Ο Indiana Jones και ο Δίσκος του Πεπρωμένου (Indiana Jones and the Dial of Destiny) Poster ΠόστερΟ Indiana Jones και ο Δίσκος του Πεπρωμένου
του James Mangold. Με τους Harrison Ford, Phoebe Waller-Bridge, Antonio Banderas, John Rhys-Davies, Toby Jones, Boyd Holbrook, Ethann Isidore, Mads Mikkelsen.

Beam Me Up, Indy!
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Με το που έκανα να καθίσω στην πολυθρόνα της, χειμερινής, αιθούσης, αμέσως αντιλήφθηκα πως κάτι υπήρχε εκεί για να με ξεβολέψει. Και που στην ευχή βρέθηκε ένα τέτοιο μαραφέτι μέσα σε έναν σύγχρονο σινεμά. Ένα στρόγγυλο σιδερικό με ράουλα και πρωτόγονα ελατήρια, που μπόλικη προσπάθεια θα σου ζητούσε, για να μην σε γρατσουνίσει και τρέχεις για αντιτετανικό. Δεν θέλησα και πολύ να ξεκινήσω να το περιεργάζομαι, μέχρις που το Αγνώστου Προέλευσης Μπρούτζινο Αντικείμενο αρχίνησε να κινείται μονάχο του, σαν ρωμαικής περιόδου ρομποτάκι, κάνοντας κι έναν συριστικό θόρυβο, που γοργά ενόχλησε τους δίπλα. Ρε! Και άξαφνα ο τριγύρος βάλθηκε να αλλάζει, τα αγκαλιαστικά βελούδινα καθίσματα γινήκαν ξύλινα, βαριά, μασιφένια, τα διψήφια ηχεία χαθήκαν από τους τοίχους για να απομείνει ένα και μονάχο ακριβώς κάτω από το εκράν, εκρού κι όχι λευκό από την πολυκαιρία, με την σαΐτα - πρόγραμμα, να παραμένει επιμόνως καρφωμένη στα πάνω δεξιά του κάδρου, για να μου θυμίζει το κατόρθωμα μου, να την στείλω σούμπιτη πυραυλάκι, σε μια πρεμιέρα, θαρρώ του Εξκάλιμπερ θα ήταν. Κι έτσι το μούλτιπλεξ παραλλάχθηκε σε εκείνο συνοικιακό που ξόδεψα ολάκερα τα νιάτα μου, σε μια έκπληξη που δεν κράτησε παρά ελάχιστα δευτερόλεπτα, προτού ο ένας και μοναδικός πολυέλαιος σιγήσει. Και βαλθεί η σελιλόντ ανέμη, εν μέσω πολυβολικού θορύβου από την μάκινα προβολής να ξετυλίγεται. Νότια Αμερική, 1936...

"Οι Χοβίτος είναι πολύ κοντά! Το δηλητήριο είναι ακόμα φρέσκο..."

Ο Indiana Jones και ο Δίσκος του Πεπρωμένου (Indiana Jones and the Dial of Destiny) Quad Poster
Γηρασμένος, ταλαιπωρημένος, μα το κυριότερο ψυχικά κλονισμένος από την αβάσταχτη απώλεια του μοναχογιού του, στα πεδία πολέμου του Βιετνάμ, ο Καθηγητής Τζόουνς, μετρά τις λιγοστές ημέρες που του απομένουν μέχρι την συνταξιοδότηση από το Κολέγιο Χάντερ, προκειμένου να βυθιστεί ακόμη περισσότερο στην εσωστρέφεια του μικρού νεουορκέζικου διαμερίσματος. Εκεί που ολομόναχος, ως εγκαταλελειμμένος ακόμη κι από την επί δεκαετίες συμβία του, Μάριον, μένει παρέα με τις αμέτρητες αναμνήσεις, ενός θρυλικού και ηρωικού παρελθόντος.

Νεκρική νηνεμία που θα διαταράξει η αιφνίδια, όσο και δυναμική, άφιξη στην πόλη της βαφτιστήρας του κι επίσης σπουδαγμένης την αρχαιολογία όπως εκείνος, Χελένα, θυγατέρας του παλιού καλού του φίλου και συνεργάτη, Μπαζίλ Σο, ξυπνώντας του το πάθος για νέες περιπέτειες. Αφού η νεαρή κοπέλα θα τον προκαλέσει να βρουν μαζί τα κομμάτια που αποτελούν τον μυστηριώδη Δίσκο του Πεπρωμένου, ενός πανίσχυρου μηχανισμού τ. Αντικυθήρων, που είχε εφεύρει ο μεγαλοφυής Αρχιμήδης και που ο πατέρας της την έχει πείσει πως προσφέρει υπερφυσικές δυνάμεις σε όποιον το έχει στην κατοχή του. Κειμήλιο που εποφθαλμιά επίσης όμως και ο νεο-Ναζί επιστήμονας Γιούργκεν Βόλερ, που καλυμμένος πίσω από την βιτρίνα του στελέχους της NASA και με την βοήθεια των μυστικών υπηρεσιών, θα θελήσει να το αποκτήσει, ελπίζοντας στην ανάσταση και την τελική επικράτηση του Τρίτου Ράιχ.

Ο - πανδαμάτωρ - χρόνος έχει προχωρήσει κοντά τρισίμισι δεκαετίες λοιπόν, από εκείνη την στιγμή που ο τυχοδιώκτης όσο και ατρόμητος Δόκτορ Τζόουνς διεκδίκησε από τους Χιτλερικούς, που μόλις είχαν αναλάβει έντονη δράση, την Χαμένη Κιβωτό, η οποία επίσης θα χάριζε την παντοδυναμία στον ιδιοκτήτη της. Ελάχιστες στιγμές πριν εκπνεύσει μια τρομακτικά δύσκολη για το κύρος της Υπερδύναμης δεκαετία, εκείνη του 70, όπου την εκατόμβη θυμάτων στην Νοτιοανατολική Ασία, παλεύει να ισοσκελίσει ο θρίαμβος των ανθρώπινων πατημασιών στο Φεγγάρι. Ένα υπέροχα δομημένο συναισθηματικό κοντράστ, όπου την μελαγχολία και το τρισαλί των απωλειών τόσων χιλιάδων νέων φαντάρων σιμά της Σαιγκόν, που το φανταζόμαστε, έρχονται να ισορροπήσουν οι φανφαρόνικες παρελάσεις στην Πέμπτη Λεωφόρο, ελέω της άφιξης των ηρώων της αποστολής του Απόλλο 11.

Ο Δόκτορας δεν αγγίζεται όμως από τέτοιου είδους τυμπανοκρουσίες, έχοντας σχεδόν βιώσει τα πάντα στις τέσσερις γωνίες του πλανήτη. Μα το κυριότερο, δεν μοιάζει να νοιάζεται για τίποτα περισσότερο από την εθελούσια απομόνωση του, που θα τον βυθίσει ακόμη πιο πολύ στην κατάθλιψη και την μοιρολατρεία. Εξού και η αρχική του αντίδραση στην πρόταση της βαφτισιμιάς, καθώς γνωρίζει πάρα πολύ καλά τι σημαίνει η συναρμολόγηση του μαγικού Δίσκου. Λόγος που τον είχε φέρει σε ρήξη μάλιστα με τον πατέρα της, απορρίπτοντας και την δική του ιδέα να ολοκληρώσουν, κάποτε, μαζί το παζλ. Αντιλαμβανόμενος πως το χόλι γκρέιλ πρόκειται να πέσει στα χέρια των θιασωτών του Αδόλφου, όμως, δεν θα το σκεφτεί δεύτερη φορά και θα μαζέψει το ταξιδιάρικο του κιτ, το σακίδιο, το μαστίγιο, το καπέλο, αναζητώντας την Χελένα στα κοσμοπολίτικα παζάρια της Ανατολής, όπου βασιλεύει η μαύρη αγορά και το λαθρεμπόριο.

Δια μέσου ενός καθηλωτικού - όσο και ενημερωτικού -  ίντρο, που λαμβάνει χώρα ελάχιστες στιγμές πριν την τελική απόβαση των Συμμάχων στην Νορμανδία, κτισμένου κατά κύριο λόγω στον υπολογιστή, για να προβληθεί ο βετεράνος μα πάντα εκφραστικός Harrison Ford πολύ νεότερος - ευτυχώς με φειδωλή χρήση των εφέ, ώστε να μην μοιάζει ολοκληρωτικά με Zemeckiκό ανιμέισο - μαθαίνουμε πλήρως την προϊστορία της σπάνιας αντίκας, ερχόμενοι και για πρώτη φορά σε επαφή με τους νέους χαρακτήρες του στόρι. Ιδίως τον βιλέν Γερμαναρά, που φέροντας την μορφή του έμπειρου πλέον στην απόδοση χαρακτηριστικών κακών, Mads Mikkelsen, ορίζει και μια σημαντική εγγύηση, ως το αντίπαλον δέος του Καθηγητή.

Κι ενώ ουδείς μπορεί να φανταστεί το πως μπορεί να βγει από την ναφθαλίνη ο Τζόουνς, σκάζει το πιο σπουδαίο εύρημα του σεναρίου, ο καταλύτης και το πρόσωπο κλειδί της πλοκής, που μέσα από την πολυμορφική του περσόνα, δίνει κλώτσο στην κλωστή να τσουλήσει. Δεν μπορώ να την φέρω από κάπου κινηματογραφικά στην θύμηση της μορφή της Phoebe Waller - A Star Is Born - Bridge, άλλωστε τηλεοπτικά που έχει σαρώσει τις διεθνείς βραβεύσεις, δεν γίνεται να μου πει κάτι, εφόσον σειρές δεν προλαβαίνω να παρακολουθήσω. Συνεπώς έκπληξη μεγατόνων αυτή η μουλτινταιμένσιοναλ εικόνα. Που συνδυάζει τον οπορτουνισμό του νονού της, με την σοβαρότητα της επιστήμης που υπηρετεί, αλλά και την παντελή άγνοια κινδύνου, που έρχεται σε βρετανικά χιουμοριστική αντιδιαστολή, με την θωριά ενός εύθραυστου εντέλει κοριτσιού, που τρακάρει από την παρορμητικότητα του σε αρκετά αδιέξοδα.

Συνεπώς τα συστατικά στο μίξερ της πέμπτης, τελευταίας και μοναδικής μέχρι ώρας δίχως Μούσια και Lucas στην δημιουργική διαδικασία, περιπέτειας του Indiana Jones, μια χαρά έχουν συνταχθεί. Ο απόμαχος μα η ψυχή του το λέει ακόμα υπερήρως, ο νεανικός παλμός από την αέρινη γκοντσάιλντ στο πλάι του που κινεί τα νήματα, ο ξαναμανά Γκεσταπίτης οχτρός, ο πανέξυπνος μπόμπιρας, ως το ρεπρίζ σχιστομάτη Πιτσιρίκου, που θα αποδειχτεί φυσικά ως ο από μηχανής Θεός, το ριγιούνιον παλιόφιλων, άλλων που ξέραμε από τα χτες (Σαλάχ) κι άλλων που όχι (Ρενάλντο). Και βεβαίως λαδόξιδο στο μείγμα, οι φοβίες του Ίντυ, εκείνες που τον καθιστούν τρωτό και ενίοτε φοβιτσάρη, όπως τα φίδια (ακόμη και τα θαλασσινά) που στήνουν τον υπαρκτό κρυπτονίτη που του κατατρώγει το όποιο θάρρος. Πόσω μάλλον όταν η ταυτότητα τον τοποθετεί τον καλό μας στα πολύ ευάλωτα 70 πλας ε?

