντυσε μυθικά την ταινία «Ασανσέρ για δολοφόνους». Σηκώνει τα χέρια ψηλά: συνεχίζει να προσπαθεί να ικανοποιήσει τη «μεγάλη πείνα». Ο Γιονγκσού της λέει κατάμουτρα πως είναι πουτάνα και ο Μπεν αργότερα εξομολογείται πως μια φορά κάθε δίμηνο, του αρέσει να καίει παρατημένα θερμοκήπια! Και ότι, ναι, πλησιάζει ξανά η ημερομηνία, και θα κάψει ένα ακόμα θερμοκήπιο, εκεί κοντά, στην περιοχή. Λέει αλήθεια; Ο Γιονγκσού ψάχνει τις επόμενες μέρες και δεν βρίσκει κανένα καμένο θερμοκήπιο.

Μετά την εξαφάνιση της Χαέμι παρακολουθεί τον Μπεν, για τον οποίο έχει υπόνοιες πως με κάποιον τρόπο έχει συμβάλει σε αυτήν την εξαφάνιση. Ο Μπεν που οδηγεί Πόρσε. Ο Μπεν που ζει σε φοβερό διαμέρισμα. Ο Μπεν που όταν βαριέται δεν το κρύβει καθόλου – χασμουριέται. Ο Μπεν που έχει ένα συρτάρι στο μπάνιο του, γεμάτο γυναικεία memorabilia. Κι αφού χάθηκε η Χαέμι, πού πήγε η γάτα της; Μήπως είναι η γάτα που έχει πάρει ο Μπεν στο διαμέρισμά του; Είπαμε, ο σκηνοθέτης μας μανιπουλάρει, μας οδηγεί σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, αλλά δεν δίνει ποτέ απαντήσεις. Τις υποψιαζόμαστε. Ή αποφασίζουμε να δεχτούμε ως λογική αυτήν που ταιριάζει περισσότερο στη μενταλιτέ μας. Κατά μια έννοια η ταινία του έχει κάποιες ομοιότητες με την Άγρια αχλαδιά του Ceylan, που επίσης παίχτηκε στο διαγωνιστικό των Καννών και βγήκε πριν μια βδομάδα στις αίθουσες της χώρας μας.

Κι εκεί έχουμε βασικό ήρωα έναν συγγραφέα. Κι εκεί ο βασικός ήρωας νιώθει αμηχανία καθώς είναι θύμα του καπιταλισμού, χωρίς πολλές ευκαιρίες, με μόνιμα αδιέξοδα και γι' αυτό γεμάτος θυμό. Το βιβλίο, όμως, το έχει γράψει. Στην κορεάτικη ταινία, ο ήρωας ΘΑ γράψει το βιβλίο. Ή μήπως ότι βλέπουμε είναι της φαντασίας του; Είναι η πλοκή από το βιβλίο που γράφει; Είναι ο Μπεν όντως κάτι σαν τον Μεγάλο Γκάτσμπι; Και πού κολλάει σε όλα αυτά ο Φόκνερ; Μεγάλη ζημιά. Οι ερμηνείες είναι όλες τους εξαιρετικές. Ο Yoo Ah-in είναι σπουδαίος στο ρόλο του Γιονγκσού. Ο Steven Yeun (που παίζει με το πλήρες όνομά του Yeun Sang-yeop) είναι ο πιο διάσημος στο καστ, καθώς πρωταγωνιστεί στο «The Walking Dead» και δίνει μια αινιγματική εμπειρία ως Μπεν. Η αποκάλυψη όμως είναι η πρωτοεμφανιζόμενη Jun Jong-seo, στο ρόλο της Χαέμι. Κατορθώνει να συμπυκνώσει πίκρα, απελπισία, μελαγχολία και φοβερό σεξ απίλ ταυτόχρονα. Η σκηνή της παντομίμας, με το καθάρισμα του μανταρινιού, όπου πρωταγωνιστεί, είναι επίσης ζωτικής σημασίας. «Σημασία δεν έχει ότι προσποιούμαι πως κρατάω ένα μανταρίνι» λέει στον Γιονγκσού «αλλά πως ξεχνάω ότι ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ μανταρίνι»...

Το φινάλε έχει κάθαρση. Έχει φωτιά. Έχει γύμνωμα, κυριολεκτικά, μέσα στα χιόνια. Δεν έχει όμως καμία εξιλέωση. Δεν προσφέρει καμία ικανοποίηση στον θεατή. Δεν του δίνει το απαραίτητο closure. Και αφήνει ακόμα πολλά, πολλά, αναπάντητα ερωτήματα. Κι αν απλά η Χαέμι εξαφανίστηκε και δεν δολοφονήθηκε; Μεγάλος μάστορας ο Lee Chang-dong, από τους σημαντικότερους δημιουργούς στο παγκόσμιο στερέωμα, φτιάχνει μια ταινία εκτυφλωτικά σπουδαία. Το κοινό όμως, το μεγάλο κοινό, νομίζω πως δεν θα νιώσει ευχαρίστηση παρακολουθώντας την ταινία. Θα μείνει πάντοτε με καθηλωμένη την εκκρεμότητα. Όπως και να έχει, ο τολμών νικάει. Κι αυτός που... νιώθει!

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Seven Films!
Περισσότερα... »