Kingsman: Ο χρυσός κύκλος (Kingsman: The Golden Circle) Poster ΠόστερKingsman: Ο χρυσός κύκλος
του Matthew Vaughn. Με τους Colin Firth, Julianne Moore, Taron Egerton, Mark Strong, Halle Berry, Elton John, Channing Tatum, Jeff Bridges


Παρατράβηξε...
του zerVo (@moviesltd)

Και ποιος δεν το περίμενε πως θα φτάναμε σε αυτό το σημείο? Με την οριστική αποχώρηση του ενός και μοναδικού 007 από το genre, που επέλεξε, σοφά εκτιμώ, να μην κοιτάζει κατάματα το σινεμά σαν διασκέδαση, πια, αλλά σαν τέχνη, έκαναν την εμφάνιση τους οι καλοθελητές εκείνοι, που τόσο καιρό εποφθαλμιούσαν, μα ουδέποτε πετύχαιναν να πάρουν την θέση του. Εναλλακτικοί Τζέιμς Μποντ όπως του παλιού καλού καιρού, ενίοτε αγριεμένοι, άλλοτε αποφασιστικοί, πάντοτε στυλιζαρισμένοι και καμιά φορά ακολουθώντας την προσταγή της μόδας, για εναλλακτικές μεθόδους δράσης, ει δυνατόν και σατιρικές αν τους παίρνει. Κάπως έτσι μπήκε στον χορό το 2014 η συντροφιά των πρακτόρων της Kingsman παρουσιάζοντας μια ιδιόμορφη, πολύ ενδιαφέρουσα και πέραν των προσδοκιών κινηματογραφική σύνθεση. Ότι οι κομπανιέροι, σε πείσμα των όσων είχαν συμβεί στο φινάλε του πρωτότυπου, θα επέστρεφαν όλοι, δεν πλήρωνε καν στο στοίχημα, αφού ήταν εμφανής η πρόθεση της Fox να διατηρήσει ζωντανό ένα χρυσοφόρο, όπως προβλεπόταν, πρότζεκτ. Το ερώτημα που πλανιόταν μέχρι την επίσημη κυκλοφορία του Episode II, ήταν αν αυτό το τεύχος θα προκαλούσε την ίδια ευχάριστη έκπληξη στους οπαδούς του. Η προσωπική μου άποψη είναι πως όχι, το πρώτο σίκουελ, δεν τα κατάφερε όπως αρχικώς περίμενε.

Kingsman: Ο χρυσός κύκλος (Kingsman: The Golden Circle) Quad Poster Πόστερ
Ένας ακριβώς χρόνος έχει διαβεί από την στιγμή που ο ρούκι της ανεξάρτητης διεθνούς υπηρεσίας πληροφοριών Κίνγκσμαν, Γκάρι "Έγκσυ" Άνγουιν, θα καταφέρει να σώσει την ανθρωπότητα από τις καταστροφικές ορέξεις του παρανοϊκού Βάλενταιν και πλέον, χάρη και στην δραματική απώλεια του ανθρώπου που τον στρατολόγησε, Χάρι Χαρτ, έχει αποκτήσει τον τίτλο του Γκάλαχαντ στην ιεραρχία της. Έχοντας επιλέξει, όμως, αντί για την ρουτίνα της καθημερινότητας, έναν τρόπο ζωής που σφύζει από αδρεναλίνη, ο Έγκσυ και πάλι θα βρεθεί στο μέσον των πυρών, καθώς την στιγμή που εκείνος διασκεδάζει μαζί με την γαλαζοαίματη αγαπημένη του, στην πατρίδα της την Σουηδία, μια ομάδα τηλεκατευθυνόμενων πυραύλων θα πλήξει την βάση της οργάνωσης στην Βρετανία, ισοπεδώνοντας την και στέλνοντας στον άλλο κόσμο, όλους, πλην ενός, τους καλούς του συντρόφους.

Με συντροφιά τον μοναδικό επιζώντα από τον όλεθρο, τον δαιμόνιο Μέρλιν, ο νεαρός κατάσκοπος, θα διαβεί, όπως προστάζει το πλάνο Β, τον Ατλαντικό, για να έλθει σε επαφή με τα μέλη της κοινών αρχών υπηρεσίας Στείτσμαν, που εδρεύει στο Κεντάκι, έχοντας σαν προκάλυμμα τους χώρους ενός αποστακτηρίου ουίσκι μπέρμπον. Εκεί που θα βρεθεί αντιμέτωπος με δύο συνταρακτικές αποκαλύψεις. Αρχικά με το γεγονός πως ο μέντορας του δεν είναι νεκρός, αλλά έχει επιβιώσει του εξ επαφής πυροβολισμού, έχοντας απολέσει ολοσχερώς, εκτός από το ένα μάτι και την μνήμη του, αλλά και με το ότι έχει γίνει γνωστή η ταυτότητα των τρομοκρατών που η ομάδα του καλείται να αντιμετωπίσει και αφορά στην καλά κρυμμένη συμμορία της Πόππυ Άνταμς, με την ονομασία Χρυσός Κύκλος, που οσονούπω θα κάνει την απειλή της πραγματικότητα, διοχετεύοντας στον κόσμο μέσω της αγοράς των κοινών φαρμάκων, μια δολοφονική τοξίνη, που προκαλεί στον ανθρώπινο οργανισμό αρχικά εκζέματα, κατοπινά μανία και παράλυση, πριν τον καταλήξει σε οδυνηρό θάνατο.

Και κάπως έτσι δίνεται ο κλότσος για να κυλήσει μια ακόμη περιπέτεια βγαλμένη από την έμπνευση των Dave Gibbons και Mark Millar, όπως οι δύο τους αποτύπωσαν στο φημισμένο και μοσχοπουλημένο κόμικ. Που ήδη έχοντας ρολάρει από το προηγούμενο πρώτο επεισόδιο, δεν χρειάζεται καν χρόνο να ξοδέψει για μπει αποξαρχής στον κόσμο των εκρήξεων και των ακατάπαυστων κυνηγητών με οτιδήποτε (καθόλη την σημασία της λέξης) πολυμορφικό αμάξι μπορεί να σκεφτεί ο νους. Τα δεδομένα δε της κατανομής των βασικών ηρωικών χαρακτήρων, παραμένουν ατόφια, με το παλικαράκι μας, ερωτευμενάκι με την πριγκίπισσα και διάδοχο του θρόνου των Σβερίγκ, να έχει φτιάξει μια χαρά άλλοθι για να καλύψει την αληθινή του ταυτότητα. Μόνο που τα συνεχή του πέρα δώθε, θα ραγίσουν, στο ρομαντικό υποστόρυ, την καρδούλα του κοριτσιού που δικαιολογημένα θα μουτρώσει, φορτώνοντας τον φουκαριάρη τον Έγκσυ - σε μια από τα ίδια, εμφάνιση, ο ταλαντούχος Taron Egerton - με ένα επιπλέον άγχος για το πως θα φέρει βόλτα την καινούργια πρόκληση στην πρακτορική του καριέρα.

Οι ιδιορρυθμίες στο σερβίρισμα της πειραγμένης ετούτης spy adventure, ουχί απρόβλεπτες από την ώρα που ο ντιρέκτορ ακούει στο ονοματεπώνυμο Matthew Vaughn, παίζουν επί της οθόνης μονίμως, σε διάρκεια και το κυριότερο φωναχτά. Μια φορά, δυο φορές, τρεις, ε μα πια! Χοντράδες που στην έναρξη τους, ενδεχόμενα να προκαλέσουν την δημιουργία ευχάριστης διάθεσης, στην πορεία όμως μη διαθέτοντας το παραμικρό όριο, το πιο πιθανό είναι να ενοχλήσουν, να γίνουν κουραστικές και εντέλει να βαρύνουν την θέαση, που πλέον στερείται κάθε ίχνος σοβαρότητας. Είναι η στιγμή που θα καρτερούσα να παρέμβει η πείρα της τετράδας των οσκαρούχων συμμετεχόντων στο φιλμ - φυσικά ο επιστρέψας Colin Firth, η όσο μεγαλώνει και πιο κούκλα, κακίστρω εδώ, ευφυής αρχηγός του καρτέλ Julianne Moore, ο Jeff Bridges σαν agent Σαμπάνιας και η τεχνηέντως αγνώριστη και μοναδική που έχει πάρει Bondικό άρωμα Halle Berry ως άσος των υπολογιστών Τζίντζερ Έιλ - για να σώσει κάπως την κατάσταση και για να είμαι ειλικρινής σε ουκ ολίγα σημεία βάζει μια τάξη στις φρενήρεις διαθέσεις του Εγγλέζου Μίστερ Kick-Ass για ακόμη πιο εκκεντρικές φάρσες. Που στις περισσότερες θύμα πέφτει και μάλιστα σε αυτή την ηλικία, ο φουκαράς ο Elton John, που προφανώς είδε από μια χαραμάδα είδε φως, μπήκε και τον καστάρανε τιμής ένεκεν στον ρόλο του πειραματόζωου = ανέκδοτο...

Οι βίαιες στιγμές, πλήρεις σε μαύρο χιούμορ κυριαρχούν, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από το ορίτζιναλ, δίνοντας την εντύπωση πως το κοινό είναι εκείνο που τις απαίτησε και ο Vaughn του έκανε την χάρη. Λάθος. Το κοινό αν έχει ζητήσει ένα πράγμα, είναι κάποιο υποκατάστατο τουλάχιστον αξιοπρεπές, εκείνου που απόλεσε από την ώρα που ο νούμερο ένα κινηματογραφικός πράκτορας, μετατράπηκε μέσα σε μια νύχτα σε piece of art. Και οι τύποι αυτοί από την Kingsman, αστείοι δεν λέω, κεφάτοι και διασκεδαστικοί, μέσα από το καταιγιστικών σπέσιαλ εφέ παραξήλωμα τους, μάλλον με superheroes της Marvel ομοιάζουν, παρά με απτά όντα και ανθρώπους με σχετικές ικανότητες που καταδιώκουν το παγκόσμιο έγκλημα. Μα ατυχώς γι αυτούς, από τέτοιους Avengers X-men και Justice League, είμαστε πραγματικά πηγμένοι.

Kingsman: Ο χρυσός κύκλος (Kingsman: The Golden Circle) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 από την Odeon
Περισσότερα... »



Νύχτες Πρεμιέρας 2017 Live

του zerVo (@moviesltd)

Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.4: Η ζωή που δεν έζησα!

Πρώτο Παρασκευοσάββατο για το φετινό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών και ήδη παίρνουμε δείγμα του τι ακριβώς παίζεται και στην 23η εκδοχή του θεσμού. Γεμάτες αίθουσες (αναμενόμενο, αποτελεί φαινόμενο άλλωστε το δεκαήμερο), ταινίες το λιγότερο αξιόλογες και φυσικά η γνώριμη φρενίτιδα που σκόρπια στον αέρα χαρακτηρίζει την σινεφίλ κοινότητα, στην (ματαιόδοξη) απόπειρα της να προλάβει τα πάντα. Το πρόγραμμα κυλάει ρολόι, δίχως ίχνος καθυστέρησης, στοιχείο που βοηθάει αν μη τι άλλο τους πρεμιεροφάγους να συνθέσουν με πιο άνεση το προσωπικό τους καλαντάρι. Όσα ακριβώς είδα αυτό το διήμερο θα τα διαχωρίσω σε δύο τεύχη για να γίνει και πιο εύπεπτο το κάθε πακέτο. Θεματικά λοιπόν, με την επικεφαλίδα "Η ζωή που δεν έζησα", τίτλος που ταιριάζει γάντι στους πρωταγωνιστές και των τριών ταινιών που θα ακολουθήσουν, εκκινώ την αποψινή παρουσίαση.

Lane 1974 AIFF 2017

Αμερικάνικης κοπής είναι η ανεξάρτητη παραγωγή Το Καλοκαίρι του '74 (Lane 1974), που ορίζει το μεγάλου μήκους ντεμπούτο της σκηνοθέτιδας C.J. Chiro, που έχει επίσης υπογράψει και το σενάριο. Η ταινία έχει παρουσιαστεί σε δύο από τα σημαντικότερα φεστιβάλς των ΗΠΑ, στο SXSW και στο Σιάτλ, έχοντας αποσπάσει θετικές κριτικές και όχι άδικα, αφού ο τρόπος που επιχειρεί για να παρουσιάσει το δράμα, δια μέσου των ματιών ενός ζορισμένου από όλες τις πλευρές κοριτσιού, είναι όμορφα δομημένος. Παιδί μονίμως περιπλανώμενης χίπισσας, ονόματι Χαλελούγια, που το μόνο που την ενδιαφέρει είναι οι περιστασιακοί ελεύθεροι έρωτες, η μαριχουάνα και ο διαλογισμός, είναι η μελαγχολική Λέιν. Στα 13 της χρόνια, για χάρη των θελήσεων της εκκεντρικής, φυσιολάτρισσας αλλά και αυταρχικής μάνας, δεν έχει μόνο την ευθύνη να φροντίζει και προστατεύσει τα δύο μικρότερα αδελφάκια της, στις ερημιές της Καλιφόρνια, που εκείνη διαλέγει για να επιβιώσουν, μα έχει στερηθεί και τις πιο απλοϊκές απολαύσεις που θα μπορούσε να γευτεί ένα παιδί. Ντυμένη με τσίτια, βρωμερά και σιχαμένα, ως ουδέποτε πλυμένα, αποκομμένη από την σχολική εκπαίδευση, έχοντας πέτρες για μαξιλάρι τα βράδια που κοιμάται στην ύπαιθρο και βαριεστημένη να αποδέχεται τους χασικλήδες εραστές της μαμάς των λουλουδιών της, η Λέιν, ερχόμενη στο νομαδικό της πέρα δώθε σε επαφή με τον πολιτισμό, θα υποστεί σοκ, αντιλαμβανόμενη τις τεράστιες διαφορές που έχει η δική της ενηλικίωση, σε σύγκριση με των εφήβων όλου του υπόλοιπου κόσμου. Δίχως πατέρα (η φιγούρα του παίζει άυλα in the air0 στο πλευρό της για να την στηρίξει, με τις φιλίες που προσπαθεί να κτίσει, να διαλύονται από την μια στιγμή στην άλλη και με τις εκ φύσεως ανάγκες τις ως δεσποινίδας να μεγαλώνουν, δεν θα αργήσει η στιγμή που θα πραγματοποιήσει την δική της στάση.