Ο υπέρμετρος σεβασμός που δείχνει ένας αγαπητός και ιδιαίτερα αξιόλογος ντιρέκτορας, όπως ο James Mangold, στις πρότερες εργασίες, τόσο στην δομή του σεναρίου, όσο και στην τελική του απεικόνιση στο πανί, είναι κι εκείνος που ευθύνεται για το έξοχο αποτέλεσμα, που δεν μπορείς, να το κατατάξεις, τηρουμένων και των συνθηκών, πολύ μακρινό ως περιπετειώδη υφή, της μυθικού επιπέδου τετραλογίας του Spielberg. Οι ταχύτητες είναι φρενήρεις, οι όσο πάνε και πιο ακραίοι νόμοι του Μέρφι παίζουν σε μόνιμο πρώτο πλάνο, ενώ ως τον νεωτερισμό της πλοκής, μπορεί κανείς να εντάξει την προσθήκη του παράλληλου σύμπαντος, που τόσο ντόρο έχει κάμει στα Marvelιανά μπλοκμπάστερ. Χόρταση σε σημείο κορεσμού δηλαδή στα πάντα. Σε ευρήματα, σε ανατροπές, σε ομάζ, σε αγωνίες, σε γλαφυρότητες, σε συναίσθημα και νοσταλγία βεβαίως, στοιχεία που αν μη τι άλλο στο ύστατο (μάλλον) χαίρε σε ετούτον τον χαρακτήρα που μας συντροφεύει για παραπάνω από σαράντα χρόνια, ριζώνουν για τα καλά στο υποσυνείδητο του θεατή. Τοτέμ έτσι κι αλλιώς ο Indy, λατρεία, σύμβολο και είδωλο παντοτινό, δεν θα μπορούσε να σερβιριστεί μη αντάξιος του σπουδαίου του ονόματος. Ενθουσιασμένος!

Ο Indiana Jones και ο Δίσκος του Πεπρωμένου (Indiana Jones and the Dial of Destiny) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Ιουνίου 2023 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Reality Poster ΠόστερReality
της Tina Satter. Με τους Sydney Sweeney, Josh Hamilton, Marchánt Davis, Benny Elledge, John Way.


Το τίμημα της αλήθειας
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Η δημοκρατία στο απόσπασμα

Η γεννημένη το 1974 Kristina Tina Satter είναι Αμερικανίδα κινηματογραφίστρια, θεατρική συγγραφέας και σκηνοθέτρια με έδρα τη Νέα Υόρκη. Είναι η ιδρύτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια της θεατρικής εταιρείας Half Straddle, η οποία ιδρύθηκε το 2008 και έλαβε υποτροφία Obie Award το 2013. Η Satter κέρδισε ένα βραβείο Guggenheim το 2020. Τον Ιανουάριο του 2019 η Satter ανέβασε σε Off Broadway θέατρο της Νέας Υόρκης ένα θεατρικό με τίτλο «Is this a room». Το θεατρικό δεν ήταν τίποτε άλλο παρά το απομαγνητοφωνημένο «Verbatim» (word-for word, ήτοι, λέξη προς λέξη) κείμενο της ανάκρισης της νεαρής Reality Winner από πράκτορες του FBI στο σπίτι της, στην Ογκάστα της Τζόρτζια τον Ιούλιο του 2017. Η κινηματογραφική μεταφορά της πολύ ιδιαίτερης θεατρικής παράστασης από την ίδια την Satter έμελλε να είναι και η πρώτη της μεγάλου μήκους κινηματογραφική ταινία.

Reality Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία, αν και παραγωγή της τηλεοπτικής πλατφόρμας HBO, έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, όπου προβλήθηκε στο τμήμα Panorama. Η χώρα μας είναι από τις λίγες στις οποίες η ταινία προβάλλεται με κανονική διανομή στους κινηματογράφους. Έχει προηγηθεί η προβολή της στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία και έπεται, κάπου μέσα στον Νοέμβριο, η κινηματογραφική προβολή της στο Μεξικό!

Η υπόθεση: Μετά την πετυχημένη θητεία της στην Αμερικάνικη Πολεμική Αεροπορία, η γεννημένη στις 4 Δεκεμβρίου του 1991, Reality Leigh Winner, εργάζεται πλέον στην εταιρία Pluribus International Corporation, που έχει δοσοληψίες με τον Αμερικανικό Στρατό, ως μεταφράστρια. Γνωρίζει τρεις από τις πιο βασικές γλώσσες που μιλιούνται στο Αφγανιστάν και στο Ιράν (Ντάρι, Παστού και Φαρσί) κι αυτό την κάνει ιδιαίτερα χρήσιμη. Το Σάββατο 3 Ιουλίου του 2017, καθώς η 25χρονη Reality επιστρέφει στο σπίτι της στην πόλη Αουγκούστα της Τζόρτζια όπου διαμένει μαζί με τη σκυλίτσα της και το γάτο της, θα βρει να την περιμένουν εκεί πράκτορες του FBI. Μια πολύωρη ανάκριση θα ξεκινήσει. Γιατί όμως την ανακρίνουν; Σε τι έφταιξε; Για ποιο ακριβώς πράγμα την κατηγορούν;

Η άποψή μας: Τούτη την ταινία την είδα χωρίς να έχω διαβάσει απολύτως τίποτε που να την αφορά, ούτε καν στοιχεία σχετικά με την υπόθεσή της. Η παρουσία της Sydney Sweeney στον πρωταγωνιστικό ρόλο και στην αφίσα της ταινίας, μου αρκούσαν. Καταλαβαίνω το οξύμωρο της κατάστασης σε ότι αφορά τη χρησιμότητα αυτού του κειμένου, αλλά θεωρώ ότι αυτός ο τρόπος είναι ο καλύτερος για την απόλαυσή της: να τη δει δηλαδή ο θεατής χωρίς να γνωρίζει το παραμικρό για την ταινία. Αρκεί να του κάνει hook η παρουσία της υπέροχης 25χρονης Αμερικανής ταλεντάρας και να προχωρήσει υπεύθυνα. Το ιδεατό είναι, όποιος θέλει, να διαβάσει το κείμενο, αφού δει πρώτα την ταινία. Εντάξει; Προχωράμε στο παρασύνθημα. 

Η ταινία βασίζεται σε θεατρικό που βασίζεται στην ηχογραφημένη ανάκριση της Reality Winner κι αυτό είναι το πρώτο πράγμα που σου κινεί το ενδιαφέρον. Κάτι σαν meta ντοκιμαντέρ, ψευδοντοκιμαντέρ που βασίζεται σε αληθινά γεγονότα, μαγνητοσκοπημένο θέατρο, κάθε ορισμός αποδεκτός, κάθε προσπάθεια να τοποθετήσεις την ταινία σε κάποιο κινηματογραφικό είδος ευπρόσδεκτη. Με όρους αισθητικής απόλαυσης, όμως, αυτό που βιώνουμε είναι ότι παρακολουθούμε ένα θρίλερ. Ένα θρίλερ εξαιρετικά ενδιαφέρον, που το τρομερό είναι πως χτίζεται πάνω σε μια σειρά από μπανάλ small talk. Και πόσα κατοικίδια διαθέτεις; Και σου αρέσει να μένεις στην Ογκάστα; Και μπορώ να βάλω τα ψώνια στο ψυγείο μην χαλάσουν; Και, ω, τι λες, μιλάς τρεις γλώσσες; Εγώ μετά βίας μιλάω αγγλικά. Τέτοια. 

Ο θεατής παρακολουθεί συνεπαρμένος. Τι λένε; Έτσι γίνονται οι ανακρίσεις; Μα γιατί την ρωτάνε τόσο πολλά άσχετα πράγματα; Χμ, είναι άσχετα; Και η Reality Winner; Καταρχάς, τι θεϊκό όνομα είναι αυτό; Σαν να λέμε «αυτή που νικάει την πραγματικότητα» σε κάπως πιο ελεύθερη μετάφραση. Σαν να είναι ινδιάνικο το ονοματεπώνυμό της, ε; Αν κάποιος επινοούσε αυτό το όνομα για δραματουργικούς λόγους, θα τον έλεγαν υπερβολικό. Κι όμως, το Reality Winner είναι το πραγματικό ονοματεπώνυμο ενός πραγματικού ανθρώπου! Πώς μπορεί και παραμένει τόσο ψύχραιμη η Reality; Πώς μπορεί και απαντάει με τόση άνεση και φυσικότητα στις ερωτήσεις των πρακτόρων του FBI; Κρύβει κάτι; Μα τι έκανε επιτέλους; Κι όταν πλέον μαθαίνουμε αυτό που έκανε, αυτό για το οποίο την κατηγορούν, οι ερωτήσεις μέσα στον θεατή συνεχίζουν ακάθεκτες. Γιατί λέει ψέματα; Ή μάλλον γιατί δεν λέει όλη την αλήθεια; Φοβάται; Μα είναι να μην φοβάται; 

Μην ξεχνάμε πως τα γεγονότα έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Donald Trump στις ΗΠΑ. Μιας προεδρίας τοξικής, γκεμπελικής, όπου οποιαδήποτε αλήθεια δεν βόλευε τον Trump απλά δεν ήταν η αλήθεια. Αν δεν το έλεγε το Fox News δεν υπήρχε. Κι αν μια αλήθεια έβγαινε προς τα έξω μέσω ανεξάρτητων, μη ελεγχόμενων από το απολυταρχικό καθεστώς media, «σκοτώνονταν» μέσω της δολοφονίας του χαρακτήρα. Κι όπου καθένας που προσπαθούσε να αντισταθεί απέναντι στην κυριαρχία του προέδρου με το πορτοκαλί μαλλί, είχε να αντιμετωπίσει φοβερές και τρομερές συνέπειες. 

Η Reality έδωσε στην ειδησεογραφική ιστοσελίδα The Intercept διαβαθμισμένες πληροφορίες που αλίευσε από το NSA, σύμφωνα με τις οποίες η Ρωσία έπαιξε ρόλο στο να κριθούν οι προεδρικές εκλογές του 2016 στις ΗΠΑ, υπέρ του Donald Trump. Οπότε, η Reality, που θεωρητικά παρανόμησε, καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια και τρεις μήνες φυλάκιση! Διαρρέοντας ένα έγγραφο, που αποκάλυπτε στην αμερικάνικη κοινή γνώμη, πως ο Πρόεδρός τους πήρε την εξουσία με βρόμικο τρόπο! Έκανε το καθήκον της απέναντι στους συμπατριώτες της, στο σύνταγμα και τους νόμους της πατρίδας της, παρανομώντας. Και... τιμωρήθηκε, επειδή βοήθησε στο να μάθει ο κόσμος την αλήθεια. 

