Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate / Scarred Hearts) Poster ΠόστερΣημαδεμένες καρδιές
του Radu Jude. Με τους Lucian Rus, Ivana Mladenović, Ilinca Harnut, Şerban Pavlu, Marian Olteanu, Alexandru Dabija, Dana Voicu, Bogdan Cotlet, Adina Cristescu, Marius Damian, Sarra Tsorakidis


Ζώντας... οριζοντίως
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Αναζητώντας ίαση!

Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο 40χρονος Ρουμάνος σκηνοθέτης Radu Jude. Έχουν προηγηθεί: «Cea mai fericitã fatã din lume» (2009) και «Αφερίμ!» (Aferim, 2015). Την δεύτερη την είδαμε στη χώρα μας με καθυστέρηση. Τούτη εδώ έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ του Λοκάρνο, του 2016, για να ακολουθήσουν μια σειρά από φεστιβάλ στα οποία προβλήθηκε. Προβλήθηκε και στο περσινό φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια». Μεταξύ των παραγωγών είναι και η Maren Ade, της φήμης του «Toni Erdmann»...

Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate / Scarred Hearts) Quad Poster Πόστερ
Το σενάριο της ταινίας Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate) βασίζεται σε βιβλίο του Ρουμάνου συγγραφέα Max Blecher, όπου έγραφε τις περιπέτειες της υγείας του. Ήταν λοιπόν αυτοβιογραφικό βιβλίο. Ο άνθρωπος αυτός πέθανε σε ηλικία 29 ετών, μετά από 10 χρόνια ταλαιπωρίας από την αρρώστιά του. Για πολλούς το βιβλίο θεωρείται κάτι ανάλογο με το «Μαγικό βουνό» του Thomas Mann. Και ο Ionesco χαρακτήριζε τον Blecher «Ρουμάνο Kafka».

Η υπόθεση: Καλοκαίρι, 1937. Ο νεαρός συγγραφέας Εμανουέλ οδηγείται από τον πατέρα του σε ένα παραθαλάσσιο νοσοκομείο – σανατόριο, στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, που διευθύνεται από τον μανιώδη καπνιστή, δόκτωρ Σεαφαλάν. Στον Εμανουέλ γίνεται διάγνωση ότι πάσχει από σκελετική φυματίωση και πιο συγκεκριμένα από φυματιώδη σπονδυλίτιδα ή νόσο του Pott. Η θεραπευτική αγωγή περιλαμβάνει: επίπονη αφαίρεση πυώδους συλλογής από τα σωθικά, τύλιγμα σχεδόν ολόκληρου του κορμού με γύψο και ατελείωτες ώρες ξαπλώματος! Σε αυτές, ο Εμανουέλ διαβάζει, γράφει, συζητάει με άλλους τρόφιμους του νοσοκομείου, με γιατρούς, με επισκέπτες, καπνίζει, πίνει και φλερτάρει! Ότι ακριβώς θα έκανε δηλαδή οποιοσδήποτε νέος στην ηλικία του. Καθώς εξοικειώνεται με τη μελαγχολία της νέας ζωής του, ο Εμανουέλ ανακαλύπτει ότι υπάρχει ακόμα μια ζωή που πρέπει να ζήσει στο έπακρο. Έστω και οριζοντίως. Έστω κι αν το σώμα του τον προδίδει, η σάρκα είναι πάντα έτοιμη να γευτεί οποιαδήποτε χαρά, ακόμα και ψίχουλα.

Η άποψή μας: Το «Άφεριμ!» άρεσε σε πάρα πολύ κόσμο, του γράφοντα συμπεριλαμβανομένου. Εκείνο το ασπρόμαυρο «ίστερν» ήταν απολαυστικό τόσο σε μορφή φόρμας όσο και σε μορφή περιεχομένου. Αυτά που λέγονταν – και λέγονταν πολλά – ενδιέφεραν τον θεατή καθώς υπήρχε ίντριγκα, υπήρχε γοητεία, υπήρχε θυμοσοφία, υπήρχε χιούμορ. Όλα αυτά, δυστυχώς, λείπουν από τούτο το φιλμ. Θαρρείς και ο σκηνοθέτης αποφάσισε να διηγηθεί μια ιστορία, που έχει όλα τα εχέγγυα να είναι ενδιαφέρουσα και θελκτική, με τον πλέον αντιτουριστικό τρόπο! Εντάξει, το τετράγωνο φορμά δεν είναι να το κατηγορήσει κανείς. Δεν ευθύνεται αυτό για τον... ανθρωποδιώχτη.

Αυτό που 9 στις 10 φορές ευθύνεται σε ανάλογες περιπτώσεις είναι η έλλειψη δραματουργίας. Σαν ο σκηνοθέτης να αποφάσισε να αφηγηθεί όσο πιο... φλατ γίνεται μια ιστορία εν δυνάμει συναρπαστική. Δεν είναι λίγο αυτό που συμβαίνει στον Εμανουέλ. Είναι άρρωστος, ναι, αλλά είναι και νέος. Δεκάδες δυνατότητες για να ζήσει στο έπακρο του παρουσιάζονται, ακόμα και στον τρομακτικό χώρο ενός νοσοκομείου, ακόμα και σε ένα σανατόριο όπου οι πιθανότητες την επόμενη μέρα να είσαι ζωντανός, είναι φίφτι – φίφτι. Κυρίως ο έρωτας. Κυρίως αυτός. Αλλά ακόμα και η σκηνή που θα μπορούσε να βγάλει γέλιο, η προσπάθεια για σεξ δηλαδή, που διακόπτεται επειδή την κοπέλα την «κόβει» ο γύψος που ο Εμανουέλ φοράει γύρω από τον κορμό του, περνάει τόσο αδιάφορα, λες και αυτό γίνεται επί τούτου. Ο άρρωστος Εμανουέλ από την μια και σε αντίστιξη η άρρωστη Ευρώπη, έτοιμη να μπει για άλλη μια φορά στην περιπέτεια ενός πολέμου.

Και συζητήσεις για το πόσο Ρουμάνοι διανοούμενοι όπως οι Emil Cioran και Nae Ionescu όχι μόνον ασπάζονται τον ναζισμό αλλά τον υποστηρίζουν κιόλας. Πληροφορίες και ατελείωτο μπλα μπλα, λες και παρακολουθούμε ένα μάθημα ιστορίας στο πανεπιστήμιο παρά μια κινηματογραφική ταινία, την οποία επιλέξαμε και για να διασκεδάσουμε! Ε, αυτό δεν συμβαίνει ποτέ. Και ενδιάμεσα η δράση (;) διακόπτεται για να εμφανίζονται τσιτάτα του Blecher τσακίζοντας την όποια αίσθηση ρυθμού. Με αυτόν τον τρόπο η ήδη μεγάλη διάρκεια φαίνεται ακατανόητα μεγαλύτερη. Δεν παλεύεται η ταινία. Είτε τη βλέπεις καθιστός είτε... ξαπλωτός. Κρίμα, γιατί και η ιστορία που κάπου εκεί μέσα είναι θαμμένη θα μπορούσε να έχει ενδιαφέρον και όσα λέγονται αποκαλύπτουν (έστω κι αν δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι ανάλογο) το πόσο αποπροσανατολισμένοι μπορούν να είναι ακόμα και διανοούμενοι σε ταραγμένους καιρούς.

Σημαδεμένες καρδιές (Inimi cicatrizate / Scarred Hearts) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Νοεμβρίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

5η ανταπόκριση – Δευτέρα 6 Νοεμβρίου
Να γίνονται πράγματα!

Γιά να πούμε και καναν καλό λόγο για την φετινή διοργάνωση, μιας που διαφορετικά θα πέσει το σπίτι (μας) να μας πλακώσει. Λοιπόν, μερικά πράγματα είναι πολύ απλά. Με μεγάλη μας χαρά είδαμε στις τουαλέτες να έχουν στηθεί θήκες για υγρό κρεμοσάπουνο – οπότε τέρμα τα κομμένα πλαστικά μπουκάλια νερού όπου είχαν μέσα τους υγρό για πιάτα – αλλά και θήκες για χαρτί για να σκουπιστεί κάποιος αφού πλύνει τα χέρια του – οπότε τέρμα τα αντιαισθητικά ρολά χαρτί, που τα έπιαναν όλοι με τα υγρά τους χέρια και παπάριαζαν (τα ρολά, όχι τα χέρια). Μην γελάτε: στις λεπτομέρειες κρίνεται η επιτυχία ενός θεσμού. Τα παραπάνω τα διαπιστώσαμε από μόνοι μας. Υπήρξαν όμως και γεγονότα που μας μεταφέρθηκαν. Εννοείται ότι δεν μπορούμε να είμαστε ταυτόχρονα σε όλες τις προβολές! Οπότε, όχι ένα αλλά δύο... πουλάκια (μουάχαχαχαχα) μου μετέφεραν πως στην προβολή της ταινίας «Του Θεού η χώρα» στο «Ολύμπιον», ένα γκέι δράμα αλά «Brokeback Mountain» με ευρωπαϊκή ματιά, εκεί όπου τα πράγματα άρχισαν να γίνονται επικίνδυνα... καυτά, άρχισε να βαράει ο συναγερμός! Και υπήρξε δεκάλεπτη διακοπή της προβολής! Ok, συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες...

Με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε και στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Western TIFF 2017

Το «Γουέστερν» (Western) είναι μια συμπαραγωγή Γερμανίας, Αυστρίας και Βουλγαρίας και αποτελεί την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία της Valeska Grisebach, 11 χρόνια μετά την προηγούμενή της! Να σημειώσουμε πως η σκηνοθέτιδα εργάστηκε ως σύμβουλος σεναρίου στο «Toni Erdmann» της Maren Ade, που αντιστοίχως, έχει ρόλο παραγωγού σε τούτη την ταινία. Μια ταινία την οποία είδαμε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του περασμένου φεστιβάλ Καννών και προβάλλεται στη Θεσσαλονίκη στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Μια ομάδα οικοδόμων από τη Γερμανία προσλαμβάνεται για μια εργολαβία που έχει να κάνει με ένα έργο στη Βουλγαρία, έξω από ένα χωριό κοντά στα σύνορα με την Ελλάδα. Ουσιαστικά θέλουν να φτιάξουν ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο και να βελτιώσουν την υποδομή της περιοχής. Με λεφτά της Ευρωπαϊκής Ένωσης φυσικά. Από την ομάδα των Γερμανών ξεχωρίζουν δύο: ο καλότροπος, μοναχικός πενηντάρης Μάινχαρτ, που πιάνουν τα χέρια του κι έχει καταταγεί και στην Λεγεώνα των Ξένων παλαιότερα, και ο τσαμπουκαλής, χωρίς τρόπους, γερμαναράς Βίνσεντ. Όσο ο Μάινχαρτ προσπαθεί να πλησιάσει τους ντόπιους, να τους καταλάβει, να σεβαστεί τις συνήθειές τους και τον τρόπο ζωής τους, άλλο τόσο ο Βίνσεντ κάνει του κεφαλιού του, δεν δίνει σημασία σε τίποτε, λειτουργεί ως... κατακτητής και θέλει απλά να τελειώσει η δουλειά. Και να... πηδήξει και καμιά ντόπια, αν του κάτσει. Εντωμεταξύ η ζέστη του καλοκαιριού δεν βοηθάει τα πράγματα...

Η άποψή μας: Ας ξεκινήσουμε από τον τίτλο της ταινίας: «Γουέστερν». Εντάξει, έχει άλογα, έχει σκληρούς άντρες (όχι ακριβώς καουμπόηδες), έχει κώδικες τιμής αλλά δεν έχει καμία σχέση με την... Άγρια Δύση! Με την Ανατολή έχει να κάνει, με τα ταλαίπωρα Βαλκάνια, που όμως προβάλλουν πλέον ως νέο Ελ Ντοράντο (χμ...) για τις πλούσιες ευρωπαϊκές χώρες του βορρά. Και ιδού το πρώτο παράδοξο: ενώ το χωριό έχει ουσιαστικά ερημώσει από νεολαία, μιας που όλοι έχουν φύγει μετανάστες για δουλειά σε Αμερική, Γερμανία και... Ελλάδα (μουάχαχαχα, ισχύει και αυτό), οι Γερμανοί πηγαίνουν στη Βουλγαρία για δουλειά!

Όπως λέει και ο προφανώς φασίστας Βίνσεντ «70 χρόνια μετά είμαστε και πάλι εδώ»! Το φόκους της ταινίας είναι πάνω στον Μάινχαρτ. Οι ηθικοί του κώδικες δεν έχουν καμία σχέση με εκείνους που ας πούμε ότι έχει ο Βίνσεντ. Ο Μάινχαρτ είναι άπατρης (καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι πήγε να δουλέψει στη Λεγεώνα των Ξένων), δεν νιώθει νοσταλγία για καμία «πατρίδα», πατρίδα του είναι όλη η γη, σύντροφός του ο κάθε άνθρωπος. Νιώθει καλά εκεί που βρίσκεται πλέον. Με τους ντόπιους, τους πιο πολλούς τουλάχιστον τα πάει εξαιρετικά κι ας υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επικοινωνίας και συνεννόησης. Βλέπετε, στο χωριό ελάχιστοι μιλάνε γερμανικά ή έστω αγγλικά κι άντε να βγάλεις άκρη στη σύγχρονη αυτή μικρογραφία της Βαβέλ. Αποκτά φίλο που ονοματίζει «αδελφό» του, φλερτάρει με μια όμορφη γυναίκα της ηλικίας του, μαθαίνει ήθη και έθιμα του χωριού, μαθαίνει να καβαλάει άλογο, μαθαίνει να πασταλιάζει καπνό (ρε τι μου θύμισε η συγκεκριμένη σκηνή), μαθαίνει να αγαπάει την απόλυτα άναρχη φύση, την τόσο μακρινή από την τακτοποιημένη στην Ευρώπη, που έχει περάσει Διαφωτισμό. Υπάρχει όμως και ο Βίνσεντ. Ο εθνικιστής. Ο κατακτητής. Ο αρπάζων και δεν πληρώνων. Που έχει βάλει στο μάτι την νεαρή, όμορφη του χωριού. Ε, για να του τη βγει, ο Μάινχαρτ του την παίρνει κι ας είναι ολοφάνερο πως η συνομήλική του είναι για εκείνον. Τελικά, όμως και οι δύο άντρες θα βγουν ηττημένοι από όλη την περιπέτεια. Ο Βίνσεντ από τον Μάινχαρτ και ο Μάινχαρτ από τους χωριανούς που δεν τον χωνεύουν. Τουλάχιστον, θα δεχτεί την ήττα του με αξιοπρέπεια. Κι έναν χορό που μόλις μαθαίνει να χορεύει.

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η ταινία της Grisebach, με ερασιτέχνες ηθοποιούς, λέει αυτά που θέλει καθαρά και σταράτα. Μια μικρή, θετική έκπληξη.

(η ταινία προβάλλεται την Δευτέρα 6 Νοεμβρίου στις 20.15 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης και σε επανάληψη την Τρίτη 7 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας στο Ολύμπιον – έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την One From The Heart χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Undir trénu TIFF 2016

Από την αγαπημένη μας Ισλανδία μας έρχεται η επόμενη ταινία που παρουσιάζουμε. Τίτλος της: «Κάτω από το δέντρο» (Undir trénu) του Hafsteinn Gunnar Sigurðsson. Την παγκόσμια πρεμιέρα της την έκανε στο περασμένο φεστιβάλ Βενετίας, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα «Ορίζοντες»! Στη Θεσσαλονίκη προβλήθηκε στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες»! Είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη της και αποτελεί την πρόταση της Ισλανδίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Γενικώς, όπως θα έχετε ήδη καταλάβει, πολλές είναι οι ταινίες που βλέπουμε στο φεστιβάλ, οι οποίες αποτελούν τις προτάσεις των χωρών τους για ξενόγλωσσο Όσκαρ!