Γλυκιά, ζεστή κι ανθρώπινη δημιουργία, που χρονικά μας ταξιδεύει στην ανέμελη Καλιφόρνια του θέρους του 1974, ώρα κορύφωσης για το κίνημα των χίπις, της λιτής, ροκ, περιπλανώμενης διαβίωσης. Εξαιρετικά φωτογραφημένες από την Chiro, οι απομονωτικές τοποθεσίες που επιλέγει η καμμένη μητέρα για καθημερινό σπίτι των τέκνων της. πλάι στο ωκεανό, στα απέραντα λιβάδια και στις εξοχές, συνοδευόμενες ταυτόχρονα και από ένα ελαφριάς φολκ κιθάρας ταιριαστό σάουντρακ. Το δυνατότερο στοιχείο του Lane αναμφίβολα όμως ορίζει η άριστα καθοδηγούμενη εικόνα της ίδια του της ηρωίδας, της ομορφούλας Sophia Mitri Schloss, με τα υπέροχα μάτια και την δεινή εκφραστικότητα παρόλο το μικρό της ηλικίας, σε σημείο που πείθει τον θεατή για τον εσωτερικό πόνο της, στο αντίκρυ των απαγορευμένων, ως καταστροφικών, αγαθών που γεύονται τα άλλα κοριτσάκια. Τι δηλαδή? Ένα τοστ, μια σοκολάτα, ένα λιπ γκλος, ένα χρωματιστό τοπάκι, ένα λάστιχο για τα μαλλιά... Τι περισσότερο θα μπορούσε άραγε να ζητήσει ένα μικρό παιδί για να καλύψει τις ανάγκες του? Η φυλακή που είναι κλεισμένη η πιτσιρίκα, στοιχειοθετείται σωστά από την πολύ χαμηλού τέμπο και οικονομίας αφήγηση, που χρονικά δεν ξεπερνά σε έκταση τα 80 λεπτά. Χωρίς να οδηγείται σε έντονες εξάρσεις, ούτε σε μελοδραματικές κορυφώσεις. Ίσως κάπου να το χρειαζόταν κι αυτό, για να δείξει πιο ολοκληρωμένο το σύνολο.

Score AIFF 2017

Από την Γκόλντεν Στέιτ μονομιάς ταξιδεύουμε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού για να επισκεφτούμε μια από τις πρώην Σοβιετικές δημοκρατίες, που τις τελευταίες δεκαετίες παλεύουν για να ορθοποδήσουν από όχι και λίγα δεινά, που δεν τα δημιούργησε κατ ανάγκη το παλιό καθεστώς. Η Γεωργία άλλωστε υπήρξε από τις πλέον δυναμικές στον χώρο της Έβδομης Τέχνης πολιτείες της ΕΣΣΔ, με πορεία μεγαλύτερη του αιώνα, παράδοση που όπως φαίνεται έχει περάσει και στους πολύ αξιόλογους σύγχρονους κινηματογραφιστές της χώρας. Από το δίδυμο των Nana και Simon υπογράφεται η δραματική, με πάμπολλες γλαφυρές πινελιές πάντως, ταινία Ευτυχισμένη μου Οικογένεια (My Happy Family), που αποτελεί ένα εξαιρετικό σύνολο ιδεολογικών στοιχείων για τον τρόπο που λειτουργεί η κοινωνία του τόπου. Κεντρικό πρόσωπο της πλοκής είναι η Μανάνα, 52 χρόνων δασκάλα σήμερα, που καθημερινά παλεύει με όλες της τις δυνάμεις να αναδείξει σε αριστούχους τους μαθητές που φροντίσει, όπως υπήρξε κι εκείνη κάποτε στα νιάτα της. Η φτώχεια και οι περιορισμένες οικονομικά δυνατότητες των χαμηλών σοσιολογικά στρωμάτων στα προάστια της Τιφλίδας, επιβάλλει κάτω από την ίδια στέγη, να συμβιώνουν όλα, μα όλα, τα μέλη της οικογένειας. Έτσι ακριβώς συμβαίνει κι εδώ, που μαζί με την εξουθενωμένη από το να φροντίζει τα πάντα γυναίκα, ζουν στον κοινό χώρο, οι υπερήλικες γονείς της, ο αδιάφορος, σχεδόν αόρατος σύζυγός της και τα δύο ενήλικα παιδιά της, ένα αγόρι άνεργο κι ένα κορίτσι μικροπαντρεμένο, μαζί με τον μπερμπάντη αγαπητικό. Κουρασμένη από την ρουτίνα και την στείρα καθημερινότητα, η Μανάνα είναι υποχρεωμένη να δέχεται και τις κατ οίκον επισκέψεις της του αυταρχικού πολυλογά αδελφού της (συν γυναιξί και τέκνοις) αλλά και των αμέτρητων φασαριόζων φίλων του Κύρη, που μόνιμα μετατρέπουν το διαμέρισμα σε ταβέρνα. Σώνει...

Η Μανάνα, φιλόδοξη κάποτε και ονειροπόλα, το χαρισματικότερο κορίτσι της τάξης της, η πιο μελετηρή κι εκείνη που όλοι πίστευαν πως θα γίνει σπουδαία και τρανή, εγκλωβισμένη πίσω από μια κουζίνα θα στήσει την δική της επανάσταση εγκαταλείποντας την εστία για να ζήσει ολομόναχη, σε μια μικροσκοπική γκαρσονιέρα, σε άλλη γειτονιά. Ανήκουστο γεγονός που θα ταράξει σύγκορμα τα θεμέλια της συντηρητικής φαμίλιας, με τους μισούς να την περνούν για παλαβή και τους υπόλοιπους να την εκλιπαρούν να επιστρέψει. Ούτε για πλάκα! Το μικρό σπιτάκι με το λιτό μπαλκονάκι, θα γίνει για την δασκάλα λεωφόρος διαφυγής, δίνοντας της την δύναμη να ακολουθήσει το πλάνο της μέχρι κεραίας. Κι αν ακόμη και η ίδια δεν έχει πειστεί για τους ακράδαντους λόγους που την έσπρωξαν στο εγχείρημα της, τώρα που η φυλακή άνοιξε της πόρτες της και βλέπει τον κόσμο κατάματα, θα τους μάθει κι εκείνους με τον καιρό. Το δεύτερο δημιουργικό πόνημα του ντουέτου, που προβλήθηκε στο περασμένο φεστιβάλ του Sundance καθώς και στο Φόρουμ της Μπερλινάλε, σε ύφος ακολουθεί πιστά τις προσταγές του νέου ανατολικοευρωπαικού σινεμά, ιδίως του Ρουμάνικου, που εσχάτως κυριαρχεί στην ζώνη. Επιμονή της ανάπτυξης της ιστορίας σε μακροσκελείς σεκάνς, στάσιμης κάμερας, που το κάδρο γεμίζει και με γεγονότα που λαμβάνουν χώρα εκτός κάδρου, με ήχους φυσικούς, ούτε εμβόλιμους, ούτε τονισμένους από μουσικό θέμα, που κατά κύριο λόγο λαμβάνουν χώρα εσωτερικά, εντός των δύο σπιτιών, του παλιού, εκείνου με τον πολύ τον κόσμο, που κάνει την Μανάνα όμως τόσο μόνη και του καινούργιου, του άδειου και όχι άνετου, που της δίνει όμως την σιγουριά της ελευθερίας. Καταπληκτική στην απόδοση της απογοητευμένης για τον κενό μισό αιώνα που έχει βιώσει γυναίκας, η αναγνωρισμένη στην πατρίδα της ηθοποιός Ia Shugliashvili, αποδίδει την περσόνα της πειθήνια και ρεαλιστικά, δίχως υπερβολές και ακρότητες. Οι στιγμές κορύφωσης της, εκτοξεύουν την συγκινησιακή φόρτιση στα ύψη - το τραγούδι της στο ριγιούνιον είναι σπαρακτικό - κατάσταση που σταδιακά όμως, επιλογή των νεαρών και ελπιδοφόρων ντιρεκτόρων αυτή, επανέρχεται στα κανονικά επίπεδα, ενόσω επανέρχονται στην (και σατιρικών τόνων) δράση εκείνοι που σοφά, όπως εκτιμά, εγκατέλειψε. Ερμηνευτικό σύνολο, που κινείται υπέροχα και με ακρίβεια στην σκηνή, ορίζοντας κατ αυτόν τον τρόπο και τον πιο σημαντικό λόγο για να παρακολουθήσει κανείς την ταινία από την Γεωργία, που παρότι μακρινή σε εμάς χιλιομετρικά, δεν απέχει και τόσο στις αντιλήψεις του μαζικού κάθε μέρα της.

Most Beautiful Island AIFF 2017

Τo ταξίδι μας στον κόσμο, από την απέναντι όχθη της Μαύρης Θάλασσας μας επαναφέρει στην Μεσόγειο και στις βόρειες ακτές της Αφρικής, στην Αίγυπτο συγκεκριμένα, εκεί που λαμβάνει χώρα η δαιδαλώδης πλοκή του θρίλερ Κάιρο Εμπιστευτικό (The Nile Hilton Incident), μιας πολυεθνικής βορειοευρωπαικής συμπαραγωγής, που όμως μιλά εξ ολοκλήρου την Αραβική. Στις αποσκευές του το έργο του Tarik Saleh, τρίτο μεγάλου μήκους στην καριέρα του, φέρει και το βαρύτιμο τρόπαιο της καλύτερης ξένης ταινίας που προβλήθηκε στο φετινό φεστιβάλ του Sundance, διάκριση αν μη τι άλλο πολύ σπουδαία, αν αναλογιστούμε το επίπεδο των παγκόσμιας κινηματογραφίας φιλμς που παρελαύνουν από το γεναριάτικο Σολτ Λέικ. Καθώς η πρωτεύουσα της χώρας των Φαραώ, Κάιρο, βρίσκεται σε αναβρασμό, εξαιτίας της μαζικής λαϊκής έκρηξης κατά της ανίκανης κυβέρνησης του Χόσνι Μουμπάρακ, ένα απροσδόκητο περιστατικό θα αναστατώσει τις αστυνομικές αρχές της πόλης. Η στυγερή δολοφονία, μέσα σε σουίτα του πολυτελούς ξενοδοχείου Χίλτον, στις παρυφές του Νείλου, της δημοφιλούς και ανερχόμενης τραγουδίστριας Λαλένα, θα σηκώσει στο πόδι, το όχι συνηθισμένο σε τέτοια περιστατικά τμήμα ανθρωποκτονιών, του οποίου ηγείται ο πάντοτε συμπλέοντας με οτιδήποτε του υποδείξουν οι κρατικές αρχές, ευθυνόφοβος επιθεωρητής Καμάλ. Από τις πρώτες της κιόλας στιγμές, την υπόθεση θα αναλάβει ο υπαστυνόμος Νορεντίν Μοστάφα, ανιψιός του αρχηγού, ένας μοναχικός, λιγομίλητος και απόμακρος μπάτσος, που ακολουθεί πιστά τις αρχές λειτουργίας του Σώματος που υπηρετεί, κάνοντας διαρκώς τα στραβά μάτια και προστατεύοντας ακόμη και εγκληματίας, με αντάλλαγμα, κάτω από το τραπέζι, μπόλικα, ματωμένα και παράνομα λεφτά.

Για εκείνον αυτό το φονικό είναι κάτι διαφορετικό, δεν έχει σχέση με όσα έχει αντιμετωπίσει στην καριέρα του, καθώς ο βασικός ύποπτος για την πράξη, δεν είναι άλλος από τον δισεκατομμυριούχο μεγιστάνα, ιδιοκτήτη της μεγαλύτερης κατασκευαστικής μπράντας της χώρας, μέλους του κοινοβουλίου και επίδοξου ηγέτη του τόπου, Χατέμ Σαφίκ, που κάνει ότι περνάει από το πανίσχυρο χέρι τους για να αποτινάξει από πάνω του τις κατηγορίες. Και το καταφέρνει δίχως ιδιαίτερο κόπο είναι η αλήθεια, αφού ο πρώτος νόμος που ισχύει στην Αίγυπτο είναι εκείνος του ισχυρού και τα πιόνια των διωκτικών αρχών, το γνωρίζουν καλά αυτό το σιχαμερό παιχνίδι. Κατάσταση διαφθοράς, που ακόμη κι αν την έχει δοξάσει για χρόνια ο ιδιότροπος Μομπάρακ, πλέον τον έχει κουράσει. Στην αντίληψη της αδικίας που υποβάλλονται αθώοι, μαζί με τα ηθικά συναισθήματα που θα ξυπνήσει μέσα του ο έρωτας, ο αστυνομικός θα βάλει μπροστά τον δικό του ανένδοτο για να αποκαλύψει τους υπευθύνους του θανάτους της καλλιτέχνιδας. Δεν είναι η πρώτη φορά που το αστυνομικό (και ενίοτε πολιτικό) θρίλερ καταπιάνεται με την μάχη του ενός κόντρα σε ολόκληρο το σύστημα. Εδώ πάντως στην δική του απεικόνιση ο σκηνοθέτης καταφέρνει να δημιουργήσει έξοχα, με πολύ προσεκτικές κινήσεις, την ατμόσφαιρα ενός κράτους - και κατ επέκταση μιας κοινωνίας - μηδενικού σε αξίες, που χωρίς αναστολές λειτουργεί τυρρανικά εις βάρος του κοσμάκη. Εκεί που τα γκέμια χάνονται από τα χέρια του δημιουργού, είναι την ώρα που έχει εισέλθει για τα καλά με το όχημα του στον λαβύρινθο, στο ζουμί του στόρι, στιγμή που οι τόσες πολλές υποιστορίες, με τα αμέτρητα πρόσωπα, αποπροσανατολίζουν την ματιά του θεατή από τον αρχικό στόχο και προκαλείται ένα ανεξήγητο κομφούζιο, συνδυασμένο με τα αληθινά γεγονότα της πλατείας Ταχρίρ, κουραστικό αρκετά θα έλεγα μετά από μια και βάλε ώρα παρακολούθησης. Τεχνικά το Nile, είναι άρτιο, ακολουθώντας κατά γράμμα το ακαδημαικό λυσσάρι του γαλλικού νουάρ, έχοντας σαν σημαιοφόρο στην θέση του πρωτοδιάξαντα Yves Montand, έναν εξαιρετικό ερμηνευτή, τον Λιβανέζο Fares Fares, που χάρη στην πείρα της ιντερνάσιοναλ καριέρας που ακολουθεί, φέρνει εις πέρας με άνεση τον ρόλο του εκ πρώτης όψης θλιβερού, μα κατοπινά μαχητικού φλικ.

zerVo

TIFF 2017
Περισσότερα... »



Νύχτες Πρεμιέρας 2017 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.3: «Κρύο, κρύο, καιρός για... δύο!»

