Βρε καλώς τους! (À bras ouverts) PosterΒρε καλώς τους!
του Philippe de Chauveron. Με τους Christian Clavier, Ary Abittan, Elsa Zylberstein, Cyril Lecomte, Nanou Garcia, Oscar Berthe, Marc Arnaud, Sofiia Manousha


Δάσκαλε που δίδασκες!
του zerVo (@moviesltd)

Πολύ ήθελα να μάθω αν και στο εξωτερικό, η συμπεριφορά των Ρομά (καλά στην φτωχογειτονιά μου, που αλλάζουμε καλημέρες μαζί τους, εδώ και μισό αιώνα, γύφτους τους λέμε, αλλά τώρα έχουμε αριστερά κυβέρνηση και πρέπει να εναρμονιστούμε στις προσταγές της) είναι πανομοιότυπη με εκείνη των δικών μας, των εντός έδρας που λέμε. Αν δηλαδή και στις ξενιτιές ακολουθούν το δόγμα "κάνω ότι μου καπνίσει", αν στήνουν ολοσαββατοκύριακα πολυβολικά μουσικοχορευτικά γλέντια, με τετρακόσια ηχεία στη διαπασών, σαν να μην υπάρχει άνθρωπος να ακούει σε ακτίνα εκατό χιλιομέτρων, αν ξαμολάνε παιδιά κατά ριπάς, προκειμένου να μην αφήσουν ούτε μισό επίδομα υπερπολυτέκνου αχρησιμοποίητο, αν ταυτόχρονα όμως δεν βάζουν το χέρι ποτέ στην τσέπη για φόρους και ένφιες κι ας κατοικούν σε πανάκριβες μεζονέτες, που το πόθεν έσχες της αποπληρωμής τους είναι εξίσου ανεξήγητο με το Στόουνχετζ (ασούμε) μιας και αν υπάρχει μια άγνωστη φράση στο λεξικό τους, είναι το "ένσημο". Από καρδιά όμως έχουν χρυσάφι, οτιδήποτε κι αν τους ζητήσεις να σε βοηθήσουν γίνονται κιλίμι, άσχετα αν μετά νιώθεις το σαλόνι που σου μουσαφιρεύτηκαν κομματάκι πιο αδειανό. Ε, η ταινία A Bras Ouverts, μου λύνει κάποιες τέτοιες απορίες, αν όχι ίδια, η κατάσταση στα ξένα, είναι πολύ κοντινή! Απεναντίας οι λόγιοι παπατζήδες, απανταχού της γης, την ίδια μούρη έχουν, τίποτα δεν αλλάζει...

Βρε καλώς τους! (À bras ouverts) Wallpaper
Από τις πλέον αναγνωρισμένες διανοούμενες μορφές του αριστερού χώρου, είναι ο φημισμένος συγγραφέας Ζαν Ετιέν Φουζερόλ, που σε κάθε έργο του, με στόμφο δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις έννοιες του ανθρωπισμού και της αλληλεγγύης που πρέπει να δείχνουν οι σύγχρονες κοινωνίες προς τους αδυνάμους, τους φτωχούς, τους μη έχοντες. Στο πιο πρόσφατο βιβλίο του μάλιστα, με τον τίτλο Με Ανοιχτές Αγκάλες, η προτροπή για να ανοίξουν τα σπίτια τους οι πλούσιοι και να μοιραστούν τα αγαθά τους με τους καταφρονεμένους είναι πασιφανής. Τόσο, ώστε να κινηθεί το ενδιαφέρον του μόνιμου φιλελεύθερων πεποιθήσεων αντιπάλου του, Μπαρζάκ και να τον προκαλέσει, σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση μάλιστα, να κάνει πράξη ο ίδιος τις ιδέες του και να φιλοξενήσει κατ οίκον όσα περισσότερα φτωχαδάκια έχει την δυνατότητα. Μπροστά στο ρεντίκολο, ο Γιαννηστέφανος θα σηκώσει το γάντι. Που να ήξερε τι τον περιμένει?

Αφού εκεί που απολάμβανε ένα ακόμη ήρεμο απόγευμα στην πανάκριβη έπαυλη του, προικιό κι αυτό της ζάπλουτης κυρίας του, στα αριστοκρατικά προάστια, θα αντιληφθεί έντρομος πως μια ομάδα αθίγγανων, έχει καταλύσει στην τεράστια αυλή του, χρησιμοποιώντας την - κατά την υπόδειξη του ίδιου - ως γηπεδάκι για να στηθούν τα τσαντίρια της. Με τον πολυλογά και διαχυτικότατο αρχηγό τους Μπαμπίκ, να υπόσχεται πως η παρουσία τους θα περάσει όσο το δυνατόν πιο απαρατήρητη στους παρτιζάνους αριστοκράτες ευεργέτες τους, που φρόντισαν για όσο καιρό έχουν ανάγκη, να τους προσφέρουν στέγη και να μην γυρίζουν στους πέντε δρόμους σαν τίποτα...Ρομά.

Και άντε τώρα να ταιριάξουν χνώτα ένας καλοβαλμένος εξηντάρης φανφαρόλόγος, η μη μου άπτου κλασσάτη συμβία του και το αλλού γι αλλού παιδί τους, με όλο αυτό τον συρφετό που κουβαλήθηκε και καβάτζωσε την Βερσαλιώτικη αυλάρα, με τους περιποιημένους κήπους, το προσεγμένο γκαζόν και τις χρυσοποίκιλτες φοντάνες. Είναι ετούτες πολυτέλειες για να τις μοιραστείς με τους αβράκωτους απολίτιστους λεχρίτες, που δεν ξέρουν τι πάει να πει νερό και σαπούνι, δεν έχουν δεύτερη αλλαξιά ρούχων και συμπεριφέρονται λες και ήταν από πάντα κολλητοί φίλοι? Άσε που φημίζονται για μακρυχέρηδες, οπότε δεδομένα κινδυνεύουν τα αμύθητης αξίας κοσμήματα της μαντάμ, που ούτε καν διανοείται το κακό που την ήβρε!

Από ότι φαίνεται και από την τρίτη μέσα σε δυο χρόνια κωμική δημιουργία του ντιρεκτέρ Phillippe De Chauveron, ο Φραντσέζος ειδικεύεται πλέον στο να ανακαλύπτει σενάρια προκλητικώς κωμικά, ασχολούμενος με σοσιολογικές καταστάσεις που λειτουργούν σε ισορροπία σε οποιανδήποτε χώρα της γης: Ξενοφοβία, Σωβινισμός, Ιδιαιτερότητες, Φονταμενταλισμός. Από ότι φάνηκε στην ταινία που σάρωσε τα ταμεία και τον κατέστησε ως φαινόμενο, το Mon Dieu, που ο Γκολικός πατήρ πρέπει να αποδεχτεί τους Βαβελικούς μνηστήρες των θυγατέρων του, υπάρχει θεόρατο κοινό που αποδέχεται αυτό το πομπώδες χιούμορ. Του κλέφτη όμως ήταν μια και μόνο φορά, αφού εκατομμύρια μπιλιέτα καρπώθηκε μόνον το προαναφερόμενο, την στιγμή που και το κατοπινό Debarquement Immediat αλλά και το τωρινό, μάλλον χαλαρότητα ένιωσαν στα box office. Αμφότερα προβοκατόρικης διάθεσης, αναδεικνύοντας το μεν πρώτο, όλους τους αραβόφωνης προέλευσης πρόσφυγες λαμόγια και απατεώνες (τεράστια αδικία και λάθος), το δε δεύτερο τους ζιτάν ως καιροσκόπους, ζητιάνους και αρπάγες (χμμ...).

Το σενάριο σε ότι αφορά τους συμπαθείς Ρομά, που έτσι είναι η φύση τους, δεν αλλάζουν, ούτε θα αλλάξουν ποτές, μα κουμπί έχουν κι εκείνοι για να τους κουλαντρίσεις, σε πολλά στοιχεία του είναι ανφέρ. Μπορεί να είναι φτωχοί και ρέμπελοι, αρκετοί εξ αυτών, ούτε σκουπίδια τρώνε, όμως, ούτε ποντικούς έχουν στο γεύμα τους. Διαθέτουν μια ξεχωριστή κουλτούρα, ενδιαφέρουσα, αν και όχι αποδεκτή από την συντριπτική πλειοψηφία, που δανείζει στην πλοκή μερικές φορές τις χιουμοριστικές πινελιές που ζητά, τις περισσότερες όμως οι χοντράδες και οι δεικτικότητες δεν αποφεύγονται. Πλακίτσα δηλαδή, που σε κάποια της κομμάτια ξεφεύγει και όπως το συνηθίζει ο Chauveron, ακολουθεί μη πολιτικά ορθά μονοπάτια, που στοχοποιούν. Κρίμα. Ότι και αν είναι, ορίζουν μέρος, μειονοτικό αλλά υπαρκτό, της κοινωνίας μας.

Στην ουσία όμως, αν κάποιον κατακεραυνώνει το A Bras Ouverts, κερδίζοντας κάποιους πόντους, δεν είναι ο ταλαίπωρος νομάς, αλλά ο αγύρτης τάχαμου καπεταναίος, με το Gucci κοστούμι και το φιλαρισμένο στον Gino φραντζί, που από λόγια άλλο τίποτα, όταν έρθει η ώρα της πράξης όμως, όπισθεν ολοταχώς. Είναι πασιφανές πως για την Γαλλική πραγματικότητα, ο δάσκαλε που δίδασκες χαρακτήρας που αποδίδει με την γνωστή του μανιέρα ο Christian Clavier, ανταποκρίνεται στον τύπου φαφλατά ιντελεκτουέλ Ανρί Λεβί, αν και πανεύκολα ο εγχώριος θεατής μπορεί να τον εναρμονίσει ως τον γνώριμο ντεμέκ αρματωλό οικονομολόγο του προλεταριάτου, που χάρη στα λαϊκιστικά τρίκ του, οι τραπεζικοί λογαριασμοί του θα θρέφουν μέχρι και τρισέγγονα. Κι εκεί η στοχοποίηση έχει σημασία και νόημα, αν καταφέρνει ο κοσμάκης να πετύχει συνειρμούς κοντινούς με την δική του πραγματικότητα, μπας και πάρει στο ψιλό τους φαγάνες χλιδάτους οπορτουνιστές και δεν πέσει απλά στην παγίδα του στιγμιαίου χαχανητού.