Η υπόθεση: Η Άγκνες διώχνει τον σύζυγό της, τον Άτλι, από το σπίτι τους, όταν τον τσακώνει στα πράσα να είναι έτοιμος να... αυνανιστεί, παρακολουθώντας μια home made τσόντα στην οποία πρωταγωνιστεί ο ίδιος! Ο Άτλι, προς μεγάλη του δυσαρέσκεια, καθώς του απαγορεύεται τίνι τρόπω να βλέπει την τετράχρονη κόρη του, αναγκάζεται να μετακομίσει στο πατρικό του σπίτι, ένα σπίτι το οποίο έχει βιώσει μια μεγάλη απώλεια. Οι γονείς του βρίσκονται σε διαμάχη με τους γείτονες. Αιτία: το τεράστιο δέντρο που κυριαρχεί στην αυλή τους και το οποίο ρίχνει μεγάλη σκιά στην αυλή των γειτόνων, μην αφήνοντας την κυρία του διπλανού σπιτιού να ευχαριστιέται την ηλιοθεραπεία της! Καθώς η ένταση κλιμακώνεται, καταστρέφονται περιουσίες, κατοικίδια εξαφανίζονται, κατοικίδια βαλσαμώνονται. Και η τελική τροπή θα είναι πραγματικά τραγική...

Η άποψή μας: Τούτη η ταινία δεν είναι απλά μαύρη κωμωδία – είναι κατάμαυρη! Κατά μία έννοια, μου θύμισε τον «Πόλεμο των Ρόουζ» του Danny Devito. Εκείνη η ταινιάρα, βεβαίως, επικεντρωνόταν στο τι μπορεί να κάνουν δύο σύζυγοι, ο ένας στον άλλο, όταν η αγάπη στο γάμο τελειώνει και αν θέλουν να ζήσουν (!) θα πρέπει να χωρίσουν. Πολιτισμένα. Αυτή είναι η κρίσιμη λέξη. Πολιτισμένα. Στην ισλανδική ταινία ο... πολιτισμός πάει περίπατο. Και ο φίλος μας ο Ισλανδός μας δείχνει μέχρι πού μπορεί να φτάσει η ανθρώπινη βλακεία! Οι αστείοι ανταγωνισμοί, η επιδίωξη ζωτικού χώρου, η απλή και καθαρή ζήλια, οι ματαιώσεις, οι απώλειες, και εντέλει, η ανθρώπινη φύση. Όχι, μας λέει ο σκηνοθέτης, οι άνθρωποι ως είδος δεν είναι σχεδιασμένοι για να ζήσουμε μαζί, με αρμονία, σε μικρές ή μεγαλύτερες κοινωνίες. Αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει πόλεμος!

Και η κλιμάκωση μπορεί να φτάσει στο σημείο χωρίς επιστροφή όταν καλά καλά οι εμπλεκόμενοι δεν μπορούν να θυμηθούν πως ξεκίνησαν όλα αυτά! Α, το δέντρο. Το δέντρο της... ζωής. Το δέντρο του... θανάτου. Απλά, φυτρώνει. Απλά, υπάρχει. Απλά, όταν πέφτει ο ήλιος επάνω του, αφήνει μια παχιά, μακριά σκιά. Δεν ξέρει τίποτε για φράχτες. Δεν γνωρίζει τίποτε για αντιπαλότητες. Δεν είναι «καλό» ή «κακό». Προσφέρει οξυγόνο, αγάπη, ομορφιά και... σκιά αν τη θέλει κάποιος. Αν δεν τη θέλει, μπορεί απλά να την αποφύγει! Δεν χρειάζεται να κοπεί το δέντρο. Ίσως να χρειάζεται κλάδεμα, ποιος ξέρει, ίσως αν το κλάδευαν, τα πράγματα να ήταν καλύτερα. Όμως, το πού θα πέσει ένα δέντρο που κάποιος το κόβει και κάποιος το σπρώχνει δεν είναι ευθύνη του δέντρου! Και ποιος τα άρχισε όλα αυτά; Ποιος ξεκίνησε τον καβγά; Από πού άρχισαν όλα; Και οι κοινωνικοί δεσμοί να καταρρέουν με θόρυβο. Να λιώνουν, αδύναμοι να αντισταθούν, αδύναμοι να αντέξουν, αδύναμοι να σώσουν. Και ο σκηνοθέτης δεν κωλώνει: τραβάει το πράγμα μέχρι το κατάμαυρο φινάλε του. Ή το κατακόκκινο αν προτιμάτε.

Και όλα στο τελευταίο πλάνο καταλαβαίνουμε ότι έγιναν μάταια! Τόσοι άνθρωποι χάθηκαν από μια παρανόηση, από μια παρεξήγηση, από τη φυσική τάση των γάτων να εξαφανίζονται από καιρού εις καιρόν. Πολύ δυνατή ταινία, που βγάζει συχνά πυκνά γέλιο, στο φινάλε όμως κάνει το γέλιο των πάντων να παγώνει στα αποσβολωμένα τους πρόσωπα. Για μια... μαλακία καταστρέφεται ένας γάμος. Για ένα... pussy! Και για μια pussy-cat, καταστρέφονται πολλές, πολλές ζωές. Μπράβο και πάλι μπράβο στον σκηνοθέτη, που δεν λείανε τις γωνίες και μας ανάγκασε να πιούμε το πικρό ποτήριον μέχρι το τέλος...

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Vida de Familia TIFF 2017

Αν δεν έστελνε η Χιλή ως πρόταση για ξενόγλωσσο Όσκαρ το «Μια φανταστική γυναίκα», μάλλον θα έστελνε τούτη εδώ την ταινία: «Οικογενειακή ζωή» (Vida de Familia) των Cristián Jiménez, Alicia Scherson. Η πρώτη ταινία της Scherson, το «Play» είχε λάβει στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2005! Η προηγούμενη ταινία της Scherson, το «Il futuro» είχε βγει εμπορικά στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας. Ετούτη η ταινία του διδύμου προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Ο Μπρούνο και η Κονσουέλο είναι ένα ευκατάστατο, παντρεμένο ζευγάρι, που ζουν στο υπέροχο διαμέρισμά τους, μαζί με την ανήλικη κορούλα τους. Είναι χειμώνας και (για λόγο που δεν αποσαφηνίζεται) θα μετακομίσουν οικογενειακώς για τρεις μήνες στο Παρίσι (όπου, εννοείται, πως είναι καλοκαίρι). Χρειάζονται κάποιον για να φροντίζει το σπίτι και τον γάτο τους για το αρκετά μεγάλο αυτό χρονικό διάστημα. Ο τυχερός είναι ο Μάρτιν, ένας μακρινός ξάδελφος του Μπρούνο, ο οποίος βιώνει μια μεγάλη κατάθλιψη κυρίως λόγω του θανάτου του πατέρα του. Ο Μάρτιν λοιπόν μετακομίζει στο σπίτι του ξαδέλφου του και το... φροντίζει. Περισσότερο το ανακατεύει και το κάνει χάλια, ασχολούμενος πιο πολύ με παιδικές φωτογραφίες του παρά με οτιδήποτε άλλο. Όταν ο γάτος ξεπορτίζει, ο Μάρτιν αρχίζει να τον ψάχνει. Έτσι συναντά την Πάτσι, μια ανύπαντρη μητέρα, πολύ ερωτική, με την οποία υπάρχει «χημεία» και πριν το καταλάβουν ζουν πλέον σε μια σχέση. Μόνο που ο Μάρτιν, καλοπερνώντας στο διαμέρισμα και μη θέλοντας να διακινδυνεύσει τίποτε, φλομώνει την Πάτσι στα ψέματα. Μέχρι πότε;

Η άποψή μας: Πρώτα από όλα θα ξεκινήσω από αυτό που γούσταρα περισσότερο στη συγκεκριμένη ταινία: τι θεάρα είναι αυτή η Gabriela Arancibia, που παίζει την Πάτσι ρε παιδιά; Τι εξωστρεφής ερωτισμός, τι βλέμμα, τι σώμα, τι φωνή, τι συμπεριφορά, τι άνεση! Λες και γεννήθηκε για τον έρωτα! Μελανούρι από τα λίγα, κυριαρχεί στην οθόνη, της βάζει φωτιά άμα τη εμφανίσει! Πόσο σημαντικό είναι το κάστινγκ για μια ταινία, έτσι; Κι εγώ στη θέση του Μάρτιν το ίδιο θα έκανα. Θα φλόμωνα την κοπέλα στα ψέματα για να την έχω όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κοντά μου. Γιατί, υπό κανονικές συνθήκες, she's out of my league! Τούτη η ταινία είναι μια μικρή το δέμας κωμωδία, που νομίζω πως ανταποκρίνεται περισσότερο από όλες τις ταινίες που είδα έως τώρα στο φεστιβάλ στη θεματική του ριζώματος, με κριτήριο υποτίθεται το οποίο έγινε η επιλογή των ταινιών του διαγωνιστικού τμήματος.

Μέσα στο τετράγωνο φορμά της περιγράφει στην εντέλεια την ανασφάλεια των αρσενικών. Τον «κατεστραμμένο» Μάρτιν, που «σβήνει» το πρόσωπό του από... οικογενειακές φωτογραφίες! Τι αντίφαση, έτσι; Να προσπαθεί να εξαφανίσει κάθε ένδειξη παρουσίας του μέσα σε οικογένεια αυτός που διψά περισσότερο από όλους να βρίσκεται μέσα σε μια τέτοια. Ο τίτλος της ταινίας είναι και δεν είναι παραπλανητικός. Μιλάει για οικογενειακή ζωή. Ναι, ο Μάρτιν ζει την τέλεια οικογενειακή ζωή! Εκείνη όπου όλα τα κακά είναι εξαφανισμένα: η πλήξη, οι κόντρες, η ρουτίνα, το σβήσιμο της ερωτικής φλόγας, η έλευση ενός παιδιού. Αυτή, όμως, δεν είναι πραγματική οικογενειακή ζωή, έτσι; Είναι ένα ψέμα. Γιατί μόνο στα ψέματα η οικογενειακή ζωή μπορεί να είναι μια ευτυχισμένη ζωή. Εκτός από τις ανασφάλειες των αντρών εννοείται ότι καταγράφονται υπέροχα και οι ανασφάλειες των γυναικών. Τόσο της Πάτσι όσο και της Κονσουέλο (τρομερή η ερμηνεία της Blanca Lewin στο ρόλο, που εμφανίζεται μόνο στην αρχή και στο τέλος της ταινίας). Καταγράφεται και η σχέση του φαγητού όταν δεν χρησιμοποιείται για λόγους... θρέψης: το ψωμί στον «Πόλεμο των ψίχουλων» και η νουτέλα ως ερωτικό εργαλείο!

Γενικά, οι σκηνές σεξ είναι και ερωτικές και ρεαλιστικές και καθόλου εξιδανικευμένες και δίνουν χώρο για μπόλικο χιούμορ. Πικρό χιούμορ σε κάποια σημεία, ξεκαρδιστικό σε άλλα. Υπάρχει κινηματογραφοφιλία ειδικού τύπου, με το πόστερ της ταινίας του Jean Vigo να κυριαρχεί σε έναν από τους τοίχους του σπιτιού (πραγματικό σπίτι της Scherson!) και με την Πάτσι να βγάζει χρήματα πουλώντας παράνομα dvd, όπως την κουβανική ταινία που κάνει fusion μεταξύ μιας αισθηματικής ιστορίας και ενός αιματοβαμμένου φιλμ τρόμου! Γενικώς, μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »

Thor: Ragnarök Poster ΠόστερThor: Ragnarök
του Taika Waititi. Με τους Chris Hemsworth, Tom Hiddleston, Cate Blanchett, Idris Elba, Jeff Goldblum, Tessa Thompson, Karl Urban, Mark Ruffalo, Anthony Hopkins


Pure Amusement!
του zerVo (@moviesltd)

Μέχρι τώρα στα διαρκή και συνεχόμενα κύματα των κινηματογραφικών της κυκλοφοριών η Marvel, μου έχει δώσει την εντύπωση πως σε ετούτο εδώ τον σούπερ ήρωα της συμπεριφέρεται κάπως άδικα, σαν να τον ρίχνει κομματάκι στο ζύγι, σαν να τον θεωρεί παρακατιανό. Ούτε τρανταχτά και βαρύγδουπα ονόματα παίζουν στην σκηνοθεσία, ούτε τα ειδικά εφέ είναι βγαλμένα από το πάνω δημιουργικό ράφι της μπράντας και το κυριότερο, ούτε το προμόσιον είναι ανάλογα ψηλό με εκείνο ας πούμε των ονομαστών Spiderman ή Iron Man. Κι όμως μέχρι ώρας και οι τρεις περιπέτειες με κύριο πρωταγωνιστή τον βγαλμένο από την Σκανδιναβική μυθολογία superhero, έχουν ξεπεράσει τις προσδοκίες, αφήνοντας στους φανατικούς φίλους του σινεκομικένιου genre μια ξεχωριστά όμορφη αίσθηση κατόπιν της θέασης. Μην σου πω δε, πως το τρίτο αυτό μέρος, παίζει να είναι και το πιο εμπνευσμένο της σειράς. Διότι το πιο ευχάριστο είναι δεδομένα!

Thor: Ragnarök Quad Poster Πόστερ
Έχοντας μόλις βγει νικητής από την μέχρι τελικής πτώσης μονομαχία του με τον δαίμονα Σουρτούρ, ο πανίσχυρος και ατρόμητος Θωρ θα επιστρέψει στην πατρίδα του Άσγκαρντ, για να βρεθεί μπροστά σε μια ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη, αντιλαμβανόμενος πως ο διπρόσωπος, υιοθετημένος αδελφός του Λόκι, υποδυόμενος τον πατέρα του Όντιν, έχει αναλάβει την εξουσία. Δράμα που θα πάρει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις, ενόσω ο εξόριστος στις ερημιές του Βορρά ηλικιωμένος βασιλιάς, θα αφήσει ταλαιπωρημένος την τελευταία του πνοή, ανακοινώνοντας ταυτόχρονα την άφιξη της απελευθερωμένης θυγατέρας του Χέλα. Της πανίσχυρης πολεμίστριας, που μαζί με τον Όντιν κέρδισαν τις πιο σημαντικές μάχες στα χρονικά, που ο ανάρμοστος και υπέρμετρα φιλόδοξος χαρακτήρας της, όμως, την οδήγησε στην ατέρμονη αιχμαλωσία.

Παρακινούμενη από ένστικτα οργής και εκδίκησης, η Χέλα θα ανατρέψει το καθεστώς στην Άσγκαρντ και αφού αναστήσει τους αιμοδιψείς στρατιώτες της αήττητης διμοιρίας της, θα πάρει τον έλεγχο στα χέρια της, εκτοπίζοντας τον μοναδικό που μπορεί να της αντισταθεί, τον Θωρ, α-Σφυρο και μόνο μακρυά από τα πάτρια εδάφη. Σε μέρη παράξενα και εκκεντρικά, όπου θα πρέπει να στηριχθεί αποκλειστικά και μόνο στις δικές του δυνάμεις, αν επιθυμεί να τερματίσει την προφητεία του Ράγκναροκ, που μόλις έχει ξεκινήσει και κάνει λόγο για ολοκληρωτικό αφανισμό όλου του γνωστού Σκανδιναβικού κόσμου.

Εννοείται βέβαια, πως στο διάστημα που η πρωτοεμφανιζόμενη σε Marvelική κινηματογραφική ιστορία Χέλα - μια αποκαλυπτική Cate Blanchett, με στολή Maleficent να δίνει ξέχωρη οντότητα και κύρος στο όλο πρότζεκτ - δικτατορικά κυριαρχεί στον Άσγκαρντ, ο απωλέσας όπλο και κώμη, βγαλμένος από τις Βόρειες μυθολογικές παραδόσεις, εξόριστος γίγαντας, δημιουργεί την δική του συμμορία, δίνοντας υπόσχεση γυρισμού και ανάκτησης των σκήπτρων. Μια τύποις Avengers ομάδα, που συνθέτουν παλιόφιλοι που εδώ λειτουργούν συμπληρωματικά, έχοντας τιμηθεί από την Φίρμα με τις ολόδικες τους περιπέτειες στο πανί. Νάσου και ο Χαλκ λοιπόν (φυσικά με την γιγάντωση της μόστρας του Mark Ruffalo και πάλι)  που κι αυτός θα βρεθεί να μάχεται για την επιβίωση του στα διαστημικά gladiators στάδια, νάσου και ο μάγος Δόκτορ Στρέιντζ (Cumberbatch rulez που λένε) να περνάει τις χαρισματικές του οργανωτικές τάσεις στο κτίσιμο του τιμ. Που συμπληρώνουν ο άστατος Λόκι - Hiddleston και η τυχοδιωκτικών τάσεων, μισθοφόρος Βαλκυρία, η αποκάλυψη του Ragnarok δηλαδή, που με την μορφή της μαύρης γαζέλας Tessa Thompson, κερδίζει τις εντυπώσεις. Η ιδέα της προσθήκης δε του Γκραντμάστερ χαρακτήρα, διοργανωτή των αυτοσχέδιων κατς μονομαχιών στον πλανήτη Σακάαρ - καταπληκτικό το καμπ μπακ του Jeff Goldblum - είναι όλα τα λεφτά!