Η μισή επιτυχία της ταινίας είναι ο τρόπος με τον οποίο η δημιουργός στήνει το θέμα. Οι πληροφορίες μας έρχονται με το σταγονόμετρο ενώ βλέπεις το ολοένα και πιο ασφυκτικό στρίμωγμα της Reality. Κι ένα ακόμα γαμάτο εύρημα είναι το πως οι χαρακτήρες «ακυρώνονται» κάθε φορά που λένε μια πληροφορία, από αυτές που δεν είναι να μαθευτούν από το ευρύ κοινό. Η άλλη μισή επιτυχία της ταινίας οφείλεται στην Sydney Sweeney. Η ερμηνεία της είναι κα-τα-πλη-κτι-κή, καθηλωτική, υπέροχη. Άνετα μπορώ να την τοποθετήσω ανάμεσα στις δυο, τρεις κορυφαίες της χρονιάς έως τώρα. Και είναι κρίμα που δεν μπορεί να είναι υποψήφια για Όσκαρ πχ, μιας που η ταινία γυρίστηκε για το HBO! Όπως και να έχει, μιλάμε για ταινιάρα, τόσο απλή στη σύλληψη, τόσο σπουδαία στην εκτέλεση και σε όσα λέει.

Reality Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Ιουνίου 2023 από την Spentzos Films!
Περισσότερα... »

Asteroid City Poster ΠόστερAsteroid City
του Wes Anderson. Με τους Jason Schwartzman, Scarlett Johansson, Tom Hanks, Jake Ryan, Jeffrey Wright, Tilda Swinton, Bryan Cranston, Edward Norton, Adrien Brody, Liev Schreiber, Maya Hawke, Hope Davis, Steve Carell, Sophia Lillis, Matt Dillon, Rupert Friend, Willem Dafoe, Hong Chau, Margot Robbie, Bob Balaban, Rita Wilson, Jeff Goldblum.


"You Can't Wake Up If You Don't Fall Asleep!"
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Lala… Land ή City of Stars!

Αυτή είναι η 11η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στο Χιούστον του Τέξας την Πρωτομαγιά του 1969 Αμερικανός σκηνοθέτης. Έχει ενδιαφέρον νομίζω να παραθέσουμε την πλήρη φιλμογραφία του σε ότι αφορά τις μεγάλου μήκους ταινίες: «Κλέφτες κατά λάθος» (Bottle Rocket, 1996), «Ο αρχάριος» (Rushmore, 1998), «Οικογένεια Τένενμπαουμ» (The Royal Tenenbaums, 2001), «Υδάτινες ιστορίες» (The Life Aquatic with Steve Zissou, 2004), «Ταξίδι στο Darjeeling» (The Darjeeling Limited, 2007), «Ο απίθανος κύριος Φοξ» (Fantastic Mr. Fox, 2009), «Ο έρωτας του φεγγαριού» (Moonrise Kingdom, 2012), «Ξενοδοχείο Grand Budapest» (The Grand Budapest Hotel, 2014), «Το νησί των σκύλων» (Isle of Dogs, 2018) και «Η γαλλική αποστολή» (The French Dispatch, 2021). Όλες οι ταινίες του, εκτός από την πρώτη, είχαν κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα. Όλες του οι ταινίες, εκτός από την τελευταία, είχαν ελληνικό τίτλο κατά τη διανομή τους στην Ελλάδα. Σε όλες του τις ταινίες (μα σε όλες!) συνυπογράφει το σενάριο! Σε όλες τις ταινίες του, εκτός από την πρώτη, συμμετέχει ο Bill Murray! Θα συμμετείχε και σε τούτη αλλά κόλλησε Covid λίγο πριν τα γυρίσματα και ο ρόλος του πήγε τελικά στον Steve Carell

Asteroid City Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα. Είναι η τρίτη ταινία του Anderson που προβάλλεται στο φεστιβάλ των Καννών. Άλλες τέσσερις ταινίες του προβλήθηκαν στο φεστιβάλ Βερολίνου και μία στο φεστιβάλ Βενετίας. H επόμενη ταινία του έχει τίτλο «The Wonderful Story of Henry Sugar», είναι διάρκειας 37 λεπτών, βασίζεται σε ιστορία του Roald Dahl, θα προβληθεί στο Netflix κι έχει αμιγώς βρετανικό – κι άκρως εντυπωσιακό καστ – το οποίο δομείται από τους: Ralph Fiennes (που θα υποδυθεί τον συγγραφέα), Benedict Cumberbatch (που θα υποδυθεί τον Henry Sugar του τίτλου), Ben Kingsley, Rupert Friend, Dev Patel και Richard Ayoade.

Η υπόθεση: 1955, αρχές φθινοπώρου αλλά αίσθηση σαν καυτό καλοκαίρι, έρημος των νοτιοδυτικών ΗΠΑ. Εκεί βρίσκεται η Asteroid City με τους 87 μόνιμους κατοίκους της, μια... πόλη που είναι γνωστή για έναν γιγάντιο κρατήρα από μετεωρίτη ο οποίος έπεσε εκεί στις 23 Σεπτεμβρίου του 3007 π.Χ. και διατηρείται ακόμα άθικτος, ως αξιοθέατο. Κάθε χρόνο σε αυτήν την πόλη καταφθάνουν νεαροί αστεροσκόποι, οι οποίοι είναι υποψήφιοι για το βραβείο «Junior Stargazer». Στην Asteroid City υπάρχει παρατηρητήριο ουράνιων σωμάτων, μια ημιτελής γέφυρα για το πουθενά, κάκτοι, βράχοι, ένας δρόμος που την «κόβει» στη μέση και στον ορίζοντα μπορεί κάποιος να δει μέρα μεσημέρι «μανιτάρια» από πυρηνικές δοκιμές. Αυτό που ξεκινάει ως ένας φόρος τιμής στα επιτεύγματα των νεαρών αστεροσκόπων θα εξελιχθεί σε υποδοχή ενός απρόσμενου – εξωγήινου – επισκέπτη. 

Ο στρατός θα επιβάλλει καραντίνα βγάζοντας προς τα έξω μία επίσημη ιστορία συγκάλυψης, η Asteroid City θα βρεθεί αποκλεισμένη κι όσοι έχουν συγκεντρωθεί εκεί, τα παιδιά, οι συνοδοί του, άλλοι επισκέπτες, μαζί με τους μόνιμους κατοίκους, προσπαθούν να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει. Όμως, οι πολύ ώριμες για την ηλικία τους ιδιοφυΐες έχουν ένα σχέδιο ώστε τα πραγματικά συμβάντα να διαρρεύσουν στον υπόλοιπο κόσμο. Να γίνει γνωστό αυτό που συνέβη στην Asteroid City. Αυτή είναι η υπόθεση ενός θεατρικού έργου που γράφει ο σπουδαίος θεατρικός συγγραφέας Conrad Earp, χωρίς τίτλο ακόμα, ένα έργο που παίζεται από τους ηθοποιούς οι οποίοι εμφανίζονται στην ταινία, σε ένα τηλεοπτικό στούντιο στη Νέα Υόρκη και μεταδίδεται ως ασπρόμαυρο τηλεοπτικό σίριαλ...

Η άποψή μας: Τον Φεβρουάριο του 2005 είχα βρεθεί στο Βερολίνο παρακολουθώντας το φεστιβάλ. Δούλευα στη Cinemania τότε και μέσω του Νίκου Γουλιά είχαν κλειστεί δύο συνεντεύξεις από την ταινία «Υδάτινες ιστορίες». Η μία ήταν με τον σκηνοθέτη της ταινίας, τον Wes Anderson. Μιας που ήταν συνεντεύξεις για την τηλεόραση, τον είχα αποκλειστικά για την πάρτη μου για πέντε ολόκληρα λεπτά. Ωραίος τύπος. Χαρακτηριστικός Αμερικάνος, εύγλωττος, με διάθεση να απαντήσει και να αναλύσει. Καθόλου αλαζόνας, εντελώς down to earth, προσιτός, σούπερ. Βέβαια, εννοείται πως έκοψα φλέβα για την άλλη συνέντευξη από την ταινία, εκείνη με την μυθική πρωταγωνίστριά της, την Anjelica Huston, η οποία, ακόμα το θυμάμαι, στην κλασική ερώτηση για το αν είχε οποιαδήποτε σχέση με την Ελλάδα, μου αφηγήθηκε μια μικρή ιστορία για το ότι είχε περάσει ένα καλοκαίρι σε ένα ελληνικό νησί και πως λάτρευε τη μυρωδιά και τη γεύση από το ροδάκινο – λέξη που μου την είπε στα ελληνικά, και που, εντελώς ευγενικά και αυτόματα, μου τη μετέφρασε στα αγγλικά σε «peach!»! 

Γιατί σας τα λέω όλα αυτά; Κυρίως για να πουλήσω μούρη. Αλλά και από αμηχανία. Μια αμηχανία με πολλές αιτίες απέναντι στο τελευταίο δημιούργημα του Anderson. Τα αγγλικά μου δεν είναι άσχημα, στα φεστιβάλ όλες τις ταινίες που ομιλούν την αγγλική δεν είχα κανένα πρόβλημα να τις παρακολουθήσω (φωτεινή εξαίρεση το «Ο άνεμος χορεύει το κριθάρι»), εδώ όμως τα χρειάστηκα. Ο λόγος είναι συνεχής, οι διάλογοι είναι πυκνοί, αυτά που λέγονται είναι περισσότερα από αυτά που λέγονται σε μια τυπική γαλλική ταινία, και οι κουβέντες έχουν σημασία, δεν είναι «small talk», ακόμα κι αν φαίνεται ότι πρόκειται για κάτι τέτοιο. Οπότε, σίγουρα θα απαιτηθεί δεύτερη θέαση με ελληνικούς υποτίτλους, προσεχώς. 

Η μερική αδυναμία κατανόησης των λεγομένων επέτεινε το αίσθημα θολούρας που προέκυπτε από την έτσι κι αλλιώς περίπλοκη κατασκευή. Like a dream within a dream. Ηθοποιοί που υποκρίνονται πως υποκρίνονται ενώ υποκρίνονται! Και κλασικά, αφηγητής, που, υποτίθεται, βρίσκεται εκεί για να βοηθήσει την κατάσταση, αλλά... Προσοχή όμως: η ταινία δεν είναι... κουλτουριάρικη, εντός ή εκτός εισαγωγικών. Απλά, χρειάζεται απόλυτη προσήλωση από τον θεατή, για να μην τον πετάξει έξω. Ας βάλω τον παράγοντα «θεατής» περισσότερο στην εξίσωση. 

Αυτήν δεν είναι μια δύσκολη ταινία. Είναι όμως μια ταινία απαιτητική. Και ο μέσος θεατής, που θα επιλέξει να τη δει, όχι επειδή γνωρίζει τον Wes Anderson και το έργο του, αλλά επειδή συμμετέχει σε αυτήν το μισό Χόλιγουντ, έχοντας προσδοκίες για μια χαλαρή, κωμωδία «ό,τι πρέπει για θερινό σινεμά», θα τα βρει μπαστούνια. Και ίσως λειτουργήσει απέναντί της όπως ο... εξωγήινος της ταινίας: θα πάρει τον μετεωρίτη, δεν θα ξέρει τι να τον κάνει, και θα τον επιστρέψει, χωρίς να έχει γίνει σοφότερος μετά τη θέασή της. 

Θέλω να πω, ενώ πήγε εξαιρετικά (τηρουμένων των αναλογιών) με ουρές θεατών έξω από πολλά σινεμά όπου προβάλλονταν στην Ελλάδα, δεν νομίζω πως θα έχει καλό word of mouth. Ίσως περισσότερο από αμηχανία (χα!) και για να μην χαρακτηριστεί κάποιος... άσχετος, να εκθειάσει την ταινία στους φίλους του. Ναι. Όχι ότι δεν έχει πράγματα να εκθειάσεις. Ίσα ίσα. Ο άνθρωπος έχτισε μια ολόκληρη πόλη κάπου στην Ισπανία για να γυριστεί το φιλμ. Η αισθητική της ταινίας βγάζει μάτια! Έχει γίνει απίθανη δουλειά από τη σκηνογραφία και τη διεύθυνση φωτογραφίας έως το μοντάζ, τη μουσική, τα κοστούμια, τα πάντα. Το... κλείσιμο του ματιού είναι συνεχές, τόσο που αγγίζει επίπεδα μανιέρας. 

Να το πω αλλιώς: βλέπεις την ταινία και νιώθεις πως αποτελεί ένα ιδιότυπο best of της φιλμογραφίας του Anderson. Ταυτόχρονα, μοιάζει με το magnum opus του, κάτι σαν το «Συνεκδοχή, Νέα Υόρκη» του Charlie Kaufman, 15 χρόνια πριν. Όλα τα χαρακτηριστικά του είναι εδώ: το deadpan στην εκφορά του λόγου και στην υποκριτική προσέγγιση από όλους, οι αναχρονισμοί, το μελαγχολικό χιούμορ, τα παστέλ χρώματα, η συμμετρία. Έχουμε και πρωτιές: η πρώτη ομοφυλοφιλική σκηνή πχ... Εννοείται ότι απέχει έτη φωτός από κατασκευές όπως πχ το «Μαθήματα αποπλάνησης»: θεωρητικά, είναι ταινίες και τα δύο. Το «Asteroid City» όμως είναι το μπρεχτικό αριστούργημα ενός καλλιτέχνη όταν το άλλο είναι μια συντηρητική μπαλαφάρα με τον μανδύα μιας σεξοκωμωδίας. Είναι όμως κι αδύνατον να παρακολουθήσεις την ταινία χωρίς να σκεφτείς πως προσπαθεί να μας πει κάτι. Η έμφαση στο ρήμα «προσπαθεί»... 

Θέλω να πω δυο λόγια και για τους ηθοποιούς. Όχι για όλους, για δύο. Από τη μία, για το Jason Schwartzman: αν δεν κάνω λάθος, είναι ο ηθοποιός, μετά τον Bill Murray, με τις περισσότερες παρουσίες σε ταινίες του Anderson, συγκεκριμένα σε επτά. Μάλιστα, έκανε το κινηματογραφικό του ντεμπούτο στον «Αρχάριο», ενώ έχει συνεισφέρει και στο σενάριο κάποιων από τις ταινίες του Anderson. Εδώ νομίζω πως έχει τον καλύτερο ρόλο του ever και την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του. Ανοίγω παρένθεση: δεν είναι τυχαίο ότι καμία ερμηνεία σε καμία ταινία του Anderson δεν ήταν ποτέ υποψήφια για Όσκαρ: δεν εκτιμάται το «αποστασιοποιημένο» - κι ας είναι οι ταινίες του γεμάτες από το εκάστοτε ανφάν γκατέ του Χόλιγουντ! Σαν να έχει ωριμάσει λοιπόν ο Schwartzman, σαν τα χρόνια να τον έχουν βοηθήσει, συν τα κάποια παραπάνω κιλά, συν τα μούσια και μουστάκια (που με ευκολία βάζει και βγάζει ανάλογα με το αν «υποδύεται» τον Όγκι ή απλά τον ηθοποιό που υποδύεται τον Όγκι). 

Ο άλλος ηθοποιός στον οποίο θέλω να αναφερθώ είναι η Scarlett Johansson. Μελαχρινή εδώ, παραπέμποντας σε κάτι ανάμεσα στην Elizabeth Taylor και την Joan Crawford, ήταν από τους βασικούς λόγους που με κράτησαν στην ταινία, όπως το ίδιο είχε κάνει αναλόγως η Léa Seydoux στην «Γαλλική αποστολή». Και δεν μιλάω μόνο για την full frontal (αλλά... ακέφαλη) σκηνή της. Την καδράρει υπέροχα ο Anderson και το εύρημα των δυο τους, του Όγκι του Schwartzman και της Μιτζ της Johansson (η οποία έχει ένα ακόμα... layer ηθοποιού, μιας που υποδύεται μιαν διάσημη ηθοποιό) να μιλάνε μέσα από το window frame είτε σε σκηνές που ο θεατής βλέπει το υποκειμενικό του ενός όταν κοιτάει τον άλλο είτε σε άλλες όπου τους βλέπουμε τους δυο τους να κοιτάζονται από τις δύο αντίθετες πλευρές του κάδρου, είναι αριστούργημα. 

Αυτό που μου λείπει, όμως, είναι λίγο συναίσθημα, από αυτό που διέφευγε αριστοτεχνικά μέσα από τους αρμούς του εγκεφαλικού δημιουργήματος στις πιο αγαπημένες μου ταινίες του Anderson, δηλαδή, όπως συνέβαινε στην «Οικογένεια Τένενμπαουμ», στον «Έρωτα του φεγγαριού» και στο «Νησί των σκύλων»...

Asteroid City Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Ιουνίου 2023 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Ντετέκτιβ Μάρλοου (Marlowe) Poster ΠόστερΝτετέκτιβ Μάρλοου
του Neil Jordan. Με τους Liam Neeson, Diane Kruger, Jessica Lange, Adewale Akinnuoye-Agbaje, Ian Hart, Colm Meaney, Daniela Melchior, François Arnaud, Seána Kerslake, Danny Huston, Alan Cumming.

Κακόφημοι δρόμοι...
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Το είδος της αστυνομικής λογοτεχνίας, έχει τις ρίζες του στην ιδιότροπη για τα αμερικάνικα χρονικά, δεκαετία του 20, εποχή που οι δημοφιλέστατες στο κοινό εκδόσεις των Black Mask και Dime Detective, πρόβαλλαν τις περιπέτειες αγαπημένων ηρώων όπως ο Κάρμαντι και ο Τζον Ντάλμας. Ένας από τους πλέον ονομαστούς εκπροσώπους του ύφους, ο Φίλιπ Μάρλοου, γεννημένος από την εμπνευσμένη πένα του Raymond Chandler, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στα 1933, στο θρυλικό μυθιστόρημα The Big Sleep. Έκτοτε έως και τις μέρες μας, η μορφή του καπαρντινοφόρου πράιβατ ινβεστιγκέιτορ, κόσμησε τις σελίδες περισσότερων από τρεις ντουζίνες έργων, διαφόρων εξουσιοδοτημένων συγγραφέων, πέραν του πατρός και ακόμη δέκα, διάβηκε στο κινηματογραφικό εκράν, σε δημιουργίες υπογραφής αναγνωρισμένων σκηνοθετών, όπως ο Edward Dmytryk, ο Howard Hawks, o Robert Altman, ο Dick Richards. Την μορφή τους, δε, στον δαιμόνιο ερευνητή δάνεισαν αστέρες διαμετρήματος των Dick Powell, Bogey, Robert Montgomery, James Garner, Elliott Gould και Robert Mitchum. Αυτή είναι η ενδέκατη περίπτωση διασκευής νουβέλας με κεντρικό πρόσωπο τον Marlowe, που βασίζεται στο πόνημα The Black Eyed Blonde του Benjamin Black, που δεν είναι άλλος από τον πολυβραβευμένο Ιρλανδό λογοτέχνη John Banville.

Ντετέκτιβ Μάρλοου (Marlowe) Quad Poster
Έχοντας απωλέσει κάθε ελπίδα να εντοπίσει τα ίχνη του φλογερού της εραστή, εκ πεποιθήσεως τυχοδιώκτη και χαμηλόβαθμου κρου σε χολιγουντιανές παραγωγές, Νίκο Πίτερσον, η εύπορη χάρη στην τεράστια περιουσία της μητέρας της, Κλερ Κάβεντις, θα ζητήσει την αρωγή του φημισμένου σε ολάκερη την Πόλη των Αγγέλων, ιδιωτικού ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου. Ο ερευνητής πολύ σύντομα θα βρεθεί μπροστά στην αποκάλυψη πως ο αγνοούμενος είναι νεκρός, έχοντας πέσει θύμα ενός μακάβριου αυτοκινητιστικού δυστυχήματος, που έλαβε χώρα μπροστά στην είσοδο του λαμπερότερου νυχτερινού κέντρου της περιοχής, Corbata Club. Μόνο που η άμεσα ενδιαφερόμενη, θα προβάλλει τις αντιρρήσεις της για την συγκεκριμένη έκβαση, ούσα σίγουρη πως πολύ πρόσφατα τον συνάντησε φευγαλέα, κατά την διάρκεια του ταξιδιού της στην μεξικάνικη Τιχουάνα.

Το ημερολόγιο δείχνει τα τέλη του 1939, περίοδο που τα σύννεφα του πολέμου που έχει μόλις ξεσπάσει στην Ευρώπη, έχουν αρχίσει να μουνταίνουν τον πάντα ηλιόλουστο ουρανό της πρωτεύουσας της Καλιφόρνια. Μπροστά σε αυτό το φόντο που μοιάζει να μεταλλάσσεται από λαμπερό, κοσμοπολίτικο, αριστοκρατικό και πανάκριβο, σε κάτι που μοιάζει με ζοφερό, υπόκοσμο, άγρια βίαιο και πλεονεκτικό, καλείται να δράσει για ακόμη μια φορά ο μελαγχολικός Μάρλοου, αστυνομικός δαίμονας που δεν γνωρίζει τι πάει να πει ήττα και χασούρα. Κινούμενος κατά βάση ολομόναχος στην προσπάθεια του να εντοπίσει τα κρίσιμα στοιχεία της υπόθεσης, όχι λίγες φορές θα βρεθεί μπροστά σε κινδύνους θανάσιμα ύπουλους. Η εμπειρία του στην μάχη, όπως την διδάχθηκε στην στρατιά των Βασιλικών Φρουρών της Ιρλανδίας, θα είναι κι εκείνη που όχι απλά θα τον βγάλει αλώβητο και αγρατσούνιστο από οποιαδήποτε κόντρα, αλλά και τελικό θριαμβευτή - λογικό - στην πλήρη αποκάλυψη του τι ακριβώς συνέβη. Μόνο που...