Βρε καλώς τους! (À bras ouverts) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Ιουλίου 2017 από την Seven Films
Περισσότερα... »

Ο κύκλος (The Circle) PosterΟ κύκλος
του James Ponsoldt. Mε τους Emma Watson, Tom Hanks, John Boyega, Karel Gillan, Ellar Coltrane, Patton Oswalt, Glenne Headly, Bill Paxton


Υπάρχει ιδιωτική ζωή στην εποχή των social media;
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Το «1984» για τη γενιά του διαδικτύου

Τι σχέση έχει ο σκηνοθέτης της ταινίας, James Ponsoldt με τους – διαλυμένους πλέον – R.E.M.; Κατάγονται από την Αθήνα... της Γεωργίας! Ή, για να το κάνουμε λιανά, από την πόλη Athens της αμερικάνικης πολιτείας της Georgia! Ο γεννημένος το 1978 σκηνοθέτης διαθέτει μια πολύ ενδιαφέρουσα φιλμογραφία, που έχει ως εξής: «Off the Black» (2006), «Μεθυσμένοι από έρωτα» (Smashed, 2012), «Ονειρεμένο τώρα» (The Spectacular Now, 2013), «Τέλος διαδρομής» (The End of the Tour, 2015) και τώρα «Ο κύκλος» (The Circle, 2017). Η επόμενη ταινία του θα ονομάζεται «Wild City» και θα τη γυρίσει για την Disney. Άλλος ένας ανεξάρτητος κινηματογραφιστής που μπαίνει στο σύστημα, καθώς το σύστημα βλέπει σε αυτόν... κέρδη!

Ο κύκλος (The Circle) Quad Poster
Το σενάριο τούτης της ταινίας βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Dave Eggers, το οποίο εκδόθηκε στις ΗΠΑ τον Οκτώβριο του 2013. Στη χώρα μας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κέδρος». Μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια είναι πως αυτή είναι η δεύτερη ταινία, που βασίζεται σε βιβλίο του Eggers, στην οποία πρωταγωνιστεί ο Tom Hanks! Η προηγούμενη ήταν το «Ένα ολόγραμμα για τον βασιλιά» (A Hologram for the King, 2016) του Tom Tykwer. Ε, λοιπόν, η ταινία του Tykwer μπορεί να μην ασχολείται με τα σπουδαία πράγματα με τα οποία ασχολείται τούτη η ταινία, αλλά είναι απείρως καλύτερη! Προφανώς, ο Tykwer είναι καλύτερος σκηνοθέτης από τον Ponsoldt. Αν και, οφείλουμε να το ομολογήσουμε, το «Τέλος διαδρομής» ήταν μία από τις πλέον απροσδόκητες και συγκινητικές ταινίες της περασμένης σεζόν. Εδώ, κάτι πήγε στραβά...

Η υπόθεση: Η Μέι είναι μια νεαρή κοπέλα, που προσπαθεί να τη βγάλει καθαρή οικονομικά στο δύσκολο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον. Εργάζεται στο τμήμα τηλεφωνικής εξυπηρέτησης ενός οργανισμού ύδατος ελπίζοντας για κάτι καλύτερο. Και εξαιτίας της φίλης της, της Άνι, προσλαμβάνεται στη μεγαλύτερη και πιο ισχυρή εταιρία Τεχνολογίας και Social Media στον κόσμο, ονόματι «Ο Κύκλος»! Για τη Μέι, αυτή είναι η ευκαιρία της ζωής της. Είναι και ιδεαλίστρια αλλά και φιλόδοξη. Όταν βλέπει τα καλά που της προσφέρει η εταιρία, μεταξύ των οποίων και δωρεάν υποστηρικτική θεραπεία (που είναι πανάκριβη) για τον πατέρα της, ο οποίος πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας, ο ιδεαλισμός της Μέι υποχωρεί και τη θέση του παίρνει η υποταγή στις επιδιώξεις της εταιρίας. Τόσο, που δέχεται να γίνει το κεντρικό πρόσωπο μιας καμπάνιας της εταιρίας, μέσω της οποίας προμοτάρεται η άρση της ιδιωτικότητας υπέρ της απόλυτης διαφάνειας! Δέχεται να φοράει επάνω της μια κάμερα μέσω της οποίας να καταγράφεται η ζωή της (σχεδόν) 24 ώρες το 24ωρο! Θα μείνει κάποιο ίχνος αντίστασης μέσα στη Μέι; Θα επηρεαστεί από έναν συνάδελφό της, ο οποίος της επισημαίνει τους κινδύνους πίσω από τις επιδιώξεις του «Κύκλου»; Πώς θα αντιδράσει απέναντι στον παιδικό της φίλο, που καταλαβαίνει πως κάτι πάει στραβά;

Η άποψή μας: Κοίτα να δεις τώρα πώς μπορείς να την πατήσεις έχοντας τις καλύτερες προθέσεις! Ο Ponsoldt – αν κατάλαβα καλά, γιατί έχει ένα θέμα μη σαφών καλλιτεχνικών και ιδεολογικών προθέσεων η ταινία – θέλησε να γυρίσει μια ταινία καταγγελίας. Να καταγγείλει μια διαρκώς διογκούμενη τάση που έχει αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με την οποία εκτιθέμεθα οικειοθελώς, βγάζοντας τα εσώψυχά μας κι όχι μόνον, αλλά και τα... άπλυτά μας ακόμα, σε κοινή (διαδικτυακή) θέα! Στο facebook πχ γράφουμε ότι πήγαμε εδώ κι εκεί, αναρτούμε μύχιες σκέψεις μας, φωτογραφίες δικές μας και των αγαπημένων μας, τις συνήθειές μας, τις αγάπες μας, λογομαχούμε, φλερτάρουμε, τα πάντα όλα! Για λίγα like μπορούμε εν δυνάμει να γίνουμε βορά των ορέξεων μεγάλων εταιριών, που θέλουν να πουλήσουν τα προϊόντα τους σε μας. Κι άντε, αυτό μπορείς να πεις ότι είναι και θεμιτό: σε συνθήκες καπιταλισμού ζούμε. Όλα είναι για πούλημα. Αλλά, χμ, τέτοιο ξεβράκωμα σε κοινή θέα; Τόση ηθελημένη κι όχι εξαναγκασμένη απεμπόλιση της ιδιωτικότητας; Δεν ελλοχεύει κινδύνους; Εννοείται.

Για να ξεφύγουμε λίγο από την ταινία, όμως, καθετί που δίνεται στα χέρια της ανθρωπότητας ως τεχνολογική πρόοδος, καθετί που βελτιώνει τη ζωή μας, κάθε τέτοιο εργαλείο λοιπόν, δεν μπορεί να ακολουθήσει μανιχαϊστικές λογικές τύπου «καλού» και «κακού». Προφανώς. Όχι, το εργαλείο έχει τις συνέπειές του ανάλογα με το πως το χρησιμοποιείς. Επιστροφή στην ταινία. Το πρόβλημά της είναι ο κεντρικός της ήρωας. Η Μέι. Έτσι όπως είναι σκιαγραφημένη από το σενάριο. Κι έτσι όπως την υποδύεται η Emma Watson. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες δεν έχουν βάθος και παίζουν το ρόλο μονοδιάστατων κλισέ: προκάτ κατασκευάσματα με τα οποία συνδιαλέγεται η Μέι. Από τη μία μεριά της κλίμακας βρίσκεται ο τεχνοφοβικός Μέρσερ (στο ρόλο ο Ellar Coltrane από το «Boyhood»), που αποκηρύσσει ουσιαστικά τη σύγχρονη ηλεκτρονική πραγματικότητα. Από κοντά και οι γονείς της Μέι (τους υποδύονται ο Bill Paxton και η Glenne Headly, στους τελευταίους ρόλους της ζωής τους, μιας που έχουν και οι δύο πλέον αποχαιρετίσει τον μάταιο τούτο κόσμο): δεν τρελαίνονται με την τεχνολογία, τη χρησιμοποιούν όσο τους βοηθάει (μέσω Skype ή κάτι παρεμφερούς επικοινωνούν με την κόρη τους) αλλά όταν καταλαβαίνουν ότι απειλείται η ιδιωτικότητά τους, έχουν τη σύνεση να χτυπήσουν τον κώδωνα του κινδύνου και να προσπαθήσουν να συνεφέρουν τη Μέι.

Στην άλλη πλευρά της κλίμακας βρίσκονται τα αφεντικά του «Κύκλου»: ο εμφανής (τον υποδύεται ο Tom Hanks) και ο αφανής (τον υποδύεται ο Patton Oswalt). Είναι οι... κακοί της ιστορίας. Αν και μόνο στο φινάλε της ταινίας σκιαγραφούνται ως τέτοιοι. Κατά τα άλλα, παρουσιάζονται λίγο σαν οραματιστές τύπου Bill Gates και Steve Jobs, που θέλουν το καλό της ανθρωπότητας! Εντάξει, και της τσέπης τους – big deal! Που μέσω εμφύτευσης τσιπ στο κόκαλο μωρών (!!!) θα μπορούν να το σώσουν από πιθανούς παιδεραστές! Καλό, ε; Εσείς δεν θα δεχόσασταν να τοποθετηθεί αυτό το τσιπ στο μωρό σας; Όχι; Ε, σε καλό δρόμο βρίσκεστε. Εννοείται πως στη μέση της κλίμακας βρίσκονται οι χιλιάδες (!) εργαζόμενοι στον «Κύκλο», οι οποίοι κλασικά όπως σε όλες τις ταινίες, παρουσιάζονται ως ασπόνδυλα, άβουλα όντα, που καταπίνουν αμασητί την παραμύθα.

Για επεκτείνετε το τώρα όλο αυτό: στη μέση είμαστε όλοι εμείς οι θεατές! Χωρίς καμία αντίσταση, χωρίς καν έναν μικρό αναστοχασμό, χωρίς ίχνος αμφισβήτησης της πολιτικής της εταιρίας! Τέτοιοι είναι – τέτοιοι είμαστε! Ναι, ας αναγκάσουμε τους χρήστες του «Κύκλου» να ψηφίζουν αναγκαστικά στις εκλογές! Άμεση και εντελώς αντιπροσωπευτική δημοκρατία! 100%. Εδώ λοιπόν ελλοχεύει ο φασισμός. Μια χαρά, άξια η καταγγελία. Αλλά ερχόμαστε στη Μέι. Τι είναι αυτό το κορίτσι; Τι πρεσβεύει; Την τρομάζει ο ολοκληρωτισμός του πράγματος; Ε, τότε γιατί δέχεται να συμμετάσχει; Και δεν «φταίνε» μόνο τα λεφτά. Σε κάποια στιγμή διατυπώνει ιδέες περισσότερο... φασιστικές από τα ίδια τα αφεντικά της! Έχει σχέδιο να τους ξεσκεπάσει; Άτσαλα, κάτι τέτοιο αφήνεται να εννοηθεί στο φινάλε. Αλλά πριν από αυτό και πάλι η Μέι συμμετέχει εν πλήρη γνώση, σε ένα «παιχνίδι» που στοιχίζει τη ζωή σε ένα αγαπημένο της πρόσωπο! Αμ το και καλά ανοιχτό φινάλε; Πάλι... ανοιχτό στις χειρότερες των ερμηνειών. Άσε που περισσότερο αμηχανία και βιασύνη δείχνει, παρά αφήνει στους θεατές και καλά να αποφασίσουν. Και το μοντάζ είναι προβληματικό εντέλει. Η δε Watson είναι απλά κακή στο ρόλο της Μέι.

Αλλά, να της δώσουμε ένα ελαφρυντικό: μπορεί να μην είχε την κατάλληλη σκηνοθετική καθοδήγηση. Και σίγουρα δεν είχε δυνατό και καλογραμμένο σενάριο για να την υποστηρίξει... Κάτι ήθελε να μας πει ο «Κύκλος» αλλά το νόημα εγκλωβίστηκε στο χώρο που περικλείει η συνεχής κλειστή γραμμή του. Κρίμα.

Ο κύκλος (The Circle) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Ιουλίου 2017 από την Spentzos Films
Περισσότερα... »

Το μπαρ (El bar) PosterΤο μπαρ
του Álex de la Iglesia. Mε τους Blanca Suárez, Mario Casas, Carmen Machi, Secun de le Rosa, Jaime Ordóñez, Terele Pávez, Joaquín Climent, Alejandro Awada


«Κάποια βραδιά στο μπαρ το ναυάγιο...»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Και αν ο κίνδυνος βρίσκεται μέσα στο μπαρ;

Álex de la Iglesia: μορφάρα. Πολύ ενδιαφέρουσα και ιδιάζουσα περίπτωση σκηνοθέτη, που τιμά το ισπανικό σινεμά. Ο γεννημένος στις 4 Δεκεμβρίου του 1965 δημιουργός έχει ήδη πίσω του 12 μεγάλου μήκους ταινίες μυθοπλασίας, ένα ντοκιμαντέρ για τον Lionel Messi (!!!) και μπόλικες μικρού μήκους ταινίες. Από το μεγάλου μήκους ντεμπούτο του, το φοβερό και τρομερό «Acción mutante» (1993), κάτι μεταξύ πρώιμου Almodovar και πρώιμου Peter Jackson, έχει χαράξει τον δικό του, ιδιαίτερο δρόμο. Η τελευταία ταινία του που είδαμε εμπορικά στη χώρα μας ήταν το «Η τελευταία ακροβάτις της Μαδρίτης» (Balada triste de trompeta, 2010) – το τραγούδι που έδωσε τον πρωτότυπο τίτλο στην ταινία, το έχω ακόμα στο μυαλό μου: απίστευτη τραγουδάρα! Και πολύ σημαντική ταινία! Όσοι δεν την έχετε δει, να σπεύσετε. Μια χαρά θα σας μπάσει στο σύμπαν του Álex. Από τότε ο καλτ Ισπανός σκηνοθέτης έχει γυρίσει άλλες τρεις ταινίες μυθοπλασίας και το ντοκιμαντέρ που λέγαμε, ταινίες που δεν είδαμε στη χώρα μας.

Το μπαρ (El bar) Quad Poster
Την τέταρτη από το 2010 και τελευταία του ως τώρα ταινία την είδαμε στη Berlinale στο επίσημο τμήμα, όπου συμμετείχε εκτός συναγωνισμού. El Bar λοιπόν. Μια ταινία που στο πρώτο τριήμερο εξόδου της στην Ισπανία την είδαν 150 χιλιάδες άνθρωποι κι έχει κάνει συνολικές εισπράξεις στη χώρα της, οι οποίες ξεπερνούν τα 3 εκατομμύρια δολάρια. Ο de la Iglesia ετοιμάζει ως επόμενη ταινία του την ισπανική εκδοχή στο ιταλικό «Perfetti sconosciuti» του οποίου την ελληνική εκδοχή - αντιπατάρα, το Τέλειοι ξένοι, το είδαμε φέτος από τον Θοδωρή Αθερίδη. Θα δούμε και το ιταλικό πρωτότυπο σε λίγες βδομάδες! Ελπίζω ο Álex de la Iglesia να μην κάνει αντιγραφή αλλά να προσθέσει λίγη από τη δημιουργική τρέλα του και να δώσει κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Γιατί μπορεί.

Η υπόθεση: Είναι ένα πρωινό, φαινομενικά όπως όλα τα άλλα, σε ένα συνηθισμένο μπαρ στο τουριστικό κέντρο της Μαδρίτης. Μέσα στο μπαρ υπάρχουν οι τακτικοί θαμώνες, η ιδιοκτήτρια, ένας υπάλληλος και τυχαίοι περαστικοί. Ξαφνικά, μπαίνει στο μπαρ ένας χοντρός κύριος, που ψάχνει απεγνωσμένα για την τουαλέτα. Κάτι δεν πάει καλά με αυτόν: το πρόσωπό του είναι παραμορφωμένο και ο ίδιος είναι ιδρωμένος. Λίγο μετά την είσοδό του, ο πρώτος πελάτης που πάει να βγει από το μπαρ, πυροβολείται! Όσοι είναι μέσα στο μπαρ, έντρομοι, προσπαθούν να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει! Ένας δεύτερος θαμώνας, που θέλει να βοηθήσει τον πρώτο πυροβολημένο, βγαίνει επίσης από το μπαρ και πυροβολείται κι αυτός! Οι εγκλωβισμένοι ουσιαστικά στο μπαρ, τα χάνουν! Μα τι ακριβώς συμβαίνει; Ο ένας τα βάζει με τον άλλο, λογομαχούν, μαλώνουν. Κι ενώ «τρώγονται» μεταξύ τους, χωρίς να το καταλάβουν, τα δύο πτώματα των πυροβολημένων εξαφανίζονται μυστηριωδώς! Κι όχι μόνον αυτό: τα κινητά όσων είναι μέσα στο μπαρ δεν έχουν σήμα, στην περιοχή δεν κινείται απολύτως τίποτα και η τηλεόραση στις ειδήσεις μιλάει για αποκλεισμό στην περιοχή λόγω ενός ατυχήματος. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Θα μπορέσουν να επιβιώσουν οι θαμώνες; Και με ποιον τρόπο;

Η άποψή μας: Ο de la Iglesia είναι μάστορας του να παρουσιάζει κάτι πολύ σοβαρό ως εξευτελιστικά διασκεδαστικό! Σαν να ακυρώνει με έναν μαγικό τρόπο την πολιτική ορθότητα και να βαράει κατά ριπάς «προσβολές» προς το βλέμμα του αποσβολωμένου θεατή. Μόνο που, εδώ, στη συγκεκριμένη περίπτωση, μάλλον την πάτησε. Θέλω να πω, και πάλι ενδιαφέροντα πράγματα έχει να πει. Αλλά να μωρέ, σαν να έχει χάσει λίγο την αιχμηρότητά του. Σαν να ήθελε να το παίξει λίγο safe. Στην αρχή της ταινίας κι ενόσω δεν μας δίνεται κάποια απτή εξήγηση για το για ποιον λόγο πυροβολούνται οι θαμώνες του συγκεκριμένου μπαρ σαν τα κοτόπουλα, νιώθουμε ότι παρακολουθούμε κάτι σαν μια εντελώς meta εκδοχή του «Εξολοθρευτή άγγελου»! Οι θαμώνες δεν μπορούν να βγουν – είναι εγκλωβισμένοι στο μπαρ και δεν ξέρουν γιατί! Όταν όμως μας δίνεται η εξήγηση που μας δίνεται (δεν θα κάνω σπόιλερ, προς Θεού να πούμε), είναι τόσο downer όλο αυτό που σε χαλάει.

Αντί δηλαδή ο σκηνοθέτης να εμμείνει σε ένα μεταφυσικό whodunnit and why, επιλέγει τη ρασιοναλιστική οπτική των πραγμάτων, για να μην χάσει το μεγάλο κοινό. Η αλήθεια είναι πως... μεγάλο κοινό δεν είχαν ποτέ οι ταινίες του (κάτι που μάλλον δεν θα αλλάξει ούτε με αυτήν) αλλά τέλος πάντων! Το να μας δείχνει υπονόμους γεμάτους σκατά στους οποίους πρέπει να βυθιστούν καθωσπρέπει (αλλά όχι μόνον...) εκπρόσωποι της αστικής δημοκρατίας, εντάξει, έχει το χαβά του. Αλλά δεν μας λέει κάτι πέρα από τα προφανή. Ότι δηλαδή σε μια κρίσιμη κατάσταση συμβαίνουν ταυτόχρονα και αδιαίρετα και το «ο θάνατός σου η ζωή μου» και το «πάμε όλοι μαζί παιδιά, θα τα καταφέρουμε». Και εγωισμός και αίσθημα αυτοσυντήρησης αλλά και συλλογική προσπάθεια και αλτρουισμός. Κοιτάζει με τον φακό του τους ήρωές του σαν να τσεκάρει πειραματόζωα. Και βέβαια, οι αναφορές του και η... επίδειξη βιρτουοζιτέ είναι... too much, έρχονται και μπουκώνουν το όλο σύνολο και ο θεατής, ενώ μάλλον γουστάρει, νιώθει και μια.. βαρυστομαχιά στα μάτια!

Οι λάτρεις του σκηνοθέτη μάλλον δεν θα μείνουν ικανοποιημένοι, ίσως πάντως να προσθέσει νέους φίλους του έργου του. Εμείς, αν κάτι πρέπει να διαλέξουμε και να ξεχωρίσουμε από την ταινία είναι η θεάρα Blanca Suárez, που παίζει την Ελένα. Η σκηνή όπου, φορώντας μόνο τα κατάλευκα εσώρουχά της, πασαλείβεται με λάδι προκειμένου να... γλιστρήσει και να χωρέσει από μια τσιμεντένια τρύπα, η οποία οδηγεί από το υπόγειο του μπαρ, στο αποχετευτικό σύστημα της Μαδρίτης, προκαλεί μεγάλο, εθνικό ξεσηκωμό! Το ξέρω ότι το παραπάνω σχόλιο είναι σεξιστικό και σωβινιστικό. Σταυρώστε με! Σαν τον... Χριστό (τύπου) τύπο, που είναι εις εκ των πρωταγωνιστών της ταινίας – εκείνος που «προβλέπει» κακά μαντάτα και βρίσκεται συνέχεια με έναν... κακό και δυσοίωνο λόγο στο στόμα...

Το μπαρ (El bar) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 13 Ιουλίου 2017 από την Weird Wave
Περισσότερα... »

Icarus PosterΣυνεχίζονται κάτω από καθεστώς άκρας μυστικότητας τα γυρίσματα της νέας δημιουργίας του ακάματου Woody Allen, Wonder Wheel, μιας και ελάχιστες πληροφορίες έχουν διαρρεύσει από την παραγωγή του. Πέραν των γνωστών δεδομένων, πως ανάμεσα στο καστ συμπεριλαμβάνονται ονόματα του βεληνεκούς της Kate Winslet, του Justin Timberlake, της Juno Temple και του James Belushi, δεν υπάρχουν περαιτέρω πληροφορίες γύρω από την πλοκή του φιλμ, εκτός του γεγονότος πως λαμβάνει χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στο Κόνι Άιλαντ της Νέας Υόρκης και στην αφήγηση του περιπλέκονται χαρακτήρες ιδιαίτεροι, εραστές, προδότες και γκάνγκστερς. Μια μικρή διαρροή, καθώς εντός ολίγου αναμένεται να κυκλοφορήσει το επίσημο τρέιλερ του νέου έργου του πολυβραβευμένου κινηματογραφιστή, επιφύλασσε απόψε η Amazon που έχει αναλάβει τα ηνία του πρότζεκτ, δίνοντας στην δημοσιότητα τις δύο πρώτες φωτογραφίες των βασικών αστέρων του, της τιμημένης με Όσκαρ Βρετανίδας και του χαρισματικού ποπ σταρ, που εδώ αλλάζει το ίματζ του ολοκληρωτικά σε σχέση με όσα μας είχε δείξει στο παρελθόν. Δεν είναι τυχαίο πως ήδη οι σχετικές Ακαδημαϊκές λίστες περιλαμβάνουν την Winslet, ακόμη κι αν η επίσημη κυκλοφορία του φιλμ, απέχει περίπου πέντε μήνες από σήμερα.