Μάλιστα. Συνεχίζουμε τις «ανταποκρίσεις» εκ του μακρόθεν, αλλά πλησιάζει η ώρα και η στιγμή της καθόδου στην πρωτεύουσα, βεβαίως βεβαίως. Σήμερα ο καιρός ήταν πραγματικά φθινοπωρινός. Φυσούσε, άλλαξε η ατμόσφαιρα, ένιωθες πως το περίφημο ελληνικό καλοκαίρι φτάνει σιγά – σιγά προς το φινάλε του. Το χρειαζόσουν το μπουφανάκι έξω και την κουβερτούλα (έστω πικέ) στο κρεβάτι. Σαν το προφυλακτικό στο σεξ με ανθρώπους που δεν γνωρίζεις καλά (χμ, αυτό ίσως να μην συμβεί και ποτέ αλλά λέμε τώρα!). Τι πάσες δίνω όμως ο αλήτης στον εαυτό μου, ε; Γιατί σήμερα θα αναφερθούμε σε ΔΥΟ ταινίες από αυτές του φεστιβάλ, που προβάλλονται το Σάββατο (έτσι εξηγείται ο συγκεκριμένος τίτλος του κειμένου) και γιατί η μία από τις δύο ταινίες είναι το 120 BPM, που μιλάει για την Act Up, και κατ' επέκταση το Aids και κατ' επέκταση, φοράτε προφυλακτικό μπρε! Τα κείμενα για τις ταινίες (έστω ελαφρώς παραλλαγμένα και επικαιροποιημένα), τονίζουμε, είναι από προηγούμενες ανταποκρίσεις μας από τα φεστιβάλ στα οποία είδαμε τις εν λόγω ταινίες, για να μπορούμε εδώ να τις περνάμε ως προτάσεις και να πουλάμε και μούρη:

Mother TIFF 2017

O Robin Campillo είναι περισσότερο γνωστός ως σεναριογράφος παρά ως σκηνοθέτης. Έχει γράψει σενάρια κυρίως για ταινίες του Laurent Cantet όπως τα «Ελεύθερος ωραρίου», «Ανάμεσα στους τοίχους» αλλά και το «L' atelier» (σημείωση: προβλήθηκε στις Κάννες, θα προβληθεί και στις φετινές «Νύχτες Πρεμιέρας»). Η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε ήταν το «Les revenants» (2004), το οποίο ο ίδιος μετέτρεψε σε τηλεοπτική σειρά, το υπέροχο και ιδιαίτερα στυλίστικο «Αυτοί που επιστρέφουν», με ένα μουσικό θέμα από τους Mogwai εντελώς ανατριχιαστικό. Πέρασαν εννιά ολόκληρα χρόνια για να γυρίσει τη δεύτερη ταινία του, το «Eastern Boys» (2013). Και φέτος, με την τρίτη του ταινία, συμμετείχε για πρώτη φορά στην καριέρα του στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών. Τίτλος της ταινίας: «120 χτύποι το λεπτό» (120 battements par minute). Και ο Campillo θα είναι στην Αθήνα, καθώς το φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» του κάνει spotlight – μίνι αφιέρωμα!

Η υπόθεση: Αρχές δεκαετίας του '90. Το Aids (ή Sida, όπως το ονομάζουν οι γαλλόφωνοι) είναι μια επιδημία που εξαπλώνεται σαν... ιός, οδηγώντας στο θάνατο χιλιάδες ομοφυλόφιλους, αλλά και ετεροφυλόφιλους, τοξικομανείς, φυλακισμένους, ιερόδουλες, ομάδες υψηλού κινδύνου, καθώς πρόκειται για ασθένεια κατά βάση σεξουαλικώς μεταδιδόμενη. Στη Γαλλία το ποσοστό των θανάτων είναι ιδιαζόντως υψηλό και η γκέι κοινότητα κατηγορεί ευθέως την κυβέρνηση του προέδρου Μιτεράν, ότι αδιαφορεί και δεν κάνει όλα όσα οφείλει να κάνει. Σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς εμφανίζεται η οργάνωση ακτιβιστών Act Up. Δυναμικά, τα μέλη της διεκδικούν το αυτονόητο. Να επισπευσθούν οι διαδικασίες, να δοθούν χρήματα για έρευνα και τα φαρμακευτικά εργαστήρια να μην κωλυσιεργούν. Οι δράσεις τους είναι και πολλές και δυναμικές και πρωτότυπες. Μέσα στο πλαίσιο αυτό ένας έρωτας αναπτύσσεται ανάμεσα στον Σον και τον Νατάν.

Η άποψή μας: «In France, a skinny man died of a big disease with a little name»... Τα έλεγε ο συχωρεμένος ο Prince από τα 1987 στο «Sign o' the times», ίσως ένα από τα σπουδαιότερα τραγούδια όλων των εποχών. Μεγάλη μάστιγα το Aids, κάποια εποχή ήταν ο φόβος και ο τρόμος για τους πάντες. Υπήρχε άγνοια, υπήρχε προκατάληψη, υπήρχαν μέχρι και απόψεις ότι η συγκεκριμένη αρρώστια ήταν ένα είδος θεϊκής τιμωρίας (;;;;) για την ακόλαστη ζωή που ζούσαν οι ομοφυλόφιλοι. Κάθε νόμισμα όμως έχει δύο όψεις. Εξαιτίας της αρρώστιας κινητοποιήθηκαν οι ομοφυλόφιλοι, διεκδίκησαν τα δικαιώματά τους, έβγαλαν τον εαυτό τους από το περιθώριο όπου τους είχε βάλει η κοινωνία και δήλωσαν δυναμικά «παρών». Η ταινία αποτελεί τη δραματοποιημένη εκδοχή των κινήσεων της Act Up του Παρισιού.

Εδώ προβάλλονται όλες οι ενέργειες της οργάνωσης που προκάλεσαν πάταγο, ιδίως εκείνη στην οποία ο Σηκουάνας βάφτηκε κόκκινος από τους ακτιβιστές. Μια εικόνα που είναι η πιο εντυπωσιακή της ταινίας, σου καρφώνεται στο μυαλό και ως σύμβολο λειτουργεί εκατοντάδες φορές καλύτερα από απεργίες και κινητοποιήσεις στο δρόμο. Όχι ότι δεν χρειάζονται κι αυτές, έτσι; Ιδίως αυτές χρειάζονται. Αλλά, να, στην εποχή της εικόνας, είναι σημαντικό να προωθείς την ατζέντα σου με κινήσεις που εντυπωσιάζουν. Βλέπουμε και τις συνεδριάσεις των μελών της οργάνωσης, τα επιχειρήματα και τα αντεπιχειρήματα για το πώς πρέπει να δράσουν, αν είναι απαραίτητη η βία ή όχι, αν θέλουν να εκδικηθούν, αν μπορούν να περάσουν σωστά το μήνυμά τους. Για να μην είναι μια ταινία συνεχούς λόγου και διαλόγου ο σκηνοθέτης παίρνει δύο από τους πρωταγωνιστές του και επικεντρώνεται στην ερωτική τους ιστορία. Διαφορετικά, θα μπορούσε απλά να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την Act Up. Όλο αυτό το «μιλάμε, μιλάμε, μιλάμε» δίνει αυθεντικότητα, στερεί όμως από το να κερδίσει η ταινία πόντους σε ότι αφορά τη μυθοπλασία της.

Η ερωτική ιστορία του παθιασμένου και επαναστάτη Σον με τον δυναμικό και... τυχερό Νατάν λειτουργεί ως το συναισθηματικό επίκεντρο του φιλμ, για να κρατήσει το ενδιαφέρον των θεατών, γκέι και στρέιτ. Έχει τις στιγμές της αυτή η ιστορία και συγκινεί ακριβώς επειδή δεν έχει καλό τέλος. Επειδή η αρρώστια δεν κάνει διακρίσεις... Στάχτη νεκρού σε κοσμικό γεύμα μπουρζουάδων! Βρε τους μπαγάσες, έκαναν καλή δουλειά. Είθε να δημιουργηθεί μια Act Up και στη χώρα μας εναντίον των μνημονίων! Εντάξει, λαϊκίζω και σταματώ εδώ.

Ενδιαφέρουσα ταινία, ακούγεται και μια παραλλαγή του ύμνου των Bronski Beat «Smalltown Boy», μια ταινία που θα συγκινήσει περισσότερο το γκέι κοινό, καθώς δεν έχει το wide appeal που είχε φερ' ειπείν το «Moonlight».

(η ταινία προβάλλεται τo Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου στις 19:45, στο Ιντεάλ /// έχει διανομή από την Weird Wave και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 28 Σεπτεμβρίου)

Mother TIFF 2017

Η ταινία Ava της Léa Mysius είναι η πρώτη της μεγάλου μήκους και συμμετείχε στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής» του περασμένου φεστιβάλ των Καννών, ενώ παράλληλα διεκδίκησε και τη Χρυσή Κάμερα, βραβείο το οποίο διεκδικούν όλες οι πρώτες ταινίες, σε όποιο τμήμα του φεστιβάλ κι αν συμμετέχουν! Εδώ, θα αναφέρουμε ένα μικρό φιάσκο σε ότι αφορά την προβολή της ταινίας στις Κάννες για να δείξουμε πως φάουλ συμβαίνουν και... στις καλύτερες οικογένειες! Όλα ξεκίνησαν καλά. Η αίθουσα ήταν γεμάτη, ο «αρχηγός» (αντίστοιχος Κατσίκας δηλαδή) έβγαλε έναν ωραιότατο λόγο, παρουσιάστηκαν οι παραγωγοί, η σκηνοθέτιδα και οι ηθοποιοί της ταινίας, ξεκίνησε η προβολή και... πάπαλα οι υπότιτλοι! Το λες και χοντράδα. Δυο φορές βγήκα έξω να ενημερώσω και οι Φραντσόζοι μέσα στην αίθουσα μου έκαναν «σσσς», γιατί τους ενοχλούσα. Μωρέ τι λέτε ρε Γαλλάκια; Κλασικά, τα πήρα κρανίο, έκανα φασαρία, έριξα και μπινελίκια, κάτι fuckin’ και κάτι assholes για τα οποία ομολογώ πως δεν είμαι ιδιαίτερα περήφανος, αλλά η προβολή σταμάτησε! Και ξανάρχισε από την αρχή, με υποτίτλους αυτήν τη φορά. Όχι, παίζουμε! Χε χε χε...

Η υπόθεση: Η Άβα είναι ένα παράξενο 13χρονο κορίτσι, που περνάει τις καλοκαιρινές της διακοπές σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο. Έχει πρόβλημα με τα μάτια της και στην τελευταία της επίσκεψη στον οφθαλμίατρο μαθαίνει τα άσχημα νέα. Εξαιτίας πάθησης που δεν αναστρέφεται αρχικά θα χάσει την ικανότητά της να βλέπει στο ημίφως και στο σκοτάδι και σταδιακά θα χάσει εντελώς το φως της. Η μητέρα της (που έχει ακόμα μια κόρη, μωρό εκείνη, χωρίς κανέναν πατέρα στον ορίζοντα) αποφασίζει να συνεχίσουν τις διακοπές τους όσο καλύτερα μπορούν. Για χάρη της Άβα. Να διασκεδάσει και να δει όσα περισσότερα μπορεί μέχρι να πάψει να βλέπει πια. Η Άβα όμως αποφασίζει να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Συναντά έναν νεαρό τσιγγάνο. Αρχικά, του «κλέβει» τον σκύλο. Μετά εκείνος «κλέβει» την καρδιά της. Είναι λίγο μεγαλύτερος από εκείνην και τον κυνηγά η αστυνομία. Πώς θα τα βάλουν, αυτοί, δύο πιτσιρίκια, μόνοι απέναντι σε όλους;

Η άποψή μας: Για να πω την μαύρη αλήθεια εγώ κάτι σαν το περσινό «Raw» περίμενα να δω. Την ενηλικίωση δηλαδή μιας νεαρής κοπέλας μέσω... κανιβαλισμού! Εδώ, με την εμφάνιση του μαύρου σκύλου, που τον βαφτίζει «Λούπο» η Άβα, σκέφτηκα «χμ, μάλλον με λυκανθρώπους θα έχουμε να κάνουμε». Καμία σχέση. Μια όμορφη, τρυφερή, ερωτική και ώρες ώρες αστεία ιστορία είναι τούτη εδώ. Με κοινωνικές αιχμές για την αντιμετώπιση των Τσιγγάνων από τη γαλλική κοινωνία και με λίγο από... «Μπόνι και Κλάιντ»! Βασικό ατού της ταινίας η νεαρή της πρωταγωνίστρια. Η Noée Abita είναι πραγματικά σπουδαία στον κεντρικό ρόλο. Δείχνει τόλμη, θάρρος, θράσος, τσαμπουκά. Όλη η ταινία είναι χτισμένη επάνω της και σε τρεις άξονες: στο πως αντιμετωπίζει την αρρώστιά της, στο πως είναι δομημένη η σχέση της με τη μητέρα της και στο πως νιώθει τα πρώτα σκιρτήματα του έρωτα για τον νεαρό Τσιγγάνο.

Υπάρχουν σκηνές ονείρου που παραπέμπουν σε Bunuel της εποχής του «Ένας ανδαλουσιανός σκύλος». Υπάρχουν σκηνές όπου οι δύο νεαροί εραστές, γυμνοί, με όπλα στο χέρι και καλυμμένοι από άργιλο, ορμάνε σε γυμνιστές αστούς στην παραλία και τους κλέβουν, σε κάτι που παραπέμπει στον... «Τρελό Πιερό»! Υπάρχουν σκηνές όπως εκείνη όπου η μάνα της κάνει σεξ με τον νεαρό εραστή της και η Άβα μαζεύει παιδιά από τη γειτονιά για να δουν το ακατάλληλο για ανηλίκους θέαμα: πολύ γέλιο. Υπάρχει σκηνή τσιγγάνικου γάμου κατευθείαν βγαλμένη από το σύμπαν του Kusturica! Υπάρχει σκηνή όπου η μικρή τραγουδάει στο ρυθμό ενός γνωστού ποπ τραγουδιού. Ακούγεται δις μέσα στην ταινία ο αγαπημένος «Μπαλαμός», του Διονύση Τσακνή, που έγινε γνωστός από τον Γιώργο Κάτσαρη: βέβαια, στην ταινία το ακούμε από μια γυναίκα Τσιγγάνα!

Γενικώς, μια ιστορία έρωτα και αναρχίας, πολύ όμορφα δοσμένη, με ένα τελευταίο στοπ καρέ βγαλμένο από την καλύτερη παράδοση ανάλογων ταινιών. Όμορφο ντεμπούτο για την ενηλικίωση μιας κοπέλας και για τον ρατσισμό μιας ολόκληρης κοινωνίας. Και ο ωκεανός ρε παιδιά, η θάλασσα, με τα τεράστια κύματά της, απλά συγκλονιστική!

(η ταινία προβάλλεται τo Σάββατο 23 Σεπτεμβρίου στις 21:00, στο Όπερα 1, την Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου στις 19:00, στο Όπερα 2 και το Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου στις 19:00, στο Όπερα 1 /// απ' όσο γνωρίζουμε, η ταινία δεν έχει ακόμα διανομή για τη χώρα μας)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

TIFF 2017
Περισσότερα... »



Νύχτες Πρεμιέρας 2017 Live

του zerVo (@moviesltd)

Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.2: Από την Πόλη έρχομαι!

Ακόμη μια πρώτη ημέρα, για εικοστή τρίτη φορά, καταγράφεται στο κιτάπι της διαδρομής του φθινοπωρινού Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Αθηνών, που εννοείται άπαντες το γνωρίζουν με το παρατσούκλι του, Νύχτες Πρεμιέρας! Έχοντας ζήσει στο σύνολο τους και τις είκοσι δύο προηγούμενες αρχές, μου κάνει κάπως να καθίσω να τις αναπολήσω, μόνο και μόνο σκεπτόμενος πως η δική μου πρεμιέρα εδώ, ηλικιακά με έδειχνε στα 25, λίγο μετά το στρατιωτικό, ανύπαντρο ως πιτσιρίκο. Ενώ σήμερα, στο παρά κάτι πενήντα, παππούς (κυριολεκτικά) σχεδόν, γεράκος που λέμε, ε, δεν είναι το ίδιο, δεν βλέπεις στο βάθος τον ίδιο ορίζοντα. "Μια χαρά κρατιέσαι, φρέσκος, φρέσκος" μου πέταξε πείραγμα φιλαράκος καλός στην αναμονή έξω από την αίθουσα, από εκείνους που ξέρω αποξαρχής πως θα συναντήσω στις ουρές, τις ημέρες του φεστ. Βίοι παράλληλοι με το ώριμο πια φιλμικό δεκαήμερο, που κι εκείνο κι αν έχει περάσει στάδια και εξελίξεις στο διάβα του, μέχρι να φτάσει στο τώρα να λογίζεται, τουλάχιστον παροικία των πολλών εγχώριων σινεφίλ, σαν μεγάλο και τρανό.

Οι καιροί έχουν αλλάξει, τα πρόσωπα ενδεχομένως, σίγουρα οι τόποι φιλοξενίας, αφού η παιδεία μας σαν λαός όχι απλά ισοπέδωσε τις αίθουσες διαμάντια της πόλης, αλλά μια δεκαετία μετά δεν έχει καταφέρει να τις αναστηλώσει, παρόλα αυτά όλοι όσοι ασχολούνται με την Έβδομη Τέχνη, γνωρίζουν πολύ καλά τι τρέχει στην Αθήνα τις δέκα τελευταίες ημέρες του Σεπτέμβρη. Εμείς από την μεριά μας, με το βιβλιαράκι ανά χείρας, χωρίς τον ίδιο ελεύθερο χρόνο δυστυχώς όπως κάποτε και με μόνο δέκα πιστωμένες εισόδους στην δημοσιογραφική διαπίστευση (πέραν των Press screenings) από τούτο το μετερίζι θα επιχειρήσουμε να πιάσουμε ξανά τον παλμό του φαινομένου. Που γεμίζει σινεμάδες από τον διψασμένο κόσμο που σπεύδει για να παρακολουθήσει το οτιδήποτε ανεξάρτητο θα προβάλλει στο καλαντάρι του. Λαός που για να τα λέμε όλα, ιδίως τα αρνητικά, με την μία εξαφανίζεται από προσώπου γης στην λήξη, για να ξαναδιαβεί πάλι κατώφλι Δαναού, Όπερας και Ιντεάλ, μετά από κανά χρόνο. Πάλι στις Νύχτες...

Kedi AIFF 2017

Από την ομορφότερη Πόλη του κόσμου, ξεκινά το φετινό ταξίδι μου στον θεσμό, μέσα από τις εικόνες ενός πολύχρωμου και υπέροχα φωτισμένου ντοκιμαντέρ που φέρει τον τίτλο Kedi (Nine Lives: Cats In Istanbul). Το πόνημα με το οποίο πραγματοποιεί το δημιουργικό της ντεμπούτο η δεδομένα φιλόζωη Τουρκάλα Ceyda Torun, μας ταξιδεύει από τις στέγες της Βασιλεύουσας, ίσαμε τις αλμυρές ακτές του Βοσπόρου, παρουσιάζοντας μας ένα από τα πλέον ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στοιχεία της, τις εκατομμύρια γάτες που ζουν και αναπνέουν εκεί. Σήμα κατατεθέν για την πρωτεύουσα και ότι πιο σεβάσμιο σε τετράποδο μπορεί να νιώσει κανείς κάνοντας απλώς έναν περίπατο στην πολύβουη Ταξίμ, στην θορυβώδη γέφυρα του Γαλατά ή στο γραφικό Μπέγιογλου. Το στοίχημα της σκηνοθέτιδας είναι μέσα από το ογδοντάλεπτο έργο της να προβάλλει τις ομοιότητες που ενδεχόμενα μπορεί να έχει ο χαρακτήρας των αιλουροειδών, με εκείνον τον ανθρώπινο και πως μπορεί ο καθένας τους να συμβιώσει μέσα σε μια μεγαλούπολη που συνυπάρχουν ακόμη, με τα προβλήματα, τις σκοτούρες τους, πόσα εκατομμύρια ψυχές. Μια επτάδα κιτενς από το συνολικό γατομάνι, διαλέγει η Torun για να απεικονίσει, που μηδεμιά μοιάζει με την άλλη.

Ο φακός εστιάζει διαδοχικά, σαν σε κολάζ, στην Σάρι την κλέφτρα των νοστιμιών από τα ψαράδικα της αγοράς, στον Μπένγκου τον ερωτιάρη που δεν έχει αφήσει ούτε ένα θηλυκό απείραχτο, στον Ασλάν τον κυνηγό που χώνεται ακόμη και στην πιο στενή χαραμάδα για να κολατσίσει ποντικούς, στην Ντενίζ την κοινωνική που κάνει παρέα ολημερίς στον άστεγο αφεντικό της, τον Ντουμάν τον ευγενικό που δεν ενοχλεί ποτέ τους επισκέπτες του  ρεστοράν εκείνων που την φροντίζουν, τον Γκαμζίζ τον παιχνιδιάρη και στην πιο ενδιαφέρουσα ρουμπρίκα την Σικοπάτ την λυσσάρα που δεν αφήνει άλλη γάτα να πλησιάσει τον, αν θέλει ας βγάλει άχνα, καλό της. Συνδυασμένο με υπέροχες ανατολίτικες μουσικές, τύπου Τι σε μέλλει εσένανε από που είμαι εγώ, μα κυρίως καταπληκτικές drone εναέριες λήψεις της Κωνσταντινούπολης, το εφτάψυχο ντόκου, φτιάχνει από το πρώτο κιόλας δευτερόλεπτο το κέφι του πετλόβερ θεατή του, με την λαμπερότητα των εικόνων του. Γάτες σε κοντινά, γάτες σε μακρινά, γάτες δεκάδες μαζεμένες, γάτες του δρόμου, της στέγης, της προβλήτας. Σε κάθε περίπτωση όπως επεξηγεί δραματικά η ντιρέκτορας, γάτες δεμένες με τις ιστορίες των ανθρώπων που τις έχουν στο πλευρό τους. Από οποιανδήποτε κοινωνική κάστα κι αν προέρχονται...

Score AIFF 2017

Τεκμηρίωσης και η δεύτερη ταινία της πρώτης ημέρας του φεστιβάλ και μάλιστα με ιδιαίτερα κινηματογραφική χροιά, αφού στο επίκεντρο της βρίσκεται το ίδιο το σινεμά, μέσα από ένα τμήμα του που κάνει την διαφορά. Ποτέ άλλωστε στην ιστορία, ακόμη και τον πρώτο καιρό που έκαναν την επανάσταση τους οι Αδελφοί Λιμιέρ, έστω κι αν το αποτέλεσμα θεωρούταν βωβό, δεν έλιπε από την συνοδεία της εικόνας η μουσική. Και τότε μάλιστα είχαν ακόμη πιο ιδιαίτερο ρόλο οι νότες παιγμένες μέσα από το δαιδαλώδες Βούρλιτζερ, στο πως θα αντιληφθεί το κοινό την παράσταση που καλούταν να φέρει εις πέρας ο φιλμικός οργανοπαίκτης. Με τα μουσικά θέματα των ταινιών και την σημασία τους ασχολείται το ντοκιμαντέρ Score: A Film Music Documentary που σκηνοθετεί ο Matt Schrader, ένας νεαρός κινηματογραφιστής με καριέρα παραγωγού στην μικρή οθόνη, που εδώ πραγματοποιεί την πρώτη του πίσω από τις κάμερες. Το φιλμ που ήδη έχει αποσπάσει σημαντικά διεθνή βραβεία όπου έχει προβληθεί, αν μη τι άλλο είναι πληρέστατο στις πληροφορίες που προσφέρει για το πως οι συνθέτες των μουσικών θεμάτων, κτίζουν τις ιδέες τους, τις υλοποιούν και κατοπινά τις περνούν μέσα από το μιξάζ πλάι στα καρέ για να συνδυαστούν πλέον ως σώμα ένα επί της οθόνης. Συνέπεια τούτου είναι ακόμη και ο πλέον αδαής να πληροφορείται άριστα την διαδικασία που ακολουθείται, ώσπου να φτάσει στα μάτια και τα αυτιά του το τελικό προϊόν.

Ο Schrader έχει την τιμή και την ευτυχία από τις σελίδες του έργου του να παρελαύνουν μερικά από τα διασημότερα και πλέον τιμημένα ονόματα της κινηματογραφικής σύνθεσης, είτε σε πλάνα φιλμαρισμένα από τον ίδιο στο παρόν, είτε μέσω ντοκουμέντων του παρελθόντος, όπως εκείνο το τρομερά ενδιαφέρον όπου ο Spileberg ακούει για πρώτη φορά στο πιάνο τις πρώτες νότες του σκορ των Στενών Επαφών Τρίτου Τύπου δια χειρός John Williams. Και μάλιστα οι καλεσμένοι του σε αυτή την όμορφη συνεστίαση δεν είναι καθόλου λίγοι, μιας και μουσικοί του σήμερα όπως οι Howard Shore, Mychael Danna, Randy Newman, Danny Elfman, αλλά και προσωπικότητες επιπέδου james Cameron, μιλούν τόσο για το πως στήνεται η επένδυση, αποτίοντας συνάμα φόρο τιμής σε παλιότερους θρύλους, σαν τον Morricone, τον Mancini, τον Goldsmith, τον Norman ή τον Hermann. Όπως επίσης επιχειρείται και μια επιπλέον προσέγγιση της μετεξέλιξης του μουσικού ύφους που δεδομένα πρέπει να ακολουθήσει και το ρεύμα της αποχής, αφορμή που δίνει γι αυτή την κουβέντα το ιδιαίτερο Όσκαρ που πήρε ο Trent Reznior εξ ημισείας με τον Atticus Ross για την ταινία The Social Network του 2010. Αγαπημένα στιγμιότυπα του σινεμά, με έμφαση φυσικά στο ντύσιμο τους με ήχους, αρχής γενομένης από τον Rocky, τον οποίο ακολουθούν ο Indiana Jones, τα Star Wars, οι The Good The Bad And The Ugly, oι Batman και πόσες ακόμη αναφορές, σε ένα φιλμ που αφορά περισσότερο θα έλεγα τον παραπάνω από μέσο σινεφίλ, που επιθυμεί να εμπλουτίσει τις γνώσεις του με γνώσεις από την παραγωγική διαδικασία...

Most Beautiful Island AIFF 2017

Τρίτη και τελευταία επίσκεψη στις αίθουσες για την πρώτη βραδιά γίνεται με την ταινία - μυθοπλασίας αυτή την φορά - Most Beautiful Island, μια ισπανοαμερικάνικη παραγωγή, γυρισμένη εξ ολοκλήρου στην Νέα Υόρκη, που ορίζει και το επίσημο σκηνοθετικό ντεμπούτο της σαραντάχρονης Μαδριλένας Ana Asensio. Όπως διασαφηνίζεται στους τίτλους αρχής τα περιστατικά που αφηγείται είναι παρμένα από πραγματικά περιστατικά και σχετίζονται με το πως υποδέχεται η γιγάντια μητρόπολη, ως γνήσια εκπρόσωπος της Land Of The Free τους ξένους της, τους μετανάστες, ειδικά εκείνους που δεν διαθέτουν στα χέρια tους τα απαιτούμενα έγγραφα ώστε να θεωρηθούν και με την βούλα νομότυποι. Μια τέτοια περίπτωση παράνομης παραμονής στις ΗΠΑ αποτελεί και η Ισπανίδα Λουσιάνα, που έχει εγκαταλείψει όπως πιστεύει μια για πάντα πίσω της το πικρό παρελθόν πίσω στην πατρίδα της, που είναι άρρηκτα συνυφασμένο με μια σημαντική απώλεια. Στο Αμέρικα όμως, παρόλες τις υποσχέσεις που είχε πάρει για μια καλύτερη ζωή, τα πράγματα κυλούν μέσα σε μια βασανιστική και ανακυκλώτική μιζέρια, αφού η όμορφη Σπανιόλα δεν διαθέτει (και ούτε γίνεται χωρίς άδεια) σταθερή εργασία, άρα και σταθερά εισοδήματα, άρα και σταθερά ανεκτή καθημερινότητα. Λίγα δολάρια που παίρνει υποδυόμενη την μπέiμπι σίττερ δύο διαβόλων που μισεί, άντε μερικά ακόμη φορώντας την στολή που διαφημίζει το γειτονικό κοτοπουλάδικο κι αυτό είναι όλο, έτσι όμως δεν βγαίνει ούτε το νοίκι, ούτε το φαγητό. Και πιθανότητα γυρισμού στον τόπο της δεν παίζει επ ουδενί. Σανίδα σωτηρία για εκείνη θα υπάρξει η προσφορά της αινιγματικής, Ρωσίδας, με τις ίδιες συνθήκες μετανάστριας, Όλγκα, που θα της προτείνει έναντι αδρότατου μεροκάματου που αγγίζει το διχίλιαρο να παίξει την περιφερόμενη γλάστρα σε πάρτι της υψηλής κοινωνίας. Χωρίς πολλές λεπτομέρειες εκείνη θα αποδεχτεί κι εκεί θα αρχίσει το βάσανο της, αφού ελέω του χρήματος θα βαδίσει προς το άγνωστο, που θα αποδεχθεί το λιγότερο τρομακτικό.

