Ο Μελισσοκόμος (The Beekeper) Poster ΠόστερΟ Μελισσοκόμος
του David Ayer. Με τους Jason Statham, Emmy Raver-Lampman, Josh Hutcherson, Bobby Naderi, Minnie Driver, Phylicia Rashad, Jeremy Irons.

To Bee Or Not To Bee!
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Παρότι δεν φημίζομαι ως φανατικός υποστηρικτής της περίπτωσης του κινηματογραφικού John Wick, το αντίθετο μάλιστα αφού εκτιμώ πως στο συγκεκριμένο φραντσάιζ δεν συμβαίνει τίποτα απολύτως στην εξέλιξη του, εντούτοις είχα την αίσθηση πως η εμπορική επιτυχία της συγκεκριμένης τριλογίας θα οδηγήσει σε μια κάποια αναβίωση της περιπέτειας δράσης. Είδους που να θυμίσω μια φορά κι έναν καιρό, εκπροσωπούνταν από μια τουλάχιστον εβδομαδιαία κυκλοφορία ανά εβδομάδα, με το κοινό να συρρέει στις αίθουσες για να καμαρώσει τα καινούργια ηρωικά κατορθώματα του Norris, του Van Damme, του Seagal, του Schwartz και φυσικά του κορυφαίου όλων των εποχών Sly Stallone. Ματαιοδοξία μου...

Ο Μελισσοκόμος (The Beekeper) Quad Poster
Η ηλεκτρονική παγίδα που θα στήσει η συμμορία των επιτήδειων απατεώνων σε μια άμαθη ηλικιωμένη, αδειάζοντας της τον τραπεζικό λογαριασμό με τους κόπους μιας ολόκληρης ζωής, θα έχει τραγικές συνέπειες, καθώς εκείνη, πλήρως απογοητευμένη, θα δώσει τέλος στην ζωή της. Ατυχώς για την καλά στημένη και υποστηριζόμενη από υψηλόβαθμα στελέχη της πολιτικής σκηνής, εγκληματική οργάνωση, αυτή τους η δράση θα πέσει στην αντίληψη του νοικάρη της αυτόχειρα, Άνταμ Κλέι, ενός φιλήσυχου και χαμηλών τόνων αγρότη, που τον τελευταίο καιρό ασχολείται με πάθος, με την μικρή μελισσοκομική του επιχείρηση. Μα που εν αγνοία όλων, κρατά καλά φυλαγμένο το μυστικό πως έχει υπάρξει στέλεχος της άριστα εκπαιδευμένης ομάδας πολεμιστών, που σαν στόχο τους έχουν την απόδοσης της δικαιοσύνης και αποκαλούνται, εντελώς συμπτωματικά (?) Μελισσοκόμοι!

Κι ενώ οι αρχικές ενδείξεις θα ρίξουν τις υποψίες των αστυνομικών αρχών, των οποίων ηγείται η θυγατέρα της θανούσης, στον μοναχικό άντρα, εντούτοις πολύ γρήγορα θα γίνει αντιληπτό πως πίσω από το απονενοημένο διάβημα, κρύβεται μια συμμορία που έχει θησαυρίσει, ξαφρίζοντας εκατομμύρια από τα ανυποψίαστα γεροντάκια που απλά σκοτώνουν την ώρα τους στα τελεμάρκετινγκ. Κι αν το FBI μοιάζει να έχει τα χέρια του δεμένα από τις παραπλανητικές εντολές που δέχεται από τα ανώτερα κλιμάκια, δεν φαίνεται να συμβαίνει το ίδιο με τον έναν αλλά λύκο Κλέι, που θα ορκιστεί εκδίκηση στο όνομα της τόσο συμπαθητικής του, σπιτονοικοκυράς.

Άρα οι βάσεις για το παλιομοδίτικης φόρμας action adventure έχουν ήδη στηθεί με την αυτόδικη τιμωρία να παίζει σε πρώτο πλάνο και σε κάθε παρουσία της δισυπόστατα μελισσοκομικής, πολεμικής μηχανής, που δεν διστάζει να τα βάλει με όλους και με όλα προκειμένου να νιώσει πρωτίστως ο ίδιος και κατοπινά η εξαπατημένη Ελοίζ, δικαιωμένοι. Εννοείται πως ο βαθμός δυσκολίας του αντιπάλου ανεβάζει επίπεδο λεπτό με το λεπτό, ωσότου να φτάσουμε στο κορυφαίο λέβελ και την εκτόνωση του φινάλε, που κινούμενο πέριξ των τειχών του Λευκού Οίκου παραμοιάζει τραβηγμένο. Η αλήθεια βέβαια είναι πως τασσόμενος αποξαρχής στο πλευρό του λιγομίλητου Κλέι, ο θεατής, μια χαρά κεφάρει που ο ήρωας του δεν δέχεται ούτε μισή μπουνίτσα, έχοντας να κοντράρει ένα ολάκερο σύνταγμα δεκάδων πάνοπλών πεζοναυτών, εντολοδόχων από ένα σαθρό και διεφθαρμένο πολιτικό σύστημα.

Στην ουσία δεν κατάλαβα ποτέ τον συσχετισμό του τωρινού επαγγέλματος του Beekeeper με την παλιότερη ιδιότητα του ως μέλους της συνώνυμης και πανίσχυρης παραστρατιωτικής φράξιας. Όπως δεν αντιλήφθηκα την μεταφορική σημασία της, πέρα του προφανούς στοιχείου που ορίζεται και στο μοτό της δημιουργίας του David Ayer, που στο ένατο σκηνοθετικό του βήμα, δεν πιάνει τα στανταρντς ούτε του Fury, ούτε του Suicide Squad, ούτε του The Tax Collector. Ξεσκέπασε, λέει, την βρωμιά, προστάτεψε την κυψέλη! Κάποιες σκόρπιες, πέρα δώθε βαρύγδουπες αναφορές στην προνομιούχα βασίλισσα τους σμαριού, μερικές πομπώδεις φράσεις υπέρ αδυνάτων πολιτών / μελισσών και ο χαλασμός κόσμου δια χειρός του Τιμωρού καλά κρατεί.

Λογικά ο Jason Statham είναι και ο μοναδικός αστέρας που στις ημέρες μας μπορεί να υποστηρίξει με πειθώ την εικόνα του last action hero των 80s. Προερχόμενος μάλιστα από το εξαιρετικό Wrath Of Man, ο Εγγλέζος μου έδωσε την εντύπωση πως θα προσθέσει ακόμη έναν ικανοποιητικό κρίκο στην αλυσίδα των εκρηκτικών περιπετειών δράσης με εκείνον πρωταγωνιστή. Ατυχώς όμως στο Beekeeper παρααφήνεται ολομόναχος στην αρένα, τόσο από το πενιχρό σενάριο όσο και από το προβληματικό κάστινγκ, που μπορεί να περιλαμβάνει ονόματα, υποκριτικού διαμετρήματος Jeremy Irons, στην ουσία περνούν πλήρως ανεκμετάλλευτα, υποδυόμενα ελάχιστα πειστικούς χαρακτήρες, ισοδύναμους με  φτηνές καρικατούρες. 

Σκεπτόμενος δε πως ο 56χρονος ηθοποιός μια χαρά αρέσκεται στο να συμμετέχει σε φιλμικά σίριαλς, από τα Fast And Furious μέχρι τα Expendables, δεν πρέπει να αποκλείσω την πιθανότητα της δημιουργίας ενός ακόμη πρότζεκτ σε συνέχειες, ενδεχόμενο που αφήνει ορθάνοικτο το κατόπιν του γενικού χαλασμού φινάλε. Τα πάντα θα κριθούν στο τρέχον box office, εκεί που όμως οι οιωνοί μάλλον δεν είναι με το μέρος του Μελισσοκόμου, ο οποίος στέρεψε γοργά από ιδέες στην φρενήρη εκδικητική του διαδρομή.

Ο Μελισσοκόμος (The Beekeper) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Ιανουαρίου 2024 από την The Film Group!
Περισσότερα... »

Ονειρικό Σενάριο (Dream Scenario) Poster ΠόστερΟνειρικό Σενάριο
του Kristoffer Borgli. Με τους Nicolas Cage, Julianne Nicholson, Michael Cera, Tim Meadows, Dylan Gelula, Dylan Baker, Lily Bird.


Viral κατά λάθος!
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

“Is this the real life? Is this just fantasy?”

Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στο Όσλο το 1985 Νορβηγός σκηνοθέτης, που υπογράφει πάντα τα σενάρια των ταινιών του και τις περισσότερες φορές, τις μοντάρει κιόλας. Η πρώτη του ταινία ήταν το (απρόβλητο στην Ελλάδα) «DRIB» (2017), στο οποίο χαρακτηριστικό ρόλο κρατάει ο Adam Pearson (όσοι έχετε δει τα «Κάτω από το δέρμα» του Jonathan Glazer ή το υπέροχο «Ισόβιοι δεσμώτες» του Aaron Schimberg, γνωρίζετε ποιος ακριβώς είναι ο Adam Pearson). Η δεύτερη ταινία του ήταν το «Σιχάθηκα τον εαυτό μου» (Syk pike, 2022), το οποίο προβλήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, σε περιορισμένο κύκλωμα, και στη χώρα μας. Μέσα στο 2023 σκηνοθέτησε την 12η (!!!) μικρού μήκους ταινία του, το «Willem Dafoe» στο οποίο, επί πέντε λεπτά, ο ίδιος ο σκηνοθέτης υποδυόμενος τον εαυτό του, προσπαθεί να θυμηθεί το όνομα του ηθοποιού, αρνούμενος όμως πεισματικά τη βοήθεια του ίντερνετ.

Ονειρικό Σενάριο (Dream Scenario) Poster Πόστερ Wallpaper
Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία «Ονειρικό σενάριο» την πραγματοποίησε στις 9 Σεπτεμβρίου του 2023, στο φεστιβάλ του Τορόντο. Με αυτόν τον τρόπο, έγινε η 10η ταινία σε 10 χρόνια στη σειρά, όπου ο Nicolas Cage εμφανίζεται σε φιλμ που κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Τορόντο! Κι είναι η έκτη ταινία που γύρισε ο τιτανομέγιστος και πολυάσχολος Nicolas Cage μέσα στο 2023! Υποτίθεται πως ο Nic σκέφτηκε να αποσυρθεί από την υποκριτική μετά από αυτήν την ταινία, θεωρώντας την ένα πολύ ταιριαστό κύκνειο άσμα της καριέρας του. Να πούμε απλά πως έχει ήδη τέσσερις ταινίες για το 2024 με τις οποίες είναι συνδεδεμένος και είτε έχουν ολοκληρωθεί είτε είναι στο post production είτε είναι στο pre-production!

Η υπόθεση: Ο Πολ Μάθιους είναι ένας μετρίως μέτριος και πάντα μετρημένος, βαρετός καθηγητής Πανεπιστημίου, παντρεμένος, με δύο κόρες, με φαλάκρα, κοιλίτσα και γκρίζα γένια, που το μόνο κατά πως φαίνεται... όνειρο ζωής που έχει, είναι να κάνει μια δημοσίευση σχετικά με τα μυρμήγκια και την κοινωνία τους, η οποία λειτουργεί ως υπεροργανισμός. Ένα από τα μαθήματά του έχουν να κάνουν με την Εξέλιξη και πως οι μαύρες ρίγες στις ζέβρες δεν λειτουργούν ως καμουφλάζ για να μπορούν να κρύβονται στη φύση, αλλά για να μπορεί το άτομο-ζέβρα να κρυφτεί μέσα στο κοπάδι-ζέβρες. Κάπως δηλαδή, όπως έχει κάνει και ο ίδιος ο Πολ στη ζωή του. 

Μόνο που κάποια στιγμή, αυτός ο συνηθισμένος και μη ξεχωριστός άνθρωπος, αρχίζει να εμφανίζεται στα όνειρα ανθρώπων που είτε τον γνωρίζουν (όπως η μικρή του κόρη και φοιτητές του στο Πανεπιστήμιο) είτε δεν τον έχουν δει ποτέ στη ζωή τους πριν! Στα όνειρα αυτά απλά στέκεται ή μόνο περπατάει, χωρίς να κάνει τίποτε άλλο: απλά, είναι εκεί! Ξαφνικά, ο Πολ γίνεται διάσημος, viral σαν να λέμε, και το βρίσκει αυτό καλή ευκαιρία να εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να εκδώσει επιτέλους το βιβλίο του. Όμως, τα πράγματα θα αλλάξουν, όταν, μετά από μια κρίσιμη συνάντηση με μια όμορφη κοπέλα, θα συνεχίζει μεν να εμφανίζεται στα όνειρα πολλών ανθρώπων, απλά πλέον ως «κακός», ως σαδιστής, ως δολοφόνος. Θα φάει ακύρωση, η δημοφιλία του θα καταρρεύσει, τα όνειρά του θα γκρεμιστούν. Θα μπορέσει να συνέλθει από όλο αυτό;

Η άποψή μας: Εν αρχή είναι το σενάριο, που έγραψε ο Borgli. Το διάβασε που λέτε ο Ari Aster και ήταν έτοιμος να το σκηνοθετήσει, έχοντας επιλέξει ως πρωταγωνιστή τον Adam Sandler. Ευτυχώς, έκανε πίσω. Αποφάσισε εντέλει να αναλάβει την παραγωγή, οπότε προσέλαβε τον Kristoffer Borgli δείχνοντάς του την απαιτούμενη εμπιστοσύνη, ότι θα μπορέσει να φέρει εις πέρας δηλαδή αυτό το high concept σχέδιο. Και ο Borgli με τη σειρά του έκανε κίνηση – ματ, ζητώντας ως πρωταγωνιστή τον Nicolas Cage, ο οποίος και δέχτηκε, σημειώνοντας μάλιστα την πρώτη του συμμετοχή σε ταινία της Α24. Ο Cage, που πάντα ήθελε να συνεργαστεί με τον Aster, το πέτυχε... εμμέσως. 