Wonder Wheel Movie Justin Timberlake

Wonder Wheel Movie Kate Winslet

Επίσημα η νέα ταινία του Woody Allen, Wonder Wheel, έχει προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει στις αίθουσες στις αρχές του Δεκέμβρη 2017.
Περισσότερα... »

Icarus PosterΗ αλήθεια είναι το τελευταίο απαγορευμένο υποκατάστατο! Ελάχιστοι πρέπει να είναι οι φίλοι του κλασσικού αθλητισμού, που δεν έχουν γνώση για το σκάνδαλο ντόπινγκ που στιγμάτισε τον κραταιό Ρωσικό αθλητισμό κατά την τελευταία τριετία, με αποκορύφωμα τον οριστικό ντροπιαστικό αποκλεισμό της χώρας, τόσο από τους Ολυμπιακούς αγώνες του Ρίο, όσο και από τα κατοπινά μεγάλα αθλητικά ραντεβού. Με αυτό το μοναδικό στα χρονικά φαινόμενο, όπου ένας ολόκληρος κρατικός μηχανισμός απασχολήθηκε σύμφωνα με την Διεθνή Ομοσπονδία με την σωματική βελτίωση των αθλητών, χρησιμοποιώντας μη επιτρεπόμενες αναβολικές ουσίες, ασχολείται το διεισδυτικό ντοκιμαντέρ του κινηματογραφιστή και ερασιτέχνη ποδηλάτη Bryan Fogel, Icarus. Ο ντοκιμαντερίστας έρχεται σε επαφή με τον Δόκτορα Γκριγκόρυ Ροτσένκοφ, Ρώσο επιστήμονα που κατείχε ξεχωριστή θέση στο πρόγραμμα ελέγχου αντιντόπινγκ της χώρας του, μέχρι την στιγμή που θα αποκαλυφθεί μέσα από αμέτρητες κλήσεις στο Skype, πως εκείνος βρισκόταν στο επίκεντρο του κρατικής επιχορήγησης προγράμματος. Η αποδοχή του να ανοίξει τα χαρτιά του και να αποκαλύψει το τι πραγματικά συνέβη καθιστά την ταινία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, ειδικά με τον τρόπο που ο γιατρός δίνει την δική του διάσταση στα περίπλοκα γεγονότα που έλαβαν χώρα και κάτω από την δική του εποπτεία.

Icarus Movie

Πρόκειται δηλαδή για μια στιγμή θυσίας προς όφελος της αλήθειας από τον Ρώσο επιστήμονα, δίνοντας την εντύπωση πως ακόμη κι αν έσφαλε θα κάνει τα πάντα για να βγουν όλα τα παράνομα δεδομένα στην φόρα. Το Icarus μας τοποθετεί υπό αυτή την έννοια στο επίκεντρο μιας διεθνούς συνωμοσίας, ενός μυστηριώδους κυνηγητού της γάτας με το ποντίκι, όπου ένας λανθασμένος υπολογισμός, μπορεί να έχει σαν κόστος τις απώλειες ανθρώπινων ζωών.

Στις δικές μας αίθουσες? Απίθανο...

Περισσότερα... »

The Dark Tower PosterΔεν σκοτώνω με το πιστόλι μου, σκοτώνω με την καρδιά μου! Μια από τις πιο ονομαστές νουβέλες, που έχουν ξεπηδήσει από την έμπνευση του διασημότερου συγγραφέα των τελευταίων δεκαετιών, του ενός και μοναδικού Stephen King, μεταφέρεται στην μεγάλη οθόνη για να αποτελέσει μια από πλέον αναμενόμενες περιπετειώδεις στιγμές της χρονιάς. Το The Dark Tower μας ταξιδεύει σε έναν μελλοντολογική Άγρια Δύση, εκεί που ο τελευταίος των γνήσιων πιστολέρο Ρόλαντ Ντεσέιν, στην διαρκή του αναζήτηση για τον Σκοτεινό Πύργο που θα του δώσει την ικανότητα να σώσει τον κόσμο από την καταστροφή, έρχεται σε μόνιμη αντιπαράθεση με τον αιώνιο εχθρό του Άνθρωπο με τα Μαύρα. Η διασκευή για την μεγάλη οθόνη φέρει την σκηνοθετική σφραγίδα του Δανού Nikolaj Arcel, που προηγούμενες δουλειές του έχουν υπάρξει τα King's Game, Island Of Lost Souls, Truth About Men και το πιο γνωστό στα δικά μας μέρη A Royal Affair. Το σενάριο ανήκει στον ίδιο, σε συνεργασία με τους έμπειρους Akiva Goldsman, Anders Thomas Jensen και Jeff Pinkner. Η Sony που ευελπιστεί την παρούσα ταινία της να ακολουθήσουν και οι επόμενες έξι υπαρκτές συνέχειες του πονήματος του King, μόλις κυκλοφόρησε το διεθνές της τρέιλερ που διαλαλεί την έξοδο του έργου στις αίθουσες στις 4 Αυγούστου, για την Αμερική και δύο εβδομάδες κατοπινά σε όλες τις μεγάλες αγορές του κόσμου.

The Dark Tower Movie

Με τον πλέον διαφημισμένο Βρετανό αστέρα της εποχής μας, Idris Elba, στον κεντρικό ρόλο του πιστολά, η επιτυχία μοιάζει λίγο πολύ δεδομένη, πόσο μάλλον όταν απέναντι του βρίσκει τον Τεξανό Matthew McConaughey, στο στήσιμο μιας μονομαχίας βγαλμένης από τα πιο σπουδαία γουέστερν. Το διεθνές καστ επίσης συμπληρώνουν και οι Abbey Lee, Jackie Earle Haley, Fran Kranz, Tom Taylor, Katheryn Winnick, Alex McGregor, Nicholas Hamilton, Claudia Kim, Michael Barbieri.

Στις δικές μας αίθουσες? Ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί!

Περισσότερα... »

Spider-Man: Επιστροφή στον τόπο του (Spider-Man: Homecoming) PosterSpider-Man: Επιστροφή στον τόπο του
του Jon Watts. Με τους Tom Holland, Michael Keaton, Jon Favreau, Zendaya, Donald Glover, Tyne Daly, Marisa Tomei, Robert Downey Jr.


Η επίθεση της Under 20
του zerVo (@moviesltd)

Όσο και να υποστηρίζει ο κάθε γονιός, πως όλα του τα παιδιά τα αγαπάει εξίσου το ίδιο, υπάρχει εκείνη η λεγόμενη αδυναμία, που κάνει την μικρή, την ελάχιστη διαφορά, γέρνοντας την πλάστιγγα της αγάπης υπέρ του ενός. Στην περίπτωση της Marvel, αυτή η αδυναμία εμφανώς αφορά στην περίπτωση του Ανθρώπου Αράχνη και πολύ λογικά θα έλεγα, αφού είναι εκείνος που πρώτος έσυρε επίσημα τον κινηματογραφικό Avengerικό χορό, ανοίγοντας διάπλατα τον δρόμο της επιτυχίας στην ερυθρόλευκη φίρμα των κόμικ. Εξίσου λογική και η επιμονή του στούντιο στην ανάπλαση της φιγούρας του, για τρίτη φορά μέσα σε δύο δεκαετίες, μετά από το εισαγωγικό τρίπτυχο πρότζεκτ του Raimi και το Amazing δισέλιδο ριμπούτ του Marc Webb, που αυτή την φορά μας την σερβίρει με έναν τρόπο διαφορετικό, άλλο, φέρελπι μεν, αλλά όχι και τόσο πειστικό, όπως οι προηγούμενοι.

Spider-Man: Επιστροφή στον τόπο του (Spider-Man: Homecoming) Wallpaper
Έχοντας τεθεί κάτω από την αιγίδα του μέντορα του Τόνι Σταρκ, ο 16χρονος πιτσιρικάς Νεοϋορκέζος, Πίτερ Πάρκερ, καλείται να προσαρμοστεί στα καινούργια για εκείνον δεδομένα, που έχουν να κάνουν με τις ειδικές αναρριχητικές ικανότητες που διαθέτει. Και πως φυσικά μπορεί να τις εκμεταλλευτεί για να καταπολεμήσει το κοινό έγκλημα που μαστίζει τους δρόμους της μεγαλούπολης, δράση του που τον έχει καταστήσει σαν ήρωα στα μάτια των συνομηλίκων του. Σε καμία περίπτωση ο ορφανός έφηβος δεν επιθυμεί να αποκαλυφθεί η μυστική ταυτότητα του κρυφού εαυτού του, του Σπάιντερμαν, ακόμη κι αν κάτι τέτοιο γνωρίζει πολύ κακά πως θα τον μεταβάλλει σε δημοφιλή, από αφανή στην σχολική του συντροφιά.

Πέρα από τις απειλές που εύκολα ή δύσκολα, χάρη στην ταχύτητα και τα όπλα που του παρέχει η made by Iron Man στολή του, καταφέρνει να αποσοβήσει ο Σπάιντυ, στον ορίζοντα διαφαίνεται μια ακόμη μεγαλύτερη, που και ο ίδιος γνωρίζει πως ενδεχόμενα να ξεπερνά τις δυνάμεις του. και που δεν είναι άλλη από την δράση του παρανοϊκού εγκληματία και άριστου γνώστη της τεχνολογίας, Άντριαν Τουμς, που εκτός από το πανίσχυρο ντύμα του φτερωτού ρομπότ που έχει ο ίδιος δημιουργήσει, μαζί με την ομάδα του έχει τελειοποιήσει ένα καταστροφικό υπερόπλο, που έναντι αδράς αμοιβής είναι αποφασισμένος να ρίξει στην μαύρη αγορά.

Τυπικής εξέλιξης και διαδρομής, με όλες τις προηγούμενες υπερηρωικές προτάσεις της Marvel είναι και η παρούσα, που αποτελεί μέρος του τρίτου εν εξελίξει κύματος, που χωρίς πολύ κόπο είναι η αλήθεια, σαρώνει χάρη στην φαντασμαγορία που προσφέρει αφειδώς, τα παγκόσμια box offices. Η νέα εκδοχή του Πίτερ Πάρκερ τον μπάζει ακόμη περισσότερο μέσα στην σχολική ποδιά, μιας και (όπως είδαμε στην πρόσφατη κόντρα Iron Man vs Captain America) είναι πολύ πιο μπόμπιρας από τους προκατόχους του, με την έννοια πως τείνει πιότερο προς την μόστρα του τινέιτζερ, παρά του προενήλικα. Χάρη σε αυτή του την ιδιομορφία, στηρίζεται και η εκπαιδευτικού βατήρα, μα με ρομαντικές προεκτάσεις, υποιστορία του μαθητικού δεκάθλου γνώσεων, που κάνει τον Σπάιντερμαν να σκιρτά για τα λατίνα ματάκια της όμορφης συμμαθήτριας (η νεαρή σταρ Zendaya Coleman δηλαδή) και συμπαίκτριας στην κοινή ομάδα...

...που πέρα από το συναισθηματικά φορτισμένο κομμάτι της πλοκής, φτιάχνει, εκείνη την ώρα που η δράση βαραίνει, λίγο πριν περάσουμε στην τελική και πιο εκρηκτική πράξη του φιλμ, μια εντελώς αναπάντεχη ανατροπή, από εκείνες που δύσκολα ο θεατής θα μπορούσε να προβλέψει. Είναι άλλωστε και η μοναδική στιγμή που μπορεί να δικαιολογηθεί η συνύπαρξη οκτώ (8 παρακαλώ!) σεναριογράφων στην σκριπτική κομπανία του Homecoming, αφού δεν παρέδωσαν δα και στον ντιρέκτορα Jon Watts που ανέλαβε το αναγεννησιακό έργο, κανένα θαύμα εμπνεύσεως.

Το φιλμ κατά κύριο λόγο στηρίζεται πάνω σε δύο άξονες. Ο ένας είναι ο προφανής, τα πανάκριβα ειδικά εφέ, που κόβουν ανάσες, με την σεκάνς που λαμβάνει χώρα στον ποταμό Χάτσον να κρίνεται ως ανθολογική, στην κινηματογραφική ιστορία των διασκευών της Marvel. Πραγματικό επίτευγμα οφθαμαπάτης, με έντονα αγωνιώδεις επεκτάσεις, που εντέλει μας δείχνει και τις περιορισμένες τωρινές δυνατότητες ενός ταλαντούχου, μα ακόμη όχι ολοκληρωμένου super hero, που σταδιακά εξελίσσεται. Η τελική σκηνή, σαν σε κόπια της αντίστοιχης στον δεύτερο Spiderman του 2004, δεν διαθέτει τον ίδιο εντυπωσιασμό, ούτε εκμεταλλεύεται την παρουσία του ενός και μοναδικού Michael Keaton, που εδώ πετάει τα φτερά του Birdman για να φορέσει εκείνα του Vulture, έχοντας φανερά την εμπειρία δεκαετιών στην έκφραση του, από την απόδοση - σε δύο τεύχη μάλιστα - του πουλέν της μισητής αντιπάλου DC Comics, Σκοτεινού Ιππότη.

Γλαφυρά κινούμενος και με έντονο χιούμορ σε κάθε του βήμα, ο καινούργιος Spider Man αναμφίβολα ικανοποιεί τους αμέτρητους φανς της σειράς, έχοντας στο επίκεντρο του σαν δυνατό του χαρτί, τον άριστα δεμένο με τον χαρακτήρα του Tom Holland, που λειτουργεί σαν το δεύτερο σταθερό θεμέλιο στο κτίσιμο της περιπέτειας. Καταπληκτικός ο νεαρός Βρετανός, εντελώς ξέχωρος από τις πολύ πιο σοβαροφανείς περιπτώσεις των Maguire και Garfield, δείχνει πως η Marvel έχει κτυπήσει διάνα με την επιλογή του, για να φορέσει την κοκκινομπλέ ολόσωμη φόρμα του εντόμου. Ραμμένη και κομμένη στα μέτρα του από τα χέρια του αινιγματικού (και πάλι) Rob Downey, που τον έχει υπό την προστασία του, καρτερώντας σαν ανταπόδοση την συμμαχία του, αν και εφόσον συνεχιστεί η φιλμική ρήξη με τον Ασπίδα. Που ο εδώ ήρωας μας, ούτε ζωγραφιστό δεν επιθυμεί να τον βλέπει. Έχουμε δρόμο μπροστά. Ελπίζουμε ενδιαφέροντα εξίσου...

Spider-Man: Επιστροφή στον τόπο του (Spider-Man: Homecoming) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Ιουλίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »



Ελληνικό Box Office 6 - 9 Ιουλίου 2017 by OPTOMA


Φιλμ
Διανομή
Wks Αίθουσες
4ήμερο Ελλάδας
Σύνολο Ελλάδας
1
Spider-Man: Homecoming
Feelgood Ent.
1
160
41.556
41.556
2
The Beguiled
UIP
1
46
17.808
17.808
3
L'Ora Legale
Seven Films
2
16
8.961
35.109
4
Cars 3
Feelgood Ent.
4
62
6.614
135.552
5
Che bella giornata
Spentzos Films
1
12
6.302
6.302
6
How to Be a Latin Lover
Tanweer
1
24
4.248
4.248
7
Tarde para la ira
Weird Wave
2
14
4.188
10.395
8
Hampstead
Odeon
1
11
3.163
3.163
9
Going In Style
Tanweer
3
18
2.979
37.207
10
Transformers:
The Last Knight
UIP
3
24
2.128
40.662


Περισσότερα... »

Η Αποπλάνηση (The Beguiled) PosterΗ Αποπλάνηση
της Sofia Coppola. Με τους Colin Farrell, Nicole Kidman, Kirsten Dunst, Elle Fanning, Angourie Rice, Oona Laurence, Emma Howard, Addison Riecke


Η άλλη όψη του νομίσματος
του zerVo (@moviesltd)

Είναι 1971 και λίγο πριν καταπιαστεί με το σίριαλ του Dirty Harry, ο σκηνοθέτης Don Siegel μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το φημισμένο μυθιστόρημα του Thomas Cullinan, The Beguiled, που μόλις πέντε χρόνια πριν είχε αποτελέσει δυνατό μπεστ σέλλερ, με πρωταγωνιστές τον αγέρωχο Μπλοντ και την Οσκαρούχα Geraldine Page. Ένα δράμα πολεμικό, με κοινωνικές προεκτάσεις, όπου ο βασικός χαρακτήρας της πλοκής, poy βέβαια ενσάρκωνε ο Clint, είναι το θύμα μιας φράξιας απομονωμένων, λόγω των αιματηρών ταραχών, γυναικών. Κοντά μισό αιώνα μετά, η κόρη Coppola παίρνει το πρωτότυπο θέμα και το αναλύει από την αντίθετη ακριβώς σκοπιά, αποκαλύπτοντας μέσα από την σπουδαίου ταλέντο δημιουργική της ματιά, την άλλη όψη, του ίδιου νομίσματος...

Η Αποπλάνηση (The Beguiled) Wallpaper
1864. Η Αμερική για τρίτο συνεχόμενο χρόνο μαστίζεται από την εμφύλια σύρραξη, που έχει αποφέρει τον θάνατο περισσότερων του ενός εκατομμυρίου ψυχών, στρατιωτών και πολιτών. Την ώρα που στρατιές των Γιάνκηδων περικυκλώνουν τον Νότο, ένας μαχητής της Ένωσης, βαρύτατα τραυματισμένος, θα βρεθεί μακριά από την διμοιρία του, χαμένος στα ελώδη δάση της Βιρτζίνια, καρτερώντας τον θάνατο του. Σαν από θαύμα, μια νεαρή κοπέλα θα τον ανακαλύψει σχεδόν σε κωματώδη κατάσταση και αψηφώντας τον κίνδυνο θα τον κουβαλήσει ολομόναχη στο σπίτι που διαμένει, για να του προσφερθούν οι πρώτες βοήθειες. Εκεί, στο Παρθεναγωγείο που εσώκλειστες, πλην ασφαλείς από τα πυρά των μαχών, παραμένουν ελάχιστες, ούτε μια χούφτα, μαθήτριες, που εκτός από τις αρχές της οικοκυρικής, διδάσκονται και τους ηθικούς κανόνες, κάτω από την αυστηρή επίβλεψη της Κυρίας Μάρθα Φάρνσγουορθ.

Η έλευση του όμορφου δεκανέα Τζον Μακ Μπάρνευ στο νεοκλασικό σπίτι / κολέγιο, θα σημάνει αυτόματα συναγερμό για όλες τις θηλυκές υπάρξεις που ζουν μέχρι ώρας φιλήσυχα και ακολουθώντας θρησκευτικά πρωτόκολλα συμβίωσης. Τόσο γιατί πρόκειται, όπως προδίδει η μπλε στολή του, για έναν δεδηλωμένο εχθρό, που οι φήμες αναφέρουν πως οι σύντροφοί του, έχουν προβεί σε ανείπωτες θηριωδίες κατά του άμαχου πληθυσμού. Όσο όμως γιατί όλες τους, από την εφηβικής ηλικίας μικρότερη, μέχρι την μεσήλικη διευθύντρια, γοητεύονται από την παρουσία ανάμεσα τους ενός άντρα, που αυτόματα ξυπνάει μέσα τους, ερωτικά ένστικτα.

Συνεπώς η πρώτη αντίδραση, εντελώς αντίθετη με την κοινή λογική, της γυναικείας ομήγυρης, θα είναι αφού ο ξένος - ανεπιθύμητο επισκέπτη θα τον αποκαλέσουν αρχικά - γιάνει και σταθεί πάλι στα πόδια του, να μην τον καταδώσει στους φαντάρους της Συνομοσπονδίας, αλλά να τον κρύψουν εντός του απόμερου κτιρίου, δίνοντας του την ευκαιρία να σωθεί. Σταδιακά όμως, εκείνος θα εισβάλλει ολοένα και περισσότερο στην ενεργή καθημερινότητα του κοινόβιου, συνεπώς τα σκιρτήματα των κοπελούδων, θα δώσουν την θέση τους στα μυστικά φλερτ, που άμεσα θα σημάνουν υποβόσκουσα διαμάχη, για το ποια από όλες πιθανότατα θα κερδίσει την καρδιά του Δεκανέα.

Για όσους θυμούνται την ταινία του Siegel, το κοινό στοιχείο με την παρούσα περίπτωση περιορίζεται μόνο στην βασική σεναριακή ιδέα, αφού ναι μεν τα πάντα κυλούν περίπου πανομοιότυπα, η απόδοση τους όμως, δίνεται από το κιάλι το θηλυκό, το αδύναμο που λέγαμε μια φορά κι έναν καιρό, πριν την σκυτάλη στον προσδιορισμό πάρει η λέξη ωραίο. Πίσω από τους στιβαρούς τοίχους του ελληνικής αρχιτεκτονικής γιγάντιου κτιρίου, που περιβάλλεται από έναν αναλόγου μεγέθους κήπο, οι μικρές κυρίες, όμως, ενορχηστρωμένες άριστα από την μέντορα τους, έχουν διδαχθεί εκτός από το βελόνι και την κλωστή, το πως να παίρνουν στα χέρια τους καταστάσεις δύσκολες και επικίνδυνες, λειτουργώντας όλες μαζί, σαν μια γροθιά. Ενότητα που θα τεθεί σε αμφιβολία με την έλευση του ευειδή Βόρειου φαντάρου, ενόσω καθεμιά τους, ακόμη και εκείνες που η ηλικία δεν το επιτρέπει, θα ριχτούν ανταγωνιστικά στον στίβο της διεκδίκησης. Ή μήπως απλά πρόκειται για μια μικρή δοκιμασία, μια διαβολή, που η ανώτερη δύναμη έστειλε για να τσεκάρει την αλληλεγγύη και την συνοχή της ομάδας, που τόσο καιρό εσώκλειστη μοιάζει καλά προετοιμασμένη για τέτοιου είδους απειλές?

Όπως συμβαίνει στις περισσότερες ταινίες της Sofia Coppola έτσι κι εδώ αποξαρχής διαφαίνεται το βασικό στοιχείο της δημιουργικής της πλεύσης. Η θυγατέρα του F.F. είναι και η πρώτη μαστόρισσα στο κτίσιμο ατμόσφαιρας κι αυτό ακριβώς πετυχαίνει ακολουθώντας ένα σταθερό τέμπο αφήγησης, τυλίγοντας τον μικρόκοσμό της με ένα πανέμορφης αισθητικής περιτύλιγμα νότιας σαβάνας και ανεβάζοντας το κλειστοφοβικό συναίσθημα, στέλνοντας την κάμερα της να κινηθεί διαρκώς ανάμεσα σε σκιές, ημιφωτισμένους με κεριά διαδρόμους, σε μόλις δύο, τρία δωμάτια, του θηριώδους αρχοντικού. Ψίθυροι, θροΐσματα, φυσικοί εξωτερικοί ήχοι, από τζίτζικες μέχρι μακρινές εκρήξεις των πυροβόλων, σταδιακά εναλλάσσουν το μοτίβο, που από ρομαντικά χαριτωμένο, θα μεταβληθεί σε μακάβριο θρίλερ στην δεύτερη και σημαντικότερη πράξη του δράματος.

Εκεί που οι χαρακτήρες, αναλυμένοι από το σκριπτ μέχρι πόντου, παίρνουν φωτιά και δεν ακολουθούν πλέον το πολιτικά ορθό της διδαχής. Επτά, οκτώ περσόνες, όχι παραπάνω, που στήνουν έναν τραγικό χορό με δύο προφανείς αντιπάλους: Τα φορέματα ενάντια στην στολή. Τα φουρό κόντρα στο περίστροφο. Την δεδομένη ερωτική ανάγκη αντίθετα στην υπαρκτή ευκαιρία της λαγνείας. Δεν είναι τύχη, είναι κατόρθωμα που η Coppola παίρνει από όλους τους συμμετέχοντες στο πόνημα της, το εκατό τοις εκατό των δυνατοτήτων του, στην απόδοση των ρόλων. Από την Kidman, που 27 χρόνια τώρα, αποτελεί εγγύηση, ακόμη και σε τόσο απαιτητικές παραστάσεις, στην ενσάρκωση της (ζωντο)χήρας που έχει να νιώσει δεκαετία και βάλε αντρικό χάδι, ως την Dunst που ονειρεύεται την στιγμή που ο πόλεμος θα σωθεί κι εκείνη θα καταφέρει να αποδράσει από τον βάλτο του Νότου και την απίστευτα ελκυστική Fanning, που μπορεί να κρατά για πάρτη της πιο αδύναμο συγκριτικά ρόλο, τον ισοσκελίζει με το σεξ απίλ του τρόπου που ρίχνει στο μάγουλο την μπούκλα. Καταλύτης της σχέσης που διαταράσσεται ο ιδανικά κασταρισμένος Colin Farrell, με ιδανικό χρόνο εμφάνισης του στις σεκάνς, δεν αναπλάθει την μορφή του Eastwood, αλλά ενός διαφορετικού αρσενικού, που βρίσκει στο πουθενά, πρόσφορο μουντό έδαφος για να το μπογιατίσει με ερωτισμό.

Ο συνδυασμός ρεαλισμού και αλληγορίας, σημασιών που βαδίζουν αντάμα ίσαμε το τέλος, ανάβει τον σπινθήρα για όχι και λίγες μεταφιλμικές συζητήσεις γύρω από το στήσιμο και την έκβαση της μάχης των φύλων. Με το θήλυ να υπερισχύει στην χρονική κατανομή, η προσέγγιση των ερωτηματικών που γεννά το The Beguiled, λογικά, έχουν εκείνο στο επίκεντρο. Που εντέλει στο φινάλε βγήκε κερδισμένο, ηττημένο ή μία η άλλη, δεν συνέβη τίποτα κι όλα είναι όπως πριν? Δύσκολη απάντηση, στην σκέψη πως κάποτε, ομάδα αποτελούσαν οι γυναίκες, αποκλειστικά μέχρι δύο τον αριθμό. Κάτι έχει αλλάξει όμως και αντιφατικά μέσα από το δράμα εποχής, μια άκρως μοντέρνα σκηνοθέτις, φωτογραφίζει με χάρη και φιλμική ικανότητα, τις συνασπιστικές τάσεις του φύλου της, που διέπονται, τόσο απλά, απλούστατα, από λογική και ψυχραιμία.

Η Αποπλάνηση (The Beguiled) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Ιουλίου 2017 από την UIP
Περισσότερα... »

Πώς να γίνεις Λατίνος Εραστής (How to Be a Latin Lover) PosterΠώς να γίνεις Λατίνος Εραστής
του Ken Marino. Με τους Eugenio Derbez, Salma Hayek, Rob Lowe, Kristen Bell, Raquel Welch, Rob Corddry, Michael Cera, Rob Riggle


Μέχικαν Τζίγκολο
του zerVo (@moviesltd)

Ε δεν μοιάζει και τόσο δύσκολο, όσο φαίνεται. Εν αρχή κτίζεις ένα κάποιο κορμί, όχι με τίποτα σπουδαίες φέτες κοιλιακούς ώστε να κλέβουν την παράσταση, απλά να μην κάνει γερή κούρμπα η μπάκα, κατοπινά φροντίζεις το στέρνο να παραμένει επιμελημένα δασύτριχο και στο φινάλε περνάς κάποιες ωρίτσες στον κλίβανο του σολάριουμ για το απαιτούμενο μαύρισμα. Εννοείται πως τελευταίο αφήνεις το μεγάλο σου ατού, το πρόσωπο, που μετά από μια σένια βόλτα από το σπα, είναι λείο, γυαλιστερό, εντέχνως ερυθρόδερμο και τονισμένο από το κοφτερό στις γωνιές του μούσι. Αυτά σε ότι αφορά στην μόστρα, γιατί για την συμπεριφορά απαιτούνται ειδικά μαθήματα. Και ποιος ιδανικότερος για να τα προσφέρει, από έναν επαγγελματία του είδους, που εξασκεί το λειτούργημα, εχμ, κάποιες δεκαετίες τώρα. How To Be A Latin Lover, λοιπόν...

Πώς να γίνεις Λατίνος Εραστής (How to Be a Latin Lover) Wallpaper
Το όνειρο της ζωής του, να αποδράσει από την φτώχεια και την μιζέρια του Μέξικο όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, το έχει πραγματοποιήσει εδώ και κοντά είκοσι χρόνια, ο Μάξιμο, προφέσιοναλ ζιγκολό, που έχει πιάσει την καλή, έχοντας παντρευτεί ζάπλουτη ηλικιωμένη Καλιφορνέζα. Και πραγματικά δεν του λείπει τίποτα, αφού η ημέρα του κυλά μέσα στην χλιδή του παλατιού που τον φιλοξενεί, με τους αμέτρητους βαστάζους να τον γυροφέρνουν για να πραγματοποιήσουν κάθε του προσταγή, τις υπερπολυτελείς κούρσες να παρατάσσονται στην σειρά για να διαλέξει με ποια θα βολτάρει και τα πιο ονομαστά και πανάκριβα λούσα, ρολόγια και στολίδια, να τιγκάρουν τις γιγάντιες ντουλάπες του. Άσε που αν κάποια στιγμή τα κακαρώσει η γιαγιά, όλο και κάποια κληρονομιά θα τσιμπήσει, που θα τον εξασφαλίσει μια για πάντα. Παίζει κάτι να στραβώσει, στον επίγειο παράδεισο που έχει κτίσει ο πονηρός Μάξιμο?

Ε, μόνο αν βρει αγαπητικό η, λίγο πριν διαβεί τον Αχέροντα, κυρία που τον συντηρεί και βάσει του προγαμιαίου συμβολαίου να διώξει τον φουκαρά, πια, Λατίνο από το σπίτι, δείχνοντας του την άγουσα προς την απόγνωση, αφού θα τον πετάξει αδέκαρο στους πέντε δρόμους, να ψάξει αλλού την τύχη του. Καλομαθημένος στα πλούτη και τις ανέσεις, ο Μάξιμο πλέον θα κληθεί να επιβιώσει δίχως αυτές, με το εύστροφο μυαλό του πάντοτε να σκέφτεται το επόμενο μεγάλο κόλπο. Προς το παρόν όμως χρειάζεται να βρει απάγκιο κι απανέμι, οπότε μια χαρά είναι η στρωματσάδα στο φτωχικό διαμέρισμα της (από χρόνια απομακρυσμένης) αδελφής του, που τα βγάζει πέρα δύσκολα, μεγαλώνοντας ολομόναχη ένα δεκάχρονο αγόρι.

Εννοείται λοιπόν πως η Σάρα, ούτε να τον βλέπει, ούτε και να τον φιλοξενήσει επιθυμεί, αλλά το αίμα νερό δεν γίνεται και θα του προσφέρει μια γωνιά στο σπιτάκι της, ελπίζοντας πως σύντομα θα βρει μια δουλειά τίμια και θα ακολουθήσει τον δρόμο της αρετής και όχι της αρπαχτής. Που όμως? Ο Μάξιμο δεν είναι από τα παλικάρια που θα κουβαλήσουν ποτέ τους πηλοφόρι, μα ακόμη και τώρα, που η μπογιά έχει περάσει, καθώς όπου νάναι πενηνταρίζει, θα το ψάξει για μια ακόμη ευκαιρία, να εντοπίσει το θύμα, που θα του πουλήσει τις ερωτικές υπηρεσίες. Ταυτόχρονα όμως, με μπαγαποντιές και παράνομα τρικ, θα βγάλει όσα χρήματα του χρειάζονται για να ακολουθεί, ακόμη και σε συνθήκες δύσκολες, την μεγάλη ζωή, φροντίζοντας να κληροδοτήσει την αποκτημένη πείρα, από τόσα χρόνια "παροχής υπηρεσιών", στο άμαθο, νερντ, ανιψάκι του!

Η τελευταία αυτή υποπλοκή, είναι που ουσιαστικά δίνει στην πιπεράτη και σε αρκετά σημεία της ακατάλληλη για μικρούληδες σινεφίλ κομεντί, έναν χαρακτήρα πανομοιότυπο με εκείνη την πετυχημένη του Bad Santa, όπου στο γλαφυρό επίκεντρο της βρίσκεται ένα τυπικό ρεμάλι, ένας άεργος κανάγιας, που μέσα στην παραζάλη του να γεμίσει τις τσέπες με παράδες πρέπει και να φροντίσει ένα ανήλικο παιδί. Ένα τέτοιο υποδειγματικό λαμόγιο, είναι ο Μάξιμο της ιστορίας μας, που τα θέλει όλα δικά του, φράγκα, πολυτέλειες, αριστοκρατία και λάμψη τριγύρω του, χωρίς κόπο κι αβασάνιστα, άλλωστε ο ίδιος προσφέρει το (πλαδαρό και γεμάτο ραγάδες από την πολυκαιρία0 κορμί του. Δίκαιη η ανταλλαγή? Όχι βέβαια! Ο κουτοπόνηρος Μεχικάνος πάντως, ακόμη κι αν βρεθεί περικυκλωμένος από αδιέξοδα, ποτέ δεν θα τα παρατήσει και θα βρει την άκρη, έστω κι αν χρειαστεί να στενοχωρήσει και τους λιγοστούς ανθρώπους που τον νοιάζονται. Καμία ηθική αναστολή, μηδενικές οι τύψεις.

Σε αυτό το μόνιμα περιστρεφόμενο γύρω από το σεξ μοτίβο, με φόντο το ηλιόλουστο Λος Άντζελες, κινείται η όχι ιδιαίτερων χιουμοριστικών ευρημάτων κωμωδία, που πάντως δεν στερείται ρυθμού, χάρη στον μάμπο αέρα του διασημότερου σύγχρονου Αζτέκου αστέρα Eugenio Derbez (κοψιά αντίγραφο του BB Thornton, μιας και αναφέρθηκα στον Λέρα Άι Βασίλη). Το ζήτημα με τον ισπανόφωνο ηθοποιό, είναι που ήδη, μετά από το εμπορικό χιτ στα μέρη του, No Ce Aceptan Devoluciones, όπου τον πρωτοείδα, δεν μπορώ να φανταστώ πως διαθέτει και άλλο εύρος ρόλων να υποδυθεί. Τουλάχιστον, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων εδώ, που πέφτει στην παγίδα των σιχαμερών ανεκδότων, διατηρεί μια κάποια αξιοπρέπεια, στην απόπειρα του να ανοίξει δρόμους καριέρας και πέρα από τα βόρεια σύνορα του Ρϊο Γκράντ.

Βοήθειες στην προσπάθεια του δεν παίρνει και λίγες, πρωτίστως από την (αδιάφορη ως ρόλο) συμπατριώτισσα του, Salma Hayek, που πέρασε τα πενήντα, αλλά δεν έχει πάρει μέρα πάνω της από την εποχή του Desperado που την γνωρίσαμε, όπως και από το λοιπό σταρικό καστ, που συνθέτουν γνώριμα πρόσωπα όπως η Bell, ο Cordry, η πάλαι ποτέ σεξ σύμπολ Raquel Welch, μα και ο αιώνιος μπέμπι φέις Rob Lowe, που παίζει μια περσόνα δυστυχώς ανεκμετάλλευτη από το σενάριο. Σκριπτ που δεν διεκδικεί τίποτα δάφνες ποιότητας, μα συνολικά δεν κρίνεται και σαν πλήρως απορριπτέο, αφού σε μια δυο περιπτώσεις, όπως του ανατρεπτικού εισαγωγικού κλιπ, ένα χαμόγελο το προκάλεσε με τα καμώματα του ο Λάτιν Λόβερ!

Πώς να γίνεις Λατίνος Εραστής (How to Be a Latin Lover) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Ιουλίου 2017 από την Tanweer
Περισσότερα... »

Ο πιλότος (Kóblic) PosterΟ πιλότος
του Sebastián Borensztein. Mε τους Ricardo Darín, Oscar Martínez, Inma Cuesta


Πόσο δύσκολο είναι να ορθώσεις το ανάστημά σου και να αντισταθείς;
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ιπτάμενος και τζέντλεμαν!

Ο 54χρονος Sebastián Borensztein σπούδασε επιστήμες επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο του Ελ Σαλβαδόρ. Εγραψε και σκηνοθέτησε διάφορες τηλεοπτικές σειρές, μεταξύ άλλων τα «El Garante» (1997) και «Tiempofinal» (2000-2002) - και οι δύο σειρές ήταν υποψήφιες για βραβείο Emmy. Η ταινία του «Η αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό» (Un cuento chino, 2011) έγινε τεράστια επιτυχία στην Αργεντινή με περισσότερους από 1 εκατομμύριο θεατές, ενώ είχε διανομή και στη χώρα μας. Η ταινία απέσπασε το βραβείο Κοινού και το ειδικό βραβείο Rainer Werner Fassbinder στο 60ο Φεστιβάλ της Χαϊδελβέργης.

Ο πιλότος (Kóblic) Quad Poster
«Ο πιλότος» είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Borensztein. Πριν από το «Η αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό» είχε γυρίσει άλλες δύο ταινίες και συγκεκριμένα: «La suerte está echada» (2005) και «Sin memoria» (2010). Στο Koblic συνεργάζεται για δεύτερη φορά με τον φοβερό και τρομερό Ricardo Darín, μετά την εξαιρετική «Αγελάδα...». Η ταινία του (ισπανο-αργεντίνικη συμπαραγωγή) στο κινηματογραφικό φεστιβάλ της Μάλαγα τιμήθηκε με δύο βραβεία: β' ανδρικού ρόλου για τον Oscar Martínez και φωτογραφίας για την σπουδαία δουλειά του Rodrigo Pulpeiro.

Η υπόθεση: 1977, Αργεντινή. Η στρατιωτική δικτατορία αποφασίζει να εκτελέσει πολιτικούς κρατουμένους ρίχνοντάς τους στη θάλασσα από πολεμικά αεροσκάφη. Ο Τόμας Κόμπλικ είναι πιλότος σε μία από τις πτήσεις. Όταν συνειδητοποιήσει τη μοίρα των επιβατών του, θα βρεθεί σε ένα από τα πια πιο αγωνιώδη σταυροδρόμια της ζωής του... Καθώς η δικτατορία απλώνει τα πλοκάμια της σε κάθε σπιθαμή της χώρας, ο Κόμπλικ αποφασίζει να λιποτακτήσει και προσπαθεί να κρυφτεί. Βρίσκει καταφύγιο σε έναν παλιό φίλο του, κάπου στην απέραντη πάμπα της Αργεντινής. Θα εργαστεί για εκείνον ως πιλότος ψεκαστικού αεροπλάνου.

Η παρουσία του, όμως, στη μικρή κοινότητα της περιοχής δεν θα περάσει απαρατήρητη. Ο τοπικός αστυνομικός διευθυντής Βελάρντε θα προσπαθήσει να μάθει περισσότερα για τον Κόμπλικ. Αλλά και η όμορφη και εγκλωβισμένη Νάνσι θα βρει σε αυτόν τον έρωτα και μια πιθανότητα διαφυγής από τη μίζερη και σκληρή πραγματικότητα την οποία βιώνει. Και ο Κόμπλικ θα πρέπει να αποφασίσει: θα συνεχίσει να κρύβεται; Ή θα πάρει την κατάσταση των πραγμάτων στα χέρια του;

Η άποψή μας: Όπως στην Ελλάδα, έτσι και στην Αργεντινή, η βία προέρχεται από την Αριστερά, αν πιστέψουμε στα λεγόμενα του Κυριάκου Μητσοτάκη! Εντελώς τυχαία, βεβαίως, ο φασίστας δικτάτορας Βιλέντα πετούσε από αεροπλάνα στη θάλασσα αριστερούς αντιφρονούντες! Έτσι ώστε ποτέ κανείς να μην μάθει την τύχη τους, να εξαφανιστούν τα πτώματά τους, να είναι σαν να μην πέρασαν ποτέ από τον πλανήτη γη. Σοκ! Το ίδιο που πάθαμε βλέποντας και το αριστουργηματικό ντοκιμαντέρ του Χιλιανού Patricio Guzmán «Το μαργαριταρένιο κουμπί» (El botón de nácar, 2015). Άλλος δικτάτορας εκεί, ο Πινοτσέτ, το ίδιο φασίστας εννοείται και με τις ίδιες πρακτικές, μεταξύ των οποίων σταθερή μία: να πετιούνται αντιφρονούντες αριστεροί από τα αεροπλάνα στη θάλασσα.

Η ταινία του Borensztein εκκινεί από το πραγματικό γεγονός για να αφηγηθεί μια ιστορία μυθοπλασίας. Πώς αντιδράει κάποιος που έχει έστω ένα δράμι ανθρωπιάς επάνω του και βλέπει αυτές τις αγριότητες; Πόσο μάλλον όταν αναγκάζεται να συμμετάσχει σε αυτές; Ο Κόμπλικ του τίτλου αντιστέκεται με το δικό του, μικρό τρόπο (εννοείται ότι δεν σώζει κανέναν, αλλά και πάλι...) και μετά έχει να διαχειριστεί τις τύψεις του. Μέσα σε ένα πλαίσιο όπου όλα τα έσκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά, αποφασίζει να εγκαταλείψει το στρατό, λίγο πριν αποστρατευθεί μάλιστα (άρα, να χάσει προνόμια όπως η σύνταξη) και να κρυφτεί. Να μην συμμετέχει στις αγριότητες αλλά και να μην αντισταθεί ουσιαστικά. Και ναι, σε μια αχανή χώρα όπως η Αργεντινή, υπήρχαν κατά πως φαίνεται μέρη για να κρυφτεί κανείς.

Ο Κόμπλικ πάει κάπου όπου οι άνθρωποι είναι λίγοι και η έκταση γης απέραντη. Περιμένει να περάσει το κακό και μετά να δει τι θα κάνει. Όμως, εννοείται ότι τα πράγματα ποτέ δεν πάνε έτσι όπως τα υπολογίζει κανείς. Από τη μια ο τοπικός φασιστάκος βάζει τη μύτη του για να μάθει τα πάντα για τον Κόμπλικ, από την άλλη ο έρωτας ξεμπλοκάρει τον πιλότο. Που από παθητικό μη ενεργούμενο μετατρέπεται σε θετικό και ουσιαστικό αντιστασιακό. Και εντάξει, από τη στιγμή που τον υποδύεται ο Ricardo Darín, μένεις ήσυχος ότι θα φέρει εις πέρας μια χαρά την αποστολή του. Ο άνθρωπος αποτελεί εγγύηση αξιοπιστίας! Παίζει σε ταινία ο Ricardo Darin; Αποκλείεται να είναι βαλούτα! Θα είναι μια σημαντική ταινία ενώ πολλές φορές θα είναι και αριστούργημα!