Η ιδιομορφία του τρίτου επεισοδίου της σειράς Thor και πέμπτου συνολικά που ο Γιος του κεραυνού εμφανίζεται στην σκηνή, έχει να κάνει με το διασκεδαστικό και εξόχως χιουμοριστικό στυλ που δίνει στην αφήγηση του, ο σκηνοθέτης Taika Waititim που αποτέλεσε ένα από τα ηχηρά στοιχήματα της Marvel ως επιλογή σε θέση ντιρέκτορα ακριβής της παραγωγής. Ο Νεοζηλανδός, περνά το πιασάρικα ευχάριστο narration που είδαμε στο δημιουργικό του παρελθόν, σε φιλμς σαν τα Hunt For The Wilderpeople και What We Do In The Shadows, σε μια ταινία που δεν μπουκώνει από εφέ, μάχες και εκρήξεις και αποτελεί ένα ακόμη εμπνευσμένο τουβλάκι στην timeline συνέχεια των κομικένιων μπλοκμπάστερς της ερυθρόλευκης μαρκίζας.

Επιτυχία που πιστώνεται και πάλι ο όμορφος με την στιβαρή κορμοστασιά Chris Hemsworth, ο οποίος πλέον έχει κάνει δικό του τον ρόλο αποκτώντας εκατομμύρια φανατικών οπαδών που θα τον στηρίξουν σε κάθε του βήμα. Και που εδώ, ακόμη κι όταν οι συνθήκες γέρνουν εις βάρος του, δείχνει πειστικά ικανός να σηκώσει το βάρος των προσδοκιών και να οδηγήσει τον πόλεμο, στο καταιγιστικά εκρηκτικό CGI φινάλε, που (προβλέψιμα, οκ) θα τον στεφανώσει και πάλι θριαμβευτή!

Thor: Ragnarök Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Νοεμβρίου 2017 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

4η ανταπόκριση – Κυριακή 5 Νοεμβρίου
Αναπάντεχα συναπαντήματα

Και τελειώνει η πρώτη γύρα προβολών το πρωί του Σαββάτου, είναι μεσημέρι, πρέπει κάτι να φάμε και περπατάμε τώρα στους χώρους του Λιμανιού, που είναι γεμάτος κόσμο, για να πάμε κάπου στο κέντρο να τσιμπήσουμε το κατιτίς μας! Και βλέπω μπροστά μου ένα ψηλό παλικάρι, με αμάνικο φουσκωτό, πράσινο μπουφάν και δίπλα του, μια κοπέλα να την κρατά από το χέρι και να περπατάνε αμέριμνοι, ανάμεσα στον κόσμο. Α, και το παλικάρι έχει και την πιο χαρακτηριστική... κόμμωση στο ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου! Ναι, κυρίες και κύριοι, ανάμεσά μας βρέθηκε ο στράικερ του ΠΑΟΚ, Αλεξάντρ Πρίγιοβιτς! Τώρα, τι ακριβώς γύρευε στο Λιμάνι, μια μέρα πριν από το μεγάλο ντέρμπι των Δικεφάλων με την ΑΕΚ, τι να σας πω. Να είδε φεστιβαλική ταινία; Να επισκέφτηκε το γνωστό μαγαζί που βρίσκεται εκεί πέρα; Να έκανε μια τουρ στο θωρηκτό Αβέρωφ; Μάλλον το δεύτερο, αλλά θα σας γελάσω και δεν το θέλω... Εντωμεταξύ, γίνεται χαμός με το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου, αλλά και με την επιτροπή της ΕΡΤ για το 1,5%, δεν έχω όμως καθόλου χρόνο για να το ψάξω παραπάνω και να εμβαθύνω. Σε αυτά εξπέρ είναι ο Σπύρος Ταραβίρας – ψαχτείτε!

Με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Aus dem Nichts TIFF 2017

Της... αυτοδικίας γίνεται στη νέα ταινία του πολύ πολύ αγαπημένου μας Fatih Akin «Aus dem Nichts» (In the Fade). Πλάκα πλάκα, αυτή είναι η ένατη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του τουρκικής καταγωγής Γερμανού σκηνοθέτη, που αγαπάει το Αμβούργο (όπου γεννήθηκε) και την Ελλάδα (κι εμείς τον αγαπάμε, τα αισθήματα είναι αμοιβαία)! Και είναι μόλις η δεύτερη ταινία του, που έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών! Η προηγούμενη με την οποία διεκδίκησε τον Χρυσό Φοίνικα ήταν η ταινία «Η άκρη του ουρανού» (Auf der anderen Seite, 2007). Μάλιστα, εκείνη η ταινία κέρδισε το βραβείο σεναρίου και το βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής! Τούτη εδώ έφυγε από τις Κάννες με το βραβείο γυναικείας ερμηνείας, για την Diane Kruger. Και στο φεστιβάλ μας προβάλλεται στο τμήμα Special Screening ή αλλέως πως, Ειδικές Προβολές!

Η υπόθεση: Η Κάτια είναι μια Γερμανίδα που ζει στο Αμβούργο. Είναι ερωτευμένη με τον κουρδικής καταγωγής Νούρι Σεκέρτσι, ο οποίος βρίσκεται στη φυλακή για εμπόριο ναρκωτικών. Εκεί θα τον παντρευτεί. Έξι χρόνια μετά, ο Νούρι έχει βγει από τη φυλακή, δουλεύει ως νομοταγής πολίτης και επιχειρηματίας, η Κάτια κρατάει τα λογιστικά του βιβλία κι έχουν αποκτήσει μαζί κι έναν αξιολάτρευτο γιο, τον Ρόκο. Μια μέρα η Κάτια θα αφήσει τον Ρόκο στο γραφείο του πατέρα του για να πάει με την κολλητή της σε ένα σπα. Επιστρέφοντας, θα μάθει τα άσχημα νέα: έκρηξη βόμβας διέλυσε το γραφείο και σκότωσε τον Νούρι και τον Ρόκο! Η Κάτια είναι συντετριμμένη, τόσο που θέλει να βάλει τέλος στη ζωή της. Όταν η αστυνομία, με τη βοήθεια της Κάτιας, παύει να ψάχνει στην κατεύθυνση του ξεκαθαρίσματος λογαριασμών ως κίνητρο της βομβιστικής επίθεσης, αλλά συλλαμβάνει δύο νεοναζί ως υπαίτιους, υποκινούμενους από ρατσιστικό μίσος, η Κάτια παίρνει κουράγιο για να τους δει να τιμωρούνται. Θα τιμωρηθούν όμως; Μπορεί η δικαιοσύνη να τη δικαιώσει; Ή θα χρειαστεί να πάρει η ίδια το νόμο στα χέρια της;

Η άποψή μας: Μετά την αστοχία της «Μαχαιριάς» και το μικρό αλλά γλυκύτατο «Βερολίνο, Αντίο», που είδαμε (οι λίγοι που το είδαμε) φέτος στις αίθουσες της χώρας μας, ο Akin επιστρέφει σε ακόμα μεγαλύτερη φόρμα με τούτη τη δραματική ταινία. Είναι παράδοξο το γεγονός ότι η πρωταγωνίστρια της ταινίας, η Diane Kruger, παίζει για πρώτη φορά την Γερμανίδα σε γερμανική παραγωγή, όντας... Γερμανίδα. Η γυναίκα έχει παίξει σε δεκάδες ταινίες, κυρίως όμως γαλλικές ή και χολιγουντιανές παραγωγές. Κλείνουμε την παρένθεση. Τούτη η ταινία έχει σαφή διακριτά μέρη. Στην αρχή, μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, ο Akin μας παρουσιάζει τους πρωταγωνιστές της ταινίας του και με λιτές λεπτομέρειες μας βάζει στον κόσμο τους. Δεν φαφλατίζει, δεν απεραντολογεί, είναι καίριος, άμεσος, μας συστήνει τους ήρωές του και δεν μπορούμε παρά να τους συμπαθήσουμε. Ναι ρε παιδί μου, κι ένας μπλεγμένος με ναρκωτικά άνθρωπος μπορεί να έχει μια δεύτερη ευκαιρία, μπορεί να γίνει συνειδητοποιημένος πολίτης, θετικός για το κοινωνικό σύνολο, καλός οικογενειάρχης, όλα αυτά. Και μετά έρχεται η έκρηξη. Και η απώλεια. Και ο θάνατος. Και στο κάδρο κυριαρχεί πλέον η Kruger. Που πνίγεται μέσα στη θλίψη. Που προσπαθεί να συνειδητοποιήσει τι έγινε και γιατί έγινε. Που δεν μπορεί να συνέλθει. Που είναι διαλυμένη. Αλλά που έχει τη διαύγεια να υπερασπιστεί τη μνήμη του άνδρα της και του παιδιού της. Όταν η αστυνομία αφήνει υπονοούμενα ότι ο άνδρας της έμπλεξε ξανά με τα ναρκωτικά και πως η έκρηξη είχε ως κίνητρο το ξεκαθάρισμα λογαριασμών, αντιδράει. Λογικά.

Και αντιπροτείνει κάτι που της φαίνεται απολύτως λογικό επίσης: τη βόμβα την έβαλαν νεοναζί. Έτσι κι αλλιώς, καθώς έφευγε από το γραφείο, μίλησε με μια κοπέλα που άφησε το ποδήλατό της έξω από το γραφείο. Μια κοπέλα με χαρακτηριστικά... Άριας φυλής. Δεν την πιστεύει όμως κανείς. Και προχωράει σε μια πράξη, που εκείνη τη στιγμή της φαίνεται η πιο... λογική (και πάλι, αυτό το άτιμο το μυαλό – spoiler alert!!!). Και με κάποιο τρόπο συναντά την ταινία «Η ψυχή και το σώμα», που άνοιξε την αυλαία του εφετινού φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Η σκηνή που βγαίνει η Kruger από το γεμάτο αίμα μπάνιο της θα μπορούσε να είχε παρθεί από το «Carrie» ή από ταινία του Argento! Από αυτό το σημείο και μετά, η λογική της ταινίας αλλάζει. Γίνεται ένα δικαστικό δράμα. Και ο Akin χάνει για λίγο την ισορροπία του. Το ασπρόμαυρο κυριαρχεί στη δικαστική αίθουσα, το ασπρόμαυρο κυριαρχεί και σε ότι αφορά τους συμμετέχοντες στη δίκη. Οι νεοναζί κατηγορούμενοι (η κοπέλα με το ποδήλατο όπου ήταν παγιδευμένη η βόμβα και ο σύντροφός της) και ο δικηγόρος τους σκιαγραφούνται ως το απόλυτο κακό και η Kruger και ο δικός της δικηγόρος ως το απόλυτο καλό.

Λογικό (υπερβολική χρήση της λέξης, αλλά ναι, απολύτως δικαιολογημένα): σκατά στους φασίστες και δεν μπορεί φασίστας να είναι καλός άνθρωπος. Αλλά να, ίσως θα μπορούσε να το δουλέψει λίγο περισσότερο αυτό το τμήμα ο σκηνοθέτης. Ήταν εύκολο γι' αυτόν να το αφήσει έτσι όπως τελικά μας το παρουσιάζει. Τέλος πάντων. Στις σκηνές του δικαστηρίου κάνει μεγάλη εμφάνα και ο Γιάννης Οικονομίδης, ο γνωστός σκηνοθέτης μας, που υποδύεται έναν χρυσαυγίτη (!!!) ο οποίος δίνει άλλοθι στους κατηγορούμενους (ότι και καλά, την εποχή που έγινε η επίθεση, βρίσκονταν στο ξενοδοχείο του, στην Ελλάδα), όταν ο ίδιος ο πατέρας του νεοναζί τον κατηγορεί ξεκάθαρα ως βέβαιο οργανωτή της επίθεσης (πάρα πολύ καλός για άλλη μια φορά ο Ulrich Tukur στον μικρό του ρόλο). Και μετά; Η δικαιοσύνη όντας τυφλή (ή κάνοντας τα στραβά μάτια εκεί που θέλει) βγάζει απόφαση που σπιλώνει τη μνήμη των νεκρών και που δεν δικαιώνει αυτούς που έμειναν πίσω. Και σας ρωτώ: εσείς τι θα κάνατε στη θέση της Kruger; Θα συγχωρούσατε τους ενόχους; Μπράβο, αυτό θα σας έκανε καλούς Χριστιανούς. Ή θα ζητούσατε να πάρετε εκδίκηση; Κι εδώ μπαίνει και πάλι το ακανθώδες ζήτημα της αυτοδικίας. Κι άλλη παρένθεση εδώ: στο «120 χτύποι το λεπτό» τα μέλη της γαλλικής Act Up, βλέποντας πως η κυβέρνηση Μιτεράν και η δικαιοσύνη δεν κάνουν τίποτε για να αντιμετωπιστεί η μάστιγα του Aids, προβαίνουν σε δυναμικές αντιδράσεις. Μεταξύ αυτών, πετάνε μπαλόνια ή καπότες γεμάτες με ψεύτικο αίμα, σε ανευθυνο-υπεύθυνους. Δεν είναι αυτό... αυτοδικία; Δεν αντιδρούν σε κάτι που μπορεί να στερήσει τη ζωή τους, που τους αδικεί κατάφωρα, παίρνοντας το νόμο στα χέρια τους; Έχουν άδικο; Δεν ασκούν βία; Ναι, οι γραμμές είναι πολύ λεπτές, αλλά εδώ κολλάει ένα παλιό σύνθημα των αναρχικών: «καμιά πράξη βίας δεν είναι αδικαιολόγητη σε έναν κόσμο τελείως αδικαιολόγητο», εντάξει; Αυτοδικία, λοιπόν. Το ποιος θα αποφασίσει αν είναι «σωστή» ή «λάθος» έχει να κάνει με το από ποια μεριά του φράχτη βρίσκεσαι. Εδώ, ευτυχώς, σε αντίθεση με τις σκηνές στο δικαστήριο, ο Akin το παλεύει το θέμα, όπως και η πρωταγωνίστριά του. Ο άνδρας της σκοτώθηκε, το παιδί της σκοτώθηκε, η δικαιοσύνη την πρόδωσε και οι δολοφόνοι βρίσκονται εκεί έξω (στην Ελλάδα συγκεκριμένα!!!), να κρύβονται (γνωστά θρασύδειλα), μέχρις ότου αποφασίσουν να προχωρήσουν σε κάποια άλλη πράξη βίας, για την οποία υπάρχουν πολλές πιθανότητες να μείνουν για άλλη μια φορά ατιμώρητοι. Οπότε, τι κάνεις; Πώς πολεμάς τον φασισμό;

Αν βάλει απλά τα εκρηκτικά και σκοτώσει τους ενόχους, όπως σχεδιάζει αρχικά η Kruger, θα εξισωθεί με αυτούς στα βλέμματα κάποιων θεατών – όχι όλων, αλλά λέμε. Δεν μπορεί όμως και να τους αφήσει και ατιμώρητους. Οπότε... Συγκλονιστική ταινία, που σε στιγμές θυσιάζει τη λεπτότητα υπέρ του μηνύματος. Αυτό.

(η ταινία προβάλλεται την Κυριακή 5 Νοεμβρίου στις 22.30 στην αίθουσα Ολύμπιον και σε επανάληψη το Σάββατο 11 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης – έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Rosebud.21 χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Infinity Baby TIFF 2016

Έχουμε λίγο απελπιστεί με το θέμα «ανεξάρτητος αμερικάνικος κινηματογράφος». Ευτυχώς, η πρώτη ταινία του συγκεκριμένου... είδους που είδαμε φέτος στο φεστιβάλ δεν ήταν σίγουρα κακή. Μιλάμε για το «Infinity Baby» του Bob Byington. Μια ταινία, που έχει από πίσω της την Faliro House του Χρήστου Κωνσταντακόπουλου. Μια ταινία, που προβλήθηκε στο φεστιβάλ μας στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Μια... ασπρόμαυρη ταινία!

