Νίτραμ (Nitram) Poster ΠόστερΝίτραμ

του Justin Kurzel. Με τους Caleb Landry Jones, Judy Davis, Anthony LaPaglia, Essie Davis, Sean Keenan, Rick James.


Ο «Διάβολος» της Τασμανίας
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν

Ο Justin Kurzel είναι ένας από τους καλύτερους σκηνογράφους της Αυστραλίας. Η διπλωματική εργασία του - μία ταινία μικρού μήκους, το «Blue Tongue» - προβλήθηκε σε περισσότερα από 13 διεθνή φεστιβάλ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των Καννών και της Νέας Υόρκης, ενώ τιμήθηκε και με το βραβείο καλύτερης μικρού μήκους ταινίας στη Μελβούρνη. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, το «Snowtown», έκανε πρεμιέρα το 2011 στο φεστιβάλ της Αδελαΐδας, όπου κι απέσπασε το βραβείο κοινού. Προβλήθηκε σε περισσότερα από 15 διεθνή Φεστιβάλ, ανάμεσά τους σε εκείνα του Τορόντο και των Καννών – στην Εβδομάδα Κριτικής – το 2012. Ήταν ένας από τους σκηνοθέτες που συμμετείχαν στη δημιουργία μιας μεγάλου μήκους ταινίας, που προέκυψε από την ένωση πολλών μικρού μήκους ταινιών, βασισμένων σε διηγήματα του Tim Winton. Η ταινία ήταν το «The Turning» (2013) και η ιστορία που σκηνοθέτησε ο ίδιος ήταν το «Boner McPharlin's Moll». Το Macbeth ήταν η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθέτησε κι έλαβε μέρος στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών. Το «Nitram» είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του γεννημένου στις 3 Αυγούστου 1974 στην πόλη Γκάουλερ της Αυστραλίας και παντρεμένου με την ηθοποιό Essie Davis (που έχει παίξει στις τέσσερις από τις πέντε ταινίες του) σκηνοθέτη. Ενδιάμεσα γύρισε τις ταινίες Assassin's Creed (2016 – βασισμένη στο ομώνυμο βιντεοπαιχνίδι) και «Νεντ Κέλι: Ο Νο. 1 Καταζητούμενος» (True History of the Kelly Gang, 2019). Και ήδη έχουν ανακοινωθεί άλλες τρεις ταινίες στις οποίες θα είναι σκηνοθέτης.

Νίτραμ (Nitram) Poster Πόστερ Wallpaper
Το Nitram έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο περσινό – καλοκαιρινό, μην ξεχνάμε – φεστιβάλ των Καννών, όπου έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα, κερδίζοντας το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας για τον Caleb Landry Jones. Η ταινία έκανε την πανελλήνια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Η υπόθεση: Μέσα δεκαετίας του '90, Τασμανία, Αυστραλία. Ο Νίτραμ είναι ένας νεαρός ενήλικος άνδρας με διανοητικό επίπεδο 11χρονου παιδιού. Η υπερβολική αγάπη του για τα πυροτεχνήματα φέρνει σε δύσκολη θέση τόσο τους γείτονες όσο και τους γονείς του: την κουρασμένη από τη φροντίδα του Νίτραμ και αποστασιοποιημένη συναισθηματικά απέναντί του μητέρα του και τον πιο υπομονετικό και μαλακό (έως μαλθακό) πατέρα του. Ο Νίτραμ θέλει να φύγει από το σπίτι των γονέων του και να ανεξαρτητοποιηθεί. Προσπαθεί να βγάλει λεφτά κουρεύοντας το γρασίδι γειτόνων του. Έτσι, τυχαία, θα γνωρίσει την Έλεν, μια πρώην ηθοποιό και πλούσια κληρονόμο, που ζει στο σπίτι της μαζί με τα 14 σκυλιά της και τα 40 γατιά της - στο γκαράζ της αυτά. 