Κι έδωσε τελικά μία από τις καλύτερες, αν όχι την καλύτερη (!!!) ερμηνεία της καριέρας του! Και θα είναι σκάνδαλο αν δεν συμπεριληφθεί στην πεντάδα των καλύτερων ανδρικών ερμηνειών για το 2023 (είπαμε, η ταινία προβλήθηκε μέσα στο 2023 σε διάφορα φεστιβάλ και στο UK βγήκε στις 10 Νοεμβρίου). Όχι ότι χρειάζεται τέτοιου είδους επιβραβεύσεις ο Nic fuckiiiiiiiiiiiiiin' Cage. O άνθρωπος είναι φαινόμενο και η υποκριτική του μέθοδος θα πρέπει να διδάσκεται στα πιο high και prestigious πανεπιστήμια. Ναι, μπορεί να έχει παίξει σε δεκάδες μαλακίες (ένεκα η ανάγκη) και να μην το έχει τίποτε να σου πετάξει ένα over-acting εκεί που δεν χρειάζεται, αλλά αυτό που έχει κάνει σε παλιότερες ταινίες κι αυτό που κάνει εδώ, σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Οπότε, μεγάλο μέρος της επιτυχίας της ταινίας οφείλεται στον Nicolas Cage. 

To άλλο μεγάλο μέρος του ότι μιλάμε για σπουδαία ταινία, οφείλεται στο σενάριο... Τούτη η ταινία θα μπορούσε να είναι το αποτέλεσμα της συνεργασίας του Charlie Kaufman στο σενάριο και του Spike Jonze στη σκηνοθεσία, τις καλές εκείνες εποχές που μας έδιναν ταινιάρες όπως «Στο μυαλό του Τζον Μάλκοβιτς» και «Adaptation.» - στο δεύτερο – τυχαία, χα - πρωταγωνιστής ήταν ο Nicolas Cage, πάλι στο ρόλο ενός καθόλου ξεχωριστού ανθρώπου! Ο Borgli πετυχαίνει άθλο, βασιζόμενος στο πανέξυπνο σενάριό του από τη μια, την απίθανη ερμηνεία του Cage από την άλλη, και στην απόφασή του να μην διαφοροποιήσει σκηνοθετικά τις σκηνές των ονείρων από εκείνες της φιλμικής πραγματικότητας. 

Έτσι, ο θεατής είναι πολλές φορές που αναρωτιέται παρακολουθώντας την ταινία αν αυτό που βλέπει είναι ένα - ακόμα - όνειρο: ή μήπως όλη η ταινία είναι ένα όνειρο; Στο πρώτο μισό η ταινία βγάζει πολύ γέλιο. Το premise είναι σούπερ και ο Borgli δεν χάνει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί το παραμικρό για να βγάλει γέλιο. Είναι ο τρόπος για να κάνει hook στους θεατές: είναι ελκυστικό να βλέπεις κάτι που σε κάνει να γελάς. Το κρίσιμο σημείο καμπής έρχεται στο μέσον περίπου της ταινίας, με την όλη φάση της προσπάθειας «αναπαράστασης» των ερωτικών ονείρων της όμορφης κοπέλας. 

Είναι τόσο συγκλονιστικός εδώ ο Cage: για πρώτη φορά στη ζωή του ο Πολ που υποδύεται, βρίσκεται τόσο κοντά στο να απολαύσει την εμπειρία να είναι ποθητός από μια γυναίκα εντελώς έξω από τα κυβικά του! Η ήττα του όμως θα είναι συντριπτική κι ο Cage απλά έχει εδώ την πιο ευάλωτη σκηνή της καριέρας του! Από το σημείο αυτό και μετά, λίγο η ταινία «χάνεται», τόσο σε ρυθμό όσο και σε χιούμορ. Η... σωτηρία από τη Γαλλία και ο συσχετισμός του Πολ με τον... Freddy Krueger (ξέρετε, αυτόν που εμφανίζεται στα όνειρα ανθρώπων και τους σκοτώνει, μουάχαχαχαχα) - όταν πλέον γίνεται... θρίλερ το όλο πράγμα - είναι πανέξυπνος κι αστείος. Και πάλι όμως - όπως ολοένα και συχνότερα συμβαίνει σε πολλές ταινίες που γούσταρα τελευταία - η τρίτη πράξη φαίνεται να στέλνει όλο το φιλμ στα βράχια. Η τελική σκηνή όμως, τόσο απλή, τόσο προφανής, τόσο λυρική και τόσο σπουδαία, απογειώνει (χε, χε) την ταινία στις αρχικές, άριστες εντυπώσεις και επιδόσεις της. Σούπερ ταινία, που δεν χάνεται με τίποτε!

Ονειρικό Σενάριο (Dream Scenario) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 11 Ιανουαρίου 2024 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Poor Things Poster ΠόστερPoor Things
του Yorgos Lanthimos. Με τους Emma Stone, Mark Ruffalo, Willem Dafoe, Ramy Youssef, Christopher Abbott, Jerrod Carmichael.

I Must Go Punch That Baby
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

Χαίρομαι σχεδόν υπερβολικά που το Poor Things του Γιωργάρα του Λάνθιμου είναι η πρώτη ταινία που καλούμαι να καταγράψω για την καινούργια χρονιά. Που γίνανε ουρές στα ταμεία, που έχει παραληρήσει το Χόλυγουντ, που προσκυνήσανε οι χρυσές Σφαίρες, που θα υποκλιθούν τα Όσκαρς, που βρυχήθηκε ο χρυσοποίκιλτος Λέων της Βενετιάς, που, που... Γιατί ο Yorgos εδώ αποδεικνύεται Γιωργάρας, μάγκας, θρασίμι, ασυμβίβαστος πωστολένε ναούμ.

Poor Things Quad Poster
Με αρχικαραμπατζετιά Fox Searchlight, μιξάρει Και το Πλοίο Φεύγει (1983), Η Ωραία της Ημέρας (1967) και τον Young Frankenstein (1974), βάνοντας τον Ευνοούμενο Tony McNamara να φέρει στο πανί τα Ζωντόβολα (1992) του Σκώτου Alasdair Gray ποιώντας το όλον παντελώς δικό του. Φιλοσοφική cineχεια του The Lobster, τιλταρισμένη εξτραβαγκάντζα προεξοχή του The Favorite. Mary Shelley πάρτα νάχεις! 

Bella Baxter (Emma Stone, μούσα και συμπαραγωγός). Νεκραναστημένη ετοιμόγεννη με εμφύτευμα το μυαλό του νεκρού μωρού της δια χειρός του τρελο-επιστήμονα Willem Dafoe. Ο δανδής δικηγορίσκος Mark Ruffalo θα τη σεξουλιάσει κατά δύναμιν, όμως η Μπέλλα είναι Μπελλάρα και βγάνει αμπάριζα με όπλο το κορμί της και την αχαλίνωτη σκέψη της για να κατακτήσει Βουδαπέστη, Παρίαι, Λισαβώνα, μέχρι τη Βόρεια Αφρική θα φτάσει η χάρη της, αιθέρια, αδιάντροπη, ασύδοτη, αντιδραστική, κυνική, αυτεξούσια, για να στείλει την Πατριαρχία εκεί που ανήκει: Στον αγύριστο! 

Κοστούμαρες, σκηνικάρες, ευρυγώνιοι φακοί – ψαράκια και ανάποδα ψαλίδια, μακιγιάζ όλα παγκοσμίου κλάσης, συνεπικουρούν το γύρισμα μιας κομμάτι sci-fi, φορές γκοθικάτο βικτωριανό δράμα, εντέλει σόφτκορ τσοντέ τύπου σέβεντις ιστορίας όπου η αφόβου και ατρομήτου γωνία Εμμάρα γκρεμίζει την αχλαδιά χωρίς μπάντυ ντάμπλ και στέλνει ερμηνευτικά αδιάβαστη κάθε ικμάδα επικριτικής σκέψης για αυτή την σαρδονιομπρουτάλ (μα πόσο πιο Λάνθιμος) αισθητική επιλογή. 

Το Poor Things είναι μια κουριοσιτέ, ένα γαϊτάνι κινηματογραφικής μαγείας με τη μπαγκέττα του Yorgos να κερνά αβέρτα κονφεταρισμένο βιτριόλι. Μη ξεγελιέσαι από το happy-go-lucky, ωσάν τίγκα στην κόκα πέρασμα της θεάρας Stone. Πρόκειται για ιστορικής αξίας παίξιμο που σπάει στεγανά. Το ανδρικό κάστ σε τσακίρικα κέφια κι επειδή ειδικά ο Ruffalo το χρειαζόταν μετά τον μακροχρόνιο Marvel εγκλεισμό (όσο κι ο Downey που επίσης θριάμβευσε στο Oppenheimer) νάσου πετιέται καρφωτή και η μεγάλη ιδέα (στούντιος ακούει;) 

Βρέστε του Yorgos, sorry, Yorgaras ήθελον ειπείν, να σιάξει, να σοροπιάσει, να σενιάρει την επόμενη κομικομπούρδα σας ναούμ, αφού ρίξτε πρώτα μια πεντακοσαρού μύρια να γουστάρει ο τυπάρας κι άστε τον σόλο κλαρίνο να φκιάσει οράματα και παροράματα κι ό,τι γουστάρει ο καταπιώνας σας. Είμαστε σε οίστρο κύριοι, κι ας μην κρατάμε το μέτρο, ούτε μας ενδιαφέρει καμιά κοσμογονική αλήθεια. Κι ας μην είμαι Χατζηδάκις, είμαι όμως Κραουνάκης. Λίγο τόχεις αυτούνο; 

Δεδομένη – αναλογικά με το ντεγκουστασιόν- η σταδωταμέρη εισπρακτική επιτυχία, εύλογη απορία των αμύητων στην καλλιτεχνότσοντα, μάλλον προβλέψιμη η αποστροφή όσων, διαχρονικά, θεωρούν το σινεμά του Λάνθιμου ένα μισανθρωπικό εσωτερικό αστείο μεταξύ παρεούλας ούλτρα σινεφιλικών καλόπαιδων. Το κυρίαρχο γιαταμέ παραμένει το εξής ένα: Ο Γιωργάρας έχει ανοίξει φτερά για τα αψηλά, κει που κανείς, ποτέ, Έλληνας σκηνοθέτης δε κατόρθωσε να φθάσει όχι ως παγκόσμια αναγνώριση πλέον, αλλά αποθέωση. Για αυτό σας λέω εσάς κειδά: Μήπως φθονάτε; Ε, τόσο πιο πολύ αγαπάτε!

Poor Things Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Την 1η Ιανουαρίου 2024 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Ζώνη Ενδιαφέροντος (The Zone of Interest) Poster ΠόστερΖώνη Ενδιαφέροντος
του Jonathan Glazer. Με τους Christian Friedel, Sandra Hüller, Ralph Herforth, Johann Karthaus, Luis Noah Witte, Nele Ahrensmeier, Lilli Falk, Medusa Knop.

Not Another Holocaust Movie
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

H Ζώνη Ενδιαφέροντος του μπρίτον Jonathan Glazer διαγωνίστηκε με επιτυχία στις φετινές Κάννες αποσπώντας το μέγα βραβείο της Επιτροπής, ενώ φιγουράρει ήδη σε πολλές ετήσιες τοπ 10 λίστες της παγκοσμίου κριτικής, με σοβαρές πιθανότητες να καταλήξει ως υποψήφια για όσκαρ καλύτερης ταινίας, ιντερνάσιονσαλ ή μη. Την ημέρα της πρώτης επίσημης προβολής ο συγγραφέας / συνσεναριογράφος Martin Amis έφυγε από τη ζωή. Ο Glazer που να ομολογήσω επευκαιρία ότι τον εκτίμησα με φθίνουσα πορεία αρχινώντας από το καυτό Sexy Beast (2000), το στριφνά ενδιαφέρον Birth (2004) και καταλήγοντας στο εκνευριστικό Under My Skin (2013) που μολαταύτα συγκαταλέγεται στις κορυφαίες ταινίες τις νέας χιλιετίας. Μια δεκαετία του χρειάστηκε το Skin, άλλη μια το The Zone of Interest για να υλοποιηθεί ως πρότζεκτ. Ο σκηνοθέτης / auteur, προκύπτει ξανά arthouse και φεστιβαλικότατος, κι όποιος αντέξει.

Ζώνη Ενδιαφέροντος (The Zone of Interest) Quad Poster
Η φιλοδοξία και η σοβαρότης βγάνουν μάτια εξαποδυτηρίων. Τα πρώτα δυο λεπτά περνούν στο σκοτάδι με τη γκριμ μουσικάντζα του Mica Levi (σεσημασμένος αυτός) να προειδοποιάει για τα περαιτέρω. Πρώτο μάνι-μάνι σημάδι πως ο Ιωνάθαν δεν πολιοεμπιστεύεται το θεατάκο του και υπερθεματίζει το τραγικό μιας γενοκτονίας που αποφεύγει ιδαίτερα επιμελώς να καταδείξει. Φαντάσου λοιπόν την οικογένεια του αρχιχασάπη - κτηνωδού Ρούντολφ Εςς (Christian Friedel), της πιστής συζύγου Hedy (Sandra Huller που διανύει μια υπέροχη χρονιά, σε συνδυασμό με το Anatomy of a Fall, έτερος ξενόγλωσσος καππαδόκης στα φετινά όσκαρς) και τα, ποικίλλων ηλικιών, πέντε παιδιά τους. Ειδυλλιακή διαβίωση σε αγροικία κολλητά στον τοίχο του...Άουσβιτς. Δίπλα να χάνεται το σύμπαν, σφαγές, εκτελέσεις, καύσεις, αποτεφρώσεις, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητος και ο στρατοπεδάρχης Εςς να το έχει δει ωσάν άλλη μια μέρα στο γραφείο. Κατά κυριολεξία δηλαδή εδώ ο κόσμος χάνεται και η οικογένεια Εςς χτενίζεται. 

Αν τύχει και κάποτε διαβάσεις το ομότιτλο του Amis, το οποίο εκτυλίσσεται υπό τη μορφή μονολόγων και βρίθει ερωτοτροπιών και λοιπών φυσιολατρικών, διακρίνεις μια εύγλωττη ειρωνεία, ένα θανατηφόρο χιούμορ και εντέλει μια λειτουργική αντιστοίχιση της σχεδόν πλήρους απουσίας εφιαλτικών εικόνων τρόμου με τη σχεδόν μονοσήμαντη κατεύθυνση του στόρυ: Οι δήμιοι του εβραϊκού έθνους ήταν καθημερινοί νοικοκύρηδες της διπλανής πόρτας σε πλήρη αφασία για τα κακουργήματά τους, ελέω της χιτλερικής προπαγάνδας. 

Ο Glazer, αρνείται την α λα Jojo Rabbit σλάπστικ προσέγγιση παρουσιάζοντας μια οριακά βαρετή εκδοχή της Ιστορίας για να σοκάρει άπαντες τολμήσουν να μη νοιώσουν τον θρήνο των κρατουμένων που αλυχτούν στο μπακγκράουντ με την απάθεια της σιωπηρής πλειονοψηφίας, συλλήβδην ειπείν ημών των ιδίων. Ταινία σκηνοθέτη, με δυο - τρεις ευφυείς εκλάμψεις, όπως το Sunbeams του επιζώντα Joseph Wulf στο πιάνο, με τη μικρή που τις νύχτες εμφανίζεται σε κιαροσκούρο φόντο με θερμική κάμερα, να τοποθετεί μήλα σιμά στα εργαλεία καταναγκαστικών έργων για να τα εύρουν οι ζωντανόνεκροι το πρωί, πιάνει υψηλό βαθμό υπαινικτικότητας αλλά μετριότητα ως κινηματογραφικό δράμα. 

Γιατί το The Zone of Interest μπορεί να καυχιέται ότι δεν είναι μια ακόμη ταινία για το Ολοκαύτωμα, να εστιάζει έξυπνα στο θύτη που δυνητικά θα μπορούσε (?) να υπάρξει ο καθένας από εμάς, να αποφεύγει ευλαβικά τα πομπώδη κλισέ προς άρδευση του δακρυφόρου αδένα όμως σκαλώνει κάπου εκεί που αφήνει μια ξεκάθαρη αίσθηση άσκησης ύφους, καμώματος, χαλιναγώγησης του θεατή με μεγαλεπήβολα νοήματα κρυμμένα κάτω από στρώσεις μπανάλ σινεματικού χρόνου. Μπορεί απλά να με έχει στοιχειώσει ανεπίστρεπτα ο Γιος του Σαούλ. Ίσως πάλι ηδύνατο ο Glazer να έπαιρνε μεγαλύτερο ρίσκο ποντάροντας ουσιαστικότερα στον τραγέλαφο του πρωτότυπου συγγραφικού του υλικού. Στο φινάλε αυτό το κάτι-που-μένει είναι πως η ταινία αξίζει μια θέαση πιότερο για όσα δεν...βλέπονται στο πανί.

Ζώνη Ενδιαφέροντος (The Zone of Interest) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 16 Δεκεμβρίου 2023 από την Spentzos Films!
Περισσότερα... »

Ο Πατέρας του Στρατιώτη (Tirailleurs) Poster ΠόστερΟ Πατέρας του Στρατιώτη
του Mathieu Vadepied. Με τους Omar Sy, Alassane Diong, Jonas Bloquet, Alassane Sy, Bamar Kane, Aminata Wone, Oumar Sey, François Chattot.

Au nom du père
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Με την ονομασία Tirailleurs, ο Γαλλικός στρατός χαρακτήρισε τα τάγματα των ιθαγενών φαντάρων, που δημιουργήθηκαν στις υποσαχάριες αποικίες, κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Μια διαδικασία που αρχικά ξεκίνησε από την Σενεγάλη, για να ακολουθήσουν στην συνέχει και οι λοιπές γαλλόφωνες κτίσεις, του Μάλι, του Σουδάν και του Κονγκό. Σύμφωνα με τα επίσημα κιτάπια, μόνο κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στρατολογήθηκαν περισσότεροι από 180.000 τιραγιέρ, για να πολεμήσουν στα μέτωπα της Ευρώπης, εκ των οποίων έχασαν την ζωή τους κοντά στους 30.000. Η κινηματογραφική ιστορία που θα δούμε, περιγράφει με έντονα δραματικό τρόπο, μια από αυτές τις τραγικές περιπτώσεις πεσόντων ηρωικά στα πεδία των μαχών.

Ο Πατέρας του Στρατιώτη (Tirailleurs) Quad Poster
Σενεγάλη 1917. Την φαινομενική ηρεμία στο μικρό, φτωχικό, αφρικάνικο χωριό των λιγοστών κατοίκων, θα διαταράξει η άφιξη των Γάλλων στρατιωτικών, που επιδιώκοντας να εντάξουν στις μονάδες τους καινούργιο αίμα, απαιτούμενο για να σταλεί στο μέτωπο, θα αναζητήσουν τους νεαρότερους και ικανότερους μαύρους άντρες για να ντύσουν οπλίτες. Για τον μεσήλικα βοσκό Μπακαρί Ντιαλλό, θα είναι μια διαδικασία που θα του ανατρέψει τα δεδομένα, καθώς ο 17χρονος μοναχογιός του Τιερνό, βιαίως θα ντυθεί την γκρίζα στολή, λαμβάνοντας άμεση εντολή να σταλεί στην Ευρώπη και να πολεμήσει στα χαρακώματα, ενάντια στους Γερμανούς του Αυτοκράτορα Γουλιέλμου. 

Η απόφαση του πατέρα θα είναι άμεση και χωρίς δισταγμό, καθώς θα ζητήσει από τους στρατολόγους να τον εντάξουν κι εκείνον στον στράτευμα εθελοντικά, έχοντας πειστεί πως με αυτόν τον τρόπο θα καταφέρει να προστατέψει το παιδί του από το εχθρικό βόλι. Μια κατάσταση που θα αποδειχτεί πολύ πιο δύσκολη από ότι είχε φανταστεί, αφού η μονάδα των προερχόμενων από τις αποικίες, θα σταλεί στην πρώτη γραμμή, έχοντας να αντιμετωπίσει μια πραγματικά φονική κόλαση πυρός.

Πρόκειται λοιπόν για την καταγραφή μιας από τις πιο σκοτεινές στιγμές της Γαλλικής ιστορίας, που αφορά στο παιδομάζωμα όλων των ικανών νέων, που μπορεί ελάχιστη σχέση πατριωτισμού να είχαν με την τρικολόρ μητέρα, όφειλαν όμως να πολεμήσουν στο πλευρό της, ακόμη πιο ηρωικά κι από εκείνους που γεννήθηκαν στα εδάφη της. Από την πρώτη σκηνή, που λαμβάνει χώρα αμέσως μετά το πέρας του πολέμου, όπου οι ερευνητές ξεθάβουν από το χώμα τα οστά κάποιου νεκρού εν ώρα καθήκοντος, αντιλαμβανόμαστε πως το δίδυμο πατρός και υιού που κινείται αχώριστο στο μέτωπο, δεν πρόκειται να τελειώσει την μαχητική διαδρομή του σώο και αβλαβές. Η σαν σε φλασμπάκ ακολουθία, των όσων συνέβησαν στο ταξίδι από τον νότο της ερήμου, μέχρι το δυτικό μέτωπο, γρήγορα δίνει την ιδέα του ποιος από τους δύο δεν θα καταφέρει να γυρίσει πίσω ζωντανός. Αν όχι και οι δύο...

Αποφεύγοντας τις απλουστεύσεις και τις εύκολες λύσεις, ο σκηνοθέτης Mathieu Vadepied, δεν μοιάζει να ενδιαφέρεται κυρίως να αναπτύξει την όποια έχθρα μπορεί να υπάρξει ανάμεσα στην στρατιωτική διοίκηση και τους προβληματισμένους αφρικάνους, που από την μια στιγμή στην άλλη βρέθηκαν από τα βοσκοτόπια τους, εν μέσω χαμού να αποφεύγουν οβίδες. Αλλά περισσότερο η κάμερα εστιάζει στις σχέσεις φιλίας και αλληλεγγύης που αναπτύσσονται μεταξύ των όχι ιδιαίτερα γραμματιζούμενων φαντάρων, που καλούνται χωρίς να ξέρουν το γιατί, να πολεμήσουν υπέρ μιας πατρίδας που μέχρι τα χθες αγνοούσαν. Στα πολύ θετικά στοιχεία της αφήγησης εντάσσεται το γεγονός πως τα πάντα ομιλούν την ντόπια διάλεκτο Φουλάνι, προκειμένου να απεικονιστούν με ακόμη πιότερο ρεαλισμό οι αντίξοες συνθήκες που έχουν να κοντράρουν οι τιραγιέρ στο όρυγμα.

Αυτή είναι και η δεύτερη φορά στην καριέρα του αρκετά ιδεαλιστή και φυσικά με καταγωγή από την Σενεγάλη, Φραντσέζου σούπερ αστέρα Omar Sy, που καταπιάνεται με την άδικη αντιμετώπιση της ράτσας του από την μαμά Γαλλία, μετά τον Samba, σχεδόν μια δεκαετία πριν, που μάλλον είχε καταφέρει να αναδείξει το κοινωνικό ζήτημα πιο σθεναρά. Κάτι που οφείλεται μάλλον σε μια κάποια υποχωρητικότητα εκεί κάπου προς το φινάλε, όταν νιώθουμε να ισοσκελίζεται ο πόνος της απώλειας, με την απονομή ενός τιμητικού μεταλλίου ανδρείας, εις αναγνώριση των υπηρεσιών. 

Σε γενικές γραμμές πάντως, πρόκειται για ένα σωστά δομημένα δραματικό φιλμ, που εντέλει δεν τραβάει το σκοινί, για να δημιουργήσει έντονες μεταναστευτικές ρήξεις, έναν και πλέον αιώνα μετά τα συμβάντα που περιγράφει. Συνεπώς και προφανέστατα, ακόμη παραμένει κορυφαίο στο είδος του το πολύ πιο διεισδυτικό Indigenes του 2006, που από μια ίδια σκοπιά περιγράφει την αγωνία των αραβόφωνων, βόρειο αφρικάνων αυτή την φορά στρατιωτών, που πολέμησαν στο πλευρό της Γαλλίας στον ακόμη πιο αιματηρό WWII...

Ο Πατέρας του Στρατιώτη (Tirailleurs) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 16 Νοεμβρίου 2023 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

The Hunger Games: Η Μπαλάντα των Αηδονιών και των Φιδιών (The Hunger Games: The Ballad of Songbirds & Snakes) Poster ΠόστερThe Hunger Games: Η Μπαλάντα των Αηδονιών και των Φιδιών
του Francis Lawrence. Με τους Tom Blyth, Rachel Zegler, Peter Dinklage, Jason Schwartzman, Hunter Schafer, Josh Andrés Rivera, Viola Davis.

Οὐδεὶς ἑκὼν κακός (?)
γράφει ο zerVo (@moviesltd)

Με χθες μοιάζει, κι όμως από εκείνη την θριαμβευτική πρεμιέρα των πρώτων, κινηματογραφικά, Αγώνων Πείνας, που έθεσαν σε μια άλλη βάση την έννοια της φιλμικής δυστοπίας, έχουν διαβεί κοντά μια ντουζίνα χρόνια. Η μάχη για την επιβίωση της ατρόμητης Κάτνις Έβερντιν και του προσταυεόμενου της Πίτα Μελάρκ, διατηρήθηκε στο προσκήνιο για μια σειρά τεσσάρων επεισοδίων, που ολοκληρώθηκε το 2015 μέσα σε πανηγυρικό τόνο, για τα κοντά 4 δις δολάρια που κατάφερε το σίριαλ να μαζέψει στα παγκόσμια box offices. Για να είμαι ειλικρινής η επαναφορά της ιδέας ως βάση ενός καινούργιου πρότζεκτ δεν με βρήκε ενθουσιασμένο, οφείλω να ομολογήσω όμως πως χάρη σε κάποιες ευρηματικές σεναριακές ενέσεις στο κτίσιμο των όσων προηγήθηκαν του γνώριμου στόρι, το αποτέλεσμα κρίνεται ως αρκούντως ικανοποιητικό!

The Hunger Games: Η Μπαλάντα των Αηδονιών και των Φιδιών (The Hunger Games: The Ballad of Songbirds & Snakes) Quad Poster
Από τα ψηλά στα χαμηλά κι από τα πολλά στα λίγα έχουν ξεπέσει τα εναπομείναντα μέλη της πάλαι ποτέ αριστοκρατικής φαμίλιας των Σνόου, μετά τον τραγικό θάνατο του πατριάρχη της, Στρατηγού Κράσου, εν ώρα καθήκοντος, κατά την διάρκεια των εχθροπραξιών ενάντια στους εξεγερμένους επαναστάτες των Περιφερειών της σε αποσύνθεση Πάνεμ. Ως μια πρώτης τάξης ευκαιρία να επανακτήσει το χαμένο κύρος της οικογένειας του, ως ο πλέον φέρελπις της σειράς του, ο φιλόδοξος γιος του πεσόντα στην μάχη πολεμιστή, Κοριολάνος, θα δει την εξαγγελία της έναρξης των 10ων Αγώνων Πείνας. Εκεί που μεταξύ των προνομιούχων ομοίων του, θα βρεθεί να συμμετάσχει ως μέντορας, έχοντας αναλάβει την καθοδήγηση του ενός εκ των εικοσιτεσσάρων μαχητών, εκ των οποίων μόνον ένας θα βγει στο τέλος ζωντανός και φυσικά νικητής.

Μοίρα που θα τον οδηγήσει στο συναπάντημα του με την χαρισματική, άφοβη, όσο και ευφυή στο να προκαλεί με κάθε τρόπο την ανωτέρα τάξη, Λούσι Γκρέι Μπερντ, την αγγελικής φωνής θηλυκή επιλογή από την 12η Περιφέρεια, που θα γίνει το αγωνιστικό πιόνι του Κόριο στο τερέν. Γνωρίζοντας καλά πως ΄πρέπει να βάλει τα δυνατά του και παντί τρόπω να την αναδείξει ως τελική θριαμβεύτρια, τόσο για να ικανοποιήσει και το προσωπικό του πάθος για νίκη, όσο και για να αποσπάσει το βαρύτιμο χρηματικό έπαθλο, που τόσο πολύ οι δικοί του άνθρωποι έχουν ανάγκη. Και θα κάνει ότι περνά από το χέρι του, για να πετύχει τον σκοπό του, ακόμη κι αν τα μονοπάτια που θα κληθεί να ακολουθήσει ώστε να στεφθεί τροπαιούχος δια μέσου της αιματηρής σύγκρουσης, θα στερούνται ηθικής στις περισσότερες των περιπτώσεων.

Επιστροφή λοιπόν στην αρένα, εκεί που οι ένα ντουέτο από κάθε district θα κληθεί να ριχτεί στον πόλεμο του ο "σώζων εαυτόν σωθήτο" δίχως ακόμη κι αυτό να είναι αρκετό όμως, αφού για να φτάσει κανείς ως το τέλος, οφείλει να ξεκάνει όλους τους υπόλοιπους 23 γκλαντιέτορς. Η κατάσταση βέβαια διαφέρει κομματάκι από την γνώριμη των προηγούμενων Hunger Games, αφού το κλίμα στην παρούσα φάση είναι τεταμένο, με τους παρτιζάνους να απειλούν την κυριαρχία των δικτατόρων και δια μέσου των (επαναστατικών για τους μεν - τρομοκρατικών για τους δε) πράξεων τους, να πετυχαίνουν να σκορπίσουν το χάος, ελάχιστες στιγμές προτού εκκινήσει το ετήσιο ντέρμπι.

Που αναμένεται να κτυπήσει κόκκινο στους δείκτες τηλεθέασης πέριξ της κυρίαρχης Κάπιτολ, εφόσον ο κόσμος μοιάζει διψασμένος για κόντρες μέχρι τελικής πτώσης, λουσμένες στην άκρατη βία και το αίμα. Αίσθημα που γρήγορα θα περάσει και στο πνεύμα των μονομάχων, ώστε σταδιακά να αρχίσουν να δείχνουν αποφασισμένοι πιο πολύ να σώσουν το τομάρι τους, παρά να συμπαρασταθούν αλληλέγγυοι στον κοινό, όσο και δίχως πολλές ελπίδες επικράτησης, επαναστατικό αγώνα. Εξαίρεση θα ορίσει μόνον το κελαηδιστό αηδόνι, η Λούσι Γκρέι, που ως ιδεαλίστρια αρνείται να επιτεθεί στους ομοίους της, μοιάζοντας όμως ταυτόχρονα ικανή να προκαλέσει ζημιές στους διοργανωτές με την πονηράδα της. Έχοντας συνάμα και την πάνω και κάτω από το τραπέζι στήριξη του νεότερου Σνόου κι ας μην γνωρίζει επακριβώς τα κίνητρα του.

Μια κατάσταση ερμαφρόδιτη που λογικά θα οδηγήσει σε καθεστώς ρομάντζου, αφού τα συνομήλικα αγόρι και κορίτσι, έστω και από δύο διαφορετικούς κόσμους, θα έρθουν πολύ κοντά ως ο παίκτης και η μαριονέτα του. Σκορπώντας στον αγέρα μπερδεψιές είναι η αλήθεια για το τι ακριβώς μπορεί να τρέχει, ειδικά όταν ο θεατής έχει ζορίσει τις ηθικές του αναστολές, επικρίνοντας μεν το βάναυσο παιχνίδι και όσους το έστησαν και το αβαντάρουν, καρτερώντας όμως κάθε επόμενη ευρηματική σεκάνς μακελειού, που κάποιο από τα παιδιά θα πέσει νεκρό, στέλνοντας στον κουβά και τον αντίστοιχο μέντορα του. Ειδύλλιο που σε μια φάση λες θα είναι ικανό να κρατήσει μακριά από τον δρόμο της Κακίας το σερνικό του στόρι, δείχνοντας του εκείνον της Αρετής. Αλλά μπα, γνωρίζοντας καλά την εξέλιξη του χαρακτήρα, κοντά εβδομήντα χρόνια κατοπινά, με την μορφή του Donald Sutherland, ακόμη και ο πλέον ευαίσθητος της πλατείας, είναι πεπεισμένος πως ο Κόριο δεν είναι παρά ένα στυγνό τέρας, που δεν θα δυσκολευτεί να πατήσει επί όλων των πτωμάτων, προκειμένου να κάνει πράξη το μέλλον που του δημιούργησε το κύρος του πατρός του. Να γίνει εκείνος ο πρώτος, ο μέγας, ο αρχιδικτάτωρ! Έχουμε μέλλον ακόμη και μερικά ακόμη chapters, ώστε να γίνουμε οι μάρτυρες της οριστικής μετάλλαξης ενός ακόμη κινηματογραφικού Άνακιν Σκάιγουόκερ.

Ο οποίος εκπλήσσει με την μορφή ενός σχεδόν πρωτοεμφανιζόμενου, όπως ο Βρετανός Tom Blyth, πετυχαίνοντας είτε μέσα στην άλικη μπέρτα του εκκολαπτόμενου πατρίκιου, είτε μέσα στο χακί του στυγερά πάνοπλου Ειρηνοποιού, να αναδείξει αμφότερες τις μορφές της Φιδίσιας διπροσωπίας, για να πιάνουμε σιγά σιγά ο νόημα και της μαρκίζας. Ικανότατη στο πλευρό του, η ομορφούλα Αμερικανίς Rachel Zegler, που γνωρίσαμε στο West Side Story, που από την μεριά της εκμεταλλεύεται τον τσιγγανίσιο αδέσμευτο αέρα που την διακρίνει, γνωρίζοντας καλά πως το σημαντικότερο όπλο της, είναι η ίδια της η φωνή. Σίγουρα το σκριπτ που δεν γίνεται να μην εμφανίζει κάποια μικρά κενούλια, βοηθά πιότερο τον γυναικείο ρόλο, σε σχέση με εκείνον του ανακατεμένου Κοριολάνου, που εντέλει όταν αποφασίσει πως πλέον θα είναι ο ένας και μοναδικός Κακίστρος, μάλλον το πράττει αποτόμως και δίχως άμεση συνάρτηση με τα μπόλικα προηγούμενα, που - μπορεί - ενδεχόμενα κάπως να δικαιολογούσαν την στάση του.

Πέραν του βασικού διπόλου, ο έχοντας το παντοτινό πρόσταγμα στο franchise, Frances Lawrence, γνωρίζει καλά πως οφείλει να διανθίσει την βασική ιστορία με την αισθητική των πρότερων μερών, που εν πολλοίς έφερνε σε Γκριμικό παραμύθι. Την σκυτάλη των τύπου κλόουν Banks και Tucci, εδώ παίρνει ο φανφαρόνος κονφερασιέ Jason Schwartzman, μια αμφιλεγόμενη μορφή (όχι και τόσο) σεβάσμιου καθηγητού αποδίδει ο ιδιόμορφος Peter Dinklage, την στιγμή που λογικά το περισσότερο χειροκρότημα κερδίζει και πάλι η εντυπωσιακά μεταμορφωμένη από το μακιγιάζ Viola Davis, ως η φασιστικών μεθόδων διοργανωτής Δόκτορ Γκολ. Εύκολα, η ερμηνεία της λόγος για να επιλέξει κανείς να παρακολουθήσει το φιλμ.

Όπως εύκολα αν ψάχνει κάποιος αφορμή για να τιμήσει το πρίκουελ The Hunger Games: The Ballad Of Songbirds & Snakes, είναι το γεγονός και μόνο πως θα πληροφορηθεί τις αιτίες που οδήγησαν στην δημιουργία της απεχθούς μορφής του αυταρχικού Προέδρου Σνόου. Οι έξυπνες ιδέες της συγγραφέως και εμπνεύστριας Suzanne Collins δίνουν τον απαιτούμενο κλώτσο στην σεναριακή ανέμη να τσουλήσει, σε σημείο που να σιγοβράζει μέσα μας μια κάποια αγωνία για το τι μέλλει γενέσθαι. Περισσότερα, μάλλον όχι όλα, στο αόριστο αύριο, καθώς δεν υπάρχει καν ως ύπαρξη η νουβέλα, που έστω θα μας έδινε κάποια στοιχεία του τι πρέπει να αναμένουμε από το to be continued...

The Hunger Games: Η Μπαλάντα των Αηδονιών και των Φιδιών (The Hunger Games: The Ballad of Songbirds & Snakes) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 16 Νοεμβρίου 2023 από την Spentzos Films
Περισσότερα... »

May December Poster ΠόστερMay December
του Todd Haynes. Με τους Natalie Portman, Julianne Moore, Charles Melton.

Πάθη, Λάθη, Τραύματα
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

Στα 1997 μια 35χρονη καλιφορνέζα δασκάλα, παντρεμένη με δυο παιδιά, η Mary Kay Letourneau, καταδικάστηκε σε κάθειρξη για βιασμό του 12χρονου μαθητή της Vili Fualaau, με τον οποίο στη συνέχεια παντρεύτηκε και έκανε τρία παιδιά εως ότου εντέλει χωρίσουν μετά από 14 έτη στα 2019. Τον επόμενο χρόνο η Mary Kay έφυγε από τη ζωή. Ο σημαντικός για την αμερικανική φιλμική δραματουργία Todd Haynes, πατά γερά στο πραγματικό στόρι και παρουσιάζει στις φετινές Κάννες (στο διαγωνιστικό τμήμα) το May December.

May December Quad Poster
Η Gracie (Julianne Moore) γνωρίζει τον Joe (Charles Melton) σε pet store της Σαβάννα, Τζόρτζια και μαζί γράφουν μια πανομοιότυπα πιπεράτη ταμπλόιντ ιστορία, με φυλακή για παιδοφιλία, δημόσια κατακραυγή, κόρη και δίδυμα στην κοινή τους γαμήλια πορεία. Είκοσι χρόνια αργότερα, καθώς τα παιδιά ετοιμάζονται να αφήσουν την οικογενειακή φωλιά για να αποδημήσουν προς κολλέγιο μεριά, το ζευγάρι δέχεται επίσκεψη της Elizabeth (Natalie Portman), γνωστής ηθοποιού που θα υποδυθεί την Grace σε επερχόμενο biopic. Στα πλαίσια διερεύνησης του ρόλου της, μνήμες αναμοχλεύονται και ισορροπίες του τρόμου επαπειλούνται. 

Καθώς ο Joe έχει ξεκάθαρα θάψει το τραύμα της αποπλάνησης / παιδοβιασμού αντικαθιστώντας το με ισχυρότατη δόση αφιέρωσης στην μέντορα/θύτη του, η Grace, με εικαζόμενα σεξουαλικά τραύματα παιδικής ηλικίας η ίδια και μέσα από την πεισματική άρνηση της ευθύνης της πράξης της, εμφανίζεται ευάλωτη με διαδοχικές κρίσεις υστερίας αλλά και υπολογισμένα χειριστικές παρεμβάσεις στα μέλη της οικογενείας της. Η Elizabeth συστηματικά εισχωρεί κάτω από το πλέγμα της περιπλοκότητας αυτού του σκηνικού αξεδιάλυτου πόνου και λειτουργεί αναπόφευκτα ως καταλύτης των εξελίξεων μέσα σε αυτή. Η’ περίπου έτσι, διότι ο Haynes, σε αντίθεση με τους παλαιότερους θριάμβους του (Far From Heaven, Carol) κατευθύνεται προς την ευκολία της τελενοβέλας με α αλ Michele Legrand μουσικά δάνεια από το The Go Between (που νίκησε στις Κάννες στα 1971) παρά σε μια αιχμηρή, τολμηρή, νευρώδη προσέγγιση σε ένα τόσο καυτό θέμα. 

Κάτι σαν γιουροθρίλερ, μεταξύ Οζόν και πρώιμου Εγκογιάν, στιγμές Ντε Πάλμα, με απόλυτη έμφαση στις ερμηνείες όμως πενιχρό σασπένς και αδύναμη τρίτη πράξη, το εμφανών διαστρωματώσεων και συμβολισμών σενάριο (o Joe έχει χόμπι την εκκόλαψη νυμφών που απελευθερώνει όταν μεταλλάσσονται σε πεταλούδες Μονάρχη) των Burch – Mechanik πασάρει ατάκες στο οσκαρούχο δίδυμο Moore - Portman οι οποίες το γουστάρουν ιδιαιτέρως κι αυτό γράφει στο πανί, ιδιαιτέρως σε δυο υψηλής έντασης close ups πλήρη ερωτικών νύξεων και ψυχολογικών αλληλεπιδράσεων. Το τρίο συμπληρώνει ο ευάλωτος man-child Joe του Melton, θύμα δυο ισχυρών και συνάμα επικίνδυνα ανασφαλών θηλυκών. Η αύρα είναι φορές campy άλλες ελαφρώς αποστασιοποιημένη, με δεδηλωμένη πρόθεση να μην καννιβαλίσει την ιδιαίτερα ευαίσθητη θεματολογία της και να φωτίσει την αβεβαιότητα των προσώπων και τη δυσδιάκριτη κόκκινη γραμμή που χωρίζει την αγάπη από την εγκληματική πράξη. 

Το May December μπορεί να επιτυγχάνει ως μια ευπρόσδεκτα καλοζυγισμένη σκηνοθετικά ματιά σε ένα ακανθώδες δραματουργικό πεδίο, χωλαίνει όμως στην true crime ανάλυση, παγιδευμένο στη σαγηνευτική λάμψη των πρωταγωνιστριών του. Η ταινία έχει αγοραστεί από το Netflix, διαθέτει διασκεδαστική αξία χωρίς τη σταυροβελονιά του ένδοξου παρελθόντος πρότζεκτς με υπογραφή Todd Haynes κι αν κάτι μένει στο τέλος, είναι η αίσθηση λιγούρας που αφήνει μια αναξιοποίητη ευκαιρία για κάτι μεστότερο και πιο ολοκληρωμένο ως αποτέλεσμα.

May December Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 16 Νοεμβρίου 2023 από την The Film Group!
Περισσότερα... »

 

Προετοιμασίες για να είμαστε μαζί, άγνωστο για πόσο (Felkészülés meghatározatlan ideig tartó együttlétre / Preparations to Be Together for an Unknown Period of Time) Poster ΠόστερΠροετοιμασίες για να είμαστε μαζί, άγνωστο για πόσο
της Lili Horvát. Με τους Natasa Stork, Viktor Bodó, Benett Vilmányi, Zsolt Nagy, Pétér Toth, Andor Lukátz, Atilla Mokos.


Σαλάτα ουγγαρέζα
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969) 

Μια γυναίκα μόνο ξέρει και μπορεί...

Η Lili Horvát γεννήθηκε στις 13 Απριλίου του 1982 στη Βουδαπέστη, όπου και μεγάλωσε. Σπούδασε οπτικοακουστικές τέχνες στη Sorbonne Nouvelle στο Παρίσι και σκηνοθεσία κινηματογράφου στο Πανεπιστήμιο Θεάτρου και Κινηματογράφου στη Βουδαπέστη. Μετά από τρεις μικρού μήκους ταινίες και τη συμμετοχή της σε δύο τηλεοπτικές σειρές, η Horvát γυρίζει το απρόβλητο στην Ελλάδα «Szerdai gyerek» (Wednesday Child, 2015), την πρώτη της μεγάλου μήκους ταινία, με την οποία κέρδισε τον διαγωνισμό East of the West στο Karlovy Vary κι έλαβε πολλά βραβεία παγκοσμίως. Το 2016, η Lili συνίδρυσε την εταιρεία παραγωγής Poste Restante, η οποία παρήγαγε τη δεύτερη ταινία της. Fun fact: η Horvát ήταν υπεύθυνη κάστινγκ έχοντας και μικρό ρόλο ως ηθοποιός στο αριστούργημα του συμπατριώτη της Kornél Mundruczó, «Λευκός Θεός».

Προετοιμασίες για να είμαστε μαζί, άγνωστο για πόσο (Felkészülés meghatározatlan ideig tartó együttlétre / Preparations to Be Together for an Unknown Period of Time)) Poster Πόστερ Wallpaper
Το «Προετοιμασίες για να είμαστε μαζί, άγνωστο για πόσο» είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της Horvát, η οποία δεν έχει γυρίσει τίποτε άλλο από τότε, εδώ και τρία χρόνια δηλαδή! Η παγκόσμια πρεμιέρα της δόθηκε στο φεστιβάλ Βενετίας του 2020 (!!!!!!!), όπου συμμετείχε στο τμήμα «Venice Days». Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την πραγματοποίησε τον Νοέμβριο του 2020, στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου συμμετείχε στο Διεθνές Διαγωνιστικό τμήμα. Αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ουγγαρίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ εκείνης της χρονιάς. Τρία χρόνια μετά, βρίσκει το δρόμο της και για εμπορική διανομή στους ελληνικούς κινηματογράφους.

Η υπόθεση:Η Μάρτα είναι μια 40χρονη νευροχειρουργός, η οποία ζει και εργάζεται στο Νιου Τζέρσεϊ. Εκεί, θα γνωρίσει τον Γιάνος, τον οποίο και ερωτεύεται. Σφόδρα. Μάλιστα, αποφασίζει να αφήσει πίσω της τη λαμπρή καριέρα της στις ΗΠΑ και επιστρέφει στη Βουδαπέστη για να ξεκινήσει μια νέα ζωή με τον άντρα που αγαπά. Μάταια όμως τον περιμένει στη Γέφυρα της Ελευθερίας - αφού αυτός δεν εμφανίζεται στο ραντεβού τους. Η Μάρτα αρχίζει να τον ψάχνει απεγνωσμένα κι όταν τελικά τον βρίσκει, ο έρωτας της ζωής της ισχυρίζεται ότι δεν έχουν συναντηθεί ποτέ στο παρελθόν...

Η άποψή μας: Η ταινία που κερδίζει τον τίτλο του πιο εντυπωσιακού... τίτλου ανάμεσα σε όλες όσες έχουν προβληθεί στη φετινή κινηματογραφική σεζόν αλλά και ανάμεσα σε όσες συμμετείχαν στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 2020 όπου και την πρωτοείδαμε, είναι αναμφίβολα η ουγγαρέζικη «Προετοιμασίες για να είμαστε μαζί, άγνωστο για πόσο». Το... κακό είναι πως ο τίτλος δεν ονοματίζει μια αναλόγως εντυπωσιακή ταινία δυστυχώς. 

Η ταινία της Horvát είναι αυτό που λέμε, μια γυναικεία ταινία. Εντάξει, δεν μου αρέσει να μιλάω με στερεότυπα, αλλά όλο αυτό το ρομαντικό παιχνίδισμα ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό – φαντασιακό, προσωπικά λίγο με πέταξε έξω και νομίζω πως θα κάνει καλύτερο γκελ σε γυναίκες θεατές. Κι ας είχε η ταινία μια ενδιαφέρουσα πρωταγωνίστρια (την Natasa Stork, που επίσης έπαιξε, όχι μόνον στον «Λευκό Θεό» αλλά και στην επόμενη ταινία του Mundruczó, το «Φεγγάρι του Δία»). Κι ας είχε τα σωστά χρώματα, τα σωστά κάδρα, την σωστή καλλιτεχνική διεύθυνση, την κατάλληλη μουσική υπόκρουση (κλασική κι όχι μόνον). 

Η σκηνοθέτιδα θεωρητικά επέλεξε να γυρίσει ένα αισθηματικό δράμα στα όρια του μελοδράματος, με ολίγη από θρίλερ, εντελώς αντισυμβατικά, για να καταλήξει στην ουσία σε κοινοτοπίες. Καλοφτιαγμένες, μα κοινοτοπίες. Εντάξει, η αλήθεια είναι πως δεν έχουμε δει πολλές φορές να ανταλλάσσουν δύο χειρουργοί βλέμματα και κουβέντες ενός ιδιότυπου φλερτ πάνω από το ανοιχτό κρανίο ενός ασθενούς, στου οποίου τον εγκέφαλο επεμβαίνουν. Ποτέ, είναι η αλήθεια. Πρώτη φορά το είδα αυτό. Ορίστε, το παραδέχομαι. Αλλά αυτό το «περπατάμε παράλληλα σε αντίθετα πεζοδρόμιο, oh how cute» θα μπορούσε να είναι κομμάτι μιας οποιασδήποτε αμερικάνικης ρομαντικής κομεντί. Γνώμη μου. 

Το λέει εξάλλου και ο διευθυντής της κλινικής στη Βουδαπέστη, όπου πάει να δουλέψει η πρωταγωνίστριά μας, η Μάρτα, λαμπρή νευροχειρουργός, μόνη, ελεύθερη κι ωραία στα 40 κάτι της, με 20 χρόνια καριέρας στις ΗΠΑ και το Νιου Τζέρσεϊ, που τα παράτησε όλα για έναν άνδρα: «ακόμα και οι πιο έξυπνες γυναίκες, είστε ηλίθιες». Δεν την έβαλε τυχαία την ατάκα αυτή στο σενάριό της η σκηνοθέτιδα. Κατάλαβε πως πολλοί γκάου σωβινιστές (καλή ώρα) θα ταυτιστούν: μα να τα παρατήσεις όλα για έναν άνδρα, ο οποίος μάλιστα αρνείται ότι σε έχει γνωρίσει; Για την ιδέα του έρωτα; Για μια πλάνη; Για ένα, ίσως, αποκύημα της φαντασίας; Ή για ένα σύμπτωμα κάτι πιο βαθιού (που με λερώνει;). 

Θεωρώ τον εαυτό μου αρκούντως ρομαντικό (χτίζω άμυνα τώρα) αλλά αυτό το amour fou που παρακολουθούμε εδώ, ευχαριστώ αλλά δεν θα πάρω. Θέλω ρεαλισμό. Κι όταν μιλάμε για έρωτα προτιμώ εκατομμύρια φορές το σακάτεμα του «Η ψυχή και το σώμα» από αυτό το φεστιβαλικό βίπερ νόρα. Με ανοιχτούς εγκεφάλους. (Όχι τυχαία), και στο «Η ψυχή και το σώμα» έχουμε γυναίκα σκηνοθέτιδα, μια γυναίκα από την Ουγγαρία. Για να την φτάσει όμως την Ildikó Enyedi η Lili Horvát θέλει να φάει πολλά καρβέλια ψωμί ακόμα... (σημείωση: το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε ως ανταπόκριση από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον Νοέμβριο του 2020 κι επάνω του έγιναν μερικές προσαρμογές – διαφοροποιήσεις).

Προετοιμασίες για να είμαστε μαζί, άγνωστο για πόσο (Felkészülés meghatározatlan ideig tartó együttlétre / Preparations to Be Together for an Unknown Period of Time) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Νοεμβρίου 2023 από την Filmcenter Trianon!
Περισσότερα... »

Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer / The Teachers' Lounge) Poster ΠόστερΣτο Γραφείο Καθηγητών
του İlker Çatak. Με τους Leonie Benesch, Leo Stettnisch, Eva Löbau, Michael Klammer, Rafael Stachoviak, Anne-Kathrin Gummich, Kathrin Wehlisch, Sarah Bauerett, Oscak Zickur.


Απόδειξη ( ; ) ενοχής
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Το σχολείο μας κάνει ανθρώπους, λέει...

Ο τουρκικής καταγωγής Γερμανός σκηνοθέτης İlker Çatak γεννήθηκε στις 11 Ιανουαρίου του 1984 στο Βερολίνο. Πήγε σχολείο στην Κωνσταντινούπολη, όπου και τέλειωσε το γυμνάσιο, ενώ σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στο Βερολίνο και το Αμβούργο. Θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που έχει δυο πολιτισμικές ταυτότητες. Η πτυχιακή του μικρού μήκους ταινία με τίτλο «Sadakat» (Fidelity, 2014) κέρδισε το Φοιτητικό Όσκαρ το 2015. Ακολούθησε η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία, το «Es war einmal Indianerland» (Once Upon a Time... Indianerland, 2017). Δυο χρόνια μετά ήταν η σειρά του «Es gilt das gesprochene Wort» (I Was, I Am, I Will Be, 2019) που κέρδισε βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ του Μονάχου και τη Χάλκινη Λόλα στα Γερμανικά Βραβεία Κινηματογράφου. Και δύο χρόνια μετά (μέχρι τώρα είναι σταθερός στο να γυρίζει μια ταινία ανά δύο χρόνια) ακολούθησε το «Räuberhände» (Stambul Garden, 2021), που τιμήθηκε με το βραβείο καλύτερου νέου ηθοποιού στα Bavarian Film Awards. Εντωμεταξύ, έχει δώσει διαλέξεις σε πανεπιστήμια ανά τον κόσμο, μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα!

Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer / The Teachers' Lounge) Poster Πόστερ Wallpaper
Το Στο γραφείο καθηγητών είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του και η πρώτη του που προβάλλεται εμπορικά στη χώρα μας. Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου (και είναι η πρώτη ταινία του Çatak, που προβλήθηκε σε ένα από τα τρία μεγάλα ευρωπαϊκά φεστιβάλ), λαμβάνοντας μέρος στο παράλληλο του διαγωνιστικού τμήμα «Πανόραμα», όπου τιμήθηκε με δύο βραβεία: το Label Europa Cinemas και το C.I.C.A.E. Award. Το πολύ σπουδαίο, όμως, είναι το γεγονός ότι η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Γερμανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Τέλος, να σημειώσουμε πως την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο πλαίσιο του πρόσφατου φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας».

Η υπόθεση: Η Κάρλα Νόβακ είναι μια πολωνικής καταγωγής αφοσιωμένη, ιδεαλίστρια δασκάλα, που ξεκινά την πρώτη της δουλειά σε ένα σχολείο κάπου στη Γερμανία. Διδάσκει μαθηματικά και γυμναστική σε παιδιά της πρώτης γυμνασίου. Στο σχολείο γίνονται μικροκλοπές και μια μέρα θα κατηγορηθεί γι' αυτές ο μαθητής της, ο Αλί, τουρκικής καταγωγής. Η ενοχή του δεν μπορεί να αποδειχθεί και η Κάρλα θεωρεί πως ο Αλί στοχοποιήθηκε με ρατσιστικά κριτήρια. Θα αποφασίσει να μην το αφήσει έτσι και να πάει ένα βήμα παραπέρα: αποφασίζει να διαλευκάνει μόνη της την υπόθεση. Προσπαθώντας να μεσολαβήσει ανάμεσα σε αγανακτισμένους γονείς, ισχυρογνώμονες συναδέλφους και επιθετικούς μαθητές, έρχεται αντιμέτωπη με τις δομές του σχολικού συστήματος. Και θα βρεθεί χωρίς να το καταλάβει απέναντι στον πιο χαρισματικό μαθητή της, τον Όσκαρ. Όσο πιο απελπισμένα προσπαθεί να τα κάνει όλα σωστά, τόσο πιο κοντά φτάνει στο να σπάσει. Τελικά, θα μπορέσει να βρει την αλήθεια; Και ποια είναι αυτή η τόσο σημαντική αλήθεια; Και τα παιδιά, ποιος σκέφτεται τα παιδιά;

Η άποψή μας: Μόλις μια βδομάδα πριν, στον ταινίαρο του Nuri Bilge Ceylan «Ξερά χόρτα» είχαμε σκηνή ντάλε κουάλε ίδια με σκηνή σε τούτη την ταινία του εξ Γερμανίας συμπατριώτη του: αιφνιδιαστική έφοδος σε σχολική αίθουσα από καθηγητές και ψάξιμο προσωπικών αντικειμένων μαθητών. Καμία πρόνοια για τα παιδιά, κανένας σεβασμός, απόλυτος εξευτελισμός, λες και δεν ισχύει κανείς νόμος μέσα στη σχολική αίθουσα, εκτός από το νόμο του ισχυρού, του φορέα της εξουσίας, του δασκάλου. Σχεδόν 10 χρόνια πριν είχαμε θαυμάσει μια ανάλογης λογικής ταινία, από τη Βουλγαρία εκείνη, το απίθανο «Το μάθημα» από το δίδυμο Kristina Grozeva, Petar Valchanov. 

Για να πω την αλήθεια, διαβάζοντας την περίληψη της γερμανικής ταινίας, νόμιζα αρχικά πως επρόκειτο απλά για ένα ριμέικ της βουλγάρικης (όπου υπήρχε και ελληνική συμμετοχή στην παραγωγή). Υπάρχουν αρκετές αναλογίες και ομοιότητες είναι η αλήθεια – με βασικότερη, την ύπαρξη της ιδεαλίστριας δασκάλας στον πρωταγωνιστικό ρόλο, που προσπαθεί να διδάξει ένα ηθικό μάθημα (ως μη οφείλει) σε όλους όσοι στέκονται χαμηλότερα από το ύψος των περιστάσεων. Υπάρχουν όμως και μπόλικες διαφορές με κυριότερη το γεγονός ότι η βαλκανική ταινία από κάποιο σημείο και μετά ρέπει προς τον σουρεαλισμό, απόλυτα και αρμονικά δεμένο πάντως με τα δρώμενα, ενώ η γερμανική, αν και με τουρκικής καταγωγής σκηνοθέτη και με πανταχού παρούσα την έννοια του μετανάστη, διαθέτει μεγαλύτερο αγγλοσαξονικό ορθολογισμό, είναι πιο... τετράγωνη (χα, ναι, ο σκηνοθέτης επιλέγει και το συγκεκριμένο φορμά για να τονίσει τον εγκλωβισμό και την ασφυξία) και προτάσσει πέρα και πάνω από όλα το αδιέξοδο των δυτικών κοινωνιών, ευνομούμενων κοινωνιών, που όμως δεν μπορούν καν να διαχειριστούν κάτι τόσο απλό μα και τόσο σοβαρό, όπως η διαπαιδαγώγηση των μελλοντικών ενηλίκων... 

Ο Αλί, μετά το ψάξιμο, βρίσκεται με ένα πορτοφόλι γεμάτο χρήματα. Οι γονείς του, Τούρκοι μετανάστες, δίνουν μια λογική εξήγηση: θα αγόραζε κάτι ακριβό. Ο πατέρας, μάλιστα, υπερθεματίζει: ο Αλί δεν θα έκλεβε ποτέ γιατί ο ίδιος θα του έκοβε τα χέρια! Δεν υπάρχει όμως καμία απόδειξη ούτε ότι ο Αλί έκλεψε αλλά ούτε ότι ο Αλί δεν έκλεψε. Κι έρχεται η Κάρλα. Και στήνει το κόλπο με την κάμερα του λάπτοπ της. Κάμερα που συλλαμβάνει τη στιγμή που ένα χέρι, φορώντας συγκεκριμένα ρούχα, παίρνει το πορτοφόλι από το σακάκι της δασκάλας μας, τσιμπάει πολλά ευρώ – όχι όλα – και το επιστρέφει στη θέση του. Το βίντεο συλλαμβάνει ένα κομμάτι της αλήθειας, όχι όλη την αλήθεια. Και ναι, μπορεί συγκεκριμένος άνθρωπος να φοράει το συγκεκριμένο ρούχο και ναι κατά πάσα πιθανότητα αυτός ο άνθρωπος είναι ένοχος. Δεν υπάρχει όμως καταγεγραμμένη η πάσα αλήθεια. Δεν μπορεί να υπάρξει η απόλυτη αλήθεια. 

Και τι γίνεται όταν αυτός που κατηγορείται αρνείται τα πάντα; Και τι γίνεται από τη στιγμή που η καταγραφή μέσω της κάμερας του λάπτοπ είναι... παράνομη, καθώς παραβιάζει την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα; Και πώς η Κάρλα, που, όπως όλοι οι άνθρωποι, που διαθέτουν τον ελάχιστο αυτοσεβασμό, βάζει το κέρμα της στον συλλογικό κουμπαρά όταν παίρνει καφέ από την καφετιέρα, θα αποδείξει πως δεν είναι ελέφαντας, όταν έχει δει με τα ίδια της τα μάτια συνάδελφό της να παίρνει καφέ αλλά να αρπάζει χρήματα από τον κουμπαρά κι όχι να βάζει λεφτά σε αυτόν; Ο σκηνοθέτης και συνσεναριογράφος δομεί έτσι την ταινία του ώστε να παίρνει τη μορφή αγωνιώδους θρίλερ. Θρίλερ όμως που δεν το ενδιαφέρει το «ποιος το έκανε». Τον σκηνοθέτη τον ενδιαφέρει η πικρή παραδοχή πως ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Πως, δυστυχώς, το σχολείο, που θα μπορούσε να είναι η κοιτίδα για τη δημιουργία μιας καλύτερης κοινωνίας, με ανθρώπους με ενσυναίσθηση, γνώσεις και ικανούς να μπορούν να σκέφτονται ελεύθερα, εντέλει λειτουργεί ως το πρώτο στάδιο του ιδρυματισμού. 

Με τους περισσότερους καθηγητές να έχουν αποδεχθεί τον κομφορμισμό τους, και να κάνουν «τη δουλειά τους» βαριεστημένα, ανόρεχτα, χωρίς κίνητρο. Γι' αυτό και ο τίτλος της ταινίας είναι «Στο γραφείο καθηγητών». Η συγκεκριμένη μικρογραφία της κοινωνίας έχει πολλά να πει για το ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο, τις συμπεριφορές, τις αντιλήψεις, τις αντιπαραθέσεις. Ο σκηνοθέτης δεν χαρίζεται στα παιδιά. Βλέπουμε πχ πως ένας μαθητής χρησιμοποιεί σκονάκι για να λύσει μια άσκηση σε ένα διαγώνισμα. Οκ, εμμέσως βεβαίως κριτικάρεται το σχολείο, που αδυνατεί να βοηθήσει τον συγκεκριμένο μαθητή να πάρει εκείνες τις γνώσεις με εκείνον τον τρόπο, που δεν θα τον οδηγεί σε αυτήν τη μικρή «ατιμία». Ο σκηνοθέτης δεν χαρίζεται και στους μεγάλους. Στους δασκάλους με τα κόμπλεξ τους, στους γονείς με τις εμμονές τους, στους ενήλικους γενικά, που – τι παράξενο – πολλές φορές συμπεριφέρονται πιο ανώριμα από τα παιδιά. Και ο σκηνοθέτης δεν αφήνει εκτός του στόχαστρού του ούτε την Κάρλα. Ναι, εκκινεί με τις καλύτερες των προθέσεων, αλλά αυτό δεν αρκεί. 

Πώς το λέει η Κάρλα; Τι είναι ο αλγόριθμος (όχι αυτός του facebook βρε, που άλλους τους χαρίζει like με το τσουβάλι κι άλλους τους ρίχνει στα τάρταρα) ; Ως αλγόριθμος ορίζεται μια πεπερασμένη σειρά ενεργειών, αυστηρά καθορισμένων και εκτελέσιμων σε πεπερασμένο χρόνο, που στοχεύουν στην επίλυση ενός προβλήματος. Πιο απλά, αλγόριθμο ονομάζουμε μία σειρά από εντολές που έχουν αρχή και τέλος, είναι σαφείς και έχουν ως σκοπό την επίλυση κάποιου προβλήματος. Μπορεί ο αλγόριθμος να είναι ηθικός; Εδώ σε θέλω Κάρλα μου. 

Σπουδαία ταινία, με μοναδικό ψεγάδι την όλη φάση με τη σχολική εφημερίδα (too much), με εξαιρετικές ερμηνείες, ιδίως από την Leonie Benesch, που κάποιοι θα τη θυμούνται πιτσιρίκα από τη «Λευκή κορδέλα» του Haneke κι άλλοι θα τη θυμούνται από το φοβερό τηλεοπτικό «Babylon Berlin», που θέτει καίρια ερωτήματα χωρίς να δίνει έτοιμες απαντήσεις, βάζοντας τον θεατή να κινητοποιεί τη σκέψη του. Και μακάρι όλα να λύνονταν όπως ο κύβος του Ρούμπικ, ε; Μη τη χάσετε.

Στο Γραφείο Καθηγητών (Das Lehrerzimmer / The Teachers' Lounge) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Οκτωβρίου 2023 από την Cinobo!
Περισσότερα... »

Οι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού (Killers of the Flower Moon) Poster ΠόστερΟι Δολοφόνοι του Ανθισμένου Φεγγαριού
του Martin Scorsese. Με τους Leonardo DiCaprio, Robert De Niro, Lily Gladstone, Jason Isbell, Sturgill Simpson.

Αργό, Βραδύκαυστο Πετρέλαιο
γράφει ο  gaRis (@takisgaris)

Δυο ιερές αγελάδες έχει να επιδείξει το Χόλυγουδ. Η μια είναι ο Σπηλβέργιος, στο πιο ιλουστρασιόν, πόζιτιβ και προσανατολισμένο για οικογενειακή θέαση. Στον έτερο πόλο, ο Σκορσεζιανός, σκοτεινός συμμοριτισμός, Καθολική ενοχή, η βία ως αυτοσκοπός πολιτι(σμι)κής επιβολής α λα αμερικάνα. Αμφότεροι γυρίζουν πια ταινίες με τους πλήρως ικανοποιούμενους όρους τους. Οσκαρική αναγνώριση λόγω του πανίσχυρου πέντιγκρι εκ των προτέρων εξασφαλισμένη. Είναι τόσο υψηλός ο βαθμός φιλμικής επιδεξιότητας και το αποδεδειγμένο συνολικά τάλαντο του συνεργείου που ο πήχυς τίθεται, στα δικά μου μάθια τουλάχιστον, πανύψηλα. Ο Μάρτυ μετά το πέρασμα του από τον στρημώνα του Netflix (The Irishman), μεταβαίνει στην Apple για να παρασύρει το μπάτζετ στα $200Μ και να επανενώσει τα δυο φετίχ DeNiroDiCaprio κάπου 30 έτη ξανά από την πρώτη τους cineργασία (This Boy’s Life), πρωτοφανώς σε δικό του πρότζεκτ (11 – 7 το σκορ εμφάνισής των σε δημιουργία του Φρύδια).

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Quad Poster
Το Killers of the Flower Moon, βασισμένο στο ομότιτλο μπεστ σέλλερ του David Grann, προσαρμοσμένο στη μεγάλη οθόνη από τον ίδιο τον Scorsese και τον πετυχεσιάρη Eric Roth, αφηγείται τη μελανή ιστορία δεκάδων δολοφονιών Ινδιάνων Osage Nation της Οκλαχόμα που συνετάραξε στη δεκαετία του 1920 την αμερικανική κυβέρνηση που προκάλεσε την εμπλοκή του νεοσύστατου FBI του Χούβερ. Λευκοί τυχοδιώκτες, σκότωναν, πυρπολούσαν, κηδεμόνευαν ή έκαναν γάμους με τους αυτόχθονες με σκοπό να οικειοποιηθούν το μαύρο χρυσό που έρρεε άφθονος κάτω από την αιματοβαμμένη γης. Ο DeNiro (King) είναι ο αμείλικτος τοπικός αρχιμαφιόζος που με βιτρίνα αγαθοεργίας κινεί τα νήματα με πληρωμένα πιστόλια και δεξί χέρι τον ανεψό του DiCaprio (Ernest), χαζούλη καιροσκόπο που μετά από τραυματισμό στο Μεγάλο Πόλεμο, κατεφεύγει στην προστασία του με αντάλλαγμα την ψυχή του. 

Με την καθοδήγηση του Κινγκ, ο Έρνεστ θα νυμφευφθεί τη Lily Gladstone (Mollie) με ιερό σκοπό να της φάνε τα λεφτά, σκοτώνοντας τους συγγενείς της και δηλητηριάζοντάς την αργά μα σταθερά μέσω της πανάκριβης ινσουλίνης που της χορηγεί για τον προκεχωρημένο διαβήτη από τον οποίο υποφέρει. Ο κλοιός μετά από κυκεώνα δολοφονιών θα φέρει τον ντετέκτιβ του FBI Jesse Plemons στο κατώφλι του Έρνεστ που θα κληθεί να επιλέξει μεταξύ της δόλιας μα αληθινής αγάπης του για την Μόλυ και τα τέκνα τους και της αφοσίωσης στην πατρική μα αδίστακτη φιγούρα του Κίνγκ για να βρεθεί κάθαρση στο αδυσώπητα φονικό δράμα. 

Η παστέλ κάμερα του Rodrigo Prieto και τα ημιτόνια του μπάσου του άρτι θανόντος Robbie Robertson, θρυλικού εκπροσώπου των καναδικών fist nations, ενορχηστρώνουν μια βραδύκαυστη ελεγεία που επιχειρεί να συνενώσει τα ασυγκέραστα, δηλαδή το επικό και το πολιτικό στοιχείο με μια αφήγηση εμμονικά στοχοπροσηλωμένη στον συναισθηματικό μικρόκοσμο του πρωταγωνιστικού τριγώνου, με επαναλαμβανόμενες σκηνές δολοφονιών που ωστόσο δεν ακουμπούν τις ουσιαστικές συνιστώσες του φυλετικού ζητήματος, όπως φερειπείν την Tulsa Race Massacre που διημείφθη το 2ήμερο 31ης Μαϊου- 1ης Ιουνίου 1921, με τους white supremacists να επιτείθενται ατιμώρητοι σε εκατοντάδες μαύρους, γεγονός που φωτίζει το διαχρονικό φυλετικό πρόβλημα της Αμερικής. 

Το σενάριο παίρνει λίγη φωτιά κατά την τρίτη ώρα έχοντας σπαταλήσει τουλάχιστον την αμέσως προηγούμενη σε υλικό που απορίας άξιο πως ξέφυγε από το λεπίδι του άλτερ έγκο του μαέστρο, Thelma Schoonmaker. Στα περασμένα ογδόντα και οι δυο, βρίσκονται σε μια αποδρομή εκ των φρενήρων ρυθμών ενός Gangs of New York ή The Wolf of Wall Street, δεμένοι στο 3ωρο + μοτίβο του Irishman. Κι αν τρίωρο σε διάρκεια δε μεταφράζεται σε έπος αποδεδειγμένα εδώ, να χαμηλώσω κάπου το καπέλο μου προς το πάτωμα σε ένδειξη σεβασμού στο μακράν συγκολιστικότερο υποκριτικό τρίο της χρονιάς. Ίσως το μόνο που μένει από αυτή την πανάκριβη, λεπτοδουλεμένη, καλοδεχούμενα διδακτική αλλά άνευρη ιστορία είναι η ήρεμη δύναμη, στωική σοφία, το εύγλωττο ανθυπομειδιάσμα της Gladstone, όπως και το μπραντεφέρ των τιτάνων Leo-Bob, τύπου νάχα χίλια μάτια, το παίξιμό σου να γλιέπου. 

Οι Killers of the Flower Moon, πέρα από ακόμη μια ευθεία παρα-βολή στον Σκορσεζιανό κανόνα περί επιβολής του οργανωμένου παρασιτισμού που μπόλιασε το αμερικανικό εποικοδόμημα από τα ρατσιστικά σπάργανα στο σημερινό φασισμό του 1% (πετρέλαια ως γουώλστρητ η πεμπτουσία του αιματοκυλισμένου αμερικανικού ονείρου), βρίσκουν τον Scorsese σε καλλιτεχνική επαγρύπνηση με μια αυξούμενη επιβράδυνση καθότι ουκ αν έρχεται μόνον. Κι αν πρέπει να πάρω θέση, ασυζητητί συγκαταλέγομαι στους περισσότερους που απλά είμαστε ευγνώμονες που, στην ένατη πλέον δεκαετία του, είναι παρών και δημιουργικά πεινασμένος.

Oι Αναλώσιμοι 4 (Expend4bles) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 19 Οκτωβρίου 2023 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Ο Εξορκιστής: Πιστός (The Exorcist: Believer) Poster ΠόστερΟ Εξορκιστής: Πιστός
του David Gordon Green. Με τους Leslie Odom Jr., Lidya Jewett, Olivia O’Neill, Ann Dowd, Jennifer Nettles, Tracey Graves, Norbert Leo Butz, E.J. Bonilla, Ellen Burstyn, Linda Blair.


Χίλιες φορές, άπιστος!
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Και θέλω να ‘ρθω να σ’ αρπάξω από την άλλη, άσχετο, μουάχαχαχαχαχα

Στις 26 Δεκεμβρίου του 1973 κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες των ΗΠΑ η ταινία «Εξορκιστής» σε σκηνοθεσία William Friedkin, με σενάριο γραμμένο από τον William Peter Blatty, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του, που πρωτοκυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1971. Μέχρι την έξοδο φέτος της «Barbie» στις αίθουσες, ο «Εξορκιστής» ήταν η πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία της Warner – τώρα βρίσκεται στη δεύτερη θέση του σχετικού πίνακα! Συνεχίζει πάντως να είναι η πιο επιτυχημένη εμπορικά R-rated (ακατάλληλη για ανηλίκους) ταινία όλων των εποχών (προσαρμόζοντας τον πληθωρισμό αναλόγως). Επίσης, έγινε η πρώτη ταινία τρόμου όλων των εποχών, που προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ταινίας! Στην πραγματικότητα, ήταν υποψήφια για 10 Όσκαρ, κερδίζοντας τελικά δύο: καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου και καλύτερου ήχου. Το 1977 βγήκε στις αίθουσες η ταινία «Εξορκιστής II: Ο αιρετικός» σε σκηνοθεσία John Boorman, που μέχρι και σήμερα θεωρείται μια από τις χειρότερες ταινίες όλων των εποχών!!! To 1990 ο ίδιος ο William Peter Blatty σκηνοθετεί το «Εξορκιστής ΙΙΙ». Το 2004 βγαίνει στις αίθουσες το πρίκουελ «Εξορκιστής: Η αρχή του κακού» σε σκηνοθεσία Renny Harlin. 

Εντωμεταξύ, έχει πολύ πλάκα το πόσες εκδοχές των παραπάνω ταινιών εντέλει κυκλοφόρησαν! Το 2000 κυκλοφόρησε το Director's Cut της αρχικής ταινίας, με υλικό που είχε κοπεί στο μοντάζ. Το 2016 βγήκε το Director's Cut της ταινίας του Blatty, με τίτλο «Ο εξορκιστής III: Λεγεώνα». Τέλος, το 2005 βγήκε στις αίθουσες το «Η κυριαρχία του κακού» σε σκηνοθεσία Paul Schrader, το πρίκουελ δηλαδή που δεν άρεσε στην παραγωγό εταιρία, δίνοντας το γενικό πρόσταγμα στον Renny Harlin να προχωρήσει σε re-shoots και νέο μοντάζ, δίνοντας τη δική του εκδοχή, του 2004, που προηγήθηκε η έξοδός της στις αίθουσες! Ένας μικρός χαμούλης σαν να λέμε!

Ο Εξορκιστής: Πιστός (The Exorcist: Believer) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη η ταινία θεωρείται η απευθείας συνέχεια του αρχικού «Εξορκιστή», 50 ακριβώς χρόνια μετά την έξοδο του πρωτότυπου! Ή μάλλον, για να είμαστε πιο ακριβείς, αυτή είναι μια προσπάθεια reboot, που σύμφωνα με τον David Gordon Green, δεν αγνοεί τα σίκουελ και τα πρίκουελ που ακολούθησαν την πρώτη ταινία του Friedkin. Reboot είχε επιχειρήσει η τηλεοπτική σειρά «Ο εξορκιστής» η οποία προβλήθηκε στο Fox και παρά το γεγονός ότι είχε κριτική αποδοχή, εντέλει ακυρώθηκε μετά από δύο σεζόν, με 10 επεισόδια το 2016 κι άλλα 10 το 2017, σειρά όμως που είχε ξεκόψει κάθε σχέση με οτιδήποτε είχε προηγηθεί. Η ταινία του David Gordon Green κόστισε 30 εκατομμύρια δολάρια και είναι η πρώτη μιας σχεδιαζόμενης τριλογίας, που θα ολοκληρωθεί ακόμα κι αν η πρώτη ταινία της σειράς αποτύχει εμπορικά. Η Blumhouse ξόδεψε 400 εκατομμύρια δολάρια (!!!) προκειμένου να αποκτήσει τα κινηματογραφικά δικαιώματα του συγκεκριμένου τίτλου. Πάρα πολλά λεφτά, προσμένοντας προφανώς πολλαπλάσια χρήματα σε κέρδη.

Η υπόθεση: Μετά τον τραγικό θάνατο της εγκύου συζύγου του σε φονικό σεισμό στην Αϊτή πριν από 12 χρόνια, ο Βίκτορ Φίλντινγκ έχει μεγαλώσει μόνος του την κόρη τους, Άντζελα. Ορθολογιστής και υπερπροστατευτικός, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να μην λείψει τίποτε από τη θυγατέρα του. Όμως, της Άντζελας της λείπει πολύ η μητέρα της. Και προσπαθεί να την πλησιάσει με κάθε τρόπο. Σε μια τέτοια προσπάθεια, και λέγοντας ψέματα στον πατέρα της πως θα πάει να μελετήσει μετά το σχολείο με τη φίλη της και συμμαθήτριά της, την Κάθριν, τα δύο κορίτσια θα βρεθούν στο παρακείμενο δάσος και θα επιχειρήσουν μια μυσταγωγική τελετή επαφής με το επέκεινα. Για τρεις μέρες θα παραμείνουν εξαφανισμένες, με τους γονείς τους να ανησυχούν και να προσπαθούν να τις εντοπίσουν. Όταν εντέλει τα δύο κορίτσια βρεθούν σε έναν στάβλο, καμιά τους δεν έχει οποιαδήποτε ανάμνηση του πως βρέθηκαν εκεί, ενώ θεωρούν πως έλειψαν μόλις για κάποιες ώρες. Ο Βίκτορ ανακουφίζεται για το ότι βρήκε την κόρη του, παράλληλα όμως νιώθει πως κάτι δεν πάει καλά. Η Άντζελα αλλάζει, γίνεται απότομη, κατουριέται επάνω της ενώ κοιμάται και περνάει μια ψυχοσωματική κρίση, που η επιστήμη δεν μπορεί να ερμηνεύσει. 

Καθώς η κατάσταση ολοένα και χειροτερεύει τόσο για την Άντζελα όσο και για την Κάθριν, ο Βίκτορ καταλαβαίνει πως έχει να αντιμετωπίσει το απόλυτο κακό και μέσα στην απόγνωση και τον τρόμο του, θα αναζητήσει το μοναδικό άτομο που έχει βιώσει κάτι αντίστοιχο: την Κρις ΜακΝιλ. Τη γυναίκα δηλαδή, που χρόνια πριν είδε την κορούλα της, την Ρέιγκαν, να κυριεύεται από το απόλυτο κακό και να σώζεται μέσω εξορκισμού. Η Κρις έχει χάσει κάθε επαφή με την Ρέιγκαν κι έχει γράψει ένα βιβλίο με βάση την δύσκολη εμπειρία της. Θα μπορέσει να βοηθήσει τον Βίκτορ να σώσει την Άντζελα; Θα καταφέρουν η Άντζελα και η Κάθριν να επιβιώσουν από αυτόν τον θανάσιμο εναγκαλισμό τους με το απόλυτο κακό;

Η άποψή μας: Δεν θα αναλωθώ σε αναρωτήσεις τύπου «καμιά πρωτότυπη ιδέα ρε παιδιά;». Το Χόλιγουντ έχει αποδείξει άπειρες φορές πως όταν κάτι κάνει επιτυχία, θα το εκμεταλλευτεί μέχρι εκεί που δεν πάει, θα το στραγγίξει όπως κάνει ο Δράκουλας στα θύματά του. Και θα το καταστήσει... απέθαντο, με την κακή έννοια! Ο «Εξορκιστής» είναι ένας τίτλος μυθικός, μια χρυσοφόρος όρνιθα, που θεωρητικά μπορεί να κάνει εκατομμυριούχους πολλούς χαρτογιακάδες στη Μέκκα της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Το παράδοξο είναι πως, πέραν από την πρώτη ταινία, κέρδη, έστω και ισχνά, έβγαλε μόνο το σίκουελ του Boorman. Από εκεί και πέρα, καμία ταινία της σειράς δεν κατόρθωσε να αγγίξει όχι τις επιδόσεις αλλά ούτε καν τη σκόνη της μυθικής ταινίας του Friedkin, ενώ και οικονομικά πήγαν... άπατες όλες. Οπότε, γιατί ρε μαν να χρησιμοποιήσεις τον μύθο του «Εξορκιστή» για να κάνεις αυτό το... πράγμα; 

Όντως, θα τρίζουν τα κόκαλα το μακαρίτη, που εξαρχής είχε δει με κακό μάτι το να του «πειράξουν»το πιο ονομαστό του αριστούργημα, συνδυάζοντας το όνομα αυτού, με το δικό του. Θέλω να πω, γιατί ρε καλέ μου κύριε Πράσινε ήθελες ντε και καλά να έχει σχέση τούτο το φιλμ με τον «Εξορκιστή»; Όταν αυτά που συνδέουν τις δύο ταινίες είναι α) το ότι δαίμονας μπαίνει σε ένα νεαρό κορίτσι (εντάξει, εδώ έχει πιο fun η φάση, αφού ο διάολος μπαίνει σε δύο νεαρά κορίτσια, χα), β) το ότι παίζει η Ellen Burstyn ξανά το ρόλο της Κρις ΜακΝιλ (Burstyn, που ευθαρσώς δήλωσε πως έπαιξε σε αυτήν την ταινία για τα λεφτά και μόνον για αυτά), γ) το ότι λαμβάνει χώρα... εξορκισμός (πολύ παράξενος εδώ, με τον καθολικό παπά να παθαίνει... Ρέιγκαν) και δ) το ότι ακούγεται το ανατριχιαστικό «Tubular Bells» του Mike Oldfield και «πειραγμένο» αλλά και στην αυθεντική του μορφή. Περισσότερο σχέση έχει, στην αρχή τουλάχιστον, η ταινία με το «Talk to me» που θα δούμε προσεχώς (προσπάθεια επικοινωνίας μιας κοπέλας με τη νεκρή της μητέρα) κι επίσης συνεχίζει την προβληματική του σκηνοθέτη περί τραύματος και προσπάθειας ίασης. Αρκεί αυτό; Όχι βέβαια. 

Ας γύριζε μια ταινία που να την έλεγαν «Διπλός εξορκισμός», χωρίς Tubular Bells, χωρίς Burstyn και θα λέγαμε πως μια χαρά ταινία έκανε ο μπαγάσας, καθώς κατασκευαστικά η ταινία είναι καλοφτιαγμένη, αλλά μέχρι εκεί. Δεν υπάρχει καμία οργανική, ουσιαστική σχέση μεταξύ του «Εξορκιστή» κι αυτού του φιλμ. Και ο Green δεν μπορεί με τίποτε να σοκάρει. Ίσως επειδή το 2023 φαίνεται να είναι πολύ πιο συντηρητικό από το 1973. Και ο σκηνοθέτης φαίνεται να πουσάρει και μια ατζέντα τύπου «every life matters», παίρνοντας ουσιαστικά θέση κατά των εκτρώσεων! Θεωρώ επίσης πολύ συντηρητικό το γεγονός ότι εν έτει 2023 χρειαζόμαστε ένα αναμάσημα περί καλού και κακού και περί διαβόλου και μια λογική τύπου «εντάξει ρε μαν, μην είσαι και τόσο ορθολογιστής». Ισιάδι όλα, τίποτα το αληθινά ενδιαφέρον, κανένα σασπένς, μόνο μια παράξενη αντίληψη περί ηθικής και μια αλά «Με τη λάμψη στα μάτια» σκηνή επιλογής «ποιος θα φαγωθεί», που γυρίζει μπούμερανγκ εναντίον εκείνου που σκέφτεται ιδιοτελώς (μα για το παιδί του πρόκειται!), επειδή... έτσι! 

Εντάξει, κλείνει συγκινητικά την ταινία (συγκίνηση όμως ολίγον τι φορσέ, ιδίως αν δώσεις εξαρχής σημασία στα ονόματα του καστ της ταινίας και αναρωτηθείς μέχρι τέλους «μα πού είναι η τάδε;») αλλά αυτό δεν τη σώζει από την απόλυτη βαρεμάρα. Ούτε ο... πολυθρησκευτικός (sic) εξορκισμός, που σε ένα άλλο επίπεδο θα μπορούσε να ιδωθεί ως προσπάθεια να διωχτεί το κακό από τις ΗΠΑ. Ούτε η Burnstyn που περιφέρεται στην ταινία, έτσι, χωρίς νόημα – και της επιφυλάσσει και ο Green μια άθλια «τύφλωση»: άραγε θα τη χρησιμοποιήσει στην επόμενη ταινία της σειράς; Έτσι που λέτε. Πολύ χάλι. Αλλά τι λέω; Ο λαός (και ιδίως η πιτσιρικαρία) θα τρέξει να δει και θα γουστάρει. Ας είναι. 

Α, και κάτι ακόμα ως υστερόγραφο: πώς μερικά μουσικά θέματα έχουν κάνει συνάψεις στον εγκέφαλο τόσο ισχυρές με την ταινία στην οποία ακούστηκαν, που είναι αδύνατον να τα ακούσεις χωρίς να τη θυμηθείς; Ακούς το «Tubular Bells» και σκέφτεσαι αυτόματα «Εξορκιστής». Ακούς το θεϊκό «Main Theme» του John Carpenter από το «Halloween» κι αμέσως σκέφτεσαι... «Halloween». Ακούς «Carmina Burana» και σκέφτεσαι ΠΑ.ΣΟ.Κ. Άτιμο πράγμα η μνήμη...

Ο Εξορκιστής: Πιστός (The Exorcist: Believer) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Οκτωβρίου 2023 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Ξερά χόρτα (Kuru Otlar Üstüne / About Dry Grasses) Poster ΠόστερΞερά χόρτα
του Nuri Bilge Ceylan. Με τους Deni̇z Celi̇loğlu, Merve Di̇zdar, Musab Eki̇ci̇, Ece Bağci, Erdem Şenocak, Yüksel Aksu, Müni̇r Can Ci̇ndoruk, Onur Berk Arslanoğlu.


Χιονισμένες συνειδήσεις
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Μαζί με τα ξερά (χόρτα) καίγονται και τα χλωρά...

Ο Nuri Bilge Ceylan είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Τούρκους σκηνοθέτες – αν όχι ο σημαντικότερος. Γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1959 στην Κωνσταντινούπολη. Αυτή είναι μόλις η ένατη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί σε 26 χρόνια καριέρας. Η φιλμογραφία του έχει ως εξής: «Η μικρή πόλη» (Kasaba, 1997), «Σύννεφα του Μάη» (Mayis Sikintisi / Clouds of May, 1999), «Μακριά» (Uzak / Distant, 2002), «Κλίματα αγάπης» (Iklimler / Climates, 2006), «Τρεις πίθηκοι» (Üç Maymun / Three Monkeys, 2008), «Κάποτε στην Ανατολία» (Bir Zamanlar Anadolu'da / Once Upon a Time in Anatolia, 2011), «Χειμερία νάρκη» (Kis Uykusu / Winter Sleep, 2014) και «Η άγρια αχλαδιά» (Ahlat Agaci / The Wild Pear Tree, 2018). Οι δύο πρώτες ταινίες του συμμετείχαν στο φεστιβάλ Βερολίνου. Οι υπόλοιπες επτά πήραν όλες μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, όπου ο Ceylan κέρδισε μπόλικα βραβεία, από το βραβείο σκηνοθεσίας για το «Τρεις πίθηκοι» μέχρι τον Χρυσό Φοίνικα για το «Χειμερία νάρκη».

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Poster Πόστερ Wallpaper
Και αυτή η ταινία λοιπόν έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του τελευταίου φεστιβάλ των Καννών, όπου έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της και τιμήθηκε τελικά με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την υπέροχη Merve Dizdar. Οι 3 ώρες και 17 λεπτά της διάρκειάς της, την κάνουν τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία του Ceylan, όντας ένα λεπτό μεγαλύτερη από την «Χειμερία νάρκη», την μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία, που κέρδισε ποτέ τον Χρυσό Φοίνικα! Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο πρόσφατο φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας» στην Αθήνα. Τέλος, η ταινία αποτελεί και την επίσημη πρόταση της Τουρκίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ!

Η υπόθεση: Ο Σαμέτ, ένας 30 something δάσκαλος καλλιτεχνικών, διανύει τον τέταρτο χρόνο της υποχρεωτικής θητείας του σε έναν απομακρυσμένο, παραδοσιακό οικισμό της Ανατολίας, με μεγάλο ποσοστό κουρδικού πληθυσμού, που τον χειμώνα (ο οποίος κρατάει πολύ) θάβεται μέσα στο χιόνι. Συγκατοικεί με τον Κενάν, έναν συνομήλικό του, επίσης δάσκαλο στο ίδιο σχολείο, ο οποίος είναι από την περιοχή. Ο Σαμέτ δεν βλέπει την ώρα και τη στιγμή να τελειώσει η χρονιά και να πάρει την πολυπόθητη μετάθεσή του στην Κωνσταντινούπολη. Στο σχολείο ξεχνιέται δείχνοντας μια ιδιαίτερη συμπάθεια και προτίμηση στην όμορφη κι έξυπνη μαθήτριά του, την 14χρονη Σεβίμ. Εκτός σχολείου περνάει πολύ χρόνο στο μαγαζί ενός ντόπιου, κάνοντας παρέα με έναν φτωχοδιάβολο, ο οποίος αδυνατεί να βρει δουλειά, έχοντας στο μυαλό του να γίνει αντάρτης στα βουνά. Επίσης, ο Σαμέτ βρίσκει χρόνο να βγάζει υπέροχες φωτογραφίες από την ανθρωπογεωγραφία αυτού του μέρους, που τόσο βιάζεται να αφήσει πίσω του. 

Από τη βαρεμάρα του θα τον βγάλουν δύο γεγονότα: το ότι θα βρεθεί κατηγορούμενος (μαζί με τον Κενάν) για ανάρμοστη συμπεριφορά απέναντι σε μαθήτριές του μετά από ανώνυμη καταγγελία και το ότι θα γνωρίσει μια δασκάλα Αγγλικών από το σχολείο της κοντινότερης μεγάλης πόλης, τη Νουράι. Η βαθιά ριζωμένη μέσα του πατριαρχία θα νιώσει έντονο τσίγκλισμα και ο διανοούμενος αλλά και ανώριμος Σαμέτ δεν θα αντισταθεί να πληγώσει τους πάντες γύρω του. Κι όταν μετά τον βαρύ χειμώνα έρθει απότομα και βίαια το καλοκαίρι, τα χόρτα κατευθείαν από πράσινα θα γίνουν κίτρινα, ξερά και ο Σαμέτ θα πετύχει τον στόχο του και θα φύγει...

Η άποψή μας: Είναι ο Nuri Bilge Ceylan ένας από τους ελάχιστους αυθεντικούς auteurs της εποχής μας – μιας εποχής που τρέχει κι αλλάζει όχι με 24 καρέ το δευτερόλεπτο, αλλά με την ταχύτητα του φωτός; Η απάντηση είναι ένα μεγαλοπρεπέστατο «ναι». Ένας Δημιουργός με την απόλυτη σημασία της λέξεως, που όσο μεγαλώνει, τόσο γυρίζει προς τα πίσω, έχοντας πηγή έμπνευσής του τους μεγάλους της λογοτεχνίας και του θεάτρου, αλλά όντας ταυτόχρονα και τόσο απόλυτα σύγχρονος, μοντέρνος, σημερινός, μέχρι τα όρια του... meta (ναι, μιλώ για εκείνη τη στιγμή, του σπασίματος του τέταρτου τοίχου, όπου η μυσταγωγία της συζήτησης σε ένα ημιφωτισμένο διαμέρισμα κατά τη διάρκεια μιας παγωμένης νύχτας αποκαλύπτεται πως δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια σκηνή σε φτιαγμένο ντεκόρ μέσα σε ένα αχανές, ψυχρό και απρόσωπο sound stage). Οπότε ο Μπρεχτ συνδιαλέγεται αρμονικά με τον Τσέχοφ, ενώ στο φόντο υπάρχουν ψήγματα – σταλαχτίτες από τη «Λολίτα» του Ναμπόκοφ μέχρι την «Ολεάννα» του Μάμετ. 

Ο Ceylan επιστρέφει σε φόρμα και σχεδόν αγγίζει το απόλυτο αριστούργημά του, το «Κάποτε στην Ανατολία», μετά τη «Χειμερία νάρκη» και την «Άγρια αχλαδιά», ταινίες στις οποίες ενώ μεγαλούργησε και πάλι, έχασε κάπως την ισορροπία ανάμεσα στο Λόγο και την Εικόνα, πριμοδοτώντας εντέλει υπερβολικά τον πρώτο. Και να σκεφτεί κανείς πως ήταν σαφέστατα πιο λακωνικός όταν οι ταινίες του λάμβαναν χώρα κυρίως στην Κωνσταντινούπολη (όπως το «Μακριά» και το πολύ αγαπημένο «Τρεις πίθηκοι»). Κι ας υπάρχει εδώ μια κάποια πιο έντονη συνάφεια με το «Μακριά», ως ένα καθρέφτισμα έξω όμως από τον αστικό ιστό της μεγαλούπολης. Ένας δημιουργός λοιπόν που αλλάζει, που ωριμάζει και που κατορθώνει παρ' όλα αυτά, να συλλαμβάνει πάντα το παρόν, σαν να το παγώνει και να το αποθανατίζει, όπως συμβαίνει δηλαδή με τις υπέροχες φωτογραφίες που βγάζουν οι κεντρικοί ήρωές του – δηλαδή ο ίδιος. Γιατί, πάντα ο ίδιος είναι που «πρωταγωνιστεί» στις ταινίες του. Και δεν είναι καθόλου ναρκισσιστικό αυτό, καθώς η εκδοχή του που βλέπουμε, κάθε άλλο παρά αγαπητή μπορεί να γίνει από τον θεατή. 

Τι είναι ο Σαμέτ της ταινίας μας λοιπόν; Ένας ανώριμος διανοούμενος. Ένας πρώην ιδεαλιστής, που έχει μετατραπεί σε οπαδό της φράσης: «Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί πάρτης (του)». Ένας δάσκαλος, που δείχνει την ιδιαίτερη προτίμησή του στην Σεβίμ, αλλά που δεν θα χάσει την ευκαιρία να την... τιμωρήσει απροκάλυπτα και με κάθε τρόπο, όταν εκείνη στραφεί εναντίον του, πληγωμένη από την συμπεριφορά του και τα ψέματά του. Ένας ντεμέκ αριστερός, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να παίζει βιντεογκέιμς με τον τοπικό στρατιωτικό διοικητή (από τις λίγες αστείες σκηνές της ταινίας – παλιότερα, μέχρι το «Τρεις πίθηκοι», ο σκηνοθέτης έβρισκε περισσότερο χώρο για χιούμορ στα φιλμ του). Ένας παιδαγωγός, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να θίξει τους μαθητές του, μιλώντας τους αφ' υψηλού, προβάλλοντας προφανώς με λάθος τρόπο την πνευματική του ανωτερότητα, αντί να τα βοηθήσει πραγματικά, να τα ερεθίσει, να τα κάνει καλύτερους ανθρώπους. Ένας εστέτ σωβινιστής, που σνομπάρει αρχικά την ανάπηρη Νουράι – η οποία έχει χάσει το πόδι της σε τρομοκρατική επίθεση κι έχει προσθετικό μέλος – για να ζηλέψει όταν εκείνη δείξει ξεκάθαρα το ενδιαφέρον της για τον Κενάν. Ένας άλλος υποκόμης ντε Βαλμόν, κάτι σαν μαρκησία ντε Μαρτέιγ, που μπορεί να διαλύσει τα πάντα, επειδή απλά... μπορεί. Επειδή απλά είναι στη φύση του. Τα κάνει όλα λάθος ενώ θα μπορούσε να τα κάνει σωστά. 

«Γιατί πρέπει να είμαστε ήρωες;» αναρωτιέται στην πιο σπουδαία διαλογική σκηνή της ταινίας, εκείνη ουσιαστικά που έχει συμπυκνωμένο όλο το «ζουμί» της, όταν έρχεται σε αντιπαράθεση με την Νουράι. Όπου εκείνη, αγωνίστρια της αριστεράς, χειραφετημένη γυναίκα, που ξέρει τι θέλει, σε μια χώρα που ακόμα κι αυτή η κατάκτηση είναι εν πολλοίς υπό αμφισβήτηση, προτάσσει το γενικό, το συλλογικό καλό, μέσω του οποίου θα προκύψει το ατομικό, το προσωπικό καλό κι εκείνος αντιπαραβάλει το «ας αφήσουμε επιτέλους τους εγωισμούς και να κοιτάξουμε επιτέλους λίγο τον εαυτό μας». Τρομερή, συναρπαστική σκηνή, που γίνεται ακόμα πιο ξεχωριστή εξαιτίας του μπρεχτικού της διαλείμματος. Υπάρχει άραγε ελπίδα ακόμα για τον Σαμέτ; Η μήπως η πολυπόθητη από τον ίδιο επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη δεν θα αλλάξει και πολύ την κατάστασή του; Η ομορφιά των εικόνων της ταινίας είναι απερίγραπτη – και είναι αυτή η Ομορφιά που θα σώσει τον κόσμο. Και η Ελπίδα είναι γένους θηλυκού: η τσακισμένη Νουράι είναι η λαβωμένη Τουρκία, που ακόμα αντιστέκεται – και που πάντα θα αντιστέκεται – και η υπέροχη πιτσιρίκα Σεβίμ (το κοντινό της, να είναι έξω, να χιονίζει και το χιόνι να απλώνεται στα πλούσια μαλλιά της είναι από τα πιο όμορφα και ποιητικά πλάνα που έχουμε δει ποτέ στο σινεμά!) είναι το νέο, που έρχεται με φόρα, αντιδρώντας απέναντι στο πατρονάρισμα και την πατριαρχία. 

«Αυτό που με παρακίνησε να διηγηθώ την ιστορία αυτού του καθηγητή, ήταν ότι θα μου έδινε την ευκαιρία να θίξω θεμελιώδη ζητήματα αυτής της χώρας και δίπολα όπως το καλό και το κακό, η ιδιοτέλεια και η ανιδιοτέλεια, το προσωπικό και το συλλογικό, η αποξένωση και η περιθωριοποίηση. Με ενδιέφερε το πώς, ενώ η πιθανότητα να αγαπήσουμε είναι πάντα εκεί, χτίζουμε τείχη λόγω προκαταλήψεων, παλιών πολιτικών τραυμάτων, και της τάσης μας να τιμωρούμε τους κοντινούς μας για δικά μας λάθη του παρελθόντος. Αλλά και το πώς ο ιδεαλισμός των νεοδιόριστων καθηγητών σε απομακρυσμένες περιοχές μπορεί να μετατραπεί σε απογοήτευση και αίσθηση ματαιότητας...». Κάντε ένα δώρο στον εαυτό σας και δείτε την ταινία. Και μην σας τρομάζει η τριών ωρών plus διάρκειά της. Ούτε που θα το καταλάβετε πώς θα περάσει η ώρα.

Άουτσάιντερς (Dumb Money) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Οκτωβρίου 2023 από την Danaos!
Περισσότερα... »