Διπλής όψης είναι η ταινία που μας προτείνει η Asensio, η οποία είναι και σεναριογράφος αλλά και η πρωταγωνίστρια του φιλμ, αποδίδοντας την απελπισμένη Λουσιάνα. Το πρώτο, σαφώς πιο ενδιαφέρον, φιλμαρισμένο με κάμερα Super 16, κάνει φόκους στην προσωπικότητα της γυναίκας, που ζει παρασιτικά, σε σπίτια βρωμερά, δίπλα σε σιχαμερά έντομα και κάτω από άθλιες συνθήκες. Και δεν είναι η μόνη, ούτε αποτελεί την εξαίρεση στην ομήγυρη όσων προσπάθησαν με πενιχρά μέσα να πιάσουν το αμέρικαν ντριμ. Το δεύτερο ημίχρονο της περιορισμένης χρονικά  - μάλλον για παρατραβηγμένη μικρού μήκους μοιάζει - στα 80 σκάρτα λεπτά ταινίας, αλλάζει ολοκληρωτικά ύφος και μεταλλάσσεται σε ακραίο θρίλερ, που αν σε κάτι θα ήθελε πολύ να μοιάσει είναι εκείνο το Γεωργιανό καθηλωτικό Tzameti 13, που και πάλι πρεμιέρα στις Νύχτες είχε κάνει. Τι περιέχει η γυναικεία τσάντα που είναι η μοναδική συνοδεία των μαυροντυμένων νεαρών γυναικών της παρέας? Τι συμβαίνει από την στιγμή που καθεμιά μονάχη θα διαβεί την πόρτα για να μπει στον χώρο που παίζεται το παιχνίδι? Γιατί η πρώτη διαγωνιζόμενη βγήκε τρεκλίζοντας και η δεύτερη δεν βγήκε ποτέ? Αγωνιώδη ερωτήματα υψηλού σασπένς είναι η αλήθεια που οδηγούν τον θεατή στο να δώσει μέσα του ουκ ολίγες απαντήσεις βαδίζοντας κι αυτός στην λίμπο. Η αποκάλυψη, ελαφρώς απογοητευτική σύμφωνα με τις υποσχέσεις που μοιράζει το υποφωτισμένο, μαφιόζικο υπόγειο, δίνει το στίγμα του πόσο χαμηλά μπορεί να πέσει ο άνθρωπος, μη αντέχοντας την ανέχεια, την φτώχεια, ακόμη και την πλήρη έλλειψη καλοπέρασης. Το φιλμ πήρε καταπληκτικές κριτικές στο φεστιβάλ του SXSW που έκανε την πρεμιέρα του, εκτιμώ εντέλει αδίκως, αφού υστερεί τρομακτικά στο μοντάζ, στο σενάριο που ατάκες του μοιάζουν βγαλμένες από σχολικό ποίημα, και τέλος στις ερμηνείες, που όποτε η κάμερα απομακρύνεται από τα κοντινά βλέμματα για να δείξει ολόκληρο εκφραστικά κορμί, υπάρχει πλήρης απώλεια χάρης. Τέλος να αναφερθώ σε ένα σημείο που την πάτησα 100 τοις εκατό, στο αντίκρυ της μιστρές διοργανώτριας του "πάρτυ", για την οποία ακόμη και τώρα που έχω διαβάσει πως δεν πρόκειται για εκείνη, θα στοιχημάτιζα πως είναι η Zeta Jones. Μα τέτοια τρομερή ομοιότητα?

zerVo

TIFF 2017
Περισσότερα... »

Emoji, Η Ταινία (The Emoji Movie) Poster ΠόστερEmoji, Η Ταινία
του Tony Leondis. Με τις φωνές των T.J. Miller, James Corden, Anna Faris, Maya Rudolph, Steven Wright, Patrick Stewart, Christina Aguilera, Sofía Vergara και στην ελληνική εκδοχή των Δημήτρη Μακαλιά, Τάνιας Μπρεάζου, Πάνου Σουρούνη, Μαίρης Ρετσίνα


Recycle Bin εμότζι παίζει?
του zerVo (@moviesltd)

Βαλτώνει το πράγμα. Ε, δεν είναι βλέπεις δυνατόν κάθε μέρα να έχουμε μια καινούργια ταινία από τα δύο ανιμέισον στούντιος που αποφεύγουν προσεχτικά τις λακκούβες, άντε και από τις καμιά δεκαριά υπόλοιπες, αν τους λάχει κάποιο εμπνευσμένο πρότζεκτ. Για τον λόγο αυτό, το ένα από τα δύο πιο εξελίξιμα κινηματογραφικά είδη, όπως διαφαινόταν στις αρχές του μιλένιου - το άλλο, το ντοκιμαντέρ δηλαδή, μια χαρά μεγαλουργεί καλλιτεχνικά πλέον - έχει αρχίσει εδώ και καιρό να βαλτώνει και να ανακυκλώνει τις ίδιες και τις ίδιες ιδέες, χωρίς να προτείνει φρεσκάδα στις παραγωγές που έχουν σαν αποκλειστικό και μόνο στόχο το πανεύκολο κέρδος, από το τρεχαλητό των πιτσιρικάδων στις αίθουσες για να απολαύσουν πολυχρωμία. Τρανότερη απόδειξη για το αδιαμφισβήτητο πλέον στοιχείο της έλλειψης νέων ιδεών και κατά συνέπεια της στείρας επαναληψιμότητας, αποτελεί η ταινία The Emoji Movie, που έτσι κι αλλιώς το θέμα της, για λόγους που θα εξηγηθούν στην πορεία, μοιάζει απίστευτα ενοχλητικό στην ματιά του κάθε συνετού γονιού...

Emoji, Η Ταινία (The Emoji Movie) Quad Poster Πόστερ
Ευτυχισμένη και φιλήσυχη, αν και ιδιαίτερα ρουτινιάρικη είναι η καθημερινότητα των ολοζώντανων εμότζι, των φατσούλων εκείνων που χρησιμοποιούν ολημερίς οι χρήστες των εφαρμογών των κινητών τηλεφώνων, αντί λέξεων, για να εκφράσουν τα συναισθήματα τους στους συνομιλητές τους. Στην γιγαντιαία Τεξτόπολις που τα φιλοξενεί, έχει στηθεί ένας ξεχωριστός χώρος, σαν σε αναπαράσταση της οθόνης του smartphone, από όπου το καθένα επιλέγεται για να περάσει μέσω του τηλεπικοινωνιακού φίλτρου στην touchscreen και από εκεί να ταξιδέψει μέσω SMS στον παραλήπτη του. Εννοείται πως ακόμη και σε αυτόν τον ξεχωριστό μικρόκοσμο, τα μέλη τους δεν χαρακτηρίζονται από ισάξια ισχύ, χαρακτηριστικό που ορίζεται από το πόσο δημοφιλή είναι στις επιλογές των χρηστών.

Ο νεαρός Τζιν της ιστορίας μας, όχι απλώς δεν είναι δημοφιλής, αλλά στην ουσία μοιάζει να μην διαθέτει ούτε καν ξεχωριστό χαρακτήρα, καθώς η έκφραση του σαν εμότζι μπορεί να μεταβάλλεται από στιγμή σε στιγμή. Κάτι που αυτομάτως τον καθιστά ως διαφορετικό από το σύνολο, που είτε χαίρεται, είτε λυπάται, είτε διασκεδάζει, είτε δακρύζει, η μουτσουνίτσα του παραμένει η ίδια. Όταν μάλιστα υποπέσει, σαν πρωτάρης στο ταμπλό, σε ολίσθημα που σχεδόν θα καταστρέψει το αγαπησιάρικο μήνυμα του έφηβου χειριστή της συσκευής, Τράβις, τότε η δημοφιλέστερη της φυλής και σε αντίθεση με την διαρκώς ευδιάθετη φατσούλα της, κακίστρω Γελαστής, θα επιδιώξει την απομάκρυνση του μια για πάντα από την Τεξτόπολη. Είναι η στιγμή που ο φοβισμένος Τζιν, με την βοήθεια του ελάχιστα χρησιμοποιήσιμου χερούκλα Κόλλα Πέντε και της χαρισματικής, αν και αινιγματικής, χάκερ Ατίθασης, θα αναζητήσει την διέξοδο προς το Cloud ώστε να να βρει και να επαναπρογραμματίσει την πλακέτα λειτουργίας όλων των εμότζι του δικού του, ουδέτερου είδους.

Δρόμο παίρνουν και δρόμο αφήνουν λοιπόν πίσω τους τα φίλινγκ εικονιδιάκια, περνώντας μέσα από χρωματιστά αλλά και επικίνδυνα applications, όπως το συνδυαστικό Cundy Crush και το μουσικοχορευτικό Just Dance, που το καθένα θα απαιτήσει τις επιδεξιότητες τους για να τα αφήσει να προχωρήσουν, καθυστερώντας τα συνάμα από το ταξίδι τους, ενόσω στο κατόπι τους βρίσκονται οι πάνοπλοι αστυνόμοι του διαδικτύου!!! Εντέλει για το όχι και τόσο ατρόμητο τρίο των εμότζι, το πλάνο που είχαν κατά νου, είναι κατά πολύ πιο ριψοκίνδυνο, από εκείνο που αρχικά πίστευαν.

Στην ουσία δεν πρέπει να υπάρχει ούτε ένα από τα γνωστά animation, από τα οποία να μην δανείζεται στοιχεία το Emoji Movie. Με θεματική βάση εμφανώς παρμένη από το Inside Out, παρουσιάζονται με ψυχή και ζωντάνια σαν το Toy Story, μορφές που στ αλήθεια δεν έχουν καν υπόσταση, οι οποίες αναγκαστικά πρέπει να εγκαταλείψουν τον τόπο / software τους όπως Wreck It Ralph, αναζητώντας την χαμένη ελπίδα. Βασικό συστατικό και αυτού του κινούμενου σχεδίου, είναι το ότι ο κεντρικός ήρωας του στόρι, είναι ένας αδύναμος και άχρωμος χαρακτήρας, που θα κληθεί όμως να ξεχωρίσει μέσα από την μάζα αν θέλει να σώσει εαυτόν, αλλά και συντρόφους (A Bug's Life). Να χαρώ εγώ πρωτοτυπία αγαπητέ Ντιρέκτορα Tony Leondis με τις προφανείς ελληνικές ρίζες.

Το μεγάλο πρόβλημα του Εμότζι Μούβι όμως, δεν έχει να κάνει με την απουσία νεωτερισμών, αυτό είναι μόνιμο φαινόμενο πια στα μοντέρνα σκίτσα, αλλά η μη αποδεκτή και κοινωνιολογικά καταστροφική οντότητα, αυτών εδώ των ηλεκτρονικής υφής παιχνιδιών, που μέσα σε δύο μόλις δεκαετίες έρχονται για να υποκαταστήσουν τον καουμπόη, τον κύριο πατάτα ή τον Μπαζ Λάιτγίαρ στην καρδιά των ανηλίκων θεατών - μα κυρίως ανθρώπων. Δεν μπορώ να σκεφτώ ενοχλητικότερη εικόνα από εκείνη των πιτσιρικάδων που καθισμένοι σιμά, δεν μιλούν, δεν κουβεντιάζουν, δεν γελούν, μα στέλνουν ο ένας στον άλλο εμότζι, παίζοντας επιδέξια με τα δάκτυλα τους τα πλήκτρα. Οπότε η επισημοποίηση μέσα από μια ταινία νεανική, των τριβόλων εκείνων που έχουν πάρει την θέση της αληθινής Καλημέρας ή του πραγματικού Σ'Αγαπώ, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή με κανέναν τρόπο.

Σόρι Sony που στο λέω κατάμουτρα, αλλά πιο άκυρη και αντιπαιδαγωγική επιλογή για να ζωγραφιστεί με το πενάκι των γραφικών στο εκράν - όπως έγινε με τα Παιχνίδια, τα Αυτοκινητάκια, τους Πορσελάνινους Νάνους και χίλια δυο ακόμα - δεν θα μπορούσες να φτιάξεις, από τα σμάιλς, τις καρδούλες και τα πουπς, που από συμπληρωματικός τρόπος επαφής, έχει αναχθεί σε βασικό και δυστυχώς αναντικατάστατο. Mε χιούμορ μίζερο και χοντροειδές, ακαταλαβίστικο σε αρκετά του σημεία, δε, δεν γίνεται αντιληπτή εύκολα ούτε η κεντρική ιδέα του Εμότζι, που έχει να κάνει με την ανάδειξη της μοναδικής αξίας του καθενός, που πρέπει να πολεμήσει πολύ για να την αναδείξει δημόσια. Σε δεύτερη μοίρα περνούν λοιπόν και οι τεχνικές λεπτομέρειες ενός φιλμ που μακάρι γρήγορα να λησμονηθεί, αν και ούτε και εκεί οι τεχνικοί των σχετικών δημιουργιών τμημάτων, δεν επέδειξαν μέσα στα ογδόντα λεπτά της διάρκειας καμία ξέχωρη δυνατότητα. :p

Emoji, Η Ταινία (The Emoji Movie) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »

Στο τέλος του τούνελ (Al final del túnel) Poster ΠόστερΣτο τέλος του τούνελ
του Rodrigo Grande. Mε τους Leonardo Sbaraglia, Clara Lago, Pablo Echarri, Federico Luppi, Uma Salduende, Javier Godino, Walter Donado, Ariel Nuñez Di Croce, Laura Faienza


Ριφιφί αλά αργεντίνικα!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ο κλέψας του κλέψαντος!

Ο Rodrigo Grande γεννήθηκε στο Ροζάριο της Αργεντινής το 1974. Σπούδασε στη Σχολή Κινηματογράφου του Μπουένος Άιρες, όπου ολοκλήρωσε την πρώτη μικρού μήκους ταινία του «La pared y la lluvia» (1994). Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία «Rosarigasinos», στην οποία υπογράφει σενάριο και σκηνοθεσία, κυκλοφόρησε το 2001. Η ταινία απέσπασε περισσότερα από 15 διεθνή βραβεία. Το 2009 έγραψε, σκηνοθέτησε κι έκανε την παραγωγή της δεύτερης μεγάλου μήκους ταινίας του, «Cuestión de principios». Κι επτά χρόνια μετά γυρίζει τούτη την ταινία, Al Final Del Tunel, συμπαραγωγή Ισπανίας και Αργεντινής, με τις εισπράξεις στην Αργεντινή να φτάνουν τα 1,2 εκατομμύρια δολάρια και στην Ισπανία τις 800 χιλιάδες δολάρια αντιστοίχως.

Στο τέλος του τούνελ (Al final del túnel) Quad Poster Πόστερ
Τον Αργεντίνο Leonardo Sbaraglia τον θυμόμαστε ως πρωταγωνιστή της πιο άγριας από τις «Ιστορίες με αγρίους» (Relatos salvajes, 2014), εκείνη με την κόντρα των δύο αυτοκινητιστών. Την δε Σπανιόλα Clara Lago τη γνωρίσαμε ως πρωταγωνίστρια των δημοφιλών κωμωδιών «Έρωτας αλά ισπανικά» (Ocho apellidos vascos, 2014) και της συνέχειάς της «Έρωτας αλά καταλανικά» (Ocho apellidos catalanes, 2015).

Η υπόθεση: Ο Χοακίν είναι ένας 40something τεχνικός ηλεκτρονικών υπολογιστών που ζει σχεδόν εγκλωβισμένος στο τεράστιο σπίτι του, μιας που είναι ανάπηρος από την μέση και κάτω και κινείται με αναπηρικό καροτσάκι. Δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα: ήταν παντρεμένος με παιδί και ήταν ευτυχισμένος, αλλά ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα του πήρε τις γυναίκες της ζωής του αλλά και τη δυνατότητα να κινείται. Μη μπορώντας να δουλέψει όπως θέλει και παραμελώντας ουσιαστικά τον εαυτό του και την καριέρα του, άρχισε να δημιουργεί χρέη. Μια λύση είναι να νοικιάσει τη σοφίτα, την οποία δεν χρησιμοποιεί: συνήθως περνάει την ώρα του στο υπόγειο.

Βάζει αγγελία λοιπόν και πριν στεγνώσει το... μελάνι, παρουσιάζεται ενδιαφερόμενος. Μια όμορφη γυναίκα, η Μπέρτα, χορεύτρια και στριπτιζού, εμφανίζεται στο κατώφλι του σπιτιού ζητώντας να νοικιάσει το δωμάτιο για να μείνει εκεί μαζί με την ανήλικη κόρη της, την Μπέτι, που δεν μιλάει σε κανέναν εκτός από την ίδια. Δεν αφήνει πολλά περιθώρια άρνησης στον Χοακίν κι έτσι αρχίζουν να ζουν όλοι μαζί – είναι και ο Κασιμίρο, ο γέρος σκύλος του Χοακίν που συμπληρώνει το παζλ στο σπίτι. Ένα σπίτι με τεράστιο κήπο. Ένα σπίτι που βρίσκεται πολύ κοντά σε μια τράπεζα. Μια τράπεζα που κάποιοι σχεδιάζουν να ληστέψουν...

Η άποψή μας: Υπάρχει η χολιγουντιανή σχολή των θρίλερ. Δική τους σχολή είχαν ανέκαθεν και οι Βρετανοί. Και οι Γάλλοι το ίδιο. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναπτυχθεί μερικές πολύ ενδιαφέρουσες τάσεις στο είδος. Από τη μια τα σκανδιναβικά θρίλερ, με πρώτη ύλη best seller συγγραφέων που υπηρετούν με πίστη το ανάλογο μυθιστορηματικό είδος. Και από την άλλη τα ισπανικά ή ισπανόφωνα θρίλερ, που μάλιστα σημειώνουν μεγάλες πιένες εν Ελλάδι. Φέτος ας πούμε τόσο το «Κανείς δεν μπορεί να μας σώσει», όσο και το «Η οργή ενός υπομονετικού ανθρώπου» αλλά κυρίως το «Αόρατος επισκέπτης» αποτέλεσαν φιλμικές προτάσεις στις οποίες οι Έλληνες θεατές ανταποκρίθηκαν με ζέση, γεμίζοντας τα θερινά στα οποία προβάλλονταν οι συγκεκριμένες ταινίες.

Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί και με τούτη την ταινία. Που δεν χρησιμοποιεί φτηνά κόλπα προς εντυπωσιασμό. Ούτε στα εφέ στηρίζεται ούτε στα πολλά της χρήματα. Η αφήγηση είναι το παν. Και οι ανατροπές. Που άλλες τις βλέπεις να έρχονται κι άλλες απλώς δεν τις περιμένεις. Η ατμόσφαιρα είναι η σωστή, ο σκηνοθέτης εκμεταλλεύεται χώρους και παράξενες γωνίες λήψης και βγάζει αυτό το κλειστοφοβικό που επιθυμεί. Επίσης, χρησιμοποιεί κλισέ όπως διεφθαρμένος μπάτσους, ψυχοπαθείς παρανόμους και εκπεσούσες γυναίκες. Θέλει να μας εγκλωβίσει μαζί με τους ήρωές του, θέλει να μας βάλει μαζί σε εκείνο το υπόγειο, επιθυμεί να τους κρίνουμε ηθικά για τις πράξεις τους και παίρνει ξεκάθαρη θέση: δεν υπάρχει καλό.

Οι θετικοί ήρωες είναι: Ένας παραπληγικός που δεν διστάζει να κλέψει, να πει ψέματα και να μην βοηθήσει έναν συνάνθρωπό του που ζητά τη βοήθειά του για να μην πεθάνει. Μια όμορφη κοπέλα, που παρά την ευστροφία της γίνεται θύμα εκμετάλλευσης, δεν προσέχει και αφήνει την κόρη της έρμαιο για συνεχή και σκληρά τραύματα. Και μια πιτσιρίκα, την κόρη, που έχει μεν τραβήξει πάρα πολλά αλλά αν ισχύουν αυτά που... εξομολογείται στον σκύλο δεν μπορείς να κατανοήσεις τη συμπεριφορά της στο τελευταίο τρίτο της ταινίας. Εκεί που γίνεται αυτόπτης μάρτυρας χοντρής βίας – κάτι που λίγο νοιάζει τον σκηνοθέτη. Επίσης, δεν τον νοιάζει να μας εξηγήσει πώς μια αρχική σκηνή της ταινίας, το γέμισμα γλυκών με κάτι σαν υπνωτικό ή ναρκωτικό διαφόρων ουσιών, μπορεί να έχει τόσο καταλυτική σημασία στο φινάλε. Ή το πως ο Χοακίν, ένας παραπληγικός, έχει γενικώς στην κατοχή του βελόνες και ναρκωτικά, τα οποία δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει... σε άλλους!

Εκτός πια κι αν τα είχε όλα σχεδιασμένα από την αρχή, κάτι που δεν στέκει, μιας που μια χαρά αιφνιδιάζεται από τις καταστάσεις μέχρι ενός σημείου. Η μουσική είναι ίσως παραπάνω έντονη σε κάποιες σκηνές ενώ και το μοντάζ το παρακάνει σε άλλες. Πχ στη σκηνή του στριπτίζ (το οποίο δεν βλέπουμε ποτέ να ολοκληρώνεται – απλά η κοπελιά χορεύει κάπως προκλητικά) έχουμε απανωτά cut με φλασμπάκ, που δεν κάνουν τη σκηνή πιο εντυπωσιακή. Απλά, δεν μας αφήνει ο μοντέρ να απολαύσουμε την αισθησιακή λειτουργό στα καλύτερά της.

Μικρό το κακό. Όσοι επιλέξουν να δουν την ταινία μια χαρά θα περάσουν. Γιατί η ταινία πετυχαίνει ακριβώς αυτό: να κάνει τον θεατή να αισθάνεται έξυπνος χωρίς να τον βάζει να σκέφτεται και πολύ πολύ. Και η ίντριγκα τον κρατάει.

Στο τέλος του τούνελ (Al final del túnel) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 από την Seven Films
Περισσότερα... »

Το κύμα (Bølgen) Poster ΠόστερΤο κύμα
του Roar Uthaug. Mε τους Kristoffer Joner, Ane Dahl Torp, Jonas Hoff Oftebro, Edith Haagenrud-Sande, Thomas Bo Larsen, Fridtjov Saheim, Laila Goody, Arthur Berning, Herman Bernhoft, Silje Breivik, Hakon Moe, Tyra Holmen


Ένα τσουνάμι θα μας παρασύρει όλους!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Έχεις 10 λεπτά για να σωθείς!

Κοίτα να δεις που θέλουμε δεν θέλουμε θα τον μάθουμε καλά αυτόν τον 44χρονο Νορβηγό ονόματι Roar Uthaug. Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί. Έχει γυρίσει και πέντε ταινίες μικρού μήκους αλλά και μία ακόμα μεγάλου μήκους μαζί με συνσκηνοθέτη. Μετά την επιτυχία τούτης της ταινίας, τον τσίμπησε το Χόλιγουντ. Σκηνοθετεί ήδη το reboot του «Tomb Raider» με την Alicia Vikander, την οποία θα δούμε στη χώρα μας στις 18 Μαρτίου του επόμενου έτους. Κι αν η ταινία – λογικά – κάνει εμπορική επιτυχία, έχουμε πολλά να δούμε ακόμα από τον Uthaug!

Το κύμα (Bølgen) Quad Poster Πόστερ
«Το κύμα» αποτέλεσε τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία στη Νορβηγία για το 2015. Στην πρώτη της εβδομάδα προβολής έκοψε 141 χιλιάδες εισιτήρια, το τρίτο καλύτερο άνοιγμα νορβηγικής ταινίας όλων των εποχών! Τελικά, την ταινία την είδαν περίπου 833 χιλιάδες θεατές σε μια χώρα πέντε εκατομμυρίων, κάτι που σημαίνει πως ένας στους έξι Νορβηγούς την είδε στον κινηματογράφο! Πέρα όλων των άλλων, η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της χώρας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ του 2016.

Η υπόθεση: Η μικρή πόλη Geiranger βρίσκεται χτισμένη στον κόλπο που φτιάχνει ένα από τα πολλά φιόρδ στην Νορβηγία. Από πάνω της δεσπόζει το όρος Akerneset, ένα από τα πολλά βουνά στη χώρα που είναι ασταθές. Ανά πάσα στιγμή, με έναν μικρό σεισμό ίσως, τεράστιες μάζες χώματος και βράχων είναι έτοιμες να κατακρημνιστούν μέσα στο νερό της θάλασσας δημιουργώντας τεράστιο κύμα τσουνάμι, ικανό να καταστρέψει οτιδήποτε βρεθεί στο διάβα του. Ο Κρίστοφερ Έικζορντ δουλεύει ως γεωλόγος στο σταθμό που παρακολουθεί τη δραστηριότητα του βουνού Akerneset. Ζει μαζί με τη γυναίκα του, Ίντουν και τα δυο τους παιδιά, τον έφηβο Σόντρε και την πιτσιρίκα Γιούλια στην πόλη.

Η ζωή τους είναι απλή και γεμάτη. Θα αλλάξει όμως καθώς ο Κρίστοφερ παίρνει μετάθεση σε καλύτερα αμειβόμενη δουλειά στην πρωτεύουσα Όσλο. Μπορεί να χρειάζεται να φοράει σακάκι και γραβάτα πλέον αλλά το σπίτι τους θα είναι υπεραυτόματο και hitech και δεν θα χρειάζεται να αντιμετωπίζουν τρεις και λίγο τις διαρροές της βρύσης στην κουζίνα. Κι ενώ η οικογένεια πακετάρει τα πράγματά της και ετοιμάζεται για την μετακόμιση, το βουνό αρχίζει να δείχνει δραστηριότητα. Είναι η τελευταία μέρα στη δουλειά του Κρίστοφερ και οι χειρότεροι φόβοι του μοιάζουν να παίρνουν σάρκα και οστά! Θα καταφέρει να σωθεί, να σώσει όλη του την οικογένεια και όσους το δυνατόν περισσότερους συμπολίτες του;

Η άποψή μας: Ιδού λοιπόν η πρώτη ταινία καταστροφής made in Norway ή γενικότερα made in Scandinavia! Το «Ανωτέρα βία» από τη Σουηδία βγήκε στις αίθουσες το 2014 σε σχέση με τη νορβηγική ταινία του 2015, αλλά η ταινία του Ruben Östlund δεν είναι ταινία καταστροφής, κι ας έχει μια εξαιρετική – κομβική επίσης – σκηνή χιονοστιβάδας. Εκεί, ο στόχος του σκηνοθέτη είναι άλλος. Εδώ, ο δικός μας κάνει αυτό που έχει διδαχθεί από εκατοντάδες ανάλογες ταινίες του Χόλιγουντ: ποντάρει στα ειδικά εφέ, χρησιμοποιεί χαρακτήρες μόνο και μόνο για να έχουμε κάποιον να υποστηρίζουμε (εννοείται, χωρίς να εμβαθύνει σε αυτούς) και χώνει όλα τα κλισέ των ταινιών του είδους μαζεμένα, για να έχει όλους τους θεατές ευχαριστημένους.

Σε μεγάλη κλίμακα τα καταφέρνει! Οι πιο πολλοί θεατές ευχαριστημένοι θα μείνουν! Είμαστε όμως κι εμείς οι γκρινιάρηδες, που δεν ικανοποιούμαστε βρε παιδί μου. Δικαίως; Αδίκως; Τι να πω κι εγώ. Επιχειρήματα, πάντως, υπάρχουν. Τι νομίζατε, έτσι στα κουτουρού μιλάμε; Κι αρχίζουμε. Όλα πρέπει να συμβούν την τελευταία ημέρα της εργασίας ενός επιστήμονα. Γιατί; Έχει μεγαλύτερο δραματικό υπόβαθρο; Απλά έτσι μας χαρίζεται μια σκηνή όπου ο γιος, που φαίνεται να μην τα πολυπάει καλά με τον πατέρα του, του εξομολογείται πως δεν θέλει να φύγει επειδή αγαπάει τον τόπο του. Χμ, και λοιπόν; Είναι αυτό εμβάθυνση στους χαρακτήρες; Θα μπορούσε. Αλλά το σενάριο μένει μόνο σε αυτό! Κατά τα άλλα, κάποιες σκηνές έχουν σασπένς αλλά γενικώς τα πάντα είναι προβλέψιμα, μέχρι κεραίας.

Τα εφέ εννοείται ότι μπορεί να φαίνονται προχώ για ευρωπαϊκή ταινία αλλά ωχριούν μπροστά σε ανάλογα εφέ ταινιών του Χόλιγουντ, ακόμα και b-movies που βγαίνουν κατευθείαν για την καλωδιακή τηλεόραση! Ίσως ο άνθρωπος να μην είχε το ανάλογο μπάτζετ. Αλλά η σύγκριση με το (ανάλογο;) «The Impossible» και πάλι φέρνει την ταινία από την Νορβηγία σε δυσχερή θέση. Γιατί η ταινία του Bayona και δυνατό build-up είχε και τη σκηνή της καταστροφής που προκαλεί το τσουνάμι την δίνει μεγαλειωδώς και την προσπάθεια επιβίωσης που ακολουθεί την καταγράφει συναρπαστικά. Εδώ; Τρέξτε να πάμε γρήγορα στο λόφο! Βγείτε από τα αμάξια σας! Ανεβείτε γρήγορα στο λεωφορείο! Δεκάδες τα θύματα μα αδιαφορούμε. Εμείς νοιαζόμαστε για τα μέλη της τετραμελούς οικογένειας, που έχουν χωριστεί στα δύο! Θα τα καταφέρουν; Τι ερώτηση; Ακόμα κι όταν φαίνονται χαμένα, εννοείται ότι για αυτούς όλα θα πάνε καλά!

Αυτή δεν είναι μια καλή ταινία, αλλά μπορεί να αρέσει στον κόσμο. Κι ένα επιπλέον ατού της αποτελεί το γεγονός πως αυτό που περιγράφει μπορεί πράγματι να συμβεί. Άιντε, Έλληνες σκηνοθέτες, πεδίον δόξης λαμπρό να γυρίσετε την πρώτη ταινία καταστροφής made in Greece. Κάτι με σεισμό ας πούμε. Ε; Χειρότερα από το Νορβηγό αποκλείεται να τα πάτε. Λέω εγώ τώρα...

Το κύμα (Bølgen) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 από την Neo Films
Περισσότερα... »

Ακόμα Κρύβομαι για να Καπνίσω (À mon âge je me cache encore pour fumer) Poster ΠόστερΑκόμα Κρύβομαι για να Καπνίσω
της Rayhana. Mε τους Hiam Abbas, Fadila Belkebla, Nadia Kaci, Nassima Benchicou, Sarah Layssac, Maymouna, Lina Soualem, Faroudja Amazit, Biyouna


Το όνομά μου είναι Γυναίκα
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ένα χαμάμ ως καταφύγιο ελευθερίας

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η Rayhana Obermeyer (ή Rayhana σκέτο)! Η Rayhana ξεκίνησε την καριέρα της ως ηθοποιός θεάτρου – αυτό αγαπούσε. Όταν στις αρχές της δεκαετίας του '90 στην Αλγερία την εξουσία κατέλαβε το κόμμα Ισλαμικό Μέτωπο Σωτηρίας, τα πράγματα έγιναν δύσκολα για την Rayhana. Κι αυτό επειδή η νέα εξουσία στοχοποίησε τις γυναίκες ως τη ρίζα οποιουδήποτε κακού! Η Rayhana το έσκασε και βρήκε καταφύγιο στο Παρίσι. Εκεί, μετέτρεψε τις μνήμες της αλλά και τις αφηγήσεις άλλων γυναικών σε θεατρικό. Μια παράσταση του συγκεκριμένου θεατρικού είδαν ο Κώστας και η Μισέλ Γαβράς, που παρότρυναν Rayhana να το μετατρέψει σε κινηματογραφικό σενάριο και να σκηνοθετήσει την ταινία η ίδια. Όπερ και εγένετο! Με την Μισέλ Γαβράς να λειτουργεί ως παραγωγός. Με τα πολλά, η ταινία À mon âge je me cache encore pour fumer συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου κέρδισε το βραβείο κοινού!