Η υπόθεση: Στο κοντινό μέλλον, μια εταιρία που πειραματίζεται με βλαστοκύτταρα «κατασκευάζει» μέσω μετάλλαξης και εντελώς κατά λάθος, χίλια περίπου μωρά, τα οποία δεν μεγαλώνουν ποτέ! Είναι τα «Αιώνια Μωρά», όπως χαρακτηρίζονται – και αυτό είναι και το όνομα που παίρνει η εταιρία. Πρόεδρος και διευθύνοντας σύμβουλος της εταιρίας είναι ο γεμάτος έπαρση Νίο, στην εταιρία δουλεύει ως «γενικών καθηκόντων», ο ανιψιός του Νίο, ο Μπεν και οι Μάλκολμ και Λάρι είναι δύο υπάλληλοι που λειτουργούν κάπως ως... πελαργοί, καθώς παραδίδουν τα μωρά σε αυτούς που ενδιαφέροντα να τα μεγαλώσουν! Με το αζημίωτο! Τα πλεονεκτήματα των συγκεκριμένων μωρών είναι πως δεν μεγαλώνουν ποτέ, πως τρώνε ελάχιστα, πως η πάνα τους χρειάζεται αλλαγή μόνο μία φορά την εβδομάδα και πως αυτό που κάνουν – κυρίως – είναι να κοιμούνται. Και ο Μπεν, όμως, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αιώνιο μωρό, καθώς δεν δείχνει ικανός να ωριμάσει σε ότι αφορά στις σχέσεις του με τις γυναίκες...

Η άποψή μας: Εδώ, κάτι καλό συμβαίνει. Εδώ, βλέπεις μια ταινία στην οποία και δεν βαριέσαι και όντως υπάρχουν στιγμές όπου πραγματικά γελάς! Το ακριβώς αντίθετο δηλαδή με ότι συμβαίνει συνήθως σε ταινίες του ανεξάρτητου αμερικάνικου κινηματογράφου. Η κωμωδία είναι πεντακάθαρη και το καλό είναι πως η ταινία διαχειρίζεται και διαπραγματεύεται πραγματικά δεκάδες σοβαρότατα πράγματα, τα οποία συμπυκνώνει σε μια διάρκεια μόλις 71 λεπτών, οπότε και δεν πλατειάζει και δεν ξεχειλώνει και παραδόξως αναλύει αρκούντως – τουλάχιστον τα περισσότερα από αυτά. Πχ, αυτή καθαυτή η ιδέα των «Αιώνιων Μωρών»! Μωρά που αυτός που θα τα «αγοράσει» και θα τα φροντίζει, ουσιαστικά θα έχει τα καλά τους κι όχι τα... κακά τους (μουάχαχαχαχαχα). Γιατί να ανησυχείς για το πως θα μεγαλώσει το παιδί σου, τι ανατροφή θα του προσφέρεις, σε ποιο σχολείο θα πάει κι άλλα τέτοια φοβερά και τρομερά ζητήματα; Παίρνεις ένα αιώνιο μωρό (σημείωση: το μωρό που χρησιμοποίησαν για τα σχετικά πλάνα οι άτιμοι οι δημιουργοί είναι πραγματικά γλυκύτατο!) και ξεμπερδεύεις!

Εδώ, μπαίνει και μπλέκει όμορφα η ιστορία με τον Μπεν, τον οποίο υποδύεται σούπερ, ο Kieran Culkin. Ο Μπεν είναι μεν ενήλικας αλλά είναι ουσιαστικά ένα αρσενικό κλισέ, ένα... παιδί που δεν λέει να μεγαλώσει και να ωριμάσει. Του αρέσουν οι γυναίκες αλλά μόλις προχωρήσει λίγο μέσα στον χρόνο μια σχέση κι αρχίζει να τίθεται ζήτημα γάμου και τεκνοποιίας, ο Μπεν «κλωτσάει». Και χρησιμοποιεί έναν πονηρό τρόπο για να απαλλάσσεται από τις σχέσεις του: συστήνει τις κοπέλες του στη «μητέρα» του. Το περισσότερο πάντως γέλιο βγάζουν οι δύο υπάλληλοι που παραδίδουν τα μωρά: ο ηλίθιος και ο πανηλίθιος! Οι Kevin Corrigan και Martin Starr βγάζουν πάρα πολύ γέλιο με τη συμπεριφορά τους και τις ατάκες τους. Ο δεύτερος... τυφλώνεται από τα κακάκια ενός από τα μωρά. Μην αγχώνεστε: δεν έχουμε εδώ το χιούμορ ταινίας όπως το «American Pie». Χιούμορ δηλαδή για πιτσιρικάδες, που προκύπτει συχνά πυκνά με σχόλια για τις σωματικές εκκρίσεις και απεκκρίσεις. Όχι. Εδώ το γέλιο είναι αποτέλεσμα εγκεφαλικής διαδικασίας. Και πάλι δεν καπελώνει την ταινία. Πχ, ο μουσάτος «ηλίθιος» μετατρέπεται σε πρώτης τάξεως πατέρα στο φινάλε της ταινίας, καθώς το σενάριο γίνεται πολύ τρυφερό. Κι έχει πολύ ενδιαφέρον αυτό που λέει, ντεμέκ απευθυνόμενος στην κόρη του, αλλά εντέλει είναι ένα σχόλιο που κάνει ο σκηνοθέτης για τούτη την ταινία αλλά και για όλη του τη φιλμογραφία. Το ενδιαφέρον λοιπόν στις ταινίες είναι να βλέπεις εκείνες όπου οι ήρωες αλλάζουν από την αρχή στο τέλος. Τους συμβαίνουν πράγματα που τους διαφοροποιούν, τους βελτιώνουν, τους ωριμάζουν. Μπορεί να μην ισχύει στην περίπτωση των περισσότερων ηρώων στη συγκεκριμένη ταινία, σίγουρα όμως ισχύει για τον μουσάτο φίλο μας.

Καλά περάσαμε η αλήθεια είναι!

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Columbus TIFF 2017

Κλείνουμε τη σημερινή μας ανταπόκριση με άλλη μια αμερικάνικη ανεξάρτητη ταινία – ήταν να μην πάρουμε... φόρα! Το «Κολόμπους» (Columbus) αποτελεί το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Νοτιοκορεάτη καλλιτέχνη που είναι γνωστός με ένα μόνο όνομα: Kogonada. Έχει συμπεριληφθεί από το περιοδικό Filmmaker στην περίφημη λίστα με τα 25 πρόσωπα του ανεξάρτητου κινηματογράφου για τα έργα και τις κριτικές που του ανατέθηκαν από την Criterion Collection και το περιοδικό Sight & Sound. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Σάντανς.

Η υπόθεση: Ο Τζιν είναι ένας κορεατικής καταγωγής νεαρός άνδρας. Δεν έχει και πολύ καλές σχέσεις με τον διάσημο αρχιτέκτονα πατέρα του. Όταν όμως ο τελευταίος παθαίνει εγκεφαλικό λίγο πριν ξεκινήσει μια ομιλία του, ο Τζιν καταφθάνει στο Κολόμπους της Ιντιάνα, καθώς τον ενημερώνει σχετικά μια από τις πιο ταλαντούχες μαθήτριες του πατέρα του και παλιό φλερτ (;) του Τζιν, η Έλενορ. Το Κολόμπους έχει χαρακτηριστεί ως «η Αθήνα στην κοιλάδα» ή «η Μέκκα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής». Ο Τζιν περιμένει το μοιραίο χωρίς ιδιαίτερη αγωνία, απλώς από υποχρέωση: ποτέ δεν τα πήγαινε καλά με τον πατέρα του. Η Κέισι είναι μια πιτσιρίκα, γέννημα-θρέμμα του Κολόμπους, που δουλεύει στην κεντρική βιβλιοθήκη της πόλης. Η Κέισι έχει μια πολύ καλή σχέση με τη μητέρα της – καμία σχέση με τη... σχέση που έχει ο Τζιν με τον πατέρα του. Η μητέρα της Κέισι είναι χρήστης meth. Η Κέισι νιώθει ότι πρέπει να μείνει μαζί της, κι ας χαραμίζει τις όποιες προοπτικές να πάει να σπουδάσει και να ξεφύγει, καθώς είναι έξυπνη και εύστροφη. Ο Τζιν και η Κέισι θα συναντηθούν και θα έρθουν κοντά χάρη στην αγάπη τους για τα μοντέρνα κτίρια, την επιθυμία τους για μια άλλη ζωή και την έλξη που αναπτύσσεται ανάμεσά τους...

Η άποψή μας: Τούτη η ταινία είναι πράγματι υπέροχη να τη βλέπεις και να την ακούς. Ο Kogonada έχοντας στόχο να αποτίσει φόρο τιμής στον Yasujiro Ozu και ιδιαίτερα στην ταινία του Ιάπωνα μετρ, το «Tokyo Story», τα καταφέρνει σε αυτό το επίπεδο. Το αποτέλεσμα είναι ένα οπτικοακουστικό ποίημα, που όμως σακατεύεται τόσο πολύ από τους ρυθμούς του, έτσι ώστε να υπάρχουν μπόλικες στιγμές κατά τη διάρκειά του, που παθαίνεις πλάκα μεν με αυτό που βλέπεις, αλλά απλά δεν σε ενδιαφέρει. Ή... βαριέσαι. Τόσο απλά. Το καστ είναι συμπαθέστατο (κι εδώ, όπως στο «Infinity Baby», βασικό ρόλο έχει ένας από την οικογένεια Culkin – εδώ είναι ο συμπαθέστατος Rory), έχουμε υπέροχη πραγματικά φωτογραφία, απίστευτες γωνίες λήψεις και κάδρα (μιας που η ταινία ασχολείται και με την αρχιτεκτονική) τόσο τέλεια στη δομή, στο στήσιμο, στη σύνθεσή τους, που μπορεί κάθε ένα από αυτά να αποτελέσει αντικείμενο μελέτης!

Τεράστια, μοντέρνα κτίρια, μικροί άνθρωποι που ζουν σε αυτά. Ναι, πολλές φορές το έργο των ανθρώπων είναι πολύ μεγαλύτερο από τους ίδιους τους ανθρώπους, τόσο ώστε να τους εξαφανίζει. Τελικά, η εικαστική πλευρά της ταινίας σε κρατάει ως θεατή μακριά από το δράμα. Παρά το γεγονός ότι η ιστορία ως ιστορία έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Τέκνα ισχυρών προσωπικοτήτων κουβαλάνε πικρία και απογοητεύσεις αλλά διαχειρίζονται διαφορετικά τη σχέση τους με τον γεννήτορα που τους πρόδωσε. Οι κουβέντες του Τζιν με την Κέισι έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, το φλερτ τους είναι εκεί, έτοιμο να φωτίσει την οθόνη, αλλά φευ. Το ενδιαφέρον δράμα λειτουργεί ως ντεκόρ για να στηθούν τα άψογα πλάνα κι όχι το αντίθετο. Θέλω να πω, είναι υπέροχο να βλέπεις τη βροχή έτσι όπως μας την παρουσιάζει ο συγκεκριμένος σκηνοθέτης αλλά είναι σαν να είπε: «εδώ θα βάλω ένα γαμάτο πλάνο βροχής». Οι προοπτικές υπάρχουν για να δούμε πολύ ενδιαφέροντα πράγματα από τον συγκεκριμένο. Αρκεί να βρει την ισορροπία ανάμεσα στην ουσία και στη συσκευασία. Γιατί στη συγκεκριμένη ταινία η αισθητική δεν είναι το μήνυμα. Και το μήνυμα απλά δεν το λαμβάνουμε ποτέ...

(η ταινία έχει άλλες δύο επαναληπτικές προβολές στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα: τη Δευτέρα 6 Νοεμβρίου στις 23.00 και την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου στις 13.00 – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

3η ανταπόκριση – Σάββατο 4 Νοεμβρίου
Βρε πως περνάει ο καιρός...

Κοιτάξτε τώρα φάση. Βγαίνουμε με την πρόεδρο της κριτικής επιτροπής της FIPRESCI, την Ola από την Πολωνία, to know as better και να κάνουμε σχέδια επί χάρτου για το πως θα δούμε τις ταινίες κι άλλα διαδικαστικά, μετά τύρου και αχλαδίου. Μας λείπει και ο τρίτος της παρέας, ο Thomas από τη Γερμανία. Εν πάση περιπτώσει, περπατάμε στο ιστορικό κέντρο – με μεγάλη μου χαρά κάνω και λίγο τον ξεναγό και τσουπ, να 'σου ο Γεωργίου μέσα σε αμάξι να με χαιρετάει! «Πού είσαι ρε Γιαχού;». Ξέρετε τώρα, σταματάει το αμάξι, σταματάει την κίνηση, γίνεται γενικώς της πόρνης κι εμείς χαιρετιόμαστε σαν από διαφήμιση γνωστής μάρκας μπύρας! Από πότε έχω να δω τον Γεωργίου; Νομίζω από τότε που φύγαμε από το λύκειο, 157 χρόνια πίσω δηλαδή! Ίσως να τον είχα δει και στις Σέρρες κάποια στιγμή. Αλλά πάλι... Κοίτα να δεις. Τυχαίνει να βλέπω γνωστούς στο δρόμο, χαιρετιόμαστε, η Ola εντυπωσιάζεται: «it seems that you know them all». 'Νταξ, κυριλέ! Τελειώνουμε με αυτό. Πάω να δω ταινία στις 18.00, στην ουρά άλλος παλιός συμμαθητής από τις Σέρρες, φοβερός σινεφίλ, δεν αφήνει και συναυλία για συναυλία, ο Βασίλης (ρε, καλά θυμάμαι το όνομα, για μπούρδες λέω;). Τι κάνεις, πού είσαι, τα γνωστά. Μέσα στην αίθουσα πλησιάζει τον Δημοσθένη η Ελένη: «γεια σου Θόδωρε, έχω κρατημένα αποκόμματα από κείμενα που έγραφες στον εξώστη». Κοίτα να δεις ρε φίλε, μπαίνουμε στις ζωές ανθρώπων άμεσα ή έμμεσα! Φοβερό! Κουβαλάμε ευθύνες κύριε. Δεν εκτιθέμεθα μόνον, κάνουμε και μια ιστορική καταγραφή κατά μία έννοια. Και μας διαβάζει κόσμος. Αλλά μήπως δεν περνάει ο χρόνος; Μήπως ο χρόνος είναι ακίνητος και περνάμε εμείς, που έχει γραμμένο σε τοίχο ο Ραϊσης στην ταινία του;

Με τέσσερις ταινίες θα ασχοληθούμε στη σημερινή ανταπόκριση. Δύο που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ και τα περνάμε εδώ ως προτάσεις και δύο που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Newton TIFF 2017

Η Ινδία δεν είναι μια χώρα της οποίας τις ταινίες έχουμε την ευκαιρία να δούμε συχνά στην Ελλάδα. Έχουν το Bollywood τους κι έχουν και κάποιες ταινίες που ξεχωρίζουν εντός ή εκτός φεστιβάλ, ταινίες που δεν είναι παραγωγής Bollywood. Πχ, τα τελευταία χρόνια έχουμε δει το υπέροχο «Παραδόσεις αγάπης» (The Lunchbox, 2013) και το πολύ δυνατό «Το δικαστήριο» (Court, 2014). Ε, λοιπόν, στη φετινή Berlinale, στο τμήμα του φεστιβάλ που ονομάζεται Forum είδαμε μια ινδική ταινία, την οποία λατρέψαμε! Και το δικό μας φεστιβάλ την προβάλει στο αγαπημένο τμήμα των περισσοτέρων, τους «Ανοιχτούς Ορίζοντες». Τίτλος της ταινίας: «Νιούτον» (Newton). Ρε τους μπαγάσες, μιλάμε για σπουδαίο σινεμά!

Η υπόθεση: Ο Νιούτον είναι ένας νεαρός Ινδός που έχει αρχές. Είναι από τους σπάνιους κρατικούς υπαλλήλους που κάνει τη δουλειά του χωρίς να δέχεται λαδώματα: έχει συνείδηση. Οι γονείς του τον πιέζουν να παντρευτεί, εκείνος όμως αντιδράει. Καθώς κηρύσσονται εκλογές στην πολυπληθή χώρα, τη μεγαλύτερη δημοκρατία του πλανήτη, όπου οι εκλογές κοστίζουν σχεδόν πέντε δισεκατομμύρια δολάρια, ο Νιούτον επιλέγεται (αν και αναπληρωτής αρχικά) να πάει στη ζούγκλα, σε μια απομονωμένη περιοχή, όπου κατοικούν ιθαγενείς Adivasi, για να φέρει εις πέρας την εκλογική διαδικασία. Η περιοχή, όμως, ελέγχεται από μαοϊκούς αντάρτες εδώ και τρεις δεκαετίες! Αντάρτες που στόχος τους είναι να ανατρέψουν την αστική δημοκρατία και να αναλάβουν την εξουσία με τη βία. Έτσι, δίνουν φιρμάνι στους κατοίκους της περιοχής να μην συμμετέχουν στις εκλογές.

Ο Νιούτον όμως είναι πεισματάρης. Πιστεύει πως το μεγαλύτερο μέρος από τους 76 εγγεγραμμένους ψηφοφόρους της περιοχής θα εμφανιστεί και θα ψηφίσει! Μαζί του είναι άλλοι δύο κρατικοί λειτουργοί και μια πανέμορφη κοπέλα από την περιοχή, αλλά κι ένας λόχος κυβερνητικών στρατιωτών μαζί με τους αξιωματικούς τους. Οι στρατιωτικοί έχουν αναλάβει να μεταφέρουν με ασφάλεια τον Νιούτον και τους συν αυτό μέσα από τη ζούγκλα στο σχολείο που θα λειτουργήσει ως εκλογικό κέντρο. Καθώς η ζέστη γίνεται ολοένα και χειρότερη και τα κουνούπια γίνονται ολοένα και πιο απειλητικά ο Νιούτον αναρωτιέται: θα πάει εντέλει κανείς να ψηφίσει;

Η άποψή μας: Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο σαφέστατα ταλαντούχος 36χρονος Ινδός σκηνοθέτης Amit V Masurkar. Και με μια λέξη είναι αριστούργημα! Και λογικά αυτή θα είναι μία από τις καλύτερες ταινίες που θα δείτε στο εφετινό φεστιβάλ, οπότε φροντίστε απλά να μην τη χάσετε! Ο δημιουργός κατορθώνει κάτι που φαίνεται απλό αλλά ελάχιστοι το πετυχαίνουν: να ξεκινήσει από το μερικό για να μιλήσει για το γενικό. Και λέει σπουδαία πράγματα με μπόλικο χιούμορ, το οποίο πηγάζει όχι μόνο από τους διαλόγους του σεναρίου αλλά και από τις καταστάσεις. Ο Νιούτον (έτσι βαφτίζει τον εαυτό του ο ήρωάς μας σε σχέση με το Nutan, όπως τον είχαν βαφτίσει οι γονείς του – το γιατί κάνει τη συγκεκριμένη αλλαγή, είναι από τις στιγμές της ταινίας που βγάζει πολύ γέλιο) είναι ένας άνθρωπος με αρχές. Με ήθος. Με σαφή γνώση για το πώς οριοθετείται το καλό και πώς το κακό. Που ακολουθεί πιστά το νόμο. Και που είναι άκαμπτος και ισχυρογνώμων!

Ο Νιούτον θα βρεθεί μέσα σε μια πολύ παράξενη κατάσταση. Θα βιώσει πράγματα που δεν μπορούσε καν να φανταστεί. Όπως του λέει και η κοπέλα που βοηθάει στη διαδικασία: «το παράξενο είναι πως ζεις δυο μόλις ώρες μακριά από εδώ και δεν έχεις χαμπάρι για το τι γίνεται εδώ πέρα». Και δεν θα αργήσει να καταλάβει πως συμμετέχει σε ένα φιάσκο, σε ένα θέατρο του παραλόγου! Ουσιαστικά, συμμετέχει σε εκλογές «δημοκρατίας με το ζόρι»! Όταν εντέλει εμφανίζονται ψηφοφόροι για να ψηφίσουν (κουβαλιούνται ουσιαστικά με την απειλή όπλου!) ο Νιούτον καταλαβαίνει πως κανείς από τους ανθρώπους αυτούς δεν ξέρει τα κόμματα που συμμετέχουν στις εκλογές και τους υποψηφίους! Πώς να επιλέξουν λοιπόν; Κουτουρού! «Θα το δούνε σαν παιχνίδι» του λέει ο μπαρουτοκαπνισμένος κανάγιας λοχίας για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ο Νιούτον κάποια στιγμή καταλαβαίνει το μάταιο της όλης κατάστασης. Το όλο γίνεται mediaκο σόου, καθώς εμφανίζεται δημοσιογράφος του BBC (!!!) για να επιβεβαιώσει πως στην Ινδία υπάρχει δημοκρατία! Μουάχαχαχαχα.

Τρομερό φιλμ για όλες τις στρεβλώσεις των δυτικών κοινωνιών και των υπό ανάπτυξη χωρών, όπως η Ινδία, με απίστευτες πλουτοπαραγωγικές πηγές και ακόμα πιο απίστευτη φτώχεια! Το τι ακούγεται στην ταινία: ο διαβητικός βοηθός του Νιούτον λέει κάποια στιγμή: μην τρομάζετε τον κόσμο εδώ – δώστε του τηλεοράσεις, να δουν διαφημίσεις για την Coca Cola και για φαγητά και να δείτε πως θα μπουν στη σειρά. Ένας από τους υποψηφίους για τις εκλογές λέει πως δεν θα ησυχάσει αν δεν δει κάθε νέο της χώρας να έχει στο αριστερό του χέρι ένα λάπτοπ και στο δεξί ένα κινητό! Ο λοχίας που λέγαμε βάζει παιδάκια – ιθαγενείς να τραγουδήσουν: interrogation, λέει στον εμβρόντητο Νιούτον. Ο άλλος από τους υπαλλήλους λέει πως θέλει να... επενδύσει στην περιοχή και ζητάει πληροφορίες από τους φαντάρους. Κι ένας από αυτούς, του απαντάει: πάρε ένα όπλο, πες πως είσαι κομουνιστής και παραδώσου – θα πάρεις καλά λεφτά! Όλα στο βωμό της προπαγάνδας! Ο διαβητικός μαθαίνει αγγλικά βλέποντας ταινίες στο κινητό του, όλες αριστουργήματα της Έβδομης Τέχνης, όπως «Η νύφη του Τσάκι» και ταινίες με ζόμπι ή τζόμπι, όπως τα λέει ο ίδιος! Λέει και τα χαρτιά στον Νιούτον: τον βάζει να διαλέξει τρία χαρτιά. Το ένα αντιπροσωπεύει το παρελθόν, το δεύτερο το παρόν και το τρίτο το μέλλον. Εν πάση περιπτώσει, του ερμηνεύει το παρελθόν και το παρόν, κάτι συμβαίνει όμως και δεν του λέει για το μέλλον. Αφού ολοκληρωθούν οι εκλογές – παρωδία, ανοίγει και το χαρτί για το μέλλον: είναι ένα άσημο (φαινομενικά) πεντάρι! Χμ, λέει ο υπάλληλος, αν ήταν άσσος, βαλές, ντάμα, θα μπορούσα να σου πω ευχάριστα πράγματα, το πεντάρι, όμως, δεν λέει τίποτε. Κι αυτό που ακολουθεί είναι ό,τι πιο επαναστατικό και υπέροχο έχω δει τελευταία σε ταινία. Γιατί η όμορφη κοπέλα δεν αφήνει το σχόλιο να πέσει κάτω. Τι λες, λέει. Το πέντε παραπέμπει σε αυτό – και μας δείχνει την ανοιχτή παλάμη του ενός χεριού της με τα πέντε δάχτυλα. Το οποίο η συντρόφισσα το κάνει γροθιά και το σηκώνει στον αέρα! Ανατριχίλια!

Τρομερή ταινία, έπαθα πλάκα, γέλασα, συγκινήθηκα, μπήκα σε σκέψεις και κόλλησα αισιοδοξία! Σούπερ!

(η ταινία προβάλλεται το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στις 22.30 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης και σε επανάληψη την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 17.15 στην αίθουσα Τώνια Μαρκετάκη – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

A Ciambra TIFF 2016

Ο Jonas Carpignano είναι ένας σχετικά νεαρός Ιταλοαμερικάνος σκηνοθέτης. Η πρώτη του ταινία, το «Mediterranea» προβλήθηκε στο φεστιβάλ των Καννών το 2015 στην «Εβδομάδα της Κριτικής». Η δεύτερή του ταινία μεγάλου μήκους ονομάζεται «Η γειτονιά των ανθρώπων» (A Ciambra) και προβλήθηκε και πάλι στις Κάννες, φέτος, στο τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών», όπου και την είδαμε. Και πάλι ο σκηνοθέτης παίρνει αφορμή και έμπνευση από πραγματικούς ανθρώπους. Τον πιτσιρικά πρωταγωνιστή του τον γνώρισε όταν δούλευε για μια άλλη ταινία, και του ζήτησε τσιγάρο στο δρόμο! Το σύνολο σχεδόν των ηθοποιών στην ταινία είναι ερασιτέχνες, κάτι που συνέβαινε και με την πρώτη ταινία του σκηνοθέτη. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο Martin Scorsese ζήτησε να βοηθήσει στην προώθηση της ταινίας βάζοντας το όνομά του ανάμεσα σε εκείνα των executive producers. Τελικά, βοήθησε με μερικές συμβουλές, ιδίως σε ότι αφορά το μοντάζ της ταινίας. Δεν το λες και μικρό πράγμα αυτό, έτσι; Η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Ιταλίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ και στο φεστιβάλ μας προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Η Ciambra είναι μια μικρή κοινότητα μη νομάδων Ρομά στην περιοχή Gioia Tauro στην Καλαβρία. Ο πιτσιρίκος Πίο Αμάτο βιάζεται να μεγαλώσει, να γίνει ενήλικας. Στα 14 του χρόνια πίνει αλκοόλ, καπνίζει και είναι από τους λίγους που μπορούν να «ξεγλιστρήσουν» τόσο εύκολα ανάμεσα στις «φυλές» που ζουν στην περιοχή του. Τα πάει καλά τόσο με τους ντόπιους Ιταλούς, όσο και με τους μπόλικους Αφρικανούς μετανάστες της περιοχής και εννοείται με τους Ρομά. Ο Πίο έχει πολλά αδέλφια, εκείνον που θαυμάζει περισσότερο, όμως, είναι ο Κόσιμο, τον οποίο και ακολουθεί παντού! Έτσι, αποκτά τις απαραίτητες εμπειρίες και μαθαίνει τα κόλπα για να μπορέσει να επιβιώσει στους δρόμους της ιδιαίτερης πατρίδας του. Όταν ο Κόσιμο εξαφανίζεται και τα πράγματα αρχίζουν να στραβώνουν, ο Πίο αποφασίζει να δείξει σε όλους πως είναι έτοιμος να πάρει τη θέση του αδελφού του. Σύντομα όμως θα κληθεί να αντιμετωπίσει μια πολύ δύσκολη κατάσταση και να πάρει μια απόφαση που θα αποτελέσει τη γέφυρά του στο να γίνει πραγματικός άνδρας, χάνοντας για πάντα την αθωότητά του...

Η άποψή μας: Είναι ενδιαφέρον αυτό που κάνει ο Carpignano. Πλάθει ιστορίες τις οποίες ακούει από αυθεντικούς τυπάρες, τους οποίους βάζει τελικά να πρωταγωνιστήσουν κιόλας στις ταινίες του! Όχι ακριβώς δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ αλλά με μια αυθεντικότητα όπως μόνο ένα ντοκιμαντέρ μπορεί να εξασφαλίσει. Ο σκηνοθέτης μας μπάζει σε έναν συγκεκριμένο μικρόκοσμο, με τους δικούς του κανόνες, τους δικούς του κώδικες τιμής, την δική του ιεραρχία. Ο Πίο είναι τσακαλάκι. Είναι ερωτευμένος. Ότι χρήματα βγάζει από μικροκλοπές τα παραδίδει σαν καλός γιος στη μητέρα του, την αρχηγό των πάντων. Καταλαβαίνει τον ρατσισμό που βιώνει η φυλή του, τον βλέπει καθημερινά μπροστά του: από την αστυνομία, από φασίστες, από κωλόπαιδα. Καίνε και ρημάζουν γιατί οι Ρομά είναι αποβράσματα. Λες και η κοινωνία έχει φροντίσει να τους δώσει κάποια δυνατότητα για κάτι παραπάνω, για να ξεφύγουν από τον φαύλο κύκλο στον οποίο είναι εγκλωβισμένοι. Μπα. Ο Πίο θαυμάζει τον αδελφό του, ο κολλητός του φίλος όμως είναι ένας Αφρικανός μετανάστης. Και δεν καταλαβαίνει πως μπορούν άνθρωποι της φυλής του, που βιώνουν τον ρατσισμό, να δείχνουν ρατσισμό απέναντι στους Αφρικάνους.

Το φινάλε της προδοσίας είναι πραγματικά συγκλονιστικό. Όπως κι όλες οι σκηνές με τον παππού του και το άλογο. Το σύμβολο της ελευθερίας. Ο παππούς, νέος. Ο παππούς, γέρος. Ο παππούς, νεκρός. Και ο Πίο να μεγαλώνει. Να γίνεται άνδρας. Με τον πιο σκληρό τρόπο που θα μπορούσε να του συμβεί. Με ένα στίγμα που σίγουρα θα τον σημαδεύει για μια ολόκληρη ζωή. Το ωραίο είναι πως ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί συχνά πυκνά μέσα στην ταινία σύγχρονα ποπ τραγούδια, όπως συμβαίνει και με το τραγούδι στο φινάλε. Μια ωραία ταινία, με έναν νεαρό πρωταγωνιστή, που εύκολα θα μπορούσε από μικροαπατεώνας να γίνει σταρ του σινεμά!

(η ταινία προβάλλεται μία και μοναδική φορά το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στις 20.00 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Rudar TIFF 2016

Η Hanna Antonina Wojcik Slak είναι μια σκηνοθέτιδα από την Σλοβενία, που έρχεται στη Θεσσαλονίκη για δεύτερη φορά. Την πρώτη, συμμετείχε με την παρθενική μεγάλου μήκους ταινία της, το «Τυφλός στόχος» (Slepa pega) στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ το 2002 – τιμήθηκε μάλιστα με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την πρωταγωνίστριά της. 15 χρόνια μετά, έρχεται ξανά στην πόλη μας και στο φεστιβάλ μας, αυτήν τη φορά στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια» με την ταινία «Ο ανθρακωρύχος» (Rudar). Είναι μια ταινία που ξεκίνησε την πορεία της και πάλι από τη Θεσσαλονίκη, μέσω της Αγοράς και του Crossroads. Και είναι η επίσημη πρόταση της Σλοβενίας για να διεκδικήσει το ξενόγλωσσο Όσκαρ στην επερχόμενη τελετή απονομής τον προσεχή Φλεβάρη!

Η υπόθεση: 2009, Σλοβενία. Ο Αλίγια είναι ένας Βόσνιος μουσουλμάνος, που ζει και εργάζεται με την οικογένειά του στο πιο βόρειο και το πιο εύπορο από τα πρώην κρατίδια που δομούσαν κάποτε τη Γιουγκοσλαβία. Εγκατέλειψε την Σρεμπένιτζα, τη γενέτειρά του, εδώ και 30 χρόνια και εργάζεται ως ανθρακωρύχος. Όμως, η κρίση επηρεάζει και τη δική του δουλειά. Οι απολύσεις είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Και η εταιρία που διαχειρίζεται τα ορυχεία στα οποία εργάζεται ο Αλίγια είναι έτοιμη να τα πουλήσει. Το αφεντικό του, του αναθέτει επιτακτικά να τσεκάρει μία στοά, που είναι εγκαταλελειμμένη, προκειμένου να προχωρήσει η αγοραπωλησία. Η Αλίγια το κάνει. Θα ανακαλύψει όμως κάτι απίστευτο: η στοά έχει τσιμεντωθεί και σε ένα σημείο της υπάρχουν εκατοντάδες πτώματα εκτελεσμένων μετά το πέρας του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ενημερώνει τη διεύθυνση, αλλά το αφεντικό του θέλει απλά να ξανακλείσει τη στοά για να ξεφορτωθεί το ορυχείο. Ο Αλίγια, όμως, θέλει να δώσει το δικαίωμα σε όλους αυτούς του ανώνυμους νεκρούς, να έχουν την ευκαιρία τουλάχιστον να ταφούν. Σαν φόρος τιμής στην αδελφή του, η οποία δολοφονήθηκε στην Σρεμπένιτσα και της οποίας το πτώμα δεν μπόρεσε ποτέ να βρει. Μόνος του σύμμαχος, ένας γηραιός κάτοικος της περιοχής. Ο Αλίγια συνεχίζει τις ανασκαφές κινδυνεύοντας να χάσει τη δουλειά του...

Η άποψή μας: Κατά μία έννοια, υπάρχει κάτι που ενώνει τον ήρωα τούτης της ταινίας με τον ήρωα από την ταινία «Ο γιος του Σαούλ». Και οι δύο προσπαθούν να θάψουν (έστω) έναν νεκρό ως ηθικό χρέος, ως στάση ζωής, ως τη δική τους απάντηση απέναντι στο θάνατο και ότι τους κατατρώει την ελπίδα. Τούτη η ταινία βασίζεται σε πραγματική ιστορία και, όπως μας εξομολογήθηκε η σκηνοθέτιδα προλογίζοντας την ταινία, είναι μια ιστορία που δίχαζε για πολλά χρόνια την κοινωνία της Σλοβενίας. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η στάση του βασικού ήρωα και η ερμηνεία του ηθοποιού που τον φέρνει στη ζωή επί της μεγάλης οθόνης. Γιατί, κατά τα άλλα, έχει μεν κάτι να πει η ταινία, αλλά το λέει είτε με πολύ προφανή τρόπο είτε αφελώς και υπέρ του δέοντος... νιανιά. Πχ, το αφεντικό του ήρωα σκιαγραφείται εντελώς κλισέ ως ο κακός, που τον έχει ανάγκη η ταινία.

Σκηνές όπως αυτή της διαδήλωσης, στην οποία συμμετέχει ο ανθρακωρύχος μας μαζί με την κόρη του, θαρρείς και μπήκαν για να ακουστούν ατάκες όπως «φταίνε και οι πολιτικοί για το χάλι μας αλλά κι εμείς που δεν προβάλλουμε ποτέ αντίσταση». Δεν υπάρχει κάποια έκπληξη: όλα εμφανίζονται την ώρα που πρέπει και όπως πρέπει. Αλλά να, σκηνή όπως εκείνη όπου ο σιδηροδρομικός σφίγγει περήφανος το χέρι του δαρμένου μας ήρωα, ε, αποτελούν εύκολες σκηνοθετικές και σεναριακές λύσεις. Τέλος πάντων, δεν έχει την καρδιά της σε λάθος σημείο η ταινία, σίγουρα πάντως, με το υλικό που είχε στα χέρια της η ταινία θα μπορούσε να πιάσει πολύ καλύτερες επιδόσεις από αυτές που πιάνει εντέλει!

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή το Σάββατο 4 Νοεμβρίου στις 20.30 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Tom of Finland TIFF 2016

Πώς το έφερε έτσι η τύχη, η νύχτα έκλεισε με μια ακόμα ταινία που αποτελεί με τη σειρά της την πρόταση της χώρας της για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Το «Tom of Finland» λοιπόν, αποτελεί την πρόταση της Φιλανδίας, παραγκωνίζοντας το «Η άλλη όψη της ελπίδας» του Aki Kaourismaki! Αυτή είναι η 7η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στην Κύπρο (!!!) Φιλανδοαμερικανός Dome Karukoski και αποτελεί μια βιογραφική ταινία μιας παγκόσμιας queer περσόνας – συμβόλου. Η επόμενη ταινία του, το «Tolkien», θα είναι η πρώτη του αγγλόφωνη, επίσης βιογραφική, και θα αναφέρεται στο δημιουργό του «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών», τον J.R.R. Tolkien...

Η υπόθεση: Ο Touko “Tom” Laaksonen είναι ένας παρασημοφορημένος Φιλανδός στρατιώτης του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η συνάντησή του με έναν όμορφο Ρώσο αλεξιπτωτιστή θα αποτελέσει την πρώτη απτή απόδειξη του ότι έλκεται από τους άντρες: είναι ομοφυλόφιλος. Μετά τον πόλεμο θα πάει να ζήσει με την ομοφοβική αδελφή του. Θα εργαστούν στην ίδια διαφημιστική εταιρία, όπου ο Τομ αναλαμβάνει το θέμα illustration. Κάτω από την επιρροή της αδελφής του ο Τομ δεν εκδηλώνεται, έως ότου εκείνη νοικιάζει ένα δωμάτιο στο σπίτι που μένουν, σε έναν χορευτή. Εκείνη ερωτεύεται τον χορευτή, το ίδιο όμως κάνει και ο αδελφός της. Και ο χορευτής διαλέγει τον Τομ. Είναι μια εποχή όπου η ομοφυλοφιλία είναι ποινικά κολάσιμη στη χώρα. Ο Τομ ξεδίνει σχεδιάζοντας ασπρόμαυρα σκίτσα. Είναι τέχνη αυτό που κάνει; Είναι απλώς πορνό φαντασιώσεις; Ή μήπως είναι και τα δύο; Τα σκίτσα του γίνονται ανάρπαστα, δημοσιεύονται στο εξωτερικό και ο Τομ, πλέον γνωστός με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Tom of Finland» μετατρέπεται σε μια από τις πιο επιδραστικές, πρώιμες φιγούρες του κινήματος για τα δικαιώματα της LGBT παγκόσμιας κοινότητας.

Η άποψή μας: Λοιπόν, πλησιάζω τα 50, έχω μεγαλώσει, θεωρητικά έχω ωριμάσει, προσπαθώ να είμαι όσο το δυνατόν πιο ανοιχτόμυαλος, να μην εμφορούμαι από στερεότυπα και από αγκυλώσεις, αλλά ταινίες όπως τούτη εδώ με κάνουν να νιώθω άβολα. Ψέματα να πω; Το «Tom of Finland» παραήταν γκέι για τον υπογράφοντα. Πολύς in your face ομοερωτισμός. Καμία σχέση με το «Moonlight», καμία σχέση και με το «Call me by your name». Στην ταινία από τη Φιλανδία θα βαρεθείτε (ή θα γουστάρετε) να βλέπετε άντρες να φιλιούνται, άντρες να χαμουρεύονται, άντρες να φοράνε δερμάτινα, άντρες να φτιάχνονται από σκίτσα ανδρών που φοράνε στενές στολές και διαγράφεται με ευμεγέθη λεπτομέρεια ο... ανδρισμός τους. Εντάξει, χαριτωμένη τη λες τη σκηνή στο μπαρ, όπου γκέι άντρες βρέχουν πέοι με αλκοόλ και κάνουν... cock-tail, τα οποία και καταπίνουν! Αλλά, τι να πω, δεν μπορώ να κρίνω την ταινία αντικειμενικά. Ας το κλείσουμε εδώ και όσοι πιστοί προσέλθετε!

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή το Σάββατο 11 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

2η ανταπόκριση – Παρασκευή 3 Νοεμβρίου
Χέρια ψηλά! Κουνάμε! Χειροκροτάμε!

Μετά από πολλά, πολλά χρόνια, Υπουργός Πολιτισμού εμφανίστηκε στη Θεσσαλονίκη για να κηρύξει (κάτι που έκανε ψες βράδυ) την έναρξη του φεστιβάλ! Η Λυδία Κονιόρδου ήταν στη σκηνή του «Ολύμπιον», σε μια πολύ λιτή τελετή έναρξης. Που πήγε να βγάλει λαβράκι από ένα εύρημα. Αυτό της παρουσίασης της τελετής στη νοηματική. Πενία τέχνας κατεργάζεται. Ok, κατανοητό και σεβαστό. Και γιατί όχι, αξιέπαινο. Η ηθοποιός Μαρία Χριστοφορίδου ήταν γλυκύτατη – μας έμαθε μάλιστα να χειροκροτάμε στη νοηματική. Σηκώνουμε τα χέρια ψηλά και τα κουνάμε με κυκλοτερή κίνηση επαναλαμβανόμενη. Ok. Ο περιφερειάρχης κεντρικής Μακεδονίας, Απόστολος Τζιτζικώστας, στον δικό του χαιρετισμό, μου έμοιαζε και σε στήσιμο και σε τρόπο ομιλίας, ως ένας wannabe Τσίπρας με... γυαλιά, η δημαρχάρα μας, ο Μπουτάρης, δεν μίλησε – δεν χρειαζόταν αφού άλλος κήρυξε την έναρξη του φεστιβάλ, το δίδυμο Ζαλαντό – Ανδρεαδάκης τα πήγε για άλλη μια φορά μια χαρά, τα τέσσερα ταινιάκια του σήματος του φεστιβάλ, που μάλλον δεν τα είχαν δει όλοι στην αίθουσα, έβγαλαν γέλιο – ιδίως εκείνο με τον ληστή που καλεί ταξί – η επίσημη προσκεκλημένη Ildikó Enyedi στο σύντομο λόγο της μνημόνευσε την Ζαλαντό ως φίλη που τη βοήθησε να γυρίσει την προηγούμενη ταινία της, 17 χρόνια πίσω, με την οποία είχε έρθει ξανά στη Θεσσαλονίκη (εδώ, έγινε φάουλ στη μετάφραση, καθώς η Ζαλαντό μετατράπηκε σε «έναν φίλο») και μετά ξεκίνησε η ταινία κι εμείς την κάναμε με ελαφρά πηδηματάκια, μιας που την είχαμε δει στο Βερολίνο – στείλαμε και γκοτζάμ ανταποκρισάρα γι' αυτήν εχθές. Πάμε σε φρέσκα κουλούρια και θα αναφερθούμε στη σημερινή ανταπόκριση σε δύο ταινίες του προγράμματος της Παρασκευής, που έχουμε ήδη δει. Σημειώνουμε και πάλι πως στις φετινές ανταποκρίσεις μας δεν θα διαβάσετε κάτι για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος ή για ελληνικές ταινίες, για λόγους δεοντολογίας. Βλέπετε, ως μέλος της κριτικής επιτροπής της FIPRESCI, δεν μπορούμε να βγάζουμε προς τα έξω τη γνώμη μας για τις ταινίες που θα κρίνουμε ως επιτροπή, συλλογικά. Σωστά;

Ana, mon amour TIFF 2017

Ο γεννημένος την Πρωτομαγιά του 1975 Ρουμάνος Cãlin Peter Netzer έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα της φετινής Berlinale με την τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του «Αγαπημένη μου Άννα» (Ana, mon amour), τέσσερα χρόνια μετά το «Οικογενειακή υπόθεση» (Pozitia copilului), που του είχε χαρίσει τη Χρυσή Άρκτο! Και τούτη η ταινία του δεν έφυγε από το φεστιβάλ με άδεια χέρια: τιμήθηκε με την Αργυρή Άρκτο Καλλιτεχνικού Επιτεύγματος για το μοντάζ της Dana Bunescu, που η αλήθεια είναι πως μεγάλο μέρος της όποιας επιτυχίας της ταινίας, βασίζεται σε αυτό! Και τώρα έρχεται στη Θεσσαλονίκη, για να αποτελέσει ένα από τα βαριά χαρτιά στο εξαιρετικό και πολύ αγαπημένο τμήμα του δικού μας φεστιβάλ, «Ματιές στα Βαλκάνια». Όπου, να μην τα ξαναλέμε, ο Δημήτρης Κερκινός και οι συνεργάτες του κάνουν φανταστική δουλειά!

Η υπόθεση: Η Άννα και ο Τομά συναντιούνται στο πανεπιστήμιο. Η έλξη που νιώθουν ο ένας για τον άλλο είναι πολύ ισχυρή. Δεν θα μπορούσαν παρά να συνάψουν ερωτική σχέση, τόσο δυνατή και τόσο δυναμική, όση και η ανάγκη που έχουν ο ένας για τον άλλο. Η σχέση της Άννας με την οικογένειά της είναι πολύπλοκη. Επίσης, η Άννα υποφέρει από σοβαρές κρίσεις πανικού. Η οικογένεια του Τομά είναι πιο... φυσιολογική και ανήκει στη μεσαία τάξη. Και ο Τομά από τη μια σοκάρεται και από την άλλη γοητεύεται από τη βαθιά απόγνωση που συναντά στη σύντροφό του όταν εκείνη βιώνει τις κρίσεις πανικού. Τη στηρίζει όμως ουσιαστικά και την πηγαίνει σε μια σειρά από γιατρούς. Την ίδια στιγμή οι δυο τους απομονώνονται από φίλους και συγγενείς. Η αδυναμία της Άννας φαίνεται να κάνει τον Τομά πιο δυνατό. Όταν η Άννα μένει έγκυος ξεκινάει μια ειδική θεραπεία ψυχανάλυσης από την οποία βγαίνει πολύ πιο δυνατή και ολοκληρωμένη ως προσωπικότητα. Την ίδια ώρα, ο κόσμος του Τομά αρχίζει να καταρρέει...

Η άποψή μας: Έρωτας στα χρόνια της ψυχανάλυσης λοιπόν! Ο Ρουμάνος σκηνοθέτης δεν θέλει να αναφερθεί μόνο στο... τέλος μιας σχέσης, αλλά να μας τη δομήσει και να την αποδομήσει στα εξ ων συνετέθη! Το σχέδιό του είναι μεγαλεπήβολο και δεν παρεκκλίνει καθόλου από την πορεία του. Η ταινία του είναι σαν να έχει βάλει ένα ζευγάρι κάτω από έναν μεγεθυντικό φακό και να το παρακολουθεί με την ακρίβεια εντομολόγου. Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό αν μη τι άλλο. Το ζευγάρι, όμως, ασφυκτιά. Όπως και οι θεατές από ένα σημείο και μετά. Στην εισαγωγή της αναφοράς μας για τη συγκεκριμένη ταινία σημειώσαμε τη βράβευση της μοντέρ της ταινίας στη Berlinale. Η αλήθεια είναι πως εξαιτίας της η ταινία έχει τη συγκεκριμένη μορφή. Θέλω να πω, έχουμε δει χιλιάδες φορές ταινίες να αφηγούνται μια ερωτική ιστορία με κλασική, γραμμική μορφή. Έχουμε δει, σπανιότατα (όπως στο «5Χ2») μια ερωτική ιστορία από το τέλος προς την αρχή. Εδώ, βλέπουμε μια ερωτική σχέση... ψυχαναλυτικά! Χωρίς χρονική σειρά!

Τα μόνα στοιχεία για να προσδιορίσουμε το που βρισκόμαστε κάθε φορά στη σχέση του ζευγαριού είναι η ύπαρξη του παιδιού και τα... μαλλιά του πρωταγωνιστή! Το μοντάζ δομεί το παράξενο κουβάρι, το πολύπλοκο παζλ που είναι μια ερωτική σχέση και γοητεύει τον θεατή. Οι πολλές κουβέντες όμως κουράζουν. Και η πολύ ψυχανάλυση. Το συμπέρασμα είναι απλό: κάθε σχέση, πόσο μάλλον οι ερωτικές, είναι σχέση εξουσίας. Υπάρχει ο κυρίαρχος και ο «υπό». Καμία... σχέση με ισότητα! Το πράγμα (δυστυχώς;) δουλεύει όταν οι σχέσεις αυτές είναι ξεκάθαρες. Έλα όμως που μια σχέση, όπως η ζωή, είναι δυναμική. Και η δυναμική μπορεί να αλλάξει. Και ο κυρίαρχος, χωρίς να το καταλάβει, να γίνει ο «υπό». Παρά τον τίτλο της, η ταινία έχει στο επίκεντρό της τον Τομά. Τον Τομά παρακολουθούμε περισσότερο. Υπό το δικό του βλέμμα βλέπουμε τη σχέση. Με τις δικές του εξομολογήσεις στον ψυχίατρο μαθαίνουμε μυστικά και ψέματα. Και αποκαλύπτονται πολλά και ενδιαφέροντα για καταπιεσμένες επιθυμίες και για ταμπού της ρουμάνικης κοινωνίας. Ο Netzer θέλει να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστής – αν θα του το επέτρεπαν οι εμπορικές προοπτικές, θα έκανε την ταινία του ντοκιμαντέρ. Στο πλαίσιο αυτό δεν αυτολογοκρίνεται: η εκσπερμάτωση του Τομά στο γυμνό κορμί της Άννας δεν υπαινίσσεται: μας δίνεται φόρα παρτίδα, χωρίς μοντάζ, χωρίς να εστιάζει εκεί ο σκηνοθέτης αλλά και χωρίς να αποκρύπτει πως το χύσιμο είναι τμήμα της ερωτικής διαδικασίας, έτσι; Η εμμονή αυτή με το πραγματικό, όμως, γίνεται μανιέρα και κάποιες στιγμές πετάει τους θεατές έξω. Ας είναι.