Η Έλεν θα τον συμπαθήσει και θα τον πάρει υπό την προστασία της και ο Νίτραμ θα μετακομίσει στο σπίτι της και θα είναι – για πρώτη φορά στην ενήλικη ζωή του – ανέμελος. Όμως, ένα τραγικό συμβάν, στο οποίο βάζει και ο ίδιος το... χέρι του, θα ανατρέψει την κατάσταση. Κι ενώ κληρονομώντας την Έλεν έχει χρήματα να κάνει ό,τι θέλει, η ψυχική του κατάσταση θα επιδεινωθεί. Μόνο του καταφύγιο, τα όπλα. Και στις 28 Απριλίου του 1996, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά το θάνατο της Έλεν, ο Νίτραμ θα πάει σε ένα καφέ στο Πορτ Άρθουρ και θα προκαλέσει το μεγαλύτερο αιματοκύλισμα στην ιστορία της χώρας...

Η άποψή μας: Είναι πολύ δύσκολο για οποιονδήποτε σκηνοθέτη, όσο ικανός κι αν είναι αυτός, να αναμετρηθεί με φρικιαστικά εγκλήματα, με μαζικές δολοφονίες, οι οποίες έχουν το επιπλέον μειονέκτημα να μην έχουν ξεθωριάσει από τον χρόνο. Όσο να πεις, όσο περισσότερο απομακρύνεσαι χρονικά από ένα τέτοιο γεγονός τόσο περισσότερο νιώθεις τη μνήμη να ξεθωριάζει, τόσο ευκολότερα μπορείς να διαχειριστείς πρόσωπα και καταστάσεις. 

Από τη Σφαγή του Πορτ Άρθουρ έχουν περάσει μόλις 26 χρόνια. Ο μακελάρης Martin Bryant συνεχίζει να βρίσκεται στη φυλακή, καταδικασμένος με 35 φορές ισόβια, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να αποφυλακιστεί ποτέ! 35 φορές: όσοι και οι άνθρωποι που δολοφόνησε εν ψυχρώ εκείνη την ημέρα, στην πλέον αιματηρή δολοφονική επίθεση που διαπράχθηκε από ένα άτομο στην σύγχρονη Αυστραλία. 

Στη δική μου μνήμη έρχονται τέσσερις ταινίες μυθοπλασίας των τελευταίων χρόνων, που προσπάθησαν να μείνουν αλώβητες καταγράφοντας ανάλογες επιθέσεις. Χρονολογικά, είναι ο «Ελέφαντας» (Elephant, 2003) του Gus Van Sant (που εμπνεύστηκε από την αιματηρή επίθεση στο γυμνάσιο Κολουμπάιν, στις ΗΠΑ, στις 20 Απριλίου του 1999, με θύματα 12 μαθητές κι έναν καθηγητή), το «Πολυτεχνείο» (Polytechnique, 2009) του Denis Villeneuve (που εμπνεύστηκε από την αιματηρή επίθεση στο Πολυτεχνείο του Μοντρεάλ, στον γαλλόφωνο Καναδά, στις 6 Δεκεμβρίου του 1989, με θύματα 14 γυναίκες), το «22 Ιουλίου» (Utøya: July 22, 2018) του Erik Poppe (που εμπνεύστηκε από την αιματηρή επίθεση στο κάμπινγκ Ουτόγια, στη Νορβηγία, στις 22 Ιουλίου του 2011, με θύματα 77 ανθρώπους) και το... «22 Ιουλίου» (22 July, 2018) του Paul Greengrass (που αναφέρεται επίσης στην επίθεση στην Ουτόγια). Καλύτερα από τους τέσσερις τα πήγε ο... Michael Moore με το ντοκιμαντέρ «Ακήρυχτος πόλεμος» (Bowling for Columbine, 2002), ο οποίος πήρε αφορμή από τη σφαγή στο Κολουμπάιν, για να παρουσιάσει σε όλη του τη φρικιαστική έκταση, το πρόβλημα της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ. 

Και ο ίδιος ο Kurzel ασχολήθηκε με κάτι ανάλογο ξανά, στο «Snowtown», όπου όμως περισσότερο μιλάμε για κατά συρροή δολοφόνους (ένας εκ των οποίων, ελληνικής καταγωγής...) παρά για μία μεμονωμένη επίθεση. Το βασικό πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει όποιος προσπαθεί να μετατρέψει σε ταινία κάτι τόσο τραγικό είναι το να μην γκλαμουροποιήσει τον δολοφόνο. Γιατί υπάρχει ο κίνδυνος στο εν δυνάμει κοινό της ταινίας να βρίσκεται κάποιος που θα... γοητευτεί. Κι ενδεχομένως να θέλει να... ξεπατικώσει και να... ξεπεράσει τον villain. Από την άλλη, ελλοχεύει ο κίνδυνος του διδακτισμού. Και πάντοτε τέτοιου είδους ταινίες ξύνουν πληγές, που είναι νωπές ακόμα: δεν έχουν γιάνει. Η αποστασιοποίηση μάλλον είναι η πιο ενδεδειγμένη λύση. 