Δεν είναι και τόσο φρόνιμο να υποστηρίξω πως υπάρχει κάποια σοβαρή συνοχή, κάποιο στενό δέσιμο ικανό να κρατήσει την αφήγηση σε υψηλούς τόνους, καθόλη την διάρκεια του (μάλλον αναίτια ξεχειλωμένου) δίωρου. Ευθύνη που κυρίως βαρύνει τον μέτριο σχεδιασμό στην ανάπτυξη των χαρακτήρων, τόσο μπόλικων εκ των βασικών, σχεδόν όλων των περιφερειακών, σε σημείο που να δημιουργείται ένα πολύ χαμηλό ενδιαφέρον για την εξέλιξη του καθενός. Έχω δε την αίσθηση πως ακόμη και η σεναριακή βάση του εντοπισμού ενός πενιχρών ηθικών αξιών οπορτουνιστή, από μια γυναίκα απογοητευμένη πλήρως από την παντρειά της, που όμως δεν της λείπει τίποτα από υλικά αγαθά (άρα θα μπορούσε να αλλάζει έναν εραστή, ακόμη πιο μορφονιό από τούτον εδώ, μέρα παρά μέρα) δεν στέκει και ιδιαίτερα ως πειστική.

Όσο τουλάχιστον αποδεκτή είναι η δεν την λες σούπερ ευρηματική, ούτε όμως και τυχάρπαστη, σκηνοθεσία του μετρ Neil Jordan, άριστου γνώστη στο κτίσιμο της σωστής ατμόσφαιρας, ακόμη και σε ώρες που το μπουκωμένο σενάριο, δεν του δίνει την δυνατότητα να ξεδιπλώσει το 73χρονο, πλέον, ταλέντο του. Γεγονός είναι πως υπάρχουν σεκάνς που πανεύκολα εντοπίζει κανείς την ματιά του τιμημένου με Όσκαρ Πρωτότυπου Σκρινπλέι για το σπουδαίο Crying Game. Ειδικά εκείνες που η κάμερα ξεγλιστρά πολύ αραιά και που, από τους πολύχρωμους εσωτερικούς χώρους των κλαμπς, των καφε και των παμπ, με πιο χαρακτηριστική αυτή της εύρεσης ενός πτώματος πλάι σε μια ρεματιά. Πανίσχυρη σκηνή δεμένη άψογα κι από κάθε της πλευρά, με την μόνη διαφορά πως δεν είχε και πολλά να μας πει σαν συνδετικά επεξηγηματικός κρίκος με την λοιπή πλοκή. Που σταθερά κινείται σε λέβελ αναιμικά και τεχνηέντως ανακατωσούρικα, τάχαμου για να τονιστεί η ποιότητα του νουάρ. Δεν είναι έτσι όμως, έχουν αλλάξει πολύ οι εποχές.

Συνεπώς η μετρημένα 100η ταινία του αγαπημένου μου με ότι κι αν καταπιαστεί στα σοβαρά Liam Neeson - στην δική μου ματιά, ένα τεράστιο ρίξιμο στην ιστορία του Οσκαρικού Πρώτου Ρόλου, τρεις δεκαετίες πριν, σε μια σεζόν που πραγματικά οι ερμηνείες ήσαν σπουδαίες, με κορυφαία χωρίς σκέψη, όμως αυτή του Σίντλερ - δεν θα παραμείνει και η πιο αξιομνημόνευτη του. Παρότι ο 70 Μαΐων Πάντι, στην τρίτη του συνεργασία με τον συμπατριώτη του Jordan, μετά τα Michael Collins και Breakfast On Pluto, δεν χάνει ευκαιρία να τσαλακωθεί, καυτηριάζοντας διαρκώς την σκουριά που έχει προκαλέσει στην ύπαρξη του το γήρας. Είτε ερωτικά, όχι και με την καλύτερη δυνατή χημεία, πλάι στην μαζεμένη πλην αληθινά όμορφη Diane Kruger, είτε κυρίως μάχιμα, εν ώρα κορύφωσης της αποστολής, εκεί που είναι φανερό πως ο πανδαμάτωρ έχει τσακίσει πια τον οποιοδήποτε δεσμό, με τα όχι και τόσο μακρινά χρονικά Taken.

Ποτέ του άλλωστε στα γραπτά (αλλά και στα φιλμικά) ο Μάρλοου δεν παρουσιάστηκε τόσο ηλικιωμένος, ας όψεται η επιμονή του Ιρλανδέζου σταρ να τον υποδυθεί σε κάποια φάση της μεγάλης του πρωταγωνιστικής πορείας, Πράττοντας το σε μια δημιουργία ακριβή μεν, προσεγμένη απόλυτα στον σχεδιασμό της παραγωγής της, με ένα καλοπληρωμένο ολ σταρ ανσάμπλ, που σέβεται απόλυτα τον Marlowe μύθο, σημαντικά όμως ασύνδετη στα επιμέρους κεφάλαια της, με συνέπεια να μην αφήσει απόλυτα ικανοποιημένους τους φανατικούς οπαδούς του διαβόητου ντετέκτιβ!

Ντετέκτιβ Μάρλοου (Marlowe) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Ιουνίου 2023 από την Spentzos Films!
Περισσότερα... »

Καθαγιασμός (Consecration) Poster ΠόστερΚαθαγιασμός
του Christopher Smith. Με τους Jena Malone, Danny Huston, Janet Suzman, Thoren Ferguson, Ian Pirie, Eilidh Fisher.


"Ἔστι Δίκης ὀφθαλμός, ὅς τὰ πάνθ’ ὁρᾷ"
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Κούκου-τσα!

Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος την 1η Ιουλίου του 1972 στο Μπρίστολ της Αγγλίας, Βρετανός σκηνοθέτης. Στις έξι από αυτές υπογράφει ή συνυπογράφει το σενάριο. Υπηρετεί πιστά το είδος των ταινιών τρόμου, με μοναδική εξαίρεση μια χριστουγεννιάτικη ταινία που γύρισε, με πρωταγωνιστή τον Jim Broadbent, το «Get Santa» (2014). Από τις ταινίες του η πιο γνωστή και πιο πετυχημένη είναι η δεύτερή του, η κωμωδία τρόμου «Θα σου κόψω το κεφάλι» (Severance, 2006), η μοναδική που είχε κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα, πριν από την εφετινή. Έχει ασχοληθεί και με την τηλεόραση, σκηνοθετώντας επεισόδια για σειρές όπως «Alex Rider», «Temple» και «Spy/ Master».

Καθαγιασμός (Consecration) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στις 9 Φεβρουαρίου τρέχοντος, όταν η πρώτη χώρα στην οποία άρχισε να προβάλλεται εμπορικά ήταν η Σλοβενία. Μια μέρα αργότερα άρχισε να προβάλλεται στις ΗΠΑ, τόσο σε μικρό αριθμό αιθουσών όσο και στο εξειδικευμένο κανάλι Shudder ως Video On Demand. Στις αρχές Μαρτίου προβλήθηκε στο κινηματογραφικό φεστιβάλ της Γλασκόβης στο Ηνωμένο Βασίλειο ενώ στις αρχές Ιουλίου θα συμμετέχει στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ φανταστικού κινηματογράφου του Νοσατέλ στην Ελβετία, όπου το βραβείο έχει το εντυπωσιακό όνομα Narcisse!

Η υπόθεση: Η Γκρέις, μια επιτυχημένη οφθαλμίατρος στο Λονδίνο, καλείται στη Μονή του Όρους του Σωτήρα, βαθιά στα Χάιλαντς της Σκωτίας, έπειτα από τον ξαφνικό και μυστηριώδη θάνατο του αδερφού της, ο οποίος ήταν ιερέας. Αρνούμενη να αποδεχτεί την επίσημη θέση του μοναστηριού ότι αυτοκτόνησε, και αποφασισμένη να ανακαλύψει τι πραγματικά του συνέβη, η Γκρέις ξεκινά τη δική της έρευνα για τον θάνατο του αδερφού της, ενώ οι μοναχές ετοιμάζουν μια τελετή καθαγιασμού για να εξαγνίσουν τον ιερό χώρο. Κατά τη διαδικασία αυτή, πέφτει αναπόφευκτα φως σε κάτι πολύ πιο σκοτεινό, το οποίο σχετίζεται με τα ξεχασμένα χρόνια της δικής της παιδικής ηλικίας, συνυφασμένο με το ιερό τάγμα του μοναστηριού και το μυστικό που είναι επιφορτισμένο να προστατεύει.

Η άποψή μας: Μου αρέσουν κάποιες συμπτώσεις που προκύπτουν ως συνέπεια του ελληνικού κινηματογραφικού προγραμματισμού. Την προηγούμενη βδομάδα πχ βγήκαν ταυτόχρονα δύο ταινίες στις οποίες συμμετείχε η Maribel Verdú. Αυτήν τη βδομάδα είναι η σειρά του Danny Huston, της γνωστής οικογενείας (πατέρας του ο τιτανομέγιστος John Huston και ετεροθαλής αδελφή του η Anjelica Huston) να τον δούμε σε δύο φιλμ. Πέρα από τούτη την ταινία, στην οποία υποδύεται τον Πατέρα Ρομέρο, έχει σημαντικό ρόλο και στην ταινία «Ντετέκτιβ Μάρλοου» του Neil Jordan. 

Επίσης, μένοντας στο επίπεδο των ηθοποιών, θα ήθελα με την ευκαιρία να δηλώσω τον θαυμασμό μου σε μια από τις πιο αδικημένες ηθοποιούς της γενιάς της, την πρωταγωνίστρια της ταινίας, Jena Malone. Μπορεί εδώ να μην δίνει την ερμηνεία της ζωής της, αλλά είναι σταθερά καλή σε ότι κι αν κάνει και οι επιλογές της είναι ιδιαίτερες, ξεκινώντας από την πρώτη σημαντική της κινηματογραφική παρουσία στην «Επαφή» ως νεαρή Jodie Foster (με την οποία μάλιστα την συνέκριναν υποκριτικά), σε ηλικία μόλις 13 ετών, έως το πέρασμά της στο εκπληκτικό «Donnie Darko», τη βασική της παρουσία στην τριλογία του «Hunger Games» και την εμφάνισή της σε ταινιάρες όπως τα «Neon Demon» και «Νυκτόβια πλάσματα». 