Ακόμα Κρύβομαι για να Καπνίσω (À mon âge je me cache encore pour fumer) Quad Poster Πόστερ
Στην συμπαραγωγή αυτή Γαλλίας – Ελλάδας – Αλγερίας, όλα τα εσωτερικά γυρίσματα έγιναν μέσα στο Μπέη Χαμάμ της Θεσσαλονίκης, με αρκετούς από τους συμμετέχοντες στην ταινία να είναι Έλληνες και να ζουν στη Θεσσαλονίκη! Μόνο λίγα εξωτερικά γυρίστηκαν στο Αλγέρι. Το ξακουστό Μπέη Χαμάμ, γνωστό και ως Λουτρά Παράδεισος, είναι ένα οθωμανικό χαμάμ στην Εγνατία οδό στη Θεσσαλονίκη. Χτίστηκε το 1444, και ήταν τα πρώτα οθωμανικά λουτρά της πόλης και τα σημαντικότερα σε όλη την Ελλάδα. Παρέμειναν σε λειτουργία ως το 1968, όταν και υπενοικιάστηκαν στην Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία. Μετά τον σεισμό του 1978 στη Θεσσαλονίκη, τα λουτρά αποκαταστάθηκαν και χρησιμοποιούνται ως σήμερα για πολιτιστικές εκδηλώσεις και εκθέσεις. Το Μπέη Χαμάμ παραμένει ακόμη ένα από τα βασικά ενθύμια της οθωμανικής κουλτούρας στη Θεσσαλονίκη.

Η υπόθεση: Αλγέρι, 1995. Δύσκολη εποχή για τις γυναίκες. Οι φανατικοί ισλαμιστές δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο την καθημερινότητά τους. Βάζουν βόμβες, τρομοκρατούν, κυκλοφορούν με ρόπαλα και σουγιάδες στο χέρι, δολοφονούν. Η Φατιμά είναι μια μεσήλικη, παντρεμένη κυρία η οποία εργάζεται ως διευθύντρια ενός χαμάμ, τις μέρες και ώρες που αυτό λειτουργεί για τις γυναίκες. Μαζί της δουλεύει η Σάμια, μια κοπέλα 29 και μισό ετών, η οποία το μόνο που επιθυμεί είναι να παντρευτεί. Αφού οι δυο τους καθαρίσουν το χαμάμ, το ανοίγουν και οι γυναίκες εισρέουν: μεγάλες και μικρές, παρθένες και παντρεμένες, πιστές και... άπιστες.

Ανάμεσά τους και μια έγκυος κοπέλα που ζητά από τη Φατιμά να την κρύψει, να χρησιμοποιήσει το χαμάμ ως καταφύγιο: ο αδελφός της θέλει να τη σφάξει, καθώς η εγκυμοσύνη της προέκυψε εκτός γάμου. Οι γυναίκες συζητούν ελεύθερα για οτιδήποτε τις απασχολεί, χωρίς το φόβο να τιμωρηθούν από τους νόμους των ανδρών – καπνίζουν κιόλας. Ενόσω όμως η κοπέλα ετοιμάζεται να φέρει στον κόσμο το παιδί της, ο αδελφός της μαζί με άλλους ισλαμιστές απειλεί να μπει στο χαμάμ...

Η άποψή μας: Το ξέρω ότι δεν θα με πιστέψετε αλλά εγώ θα το πω έτσι κι αλλιώς: παρακολουθώντας την ταινία έλεγα συνέχεια: «να ένα πρώτης τάξεως υλικό για ένα εξαιρετικό θεατρικό». Όταν ήρθε η ώρα να γραφτούν αυτές οι γραμμές έκανα το ψάξιμό μου για να αποφύγω τις μπαρούφες και την παραπληροφόρηση και επληροφορήθην ότι αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η Rayhana βασισμένη σε δικό της θεατρικό! Βγάζει μάτια λοιπόν αυτό το γεγονός. Και το αναφέρουμε και στην εισαγωγή. Άρα, παραβιάζουμε ανοιχτές πόρτες. Αλλά και πάλι, πρέπει οπωσδήποτε να γίνει αυτή η επισήμανση.

Πολλοί χαρακτήρες μέσα στον ίδιο χώρο, πολλές διαφορετικές συζητήσεις, σαν μια θεατρική σκηνή όπου παρακολουθούμε να εξελίσσονται διαδοχικά τα δρώμενα. Δεν το λες και καλό νέο αυτό για μια κινηματογραφική ταινία. Προφανώς, όμως, η παραγωγή της Michèle Ray-Gavras δεν στερείται προτερημάτων. Λέγονται πολλά και ενδιαφέροντα σχετικά με τη θέση των γυναικών στον καταπιεστικό, ισλαμικό κόσμο. Για τον γάμο στα 11! Για την ανάγκη παντρειάς με την προϋπόθεση της παρθενίας και το αποδεικτικό του ματωμένου σεντονιού. Για τον αυνανισμό. Για τις βαρβαρότητες των φανατικών ισλαμιστών που βιάζουν και σκοτώνουν με ειδεχθείς τρόπους απαγγέλοντας το Κοράνι! Για το ότι οι γυναίκες χρειάζεται να κρύβονται για να καπνίσουν! Για την άγνοια που τις κάνει να πιστεύουν κάποιες από αυτές πως μια εγκυμοσύνη μπορεί να προκύψει εντός χαμάμ, από το σπέρμα που αφήνουν οι άντρες αυνανιζόμενοι εκεί!

Ο κλειστός χώρος προκαλεί ασφυξία από τη μια, λειτουργεί όμως και απελευθερωτικά από την άλλη. Είναι ο μόνος χώρος που οι γυναίκες μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα, χωρίς να φοβούνται οποιαδήποτε τιμωρία. Και όλη η κοινωνική διαστρωμάτωση της Αλγερίας εκπροσωπείται μέσα από τις γυναίκες που επισκέπτονται το χαμάμ... Δυνατή ιδεολογικά η ταινία, η οποία όμως κατασκευαστικά υστερεί, ακριβώς επειδή θυμίζει περισσότερο θέατρο παρά σινεμά. Για πρώτη φορά νομίζω βλέπουμε μουσουλμάνες γυναίκες να μιλάνε τόσο ελεύθερα για το σεξ. Αλλά η Rayhana πολύ έξυπνα δείχνει πως υπάρχουν γυναίκες που ασπάζονται τον μουσουλμανισμό, που είναι πιο φανατικές και από τους άντρες!

Η λατρεμένη Hiam Abbass (την οποία θα δούμε και στο «Blade Runner 2049» με λίγες μέρες διαφορά από αυτό) πρωταγωνιστεί και είναι άψογη για άλλη μια φορά. Η σκηνή όπου μόλις φτάνει στο χαμάμ, πλένεται για να καθαρίσει τον εαυτό της από τον πρωινό βιασμό από τον άντρα της, είναι χαρακτηριστική και εμβληματική για την ταινία. Γενικώς, μέχρι να μπουν οι γυναίκες στο χαμάμ τα πράγματα κυλούν υποδειγματικά. Μετά, έρχεται το χάος.

Πάντως, και το εκτός χαμάμ φινάλε, μετά την τραγωδία που λαμβάνει χώρα εκεί, μένει εντυπωμένο στη μνήμη για καιρό: χιλιάδες μαύρες μαντίλες αναδύονται στον ουρανό του Αλγερίου, ως υπόσχεση, ευχή και ελπίδα για καλύτερες μέρες, με γυναίκες πραγματικά ελεύθερες. Είθε!

Ακόμα Κρύβομαι για να Καπνίσω (À mon âge je me cache encore pour fumer) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 από την Rosebud 21
Περισσότερα... »

Ομίχλη τον Αύγουστο (Nebel im August) Poster ΠόστερΟμίχλη τον Αύγουστο
του Kai Wessel. Με τους Ivo Pietzcker, Sebastian Koch, Thomas Schubert, Fritzi Haberlandt, Henriette Confurius, Branko Samarovski, Karl Markovics


Έφτασε Αμερική...
του zerVo (@moviesltd)

Κάτω από την κωδική ονομασία Action T4, από το 1939 μέχρι και το 1945 η ηγεσία της Ναζιστικής Γερμανίας, εκπόνησε σχέδιο εξόντωσης, όλων εκείνων των ανήμπορων πολιτών της χώρας, που έπασχαν από δύσκολες και μη ιάσιμες ασθένειες, θεωρώντας την επιβίωση τους περιττή, ανούσια και μη αντάξια της χαρακτηριζόμενης από μόνιμο σθένος και υγεία, Άριας Φυλής. Υπολογίζεται πως περισσότεροι από 200 χιλιάδες άνθρωποι, οδηγήθηκαν σε τεχνητό και ιατρικά εύκολα δικαιολογήσιμο θάνατο, μεταξύ των οποίων περίπου 5 χιλιάδες παιδιά. Τακτική που για να μην έρθει σε ρήξη με τις, χαμηλότονες έτσι κι αλλιώς, φωνές διαμαρτυρίας από το εσωτερικό, μα κυρίως με τις αρχές της Εκκλησίας, λάμβανε χώρα με άκρα μυστικότητα, σε μικρά περιφερειακά νοσοκομεία και όχι μαζικά σε κρεματόρια και στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως αποκάλυψαν άλλωστε τα στοιχεία που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά το πέρας των αιματηρών εχθροπραξιών και την πτώση του Χίτλερ. Μια τέτοια περίπτωση, δραματική και συναισθηματικά φορτισμένη, δοσμένη μέσα από το ανήσυχο βλέμμα ενός ανήλικου αγοριού, περιγράφει η όμορφα δομημένη ευρωπαϊκή παραγωγή Nebel Im August.

Ομίχλη τον Αύγουστο (Nebel im August) Quad Poster Πόστερ
Νότια Γερμανία 1942. Ο δεύτερος μεγάλος πόλεμος βρίσκεται στο απόγειο του, με την Σβάστικα ακόμη να κρατά ρόλο κυρίαρχο και ενδεχόμενου νικητή, κόντρα στους εξουθενωμένους συμμάχους. Χωρίς μητέρα, αφού την έχει χάσει από χρόνια και με τον περιπλανώμενο πωλητή πατέρα του να μην έχει την δυνατότητα να του προσφέρει στέγη, ο 13χρονος Έρνστ Λόσσα, πανέξυπνος αλλά και ατίθασος, ανεπίδεκτος από όλα τα ορφανοτροφεία της περιοχής θα καταλήξει εσώκλειστος σε ψυχιατρικό ίδρυμα, συνυπάρχοντας, παρότι υγιής, με βαριά ασθενείς ψυχικά και σωματικά, τόσο συνομηλίκους του, όσο και γηραιότερους. Χάρη στην ευφυΐα και την εργατικότητα του, σύντομα θα γίνει ανεπισήμως, βοηθός στο νεκροτομείο της κλινικής, αναλαμβάνοντας το χρέος του καθαρισμού των ιατροδικαστικών σκευών.

Η ραγδαία αύξηση του αριθμού των νεκρών, κατά το τελευταίο διάστημα, ειδικότερα φίλων του που δεν είχαν δείξει επιπλοκές στην πάθηση τους, θα ξενίσει τον πιτσιρίκο, που θα σκεφτεί δίχως όμως να μπορεί να το αποδείξει, πως κάτι πολύ παράξενο συμβαίνει στο νοσοκομείο. Θάνατοι που έχουν άμεση σχέση με το πλάνο ευθανασίας των πιο βαριάς κατάστασης χτυπημένων από ανίατες παθήσεις τροφίμων, που έχει εκπονήσει ο μπροστά σε κόσμο, ευχάριστος και στοργικός Δόκτορας Βειτχάουσεν, στην πραγματικότητα όμως ένα κυνικό τέρας, που ακολουθεί πιστά τις προσταγές του Τρίτου Ράιχ για άμεσες και χωρίς να κινηθούν υποψίες στον περίγυρο, δολοφονίες των μη αποδεκτών αρρώστων. Καρτερώντας τον πατέρα του να εμφανιστεί από στιγμή σε στιγμή για να τον σώσει από την κόλαση που βιώνει και να τον πάρει να ταξιδέψουν μαζί ίσαμε την Αμερική, ο μελαγχολικός μα ονειροπόλος Ερνστ θα πιστέψει πως τα πάντα γύρω του δεν είναι παρά ένας εφιάλτης που πολύ σύντομα θα λάβει τέλος.

Ευθύνη για το απελευθερωμένο του πνεύμα φέρει άλλωστε και η προέλευση του, μιας και ο μικρούλης ανήκει στην μειονοτική (και φυσικά καταδιωκόμενη από τον Χίτλερ) φυλή των Γιένις, της τρίτης σε πληθυσμό νομαδικής ράτσας στην Ευρώπη, μετά τους Τσιγγάνους και τους Ρομά, που επίσης δεν έχουν καμία θέση στον ένδοξο τόπο της Deutschland Uber Alles. Και με τις τάσεις φυγής να κυλούν ακατάπαυστα στο αίμα του, ο φυλακισμένος πίσω από τους γκρίζους τοίχους του φρενοκομείου, έφηβος, δεν θα αργήσει να κτίζει μέσα του πλάνο απόδρασης. Μονάχος του θα το είχε επιτύχει ήδη, μα μέσα στον παιδιάστικο νου του, θα θελήσει να πάρει μαζί του και να σώσει όσους περισσότερους μπορεί, ακόμη κι αν οι αδυναμίες τους σε κίνηση και βάδιση είναι προφανείς και καθιστούν το κόλπο αδύνατο.

Με την πραγματική ιστορία αυτού του σπινθηροβόλου μπόμπιρα, που στα γερμανικά χρονικά καταγράφεται ως κάτι εφάμιλλο της γνωστής τοις πάσι, Άννας Φρανκ, καταπιάνεται ο πολυβραβευμένος για τις δουλειές του σε μικρή και μεγάλη οθόνη σκηνοθέτης Kai Wessel. Μια ιστορία που αφηγητής της είναι ο ίδιος ο μικρούλης, εκ πρώτης όψης πενιχρός το δέμας που δεν γεμίζει το μάτι κανενός, μα με ψυχή λιονταριού, που δεν θα διστάσει να τα βάλει ακόμη και με τον κραταιό Χερ Ντιρέκτορ, στην αντίληψη πως τα ανάπηρα φιλαράκια του, δεν έχουν φύγει για πάντα από φυσικά αίτια. Το δραματικό στοιχείο του πρώτου μέρους, εκεί που, αργόσυρτα είναι η αλήθεια, επιχειρείται και η ιστορική επεξήγηση της πλοκής, δίνει την σκυτάλη στην επανάληψη σε ένα δυνατό και δυναμικό θρίλερ, με σεκάνς που χάρη στην συμμετοχή παιδιών σε αυτές, αυτόματα εκτοξεύουν την αγωνία και το σασπένς.

Κι όμως οι σπαρακτικές καταστάσεις που ανεβάζουν στροφές βαθμηδόν στην εξέλιξη του έργου, δεν είναι αποτέλεσμα μια τραβηγμένης από τα μαλλιά μελοδραματικής κατάστασης, αλλά ενός πολύ σοβαρού σεναρίου, που ρίχνει περισσότερο το βάρος του στην ανάδειξη του αδάμαστου χαρακτήρα του Έρνστ και του ηθικού πλούτου εντός του, ενόσω εκείνος φτιάχνει καθημερινώς νέες φιλίες γύρω του, παρέχοντας αφειδώς τις υπηρεσίες του σε όσους έχουν ανάγκη. Ελαφριές παραμένουν οι εκκρεμότητες στην μελέτη της προσωπικότητας του διαβολικού ορκισμένου στον Ιπποκράτη δόκτορα, όπως τον αποδίδει με άνεση ο πάντοτε εξαίρετος Sebastian Koch, μα κύρια του προσωπικού που τον υπηρετεί, με το σκριπτ να αφήνει έκδηλα να εννοηθεί ο τρόμος που έχει φωλιάσει μέσα τους, μη αφήνοντας τους να αρνηθούν να παίξουν τον ρόλο του δήμιου. Άριστα κινηματογραφημένη η φυλακή με τα τεράστια γκρίζα παράθυρα, τους μακρόστενους διαδρόμους και τις ατέρμονες σκάλες, δίνει στην φαρέτρα του Wessel, το ένα από τα δύο πολύ σημαντικά εργαλεία που χρειάζεται για να προσφέρει ένα δραματικό πόνημα υψηλών αξιώσεων.

Γιατί το δεύτερο εξ ορισμού θα το βρει κανείς στην ανάγνωση του καστ, που αν και εφόσον έχει παρακολουθήσει τον εξίσου συγκλονιστικής πορείας Jack, δεν περιμένει τίποτα λιγότερο από το άριστα από τον δεκαπεντάρη, μα με έκφραση βετεράνου στο προσωπάκι του πρωταγωνιστή. Ο γεννημένος να μεγαλουργήσει Ivo Pietzker, όχι μόνο εκπλήσσει τους πάντες με την - έμφυτη, δεν μπορώ να την εξηγήσω αλλιώς - μέθοδο που χειρίζεται μορφασμούς, ματιές και σώμα, αλλά συμπαρασύρει μαζί του και όλη την νεανική ομήγυρη που τον περιβάλλει, ορίζοντας δίχως δεύτερη σκέψη το κορυφαίο ανήλικο ανσάμπλ της χρονιάς. Διαθέτοντας τέτοια απαράμιλλη πειθώ στην απόδοση των καταλυτών - μικρών ηρώων του στόρι, χάρη στην μπαγκέτα του ενορχηστρωτή και πανταχού παρόντα Ivo και με αυτή την τεχνική συνέπεια στο στήσιμο της καλλιτεχνικής διεύθυνσης, με ελάχιστη προσοχή στην οικονομία του χρόνου της, η (και) αλληγορικής χροιάς Ομίχλη τον Αύγουστο, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα μικρό αριστούργημα της σύγχρονης Γερμανικής κινηματογραφίας.

Ομίχλη τον Αύγουστο (Nebel im August) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Σεπτεμβρίου 2017 από την Weird Wave
Περισσότερα... »



Νύχτες Πρεμιέρας 2017 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Νύχτες Πρεμιέρας 2017 LIVE Ep.1: «Πόσο άλλαξες /// πόσο άλλαξα»...

Κάποτε κατέβαινα πολύ συχνά στην Αθήνα, με αφορμή τις Νύχτες Πρεμιέρας. Δεν είχα τόσες υποχρεώσεις όσο σήμερα, περίσσευαν και οι (λίγες) παράδες, μέχρι και σε ξενοδοχείο έχω μείνει, με έξοδα πληρωμένα, απεσταλμένος του «About Θεσσαλονίκη»! Τις περισσότερες φορές βέβαια έμενα σε συγγενείς και φίλους (γεια σου ρε Τζόνυ αξά και Γιάννη με τη βουλωμένη, ε, πως να το θέσω... χέστρα!!!!). Και κλασικά, η κατεβασιά γινόταν με το τρένο. Όπως θα γίνει και τώρα! Νύχτες και νύχτες ολόκληρες σε «Αττικόν» και «Απόλλων», ωραίες ταινίες, ωραίες συναντήσεις, ωραίες εποχές. Σκατά, όταν νοσταλγείς πράγματα που ενδεχομένως (τι ενδεχομένως, σίγουρα!) εξιδανικεύεις, σημαίνει ότι γέρασες. Ή ότι βρίσκεσαι σε διαδικασία γήρατος.

Τελευταία φορά λοιπόν που κατέβηκα στην Αθήνα για τις Νύχτες Πρεμιέρας ήταν πριν 10 χρόνια! Στις 13ες «Νύχτες Πρεμιέρας»! Το τόσο μακρινό 2007! Πολύ πριν καούν οι δύο κινηματογράφοι που λειτουργούσαν ως κέντρο του Φεστιβάλ. Απ' ότι φαίνεται, βρισκόμαστε μακριά από την επαναλειτουργία τους. Αν επαναλειτουργήσουν ποτέ (μαθαίνουμε δυσάρεστες πληροφορίες για το συγκεκριμένο θέμα). Από πέρσι υπάρχει νέος καλλιτεχνικός διευθυντής, ο Λουκάς Κατσίκας, και το φεστιβάλ φαίνεται να προσπαθεί να διατηρηθεί ζωντανό σε δύσκολες οικονομικά συγκυρίες. Το ευχόμαστε ολόψυχα. Το πρόγραμμα είναι μια χαρά, εντάξει, αυτό με τα δέκα εισιτήρια για τους δημοσιογράφους πλην των δημοσιογραφικών προβολών μου φαίνεται λίγο σόνικο, αλλά ok. Επίσης, φέτος, μετά από πολύ καιρό, δεν υπάρχει (εκτός κι αν δεν έψαξα τόσο επισταμένα) καμία μεγάλου μήκους ελληνική ταινία. Αυτό σημαίνει πως μάλλον θα δυναμώσει ξανά το ελληνικό τμήμα στο επερχόμενο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης και οι ελληνικές ταινίες θα θέλουν ξανά να κάνουν την πρεμιέρα τους εκεί...

Σήμερα Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου το 23ο φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας κάνει αυλαία. Και η επίσημη πρεμιέρα θα λάβει χώρα στο Μέγαρο Μουσικής, όπου θα προβληθεί η ταινία του Todd Haynes «Wonderstruck» (είσοδος μόνον με προσκλήσεις). Η ταινία θα έχει επαναληπτική προβολή την Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου, στις 17.30, στον κινηματογράφο Ιντεάλ. Την ταινία την είδαμε στις Κάννες, οπότε παραθέτουμε το κείμενο που γράψαμε στο πλαίσιο των ανταποκρίσεών μας από εκεί. Γενικώς, επειδή έχουμε δει αρκετές ταινίες από το φεστιβάλ, θα παραθέτουμε τα κείμενα που έχουμε ήδη γράψει γι' αυτές ως προτάσεις για το φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» μέχρι να κατεβούμε Αθήνα και να έχουμε και πραγματικές ανταποκρίσεις, με ταινίες που θα δούμε κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ. Μέχρι τότε, πάρτε ένα δείγμα για το πως θα κυλήσουν τα πράγματα:

Mother TIFF 2017

Με τα... αστέρια τα «βάζει» ο Todd Haynes στη νέα του ταινία Wonderstruck, που διεκδίκησε τον Χρυσό Φοίνικα συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ των Καννών, όπως είχε κάνει και πριν δύο χρόνια με το Carol, για το οποίο είχε τιμηθεί με το βραβείο γυναικείας ερμηνείας (έστω κι εξ ημισείας) η Rooney Mara. Ο sui generis Αμερικάνος σκηνοθέτης έχει γυρίσει λίγες ταινίες σε σχέση με τα χρόνια που είναι ενεργός κινηματογραφικά. Αυτή είναι μόλις η 7η μεγάλου μήκους ταινία του για να καταλάβετε σε 26 χρόνια καριέρας (την πρώτη του μεγάλου μήκους, το «Poison», τη γύρισε το 1991!!!). Και το σενάριό της υπογράφεται από τον Brian Selznick, ο οποίος βασίστηκε στο δικό του ομώνυμο βιβλίο του 2011. Ένα βιβλίο με μπόλικο κείμενο αλλά και πολλές σελίδες κόμικ χωρίς λόγια. Να θυμίσουμε ότι ο Selznick είχε γράψει και το «The Invention of Hugo Cabret», το 2008, το οποίο έγινε ταινία με την υπογραφή του Martin Scorsese και τίτλο απλώς Hugo το 2011.

Η υπόθεση: Ιούνιος 1977. Ο 12χρονος Μπεν ζει με τον αδελφό του και τη θεία του λίγα μίλια μακριά από το σπίτι του, που βρίσκεται στο Gunflint Lake της Μινεσότας. Η μητέρα του, που ήταν βιβλιοθηκάριος, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Και τον πατέρα του δεν τον γνώρισε ποτέ – κι ας ρωτούσε συνέχεια τη μητέρα του για την ταυτότητά του. Κατά τη διάρκεια μιας καταιγίδας κατά την οποία ο Μπεν μιλάει στο τηλέφωνο, ένας κεραυνός θα πέσει στο σπίτι, το ρεύμα θα περάσει από την τηλεφωνική γραμμή και ο Μπεν θα ξυπνήσει στο νοσοκομείο όντας (προσωρινά;) κουφός. Έχοντας βρει όμως έναν σελιδοδείκτη σε ένα παλιό βιβλίο της μητέρας του, όπου γράφει «Με αγάπη, Ντάνι», αποφασίζει να το σκάσει, να πάει στη Νέα Υόρκη και να ψάξει για το βιβλιοπωλείο απ' όπου είναι ο σελιδοδείκτης, με την ελπίδα να βρει τον πατέρα του...

Οκτώβριος 1927. Η πιτσιρίκα Ρόουζ είναι κωφάλαλη. Το σκάει από το σπίτι της στο Νιου Τζέρσεϊ και πηγαίνει στη Νέα Υόρκη, στο Μπρόντγουεϊ, για να συναντήσει το είδωλό της, τη μεγάλη αστέρα του θεάτρου και του κινηματογράφου, την Λίλιαν Μέιχιου. Η Λίλιαν είναι, πέρα όλων των άλλων, η μητέρα της! Οι γονείς της Ρόουζ είναι χωρισμένοι. Και η υποδοχή που επιφυλάσσει η Λίλιαν στην Ρόουζ δεν είναι αυτή που περιμένει η μικρή. Το ξανασκάει λοιπόν για να βρει τον αδελφό της, τον Γουόλτερ. Ο οποίος τυγχάνει να έχει ένα βιβλιοπωλείο! Ποια η σχέση του Μπεν με τη Ρόουζ;

Η άποψή μας: Αν θεωρήσουμε ότι το Hugo αποτελούσε μια ερωτική επιστολή προς τον κινηματογράφο γενικότερα, τούτη η ταινία είναι μια ερωτική επιστολή στον βωβό κινηματογράφο ειδικότερα. Ιδίως οι σκηνές με τη Ρόουζ όταν είναι πιτσιρίκα, γυρισμένες σε ασπρόμαυρο, είναι κανονικά μια ταινία βωβού κινηματογράφου! Αυτό που προσπαθεί να πετύχει ο Haynes είναι μεγαλεπήβολο. Να είναι Scorsese και Spielberg μαζί, με ολίγη από... Kaufmann (του «Συνεκδοχή, Νέα Υόρκη»). Καθόλου η τυπική «παιδική» ταινία, έτσι; Είναι φορές που σε ταινίες τα επιμέρους συστατικά δεν πιάνουν υψηλές επιδόσεις, στο σύνολο όμως κολλάνε και δίνουν αριστουργήματα. Όπως ποδοσφαιρικές ομάδες, με όχι καλούς παίκτες, που όμως είναι πραγματικές ομάδες, έχουν ομαδικό πνεύμα, πνεύμα νικητή. Και υπάρχει και η... αντίθετη περίπτωση: η ομάδα να έχει πρωτοκλασάτους παίκτες αλλά το σύνολο να μην πείθει.

Εδώ, ο Haynes προδόθηκε από τις φιλοδοξίες του και το μέγεθός τους. Επιμέρους, τα πράγματα είναι μέχρι και συναρπαστικά! Κι ας είναι δομημένα από όχι ακριβώς πρωτότυπα υλικά. Θέλω να πω, μια χαρά ταιριάζει ο Όσκαρ Ουάιλντ και το γνωστότερο τσιτάτο του «είμαστε όλοι μέσα στο βούρκο, αλλά μερικοί από εμάς κοιτάζουμε τ' αστέρια» στην ταινία. Μια χαρά και το «Space Oddity» του David Bowie – επαναλαμβανόμενο: έτσι νιώθει ο Μπεν, πως ο μπαμπάς του είναι διαστημάνθρωπος! Έξοχες οι ηχητικές σφήνες από το «Also sprach Zarathustra» του Strauss, για πάντα συνυφασμένες με την «Οδύσσεια του διαστήματος». Γενικά, η ηχητική μπάντα είναι άψογη – και το βασικό score του εκ των μονίμων συνεργατών του Haynes, Carter Burwell, είναι απίθανο και μιλάει κατευθείαν στην καρδιά. Γενικά, η μουσική παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην ταινία: είπαμε, έχουμε να κάνουμε με κάτι σαν βωβό κινηματογράφο ως επί τω πλείστον. Σκηνογραφία (άψογη αναπαράσταση της Νέας Υόρκης των 20's και των 70's), διεύθυνση φωτογραφίας, μοντάζ, όλα χτυπάνε κορυφή. Λείπει όμως το γαμημένο συναίσθημα. Ή έτσι δείχνει τουλάχιστον.

Κι ας γίνονται φιλότιμες προσπάθειες να... εκμαιευτεί. Ιδίως στο φινάλε. Λείπει εκείνο το υλικό που θα απογειώσει την ταινία. Λείπει εκείνο που θα τη φτάσει στα αστέρια. Τρομερή η ιστορία με τους λύκους, απίθανης λεπτομέρειας η μακέτα της Νέας Υόρκης σε ένα μουσείο, αναφορές για τη σημασία των μουσείων, αναφορές για τη σημασία της φιλίας, too much. Συναρπαστική ταινία που πονάει περισσότερο η μη επίτευξη του στόχου της καθώς χάνει αυτό που επιθυμεί πιο πολύ: να συγκινήσει τον θεατή. H ηθοποιός – φετίχ του Haynes, η Julianne Moore (έχουν συνεργαστεί στις τέσσερις από τις επτά ταινίες του) διαθέτει έναν υποστηρικτικό ρόλο: οι πραγματικοί πρωταγωνιστές είναι οι δύο πιτσιρικάδες. Αλλά, ρε παιδιά, πόσο μακρινή φαίνεται η εποχή του «Safe», ε; Εκείνο, μάλιστα, ένα αριστούργημα και λίγα λέω! Πάμε γι' άλλα!

(η ταινία προβάλλεται την Τετάρτη 20 Σεπτεμβρίου στο Μέγαρο Μουσικής - αποκλειστικά με προσκλήσεις - και σε επανάληψη την Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου στις 17.30 στο Ιντεάλ /// έχει διανομή από την Seven Films και η προγραμματισμένη ημερομηνία εξόδου της στις αίθουσες της χώρας μας είναι στις 28 Δεκεμβρίου)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

TIFF 2017
Περισσότερα... »