Ο καλύτερος ηθοποιός της Αργεντινής συναντά τον σχεδόν ισάξιό του Oscar Martínez (θυμηθείτε τον «Επιφανή πολίτη»), αγνώριστο κάτω από το βαρύ μέικ απ στο ρόλο του γηραιού Βελάρντε και η τριάδα κλείνει με την εξαιρετική Ισπανίδα ηθοποιό Inma Cuesta, στο ρόλο της Νάνσι. Ταινία που έχει πράγματα να πει, ξέρει πως να τα πει για να μην απομακρύνει τους δυνητικούς θεατές της και διαθέτει τα καλύτερα εργαλεία – ηθοποιούς για να τα πει καλά. Τρομερή η διεύθυνση φωτογραφίας (καθόλου... τουριστική), το μουσικό σκορ σου μένει στο μυαλό και η ταινία μετά το πέρας της σε κάνει να νιώθεις ότι δεν έχασες τσάμπα δυο ώρες από το χρόνο σου.

Ο πιλότος (Kóblic) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Ιουλίου 2017 από την Seven Films
Περισσότερα... »

Τι όμορφη μέρα Θεέ μου! (Che bella giornata) PosterΤι όμορφη μέρα Θεέ μου!
του Gennaro Nunziante. Mε τους Checco Zalone, Nabiha Akkari, Ivano Marescotti, Michele Alhaique, Luigi Luciano, Paolo De Vita


Ηλί ηλί λαμά σαβαχθανί (Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες)!!!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Επαναλαμβάνεται άραγε η επιτυχία;

Τον Checco Zalone τον γνωρίσαμε στην Ελλάδα πέρσι το καλοκαίρι. Συγκεκριμένα, στις 28 Ιουλίου του 2016 βγήκε στις ελληνικές αίθουσες η τελευταία (ως τώρα) ταινία στην οποία ήταν πρωταγωνιστής, το περίφημο «Πού πάω Θεέ μου;» (Quo Vado?) σε σκηνοθεσία του... Gennaro Nunziante. Εκείνη η ταινία είχε βγει την Πρωτοχρονιά του 2016 στην Ιταλία και κρατάει το ρεκόρ της πιο εμπορικής ταινίας όλων των εποχών! Και στην Ελλάδα έσκισε! Και συνεχίζει να σκίζει στα βιντεοκλάμπ! Ήταν μια κωμωδία όχι ιδιαίτερα ποιοτική, η οποία όμως πετύχαινε το στόχο της: να κάνει τον θεατή να γελάσει. Και ιδίως στην Ελλάδα εκτιμήθηκε ιδιαίτερα καθώς κατά πως φαίνεται, ισχύει το «ούνα φάτσα ούνα ράτσα»!

Τι όμορφη μέρα Θεέ μου! (Che bella giornata) Quad Poster
Η ελληνική εταιρία διανομής που εξασφάλισε τα δικαιώματα εκείνης της ταινίας (η Σπέντζος Film συγκεκριμένα) αγόρασε και τις προηγούμενες ταινίες του υπερ-επιτυχημένου Ιταλού ηθοποιού (ο οποίος πρωταγωνιστεί στις ταινίες του χρησιμοποιώντας το πραγματικό του όνομα). Έτσι, τώρα βλέπουμε τούτη την ταινία του 2011 και αργότερα μέσα στο καλοκαίρι θα δούμε το «Και ο Θεός να βάλει το χέρι του!» (Sole a catinelle, 2013), εννοείται σε σκηνοθεσία του Gennaro Nunziante! Ο άνθρωπος έχει σκηνοθετήσει τέσσερις μεγάλου μήκους ταινίες όλες κι όλες – τις τέσσερις ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστεί ο Checco Zalone! Την πρώτη τους συνεργασία, το «Cado dalle nubi» (2009) δεν την έχει αγοράσει ακόμα κανένα ελληνικό γραφείο διανομής... Πάντως, η αλήθεια είναι πως ο Zalone έχει τεράστιο σουξέ στη γείτονα χώρα, καθώς κάθε του ταινία σπάζει το ρεκόρ της πιο επιτυχημένης ιταλικής ταινίας όλων των εποχών, παίρνοντάς το από την προηγούμενη δική του ταινία!!!

Η υπόθεση: Ο Κέκο είναι ένας μέσος, καθημερινός άνθρωπος στα 30 του. Δουλεύει «πόρτα» σε διάφορα μπαρ, το όνειρό του όμως είναι να γίνει αστυνομικός. Δεν έχει όμως τα προσόντα για κάτι τέτοιο: και σωματικά αλλά κυρίως... πνευματικά! Έτσι, πολύ λογικά, απορρίπτεται και την τρίτη φορά που καταθέτει αίτηση για να γίνει καραμπινιέρος. Καθώς όμως είναι μέλος μιας οικογένειας που διαθέτει... μέσα και γνωριμίες, ο Κέκο, χωρίς να το πολυκαταλάβει, προσλαμβάνεται ως μέλος της ασφάλειας του περίφημου καθεδρικού ναού του Μιλάνου! Εννοείται ότι τα κάνει θάλασσα και αφού αλλάζει διάφορα πόστα, εντέλει τον βάζουν κάπου όπου υποτίθεται δεν μπορεί να κάνει κάποια ζημιά!

Τον βάζουν υπεύθυνο να φυλάει τη σκάλα που οδηγεί στην Παναγία, σε μία από τις κορυφές του ντουόμο. Είναι όμως η συγκεκριμένη Παναγία, που αποτελεί τον βασικό στόχο ανατίναξης από δύο αδέλφια αραβικής καταγωγής, τα οποία έχουν τους δικούς τους λόγους να θέλουν να εκδικηθούν τη Δύση. Η Φάρα λοιπόν μαζί με τον αδελφό της θέλουν να στείλουν το μήνυμά τους. Και ο Κέκο είναι το μόνο... εμπόδιο στο δρόμο της για να τα καταφέρουν. Θα τον πλησιάσει, θα του παρουσιαστεί ως φοιτήτρια αρχιτεκτονικής, θα του ζητήσει να τη βοηθήσει να βρει σπίτι. Ο Κέκο την ερωτεύεται! Και η Φάρα διαπιστώνει πως ο... εχθρός, όσο ανόητος, μη πολιτικά ορθός, καλοπερασάκιας και διαπλεκόμενος κι αν είναι, είναι εντέλει άνθρωπος...

Η άποψή μας: Ο Checco Zalone είναι ένας κωμικός τύπου Adam Sandler. Δεν έχει ιδιαίτερο ταλέντο στην υποκριτική. Διαθέτοντας πλέον δύο δείγματα γραφής από τη φιλμογραφία του βλέπουμε ότι προσπαθεί να παίξει τον... εαυτό του! Προφανώς ο άνθρωπος δεν είναι – έτσι – στην πραγματική του ζωή. Η υποκριτική του όμως είναι νατουραλιστική. Και στις δύο ταινίες που τον έχουμε δει παίζει τον μαμάκια Ιταλιάνο, τον κακομαθημένο, τον βολεψάκια, που βρίσκει απολύτως λογικό να αφήσει το πόστο στη δουλειά του και να πάει να πάρει καφέ πχ! Είναι πολιτικά μη ορθός (αυτό είναι και το γεγονός που σώζει τις ταινίες του!) και θέτει στο στόχαστρο κάθε ταινίας του ένα κατά βάση θέμα. Στο «Πού πάω Θεέ μου» ήταν η νοοτροπία του δημοσίου υπαλλήλου. Εδώ, στην παλιότερη ταινία του, είναι η... τρομοκρατία! Επικίνδυνο θέμα, σωστά;

Ο Sandler το ανάλογο θέμα της ισραηλο-παλαιστινιακής διαμάχης το εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο για να γυρίσει την καλύτερη ταινία του, το «Zohan». Ο Checco, αν και ατρόμητος, πρωταγωνιστεί εντέλει σε μια ταινία αμήχανη κατά το μάλλον ή ήττον. Λίγο προσπαθεί να δικαιολογήσει τους τρομοκράτες, πολύ τους κοροϊδεύει, δεν βρίσκει ισορροπία. Πάρτε πχ τη σκηνή με την κατανάλωση των ωμών μυδιών και τις συνέπειές της. Πώς να γελάσεις με κάτι τέτοιο; Το κυριότερο: στα «γεμίσματά» της η ταινία δεν έχει πλάκα. Ούτε με την υποπλοκή με τον πρώην συνεργάτη του Checco που είναι-ακόμα-παρθένος ούτε με την υποπλοκή με τον αστυνομικό διευθυντή που δεν αντέχει τον Checco κι όλο τον βρίσκει μπροστά του. Ούτε στις λεπτομέρειές της η ταινία σε κερδίζει. Όπως πχ με την «κλοπή» του πίνακα από το μουσείο του καθεδρικού ναού.

Για μένα, η καλύτερη στιγμή της ταινίας είναι εκείνη που της έδωσε τελικά και τον τίτλο της. Για να μπορούν να αντιληφθούν τρομοκράτες, οι φύλακες αναγκάζονται από την υπηρεσία να μάθουν αραβικά. Και ο Checco διαβάζει κάποιες αραβικές φράσεις στη Φάρα, με την οποία έχει δαγκώσει τη λαμαρίνα. Οπότε, κάποια στιγμή της λέει στα αραβικά «σ' αγαπώ». Η Φάρα, εννοείται, τον ρωτάει «τι σημαίνει αυτό;» (ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει, αλλά τι θηλυκό θα ήταν αν δεν έκανε την... ξανθιά;) και ο ντροπαλός (κι όμως!) Checco της απαντά: «τι όμορφη μέρα»! Άρα: Σ' αγαπώ = Τι όμορφη μέρα! Ωραίο! Εννοείται ότι σε κάποια στιγμή ακούγεται το λατρεμένο «Sarà perché ti amo» των Richi e Poveri, στο πλαίσιο μιας βάπτισης (!!!).

Σε ότι αφορά δε την πρωταγωνίστρια Nabiha Akkari, που υποδύεται τη Φάρα, εδώ κάνει την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση και είναι εμφανώς... αμήχανη (όπως η ταινία που λέγαμε ντε!) και... λίγη υποκριτικά. Πάντως, η κοπέλα έφτασε να παίζει φέτος στο «Happy End» του Haneke, να τα λέμε κι αυτά! Δεν πιστεύω πως η νέα – παλιά ταινία του Zalone θα αγγίξει τη μεγάλη επιτυχία της περσινής ταινίας – φαινόμενο στη χώρα μας, αλλά ποτέ δεν ξέρεις...

Τι όμορφη μέρα Θεέ μου! (Che bella giornata) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Ιουλίου 2017 από την Spentzos Films
Περισσότερα... »