Μετά από αυτήν την εκτενή εισαγωγή – που με κάνει να δείχνω ότι προσπαθώ / και πετυχαίνω / να υπεκφεύγω – ας πούμε και δυο κουβέντες για την ταινία αυτή καθαυτή. Ανήκει σε εκείνο το υποείδος των ταινιών τρόμου, που έχουν να κάνουν με την Καθολική Εκκλησία, χωρίς όμως την παρουσία ξέρω 'γω του Σατανά per se ή εξορκισμών. Περισσότερο χρησιμοποιείται ο θρησκευτικός «μανδύας» για να στηθεί ένα ενδιαφέρον εν πολλοίς δοκίμιο σχετικά με τις έννοιες του Καλού και του Κακού. Το Καλό και το Κακό όπως το έχουμε στο μυαλό μας οι κοινοί θνητοί ανεξαρτήτως θρησκείας, το Καλό και το Κακό όπως το βιώνει και το ορίζει η εκάστοτε οργανωμένη θρησκεία και το Καλό και το Κακό έτσι όπως ερμηνεύεται από «εξτρεμιστικές» σέχτες, δόγματα, παραφυάδες. 

Οι μοναχές της κλειστής κοινότητας μόνο ως φανατικές μπορούν να ιδωθούν στο... μάτι του μέσου θεατή (pun intended) ενώ η Γκρέις της Malone είναι ο ορθολογιστής άνθρωπος που ψάχνει πάντα τη σχέση αιτίου – αιτιατού, χωρίς να ψάχνει απαντήσεις στο χώρο του μεταφυσικού. Μόνο που υπάρχει μια ενδιαφέρουσα διπλή ανατροπή. Η Γκρέις (καθόλου τυχαίο το όνομα) της Malone συναντά την Γκρέις της Kidman από το αριστουργηματικό «Dogville» (σημείωση: ναι, είμαστε εντελώς ψωνάρες όσοι γράφουμε για σινεμά και με το νου μας φτιάχνουμε συνδέσεις που μια χαρά μας κάθονται είτε αυτές υφίστανται είτε όχι – αλλά εδώ δεν μου το βγάζεις από το μυαλό πως αποτίνεται ένας φόρος τιμής) και από θύμα μετατρέπεται σε Τιμωρός. Ένας Τιμωρός όμως είναι Καλός ή Κακός; Κάποιος που θεραπεύει ανθρώπους, και δίνει Φως στους Τυφλούς είναι ο Άγγελος ή ο Διάβολος; 

Ωραιότατο το φινάλε, που δίνει επιπλέον στρώσεις ανάγνωσης για όσους θέλουν να εμβαθύνουν και μια χαρά σοκ σε όσους απλά πάνε στο σινεμά για το ποπκόρν. Αυτό, βέβαια, από μόνο του δεν αρκεί. Όπως δεν αρκούν ούτε η υποβλητική φωτογραφία και το έξυπνο στήσιμο ατμόσφαιρας. Η δράση κυλάει αργά και πρέπει να σκάψεις μέσα από πολύ κλισεδούρα και by the book συνταγή για να φτάσεις στον πυρήνα, που έχει κάτι. Σήκωνε περισσότερη δουλίτσα και σεναριακά και σκηνοθετικά. Κι έτσι όμως, δεν είναι του πεταματού.

Καθαγιασμός (Consecration) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Ιουνίου 2023 από την Neo Films!
Περισσότερα... »

Μαθήματα αποπλάνησης (No Hard Feelings) Poster ΠόστερΜαθήματα αποπλάνησης
του Gene Stupnitsky. Με τους Jennifer Lawrence, Andrew Barth Feldman, Matthew Broderick, Laura Benanti, Natalie Morales, Hasan Minhaj, Scott MacArthur, Ebon Moss-Bachrach, Kyle Mooney.


Η... 30άρα και ο πρωτάρης!
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

She's a maneater

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στο Κίεβο της Ουκρανίας στις 26 Αυγούστου του 1977 Αμερικανός σκηνοθέτης. Η προηγούμενή του ήταν το «Καλά αγόρια» (Good Boys, 2019) η οποία κυκλοφόρησε κατευθείαν σε dvd στην Ελλάδα, χωρίς κινηματογραφική διανομή. Μεταξύ του 2005 και του 2010 δούλεψε ως σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός στην αμερικάνικη εκδοχή του τηλεοπτικού «The Office», ενώ με τον στενό του συνεργάτη Lee Eisenberg είχε συνυπογράψει τα σενάρια για τις ταινίες «Οι γκαφατζήδες των σπηλαίων» (Year One, 2009) και «Άτακτη καθηγήτρια» (Bad Teacher, 2011).

Μαθήματα αποπλάνησης (No Hard Feelings) Poster Πόστερ Wallpaper
Αυτή είναι η τρίτη ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί η Jennifer Lawrence, μετά την απόφασή της να αποσυρθεί από την υποκριτική και τον δημόσιο βίο, πίσω στο 2019, λόγω υπερέκθεσης. Το 2021 η ταινία που συμμετείχε ήταν το «Μην κοιτάτε πάνω» (Don't Look Up) και το 2022 η ταινία ήταν το «Πέρασμα» (Causeway). Προσεχώς αναμένουμε τις συνεργασίες της με σκηνοθέτες όπως η Lynne Ramsay, ο Luca Guadagnino και ο Paolo Sorrentino, ενώ συμμετέχει και στο ριμέικ του «Ανατολικά της Εδέμ» που ετοιμάζεται!

Η υπόθεση: H Μάντι είναι μια 30something όμορφη οδηγός Uber, που γεννήθηκε, ζει και εργάζεται στο καταφύγιο πλούσιων Νεοϋορκέζων, Μόντοκ, στο Λονγκ Άιλαντ. Βρίσκεται σε δύσκολη θέση οικονομικά. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας έχει αυξηθεί κατακόρυφα από τη μια. Και της κατάσχουν το αυτοκίνητό της για απλήρωτες κλήσεις από την άλλη. Και χωρίς αυτοκίνητο δεν μπορεί να βγάλει χρήματα για να πληρώσει τους φόρους, οπότε κινδυνεύει να χάσει το σπίτι που της άφησε η μητέρα της πριν πεθάνει. 

Προσπαθώντας να βρει λύση πέφτει πάνω σε μία πολύ ενδιαφέρουσα αγγελία: πλούσιοι, υπερπροστατευτικοί γονείς αναζητούν κάποια κοπέλα να «βγει ραντεβού» με τον ντροπαλό και εσωστρεφή 19χρονο γιο τους, τον Πέρσι, προτού εκείνος φύγει για σπουδές στο φημισμένο Πρίνστον. Αμοιβή: ένα πολυτελέστατο αυτοκίνητο, μια Μπιούικ συγκεκριμένα. Όντας στριμωγμένη, η Μάντι θεωρεί ότι είναι η κατάλληλη για τη «δουλειά» και πως χρησιμοποιώντας την Μπιούικ θα βγάλει τα απαραίτητα χρήματα, σώζοντας και το σπίτι της. Μόνο που ο αδέξιος Πέρσι αποδεικνύεται μεγαλύτερη πρόκληση από αυτό που περίμενε η Μάντι και ο χρόνος της τελειώνει. Έχει όλο κι όλο ένα καλοκαίρι να τον κάνει άντρα ή να τα χάσει όλα. Θα τα καταφέρει;

Η άποψή μας: Από το «Εβριμπόντι ιν δις τάουν φακς εξέπτ μι» του Νίκου Καλογερόπουλου από την «Θηλυκή εταιρεία» του 1999, φτάσαμε στο «Does anybody fuck anymore?» της Jennifer Lawrence σε τούτη την ταινία. Κι αυτή η διαπίστωση στη σκηνή του πάρτι, που προκύπτει όταν η Μάντι, ψάχνοντας τον Πέρσι σε κλεισμένες κρεβατοκάμερες ενός αχανούς σπιτιού, βρίσκει μέσα στα δωμάτια μετεφήβους που... κοιτάνε τα κινητά τους ή παίζουν ηλεκτρονικά παιχνίδια – καμία σχέση με σεξ δηλαδή – είναι από τα λίγα πράγματα που κάνει καλά τούτη η ταινία. Οι introverts, η γενιά που επηζητεί μονίμως την ασφάλεια, η γενιά που ακολουθεί τους κανόνες, η γενιά του tiktok, των χιλιάδων διαδικτυακών φίλων και των μηδενικών κοινωνικών δεξιοτήτων, η γενιά του δικαιωματισμού, σε μια εποχή που ο πανσεξουαλισμός είναι στην άκρη των δαχτύλων τους και υπάρχουν 183534 τρόποι για να αυτοπροσδιοριστεί σεξουαλικά, δεν κάνει σεξ! Χα! Είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορεί να παραβλεφθεί και είναι μια πραγματικότητα που η ταινία παρουσιάζει εύστοχα. 

Μέχρι τώρα – και κυρίως κατά τη δεκαετία του ’80 – οι εφηβικές κωμωδίες παρουσίαζαν έφηβους ένθεν και ένθεν, που επιζητούσαν με κάθε τρόπο να «σκοράρουν», κυνηγώντας το εύκολο κρεβάτι. Τούτη εδώ δείχνει πως ο Πέρσι κι ο κάθε Πέρσι απλά δεν ενδιαφέρεται. Ή καλύτερα, το όποιο ενδιαφέρον του βρίσκεται καταχωνιασμένο σε ένα μικρό κουτάκι στον εγκέφαλο, κρυμμένο από στρώσεις αναβλητικότητας, φόβου, άγχους, ατολμίας, απότοκα της πρωτοφανούς αυτοέκθεσης μέσω των social media, του πανεύκολου μπούλινγκ και του γενικότερου τοξικού κλίματος, που ισχύει σε όλες τις προσωπικές σχέσεις. 

Με αυτήν την πραγματικότητα λοιπόν ασχολείται (επιδερμικά, αλλά είναι η πρώτη που το κάνει, κι αυτό είναι κάτι) η ταινία και από αυτήν προσπαθεί να αντλήσει το γέλιο των θεατών. Μόνο που το κάνει με τόσο χοντροκομμένο τρόπο, που μπροστά του τα αλήστου μνήμης «Porky’s» (με την Kim Cattrall στα πρώτα της βήματα!) ή τα «American Pie» (πριν ξεζουμιστούν από τα 850 σίκουελ) φαντάζουν «Βασιλιάς Ληρ»! Χοντροκομμένα λοιπόν ή καλύτερα άκομψα αλλά – κυρίως – χωρίς αίσθηση του χιούμορ και με τραβηγμένο από τα μαλλιά ηθικοπλαστικά μηνύματα. 

Προσωπικά, ας γέλασα πέντε φορές σε όλη την ταινία. Δεν ξέρω, ίσως γερνάω, αλλά δεν μπορώ να γελάσω πχ με την Jennifer Lawrence ολόγυμνη (σε λέω για full frontal καραμπινάτο, όχι αστεία, ολίγον τι κουνημένο ή «επεξεργασμένο», γιατί μιλάμε και για κάτοχο Όσκαρ παρακαλώ, αλλά still!) να πλακώνεται στο ξύλο με ομάδα νεαρών που της κλέβουν τα ρούχα ενώ κάνει βραδινό μπάνιο στην παραλία. Τι ακριβώς εξυπηρετεί αυτή η σκηνή; Είναι δείγμα του Women's empowerment; Είναι απόδειξη πως η Lawrence για άλλη μια φορά δείχνει κότσια (!!!) και δεν φοβάται να τσαλακωθεί; Ή θεώρησε η συμπαθέστατη και αγαπημένη ηθοποιός πως έτσι γίνεται πιο κατανοητός ο χαρακτήρας της; Και γιατί παρακαλώ να μην δούμε μια γυναίκα σε σκηνή ανάλογη του «τρώω κλωτσιά στα αρχίδια;». 

Αν ήταν άνδρας, θα γελούσαμε, έτσι δεν είναι; Εδώ γιατί δεν γελάμε; Γιατί δεν γέλασα; Χμ, μάλλον είμαι μισογύνης, συντηριτούκλα του κερατά, απολίθωμα, που όταν δεν μπορεί να κάνει mansplaining, παθαίνει κοκομπλόκο. Εντέλει, πού διαφέρει αυτό που πάει να κάνει η Μάντι (να κάνει σεξ με έναν 19χρονο με αμοιβή ένα αυτοκίνητο) από την πορνεία; Οκ, ναι, δικό της είναι το σώμα και μπορεί να το διαθέσει όπως θεωρεί η ίδια καλύτερα, αλλά πόσο μπροστά μπορεί να πάει το φεμινιστικό κίνημα μια ταινία όπου μια ηθοποιός, που αποτελεί πρότυπο, συμπεριφέρεται όπως η Βίνα Ασίκη στις βιντεοταινίες με τον Στάθη Ψάλτη; Που ήταν και απείρως πιο αστείες, if you ask me... 

Anyway, όλα θεμιτά. Αλλά βγάζει γέλιο η ταινία; Τι να πω; Ξαναλέω: γέλασα σε πέντε σκηνές, με δυο τρεις ατάκες, αλλά στο υπόλοιπο της ταινίας δεν σταματούσα να κριντζάρω και να νιώθω ετεροντροπή. Με πολλές σκηνές να μην ολοκληρώνονται, με άλλες να φαντάζουν παράταιρες, με σεναριακές ευκολίες. Πχ, το πως η Μάντι κατορθώνει να μαζέψει χρήματα με την κατεστραμμένη Μπιούικ, ξεσκίζοντάς την ως Uber, είναι ζήτημα αν ξοδεύεται ενάμιση λεπτό φιλμικού χρόνου γι’ αυτό. Κι αν ήταν τόσο εύκολο, γιατί δεν μάζευε τα λεφτά όταν είχε το δικό της αμάξι, ε; Τέτοια κι άλλα πολλά. No Hard Feelings παιδιά, αλλά ευχαριστώ, δεν θα πάρω. Φαντάζομαι πάντως πως η ταινία θα έχει κοινό, που θα γελάσει, ίσως και με την ψυχή του. Oh well…

Μαθήματα αποπλάνησης (No Hard Feelings) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 22 Ιουνίου 2023 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Αυτά που δεν λέγονται (Historias para no contar / Stories Not to Be Told) Poster ΠόστερΑυτά που δεν λέγονται
του Cesc Gay. Με τους Chino Darin, Anna Castillo, Javier Rey, Alex Brendemuhl, Antonio De La Torre, María Leon, Eva Reyes, Maribel Verdu, Alexandra Jimenez, Nora Navas, Jose Coronado, Alejandra Onieva, Javier Camara, Quim Gutierrez, Veronica Echegui, Brays Efe.


Μυστικά και ψέματα
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

"Μην μιλάς/ δεν είναι απαραίτητο..."

Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί σόλο ο γεννημένος το 1967 στη Βαρκελώνη Καταλανός σκηνοθέτης. Οι προηγούμενες ταινίες του είναι οι εξής: «Krámpack» (Nico and Dani, 2000), «Ζευγάρια στην πόλη» (En la ciudad, 2003 – με κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα), «Μυθοπλασία» (Ficció, 2006 – με προβολή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), «V.O.S.» (2009), «Ένα πιστόλι σε κάθε χέρι» (Una pistola en cada mano, 2012 – με κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα), «Τρούμαν» (Truman, 2015 – με κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα /// η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία του Gay στη χώρα μας) και «Οι γείτονες από πάνω» (Sentimental, 2020 – με κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα).

Αυτά που δεν λέγονται (Historias para no contar / Stories Not to Be Told) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ του Τορόντο (Special Presentations) και την πανευρωπαϊκή της πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν (Gala Screening). Η πανελλήνια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε στα τέλη του περασμένου Μαΐου, στο πλαίσιο του 7ου φεστιβάλ Ισπανόφωνου Κινηματογράφου – Fecha, παρουσία του σκηνοθέτη. Τέλος, να σημειώσουμε πως ο ηθοποιός Àlex Brendemühl κέρδισε βραβείο ερμηνείας - Premis Gaudi από την Καταλανική Ακαδημία Κινηματογράφου για το ρόλο του στην ταινία.

Η υπόθεση: Πέντε ερωτικές – κι όχι μόνο – ιστορίες, που εξελίσσονται στη Βαρκελώνη και συναντιούνται τυχαία... Ο Ραούλ λείπει σε ταξίδι για δουλειές. Η σύντροφός του, η Λάουρα, συναντά στο πάρκο τον όμορφο γείτονά της, τον Άλεξ. Με αφορμή το σκυλάκι της, θα τον καλέσει στο διαμέρισμά της. Κάτι τρέχει μεταξύ τους. Τι μπορεί να πάει στραβά; Ο Λουίς έχει χωρίσει εδώ και καιρό. Επισκέπτεται τους φίλους του, τον Κάρλος και την Άνα, που τον παροτρύνουν να βγει έξω, να φλερτάρει, να ξεπεράσει την πρώην του. Κι όντως, ο Λουίς θα κάνει μια ενδιαφέρουσα γνωριμία. Όταν μαθαίνουν μια κρίσιμη πληροφορία την τελευταία στιγμή, θα ενημερώσουν σχετικά τον φίλο τους; 

Η Κάρολ συναντά την Άντζελα και την Μπλάνκα σε μια οντισιόν. Έχουν καιρό να τα πούνε, οπότε ανταλλάσσουν τα νέα τους και τα λένε. Μήπως όμως τα... παραλένε; Ο Αντρές είναι ένας ώριμος καθηγητής που καλεί σε γεύμα τη νεαρή ερωμένη του Μπάρμπαρα προκειμένου να της ζητήσει να συζήσουν. Κρυφακούγοντάς την να μιλάει στο κινητό της θα προσπαθήσει να σώσει τον εγωισμό του. Θα τα καταφέρει; Ο Εντού θέλει να εξομολογηθεί στην έγκυο κοπέλα του, την Σοφία, μια εφήμερη απιστία του. Είναι όμως έτοιμος να αντιμετωπίσει τις δικές της αποκαλύψεις;

Η άποψή μας: Ο Cesc Gay τρελαίνεται να δουλεύει με τον Javier Camara: αυτή είναι η πέμπτη (!!!) ταινία του στην οποία συμμετέχει ο εξαιρετικός ηθοποιός – αν κι εδώ σε έναν πολύ μικρό ρόλο, στην τέταρτη ιστορία. Επίσης, του Cesc του αρέσει να γυρίζει σπονδυλωτά φιλμ: αυτό είναι το τρίτο τέτοιο, μετά τα (θα το πω: πιο πετυχημένα) «Ζευγάρια στην πόλη» και «Ένα πιστόλι σε κάθε χέρι». Και στο σύνολο της φιλμογραφίας του με τις ανθρώπινες σχέσεις ασχολείται: αυτό τον κινητοποιεί, αυτό τον ενδιαφέρει, αυτό τον απασχολεί. Αυτό κάνει και σε τούτη την ταινία. Που, όπως στην πλειοψηφία των σπονδυλωτών ταινιών, ακόμα και των καλύτερων του είδους (δες πχ το «Ιστορίες για αγρίους» αν δεν το έχεις δει ακόμα) χαρακτηρίζεται από διαφορετικής δυναμικής, ενδιαφέροντος, χιούμορ, ουσίας επιμέρους ιστορίες. 

Μιλάμε λοιπόν για μια εκ προοιμίου άνιση ταινία. Μπαίνει δυνατά με την πρώτη ιστορία. Εδώ, και η γραφή είναι καλή και η πλοκή σε τραβάει και η φωτογένεια των δύο βασικών πρωταγωνιστών είναι ισχυρή και το συνολικό πακέτο σε ικανοποιεί. Η δεύτερη ιστορία βγάζει το πιο πολύ γέλιο κι ας φλερτάρει με «ακύρωση» εξαιτίας ενός ιδιαίτερου plot twist, το οποίο όμως χειρίζεται εντέλει με κομψότητα, χωρίς να αφήνει σκιές ή να μουντζουρώνει το όλο εγχείρημα με χοντράδα. Η τρίτη ιστορία, με την Maribel Verdu, που θα είναι για πάντα η Λουίζα, το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου των δύο πιτσιρικάδων στο υπέροχο «Θέλω και τη μαμά σου» (και συμπτωματικά την τρέχουσα βδομάδα, έχει βασικό ρόλο και στο «The Flash») είναι μάλλον η λιγότερο ενδιαφέρουσα από τις πέντε ιστορίες. Τέλος, η τέταρτη και η πέμπτη ιστορία έχουν τις στιγμές τους, αλλά ως εκεί. 

Το πολύ ενδιαφέρον είναι πως ο Cesc Gay έχει καταφέρει να συγκεντρώσει την αφρόκρεμα της ιβηρικής χερσονήσου, πράγμα που σημαίνει πως οι ηθοποιοί τον εμπιστεύονται, κι αυτό από μόνο του λέει πολλά. Ανάλαφρη, διασκεδαστική, αν μη τι άλλο ταιριάζει ασορτί στα θερινά σινεμά. Κι αν αυτά που λέει εντέλει υποτίθεται πως δεν λέγονται, δεν έχετε παρά να κάνετε τις συγκρίσεις σας με καταστάσεις και περιπτώσεις που βρεθήκατε κι εσείς σε ανάλογη θέση με εκείνη κάποιων από τους πρωταγωνιστές.

Αυτά που δεν λέγονται (Historias para no contar / Stories Not to Be Told) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2023 από την One From The Heart!
Περισσότερα... »

Η τελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε (L'ultima notte di Amore / Last Night of Amore) Poster ΠόστερΗ τελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε
του Andrea Di Stefano. Με τους Pierfrancesco Favino, Linda Caridi, Antonio Gerardi, Francesco di Leva, Fabrizio Rocchi.


Αυτή η νύχτα μένει!
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

That’s… Amore!

Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στη Ρώμη στις 15 Δεκεμβρίου του 1972, Ιταλός σκηνοθέτης. Παραδόξως, είναι η πρώτη που γυρίζει στην πατρίδα του και στα ιταλικά. Οι προηγούμενες δύο ταινίες του είναι οι εξής: «Χαμένος παράδεισος» (Escobar: Paradise Lost, 2014) και «3 δευτερόλεπτα» (The Informer, 2019). Και οι τρεις του ταινίες λοιπόν πήραν κινηματογραφική διανομή στην Ελλάδα. Έχει να επιδείξει και καριέρα ηθοποιού πίσω του, καθώς έχει εμφανιστεί με μικρούς ρόλους σε ταινίες όπως τα «Εννέα» (2009), «Eat, Pray, Love» (2010) και «Η ζωή του Πι» (2012).

Η τελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε (L'ultima notte di Amore / Last Night of Amore) Poster Πόστερ Wallpaper
Η τελευταία του ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Βερολίνου (2023), όπου συμμετείχε στο επίσημο πρόγραμμα, εκτός συναγωνισμού (Gala Screening). Συμμετείχε επίσης στο φεστιβάλ Tribeca και διαθέτει κινηματογραφική διανομή στις ΗΠΑ από την Universal. Η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στην οποία προβάλλεται εμπορικά η ταινία, μετά την Ιταλία και τη Γαλλία.

Η υπόθεση: Ο Φράνκο Αμόρε είναι ένας έντιμος αστυνομικός, που ζει κι εργάζεται στο Μιλάνο. Μετά από 35 χρόνια διακεκριμένης υπηρεσίας στην Αστυνομία είναι έτοιμος να βγει στη σύνταξη. Στη μακρόχρονη καριέρα του, όπως γράφει και στον αποχαιρετιστήριο λόγο που ετοιμάζει, έκανε ό,τι μπορούσε για να φέρεται με τιμιότητα και ψυχραιμία – δεν έχει, μάλιστα, πυροβολήσει ποτέ. Η τελευταία βραδινή του βάρδια, όμως, θα είναι ιδιαίτερη. 

Θα είναι η μεγαλύτερη και πιο δύσκολη νύχτα της ζωής του, καθώς θα κληθεί να ερευνήσει μια υπόθεση που θα βάλει όλα όσα έχουν σημασία γι' εκείνον σε κίνδυνο: τον ρόλο του ως ευσυνείδητου υπαλλήλου του κράτους, την άνευ όρων αγάπη του για τη σύζυγό του, Βιβιάνα, τη φιλία του με τον συνεργάτη του, Ντίνο, και την ίδια του τη ζωή. Τη συγκεκριμένη νύχτα στο Μιλάνο τα πράγματα θα ξεφύγουν εντελώς από κάθε έλεγχο και ολόκληρος ο κόσμος του θα ανατραπεί. Το θέμα είναι: θα καταφέρει να τη βγάλει καθαρή έως ότου ξημερώσει η πρώτη μέρα της υπόλοιπης ζωής του;

Η άποψή μας: Το φαντάζομαι ήδη το χολιγουντιανό ριμέικ τούτης της ταινίας: σκηνοθέτης ο Michael Mann, πρωταγωνιστής ο Hugh Jackman, ο Jeffrey Dean Morgan ή ο Gerard Butler και στο ρόλο της νεαρής συζύγου κάποια από τις Dakota Johnson, Blake Lively ή Florence Pugh. Ένα ψιλορετουσάρισμα του σεναρίου για να αποφευχθούν κάποιες μικρές τρύπες του (νερά ωσάν ποτάμι πάνω από τη γέφυρα όπου πετιούνται τα διαμάντια; κάμερες ασφαλείας στο τούνελ; κανένα αυτοκίνητο δεν σταματάει ενώ λαμβάνουν χώρα τα πάντα όλα κατά τη διάρκεια του ξεκαθαρίσματος; ), να «κοπούν» κάποια πρόσωπα από την πλοκή (πχ η κόρη του Φράνκο από τον προηγούμενο γάμο του, που δεν προσφέρει το κάτι παραπάνω) και να δοθεί λίγος επιπλέον φιλμικός χρόνος για άλλα πρόσωπα (όπως ο πιτσιρίκος γιος του συναδέλφου του Φράνκο) και θα μιλάμε για το απόλυτο αριστούργημα. 

Ο Λατσιάλι σκηνοθέτης πάντως, μια χαρά ξηγήθηκε. Έφτιαξε μια ταινία βασισμένη σε ένα σωρό κλισέ κατορθώνοντας όμως εντέλει να δημιουργήσει κάτι αυθύπαρκτα δικό του, που και τρομερό ενδιαφέρον έχει για τον θεατή και τον κρατάει με το σασπένς του με το βλέμμα μονίμως κολλημένο στη μεγάλη οθόνη κι ουχί στου ρολογιού τους δείκτες και τον κάνει κοινωνό και αντιμέτωπο με ηθικά διλήμματα από αυτά που χωρίζουν τις καλές ταινίες από τις σπουδαίες. Η ταινία σε κερδίζει «άμα τη εμφανίσει»: η εντυπωσιακή πρώτη σκηνή θυμίζει την αντίστοιχη αρχική στη «Λάμψη» του Kubrick (εντάξει, 43 χρόνια πριν, Εκείνη η σκηνή ήταν αριστούργημα, με βάση την τεχνολογική ένδεια σε σχέση με την πληθώρα λύσεων στο σήμερα). Η μέρα βέβαια δίνει τη θέση της στη νύχτα και ο Kubrick είχε χρησιμοποιήσει... ελικόπτερα για την αρχική σκηνή – Το Βλέμμα του Θεού – ενώ τώρα, ένα απλό drone κατόρθωσε να παράξει καθαρή μαγεία. 

Πλάνα από ψηλά, λοιπόν, νύχτα, σε μια μεγαλούπολη, που είναι το Μιλάνο, πάνω από δρόμους και συνοικίες, έως ότου η κάμερα εστιάσει εκεί που ήθελε εξαρχής ο σκηνοθέτης: στο σπίτι δηλαδή του Φράνκο Αμόρε, εκεί όπου η αγαπημένη του Βιβιάνα, του ετοιμάζει πάρτι – έκπληξη για τη συνταξιοδότησή του. Δεν την παρατάμε, όμως, ακόμα την εναρκτήρια σκηνή: τόσο η καταπληκτική μουσική του Santi Pulvirenti (που, ναι, θα μπορούσε να τη γράψει τόσο ο Ennio Morricone όσο και οι... Goblin) όσο και η επιλεγμένη γραμματοσειρά, με τα χαρακτηριστικά κόκκινα γράμματα, προσωπικά με παρέπεμψαν σε... γουέστερν – κι όχι όποιο κι όποιο, αλλά... σπαγγέτι! 

Ότι ακολουθεί, λαμβάνει χώρα μέσα σε μια νύχτα (εκτός από μερικά απαραίτητα φλάσμπακ, ιδίως εκείνα που αφορούν την απαρχή των γεγονότων, δέκα μέρες πριν). Η ατμόσφαιρα ταιριάζει με τη νύχτα του φόντου: υπάρχουν οι εντελώς καλοδεχούμενοι νουάρ τόνοι, που προσδίδουν στα γεγονότα μια νότα ντετερμινισμού και ματαίου. Άραγε, θα τα καταφέρει ο Φράνκο; Θα τα καταφέρει η Βιβιάνα; Θα τα καταφέρει η Αγάπη εντέλει; Γιατί πέρα από το αστυνομικό του πράγματος, που είναι απολύτως ικανοποιητικό, ο σκηνοθέτης μιλάει ελεγειακά και για την Αγάπη. Διότι Αμόρε = Αγάπη. Τον Φράνκο θα μπορούσαν να τον λένε Μαλντίνι, Μεάτσα, Μπρόκι, Μαλντέρα, Μπέργκομι, Φεράρα, να έχει ένα επίθετο χωρίς σημασία. Τον λένε όμως Αμόρε. Και είναι πολλοί εκείνοι που θέλουν να σκοτώσουν την Αγάπη... 

Ο Andrea Di Stefano χτίζει μεθοδικά την ταινία του: ξέρει πού να επιταχύνει, πού να κρατήσει τα μπόσικα. Δεν επιδιώκει να εντυπωσιάσει με φτηνά κόλπα και φανφάρες. Πέρα από την εναρκτήρια σκηνή με την οποία «λοκάρει» το βλέμμα του θεατή, συνεχίζει εντελώς γήινα και με ουσία στο παρασύνθημα. Και με το να μας «παίζει» τα γεγονότα που έχουν σημασία δύο φορές, αφήνοντας τη δεύτερη φορά να φωτιστούν κάποια πράγματα και να αποκτήσει έτσι ο θεατής την πλήρη εικόνα, σε αιφνιδιάζει και σε ενθουσιάζει ταυτόχρονα. Υπάρχουν σκηνές που δεν μπορείς να πάρεις ανάσα με το πόσο καλοστημένες είναι, όπως εκείνη στο τούνελ, που οδηγεί στο μακελειό, και υπάρχουν κι άλλες, που αφήνουν βαθύ συναισθηματικό αποτύπωμα. Κι εδώ έχει μεγάλη σημασία ποιος είναι ο πρωταγωνιστής. 

Ο Pierfrancesco Favino είναι άριστη επιλογή στο ρόλο του Φράνκο, γιατί τον ζωντανεύει ως τρισδιάστατο χαρακτήρα κι όχι ως σεναριακό κατασκεύασμα. Το «σπάσιμό» του πχ στη διάρκεια του πάρτι σου προκαλεί άπειρα συναισθήματα. Κι όταν βλέπεις το υγρό του βλέμμα και καταλαβαίνεις γιατί «σπάει» προσπαθώντας παράλληλα να μην προδοθεί, δεν μπορείς παρά να συγκινηθείς βαθιά. Δίνει την απαραίτητη ανθρώπινη διάσταση στον χαρακτήρα του Φράνκο. Και φτιάχνει υπέροχο δίδυμο με την Linda Caridi, την Βιβιάνα της ταινίας. Της γυναίκας που ουσιαστικά ευθύνεται για την μη προαγωγή του Φράνκο σε ανώτερα αξιώματα, καθώς η οικογένειά της είναι μπλεγμένη με το οργανωμένο έγκλημα. Της γυναίκας, που με αυτόν τον τρόπο, δίνει μια ακόμα ενδιαφέρουσα δυναμική στο όλον. 

Κι αν δεν σας συγκινήσει ο έρωτας σε φυγή, δεν μπορεί να μείνετε ασυγκίνητοι στο εξαιρετικό φινάλε. Ο αποχαιρετισμός, ένας άλλος λόγος κι όχι ο προετοιμασμένος, οι σειρήνες, το ξημέρωμα, το φως που έφτασε αλλά και η Σκιά που πλησιάζει... Μεγάλη ταινία, ιδανική για θερινό σινεμά.

Η τελευταία νύχτα του Φράνκο Αμόρε (L'ultima notte di Amore / Last Night of Amore) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 15 Ιουνίου 2023 από την Rosebud.21!
Περισσότερα... »