Μεγάλη ταινία, δύσκολο εγχείρημα, τρομερό επίτευγμα, ολίγον τι αντιτουριστικό, αλλά... έτσι είναι ο έρωτας! Στο τέλος, τα έρημα αρσενικά, ευνουχισμένα και χωρίς ρόλο, αναρωτιόμαστε τι δεν πήγε καλά. Άτιμε φεμινισμέ...

(η ταινία προβάλλεται μία και μοναδική φορά την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου στις 20.30 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Seven Films χωρίς να έχει ακόμα ημερομηνία εξόδου)

Dene Wos Guet Geit TIFF 2016

Και τώρα, κάτι πρωτόγνωρο στα ελληνικά χρονικά! Την επόμενη ταινία που θα σας παρουσιάσουμε, την είδαμε στο φεστιβάλ του Λοκάρνο, χωρίς να βρεθούμε ποτέ στο Λοκάρνο! Ας είναι καλά το Festival Scope! Αυτή η ηλεκτρονική πλατφόρμα που δίνει το δικαίωμα σε βλαμμένους όπως η αφεντιά μου να παρακολουθεί επιλεγμένες ταινίες από διάφορα φεστιβάλ, την ώρα που αυτά διεξάγονται κανονικά και με το νόμο ή αμέσως μετά το πέρας τους! Ας πούμε, απ' όσο γνωρίζουμε, με το που τελειώσει το φετινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης οι περισσότερες – αν όχι όλες – ελληνικές ταινίες που θα έχουν προβληθεί εδώ, θα βρεθούν στην πλατφόρμα του Festival Scope και θα μπορεί να τις παρακολουθήσει κάποιος από όποιο σημείο της υφηλίου κι αν βρίσκεται! Αρκεί να έχει κομπιούτερ και ίντερνετ! Έτσι λοιπόν είδαμε την ταινία «Αυτοί που είναι καλά» (Dene Wos Guet Geit), του Ελβετού Cyril Schaublin. Ο Cyril γεννήθηκε το 1984 στη Ζυρίχη και σπούδασε... κινέζικα και σινεμά στο Πεκίνο! Στα 22 του γύρισε στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στο Βερολίνο όπου συνέχισε της σπουδές του πάνω στην τηλεόραση και το σινεμά. Έχει γυρίσει ταινίες μικρού μήκους και το έργο του έχει παρουσιαστεί σε διάφορα μουσεία όπως το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Νέας Υόρκης. Τούτη είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του. Και βραβεύτηκε ως Best First Feature - Special Mention στο φεστιβάλ του Λοκάρνο. Και αν ανταποκρινόταν και στο θέμα «Ρίζωμα» σίγουρα θα διεκδικούσε με αξιώσεις τον Χρυσό Αλέξανδρο. Τώρα προβάλλεται στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Η Άλις είναι μια νεαρή γυναίκα, που δουλεύει σε ένα τηλεφωνικό κέντρο στις παρυφές της Ζυρίχης, πουλώντας συνδρομές ίντερνετ και ασφάλειες ζωής σε αγνώστους, στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής της γραμμής. Η Άλις, όμως, έχει στήσει και μια κομπίνα για να βγάζει εξτραδάκια πέρα από το μισθό της. Με βάση τις πληροφορίες που συγκεντρώνει από τη δουλειά της, καλεί γηραιές κυρίες, παρουσιάζεται σε αυτές ως φίλη της εκάστοτε εγγονής που έχουν, και τις πιέζει να τις δώσουν χρήματα, χρήματα που δήθεν τα έχει ανάγκη επειγόντως η εγγονή τους, εγγονή που για διάφορους λόγους (;) δεν μπορεί να επικοινωνήσει η ίδια με τη γιαγιά της. Με αυτόν τον τρόπο η Άλις ξεζουμίζει μπόλικες αφελείς γιαγιές. Μέχρι πότε όμως θα συνεχίσει να το κάνει αυτό χωρίς να αποκαλυφθεί η παρανομία της;

Η άποψή μας: Αυτή η ταινία από τη γερμανόφωνη Ελβετία μου θύμισε Roy Andersson! Από τον τίτλο της ακόμα: καθόλου τυχαίος και εντελώς φανερή παραπομπή, έτσι; Πολύ ψύχρα, τρομερά πλάνα αποστασιοποίησης και αποξένωσης (πολύ μπετόν, πολύ αμάξι, συνεχής, μονότονη κίνηση, οι άνθρωποι συχνά να μιλάνε, να τους ακούμε αλλά να μην τους βλέπουμε στο πλάνο, να υπάρχει δηλαδή «δράση» εκτός κάδρου, ελάχιστη αλλά σημαντική η παρουσία της φύσης, ως κάτι όμως «παρά φύσιν», όπως πχ το ποτάμι στην αρχή ή ο κορμός δέντρου που σπάει τη μονοτονία του μπετόν). Η ταινία είναι πραγματικά σπουδαία αλλά... όχι εύκολη! Καθόλου δεν πειράζει. Και βοηθάει στο να αντέξει κανείς τους ρυθμούς της και το κάτι σαν ντοκιμαντέρ που συναντά τη μυθοπλασία η μικρή της διάρκεια: μόλις 71 λεπτά. Είναι τρομερό το πως οι άνθρωποι στην ταινία, με το πιο σοβαρό πράγμα με το οποίο ασχολούνται, είναι το πόσο φτηνό είναι το πακέτο κινητής τηλεφωνίας που διαθέτουν και τι τρομερή είναι η προσφορά της εταιρίας «Ελβετία Παντού»! Καμία διάθεση επικοινωνίας, μόνο νούμερα από τραπεζικούς λογαριασμούς και μοναχικές γριές, που πέφτουν θύματα της επιτήδειας νεαρής υπαλλήλου κινητής τηλεφωνίας.

Ακόμα κάτι τρομερό που κάνει η ταινία: δεν έχει πρωταγωνιστή με την έννοια του πρωταγωνιστή. Αν θεωρήσουμε την Άλις πρωταγωνίστρια θα πέσουμε σε λούμπα. Η κοπέλα είναι μία από τους πολλούς ανθρώπους που εμφανίζονται στην ταινία. Ούτε ως κάτι ιδιαίτερο παρουσιάζεται ούτε το πως θα καταλήξει η περίπτωσή της (θα την πιάσουν; δεν θα την πιάσουν;) έχει σασπένς με την κλασική έννοια. Δεν τον ενδιαφέρει κάτι τέτοιο τον σκηνοθέτη. Τον ενδιαφέρει το γεγονός πως μέσω της εξέλιξης και της τεχνολογίας ο άνθρωπος έχει φτάσει να μην είναι άνθρωπος. Αποξένωση σου λέει κι εδώ συναντά τον Μπρεχτ και τον Αντονιόνι αλλά εντελώς μεταμοντέρνα! Το άλλο... τρομερό (!) που κάνει η ταινία, είναι το γεγονός ότι παρουσιάζει τους ανθρώπους να έχουν κοινές κινηματογραφικές μνήμες, ασαφείς όμως και συγκεχυμένες! Τα πάντα στη ζωή που βιώνουν (;) θυμίζουν κάτι που είδαν στο σινεμά. Τόσο οι Άραβες μετανάστες στην αρχή της ταινίας (που έχουν διατηρήσει κάτι... ανθρώπινο) όσο και οι εκπρόσωποι των ΜΑΤ στο φινάλε της. Απλά, θυμούνται την ίδια ταινία, αλλιώς. Τρομερό (υπερχρήση της λέξης, το ξέρω, το κάνω επίτηδες) εύρημα. Και μιλάει και για την τρομοκρατία η ταινία, για την ισοπέδωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για την ανελευθερία, για το «1984» του Όργουελ που αλλιώς το περιμέναμε και τελικά αλλιώς μας προέκυψε.

Πραγματικά ενδιαφέρουσα, αν και «αντιτουριστική» ταινία.

(η ταινία προβάλλεται την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου στις 19.30 στην αίθουσα Παύλος Ζάννας στο Ολύμπιον και σε επανάληψη την Τρίτη 7 Νοεμβρίου στις 23.00 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

1η ανταπόκριση – Πέμπτη 2 Νοεμβρίου
Καλώς μας ήρθες πάλι τρελό μας φεστιβάλι!

Ε, ναι λοιπόν! Έφτασε η ευλογημένη στιγμή! Σε λίγες ώρες το 58ο ΦΚΘ θα σηκώσει την αυλαία του! Για μας, που «τρώμε» σινεμά με το κουτάλι, ήρθε η ώρα να σπάσουμε τη δίαιτά μας (ντεμέκ δίαιτα, πάλι τα πάντα όλα καταλήγουν στον αμφιβληστροειδή μας!) και να επιδοθούμε σε ένα λουκούλλειο γεύμα! Μιλάμε, θα τα καταβροχθίσουμε όλα! Τόσα χρόνια στο κουρμπέτι κι ακόμα τα μάτια μας πεινάνε! Το λες και σχέση ζωής: αυτή η συνδιαλλαγή βλέμματος και κινούμενων εικόνων στη μεγάλη οθόνη. Για μας, η πόλη γιορτάζει. Για μας, το σινεμά γιορτάζει. Για μας, αυτές είναι οι πιο ωραίες 12 μέρες της χρονιάς!

Όπως κάθε χρόνο θα σας μεταφέρουμε καθημερινά την ταπεινή μας γνώμη για τις ταινίες του φεστιβάλ. Ταινίες που κάποιες τις έχουμε ήδη δει σε άλλα φεστιβάλ (οπότε σε αυτήν την περίπτωση η γνώμη μας γι' αυτές θα λειτουργεί κάπως ως οδηγός) και κάμποσες θα τις δούμε τώρα, οπότε η αντίδραση θα είναι άμεση και δραστική. Φέτος, τα πράγματα για τον yours trully θα είναι λίγο παράξενα. Θα έχω την τιμή να είμαι μέλος της κριτικής επιτροπής της FIPRESCI (της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Κριτικών Κινηματογράφου). Και ως επιτροπή με τη συνάδελφο από την Πολωνία και τον συνάδελφο από τη Γερμανία, θα δώσουμε δύο βραβεία: ένα στο διαγωνιστικό τμήμα κι ένα ξεχωρίζοντας την πιο ενδιαφέρουσα ελληνική ταινία από αυτές που θα προβληθούν στο φεστιβάλ. Οπότε, ειδικά φέτος, δεν θα διαβάζετε τη γνώμη μας για ελληνικές ταινίες του φεστιβάλ και για ταινίες του διαγωνιστικού. Το αντίθετο θα ήταν βαθύτατα αντιδεοντολογικό και λάθος. Εντάξει;

Testről és lélekről, On Body and Soul TIFF 2016

Απόψε λοιπόν στο Ολύμπιον, μετά την τελετή έναρξης θα προβληθεί η ταινία έναρξης. Μιλάμε για την ταινία «Η ψυχή και το σώμα» (Testről és lélekről, On Body and Soul) της Ildikó Enyedi, στην οποία το φεστιβάλ έχει ετοιμάσει κι ένα πλήρες αφιέρωμα στη φιλμογραφία της. Να σημειώσουμε εδώ πως, όπως μας είπε ένα πουλάκι (εντάξει, ο Στράτος Κερσανίδης!), τα ουγγαρέζικα είναι μια γλώσσα όπου οι λέξεις τονίζονται πάντα στην πρώτη συλλαβή! Και πως στα ονοματεπώνυμα, πρώτα μπαίνει το επίθετο και μετά το όνομα. Οπότε, στα ελληνικά, το όνομα της σκηνοθέτιδας είναι Ένιεντι Ίλντικο! Καλό τιπ, έτσι; Δεν το ξεχνάς με τίποτε! Την ταινία, που τιμήθηκε με την Χρυσή Άρκτο στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, την είδαμε στην Berlinale. Είναι μια ταινία από την Ουγγαρία που αποδεικνύει για ακόμα μία φορά τον τελευταίο καιρό πόσο πολύ έχει προχωρήσει το σινεμά της συγκεκριμένης χώρας, πόσο ποικιλόμορφο είναι και πόσο επικεντρωμένο στον άνθρωπο.

Η υπόθεση: Ο Έντρε είναι ένας μεσήλικας, με παράλυτο το αριστερό του χέρι. Είναι ο CEO (!) σε ένα μεγάλο σφαγείο της Βουδαπέστης κι όλοι οι εργαζόμενοι αναφέρονται σε αυτόν ως «το αφεντικό». Η Μαρία είναι μια κτηνίατρος που πηγαίνει να δουλέψει στο συγκεκριμένο σφαγείο, στον ποιοτικό έλεγχο, ως αντικαταστάτρια της κτηνιάτρου που δούλευε εκεί, η οποία παίρνει άδεια εγκυμοσύνης. Της Μαρίας δεν της αρέσει να την αποκαλούν «Μαρίκα» και κυρίως, να την αγγίζουν. Πάσχει με κάτι σαν Άσμπεργκερ. Οι δύο αυτοί μοναχικοί άνθρωποι έρχονται κοντά, αλλά (κυρίως εξαιτίας της Μαρίας) τα πράγματα δεν προχωράνε. Κάποια στιγμή διαπιστώνουν πως κάθε βράδυ βλέπουν και οι δυο τους το ίδιο όνειρο! Σε ένα χιονισμένο δάσος, ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό ελάφι, ζουν μαζί. Κάθε βράδυ, κάτι διαφορετικό συμβαίνει με τα ελάφια. Και εννοείται πως τα ελάφια είναι οι ίδιοι! Οι δύσκολοι στην επικοινωνία δύο αυτοί μοναχικοί άνθρωποι θα προσπαθήσουν να είναι μαζί όχι μόνο στον ύπνο τους ως ελάφια αλλά και στον... ξύπνιο τους ως εραστές. Θα τα καταφέρουν;

Η άποψή μας: Τούτη η ταινία είναι δομημένη ως τρία διακριτά μέρη, που ενώνονται το ένα με το άλλο. Έχουμε αρχικά τις σκηνές στο σφαγείο. Αυτές χαρακτηρίζονται από άκρατο ρεαλισμό και από τόσο αίμα, που κάποιοι μπορεί να μην αντέξουν (όπως ένας αστυνομικός μέσα στην ταινία). Αυτά που βλέπουμε σε αυτό το τμήμα της ταινίας ενέχουν θα λέγαμε και λίγο ρόλο ντοκιμαντέρ. Μετά, έχουμε τις σκηνές των ονείρων. Τα ελάφια στο χιονισμένο δάσος. Το αρσενικό και το θηλυκό. Τα βλέπουμε σε διάφορες φάσεις. Να πλησιάζουν το ένα το άλλο, να τρέχουν, να πίνουν νερό, να τρώνε φύλλα. Αυτές είναι οι πιο όμορφες σκηνές της ταινίας. Είναι υπέροχες και βγάζουν προς τα έξω μια ηρεμία, έναν λυρισμό, μια ποίηση. Φοβερή αντίστιξη και αντιπαράθεση με τις σκηνές στο σφαγείο, έτσι; Και τα δύο, όμως, είναι από τη ζωή βγαλμένα, όπως θα έλεγε και ο Στάθης Παναγιωτόπουλος. Και μετά, βεβαίως, έχουμε τις σκηνές των δύο μοναχικών ανθρώπων. Που εργάζονται στο σφαγείο και ονειρεύονται το ίδιο όνειρο κάθε φορά. Εδώ, την προσοχή μας τραβάει κυρίως η Μαρία.

Η Μαρία που έχει πρόβλημα οικειότητας και συμπεριφοράς, που πάει σε ψυχίατρο για να το λύσει, που μόνη της καταλαβαίνει τι πρέπει να κάνει, δημοσίως, όμως, φαίνεται πιο «ξύλινη» κι από ένα δέντρο, πιο ψυχρή από τον ίδιο τον πάγο! Οι συναντήσεις των δύο είναι γεμάτες αμηχανία, αλλά είναι ολοφάνερο πως αρέσουν ο ένας στον άλλο. Όταν παρά την υπεράνθρωπη για τα δεδομένα της προσπάθεια να «τα φτιάξει» με τον Έντρε αποτυγχάνει, η Μαρία κάνει κάτι πολύ δραστικό, αποφασιστικό και (σε άλλες ταινίες) τελεσίδικο. Όχι όμως εδώ, όχι σε αυτήν την ταινία. Γιατί αυτή η ταινία αποφασίζει να «διασκεδάσει» την αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι με μπόλικο, ιδιότροπο χιούμορ! Ένα τραγούδι που ξαφνικά παύει να παίζει στο cd κι ένα τηλεφώνημα που το περιμέναμε τόσο πολύ, δίνουν ετυμηγορία ζωής. Και ναι, υπάρχουν απόπειρες αυτοκτονίας που μπορούν να βγάλουν γέλιο. Τώρα, γιατί την απόπειρα την κάνει η γυναίκα κι αν αυτό είναι φεμινιστικό κτλ, είναι λίγο too much για να ασχοληθούμε σοβαρά μαζί του, σωστά; Αλλά ελλοχεύει παντού η δικτατορία της πολιτικής ορθότητας, οπότε προσοχή. Χιούμορ υπάρχει και με την ψυχίατρο και με το φοβερό μνημονικό της Μαρίας και με το ότι το πρώτο τραγούδι που διαλέγει να ακούσει η Μαρία προκειμένου να κοινωνικοποιηθεί (σύμφωνα με παραίνεση του ψυχιάτρου της) είναι ένα βαρύ trash metal!

Ευτυχώς, τη λύση δίνει η... Laura Marling και το «What he wrote»! Όμορφη ταινία, με ιδιαίτερο ρομαντικό χαρακτήρα, με μέτρια (μη) ερμηνεία από τον άνδρα πρωταγωνιστή, μια ταινία που ίσως να μην χρειαζόταν τόσες πολλές λεπτομέρειες από τις σκηνές στο σφαγείο, σκηνές οι οποίες ενδεχομένως να «πετάξουν έξω» κάποιους από τους θεατές. Ναι, αλλά ένα ατελείωτο «σφαγείο» δεν είναι η ζωή μας; Αυτή είναι η κατάληξη – έτσι ή αλλιώς. Το θέμα είναι: θα ζήσεις απλά ως υπάλληλος στο σφαγείο όπου θα έρθει και η δική σου η σειρά να αφήσεις το αίμα σου; Ή θα κάνεις το όνειρο πραγματικότητα; Μια παράδοξη, πολύ γλυκιά, πολύ σκληρή, πολύ ανθρώπινη ρομαντική κομεντί αλά μη Χόλιγουντ!

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της στο φεστιβάλ την Παρασκευή 3 Νοεμβρίου στις 15.30 στο Ολύμπιον - έχει διανομή και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας από την Strada στις 14 Δεκεμβρίου)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live
Περισσότερα... »

Ο θάνατος του ιερού ελαφιού (The Killing of a Sacred Deer)  Poster ΠόστερΟ θάνατος του ιερού ελαφιού
του Γιώργου Λάνθιμου. Με τους Colin Farrell, Nicole Kidman, Barry Keoghan, Raffey Cassidy, Sunny Suljic, Alicia Silverstone, Bill Camp


Σημασία έχει να διχάζεις...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ο βασιλιάς είναι... ημίγυμνος!

Αυτή είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Γιώργος Λάνθιμος (συν τη συνσκηνοθεσία που είχε στο «Ο καλύτερός μου φίλος»). Είναι η τρίτη του ταινία που προβάλλεται στο φεστιβάλ των Καννών. Με τον «Κυνόδοντα» είχε κερδίσει το βραβείο καλύτερης ταινίας στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα». Με την πρώτη του αγγλόφωνη ταινία, τον «Αστακό», συμμετείχε στο διαγωνιστικό των Καννών για πρώτη φορά και κέρδισε το Βραβείο της Επιτροπής. Με τούτη εδώ, τη δεύτερη αγγλόφωνη ταινία του, πήρε μέρος και πάλι στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών. Και κέρδισε το βραβείο σεναρίου, εξ ημισείας με την ταινία της Lynne Ramsay «You Were Never Really Here». Είναι η τέταρτη συνεργασία του με τον Ευθύμη Φιλίππου στο σενάριο. Ο Ευθύμης Φιλίππου έχει την Carte Blance στο φετινό φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Που ξεκινά την ίδια ακριβώς ημέρα που η ταινία του Λάνθιμου βγαίνει στις αίθουσες! Χωρίς να υπάρχει ούτε μισή προβολή της στο φεστιβάλ. Ναι, τελείως τυχαίο το γεγονός. Σύμπτωση...

Ο θάνατος του ιερού ελαφιού (The Killing of a Sacred Deer)  Quad Poster Πόστερ
Πρέπει να αναφέρουμε εδώ μερικά στοιχεία απαραίτητα για να γίνουν πιο κατανοητά και ο τίτλος της ταινίας και το context της. Πολλοί τα γνωρίζουν όλα αυτά αλλά καλό είναι να έχουμε όλοι μια ιδέα. Παίρνουμε τη βοήθεια της ελληνικής Βικιπαίδειας λοιπόν:

"Ο Αγαμέμνονας είχε προκαλέσει την οργή της θεάς Αρτέμιδας σκοτώνοντας το ιερό ελάφι της, με αποτέλεσμα η θεά να προκαλέσει άπνοια και να μη μπορεί να αποπλεύσει ο στόλος των Αχαιών από την Αυλίδα για την Τροία. Ρώτησαν τον μάντη Κάλχα τι έπρεπε να κάνουν κι εκείνος απάντησε ότι η οργή της θεάς θα έφευγε μόνο αν ο Αγαμέμνων θυσίαζε τη θυγατέρα του, την Ιφιγένεια, η οποία τότε βρισκόταν στις Μυκήνες. Αρχικώς ο Αγαμέμνων αρνήθηκε να το πράξει, αλλά πιέσθηκε από τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, καθώς και οι μήνες περνούσαν, και κάλεσε την κόρη του με την πρόφαση ότι θα την αρραβώνιαζε με τον Αχιλλέα. Η Ιφιγένεια ήρθε στην Αυλίδα και τότε ο Αγαμέμνονας την παρέδωσε στον Κάλχα για να τη θυσιάσει στην Άρτεμη. Η Κλυταιμνήστρα δεν μπόρεσε ποτέ να του συγχωρήσει το γεγονός ότι θυσίασε το ίδιο τους το παιδί για την εκστρατεία «του» και προέβαλε αυτό το τραγικό γεγονός ως δικαιολογία για το φόνο του άντρα της άμα την επιστροφή του από την Τροία. Την τελευταία όμως στιγμή η θεά λυπήθηκε την Ιφιγένεια, την άρπαξε από τον βωμό της θυσίας και έβαλε στη θέση της ένα ελάφι. Μετά οδήγησε την κόρη στην Ταυρίδα, όπου την έκανε ιέρειά της. Αυτή είναι η γνωστότερη μορφή του μύθου». Και ο Ευριπίδης παρουσιάζει αυτόν τον μύθο στην τραγωδία του «Ιφιγένεια εν Αυλίδι."

Ωραία ως εδώ; Ωραία. Έτσι κι αλλιώς η Ιφιγένεια αναφέρεται στο σενάριο της ταινίας, μιας που η κόρη των Μέρφι αριστεύει σε σχετική εργασία στο σχολείο της. Ο Λάνθιμος με τον Φιλίππου αριστεύουν; Χμ. Δύσκολα μπορείς να απαντήσεις καταφατικά. Περισσότερα, παρακάτω...

Η υπόθεση: Ο Στίβεν Μέρφι είναι ένας πετυχημένος καρδιοχειρουργός κι ένας ευτυχισμένος οικογενειάρχης. Ζει με την οφθαλμίατρο, πανέμορφη σύζυγό του, Άννα, σε ένα υπέροχο σπίτι στα suburbs κι έχει δύο αξιολάτρευτα παιδιά, την 14χρονη Κιμ και τον 12χρονο Μπομπ. Όλα δείχνουν ειδυλλιακά και ασυννέφιαστα. Μέχρι που στην εικόνα μπαίνει ο Μάρτιν. Ο Μάρτιν είναι συμμαθητής της Κιμ και θέλει να γίνει καρδιοχειρουργός κι αυτός, έτσι λέει τουλάχιστον. Επισκέπτεται ολοένα και συχνότερα τον Στίβεν, ο οποίος φέρεται παράξενα απέναντι στον συγκεκριμένο νεαρό. Του αγοράζει πανάκριβα ρολόγια, του δείχνει τρυφερότητα, μέχρι που τον καλεί και στο σπίτι του για φαγητό. Και ο Μάρτιν καλεί τον Στίβεν στο σπίτι του, να γνωρίσει τη μητέρα του – ο πατέρας του έχει πεθάνει...

Μια μέρα ο Μπομπ δεν μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι. Δεν μπορεί να κουνηθεί. Παραλύει! Μεταφέρεται άρον άρον στο νοσοκομείο όπου δουλεύει ο πατέρας του και του κάνουν μια σειρά από εξετάσεις. Τα αποτελέσματα δεν δείχνουν κάποιο παθολογικό αίτιο για την κατάστασή του. Λίγο καιρό μετά, η ίδια «παράλυση» χτυπάει και την Κιμ, η οποία καταρρέει κατά τη διάρκεια πρόβας σε χορωδία. Τι σχέση έχει ο Μάρτιν με όλα αυτά; Και γιατί ζητάει από τον Στίβεν να πάρει μια απόφαση από αυτές που κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να πάρει χωρίς να τον σημαδέψει για πάντα;

Η άποψή μας: Υπάρχουν πολλά πράγματα που λειτουργούν υπέρ της ταινίας. Οι δύο συνσεναριογράφοι στήνουν έναν κόσμο ιδιαίτερο, που κινείται μεταξύ ρεαλισμού και σουρεαλισμού. Θέλω να πω, σε ποιον κόσμο, μια κοπέλα πληροφορεί δημοσίως έναν άγνωστο ότι της ήρθε περίοδος για πρώτη φορά κι ένας πιτσιρικάς ζητάει από τον καλεσμένο του να δείξει τις τρίχες στις μασχάλες του, για να τις συγκρίνει με εκείνες του πατέρα του; Ε; Επίσης, έχετε ακουστά τη σεξουαλική στάση «ολική αναισθησία»; Πιθανό πάντως είναι δυο γιατροί να συζητάνε για το στα πόσα μέτρα βάθους νερού αντέχουν τα ρολόγια τους. Είπαμε, μεταξύ ρεαλιστικού και σουρεαλιστικού. Γνωστή μανιέρα του διδύμου οι ατάκες, οι χαριτωμενιές, τα παράδοξα. Έχουμε φτάσει πια σε τέτοιο σημείο που πρέπει να δούμε ταινία του Λάνθιμου χωρίς υπογραφή Φιλίππου για να τον προσεγγίσουμε ως μονάδα – τόσο πολύ λειτουργούν ως δίδυμο, τόσο πολύ κινούνται εκ του ασφαλούς, τόσο πολύ «καπελώνουν» ο ένας τον άλλο.

Και ναι, πολλές ήταν οι φορές που ο κόσμος γελούσε μέσα στην αίθουσα Lumiere, στην πρώτη παγκόσμια δημοσιογραφική προβολή της ταινίας στις Κάννες, με τα weird που έβλεπε και κυρίως που άκουγε! Κορυφαίο παράδειγμα, η πεντάλεπτη (και πολύ λέω) εμφάνιση της αγνώριστης Alicia Silverstone, στο ρόλο της μητέρας του Μάρτιν. Την «πέφτει» στον γιατρό μας, του γλύφει τον αντίχειρα «και τι ωραία χέρια έχεις γιατρέ μου», ε, ο δικός μας νιώθει άβολα, πάει να φύγει, και τι του λέει η δικιά μας: "I won’t let you leave until you’ve tasted my tart!". Σ' ωραίος! Και υπάρχουν και σκηνές πραγματικής ποπ ποίησης! Όπως εκείνη όπου η πιτσιρίκα κόρη τραγουδάει ακαπέλα το «Burn» της Ellie Goulding κάτω από ένα δέντρο, όντας κατά πως φαίνεται ερωτευμένη με τον Μάρτιν! Σκηνή που χρησιμοποιείται και στο επίσημο τρέιλερ της ταινίας!

Όλοι σε μια κατάσταση ύπνωσης, όλοι σε μια κατάσταση «ζόμπι», ζουν, ζουν καλά κι όμως είναι σαν νεκροί. Κανένα συναίσθημα, καμία «em-pa-thy», καμιά προσευχή για τους πεθαμένους. Και μετά, κάνει την εμφάνισή του το κυρίαρχο (;) θέμα της ταινίας: η εκδίκηση. Ο χειρουργός θεός έκανε λάθος και πρέπει να πληρώσει (σημείωση: οι σκηνές του χειρουργείου είναι από πραγματική εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς!). Με τον πιο σκληρό για εκείνον τρόπο. Με μια θυσία. Όπου πρέπει να επιλέξει το ιερό ελάφι που θα θυσιαστεί. Την Ιφιγένειά του. Το έκανε και ο Γλυκοφρύδης (!!!) με το υπέροχο «Με τη λάμψη στα μάτια» - σε αντιστροφή. Ναι, αλλά ο Λάνθιμος και ο Φιλίππου δεν θέλουν συναισθηματική αντίδραση από τους θεατές. Η προσέγγισή τους είναι κλινική. Κι αυτό που επιθυμούν πέρα και πάνω από όλα, είναι να σοκάρουν! Και να διχάσουν κατ' επέκταση.

Ο alpha male δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για το πρώτο του λάθος και δεν μπορεί να πάρει την ευθύνη για την επιλογή του «ποιος, ποιος, ποιος θα φαγωθεί, οεοε, οεοε». Άντε, εντάξει, και η λύση του δράματος (;) είναι ok (για πολλούς πάντως δεν θα είναι καθόλου ok...), με έναν μισάνθρωπο, αλά (παλιό) Haneke τρόπο (ακόμα και οι κουκούλες παραπέμπουν στο «Funny Games»). Να πω τι με ενόχλησε πιο πολύ στην ταινία, γιατί δεν μπορώ να την αποθεώσω, γιατί έχω τις πάμπολλες ενστάσεις μου; Αρχικά, η τάση απόκρυψης και μείωσης του γεγονότος ότι με το πέρας της προβολής στις Κάννες, η ταινία γιουχαΐστηκε. Από ελάχιστους: τρεις, τέσσερις, πέντε. Αλλά γιουχαΐστηκε. Αναφέρεις το γεγονός στο οποίο ήσουν αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυς, και πέφτουν να σε φάνε! Ότι και καλά κάνεις... ανθελληνική προπαγάνδα! Ότι ζηλεύεις το ταλέντο του δημιουργού, ότι προσπαθείς να τον μειώσεις, να τον φέρεις στα μέτρα σου! Εγώ! Που λάτρεψα την «Κινέττα» και την υπερασπίστηκα όπου και όπως μπορούσα, όταν σχεδόν όλοι οι συνάδελφοί μου την έκραξαν!

Εννοείται ότι υπήρξαν και χειροκροτήματα στην αίθουσα αλλά στο διαγωνιστικό των Καννών, αυτή ήταν η μοναδική ταινία όπου ακούστηκαν γιουχαΐσματα! Τελεία και παύλα! Αλλά το αποκορύφωμα του... δράματός μου είναι άλλο. Η δήλωση του Λάνθιμου στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την προβολή της ταινίας στις Κάννες: «Έλεγα συνέχεια στη Nicole πως αυτό που γυρίζουμε είναι κωμωδία». Σόρι, αλλά ακόμα και η παράδοξη ρώσικη ρουλέτα (!!!) που επιλέγει ο καλός γιατρός κάνει μεν τον θεατή να γελάει (;) - από αμηχανία όμως, γιατί δεν ξέρει πως να το χειριστεί όλο αυτό - βγάζοντας στην επιφάνεια τον... χειρότερο εαυτό του. Γιατί η καραμπίνα σκοτώνει. Κι αυτό δεν είναι αστείο. Γιατί όλο το προηγούμενο ύφος δεν παραπέμπει σε μαύρη κωμωδία. Το πρόβλημά μου με την ταινία εντέλει δεν είναι καλλιτεχνικό, είναι ηθικό!

Στυλιστικά υπέροχος ο Λάνθιμος, σε στιγμές ανεπανάληπτος, με ιδέες πανέξυπνες, και ως σκηνοθέτης ωριμάζει – επιτέλους, η κάμερα κινείται πχ – αλλά το σοκ που προκαλεί η ταινία υπερβαίνει τα εσκαμμένα. Και η μισανθρωπιά δεν είναι ποπ. Λέει ο μικροαστός μέσα μου...

Ο θάνατος του ιερού ελαφιού (The Killing of a Sacred Deer)  Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Νοεμβρίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »