Πρόβατα εναντίον λύκων 2 (Volki i ovtsy. Khod sviney / Sheep and Wolves: Pig Deal) Poster ΠόστερΠρόβατα εναντίον λύκων 2
του Vladimir Nikolaev. Με τις φωνές των Πάνου Αποστολόπουλου, Ντίνου Σούτη, Νίκου Παπαδοπουλου, Ιφιγένειας Στάικου, Γιάννη Υφαντή, Κώστα Κούνελλα, Νεφέλης Κυριακίδη, Ηδύλης Κυριακίδη.


Και πρόβατα και λύκοι και γουρούνια και... ίπποι!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

United we stand, divided we fall

Αυτή είναι η πρώτη ταινία (κυριολεκτικά!) που σκηνοθετεί ο Vladimir Nikolaev. Πριν περάσει πίσω από την κάμερα είχε ασχοληθεί με το σινεμά από άλλες θέσεις. Και μεταξύ των άλλων ήταν παραγωγός στην πρώτη ταινία της σειράς «Πρόβατα εναντίον λύκων».

Πρόβατα εναντίον λύκων 2 (Volki i ovtsy. Khod sviney / Sheep and Wolves: Pig Deal) Poster Πόστερ Wallpaper
Στο σάουντρακ της ταινίας ακούγονται κομμάτια όπως: «Kalinka» από τον Morandi, «Ain't No Sunshine» στην εκτέλεση του Michael Jackson, «Make Believe» από τους Backstreet Boys, «Youngblood» από τους 5 Seconds of Summer, «Pay No Mind» σε μια συνεργασία Madeon και Passion Pit, γενικώς ποπ τραγουδάκια, που στο youtube έχουν συνήθως πάνω από ένα εκατομμύριο προβολές το καθένα!

Η υπόθεση: Το ενωμένο χωριό των προβάτων και των λύκων ζει μια ήρεμη και ειρηνική ζωή όταν ξαφνικά καταφθάνουν δύο απρόσμενοι επισκέπτες: μια πολική αλεπού και μια μικρή προβατίνα. Κανείς δεν περίμενε ότι ένας μεγάλος κίνδυνος θα τους ακολουθήσει μέχρι εκεί. Ο Γκρέι, ο νέος αρχηγός της ενωμένης φυλής, πρέπει τώρα να πείσει τα πρόβατα και τους λύκους να συνεργαστούν για να αντιμετωπίσουν τα επερχόμενα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις - γιατί η ισχύς βρίσκεται στην ενότητα!

Η άποψή μας: Μιας που το target group αυτής της ταινίας είναι παιδιά από 6 έως (βαριά) 11 χρονών, target group που ΔΕΝ διαβάζει moviesltd, εννοείται ότι απευθυνόμαστε σε σας αγαπημένοι γονείς. Να τη δουν την ταινία τα βλαστάρια σας; Και η απάντηση είναι: «γιατί όχι;». Για να καταλάβετε, οι δημιουργοί της ταινίας μέχρι και πρόλογο έχουν βάλει όπου τη συνδέουν με την προηγούμενη ταινία! Έτσι, όσα παιδάκια είχαν δει την πρώτη ταινία και την είχαν ξεχάσει, δεν χρειάζεται να την ξαναδούν για να μπουν στο κλίμα: στα πρώτα πέντε λεπτά γίνεται μια χαρά επεξήγηση: πώς δηλαδή βασικά ο Γκρέι είχε «μεταμορφωθεί» σε πρόβατο και είδε τα πράγματα «από μέσα». Παίζει και έρωτας, όλα καλά. Υπάρχει και μια τσιγγάνα μάγισσα και μαγικά φίλτρα και άγριοι λύκοι. Όλα καλά.

Το σχέδιο είναι αξιοπρεπέστατο (μην ξεχνάτε πως δεν μιλάμε για Pixar ή Disney), ο ρυθμός γρήγορος, τα μηνύματα απλοϊκά μεν, όχι του πεταματού δε. Κι ενώ στην πρώτη ταινία το βασικό μήνυμα ήταν η ειρηνική συνύπαρξη, σε τούτο το φιλμ είναι ακριβώς αυτό που αναφέρεται και στην «υπόθεση»: η ισχύς εν τη ενώσει. Και πως το διαφορετικό δεν είναι κακό – όχι απαραίτητα τουλάχιστον. Πολύ σημαντικό για τις εποχές που ζούμε. Ο Γκρέι δεν είναι ακριβώς γεννημένος ηγέτης, κάνει τη μια γκάφα μετά την άλλη, κάποια στιγμή αμφιβάλλει για το ποιος είναι και τι κάνει, παίζει κι ένας δούρειος ίππος (όπως σας τα λέω!), έρχονται και οι κακοί λύκοι να διασαλεύσουν την αρμονική συνύπαρξη, εντέλει όμως το καλό θα υπερισχύσει. Τα παιδιά θα το ευχαριστηθούν. Για γονείς, νονούς και θείους: μιάμιση ώρα είναι, θα περάσει! Αρκεί να πετύχετε καλό ποπκόρν...

Πρόβατα εναντίον λύκων 2 (Volki i ovtsy. Khod sviney / Sheep and Wolves: Pig Deal) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Neo Films!
Περισσότερα... »

Οι Monos (Monos) PosterΟι Monos
του Alejandro Landes. Με τους Julianne Nicholson, Moisés Arias, Sofía Buenaventura, Julian Giraldo, Karen Quintero, Laura Castrillón, Deiby Rueda, Esneider Castro.


Τα παιδιά σφάξανε τη γελάδα - στοπ.
του gaRis (@takisgaris)

Στα καραγκαγκάν έιτις υπήρχε το αλήστου μνήμης διαφημιστικό «Μόνος ή... Μάνος» για το πάλαι ποτε πρακτορείο ταξιδίων που έδωσε πάσα στο αθάνατο δια χειρός Γιάννη Κακουλίδη «Μόνος ή Πάνος; Μονόπανος! Το «Ρο» με δύο λάμβδα, όπως...αυγό». Αθάνατος Χάρρυ Κλυν. Οι έτι παλαιότεροι εμού θα μπορούσαν να αντιτείνουν το «πάρε το αυγό και κούρεφτο (και με το μαλλί...φτιάξε παξιμάδι, συμπληρώνω εγώ). Αυτό το αλαλούμ (γουίνκ) επικρατεί στο MONOS του μπραζιλέιρο Alejandro Landes (Porfirio, 2011 και του ντόκου Cocalero, 2007) σε σενάριο αυτού του ιδίου με συμμέτοχο τον αργεντίνο Alexis dos Santos (Glue, 2006). Μιλάμε για φεστιβαλικές δάφνες που εκκινούν από Sundance μεριά για να αδράξουν τον BFI κότινο Καλύτερης Ταινίας. Δεν αμφιβάλλω ολωσδιόλου. Μια ακόμη παραγωγή της Neon που σαρώνει βραβευτικά εφέτο με ναυαρχίδα το πολυ-σκαρικό Parasite (Κυριακή - κοντογιορτή), τη διπλή υποψηφιότητα του σκοπιανού ντόκου Honeyland και στην κατηγορία International Film, χωρίς να ξεχνώ το Portrait of a Lady on Fire και τουτονί το MONOS, υποψηφιότητα της Κολομβίας που δεν έπιασε εντέλει πεντάδα, όπου τα Παράσιτα έχουν σηκώσει κούπα από αποδυτήρια.

Οι Monos (Monos) Quad Poster
Ο ικανός Landes, παίρνει μια πλειάδα άμαθων μειρακίων και τα προσγειώνει σε υψόμετρο 4.000 μέτρων στην Chingaza, 4 ώρες οδήγι έξω από την Μπογκοτά. Τους δίνει αστεία προσωνύμια (Rambo, Smurf, Wolf, Dog και Bigfoot μεταξύ άλλων), βάζει έναν μικρό το δέμας πάνω στο άλογο να το παίζει ομαδάρχης που τους αφήνει μια γελάδα για άρμεγμα και μια ντοτορέσσα (Julianne Nicholson, με εμφανή κακοπάθεια από τα τύπου «ρεαλιστικά» γυρίσματα) ως ομηρέσσα. Τα παιδία παίζει και εκπαιδεύεται σε ρυθμούς BeauTravail της Claire Dennis, στρατευμένα κάτω από μέχρι τέλους αδιευκρίνιστες συνθήκες και απώτερο σκοπό. Εμπάσειδι περιπτώσειδι τα παιδία είναι άτακτα, κολυμπούν στην ορμόνη και τα non-binary σεξουαλικά πάθια. Στο αναμεταξύνε σφάζουν και τη γελάδα, με τρόπο που ο ικανός (τόπαμε) Landes αφήνει ανεξίτηλο στην κινηματογραφική μνήμη. Μπορεί άσχετο, όμως έχε υπόψιν ότι το MONOS έχει πλην του μονήρους κι άλλη μια μετάφραση ως monkeys, πιθηκάκια δηλαδή.

Διόλου τυχαίο το αγελαίον της κατάστασης, με δράση αντάρτικη και συλλογικό παροξυσμό που απροκάλυπτα προσκαλεί το κλασικό Lord of the Flies (1954) του νομπελίστα William Golding. Οι Καραμπινιέροι του Γκοντάρ συναντούν το Nocturama (2016) του Bonello, με τη διαφορά ότι εδώ, απουσία καθαρής ιδεολογικής σήμανσης, υπερισχύει η εξιμπισιονιστική κάμερα και το by Mica Levi (Jackie, Under the Skin) δυσοίωνα αφαιρετικό ακρόαμα για να δένει ατμόσφαιρα. Δε θα αποφύγω την ανάμνηση του Kids (2000) του Larry Clark που έβγαλε στον αφρό ζητήματα childexploitation στο πανί. Όσο πάντως και να θες να παραβλέψεις την ευκολία του Landes στο να παραμένει πλατσουρίζοντας στα αρχέγονα ένστικτα των μικρών ανταρτών, δε μπορείς να αποφύγεις τη σύγκριση με το ανώτατο Beasts of Nation (2015) του Cary Fukunaga που το μόνο ελάττωμα που είχε ήταν πως υπήρξε το έμπας του Netflix στην κινηματογραφική παραγωγή, για αυτό και βρέθηκε κάτω από τη μπότα της μεγαλοστουντιακής επικυριαρχίας.

Οι Monos (Monos) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Φεβρουαρίου 2020 από την Filmtrade!
Περισσότερα... »

Χαλβάη 5-0 PosterΧαλβάη 5-0
του Μάνου Καμπίτη. Με τους Μάρκο Σεφερλή, Ελένη Καστάνη, Γιάννη Ζουγανέλη, Γιάννη Καπετάνιο, Έλενα Τσαβαλιά, Γιώργο Αγγελόπουλο, Δημήτρη Τζουμάκη, Πηνελόπη Αναστασοπούλου, Νίκο Βουρλιώτη, Βίκυ Κάβουρα, Ναυσικά Παναγιωτακοπούλου, Ιωάννη Απέργη, Αλεξάνδρα Παναγιώταρου, Δημήτρη Σταρόβα.


Τρελές Σφαίρες Φάιβ Ο
του zerVo (@moviesltd)

Εδώ και περίπου έναν χρόνο, απόταν ανακοινώθηκε η πρώτη, ουσιαστικά, κινηματογραφική ταινία όπου το γενικό της πρόσταγμα θα είχε, πέραν του πρωταγωνιστικού ρόλου, το φαινόμενο Σεφερλής, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα έκαμε λόγο για το πιθανότατα, χειρότερο φιλμικό προϊόν που κατασκευάστηκε στην χώρα μας, τις πρόσφατες δεκαετίες. Ακόμη κι αν το χιούμορ του συμπαθή κωμικού είναι πολύ μακρινό από τα γούστα μου, διαφώνησα κάθετα με την συγκεκριμένη θεμελίωση αρνητικής προκατάληψης, όχι γιατί καρτερούσα δα και κανένα ανατρεπτικό διαμάντι της έβδομης τέχνης, ούτε γιατί πίστεψα πως στον σχεδιασμό του έργου δεν θα ακολουθηθεί η (πετυχημένη θεατρικά τουλάχιστον) πεπατημένη. Αλλά κυρίως, διότι όσοι καταφέρθηκαν ενάντια στον Κάπτεν Μαρκ, χωρίς καν να έχουν δει το έργο του, μάλλον δεν έχουν και ιδιαίτερη γνώση του τι σαβούρα υπάρχει κάθε εβδομάδα εκεί έξω, ιδίως όταν φέρει πάνω της την σφραγίδα made in Greece.

Χαλβάη 5-0 Quad Poster
Δηλητηριασμένος στην πολυτελή του έπαυλη, θα βρεθεί ο πολυεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Περικλής Συμεωνίδης, ιδιοκτήτης της πιο διάσημης βιομηχανίας παρασκευής χαλβά, μεγαλομέτοχος ποδοσφαιρικού συλλόγου και ένα από τα πιο προβεβλημένα ονόματα στις κουβέντες περί πολιτικής διαφθοράς και διακίνησης μιζών. Κατόπιν εντολής του ίδιου του Υπουργού Δημόσιας Τάξης, την υπόθεση θα αναλάβει να διαλευκάνει ο κορυφαίος επιθεωρητής του τμήματος ανθρωποκτονιών, ο διαβόητος Αστυνόμος Ντίμης Μπέκρας, γνωστός για τις εκκεντρικές, πλην αποτελεσματικές μεθόδους του.

Με τις πρώτες ανακρίσεις, οι υποψίες του δαιμόνιου ντετέκτιβ θα πέσουν σε πέντε πρόσωπα του στενού περιβάλλοντος του βιομηχάνου, όλοι τους με κίνητρο ικανό να οδηγηθούν στον φόνο. Στην φαντασμένη σύζυγό του, Ευρυδίκη, που ποτέ δεν του συγχώρησε τα νυχτοπερπατήματα, στον ιδιαίτερων προτιμήσεων γιο του, Λούι, έναν ζωγράφο που περιμένει πως και πως τα χρήματα της κληρονομιάς, στην παραδόπιστη κόρη του, Λίλυ, που πάντοτε επιθυμούσε να βάλει χέρι στην περιουσία του πατέρα της, στην τραγουδιάρα ερωμένη του, Ναστάζια, που ποτέ της δεν αποδέχθηκε τον ρόλο τον δεύτερο, αλλά και στον μυστηριώδη μπάτλερ, Αρμάνδο, που είναι κι εκείνος που εντόπισε το πτώμα. Πέντε εν δυνάμει δολοφόνοι, που τα στοιχεία όμως εναντίον τους, δεν είναι ικανά να τους φορέσουν τα βραχιολάκια...

Με το πρώτο κιόλας πλάνο, κατόπιν της πτώσης των τίτλων αρχής, η κομεντί μας δείχνει με πλήρη ακρίβεια το ποιο μονοπάτι θα τραβήξει, καθώς οι τοίχοι του εργένικου διαμερίσματος του (και φλογερού εραστή) Μπέκρα, είναι διακοσμημένοι με τα πόστερς των σλαπστικ adventures (τρεις στον αρθιμό) του επιθεωρητή Φρανκ Ντρέμπιν. Είναι πασιφανές πως ο σεναριογράφος του έργου (δεν κρατάμε καμία αγωνία, ο Μάρκος είναι αυτός) όταν είχαν κυκλοφορήσει τα Naked Guns εκεί κάπου στα φινάλε των 80s, πρέπει να το είχε βάλει αμέτι μοχαμέτι, κάποια βολά να φτιάξει τα δικά του, που και βέβαια θα ομιλούν την ελληνική. Τηρώντας πιστότατα, τις προσταγές του παραγωγικού τριγώνου των Zucker - Abrahams - Zucker, που με το ανατρεπτικό στυλ τους, από τον καιρό του Top Secret (Άκρως Τρελό κι Απόρρητο) είχαν πάρει με το μέρος τους, ένα πολύ μεγάλο μέρος του διψασμένου, για το αποκαλούμενο ως εξτρίμ (ενίοτε και ρηχότερα, κουφό) χιούμορ.

Κι ο Σεφερλής ετούτο το πράγμα το έχει πάρει χαμπάρι εδώ και πάρα πολλά έτη, προβάλλοντας αυτή την διασκεδαστική εκδοχή - κρύα την λένε οι πιο πολλοί, οι σολντ άουτ παραστάσεις, άλλα δείχνουν πάντως - στις κερκίδες του Δελφινάριου και του Περοκέ, όπου εμφανίζεται εκ περιτροπής των εποχών της χρονιάς. Ο κόσμος, περιέργως, γελάει, τι γελάει ξεκαρδίζεται, με τα παθήματα του Μάρκου, που κυλιέται στα σανίδια, μεταμφιέζεται όσο πιο ανεκδοτικά μπορεί και γκριματσάρει ακατάπαυστα, έχοντας εξελιχθεί, χωρίς καμία υπερβολή, στον σούπερ ήρωα ετούτης της λαϊκής διασκέδασης. Στο σινεμά, είπατε, αλλάζει κάτι δραματικά? Ούτε για πλάκα, αφού μιλάμε για ακόμη πιο μαζική έξοδο του κοινού, συνεπώς ποιος ο λόγος να μην διαβούμε ξανά την πεπατημένη, που ούτε ρίσκο υπέχει, ούτε θα μας κοστίσει και τίποτα απώλειες, αφού όσοι γελούν στο Μικρολίμανο και την Πλατεία Καραΐσκάκη, οι ίδιοι θα κεφάρουν κι εδώ πα.

Να πάρουμε τα θετικά λοιπόν της πρώτης διάβασης του Σεφ στο μεγάλο εκράν. Η ταινία είναι πρόταση ολοκληρωμένη κι αυτό είναι πολύ βασικό. Διαθέτει αρχή, κορμό και επίλογο, ορίζει μια υποτυπώδη ιστορία μυστηρίου, με θύμα(τα), θύτες, σασπένς και ανατροπή. Που από μόνη της στέκεται εύπεπτα - ευπεπτότατα - στην ζήτηση κάποιου που επιθυμεί να ξεσκάσει, βολτάροντας στο σινεμά της γειτονιάς. Το πρόβλημα είναι αυτό το ιδιαίτερο στυλάκι του Μάρκου, με τις τούμπες, τις κωλοτούμπες, τις αρλούμπες και τις τουλούμπες, που δεν με έχει σύμμαχο, μάλλον ενάντιο θα το έκοβα. Με δυο λέξεις εγώ δεν γελώ, ούτε καν γαργαλίζομαι με τα σώβρακα του Μπέκρα και τα Ζουγανελικού φορμάτ κουφώματα που σκάνε κατά ριπάς, παλεύοντας να ομοιάσουν στα ανάλογα των Τρελών Σφαιρών. Πολύ σοφά δε, ο φίλος μας, δεν πέφτει και στην παγίδα της υπέρμετρης ματαιοδοξίας, κοπιάροντας μόνο την κόπια του Κλουζώ, αποφεύγοντας να μοστράρει πουθενά στα σκηνικά κανά πόστερ του Peter Sellers, οπότε και θα μιλούσαμε για καταστάσεις ιεροσυλίας.

Πλακίτσα πάντως βγαίνει από κάποιες ιδεούλες του σκριπτ, που καλοπροαίρετα (εγώ) δεν θα τις κατατάξω ούτε σε κλωνάρια ρατσιστικά - ο τρόπος ομιλίας π.χ. στα ελληνικά, των βορειοδυτικών γειτόνων μας, είναι αστείος και δεν είναι κακό κάποιος να την αναπαράγει ως ανέκδοτο - ούτε σε σχόλια κοινωνικώς καυστικά. Ο ίδιος ο Σεφερλής, που δεν υπάρχει ούτε μισό πλάνο να μην εμφανίζεται στο πανί, στις πιο σοβαρές και όχι τόσο αμιγώς μπουρλέσκ στιγμές του, ταιριάζει σωστά στο κοστούμι του γκαφατζή ερευνητή, ρόλο που να μην ξεχνάμε μια χαρά είχε σχεδιάσει πρώτος στα μέρη μας, δεκαετίες πριν ο αξεπέραστος Χάρι Κλιν.

Με πληθώρα γνώριμων προσώπων τριγύρω του, τόσο (πολύ καλών) ηθοποιών σαν την Καστάνη που έχει την δική της προϊστορία στο εγχώριο σινεμά, όσο και απλών περσόνων της σέξι σόου μπιζ, που από υποκριτική νάδα, το πολυλογάδικο και εφετζίδικο (!!!) παραμύθι του Χαλβάη 5-0 (σαχλή και άκαιρη η μαρκίζα) τσουλάει ανεκτά στο δίωρο του. Το μισό χρονικό διάστημα να τονίσω που διαρκούν τα θεατρικά πρότζεκτ του Σεφερλή. Που δεν με χάλασε φυσικά, στο ντεμπούτο του, αντίθετα μου έξαψε την περιέργεια να δω τι θα κάνει την επόμενη φορά του, με την προϋπόθεση να περιορίσει κατά κάποιο (σημαντικό) τρόπο, το ΖΑΖ πατιρντί. Έλα μωρέ που δεν μπορεί να βρει δυο ατάκες της προκοπής, ευφυείς, να χτίσει την κομεντί του, αντί να μπουρδουκλώνεται τάχαμου αφελώς στα χαλιά, αισθητική ντεμοντέ που ανήκει σε ένα πολύ, πολύ παλιό κωμικό παρελθόν.

Χαλβάη 5-0 Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Village!
Περισσότερα... »

Η Αόρατη Ζωή Της Ευριδίκης Γκουσμαο (A Vida Invisível de Eurídice Gusmão) - Trailer / Τρέιλερ PosterΗ οικογένεια δεν είναι αίμα, είναι αγάπη! O Karim Aïnouz (γεννημένος στη Φορταλέζα της Βραζιλίας) εργάζεται ως σκηνοθέτης, σεναριογράφος και εικαστικός καλλιτέχνης, έχοντας λάβει πολλές τιμητικές διακρίσεις. Το σκηνοθετικό του ντεμπούτο Madame Sata έκανε την πρεμιέρα του στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του Φεστιβάλ των Καννών, το 2002. Το ντοκιμαντέρ του Central Airport THF προβλήθηκε στο τμήμα “Panorama” της 68ης Μπερλινάλε, κερδίζοντας το βραβείο που απονέμει η Διεθνής Αμνηστία. Το Invisible Life of Euridice Gusmao είναι η έβδομη ταινία στην καριέρα του. Δύο αχώριστες αδερφές, στο Ρίο ντε Τζανέιρο της δεκαετίας του ’50, αναγκάζονται να αποχωριστούν η μία την άλλη. Η Γκουίδα δεν έχει άλλη επιλογή από το να μεγαλώσει ολομόναχη το εκτός γάμου παιδί της, ενώ η Ευρυδίκη εξωθείται σε έναν νερόβραστο γάμο, εγκαταλείποντας το πάθος της για το πιάνο. Μια έξυπνη αναφορά στον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης, μα πάνω απ’ όλα ένας ύμνος στο γυναικείο σθένος. Ένας φόρος τιμής στις αμέτρητες γυναίκες που στερήθηκαν τη δυνατότητα να διαθέσουν το σώμα και το πνεύμα τους όπως οι ίδιες επιθυμούσαν, προκειμένου να στριμωχτούν σε ασφυκτικά πατριαρχικά καλούπια.

Η Αόρατη Ζωή Της Ευριδίκης Γκουσμαο (A Vida Invisível de Eurídice Gusmão) - Trailer / Τρέιλερ Movie

Πρωταγωνιστούν οι Julia Stockler, Carol Duarte, Flávia Gusmão, António Fonseca, Hugo Cruz, Nikolas Antunes, Gregório Duvivier και η Fernanda Montenegro.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Φεβρουαρίου 2020 από την AMA Films!

Περισσότερα... »

Αρπακτικά Πτηνά Και Η Φαντασμαγορική Χειραφέτηση Της Χάρλει Κουίν (Birds Of Prey & The Fantabulous Emancipation Of One Harley Quinn) - Trailer / Τρέιλερ PosterGet ready, ladies! Η αξέχαστη Χάρλεϊ Κουίν από την Ομάδα Αυτοκτονίας αποκτά -επιτέλους- τη δική της συμμορία σε μία έκρυθμη ιστορία από το στόμα της ίδιας, όπως μόνο αυτή ξέρει να διηγείται. Στην περιπέτεια δράσης Αρπακτικά Πτηνά Και Η Φαντασμαγορική Χειραφέτηση Της Χάρλει Κουίν (Birds Of Prey & The Fantabulous Emancipation Of One Harley Quinn) η έξαλλη ζωή της Χάρλεϊ Κουίν εκτροχιάζεται ακόμα περισσότερο μετά τον ιδιαίτερα εκρηκτικό χωρισμό της από τον Τζόκερ. Για πρώτη φορά, είναι απροστάτευτη,με τον κάθε αλήτη της Γκόθαμ να την καταδιώκει. Εντωμεταξύ, ο αρχιμαφιόζος Ρόμαν Σαϊόνις έχει βάλει λυτούς και δεμένους για να βρει τη νεαρή πορτοφολού Κας, που έκλεψε το πολύτιμο διαμάντι του. Το μονοπάτι της Χάρλεϊ διασταυρώνεται με την Κυνηγό, την Μπλακ Κανάρι και τη Ρενέ Μοντόγια και το αλλόκοτο επιτελείο δεν έχει επιλογή από το να συνεργαστεί για να εξολοθρεύσει τον Ρόμαν μέσα σε μία θεότρελη, φονική μέρα.

Αρπακτικά Πτηνά Και Η Φαντασμαγορική Χειραφέτηση Της Χάρλει Κουίν (Birds Of Prey & The Fantabulous Emancipation Of One Harley Quinn) - Trailer / Τρέιλερ Movie

Μία πραγματικά φαντασμαγορική, καταιγιστική και εντυπωσιακή περιπέτεια με την υποψήφια για Όσκαρ Margot Robbie (I, Tonya) να χειραφετείται πανηγυρικά - και αψήφιστα - μαζί με τις Mary Elizabeth Winstead (10 Cloverfield Lane), Jurnee Smollett-Bell (TV TrueBlood), Rosie Perez (Fearless) και την πρωτοεμφανιζόμενη Ella Jay Basco. Ο απολαυστικός Ewan McGregor (Trainspotting) είναι το αντίπαλο δέος της Χάρλεϊ, η ταλαντούχα Cathy Yan (Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής του Sundance για το Dead Pigs) αναλαμβάνει τη σκηνοθεσία και η Christina Hodson (Bumblebee) υπογράφει το παραληρηματικό σενάριο.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Φεβρουαρίου 2020 από την Tanweer!

Περισσότερα... »

Μικρές Κυρίες (Little Women) - Trailer / Τρέιλερ PosterΗ ιστορία, σου ανήκει! Το πολυδιαβασμένο κλασικό μυθιστόρημα της Louisa May Alcott, Μικρές Κυρίες (Little Women), βρίσκει την ιδανική κινηματογραφική μεταφορά του από την ταλαντούχα δημιουργό Greta Gerwig (υποψήφια για Όσκαρ Σκηνοθεσίας για το περίφημο Lady Bird), που έχει αποσπάσει έξι υποψηφιότητες για τα φετινά Όσκαρ, στις πιο σημαντικές κατηγορίες του θεσμού. Η σκηνοθέτις προσεγγίζει την ιστορία με αέρα ανανέωσης, αντλεί έμπνευση από την αλληλογραφία της συγγραφέως και επεμβαίνει στη γραμμική αφήγηση του μυθιστορήματος, παρουσιάζοντας μία πιο μοντέρνα και τολμηρή εκδοχή που τιμά το αριστουργηματικό βιβλίο, αναδεικνύοντας όλους τους λόγους που κάνουν τη σχέση μεταξύ του κοινού και των αδελφών March διαχρονική.

Μικρές Κυρίες (Little Women) - Trailer / Τρέιλερ Movie

Τις πολυαγαπημένες αδελφές March ενσαρκώνει ένα καθηλωτικό καστ που περιλαμβάνει τις Saoirse Ronan (Lady Bird) ως Jo, Emma Watson (ταινίες Harry Potter) ως Meg, Florence Pugh (Lady Macbeth) ως Amy και Eliza Scanlen (TV Sharp Objects) ως Beth. To ταξίδι προς την ενηλικίωση των τεσσάρων αδελφών συνοδεύουν o Timothée Chalamet (Call Me By Your Name) ως Laurie, η Laura Dern (TV Big Little Lies) ως Marmee και η Meryl Streep (The Devil Wears Prada) ως Θεία March. Το εγχείρημα έχει στεφθεί με απόλυτη επιτυχία, εξασφαλίζοντας στην Greta Gerwig υποψηφιότητα για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας και Διασκευασμένου Σεναρίου, ενώ η πρωταγωνίστρια Saoirse Ronan είναι υποψήφια για Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου και η Florence Pugh υποψήφια για Όσκαρ Β’ Γυναικείου Ρόλου. Η ενδυματολόγος της ταινίας οσκαρική Jacqueline Durran (Anna Karenina) είναι επίσης υποψήφια, όπως και ο κατά ήμισυ Έλληνας συνθέτης και ήδη οσκαρικός Alexandre Desplat (Η Μορφή του Νερού).

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Φεβρουαρίου 2020 από την Feelgood Ent.!

Περισσότερα... »

Cosmic Candy Poster ΠόστερThe Gentlemen
του Guy Ritchie. Με τους Matthew McConaughey, Charlie Hunnam, Hugh Grant, Colin Farrell, Michelle Dockery, Henry Golding, Jeremy Strong, Eddie Marsan.


That's Entertainment!!!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μαριχουάνα... στοπ;

Αυτή είναι η 11η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 10 Σεπτεμβρίου του 1968 στο Χάτφιλντ του Χέρτφορτσάιρ, Βρετανός Guy Ritchie. Θυμίζουμε τις 10 προηγούμενες: «Δυο καπνισμένες κάνες» (Lock, Stock and Two Smoking Barrels, 1998), «Η αρπαχτή» (Snatch, 2000), «Η κυρία και ο ναύτης» (Swept Away, 2002), «Revolver» (2005), «RocknRolla» (2008), Σέρλοκ Χολμς (Sherlock Holmes, 2009), Σέρλοκ Χολμς 2: Το παιχνίδι των σκιών (Sherlock Holmes: A Game of Shadows, 2011), Κωδικό όνομα U.N.C.L.E. (The Man from U.N.C.L.E., 2015), Βασιλιάς Αρθούρος: Ο θρύλος του σπαθιού (King Arthur: Legend of the Sword, 2017) και Αλαντίν (Aladdin, 2019).

Cosmic Candy Poster Πόστερ Wallpaper
Ο Ritchie είχε αρχίσει να αναπτύσσει την ιδέα για την συγκεκριμένη ταινία σχεδόν μια δεκαετία πριν. Μαζί με τον συνσεναριογράφο της ταινίας Ivan Atkinson σκέφτονταν να κάνουν την αρχική ιδέα τηλεοπτική σειρά αλλά σύντομα το project άλλαξε κατεύθυνση κι έτσι προέκυψε το «The Gentlemen». Ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν «Toff Guys», φράση της βρετανικής αργκό που αναφέρεται σε άτομα με αριστοκρατική καταγωγή που αποπνέουν ένα αέρα υπεροχής, ο τίτλος προσομοιάζει όμως ηχητικά και με το «Tough Guys». Η επόμενη ταινία του Guy Ritchie βρίσκεται στο post production, αποτελεί ελεύθερο ριμέικ της γαλλικής ταινίας «Le convoyeur», έχει τον τίτλο «Cash Truck» και πρωταγωνιστούν σε αυτήν οι Jason Statham, Josh Hartnett και Scott Eastwood!

Η υπόθεση: Μίκι Πίρσον. Σε πλήρη αντιστροφή του τραγουδιού του Sting, ο Μίκι είναι ένας American Man in London. Σπουδαγμένος στην Οξφόρδη, γρήγορα αντιλαμβάνεται πως, με τον σταυρό στο χέρι, φράγκα δεν βγαίνουν. Έτσι, ξεκινάει το προσοδοφόρο επάγγελμα του εμπόρου ναρκωτικών ήδη από τα φοιτητικά του χρόνια. Όχι όμως των σκληρών, εκείνων που προκαλούν εθισμό και θάνατο: μαριχουάνα εμπορεύεται. Και την παράγει μάλιστα σε... φάρμες σπαρμένες σε μυστικές τοποθεσίες ανά την επικράτεια. Έχει και μια επιχείρηση – βιτρίνα στην οποία εργάζεται η όμορφη και δυναμική σύζυγός του, η Ρόζαλιντ. Μέλος της high society, αναγνωρισμένος gentleman, κάποια στιγμή αποφασίζει πως έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να αποσυρθεί. Κι είναι έτοιμος να πουλήσει την επιχείρησή του.

Ενδιαφέρον δείχνουν ένας Αμερικανός λεφτάς άρχοντας του υποκόσμου, ο Μάθιου, κι ένας ανερχόμενος βαρόνος του εγκλήματος, που κυκλοφορεί με το παρατσούκλι Ξηρόφθαλμος. Η απόσυρση του «βασιλιά» πυροδοτεί μια σειρά από συνομωσίες, σχέδια και απόπειρες από όλους εκείνους που επιβουλεύονταν την θέση του και που πλέον θεωρούν πως έχουν την ευκαιρία να αρπάξουν την περιουσία του. Ανάμεσα σε αυτούς που διεκδικούν μερίδιο είναι κι ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ, ο Φλέτσερ, ο οποίος δουλεύει για μια μικρή εφημερίδα και διαθέτει στοιχεία να εκβιάσει τον Μίκι μέσω του πιο στενού του συνεργάτη, του Ρέι. Ή έτσι νομίζει...

Η άποψή μας: Ένας άντρας μπαίνει σε ένα μπαρ. Μία παμπ καλύτερα. Παραγγέλνει μπύρα. Βάζει στο τζουκ μποξ ένα τραγούδι: είναι το «Cumberland Gap» του David Rawlings (δεν το είχα ξανακούσει - και είναι κομματάρα). Κάθεται να πιει την μπύρα. Ακούγεται ένας πυροβολισμός: μια δολοφονία λαμβάνει χώρα εκτός κάδρου. Κλόουζ απ στην μπύρα. Πιτσιλιέται με αίματα. Κι αυτοί κυρίες και κύριοι είναι η αρχή της νέας ταινίας του Guy Ritchie... Κατευθείαν, σου έχει κάνει hook. Έβαλε ο μάγκας το σκουλήκι στο αγκίστρι, το έριξε στη θάλασσα κι εσύ ως ψάρακλας, πας και τσιμπάς. Το βασικό όμως είναι πως το απολαμβάνεις. Δεν μου αρέσει να καταφέρομαι εναντίον συναδέλφων κριτικών, αλλά εδώ θα κάνω μία εξαίρεση. Ναι, ο Guy Ritchie, 9 στις 10 φορές γυρίζει την ίδια ταινία.

Κατ' αναλογία με τα γνωστά memes που κυκλοφορούν στα social media, όταν το λαϊκό παιδί (ο Guy Ritchie στην περίπτωσή μας) γυρίζει ταινία όπου χρησιμοποιεί μία κάμερα, ένα όπλο και μια γυναίκα (του είναι αρκετά) και κάνει ευφορικό, διασκεδαστικό, απενοχοποιημένο σινεμά, το οποίο συνδυάζει ακαταμάχητα τη βία με το χιούμορ, μερικοί συνάδελφοι αντιδρούν με «ω μάι γκαντ, μεγάλωσε βρε Γκάι, πάλι μία από τα ίδια, έλεος κάπου». Όταν όμως ο κλαρινογαμπρός εκ βορείων προαστίων, ο σοφιστικέ, ο σπουδαγμένος σε Οξφόρδες και Κέιμπρίτζια (στην περίπτωσή μας πχ ο Σουηδός Roy Andersson, μιας που είδαμε πρόσφατα ταινία του και βολεύει) γυρίζει μία από τα ίδια, οι ίδιοι συνάδελφοι αντιδρούν με «ω μάι γκαντ, τι θεϊκά πλάνα, τι σοφιστικέ καλλιτεχνική διεύθυνση, τι έμπνευση». Κάρχιες!

Και με αστεράκια δεν μου αρέσει να ασχολούμαι – μια σύμβαση είναι (από την άλλη, μιας που την ακολουθώ κι εγώ τη σύμβαση, μου αρέσει και τα σκορπάω απλόχερα) αλλά σε ποιον κόσμο, σε ποιο σύμπαν, σε ποιο universe το «Cosmic Candy» μπορεί να παίρνει περισσότερα αστεράκια από το «Gentlemen»; Ναι, ο Guy Ritchie επαναλαμβάνεται, αλλά... όχι ακριβώς. Είναι αυτό που έγραφα πρόσφατα ως αρνητικό στην ταινία «About Endlessness» του Roy: ο Ritchie βρίσκει τρόπο να ανανεώνεται, να εμπλουτίζει το φιλμ του με νέα κόλπα, με νέες ιδέες, με καινούργια ρίσκα. Εδώ, ας πούμε, παίζει με την αφήγηση, με τον τρόπο που αφηγείται την ιστορία, εντέλει με το ίδιο το σινεμά! Βάζει σε ρόλο – κλειδί τον Hugh Grant, που δεν θα τον δείτε ποτέ πιο γλοιώδη και σε κόντρα ρόλο – είναι απολαυστικότατος.

Γενικώς (άλλο ένα από τα χαρακτηριστικά του Ritchie, που δεν τα βαριέσαι) μας παρουσιάζει μερικούς πάρα πολύ ενδιαφέροντες χαρακτήρες μέσω της ταινίας του. Αξιαγάπητους παρά (ή ίσως εξαιτίας) της καφρίλας τους. Ο Κόουτς πχ του Colin Farrell είναι απλά θεούλης!!! Πσυχούλα! Βοηθάει παιδιά φτωχικών καταβολών να μην μπλέξουν. Εντάξει, μπλέκουν, αλλά ο άτιμος έχει έναν ολοδικό του κώδικα ηθικής, που εννοείται πως είναι κλάσεις ανώτερος από τον καθεστηκυίο. Γενικά, ο Ritchie στέκεται πολύ εδώ: έχει σημασία στον σύγχρονο κόσμο να υπάρχει αυτό που λέμε μπέσα, κιμπαριλίκι, αρχοντιά. Μεταξύ κατεργαρέων, ειλικρίνεια, σωστά; Φτιάχνει λοιπόν ένα σύμπαν ο δικός σου και σε αρπάζει μέσα από την αρχή. Και γουστάρεις. Γουστάρεις τις μουσικές, γουστάρεις τη φευγάτη αύρα, γουστάρεις το (ναι) βιντεοκλιπίστικο στυλ, γουστάρεις το ψάξιμο, γουστάρεις το χιούμορ, γουστάρεις τις αναφορές.

Χωρίς να έχω δει από τη φιλμογραφία του μόνο το «Αλαντίν» (το οποίο «έσκισαν» οι πάντες, η αλήθεια είναι) και προσπαθώντας να ξεχάσω την μέγιστη μαλακία που γύρισε όντας ερωτευμένος με τη Madonna, το vanity project - ριμέικ της ταινίας «Η κυρία και ο ναύτης» της Βερτμίλερ, το εντελώς αχρείαστο και άθλιο «Swept Away», οφείλω να ομολογήσω πως... γουστάρω τρελά τούτον τον Tarantino των φτωχών! Από το πρώτο πλάνο ως το τελευταίο, τα πάντα στην ταινία είναι στην υπηρεσία του θεατή. Ρυθμός, απίστευτα γαμάτο σάουντρακ, τρομερές σκηνές που απορείς πώς τις γύρισε ο τύπος (όπως η σύγκρουση αμαξιού με φορτηγό - θα με θυμηθείτε όταν τη δείτε) άλλες που σε κάνουν να σκας στα γέλια παρά το μακάβριον του πράγματος (θυμηθείτε: γραμμές τρένων!) και φατσάρες να υποδύονται low life αριστουργήματα.

Πέρα από τις άμεσες και τις έμμεσες κινηματογραφικές αναφορές (από την «Συνομιλία» μέχρι το «Βρόμικο σαββατοκύριακο» και από τον Γουάινσταϊν μέχρι το δικό του «Κωδικό όνομα U.N.C.L.E.») αλλά και τηλεοπτικές σειρές - φαινόμενα (το «Black Mirror» έρχεται στο νου στην ιστορία που περιλαμβάνει ένα... γουρούνι!) η ίδια η ταινία παίζει με την κινηματογραφική αφήγηση, με το πραγματικό και το φαντασιακό, με τη μυθοπλασία και τον ρεαλισμό. Απολαυστικό φιλμ. Από αυτά που δεν χάνονται από όσους ψάχνουν με το κιάλι πια απενοχοποιημένη κινηματογραφική απόλαυση! Και ναι, δεν μπαίνει τυχαία το υπέροχο «That’s entertainment» των Jam στο φινάλε: αυτό, ναι, είναι διασκέδαση! Μπορεί να μην είναι «μεγάλη τέχνη», αλλά βγαίνεις από την ταινία χορτασμένος.

ΥΓ: Διάβασα μερικές κριτικές από το εξωτερικό για την ταινία και έφριξα! Ήμαρτον με την πολιτική ορθότητα, έχει καταντήσει πολιορκητικός κριός του νεοσυντηρητισμού. Κατηγορούν τον Ritchie για ρατσισμό! Κι εκεί επικεντρώνεται όλη τους η αντιπαλότητα κατά της ταινίας. Κομπλεξάρες «άριστοι», ου να μου χαθείτε!

Cosmic Candy Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη (The Extraordinary Journey of the Fakir) PosterΤο Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη
του Ken Scott. Με τους Dhanush, Hearty Singh, Bérénice Bejo, Erin Moriarty, Barkhad Abdi, Gérard Jugnot, Ben Miller, Abel Jafri, Sarah-Jeanne Labrosse.


Lost In Google Translation
του zerVo (@moviesltd)

Ας επικεντρωθούμε στα βασικά στοιχεία του μπολιγουντιανού σινεμά. Πάντοτε στην έκβαση της ιστορίας, όσο δραματική, συγκινητική, φορτισμένη, τραγική κι αν είναι, τα πάντα καταλήγουν σε πανηγυρικό χάπι έντ. Που ακόμη συνηθέστερα συνοδεύεται από ταρατατζούμ, πολύχρωμες και κάρι μυρωδάτες σεκάνς μουσικής, τραγουδιού και χορού, από εκείνον τον ομαδικό της ακρίβειας των κινήσεων. Το πιο βασικό στοιχείο, δεν έχει να κάνει με την υφή του φιλμ, αλλά με την εμπορική του πορεία, που σε συντριπτικό βαθμό είναι σαρωτική, μιας και όσο και να κοστίσει η παραγωγή, το ενάμισι δις πληθυσμού της χώρας προέλευσης του, εγγυάται πως τα λεφτά θα γυρίσουν πίσω και με το παραπάνω. Αν λοιπόν θέλαμε να εντάξουμε το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη, σε ένα από τα παρακλάδια του Ινδικού σινεμά, με τίποτα δεν θα μας κάλυπτε το τελευταίο συστατικό, μιας και το έργο αποτέλεσε φλόπα γιγαντιαίου βεληνεκούς, επιστρέφοντας μόνο τα 3 από τα 20 περίπου εκατομμύρια δολάρια που στοίχισε...

Το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη (The Extraordinary Journey of the Fakir) Quad Poster
Μεγαλωμένος από μια μονάχη μάνα, πλύστρα στο επάγγελμα, στις φτωχικές γειτονιές της Μουμπάι, ο Ατζατασάτρου Λαβάς Πατέλ, δυο όνειρα έχει στην ζωή του: Να γίνει πλούσιος και κάποια στιγμή να καταφέρει να ταξιδέψει στο Παρίσι. Με τον θάνατο της λατρεμένης του μητέρας και προκειμένου να γλυτώσει το μπες βγες στις φυλακές για την παραβατική του συμπεριφορά ως λωποδυτάκος, ο Άτζα, μόνο με ένα πλαστό εκατόευρω στην τσέπη, θα επιχειρήσει το μεγάλο ταξίδι για την Πόλη του Φωτός. Εκεί που ναι μεν θα βρεθεί και θα γνωρίσει μάλιστα το ερωτικό σκίρτημα για τα όμορφα μάτια της αμερικάνας Μαρί, αδέκαρος όμως, αποφασίζοντας να περάσει την νύχτα του στους χώρους του Παριζιάνικου ΙΚΕΑ, δεν θα αντιληφθεί πως οι αποθηκάριοι τον έχουν φορτώσει σε καμιόνι που ταξιδεύει για τις αποθήκες της εταιρίας στο Λονδίνο...

Για να πω την μαύρη μου αλήθεια, μέχρις του σημείου που ο ταλαίπωρος Ινδός, έπεσε για ύπνο μέσα στο κασόνι, εντός του σουηδικών συμφερόντων σούπερ μάρκετ επιπλάδικου, τίποτα δεν προμήνυε την τροπή που θα πάρει η πλοκή. Ένα τυπικό ρομαντζάκι ξεδιπλωνόταν μέχρι ώρας, εκεί σιμά στον Σηκουάνα, με το φτωχόπαιδο της ιστορίας μας, να παλεύει να κερδίσει την καρδούλα της γιάνκισας που την έκανε κι εκείνη από τον τόπο της, ελάχιστες στιγμές πριν φορέσει στεφάνι. Δυο ταπεινοί, ξενιτεμένοι, από διαφορετικούς κόσμους, ζωγραφίζουν λες, ένα Άρλεκιν, από δαύτα που πολλάκις έχουμε ματαδεί. Αμ δε! Όσα συμβαίνουν στο εξής δεν μπορεί να τα έχει φανταστεί λογικός νους, τουλάχιστον από εκείνους που δεν διαβάζουν ολημερίς τις περιπέτειες του Βαρόνου Μυνχάουζεν.

Γιατί με μια τέτοια περίπτωση μοιάζει το Φορτηγά, Αερόστατα κι Αεροπλάνα που μας σερβίρει ο Κεμπεκουά Ken Scott, που τσιμπά τον φουκαριάρη τον Άτζα και τον γυροφέρνει σε ολάκερο τον πλανήτη, από την αφιλόξενη Αλβιόνα στην ανεπίδεκτη Μπάρτσα και από την ηλιόλουστη Αιώνια Πόλη στο χοτ σποτ της Μπαρμπαριάς. Σε όλο αυτό το ασούμπαλο πέρα δώθε, πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού μας διαγράφεται κατά κάποιο τρόπο η συμπάθεια για όλους όσους βιώνουν τον πόνο της προσφυγιάς, κατά πως προστάζει το βιαίως κατευθυντικό σενάριο, κάτι που δεν θα μου ήταν και απόλυτα αρνητικό, το αντίθετο μάλιστα, αν είχε φροντιστεί να διατηρηθεί ένας στοιχειώδης λογικός ειρμός στην αφήγηση του adventure.

Ένας παράξενος εγγλέζος συνοριοφύλακας που δεν αφήνει ούτε παράνομη σκνίπα να περάσει στο νησί, μια παρόμοιας συλλογιστικής καταλανή ρέιντζερ που στέλνει τους δίχως χαρτιά μετανάστες στο βρωμερό κοινόβιο, μια σούπερ σταρ του σινεμά που κάνει πλάκες σε ατζέντηδες και ιμπρεσάριους, ένας καπετάνιος σαπιοκάραβου που μεταφέρει λαθραία στην Μεσόγειο κι ένας παγαπόντης φραντσέζος ταξιτζής, μπορούν αλήθεια να συνυπάρξουν σε μια ιστορία με κεντρικό πρωταγωνιστή έναν μελαψό μπατίρη Ασιάτη, που έχει χτυπηθεί από τα βελάκια του φτερωτού θεού? Εντάξει, ούτε γι αστείο δεν στέκει η παραμικρή συνοχή από την μια ρουμπρίκα στην επόμενη, καρτερώντας υπομονετικά να διαβεί το 90λεπτο, όταν και τα πάντα να μπουν στην θέση τους με τον μαγικά αφελέστατο τρόπο, που μόνον το μπόλυ ξέρει να μπαλώνει.

Η πειραγμένη κομεντί είναι το λιγότερο μέτρια κι αυτό που την αδυνατίζει πιο πολύ είναι η φαιδρή μέθοδος που ακολουθεί, στο πάλεμα της να μοιάσει στον Slumdog Millionaire. Με την σουρεαλιστική της ματιά να χτυπάει κατακόκκινο, σε βαθμό βασανισμού, η αγωνιώδης περιφορά του συμπαθή Φακίρη - σούπερ αστέρα στα μέρη του Dhanush, ανά την υδρόγειο, μάλλον στο φινάλε δεν φαίνεται να νοιάζει κανέναν. Ρυθμός εξαντλητικός, παρεμβολές μιούζικαλ αναπάντεχες και άβολες, στιγμιότυπα κωμικοδραματικά που μονομιάς τσακίζονται από την πολυλογία του Άτζα, ένα παζλ χιλίων κομματιών, που ούτε δύο από δαύτα δεν κολλάνε μεταξύ τους. Αν την έφτιαχναν για την αγορά της Ινδίας θα ήταν εκατό φορές καλύτερη. Διάλεξαν για τάργκετ γκρουπ της την Γηραιά. Σφάλμα τους. Και το πληρώνουν ακόμα.

Το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη (The Extraordinary Journey of the Fakir) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Cosmic Candy Poster ΠόστερCosmic Candy
της Ρηνιώς Δραγασάκη. Με τους Μαρία Κίτσου, Μάγια Πιπερά, Κίμωνα Κουρή, Δημήτρη Λάλο, Δημήτρη Δρόσο, Φώτη Θωμαϊδη, Εύη Δοβέλου, Elena Mirtchofska, Αντώνη Τσιοτσιόπουλο.


Ταινία – τερηδόνα;
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Φιλμ, γλυκό και τραγανό σαν καραμέλα; Χμ...

Η Ρηνιώ Δραγασάκη γεννήθηκε το 1980. Σπούδασε Σκηνοθεσία και Ντοκιμαντέρ. Έχει γράψει και σκηνοθετήσει τέσσερις μικρού μήκους, ντοκιμαντέρ και το Cosmic Candy είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί, συνυπογράφοντας και το σενάριο με την Κατερίνα Κακλαμάνη. Ένα σενάριο το οποίο ξεκίνησε να γράφεται από το 2014 καθώς συμμετείχε στο εργαστήριο ανάπτυξης σεναρίων !f Sundance Istanbul Screenwriters Lab.

Cosmic Candy Poster Πόστερ Wallpaper
Το Cosmic Candy έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Fantastic Fest του Τέξας και διακρίθηκε στο 60ό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (όπου έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα) με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη και το βραβείο του ελληνικού τμήματος του WIFT (Women in Film & Television).

Η υπόθεση: Η Άννα ζει μόνη της κι εργάζεται ως ταμίας σε σουπερμάρκετ. Είναι απόμακρη και αγενής, της αρέσει να τρώει φαγητό σε κονσέρβα και να παραγγέλνει άχρηστα αντικείμενα από το ίντερνετ. Κάποια στιγμή, χωρίς μεγάλη προθυμία είναι η αλήθεια, αναγκάζεται να πάρει υπό την προστασία της την Πέρσα, το δεκάχρονο κορίτσι του διπλανού της διαμερίσματος στην Αθήνα, ύστερα από την μυστηριώδη εξαφάνιση του πατέρα του. Η Πέρσα αγαπάει υπερβολικά το μπλε σκουφί της και την Μαντώ Μαυρογένους. Και βρίσκει αφάνταστα διασκεδαστική την Άννα.

Την Άννα που ενώ μέχρι πρότινος ζούσε μια ρουτινιάρικη ζωή, με «φανταστικές» αποδράσεις στα όνειρά της, θα βρεθεί να προσπαθεί να βγάλει άκρη με την Πέρσα και την ίδια στιγμή, να διαπραγματεύεται την απόλυσή της με το αφεντικό της και να βρίσκεται μπλεγμένη, για πρώτη φορά στη ζωή της, σε ένα ρομαντικό ειδύλλιο με τον συνάδελφό της, τον Παντελή. Κι όλα αυτά υπό την επήρεια υπερβολικής ποσότητας Κόσμικ Κάντυ, της καραμέλας που σκάει στο στόμα.

Η άποψή μας: Ρε γαμώτο, πραγματικά νιώθω τρομερή αμηχανία όταν καλούμαι να γράψω ένα κριτικό κείμενο για μια (ελληνική) ταινία την οποία, όταν παρακολουθούσα, σκεφτόμουνα διαρκώς: wtf? Α, και για όσους δεν γνωρίζουν τα αρχικά: what the fuck? Ελληνιστί ακούγεται πολύ πιο χυδαίο: τι στον πέο, αλλά πιο... μμμ, να, χυδαίο. Και ξέρετε, όταν είναι να θάψεις μια ταινία, το κείμενο βγαίνει ευκολότερα, οι ατάκες προκύπτουν σε χρόνο dt, μπορείς να γράψεις πολύ μεγάλες κακίες. Αλλά, ιδίως στις ελληνικές ταινίες, νιώθω άσχημα. Όχι όταν με εκνευρίζουν: εκεί σολάρω κανονικά και δεν με νοιάζει. Αλλά στις ταινίες που διαφαίνεται ένα άλφα ταλέντο να χαραμίζεται εξαιτίας ενός ανεκδιήγητου σεναρίου (ξέρετε, η μόνιμη πληγή του ελληνικού σινεμά), νιώθω άβολα.

Ας είναι. Τι σας νοιάζει εσάς η δική μου μη βολικότητα; Εσείς θέλετε να μάθετε για την ταινία, σωστά; Να τη δείτε ή να μην τη δείτε; Καλή ή μάπα το καρπούζι; Λοιπόν, για να το θέσω κομψά: έχει μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία η ταινία αλλά πέραν αυτού, ουδέν. Με μεγαλύτερο πρόβλημα, το σενάριο. Και μου κάνει φοβερή εντύπωση το γεγονός πως προέκυψε μέσα από εργαστήριο ανάπτυξης σεναρίων! Πραγματικά, απορώ... Τι είναι η ταινία; Κωμωδία; Σάτιρα; Κοινωνική; Θρίλερ; Αδύνατον να βάλεις μια ταμπέλα κατηγοριοποίησης. Σε κάποιες περιπτώσεις, όταν ένας δημιουργός κινείται επιτυχώς ανάμεσα στα κινηματογραφικά είδη, προκύπτουν αριστουργήματα.

Εδώ, από τη στιγμή που η δημιουργός μπορεί να ήξερε τι ήθελε να κάνει αλλά δεν το πέρασε στην ταινία, προκύπτει... υπογλυκαιμικό σοκ! Ναι, να δούμε τη ζωή μέσω της λοξής ματιάς μιας sui generis ηρωίδας, αλλά το «λοξό» δεν αρκεί για να την κάνει ενδιαφέρουσα. Να την κάνει να τη συμπαθήσουμε. Να μας παρασύρει στο τριπάκι της. Να μας γοητεύσει. Να μας προκαλέσει ένα άλφα ενδιαφέρον βρε αδελφέ. Τίποτε από όλα αυτά. Μια αδιάφορη γυναίκα, που ζει μια βαρετή ζωή, και περνάει καλά μόνο στα όνειρά της. Το στήσιμο των ονειρικών σκηνών δείχνει ένα ταλέντο, μια γόνιμη φαντασία, μια σιγουριά. Ε, αν αφηνόταν σε αυτό το πλαίσιο όλη η ταινία ίσως τα πράγματα να προέκυπταν πάρα πολύ καλύτερα. Τώρα; Αφήστε. Μέχρι και η μουσική του Felizol καταντάει εκνευριστική, σε απόλυτη αρμονία με τα επί της οθόνης δρώμενα.

Και μέσα σε όλον αυτόν τον χαμό η Μαρία Κίτσου, που έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό (αυτό που έτσι κι αλλιώς δεν πάει σινεμά, παρά μόνο μια στις χίλιες, για να δει – έστω – την Ευτυχία) μέσω του δημοφιλούς σίριαλ «Άγριες μέλισσες» (προσωπικά, την αγάπησα για τις μικρού μήκους ταινίες στις οποίες συμμετείχε, ιδίως εκείνο το «807» το έχω μέσα στην καρδιά μου) προσπαθεί να μην την παρασύρει το σαθρό οικοδόμημα, το οποίο καταρρέει χωρίς ποτέ να πάρει κάποια συγκεκριμένη μορφή. Δεν μπορεί όμως να σώσει την ταινία. Πλάκα πλάκα, μόνο το τραγουδάκι με το τοστ σου μένει στο μυαλό. Και στην αρχή της ταινίας ήθελα κι εγώ να βρω λίγη κόσμικ κάντυ ή το ανάλογο που έπαιρνα πιτσιρικάς, το έβαζα στο στόμα μου κι εκείνο έσκαγε εκκωφαντικά. Πάνω στη γλώσσα μου. Μέσα στο κεφάλι μου. Κανείς άλλος δεν την... άκουγε. Χα.

Cosmic Candy Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Ο Φάρος (The Lighthouse) PosterΟ Φάρος
του Robert Eggers. Με τους Willem Dafoe, Robert Pattinson.


Εκεί στο Φάρο, είδα το Χάρο
του gaRis (@takisgaris)

Αλήθεια θα πω: Στο κατόπι του σημαντικού (ανεξαρτήτως genre) The Witch, πίσω στα 2015, το όνομα του Robert Eggers φιγουράρησε τη χρονιά που πέρασε στην κορυφή των υπεραναμενομένων μου σκηνοθετών. Δεύτερη προσπάθεια το The Lighthouse, πέρασε μανιασμένος αέρας από τις Κάννες, γεμίζοντάς με αισιοδοξία, στο βαθμό που έφτασα να προσδοκώ την ταινία της χρονιάς. Θεωρώ το horror και μάλιστα τούτο το παλιακό, το New England τύπου 1890 παρά κάτι, είδος γόνιμο για σινεμά εκτός τόπου και χρόνου, συμβολιστικό και ανατριχιαστικά παράλογο όσο και ελκυστικά ενδιαφέρον, από καθαρά ανθρωπολογικής άποψης. Θρύλοι και παραδοξολογίες, φαντάσματα και αλληγορικά στοιχειά που ωθούν το φακό στη σκιαγράφηση χαρακτήρων παραδομένων στα πάθια και την αναμέτρησή τους με το Κακό που μπορεί απλά να είναι η Φύση, τόσο σαν τοπίο αλλά κυρίαρχα ως απειλή επιβίωσής των.

Ο Φάρος (The Lighthouse) Quad Poster
Σχεδόν στο μαρτύρησα το Lighthouse, άλλο τόσο (και ακόμη περισσότερο) θα υποφέρεις κι εσύ μοχθώντας την αποκωδικοποίηση ενός θαλασσινού θρύλου κοπής 1801, που προσάρμοσε o Robert με το αδέρφι του Max. Ο γοτθικός τρόμος γυρίζεται σε 35mm ασπρόμαυρο Double-X 5222 film, σε πειραγμένη Panavision Millennium XL2 κάμερα με vintage Baltar φακούς εποχής 1918 - 1938. Aspect ratio στο 1.19:1, κάτι σε τετράγωνο δηλαδή με διαλόγους - παραληρήματα, γδύνοντας τσιτάτα από Shakespeare, Milton, Melville και Stevenson. Νόβα Σκόσια - καναδέζικη αρμύρα το λοκέισον, σε βράχο δαρμένο από λυσσασμένα κύματα με τη βρόχα να μαστιγώνει βάναυσα πνεύμα και συνείδηση ενός ντουέτου φαροφυλάκων που εντέλλεται να κάτσει για μερικές εβδομάδες-αιώνες ωσότου πιουν τα σωθικά τους, χορέψουν, παλέψουν και τα κλάσουν (κυριολεκτικά) μέχρι τελικής πτώσεως.

Γοργόνες και γλαρόνια, οπτασίες και οράματα, δολοφονίες και συνεχόμενοι αυνανισμοί. Η μοναξιά γεννά την αναμέτρηση με τη λογική και τις ενοχές του παρελθόντος. Ο αρχετυπικά απόκοσμος καπετάν Willem Dafoe (που αντί να κερδίσει επιτέλους το άγαλμα φέτος βρέθηκε εκτός πεντάδας ώστε να βρεθεί ο Brad Pitt αντιμέτωπος με 4 ιερά τέρατα, μα ήδη βραβευθέντες) κανιβαλίζει τον δύσμοιρο πρώην ξυλοκόπο Rob Pattinson, που αμίλητος και υποτακτικός, γίνεται βορά, έρμαιο και σκουπίδι χάνοντας την αξιοπρέπεια, τα μυαλά και τα συκώτια του σε ένα κάδρο αφιλόξενο, μπερδεμένος σε ένα λαβύρινθο μεθυσμένων όσο και απωθημένων επιθυμιών. Ο Patti πήρε μυρωδιά στο Cosmopolis του Cronenberg, έγινε ηθοποιός στο Good Time των Safdie και εδώ τα δίνει όλα αποδεικνύοντας πως ένα μέτριο ταλέντο μπορεί να δείξει πολλά με την κατάλληλη καθοδήγηση και τον ανάλογο οίστρο, υποβοηθούμενος από τον Νταφό που δείχνει γεννημένος για αυτόν τον ρόλο.

Μετά από τα πρώτα 40 λεπτά αρχίζει η φαγούρα παρακολουθώντας το The Lighthouse: Ο ποιητής εδώ δείχνει αδυσώπητος. Δεν εξηγεί τίποτα - δεν απαντά τίποτα - δεν ενδιαφέρεται για κάθαρση ηρώων και επίλυση μυστηρίων. Στο δε ούλτιμο δεκάλεπτο χάνεται η μπαλίτσα, μαζί με την υπομονή (στοιχηματίζω) των περισσοτέρων θεατών. Οσκαρική (άξια υποψηφιότητα) φωτογραφία και απαράμιλλη σκηνογραφική διεύθυνση με ήχο πνιγηρά θανατερό, όμως και άσκηση ύφους χωρίς ουσιαστική κατεύθυνση και έκβαση. Οι φεστιβαλικοί θα αλαλάξουν με χαρά οι δε λοιποί θα ξύσουν κεφαλή μέχρι γδαρσίματος. Σε παράλληλη τροχιά με το άστρο του Ari Aster o οποίος τόλμησε προσφάτως εξίσου με το Midsommar, ο Robert Eggers μοιράζει αφειδώς υποσχετικές για περισσότερες ομορφιές, ελπίζω μοναχά πιότερο νοηματούχες νεξτ τάιμ.

Ο Φάρος (The Lighthouse) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Tulip Ent.!
Περισσότερα... »

Η ομορφιά της ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness) Poster ΠόστερΗ ομορφιά της ύπαρξης
του Roy Andersson. Με τους Bengt Bergius, Anja Broms, Marie Burman, Martin Serner, Jessica Louthander, Tatiana Delaunay, Anders Hellström, Jan Eje Ferling, Thore Flygel.


Μια αιωνιότητα και μια μέρα!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μανιέρα κι άγιος ο... Θεός;

Ο Roy Arne Lennart Andersson, όπως είναι το πλήρες του όνομα, γεννήθηκε στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας στις 31 Μαρτίου του 1943. To 1969 αποφοίτησε από το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Και το 1970 βγήκε στις αίθουσες η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία. Τίτλος της: «Μια ερωτική ιστορία» (En kärlekshistoria / A Swedish Love Story). Δεν γνωρίζω αν η ταινία βγήκε στις ελληνικές αίθουσες τότε, σίγουρα όμως (ξανα)βγήκε (;) τον Απρίλη του 2005! Πάντως, η ταινία στην εποχή της και στη χώρα της έκανε τεράστια επιτυχία. Την είδαν 700 χιλιάδες Σουηδοί! Πέρα από την εμπορική της επιτυχία η ταινία κέρδισε τέσσερα βραβεία στο φεστιβάλ Βερολίνου διεκδικώντας τη Χρυσή Άρκτο (σημείωση: τότε το συγκεκριμένο φεστιβάλ διεξαγόταν τον Ιούνιο κι όχι τον Φεβρουάριο, όπως συμβαίνει τα πολλά τελευταία χρόνια). Κι ενώ το μέλλον διαγραφόταν λαμπρό για τον Σουηδό, ο Roy πήγε και έπεσε σε βαριά κατάθλιψη (σας θυμίζει κάποιον... Lars;)! Οι παραγωγοί του ζητούσαν να γυρίσει Νο2 και Νο3 για την ταινία, ο Andersson ένιωθε άδειος μέσα του κι έτσι πέρασαν πέντε χρόνια μέχρι να γυρίσει το δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ του. Το 1975, λοιπόν, βγαίνει στις αίθουσες το «Giliap». Όσο πετυχημένη ήταν η πρώτη του ταινία, τόσο αποτυχημένη εμπορικά αποδείχτηκε η δεύτερη. Οι κριτικοί της εποχής την έσκισαν, το μπάτζετ ξέφυγε κατά πολύ, ο κόσμος δεν πήγε να δει την ταινία. Κανένας παραγωγός δεν ήθελε πλέον να δουλέψει μαζί με τον Roy. Έως ότου η επιτυχία τον βρήκε εκεί που δεν το περίμενε. Εταιρίες τον προσέγγισαν για να γυρίσει... διαφημίσεις. Ο Roy σκέφτηκε να γυρίσει καναδυό. Η επιτυχία τους ήταν τεράστια! Ενθαρρυμένος, γύρισε κι άλλες διαφημίσεις, με το σκεπτικό ότι με αυτόν τον τρόπο θα ήταν οικονομικά ανεξάρτητος, θα δημιουργούσε τη δική του εταιρία παραγωγής και μετά θα γύριζε τις ταινίες που θα ήθελε, χωρίς περιορισμούς. Το... διάλειμμα κράτησε 25 ολόκληρα χρόνια! Και μέσα από τις πάνω από 400 τελικά (!!!) διαφημίσεις βρήκε το προσωπικό του στιλ. Τον Μάρτιο του 1996, ο Roy Andersson ξεκίνησε τα γυρίσματα της ταινίας που έμελλε να τον τοποθετήσει ανάμεσα στους μεγάλους δημιουργούς. Τέσσερα χρόνια αργότερα βγήκαν στους κινηματογράφους τα «Τραγούδια από το δεύτερο όροφο» (Sånger från andra våningen / Songs from the Second Floor). Κι έχοντας παρακολουθήσει όλες του τις ταινίες (όχι, πείτε μου, γνωρίζετε πολλούς που να μπορούν να ισχυριστούν κάτι τέτοιο;) μπορώ μετά βεβαιότητος να δηλώσω πως η συγκεκριμένη, η πρώτη της «Τριλογίας των ζωντανών» όπως ονομάστηκε. είναι και η καλύτερή του. Το αριστούργημά του. Αυτή είναι λοιπόν μια από τις σπουδαιότερες ταινίες των τελευταίων χρόνων. Τιμήθηκε με το Βραβείο της Επιτροπής στο φεστιβάλ Καννών όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα. Γαργαλιστική λεπτομέρεια: τη μουσική της ταινίας συνέθεσε ο Benny Andersson (καμία συγγένεια με τον Roy), ένα από τα ιδρυτικά μέλη των ABBA! Το 2007 ακολουθεί η ταινία «Εσείς οι ζωντανοί» (Du levande / You, the Living). Μια ταινία που συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε η προηγούμενη. Συγκριτικά, διαθέτει περισσότερο πικρό χιούμορ αλλά οι επιδόσεις δεν φτάνουν εκείνες από τα «Τραγούδια...». Ουσιαστικά, αρχίζει η πτώση. Η ταινία λαμβάνει μέρος στο φεστιβάλ των Καννών, αλλά όχι στο διαγωνιστικό τμήμα μα στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα». Και η τριλογία κλείνει το 2014, με την κορυφαία καλλιτεχνική διάκριση που κέρδισε ο Σουηδός σκηνοθέτης: τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ Βενετίας, για μια ταινία όμως πολύ υποδεέστερη από τα «Τραγούδια...». Μιλάμε για το Ένα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί, συλλογιζόμενο την ύπαρξή του (En duva satt på en gren och funderade på tillvaron / A Pigeon Sat on a Branch Reflecting on Existence). Εδώ πλέον η πρωτοπορία δίνει τη θέση της στην επανάληψη. Κάτι που πλέον είναι αδύνατον να «κρυφτεί» στην τελευταία του ταινία.

Η ομορφιά της ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness) Poster Πόστερ Wallpaper
Η τελευταία μεγάλου μήκους ταινία του Roy Andersson, αυτή που εξετάζουμε εδώ πέρα, έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στην – πιο βολική από τις Κάννες – Βενετία, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα, και τιμήθηκε με τον Αργυρό Λέοντα καλύτερης σκηνοθεσίας. Και στα European Film Awards η ταινία τιμήθηκε ως η ευρωπαϊκή ταινία με τα καλύτερα ειδικά οπτικά εφέ.

Η υπόθεση: Περιπλανόμαστε μέσα σε μια ονειρική ατμόσφαιρα, με οδηγό έναν αφηγητή που θυμίζει τη Σεχραζάτ από τις «Χίλιες και Μία Νύχτες». Ασήμαντες στιγμές παίρνουν τη σημασία που κανονικά αρμόζει σε ιστορικά γεγονότα: ένα ζευγάρι ίπταται πάνω από την Κολωνία εν καιρώ πολέμου. Στον δρόμο προς ένα πάρτι γενεθλίων, ένας πατέρας σταματά μέσα στη βροχή για να δέσει τα κορδόνια της κόρης του. Έφηβα κορίτσια χορεύουν έξω από ένα καφέ. Ένας ηττημένος στρατός κατευθύνεται προς ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου. Κι ένας παπάς νιώθει χαμένος επειδή δεν πιστεύει πια. Τι να σου κάνει κι ο ψυχίατρος, ιδίως μετά το κλείσιμο του ιατρείου;

Η άποψή μας: Τι είμαστε αν όχι οι μανιέρες μας; Τι είμαστε αν όχι οι συνήθειές μας, οι αγάπες μας, οι εμμονές μας και οι επιδιώξεις μας; Πάρτε αυτόν τον αφορισμό και πολλαπλασιάστε τον επί χίλια σε ότι αφορά τους καλλιτέχνες. Θα το έχετε ακούσει: κάθε σπουδαίος δημιουργός γυρίζει πάντα την ίδια ταινία ουσιαστικά! Και είναι ωραίο – και θεμιτό – για έναν σκηνοθέτη να δημιουργεί έργο που να είναι αναγνωρίσιμο από χιλιόμετρα. Το θέμα είναι το εξής: να κάνει μεν την ίδια ταινία κάθε φορά αλλά με τρόπο πάντα διαφορετικό, με επινοήσεις, με μυαλό, με ιδέες, με διάθεση αυτοαναφορικότητας (γιατί όχι;) αλλά και αυτοσαρκασμού. Κυρίως να έχει τα αρχίδια ακόμα και να υπονομεύσει το έργο του, τη φήμη του, τους οπαδούς του. Γιατί αν συμβιβαστεί στις δάφνες του, την πάτησε. Γιατί αν παίζει εκ του ασφαλούς, θα ηττηθεί. Γιατί, καλό είναι ένα και μόνο πλάνο μιας ταινίας να κάνει μπαμ ότι ανήκει στον τάδε σκηνοθέτη, αλλά αν ο σκηνοθέτης κάνει μόνο αυτό το πλάνο, κάτι βρωμάει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας (κάντο Σουηδίας σε παρακαλώ).

Έτσι που λέτε και ο Andersson. Οι τέσσερις ταινίες που ακολούθησαν μετά το «Giliap» θα μπορούσαν να είναι... μία ταινία! Ό,τι όμως ήταν πρωτοπορία και σινεμά με άντερα στα «Τραγούδια...» έχει πλέον εκπέσει σε μια φτηνή φωτοκόπια. Έχουμε και λέμε λοιπόν: σενάριο δομημένο σε πολλές βινιέτες. Πολλοί πρωταγωνιστές, σε διάφορες αλληλοδιαπλεκόμενες (αλλά όχι απαραίτητα – ιδίως εδώ, στην τελευταία του ταινία) ιστορίες. Μεγάλης διαρκείας πλάνα, με ακίνητη κάμερα. Κυριαρχία του ξεθωριασμένου μπλε, πράσινου και γκρι, με σπάνια εμφάνιση έντονων χρωμάτων στο ντεκόρ του. «Ξεθωριασμένα» πρόσωπα, χλωμά, με έντονο μακιγιάζ, σχεδόν σαν πρόσωπα ζωντανών νεκρών. Υποβόσκοντα αλλά και in your face πολιτικά σχόλια. Και χιούμορ στα όρια του Μπάστερ Κίτον. Αλλά με φελινικό υπόστρωμα! «Ένας σλάπστικ Ίνγκμαρ Μπέργκμαν», όπως τον χαρακτήρισε η Village Voice.

Το 1985 ο δημιουργός έκανε τη στροφή: κατάλαβε πως για να κάνει την κινηματογραφική του γλώσσα πιο πλούσια έπρεπε να αφήσει το ρεαλισμό και το νατουραλισμό και να επενδύσει στο αφαιρετικό. Λάτρης της εικαστικής τέχνης, με επιρροές από τον Otto Dix μεταξύ άλλων, πέτυχε σπουδαίες επιδόσεις. Αλλά, είπαμε: στην τελευταία του ταινία δείχνει απλά... ανέμπνευστος. Μπορεί να εντυπωσιάσει κάποιον που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του αλλά δεν τίθεται θέμα σύγκρισης ανάμεσα σε τούτη την ταινία και τα «Τραγούδια...». Το μόνο νέο που προσθέτει είναι η αφήγηση off. «Είδα έναν άνδρα να κάνει αυτό», «Είδα μια γυναίκα να κάνει εκείνο»... Ε, είδα έναν σκηνοθέτη να κάνει... μία από τα ίδια, με λιγότερο πάθος, με λιγότερη έμπνευση, με λιγότερο μεράκι.

Για να μην παρεξηγηθώ: η αισθητική είναι άψογη. Η διεύθυνση φωτογραφίας κάνει θαύματα και σε πολλές περιπτώσεις προσομοιάζει με μια σειρά από πίνακες ζωγραφικής. Νεκρές φύσεις (χα!). Η καλλιτεχνική διεύθυνση σε κάνει να χαζεύεις. Αλλά... Το ταμείον είναι μείον. Υπέροχο το ζευγάρι που πετάει πάνω από τα ερείπια της κατεστραμμένης Κολωνίας αλλά δεν φτάνει. Και μακάρι να μπορούσαμε να αναφωνήσουμε – όπως ο θαμώνας στο μπαρ ενώ χιονίζει - «Μα είναι υπέροχα! Όλα!» - αλλά φευ. Η μικρότερη σε διάρκεια μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη κι όμως η πιο κουραστική. Την περίμενα με μεγάλη αγωνία την ταινία του αλλά ομολογώ πως απογοητεύτηκα. Συμβαίνει. Ξέρει όμως να βρίσκει απίθανους τίτλους ο μπαγάσας. Ακούς εκεί About Endlessness...

Η ομορφιά της ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιανουαρίου 2020 από την AMA Films!
Περισσότερα... »

Cosmic Candy - Trailer / Τρέιλερ PosterΗ συμμαχία δεν θα κρατήσει για πολύ! Η συνέχεια του επιτυχημένου Ρώσικου animation, Πρόβατα εναντίον λύκων 2 (Sheep And Wolves 2), έρχεται με την υπογραφή του διακεκριμένου σχεδιαστή Vladimir Nicolaev. Το ενωμένο χωριό των προβάτων και των λύκων ζει μια ήρεμη και ειρηνική ζωή όταν ξαφνικά καταφθάνουν δύο απρόσμενοι επισκέπτες - μια πολική αλεπού και μια μικρή προβατίνα. Κανείς δεν περίμενε ότι ένας κίνδυνος θα τους ακολουθήσει εκεί. Ο Γκρέι, ο νέος αρχηγός της ενωμένης φυλής, πρέπει τώρα να πείσει τα πρόβατα και τους λύκους να συνεργαστούν για να αντιμετωπίσουν τα επερχόμενα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις - γιατί η ισχύς βρίσκεται στην ενότητα!

Cosmic Candy - Trailer / Τρέιλερ Movie

Στην μεταγλώττιση ακούγονται οι ηθοποιοί Πάνος Αποστολόπουλος, Ντίνος Σούτης, Νίκος Παπαδόπουλος, Ιφιγένεια Στάικου, Γιάννης Υφαντής, Κώστας Κουνέλλας, Νεφέλη Κυριακίδη, Ηδύλη Κυριακίδη.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Neo Films!

Περισσότερα... »