Αυτό επιχειρεί εδώ ο Kurzel. Προσπαθεί να παρουσιάσει το πορτρέτο ενός γεννημένου ( ; ) δολοφόνου. Όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμα, όσο το δυνατόν μακριά από μελοδραματισμούς, όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά. Ναι, αλλά ο θεατής μένει εντέλει με την απορία: γιατί; Γιατί παρακολουθεί αυτό που παρακολουθεί; Ο Kurzel δεν «κατηγορεί»: ούτε τους γονείς ούτε τους γιατρούς ούτε την κοινωνία. Μερίδιο ευθύνης όμως προφανώς κι έχουν οι πάντες. Αυτή η αμηχανία της διπλής συνεπαγωγής γίνεται αντιληπτή από το κοινό και μεταδίδεται και σε αυτό. Εντάξει, ευτυχώς δεν μας δείχνει ποτέ την πράξη κι ακόμα και τον υπεύθυνο του μακελειού τον καμουφλάρει: ο Νίτραμ της ταινίας είναι ο Μάρτιν της σφαγής με το πραγματικό του όνομα γραμμένο καρκινικά (από πίσω προς τα εμπρός). 

Και ναι, δείχνει σεβασμό στα θύματα. Και ναι, τα αρχικά πλάνα αρχείου, με τον πιτσιρικά Μάρτιν να μην μετανιώνει για το ότι έπαθε εγκαύματα παίζοντας με τα αγαπημένα του πυροτεχνήματα, κουβαλούν κάτι από αρχαία τραγωδία, προετοιμάζοντάς μας για το φινάλε. Αλλά ο θεατής δεν έχει από κάπου να πιαστεί. Ευτυχώς, υπάρχουν οι τρομερές ερμηνείες από ηθοποιάρες. Και μιλώ για τους τρεις ενήλικες της ταινίας: την Judy Davis (στο ρόλο της μητέρας), τον Anthony LaPaglia (στον ρόλο του πατέρα) και την Essie Davis (στο ρόλο της κληρονόμου). Και οι τρεις Αυστραλοί και οι τρεις καταπληκτικοί. Ιδίως η Judy Davis είναι απίθανη! Τρομερή ηθοποιός, που είχαμε να τη δούμε σε ταινία από το «The Dressmaker» (2015). Σε ότι αφορά τον Τεξανό Caleb Landry Jones, δεν μπορώ να μην αποδεχτώ την εξαιρετική του ερμηνεία εδώ, είναι από τις περιπτώσεις ηθοποιών, όμως, που μου είναι... αχώνευτοι. Σόρι, το ξέρω ότι εδώ δεν χωράνε οπαδικά, αλλά έχει αυτήν τη φάτσα, που ό,τι και να παίξει δεν θα μου κάνει γκελ... 

Με το φινάλε της ταινίας πέφτουν κάρτες που ενημερώνουν πως, μετά το συγκεκριμένο μακελειό, υπήρξε λαϊκή πίεση να νομοθετηθεί ο περιορισμός της οπλοκατοχής στην Αυστραλία. Τραγική ειρωνεία: σήμερα τα όπλα που κατέχουν Αυστραλοί είναι περισσότερα από την χρονιά του μακελειού. Με έναν, δύο, τρεις άλλους Νίτραμ έτοιμους να αδράξουν την ευκαιρία και να προκαλέσουν κι άλλο αιματοκύλισμα. Είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης ο Kurzel, δεν το συζητώ, εδώ όμως κάνει γκέλα, ίσως μεγαλύτερη ακόμα κι από το «Assassin's Creed»...

Νίτραμ (Nitram) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Μαΐου 2022 από την Spentzos Films!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική