Κυρία Χάιντ (Madame Hyde) PosterΡαδιενεργή δασκάλα! Καινούργια ταινία για τον σαρανταπεντάχρονο Γάλλο σκηνοθέτη και σεναρίστα Serge Bozon, η πέμπτη στην καριέρα του μετά από το ντεμπούτο του 1997 με το L'Amitie και τα ακόλουθα Mods, La France και Tip Top. Τίτλος του φιλμ, που ουσιαστικά καυτηριάζει με σατιρική μέθοδο τις συνθήκες εκπαίδευσης που επικρατούν αυτή την εποχή στην Γαλλία, Κυρία Χάιντ (Madame Hyde) και η προσέγγιση στο θέμα γίνεται με έναν τρόπο ιδιαίτερα εκκεντρικό. Η κυρία Τζέκιλ είναι μια ντροπαλή δασκάλα που περνάει δύσκολα εξαιτίας των συναδέλφων της αλλά και των μαθητών της. Μια νύχτα που βρέχει καταρρακτωδώς καθώς πραγματοποιεί ένα πείραμα στο εργαστήριο της, ένας κεραυνός την χτυπάει και πέφτει αναίσθητη. Όταν συνέρχεται νιώθει εντελώς διαφορετική και…η εμφάνιση της κυρίας Χάιντ σύντομα θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στις μεθόδους διδασκαλίας της κυρίας Τζέκιλ!

Κυρία Χάιντ (Madame Hyde) Movie

Τον βασικό πρωταγωνιστικό ρόλο κρατά η Isabelle Huppert που υπόσχεται ακόμη μια υψηλού επιπέδου ερμηνεία στα γνώριμα στάνταρντς της, έχοντας δίπλα της τους Romain Duris, Jose Garcia και Adda Senani.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Απριλίου 2018 από την Spentzos Films!


Περισσότερα... »

Η Υπόσχεση της Αυγής (La Promesse de l’ Aube) PosterΜε την ευχή της! Ο Eric Barbier σκηνοθετεί την ταραχώδη ζωή ενός από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της Γαλλίας με επίκεντρο την τρικυμιώδη σχέση με την πληθωρική, συντριπτική, παθιασμένη γυναίκα της ζωής του, που δεν ήταν άλλη από τη μητέρα του. Η ταινία ταξιδεύει το κοινό σε ένα φιλόδοξο, επικό και θεαματικό σινεμά, όλο και πιο σπάνιο στις μέρες μας, που παρά τα απίστευτα γεγονότα, είναι βασισμένο σε μια άκρως αληθινή ιστορία. Γυρισμένη σε 5 χώρες μέσα σε 14 εβδομάδες, η ταινία μας ξεναγεί από την Πολωνία του ’20 μέχρι το Μεξικό του ’50, διασχίζοντας την αφρικανική έρημο με ενδιάμεσες στάσεις τη Νίκαια, το Παρίσι πριν τον πόλεμο και το υπό βομβαρδισμό Λονδίνο... Από τη δύσκολη παιδική του ηλικία στην Πολωνία μέχρι την εφηβεία του στην ηλιόλουστη Νίκαια και τα κατορθώματα του ως πιλότος πολεμικής αεροπορίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Romain Gary έζησε μια απίστευτη ζωή. Αυτή την αφοσίωση να ζήσει εκατό ζωές, να γίνει ο μεγάλος άντρας και ο διάσημος συγγραφέας τη χρωστούσε στην μητέρα του Nina. Χάρη στη συντριπτική αγάπη αυτής της αξιολάτρευτης, εκκεντρικής γυναίκας που θα τον έκανε έναν από τους μεγαλύτερους μυθιστοριογράφους του 20ού αιώνα, αυτός ο άντρας έκανε μία ζωή γεμάτη περιπέτεια, πάθος και μυστήριο.

Η Υπόσχεση της Αυγής (La Promesse de l’ Aube) Movie

Η υπόσχεση της αυγής (La Promesse De L'Aude), το διάσημο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Romain Gary, ένα αριστούργημα της γαλλικής λογοτεχνίας που έγινε best seller, μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη σε μία εντυπωσιακή υπερπαραγωγή, μία συναρπαστική και συγκινητική βιογραφία στην καρδιά της Ιστορίας. Τον πρωταγωνιστικό ρόλο ενσαρκώνει ο σπουδαίος Γάλλος ηθοποιός Pierre Niney (Yves Saint Laurent, Φραντς) ως Romain Gary, ενώ τον απαιτητικό ρόλο της μητέρας του υποδύεται η μοναδική Charlotte Gainsbourg (Nymphomaniac, Antichrist).

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Απριλίου 2018 από την Feelgood Ent.!


Περισσότερα... »

Ένα Ήσυχο Μέρος (A Quiet Place) Poster ΠόστερΈνα Ήσυχο Μέρος
του John Krasinski. Με τους Emily Blunt, John Krasinski, Noah Jupe, Millicent Simmonds


Μισό κιχ και πέθανες!
του zerVo (@moviesltd)

Η χρονιά που διανύουμε είναι το 1975 όταν ένας ανερχόμενος, ούτε καλά καλά τριάντα χρονώ, μουσάτος ντιρέκτορας, ανατρέπει ολόκληρη την συλλογιστική του κινηματογραφικού τρόμου, αποφεύγοντας κατά το μεγαλύτερο κομμάτι της νέας ταινίας του, να απεικονίσει στο εκράν την φονική απειλή. Χρησιμοποιώντας πανέξυπνα σαν μέσο πίεσης το ίδιο το ένστικτο του φόβου που στην ψυχή του θεατή γεννά η ιδέα και μόνο του αγριεμένου σαρκοφάγου όντος, με κάποιες ελάχιστες υποβρύχιες σκιές, ένα κινούμενο πτερύγιο και συντροφιά τους ανατριχιαστικούς συριστικούς ήχους του σάουντρακ να σκάνε σε προσεγμένα σημεία, κατάφερε να κρατήσει το κοινό του για ένα δίωρο στην κόψη του καθίσματος του, με τα νύχια του καθενός να πιέζουν βαθιά το βελούδο της καρέκλας σε κάθε τρομακτικό πλάνο που έκανε την εμφάνιση του το θηρίο. 43 μόλις χρονάκια κατοπινά, ανάμεσα σε πάμπολλους, διάσημους και μη, που ρίσκαραν και δεν πέτυχαν και πολλά, κινούμενοι πάνω σε αυτό το εμπνευσμένο πατρόν, ο John Krasinski αποδεικνύεται ο καλύτερος μαθητής του ενός και μοναδικού The Beard!

Ένα Ήσυχο Μέρος (A Quiet Place) Quad Poster Πόστερ
89 ημέρες έχουν διαβεί από την στιγμή που τα τερατόμορφα δολοφονικά όντα έχουν κάνει την εμφάνισή τους από το πουθενά και έχουν σκορπίσει τον θάνατο σε κάθε τους βήμα. Καταφέρνοντας, το βασικό τους ντεσαβαντάζ, την μειωμένη σε μηδενικό βαθμό όραση τους, να το υποκαθιστούν με την εκπληκτικής ευαισθησίας ακοή, βελτιωμένη αίσθηση που τα καθοδηγεί με ακρίβεια στα χνάρια των υποψηφίων θυμάτων τους. Οι μεγαλουπόλεις έχουν αφανιστεί και οι ελάχιστοι επιζώντες αναζητούν την τύχη τους στις αχανείς και ερειπωμένες αγροτικές εκτάσεις της περιφέρειες, εκεί που ελπίζουν πως τα τυφλά θηρία θα χάσουν τα ίχνη τους.

Μεταξύ αυτών και η πενταμελής φαμίλια των Άμποτ, που ψάχνει καταφύγιο στις απέραντες φυτείες καλαμποκιού, κάτω από συνθήκες άκρας σιωπής, μην τυχόν και ο παραμικρός ψίθυρος προκαλέσει τα άλιεν να τους κατασπαράξουν. Με καθοδήγηση από τον ευρηματικό πατέρα Λι που έχει ορκιστεί να προστατέψει τόσο την λατρεμένη - και εγκυμονούσα - σύζυγό του Έβελυν, όσο και τα τρία ανήλικα τέκνα του, τον μικρούλη Μπο, τον ζωηρό Μάρκους και την φιλήσυχη τινέιτζερ, με αρκετά προβλήματα ακοής Ρίγκαν, η οικογένεια θα ψάξει για το καινούργιο της ασφαλές σπιτικό, στην γόνιμη επαρχία της Νέας Υόρκης. Ένα μοιραίο περιστατικό, που θα προκαλέσει τον τραγικό θάνατο του βενιαμίν από την επίθεση του αγνώστου ταυτότητας αρπαχτικού, όμως, θα θέσει σε αμφισβήτηση την συνοχή των εναπομεινάντων στην ζωή, περιπλανώμενων φυγάδων.

Απίθανη ιδέα, αν και όχι πρωτότυπη κινηματογραφικά, αφού η ρίζα της εντοπίζεται κάποιες δεκαετίες πριν, όταν σε μια κατάφυτη ζούγκλα μια ομάδα πάνοπλων πεζοναυτών αποτέλεσε το θήραμα ενός πανούργου κτήνους, που καταλάβαινε με ακρίβεια το που βρίσκονταν χρησιμοποιώντας ως όπλο του τον ανιχνευτή θερμότητας που διέθετε η όραση του. Σαν τύποις φόρο τιμής στον μυθικό Predator, άλλωστε, η μορφή των παρόντων τεράτων δεν απέχει και πολύ από εκείνου, όταν πραγματοποιείται η ολόσωμη αποκάλυψη τους προς το φινάλε του έργου, όταν και αναμένεται η κορύφωση της αντιπαράθεσης. Σε αντίθεση όμως με το - ένα ακόμη - μέγκαχιτ του Schwartz από το 87, που στην ουσία υπήρξε μια καταιγιστική περιπέτεια δράσης, στην περίπτωση του A Quiet Place, έχουμε να κάνουμε με ένα αμιγές horror, όπου οι σχεδόν άοπλοι και με μοναδικό εφόδιο το ότι μάχονται εντός έδρας και σε γνώριμα εδάφη, πολίτες, καλούνται να επιζήσουν σε καθεστώς απόλυτης σιγής. Όπου οι μετακινήσεις, οι επικοινωνίες, οι συνομιλίες πραγματοποιούνται εν πλήρη ησυχία και με το στόμα ραμμένο. Και το αντίθετο, ακόμη κι αν οφείλεται σε απροσεξία, ήδη το έχουν πληρώσει ακριβά οι Άμποτ, που επιβάλλεται πλέον να προτάξουν την εξυπνάδα και την ευφυΐα τους, απέναντι στα σουβλερά δόντια των Πρεντατορς.

Η πρόσφατη απώλεια του αθώου μικρούλη όμως, έχει ανατρέψει και τα δεδομένα στα ενδότερα της φαμίλιας. Ενόσω η χαροκαμένη μητέρα ψάχνει εναγωνίως την μέθοδο σιωπής για να φέρει στον κόσμο το τέταρτο παιδί της, πνίγοντας προσωπικό πόνο και μωρουδίσιο κλάμα ταυτόχρονα, τα άλλα δύο παιδιά εκτιμούν πως έχουν απολέσει την γονική στοργή, ως ποινή για την ανευθυνότητα τους, που οδήγησε στον χαμό του Μπο. Είναι η στιγμή της δεύτερης, μεσιανής και σε ειδικό βάρος κορυφαίας πράξης του φιλμ, όταν στο ηχοστεγές φρούριο που έχει στήσει ο πατέρας θα εισβάλλουν οι τύπου ράπτορς φαγάνες, την ίδια ώρα που τα ανήλικα βρίσκονται εκεί έξω στα χωράφια, πιστεύοντας πως έχουν εγκαταλειφθεί στην μοίρα τους από τους γονείς τους. Είναι το σημείο που σκηνοθετικά ο Krasinski, ομορφούλης ως ηθοποιός χαμηλών τόνων και φιλοδοξιών κομεντί, πανεύκολα λησμονήσιμος μετά την πτώση των τελικών κρέντιτς, επιδίδεται στο ατομικό του σόλο, στήνοντας ένα αγωνιώδες πινγκ πονγκ, ανάμεσα στο τροποποιημένο δίπατο και το πανύψηλο σιλό, όπου αμφότερα ενδέχεται να αποτελέσουν τον τάφο των παγιδευμένων εντός τους ατόμων. Υπέροχη σεκάνς, εξαιρετικά διαβασμένης δημιουργικής μπαγκέτας, που απελευθερώνει πλήθος συναισθημάτων ανάμεικτης υφής, αισιόδοξα και τρομαγμένα, πονόψυχα και λυτρωτικά, ανακουφισμένα, πλην όμως και αβάσταχτα πληγωμένα...

Στο στήσιμο του αμίλητου, κατεστραμμένου από τον ερχομό των (αόριστων έως μηδενικών σεναριακών πληροφοριών προέλευσης, γέννησης ή εργαστηριακής δημιουργίας) μανιασμένων τεράτων, κόσμου, ο μόλις στο δεύτερο σκηνοθετικό του βήμα δημιουργός, σχεδόν αριστεύει, αποφεύγοντας εντέχνως τις πολυλογάδικες κακοτοπιές και συμπυκνώνοντας την αφήγηση του, σε ένα σκάρτο χρονικά ενενηντάλεπτο, που ουδείς καταλαβαίνει πότε περνά. Σχεδόν βωβή η εξέλιξη, στο συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι του φιλμ, κτίζει το σασπένς της πάνω στα φευγαλέα ξυπόλητα σουρσίματα στο γρασίδι, στο οξύ παίξιμο των ακουστικών, που αναπαραγάγουν τις κιθάρες του Neil Young, στο cilly τρίξιμο των δοντιών των εχθρών που ομοιάζει πλήρως με αυτό του Alien και στις προσεγμένες μέχρι πόντου εφετζίδικες ηχητικές προσθήκες, που απογειώνουν το αίσθημα περικύκλωσης της πλατείας, από τους αεικίνητους ξένους.

Το εύρημα του επιλόγου και της εξόδου της ταινίας στο ταπί, δεν το αποκαλείς και ευκολία, δεν είναι όμως και εξίσου σπουδαία έμπνευση με την εισαγωγική. Προκαλεί δε το ενδεχόμενο ύπαρξης σίκουελ, που προσωπικά μάλλον θα με απογοητεύσει στο μέλλον, καθώς ο τίτλος σίγουρα θα ξεχειλώσει και θα χάσει την σημαντικής δυναμικής (και διδακτικά μεταφορική) αξία του. Εκείνη που ώθησε μια φτωχική σχετικά και ελάχιστου προμόσιον παραγωγή, όπου ο ίδιος ο σκηνοθέτης ανέλαβε τον ένα ενήλικο ρόλο, δίνοντας στην αληθινή του συμβία, με τα τα τόσο εκφραστικά μάτια, Emily Blunt τον έτερο, περιορίζοντας το κόστος στα 17 εκατομμύρια, στον θρίαμβο του πενταπλασιασμού τους σε εισπρακτική ανταπόδοση, μόνο στο πρώτο Σαββατοκύριακο στις ΗΠΑ! Δείγμα κι αυτό της εμπορικής απήχησης όλων όσων το ισάξια συγκινητικό όσο και καθηλωτικά τρομακτικό A Quiet Place, με τόση χάρη και κομψή, χωρίς να οδηγείται σε φτηνές και προκλητικές ακρότητες, δόμηση σερβίρει.

Ένα Ήσυχο Μέρος (A Quiet Place) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Απριλίου 2018 από την UIP!
Περισσότερα... »

Ιστορίες Μιας Νύχτας (Posoki) Poster ΠόστερΙστορίες Μιας Νύχτας
του Stephan Komandarev. Με τους Ivan Barnev, Georgi Kadurin, Borisleva Stratieva, Anna Komandareva, Vassil Vassilev


Με διπλή ταρίφα!
του zerVo (@moviesltd)

Όμορφη χώρα η Βουλγαρία. Όχι δα κι ο νούμερο ένα τουριστικός προορισμός, αλλά με πληθώρα σημείων που αξίζει τον κόπο να επισκεφτείς. Και με εξίσου όμορφους ανθρώπους στην πλειοψηφία τους. Φτωχούς αλλά υπερήφανους. Που μπορεί να είδαν μονομιάς να γκρεμίζεται το καθεστώς που είχαν καλομάθει κάποτε, εκείνο το δίχως ανέσεις αλλά με πρόσωπο κοινωνικό παροχών, προς τέρψη των υποτιθέμενων φιλελευθεριών, για να εξελιχθούν τρεις δεκαετίες μετά στον πρώτο στόχο των απανταχού καιροσκόπων, που εκμεταλλεύονται το διεθνές άνοιγμα της χώρας για στήσουν τις καρχαριοειδείς τους επιχειρήσεις. Αποτέλεσμα είναι ο πληθυσμός της χώρας να έχει μειωθεί κατά 30 τοις εκατό (από 10 σε 7 μόλις εκατομμύρια, μέσα σε 20 χρόνια!) με τους κρατικούς φορείς να μιλούν για παραμονή των πιο αισιόδοξων στον τόπο, που βλέπουν το μέλλον με πιο ηλιόλουστη θωριά. Ένα ακριβές δείγμα αυτού του θεωρητικού "οπτιμισμού" που έχει καταντήσει την γείτονα σε άντρο διαφθοράς και παρανομίας, παίρνουμε στο σοσιολογικό σπονδυλωτό δράμα Posoki, ελληνιστί Ιστορίες μιας Νύχτας.

Ιστορίες Μιας Νύχτας (Posoki) Quad Poster Πόστερ
Απελπισμένος από την δυσμενή οικονομική τροπή που έχει πάρει η επιχείρηση του, εργαζόμενος περιστασιακά και για να συμπληρώσει το εισόδημα του ως οδηγός ταξί, ο Μίσο, ευρισκόμενος σε απόγνωση από τις ακατάπαυστες απαιτήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων, με θολωμένο μυαλό και εκτός λογικής, θα δολοφονήσει εν ψυχρώ τον τραπεζίτη που τον απειλεί, λίγο πριν βάλει τέλος και στην δική του ζωή. Το θλιβερό μαντάτο, αλλά και οι δυσβάσταχτες συνθήκες που όπλισαν το χέρι του οικογενειάρχη, οδηγώντας τον τόσο στο φονικό, όσο και στο απονενοημένο διάβημα, θα γίνουν πρώτο θέμα στις ειδήσεις, περνώντας μέσα από τις συχνότητες των ερτζιανών και στους δέκτες των συναδέλφων του, που την ίδια ημέρα έχουν βάρδια και ως γνώστες των δεδομένων, θα αντιληφθούν άμεσα το μέγεθος της τραγωδίας.

Το νέο θα ταξιδέψει από άκρου εις άκρο της πρωτεύουσας, σε ώρες που τα κίτρινα μέσα δημόσιας χρήσης παλεύουν για το μεροκάματο, για να συναντήσει κάθε λογής εργαζόμενο που η ανάγκη τον έχει στείλει να ξενυχτά πίσω από το τιμόνι. Ένας μελαγχολικός νεαρός που στην πορεία του θα συναντήσει έναν ταλαιπωρημένο καθηγητή φιλοσοφίας, στις παρυφές της γέφυρας, έτοιμο να σαλτάρει και να δώσει τέρμα στην ζωή του. Ένας αγροίκος και κακότροπος κλεφτάκος που με το τηλεκοντρόλ ανεβάζει το κόμιστρο παράνομα και γι αυτό θα δεχτεί την λεκτική επίθεση του (νομικού στο επάγγελμα) πελάτη, πριν εκείνος αποφασίσει να διεκδικήσει με κάθε τρόπο το ποσόν της κούρσας. Ένας ταλαίπωρος γεράκος που βγάζει δυο λέβα παραπάνω από την σύνταξη και ανήμπορος δεν καταφέρνει να αντισταθεί στις άγριες διαθέσεις των νεαρών αλητών. Μια ζορισμένη ψυχικά γυναίκα με έντονο παρελθόν, που θα δει στο πρόσωπο του ταξιδιώτη που μεταφέρει, τις άσχημες μνήμες να ξυπνούν και θα αντιδράσει βίαια. Ένας καλόβολος και υποτακτικός αυτοκινητιστής, που οδηγεί τον διακεκριμένο καρδιοχειρουργό στην κλινική για να πραγματοποιήσει την τελευταία του επέμβαση, ελάχιστες στιγμές πριν πάρει κι αυτός τον δρόμο της ξενιτιάς.

Ιστορίες του δρόμου, που μέσες άκρες όλο και κάποιος ταξιτζής, σε οποιαδήποτε γωνιά της γης έχει βιώσει και ο ίδιος και δύναται να αφηγηθεί, που ενώνονται μεταξύ τους από την ανακοίνωση του δραματικού πρωινού συμβάντος στο πάντοτε ανοικτό ραδιόφωνο, συνθέτουν το παζλ μιας ταινία με έντονο σοσιολογικό ενδιαφέρον. Ρεαλιστικές εικόνες παρμένες από την καθημερινότητα μιας μεγαλούπολης που σβήνει μέσα στην ίδια της την ματαιοδοξία, παίρνοντας μαζί της και τα όνειρα όσων της κατοικούν, μετατρέποντας τους σε όντα μη ανθρώπινα, με ένστικτα ζωώδη και πρωτόγονα, προκειμένου να επιβιώσουν μέσα στην ζούγκλα που τους περιβάλλει.

Ως ικανότατος ντοκμαντερίστας ο δημιουργός Stephan Koamndarev, φορτώνει την κάμερα στο πόστο του συνοδηγού και με συνεχείς μονοπλανιές, παρακολουθεί ως αυτόπτης μάρτυρας την κάθε γκαζιά του νυχτερινού ταξιτζή, στο ταξίδεμα του στους έρημους δρόμους της Σόφιας. Εκεί δίπλα στα παλιάς κοπής μπλοκ που συνωστίζονται χιλιάδες ψυχές, περικυκλώνοντας με την μελαγχολία τους τα ολόφωτα, πανύψηλα, λαμπερά και βιτρινίσια μολ, που ανορθώθηκαν μονομιάς με την αποχώρηση των...οπισθοδρομικών. Σε αυτό το βολτάρισμα μέσα στην νύχτα, με την καρδιά βαριά από το δράμα του συναδέλφου τους, στην θέση του οποίου λίγο έως πολύ έχει έλθει ο καθένας τους, οι οδηγοί στήνουν τον κινούμενο μικρόκοσμο τους, μέσα στον οποίο εισέρχεται ως πελάτης - ταξιδευτής - συνοδοιπόρος, κάθε καρυδιάς καρύδι, που θα μετατρέψει την ολιγόλεπτη διαδρομή ρουτίνας, με την παρουσία του, σε ένα απρόβλεπτο μονοπάτι έκρηξης συναισθημάτων. Με πομπούς τόσο εκείνον που εργάζεται πίσω από το βολάν, όσο κι αυτόν που κάθεται στις πίσω θέσεις και δέκτες όλους εμάς που αντιλαμβανόμαστε πως ο τόπος που μας χωρίζει μονάχα ένα λεπτό βόρειο σύνορο, δεν νιώθει και πολύ καλά στην υγειά του, μαραζώνει, μαραίνεται, δεν αναπνέει και οσονούπω κι αυτός θα σβήσει κάτω από την βαριά αρβύλα της οικονομικής ανέχειας.

Όμορφα φωτογραφημένη η μεταμεσονύκτια προαστιακή Σόφια, παίζει κι εκείνη με το θλιβερό της, μουντό και συννεφιασμένο πρόσωπο, ρόλο πρωταγωνιστικό πλάι στους στάρινγκ της πικρής, απαισιόδοξης αναφοράς στο κοινωνικοπολιτικό σήμερα της Βουλγαρίας, που παριστάνοντας τους cab drivers, στην ουσία αποδίδουν ρόλο παρατηρητή των τεκταινόμενων στην πολιτεία. Όχι και πρωτότυπη η βασική ιδέα, αφού ακόμη και στο πρόσφατο παρελθόν την έχουμε ξαναδεί στην ιντερνάσιοναλ κινηματογραφία, όμορφα δεμένη όμως η αλληγορία που ενώνει κάθε επιμέρους βινιέτα με την μοντέρνα "δημοκρατική" αλήθεια. Που σχεδόν και αποκλειστικά μόνον αρνητικά φίλινγκς - φόβο, ανασφάλεια, πεσιμισμό, αδυναμία, πόνο, οργή, μανία, ιδιοτέλεια - τρέφει στον κόρφο της. Και οι διέξοδοι προς την ελπίδα, οι φωτισμένες κατευθύνσεις της μαρκίζας δηλαδή, ολοένα και λιγοστεύουν.

Ιστορίες Μιας Νύχτας (Posoki) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Απριλίου 2018 από την AMA Films!
Περισσότερα... »

Game Night Poster ΠόστερGame Night
των John Francis Daley, Jonathan Goldstein. Με τους Jason Bateman, Rachel McAdams, Billy Magnussen, Sharon Horgan, Lamorne Morris, Kylie Bunbury, Jesse Plemons, Michael C. Hall, Kyle Chandler


Ρούμπος!
του zerVo (@moviesltd)

Ωραίες βραδιές αυτές, ίσως όχι οι πιο αξιομνημόνευτες στην διαδρομή μιας συμπαγούς συντροφιάς, αλλά από εκείνες που βγάζουν το πιο πολύ γέλιο! Συνήθως χωρισμένη κατά φύλα που ορίζουν τους αντιπάλους, η φράξια, μαζεμένη - εκ περιτροπής - στο σπιτικό του ενός ζευγαριού, με ακομπανιαμέντο μπύρες, πίτσες και τα συναφή συνοδά, διασκεδάζει παίζοντας όλα εκείνα τα ματς, περιγραφικότητας (όπως Παντομίμα) ή γνώσεων (σαν το Τρίβιαλ ασούμε) με σκοπό να αναδειχτεί ο κυρίαρχος της νύχτας. Και τσακωμοί παίζουν ενίοτε και εντάσεις, ενδεχόμενα και διαπληκτισμοί αν τα επίπεδα της καζούρας ξεπεράσουν τα εσκαμμένα, είναι όμως γουστόζικες αυτές οι παιχνιδιάρικες θαλπωρικές συναθροίσεις. Ε, το πόσο ενδεχόμενα μπορεί να ξεφύγει το πράγμα μας το παρουσιάζει ευρηματικά η περιπετειώδης κομεντί με τον λογικότατο τίτλο Game Night, που φέρει την σφραγίδα των εμπνευστών του πανομοιότυπης υφής χιτ, Horrible Bosses.

Game Night Quad Poster Πόστερ
Πραγματικά υπέροχα τα περνάνε οι έξι τους, μαζεμένοι γύρω από τον καναπέ κάθε Σάββατο, στα ραντεβού κεφιού, όπου ο ένας συναγωνίζεται τον άλλο στο ποιος θα καταφέρει να πετύχει τους περισσότερους ρούμπους στα παρείστικα παιχνίδια που επιδίδονται. Οι συνήθως οικοδεσπότες οι αγαπημένοι Μαξ και Άννι, δεν είναι εκείνοι που έχουν καταφέρει τις περισσότερες νίκες, με το ντουέτο των Κέβιν και Μισέλ να υπερηφανεύεται πως έχει σηκώσει τα περισσότερα τρόπαια, με τον γόη της παρέας Ράιαν και την σε κάθε συνάντηση διαφορετική (και συνήθως χαζούλα) συνοδό του, να καταλήγουν όπως πάντα τελευταίοι. Η εμφάνιση μετά από καιρό στην ομήγυρη του αδελφού του Μαξ, Μπρουκ, ενός γοητευτικού, χαρισματικού και ευφυούς τυχοδιώκτη θα ανατρέψει τα δεδομένα, καθώς θα υπερισχύσει με άνεση στην αδελφική κόντρα, δίνοντας ταυτόχρονα ραντεβού για την ρεβάνς, μια εβδομάδα μετά, στην δική του έδρα, στην πολυτελή του βίλα. Δίνοντας υπόσχεση για ένα παιχνίδι που δεν θα λησμονήσει κανείς από τους συμμετέχοντες...

Και πραγματικά το πλάνο του Μπρουκ να οργανώσει μια κεφάτη βραδιά αγωνίας, με παιχνίδι πολύ διαφορετικό από τα συνηθισμένα, θα κυλήσει όπως τα είχε σχεδιάσει, με την μόνη διαφορά πως από ένα σημείο και μετά η κατάσταση θα εκτραχυνθεί και πλέον τίποτα δεν θα περνά από τα χέρια του. Με εκείνον να έχει πέσει θύμα απαγωγής από αγνώστους εισβολείς στο σπίτι, οι εναπομείναντες έξι, που εν αρχή εκτιμούν πως όλα αυτά είναι μέρος του ευρηματικού σεναρίου αυτού του κυνηγιού θησαυρού, πρέπει να αναζητήσουν συμβουλές και υποδείξεις, προκειμένου να οδηγηθούν στην άκρη του νήματος!

Με φόντο την παρεξήγηση που διαρκώς υφίσταται, πως όλα αυτά ορίζουν μέρος ενός αθώου και ακίνδυνου παιχνιδιού, μέχρι της αποδείξεων του εναντίον, τρία ζευγάρια, όχι ισοβαρούς χρονικής μοιρασιάς στο εκράν, θα ξεχυθούν προς αναζήτηση στοιχείων που θα τους στείλουν στην επίλυση των γρίφων. Σταδιακά όμως και ενόσω τα πράγματα δεν θα κυλήσουν και τόσο αναίμακτα (μάλλον το αντίθετο) όλοι τους θα καταλάβουν πως η αρχική ιδέα του διαχυτικού και κοινωνικότατου Μπρουκ δεν κνείται κατά πως αρχικά εκείνος είχε υπολογίσει και μάλλον κάποιο από τα αμέτρητα μυστικά του αινιγματικού του παρελθόντος, έχει ξυπνήσει και τον καταδιώκει. Συνεπώς το απλούστατο κουίζ γνώσεων, που άντε το πολύ να δημιουργήσουν μικροπροστριβές στους διαγωνιζόμενους, εδώ έχει δώσει την σκυτάλη σε ένα ταχύτατο πιστολίδι, που συμμετέχουν μέχρι και μαφιόζοι από τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης! Χαμός!

Αλλά και μύλος ταυτόχρονα, αφού έχει μεν γούστο το πως προσεγγίζουν για μια ακόμη φορά το σπαρταριστό οι έξυπνοι Daley και Goldstein, σεναριογράφοι των Αφεντικών για Σκότωμα, αλλά της πιο πρόσφατης αναβίωσης του Σπάιντερμαν, όπως και δημιουργοί του ριμέικ Vacation, υποπίπτει όμως σε ουκ ολίγες ακρότητες και ασυνέχειες στην απόπειρα του να αποδειχτεί πιο φανταχτερό. Στην ουσία το σκηνοθετικό δίδυμο που έχει ξεχωρίσει την πρόσφατη δεκαετία στο είδος της μοντέρνας αμερικάνικης κωμωδίας με ψήγματα δράσης, στήνει σε φόντο βγαλμένο από το Into The Night του Landis, ένα παζλ αστείο και αρκετά ενδιαφέρον χιουμοριστικά, ως τύποις ευδιάθετου εφιάλτη που βιώνουν όλοι όσοι απροετοίμαστοι ξεκίνησαν την βραδιά τους για μια απλή, απλούστατη κοντρίτσα πάνω στο επιτραπέζιο.

Με αναφορές σε φιλμς που ξεχώρισαν στα τέλη της δεκαετίας του 90, όπως το Fight Club που εδώ αποκτά μια ολόδικη του σεκάνς - φόρο τιμής ή το The Game που σχεδόν ολάκερη η συλλογιστική του έργου είναι βασισμένη στην fake ανατροπή του, το Game Night χάρη και στις ανθρώπινες, όχι σουπερηρωικές, χαλαρές και αρκετά ευχάριστες ερμηνείες της υποκριτικής του ομάδας (ο Bateman είναι άσος στο είδος, η McAdams σαφώς του υπολείπεται, η περιφέρεια δε του καστ των υποιστοριών, είναι ιδανικά επιλεγμένη) κρατά παρέα ευχάριστη και γουστόζικη σε όσους πάρουν το ρίσκο να αφήσουν στην άκρη το ζάρι και την Μονόπολη, για να να πάρουν τον δρόμο προς την κοντινή τους σκοτεινή αίθουσα. Το βέβαιο είναι πως σε καμία περίπτωση δεν θα βγουν χαμένοι!

Game Night Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Απριλίου 2018 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Οι δικοί μου άνθρωποι (Tesnota) ΠόστερΟι δικοί μου άνθρωποι
του Kantemir Balagov. Με τους Darya Zhovner, Olga Dragunova, Artem Tsypin, Nazir Zhukov, Veniamin Kats


Τόσο ταλέντο, τόση αλαζονεία...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Το να δείχνεις αποκεφαλισμούς δεν είναι μαγκιά, είναι αυτοταπείνωση

Αυτή είναι η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Kantemir Balagov σε ότι αφορά μεγάλου μήκους ταινία. Ο Balagov θεωρείται μεγάλο ταλέντο κι έχει αποφοιτήσει από τη σχολή του Aleksandr Sokurov (σας βλέπω εσάς που ξινίζετε τα μούτρα σας). Η ταινία συμμετείχε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του περασμένου φεστιβάλ των Καννών, όπου τιμήθηκε με το βραβείο της FIPRESCI. Έλαβε μέρος και στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Και το σενάριό της βασίζεται σε πραγματική ιστορία.

Οι δικοί μου άνθρωποι (Tesnota) Poster Πόστερ
Λίγα πράγματα τώρα σχετικά με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της ταινίας Οι δικοί μου άνθρωποι (Tesnota) για να καταλάβουμε τι ακριβώς συμβαίνει σ' αυτήν. Οι Καμπαρντιανοί, άνθρωποι του Βόρειου Καύκασου που μιλούν Καμπαρντιανά (μη Σλαβική γλώσσα) υπόκεινται στη Ρωσία από το 1825. Μαζί με τους Μπάλκαρ (Τουρκικής καταγωγής) έχουν ιδρύσει τη Δημοκρατία του Καμπαρντίνο - Μπάλκαρ το 1936. Γερμανικά στρατεύματα έφτασαν εκεί το χειμώνα του 1942 - 1943. Η αυτόνομη Δημοκρατία έχει έκταση 13.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα κι έχει περίπου 800.000 κατοίκους. Το Νάλτσικ είναι η πρωτεύουσα (240.000 κάτοικοι). Σ' αυτή την περιοχή βρίσκεται το ψηλότερο σημείο της Ευρώπης, το βουνό Ελμπρούς (5.642 μέτρα). Και βεβαίως, υπάρχει εκεί και μια μικρή εβραϊκή κοινότητα...

Η υπόθεση: 1998, Ναλτσίκ, Βόρειος Καύκασος, Ρωσία. Εδώ ζει μια μικρή κοινότητα Εβραίων αλλά και μια μεγαλύτερη κοινότητα Καρμπαντιανών, μία από τις 12 φυλές των Κιρκάσιων. Η 24χρονη Ιλιάνα είναι Εβραία. Εργάζεται στο γκαράζ του πατέρα της, βοηθώντας τον να μαζέψει το μικρό εισόδημα της οικογένειας, μιας που είναι φτωχοί και πρέπει να τα βγάλουν πέρα με κάθε τρόπο. Ένα απόγευμα, η πολυμελής ευρύτερη οικογένεια και οι φίλοι της μαζεύονται για να γιορτάσουν τον αρραβώνα του μικρότερου αδελφού της Ιλιάνα, Νταβίντ. Αργότερα, το νεαρό ζευγάρι απάγεται, και καταφτάνει απαίτηση για λύτρα.

Το να κληθεί να βοηθήσει η αστυνομία δεν υπάρχει περίπτωση ούτε καν να προχωρήσει ως σκέψη. Πώς θα μαζέψει η οικογένεια τα χρήματα για να σώσουν τον Νταβίντ; Η Ιλιάνα αντιμετωπίζει την κατάσταση παράξενα. Πέρα όλων των άλλων έχει να αντιμετωπίσει και την αυστηρή μητέρα της, που θαρρείς κι έχει εξαντλήσει όλη της την αγάπη στο γιο της, μην αφήνοντας χώρο για την Ιλιάνα. Και το γεγονός ότι η Ιλιάνα αγαπάει κάποιον Καρμπαντιανό, κι όχι Εβραίο, δυσκολεύει τα πράγματα...

Η άποψή μας: Δεν είναι κακή η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του νεαρού δημιουργού. Σαφέστατα φεστιβαλική, δεν έχει κάτι εναντίον του μεγάλου κοινού, προφανώς όμως δεν κάνει και κάτι για να το δελεάσει. Ο Balagov στήνει έξοχα το υλικό του, μας γεμίζει με κοντινά, με close up ασφυκτικά (έχει τον λόγο του), μας μπάζει σε αυτήν την κλειστή κοινωνία, μας δείχνει ήθη και έθιμα που λίγο ξενίζουν το δυτικό κοινό. Όπου φτωχός κι η μοίρα του πάντως και αυτό ισχύει και για την εβραϊκή κοινότητα. Κι ας υποτίθεται ότι κάνει ότι μπορεί για να διατηρήσει τους ιδιαίτερους δεσμούς μεταξύ των μελών της. Στην περίπτωσή μας δείχνει την πλάτη στην οικογένεια της Ιλιάνα. Και όποιοι προσφέρονται να... βοηθήσουν, έχουν εννοείται ως στόχο το κέρδος και ανταλλάγματα.

Το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας μας είναι η Ιλιάνα. Η Ιλιάνα που είναι καλόβολη, βαριέται τα της θρησκείας της, τα πηγαίνει καλά με τον πατέρα της αλλά βρίσκεται σε μόνιμη σύγκρουση με τη μητέρα της. Μια μητέρα, που ποτέ της δεν της έδειξε αγάπη: μόνο αποδοκιμασία και κριτική. Η σχέση των δύο γυναικών έχει πολύ ενδιαφέρον. Η Ιλιάνα ακόμα και μετά την απαγωγή του αδελφού της νιώθει σε δεύτερο πλάνο, παραμελημένη, χωρίς αγάπη. Αγάπη παίρνει από τον άνθρωπο που αγαπά, τον οποίο δεν εγκρίνει η μητέρα της, μιας που δεν είναι από τη φυλή της! Η Ιλιάνα επαναστατεί με όποιον τρόπο βρίσκει, χωρίς να το πολυσκεφτεί. Και εννοείται ότι θέλει να πληγώσει τη μητέρα της, που την πληγώνει καθημερινά.

Όλα καλά και όλα ωραία ρε παιδιά και η βασική πρωταγωνίστρια στον κεντρικό ρόλο είναι πραγματική αποκάλυψη. Αλλά αυτό που δεν μου αρέσει πλέον σε καμία ταινία είναι ο εύκολος εντυπωσιασμός, ιδίως εκείνος που δεν δικαιολογείται, τα φτηνά σοκ. Σε μια σκηνή της ταινίας, λοιπόν, η Ιλιάνα πηγαίνει με τον γκόμενό της στο σπίτι του μαζί με φίλους του, στους οποίους ο γκόμενος αποκρύπτει ότι η Ιλιάνα είναι Εβραία. «Φτιάχνονται» με ναρκωτικά και μετά βάζουν μια βιντεοταινία να δουν. Τι δείχνει η βιντεοταινία; Τη σφαγή (κυριολεκτικά) Ρώσων από Τσετσένους. Το βίντεο είναι αυθεντικό, είναι σαν τα βίντεο με τους αποκεφαλισμούς που όχι πολύ καιρό πριν έβγαζε στη δημοσιότητα ο ISIS. Γιατί να μας βάλει αυτήν τη σκηνή ο σκηνοθέτης στην ταινία; Τι δικαιολογεί; Το εθνωτικό μίσος;

Μετά την προβολή του χυδαίου και αποτρόπαιου βίντεο ένας από τους φίλους του γκόμενου σχολιάζει κάτι του στιλ, και ευτυχώς που οι Ναζί έκαναν τέτοια βασανιστήρια στους Εβραίους, σχόλιο που βγάζει την Ιλιάνα από τα ρούχα της και αντιδρά! Κι όμως, πέρα από την πρόκληση και το σοκ, η σκηνή δεν χρειαζόταν, δεν εξελίσσει την πλοκή, δεν χτίζει καλύτερα τους χαρακτήρες. Είναι μια επιλογή που πέρα από αισθητικά μεμπτή, το κυριότερο είναι πως αποτελεί ηθική πρόκληση. Είναι ξεκάθαρα ανήθικη! Είναι η σκηνή που δυστυχώς συζητιέται περισσότερο από την ταινία. Κανονικά, με πολέμιους υπέρ της και εναντίον της. Εγώ είμαι σαφώς εναντίον της. Μιλάμε για πορνό θανάτου! Είπαμε: η συγκεκριμένη σκηνή δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία στο σύμπαν της ταινίας. Και χωρίς αυτήν η ταινία θα ήταν μια χαρά. Ή έστω αν ο σκηνοθέτης μας την παρουσίαζε εμμέσως, διακριτικά, και όχι για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ένας πιο μεγάλος σε ηλικία σκηνοθέτης, ένας σκηνοθέτης ώριμος και down to earth δεν υπάρχει περίπτωση να άφηνε αυτήν τη σκηνή να περάσει έτσι, να φτάσει στο κοινό...

Τέλος πάντων, ευτυχώς μένει μια τελική φράση που είναι όλη η ουσία της ταινίας. Δεν σας λέω την έκβαση του πράγματος, αν καταβάλλονται τα λύτρα, αν γυρίζει πίσω ο αδελφός και η γυναίκα του σώοι και αβλαβείς μετά από όλη αυτήν την περιπέτεια. Πάντως, μητέρα, πατέρας και Ιλιάνα πακετάρουν για να φύγουν από την πόλη, μιας που η μητέρα θεωρεί πως έχουν ντροπιαστεί όλοι εξαιτίας της συμπεριφοράς της Ιλιάνα. Και σε μια πολύ δυνατή στιγμή, όπου επιτέλους η μάνα καταλαβαίνει τη λάθος συμπεριφορά της τόσων χρόνων, κάνει μια προσπάθεια να προσεγγίσει την κόρη της, η οποία πολύ πικρά της λέει: «βρε μάνα, δεν σου έχει μείνει πια κανείς για να αγαπήσεις».

Ταινία με προβλήματα σαφώς, με μια φρικτή (αν)ήθικη επιλογή, αλλά για τον πιτσιρικά θα ακούσουμε περισσότερα πράγματα στο μέλλον κατά πως φαίνεται. Εκτός κι αν βραβεία όπως εκείνο της FIPRESCI αντί να τον προσγειώσουν, τον κάνουν να φουσκώσουν ακόμα περισσότερο τα μυαλά του.

Οι δικοί μου άνθρωποι (Tesnota) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Απριλίου 2018 από την Seven Films!
Περισσότερα... »

Barbara ΠόστερBarbara
του Mathieu Amalric. Με τους Jeanne Balibar, Mathieu Amalric, Vincent Peirani, Fanny Imber, Aurore Clément, Grégoire Colin, Marc Bodnar


Όταν μπερδεύοντας τα όρια, μπερδεύεσαι και ο ίδιος...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Αυτοαναφορικότητα: αυτή η μάστιγα

Θα ξεκινήσω με το εισαγωγικό κομμάτι της ανταπόκρισης από τις Κάννες όπου είδα τη συγκεκριμένη ταινία: Την Πέμπτη 18 Μαΐου ήταν και η επίσημη έναρξη όλων των παράλληλων προγραμμάτων – μεταξύ αυτών και του τμήματος «Ένα κάποιο βλέμμα». Οπότε, πολύς κόσμος στην αίθουσα Debussy, πολλοί επίσημοι, με την κριτική επιτροπή του τμήματος παρούσα – και ναι, η Uma Thurman, πρόεδρος της επιτροπής, μάζεψε όλο το χειροκρότημα όντας απαστράπτουσα. Εκεί ήταν και o Gilles Jacob, που έχει συνδέσει το όνομά του με το φεστιβάλ των Καννών και ο Arnaud Desplechin, του οποίου η νέα ταινία «Les fantômes d'Ismaël» αποτέλεσε την ταινία έναρξης του επίσημου προγράμματος, και δεν ακούσαμε και τα καλύτερα λόγια απ' όσους την είδαν, παρά το φοβερό καστ: Mathieu Amalric, Marion Cotillard, Charlotte Gainsbourg. Τι έκπληξη: ο Desplechin μπορεί να είναι και ο πιο υπερτιμημένος Γάλλος σκηνοθέτης των τελευταίων χρόνων! Ο Mathieu Amalric βρισκόταν επίσης στην τελετή έναρξης καθώς είναι ο σκηνοθέτης και ο πρωταγωνιστής της ταινίας Barbara. Αυτή είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο ιδιαίτερος ηθοποιός. Και τα κάνει λίγο... κουλουβάχατα. Μαζί του στη σκηνή ανέβηκε και η πρωταγωνίστριά του, Jeanne Balibar.

Barbara Poster Πόστερ
Για να συμπληρώσουμε και κάποια ακόμα πράγματα. Στις Κάννες η ταινία βραβεύτηκε με το Βραβείο Ποιητικής Αφήγησης (!!!). Η ταινία ήταν υποψήφια για εννέα βραβεία Cesar (τα γαλλικά Όσκαρ) από τα οποία τελικά κέρδισε τα δύο: καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για την Jeanne Balibar και ήχου. Τέλος, η Jeanne Balibar και ο Mathieu Amalric ήταν παντρεμένοι κι έχουν αποκτήσει μαζί δύο παιδιά.

Η υπόθεση: Η Monique Andrée Serf (γεννημένη στις 9 Ιουνίου του 1930 – απεβίωσε στις 24 Νοεμβρίου του 1997), ήταν μια διάσημη Γαλλίδα τραγουδίστρια γνωστή με το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Barbara. Το ψευδώνυμό της το πήρε από τη γιαγιά της, μια Ρωσίδα από την Οδησσό. Το τραγούδι της «L'Aigle noir» πούλησε ένα εκατομμύριο κόπιες μέσα σε 12 ώρες! Ήταν γνωστή για τη σχέση της με τον Jacques Brel. Ο Ιβ είναι ένας σκηνοθέτης τρελαμένος με την Barbara και αποφασίζει να γυρίσει μια ταινία για τη ζωή της.

 Προσλαμβάνει την Μπριζίτ, μια ηθοποιό – τραγουδίστρια κι αρχίζουν οι πρόβες και τα γυρίσματα. Η Μπριζίτ δουλεύει τον χαρακτήρα, τη φωνή, τα τραγούδια, τις παρτιτούρες, τις χειρονομίες, το... πλέξιμο, μπαίνει στο πετσί του ρόλου. Σύντομα, θα αρχίσει να ζηλεύει τον χαρακτήρα που θα ενσαρκώσει όσο αυτός μεγαλώνει μέσα της και την καταλαμβάνει, μέχρι που κανείς δεν θα μπορεί να ξεχωρίσει πια την ηθοποιό από τον ρόλο. Και ο Ιβ, μαγεμένος από το ίνδαλμά του, δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στη συγκίνηση που νιώθει καθώς κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.

Η άποψή μας: Κάτι σαν τη Dalida, έτσι; Καμία σχέση! Η Dalida και πιο γνωστή τραγουδίστρια ήταν από την Barbara και η κινηματογραφική βιογραφία που της επιφύλαξε η Lisa Azuelos είχε ολοφάνερα το βλέμμα στραμμένο στο κοινό μεν, χωρίς να κάνει συμβιβασμούς δε. Ήταν μια ταινία που είτε σου άρεσε είτε δεν σου άρεσε, μπορούσες τουλάχιστον να την παρακολουθήσεις. Ο Amalric κάνει κάτι τόσο μπερδεμένο, τόσο διανοουμενίστικο, τόσο επιτηδευμένο, τόσο... βαρετό εντέλει, που είναι να απορείς. Πάει χαράμι η παρουσία και η ερμηνεία της για άλλη μια φορά εξαιρετικής Jeanne Balibar.

Βλέπουμε ολόκληρες σκηνές και φαίνεται ότι είναι σκηνές από γυρίσματα, από τα γυρίσματα της ταινίας (ταινία μέσα στην ταινία δηλαδή). Αυτοσχεδιασμοί, αδιάφορες σεκάνς, μοντάζ ότι να'ναι, και καλά στο όνομα μιας προχωρημενιάς. Κι αν δεν ανατρέξεις τελικά στη wikipedia ή αλλαχού διαδικτυακώς, δεν βγαίνεις σοφότερος σχετικά με το ποια ήταν η Barbara! Θέλω να πω: είναι κάποιος θεατής και πάει να δει αυτήν την ταινία με τον τίτλο Barbara. Δεν γνώριζε πριν δει την ταινία ποια ήταν η Barbara. Ε, μετά το πέρας της θα συνεχίζει να μην γνωρίζει ποια ήταν η Barbara! Επομένως, σε ποιους απευθύνεται ο Amalric; Μόνο σε όσους γνώριζαν την Barbara; Της γυναίκας με τα μαύρα; Και οι υπόλοιποι; Χμ... Αποσπασματικότητα και το γνωστό πχια τι είναι ζωή και τι αναπαράσταση και πόσο το σινεμά μπορεί να «συλλάβει» την αλήθεια. Να κλείσει τη ζωή ενός ανθρώπου σε κάτι κοντά στις δύο ώρες μιας ταινίας.

Ωραία όλα αυτά αλλά τελικά... μηδέν εις το πηλίκον! Ας γυρίσει κάποιος μια... κανονική βιογραφία για τη γυναίκα, που φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα και ως προσωπικότητα και ως βίος (ομολογώ πως δεν την γνώριζα). Μέχρι και με το Aids τα έβαλε. Αλλά ο Amalric το λέει χαρακτηριστικά σε μια από τις ειλικρινείς σκηνές της ταινίας. Όχι τις... ποιητικές. Όταν τον ρωτάει η Balibar «τελικά αυτή η ταινία είναι για την Barbara ή για εσάς;» εκείνος απαντάει: «το ίδιο δεν είναι;». Ε, όχι ρε φίλε μου, δεν είναι το ίδιο...

Barbara Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 5 Απριλίου 2018 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Το κορίτσι στην ομίχλη (La ragazza nella nebbia) ΠόστερΤο κορίτσι στην ομίχλη
του Donato Carrisi. Με τους Toni Servillo, Jean Reno, Alessio Boni, Michela Cescon, Lucrezia Guidone, Jacopo Olmo Antinori, Sabrina Martina


Κοκκινομάλλες, πέστροφες και δάσκαλε που δίδασκες!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ένας, δύο, τρεις, πολλοί δολοφόνοι...

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Donato Carrisi, ένας από τους πιο γνωστούς και πετυχημένους συγγραφείς βιβλίων αστυνομικού μυστηρίου στην Ιταλία. Τα βιβλία του έχουν πουλήσει πάνω από τρία εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως! Το σενάριο τούτης της ταινίας του βασίζεται χαλαρά στο ομότιτλο βιβλίο του.

Το κορίτσι στην ομίχλη (La ragazza nella nebbia) Poster Πόστερ
Η ταινία ήταν υποψήφια για τρία βραβεία David di Donatello (τα ιταλικά Όσκαρ): καλύτερου σεναρίου, σκηνογραφίας και πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη. Τελικά, κέρδισε εκείνο του πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη. Η παγκόσμια πρεμιέρα δόθηκε στο περσινό φεστιβάλ της Ρώμης. Και οι εισπράξεις που έκανε η ταινία στην Ιταλία ξεπέρασαν τα 4 εκατομμύρια ευρώ.

Η υπόθεση: Ένας άνδρας στουκάρει το αυτοκίνητό του στο δρόμο που οδηγεί στο Αβεσό, μια μικρή πόλη στις ιταλικές Άλπεις. Είναι ο πρώην αστυνομικός ερευνητής Βόγκελ. Δεν έχει τραυματιστεί. Μα τότε, ποιανού είναι το αίμα πάνω στα ρούχα του; Ο ψυχίατρος της περιοχής, Αουγκούστο Φλόρες, καλείται από την αστυνομία να αποφανθεί για την κατάσταση του Βόγκελ. Οι δυο τους συναντιούνται για πρώτη φορά. Κι ας μην έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ο Βόγκελ ήταν ξανά στην ίδια πόλη. Είχε κληθεί να αποσαφηνίσει το μυστήριο πίσω από την εξαφάνιση μιας κοκκινομάλλας έφηβης, της Άννα Λου, λίγο πριν τον εορτασμό των Χριστουγέννων. Ο Βόγκελ αφηγείται την ιστορία της υπόθεσης στον ψυχίατρο. Είναι ένας σπουδαίος αστυνομικός, που έχει όμως το δικό του τρόπο δράσης. Χρησιμοποιεί τα μέσα μαζικής ενημέρωσης για να πετύχει τους σκοπούς του. Αυτό δεν του είχε βγει σε καλό σε μια προηγούμενη υπόθεση που είχε αναλάβει. Τα χρησιμοποιεί όμως εκ νέου για να βρει ποιος απήγαγε την Άννα Λου. Οι υποψίες του πέφτουν σε έναν καθηγητή, που πρόσφατα έχει μετακομίσει στην περιοχή, μαζί με τη γυναίκα του και την κόρη του. Θα καταφέρει να εξιχνιάσει την υπόθεση; Και μήπως οι ρίζες είναι πολύ βαθύτερες απ' όσο πιστεύει;

Η άποψή μας: Καιρό είχα να ευχαριστηθώ τόσο πολύ ένα αστυνομικό θρίλερ. Μια ταινία με τρομερή ατμόσφαιρα, φοβερό κλίμα, απίστευτο storytelling, μια ταινία που κάνει τον θεατή να είναι κυριολεκτικά γαντζωμένος στην άκρη της καρέκλας του, μια ταινία με συνεχείς ανατροπές, που ούτε μπορείς να φανταστείς πού μπορεί να σε οδηγήσει το σενάριό της, μια ταινία με όχι έναν, ούτε δύο, αλλά τρεις δολοφόνους – όλοι τους πολίτες πέραν πάσης υποψίας! Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης γνωρίζει καλά τους κανόνες του παιχνιδιού και χρησιμοποιεί όλα τα κόλπα υπέρ του. Και πέρα από το ότι καταφέρνει να παραδώσει μια απολύτως ψυχαγωγική ταινία, δεν χάνει την ευκαιρία όποτε μπορεί να προβεί και στον απαραίτητο σοσιολογικό σχολιασμό. Επίτηδες τοποθετεί το σκηνικό δράσης σε ένα ορεινό χωριό: εδώ δεν έχουμε τον μεσογειακό ήλιο να πρωτοστατεί.

Αντιθέτως, έχουμε την ομίχλη ως συνήθη κατάσταση, το παράξενο σκοτάδι, την απουσία άπλετου φωτός. Μια ομίχλη που μπαίνει και στον τίτλο – τόσο σημαντική είναι. Μια ομίχλη που θολώνει την όραση, αποπροσανατολίζει τα κοράκια, δεν αφήνει να οριοθετηθούν σαφώς το καλό και το κακό. Μια κλειστή κοινωνία όπου όλοι ξέρουν όλους. Όπου υπάρχει και μια θρησκευτική ομάδα φανατικών, οι οποίοι μια χαρά θα λειτουργούσαν στο πλαίσιο που έθεσε ο M. Night Shyamalan στο «Σκοτεινό χωριό» του. Τα ξενοδοχεία της περιοχής έχουν κλείσει το ένα μετά το άλλο, οι νέοι δεν έχουν τι να κάνουν (ένας είναι ηδονοβλεψίας-stalker, άλλη θεωρεί στόχο ζωής να εμφανιστεί στην τηλεόραση), υπάρχει απίστευτη ρουτίνα και βαρεμάρα. Κι όπως εξηγεί και ο ψυχίατρος στον επιθεωρητή, αυτή η κατάσταση στην οποία δεν συμβαίνει τίποτε, όπου εκλείπει ο φόβος του θανάτου, οδηγεί σε... αυτοκτονίες! Προφανώς, όμως, οδηγεί και σε άρρωστες ψυχοπαθολογίες. Ο Carrisi ελέγχει άψογα το υλικό του και είναι τόσο σίγουρος γι' αυτό, νιώθει τόση αυτοπεποίθηση, που δεν κωλώνει να πάρει και αφηγηματικά ρίσκα.

Εξηγούμαι: μην περιμένετε φρενήρεις ρυθμούς αλά αμερικάνικη τηλεόραση! Εννοείται, βεβαίως, πως δεν έχουμε να κάνουμε και με ρυθμούς Αγγελόπουλου από το «Τοπίο στην ομίχλη», προς Θεού. Αλλά δεν βιάζεται ο σκηνοθέτης. Το τρελό είναι πως κάθε τέταρτο με εικοσάλεπτο αλλάζει το φόκους, ενσωματώνονται νέοι χαρακτήρες που οδηγούν την ιστορία αλλού. Κι όμως, όλο αυτό δεν μπερδεύει τον θεατή, ίσα ίσα, τον ιντριγκάρει περισσότερο. Και το χρονικό πλαίσιο της αφήγησης αλλάζει, γι' αυτό αρχικά ο θεατής πρέπει να έχει το νου του: ο χρόνος δεν κυλάει γραμμικά στην ταινία. Λέγονται πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για το ρόλο των κακών στην τέχνη (και δη, στη λογοτεχνία και το σινεμά ειδικότερα, αλλά και στα βιντεογκέιμς), για το ότι ουσιαστικά δεν υπάρχει παρθενογένεση όχι μόνον στην τέχνη αλλά και στα εγκλήματα (!!!), στηλιτεύεται ο ρόλος της τηλεόρασης (που και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την αστυνομία και άλλους κατασταλτικούς θεσμούς προς ίδιον όφελος αλλά και χειραγωγεί και μπορεί να καταστρέψει ανθρώπους και συνειδήσεις αν το επιθυμεί, αν ο στόχος που διακυβεύεται είναι η υψηλή τηλεθέαση), το κυριότερο όμως είναι ότι έχουμε να κάνουμε με αγνό, ανόθευτο, λαϊκό, μεγάλων επιδόσεων σινεμά, ατόφιο ρε παιδί μου, πως το λένε.

Εντάξει, δεν λείπουν και τα αδύναμα σημεία στο σενάριο, που τα τρώει η... ομίχλη (ότι υπάρχει σε αυτήν την παρένθεση μπορεί εν δυνάμει να είναι σπόιλερ, οπότε, ειδικά αυτήν την παράγραφο ας την αποφύγουν όσοι θέλουν να δουν την ταινία χωρίς να προετοιμάζονται για τις εκπλήξεις: α) είναι ένα κεράτωμα αρκετό για να μετακομίσει κάποιος, να χαθούν χρήματα από τον οικογενειακό προϋπολογισμό – δεν εξηγείται επαρκώς το πως γίνεται αυτό - και να σκεφτεί άλλους τρόπους για να τα 'κονομήσει; β) είναι δυνατόν ένας τόσο ευφυής αστυνομικός να μην γνωρίζει – έστω και στα ιταλικά αντίστοιχα – την παροιμία «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού»; γ) δεν είναι νεφελώδες το όλο θέμα ψυχίατρος – καρδιακή προσβολή – πέστροφες και τα λοιπά; - εδώ κλείνει η παρένθεση). Ο Servillo «κεντάει» στο ρόλο του αστυνομικού και δίνει ένα έξτρα μπόνους σε ότι αφορά την παρακολούθηση της ταινίας. Μιας ταινίας που ναι, ίσως το παρακάνει με τις ανατροπές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πιάνεις τον εαυτό σου να λέει «αυτό δεν θα συνέβαινε ποτέ στην πραγματικότητα».

Ναι, είναι απλώς μια ταινία, αλλά τι ωραία ταινία φίλε μου.

Το κορίτσι στην ομίχλη (La ragazza nella nebbia) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Μαρτίου 2018 από την Spentzos Films!
Περισσότερα... »

Ready Player One Poster ΠόστερReady Player One
του Steven Spielberg. Με τους Toby Kebbell, Maggie Grace, Ryan Kwanten,Ralph Ineson, Melissa Bolona, Ben Cross


I get up, and nothin' gets me down
του zerVo (@moviesltd)

Ειλικρινά το έχω σκεφτεί πάρα πολλές φορές και την ιδέα μου την έστειλε συστημένη Εκείνος, χάρη στις λεωφόρους φαντασίας που άνοιξε στην συλλογιστική μου. Να υπήρχε, λέει, ένα μαγικό χέρι, που θα καταφέρει να εισχωρήσει στα κινηματογραφικά κιτάπια και με μια επιδέξια κίνηση, να διαγράψει μονοκοντυλιά όλο του το Έργο. Τίποτα πια, νάδα, σαν να μην υπήρξε ποτέ Μούσιας, σαν να μην έπιασε κάμερα στο χέρι, ούτε να στρογγυλοκάθισε στην πολυθρόνα με τα χιαστί ξύλα και τα δυο κάθετα πανιά. Μιλάμε για ταυτόχρονη διαγραφή ενός μεγάλου κομματιού της ζωής μου, γιατί αυτός εδώ ο τύπος έχει καταφέρει το εκπληκτικό επίτευγμα να ενώσει με έναν τρόπο μαγικό, τα λεγόμενα του στο εκράν με την ψυχή. Κι όχι μόνο την δική μου φαντάζομαι...

Εκτός και ήμουν μόνον εγώ που ακόμη και σε πισίνα, με τρόμο διέκρινα πτερύγια καρχαρία μια φορά κι έναν καιρό. Ή ο μοναδικός που κολύμπησε σε ένα ποτάμι δάκρυα, αντιλαμβανόμενος την απόγνωση του να βρίσκεσαι ως διαφορετικός, απομονωμένος και ανήμπορος σε τόπο ξένο κι αλαργινό. Με αντίτιμο ενός και μόνο μπιλιέτου, με δίδαξε να μπορώ να επικοινωνώ με τον άγνωστο απέναντι μου, με τέσσερις μόνο συλλαβές, με τέσσερις απλούστατες νότες. Με έμαθε να μην το βάζω κάτω, ακόμη και στις πιο αντίξοες και εχθρικές συνθήκες και να χρησιμοποιώ λογική, σύνεση, ευστροφία και ότι κρύβει το δερμάτινο δισάκι μου. Με έπεισε, σοβαρεύοντας την έκφραση του προσώπου του, πως η παράδοση ενός λαού είναι η σημαντικότερη κληρονομιά του και το σβήσιμο της ιστορικής μνήμης, ισούται με τον κατακερματισμό του. Με καθοδήγησε στο πως αν ακολουθώ το μονοπάτι της αλήθειας, που σίγουρα θα είναι το πιο δύσβατο, ίσως και το λιγότερο πετυχημένο ανταποδοτικά, σίγουρα όμως θα είναι εκείνο που θα με κάνει να κοιμάμαι ήρεμος και γαλήνιος τα βράδια. Και θα μπορούσα να μιλάω ώρες, ημέρες, μήνες, για όσα μου έχει προσφέρει και δεν θα είχα σαν εφόδια δίχως την εκ της οθόνης μακρόθεν παρουσία του, μην στεκόμενος απλώς στα προφανή ονειρικά, περιπετειώδη και φαντασμαγορικά που ενορχήστρωσε η μπαγκέτα του. Δεν ξέρω μοναχά, για πόσο καιρό ακόμη θα έχω αυτή την μοναδική ευτυχία, σε κάθε νέο του έργο, αφήνοντας πίσω την σκοτεινή αίθουσα να του στέλνω το νοερό SMS: "Thanx 4 All Mr Spielberg!"

Ready Player One Quad Poster Πόστερ
Κόσμος 2045. Απογοητευμένος από την μίζερη τροπή που έχει πάρει η στείρα καθημερινότητα του, σε κοινωνίες πάμφτωχες και γκρεμισμένες από τους συνεχείς πολέμους, ο πληθυσμός βρίσκει διέξοδο στην εικονική πραγματικότητα του Κυβερνοχώρου, εκεί που έχει την δυνατότητα να πραγματοποιήσει ακόμη και το πιο απίθανο όνειρο του: Από το να σκαρφαλώσει στα Ιμαλάια με συνοδοιπόρο τον Μπάτμαν, ίσαμε να κάνει σκι πάνω στις χιονισμένες πλαγιές των Πυραμίδων της Γκίζας. Με το αζημίωτο βέβαια, αφού η πραγμάτωση της κάθε προσωπικής φαντασίωσης, μέσω των ψηφιακών μοναδικών αντιγράφων του καθενός, κοστίζει πανάκριβα, γεγονός που έχει αποφέρει μια περιουσία στους εμπνευστές και δημιουργούς του VR ψεύτικου κόσμου OASIS, Μόροου και Χάλιντει. Ο τελευταίος, μάλιστα, φρόντισε λίγο πριν εγκαταλείψει τα εγκόσμια βαριά άρρωστος, να προκαλέσει ακόμη περισσότερο το εθισμένο κοινό, ορίζοντας τρεις κρυφές πίστες στο βίντεο παιχνίδι, που όποιος χειριστής του καταφέρει και τις ξεκλειδώσει θα γίνει αυτόματα ο κληρονόμος της αμύθητης περιουσίας του, αποκτώντας το μερίδιο των μετοχών στον τεχνολογικό κολοσσό της Gregarious Games και συνάμα την ιδιοκτησία του δημοφιλούς τίτλου.

Κανείς όμως μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να σπάσει τους κώδικες, χρησιμοποιώντας τις υποδείξεις του μεγαλοφυούς πλάστη. Ανάμεσα στα εκατομμύρια των χρηστών που οραματίζονται να ανοίξουν τις μυστικές πύλες του OASIS και ο μοναχικός νεαρός Γουέιντ Γουότς, ορφανός από γονείς κάτοικος της φαβέλας του Κολόμπους στο ισοπεδωμένο Οχάιο, που ξοδεύει όλη του την ημέρα φορώντας το σκάφανδρο που τον εισάγει στον ψηφιακό κόσμο. Χρησιμοποιώντας το άβαταρ του ριψοκίνδυνου μαχητή Πάρζιβαλ o 18χρονος βάζοντας σε μια τάξη τις πληροφορίες που έχει στην κατοχή του, θα πετύχει να φτάσει πρώτος από όλους στο αρχικό κλειδί, γεγονός που θα τον εκτοξεύσει στον βαθμολογικό πίνακα των συμμετεχόντων, ανεβάζοντας συνάμα και την δημοτικότητα του. Ένα γεγονός που η ανήθικων πρακτικών τεχνολογική μπράντα ΙΟΙ του φιλόδοξου επιχειρηματία Νόλαν Σορέντο, που χρησιμοποιεί υπό καθεστώς σκλαβιάς μυριάδες υπερχρεωμένους πολίτες σαν παίκτες ελπίζοντας να φτάσει πρώτη στο έπαθλο, δεν θα δει με καθόλου καλό μάτι...

Σε αυτό το μουντό και συννεφιασμένο περιβάλλον του κοντινού μέλλοντος, που οι ψυχές των ανθρώπων έχουν αποξενωθεί σε σημείο τέτοιο ώστε να μην έχει ιδιαίτερο νόημα η αληθινή επαφή, παρά να μοιάζει πολύ πιο ενδιαφέρουσα η σχεδιασμένη, ιλουστρασιόν, πρακτικά ακίνδυνη αν τιγκάτη στην αδρεναλίνη, παραμυθένια του videogame, μας ταξιδεύει η κάμερα του Ready Player One. Έργου που στηρίζεται και όχι μεταφέρει στο πανί, το sci fi συγγραφικό πόνημα του φημισμένου μυθιστοριογράφου Ernest Cline από το 2011 και που στην ουσία τοποθετεί στην καρέκλα του βασικού του παίκτη τον θεατή του, δίνοντας του αποξαρχής το τζόιστικ για να αναζητήσει κι αυτός, παρέα με εκατομμύρια άλλους ακόμη, το Ιερό Δισκοπότηρο του Χάλιντει, που θα τον αναδείξει σε μεγάλο πρωταθλητή και κάτοχο του μυθικού τροπαίου.

Για να συμβεί όμως κάτι τέτοιο, η πορεία που θα πρέπει να ακολουθήσει έχει άμεσο συσχετισμό με την συλλογιστική εκείνου που το συνέθεσε, εφόσον οι πίστες και τα επίπεδα είναι κτισμένα με γνώμονα τις εμπειρίες, τις θύμησες και τα προσωπικά του βιώματα. Όσο πιο πολύ κάποιος εισχωρεί στο δαιμόνιο μυαλό του τρελοεπιστήμονα, τόσο αυξάνονται και οι πιθανότητες να επιλύσει τους γρίφους και να πάει παραπέρα στο παιχνίδι. Συνεπώς αυτόματα θα κληθεί να να λειτουργήσει νοσταλγικά, με άξονα σκεπτικής στο όμορφο κάποτε παρελθόν και όχι με βάση τις άδειες, κενές, φτωχές σε κουλτούρα εικόνες του περιοριστικού παρόντος. Βούτυρο στο ψωμί μας! Την ταινία έχει αναλάβει να την φέρει εις πέρας ο μετρ της πονικής επαναφοράς στο κάποτε Steven Spielberg. Κι αυτό θα επιχειρήσει να το πράξει με τον ολόδικο, αποκλειστικό του τρόπο...

Συνοστίζωντας σε ένα πλήρες πακέτο αναμνήσεις δικές του, από τότε που έπιασε για πρώτη φορά στα χέρια του μηχανή λήψης, αλλά και εικόνες που έζησε δίπλα σε αναγνωρισμένους τόσο από τον ίδιο, όσο και από την κοινή γνώμη, σπουδαίους συναδέλφους του, καμαρώνοντας την δική τους δουλειά στα σετς. Συνέπεια τούτου, στο δισυπόστατης κοψιάς ετούτο έργο, που το μισό (και λιγότερο) λαμβάνει χώρα στον αληθινό κόσμο και το έτερο ήμισυ στο ψηφιοποιημένο animation, είναι να μην υπάρχει ούτε λεπτό πλάνου που να μην συμβαίνει κατάθεση στεφάνου σε κάτι που εντυπωσίασε τον σκηνοθέτη σε όλη αυτή την κοντά μισού αιώνα πορεία. Και που ακόμη και ο σημαντικότερος γνώστης και θαυμαστής των όσων έχει καταφέρει στην Έβδομη Τέχνη, δεν θα πετύχει να ορίσει τον πλήρη κατάλογο τους, τουλάχιστον στην πρώτη ανάγνωση. Πρόκληση θα έλεγα, για το πότε θα βρεθεί εκείνος που θα απαριθμήσει πλήρως τις αναφορές (ειδικά τις φιλμικές) που προσπαθεί το Player 1.

Αυτή η απόπειρα του Μάγου έχει σαν αποτέλεσμα την οθόνη να την διαπερνά ακατάπαυστα ένα ηλεκτροφόρο κύμα πληροφοριών που σκεπάζει μόνιμα την πλατεία, δίνοντας της το έναυσμα να κατανοήσει πως η ψυχαγωγία του, ακόμη κι εκείνη που έχει θαφτεί σε χρόνιο λήθαργο κάπου στην μνήμη, ορίζει το μονοπάτι για την απόδραση και την διέξοδο. Και το φαινομενικό, το κίβδηλο μα ενίοτε προκλητικά ελκυστικό, μπορεί να παίξει σαν ένα υπέροχο εργαλείο για όποιον μπορέσει να το χειριστεί με φειδώ και σύνεση και ουχί με βουλιμικό τρόπο, προς επίτευξη ενός βραχυπρόθεσμου σκοπού. Οι παρεμβάσεις του δε στο ορίτζιναλ κείμενο του Cline, είναι τόσο καίριες, ώστε να κατορθώνει να εκτοξεύσει τις λέξεις που ανταποκρίνονται σε μια εικόνα, από χίλιες, σε χιλιάδες. Μάστορας λέμε, όχι αστεία!

Και με φαντασία οργιώδη και αχαλίνωτη, που πετυχαίνει να μιξάρει σε σώμα ένα οτιδήποτε θα μπορούσε να σκεφτεί ένα φανατικός σινεφίλ, ένας οπαδός του σινεμά της φαντασίας και του ονείρου. Μαι επιλογή από τα best of της καλλιτεχνικής του δράσης και πείρας κάνει ο Beard και την ανακατεύει στο μούλτι κατά τέτοιο τρόπο που νομίζεις πως μέσα στο δίωρο θα παρελάσει μπρος σου, το συντριπτικό ποσοστό της κινηματογραφικής, παιχνιδιάρικης και λαϊκά κουλτουριάρικης ιστορίας. Κι εκεί επέρχεται ο θρίαμβος. Βήμα με το βήμα, stage με το stage - για το μεσιανό επίπεδο, που παίζει εκεί σε ένα ψυχρό πανδοχείο, κάπου στα αποκομμένα βουνά, δεν θέλω να αναφερθώ, όχι προς αποφυγή αποκάλυψης σπόιλερς, μα διότι δεν έχω ακόμη συνέλθει από την γιγάντια έκπληξη - η συντροφιά των πέντε παικτών, που έχουν ενώσει δυνάμεις, τόσο σε VR όσο και στ αλήθεια, πιάνει το ουσιαστικό νόημα και μπαίνει στην τελική ευθεία έχοντας υπεροχή και πλεονέκτημα για να κόψει πρώτη το νήμα.

Υπέροχη κινηματογράφηση από τον Kaminski που πλέον έχει δοκιμαστεί παντού και τα έχει φέρει εις πέρας με μηδενικό ψέγος, κασέτα με σάουντρακ βγαλμένο από τις πιο χιτάτες εκπομπές των 80s FM, ιδανικές ερμηνευτικές επιλογές, τόσο για τον νεαρόκοσμο που υποδύεται τους έφηβους προς ενηλικίωση players, όσο και για τους πιο έμπειρους ηθοποιούς, από τους οποίους πολύ λογικά, ο Rylance αποσπά το πιο πολύ παλαμάκι, αποδίδοντας κάτι ενδιάμεσα σε Στιβ Τζομπς και Δόκτορα Έμμετ Μπράουν.

Φόρος τιμής σε ένα ονειρικό ποπ καλλιτεχνικό παρελθόν, διάρκειας 120 ρυθμικών και ακατάπαυστα εκρηκτικών λεπτών είναι το Ready Player One, δια χειρός εκείνου που δικαιούται όσο κανείς άλλος να τον στεφανώνουν ως μέντορα οι νεότεροι του. Που μέσα από πλάνα φίσκα σε γνώριμα hints and tips, ξυπνητήρια ατομικών εμπειριών του καθενός, ο μετρ υποκλίνεται σε καθένα τους ξεχωριστά, για να αποδείξει πως ο θαυμασμός υπερτερεί της εμμονής. Τον καταλαβαίνω τον Spielberg, δεν φθονεί ούτε κακοζηλεύει, παρά καμαρώνει! Θα το ήθελε πολύ να είχε πλημμυρίσει εκείνος πρώτος τον σινεμά με πηχτό, άλικο υγρό, χυμένο από τις κάνουλες των ασανσέρ, μα άλλος είχε δαύτη την τιμή. Γι αυτό και - μεταξύ πολλών άλλων ακόμη τιμώμενων εδώ - τον δοξάζει. Μέγας!

Ready Player One Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Μαρτίου 2018 από την UIP!
Περισσότερα... »

Σκοτεινός ποταμός (Dark River) ΠόστερΣκοτεινός ποταμός
της Clio Barnard. Με τους Ruth Wilson, Mark Stanley, Shane Attwooll, Dean Andrews, Mike Noble, Joe Dempsie, Sean Bean


Δεν έχω στόμα και πρέπει να ουρλιάξω
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Επουλώνονται ποτέ τα βαθιά τραύματα;

Αυτή είναι η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η Clio Barnard μετά το ντοκιμαντέρ «Arbor» (2010) και την ταινία μυθοπλασίας «Ο εγωιστής γίγαντας» (The Selfish Giant, 2013). Η ταινία έδωσε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Τορόντο, ενώ συμμετείχε στα φεστιβάλ του Λονδίνου και του Τουρίνου.

Σκοτεινός ποταμός (Dark River) Poster Πόστερ
Το σενάριο της ταινίας Σκοτεινός ποταμός (Dark River) το υπογράφει η ίδια η Barnard, η οποία αναφέρει ως πηγή έμπνευσής της το βιβλίο της Rose Tremain «Trespass». Ο δε τίτλος της ταινίας προέρχεται από το φημισμένο ποίημα του Ted Hughes. «Dark River»: “Any moment now, a last kick And the dark river will fold it away”

Η υπόθεση: Η Άλις επιστρέφει στη γενέτειρά της, μετά τον θάνατο του πατέρα της, για πρώτη φορά μετά από δεκαπέντε χρόνια. Εκεί, θα έρθει αντιμέτωπη με τον αδερφό της, τον οποίο μετά βίας αναγνωρίζει. Όχι, εννοείται, ως εμφάνιση, αλλά ως χαρακτήρα. Κουρασμένος από τις προσπάθειες χρόνων να διατηρήσει το οικογενειακό αγρόκτημα, είναι πλέον αποφασισμένος να το πουλήσει, προς μεγάλη έκπληξη κι απογοήτευση της αδερφής του. Η διαφωνία τους θα φέρει στην επιφάνεια τραυματικές μνήμες για την Άλις, οι οποίες ήταν αδρανείς για χρόνια. Θα καταφέρουν τα αδέρφια να προχωρήσουν μπροστά ή τα γεγονότα του παρελθόντος θα στοιχειώνουν για πάντα το μέλλον τους;

Η άποψή μας: Την αρχή την έκανε η ταινία «The Levelling» της Hope Dickson Leach, την οποία είδαμε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2016. Ακολούθησε η ταινία «Του Θεού η χώρα» (God's Own Country) του Francis Lee, την οποία είδαμε στο περσινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ενώ είχε και διανομή, επομένως και εμπορική προβολή σε κάποιες αίθουσες της χώρας μας. Προϋπήρξε όλων το «The Goob» (2014) του Guy Myhill. Και τώρα είναι η σειρά τούτης της ταινίας.

Όλες βρετανικές παραγωγές, δράματα που λαμβάνουν χώρα στη σύγχρονη επαρχιακή Αγγλία, σε φάρμες. Τυχαίο; Δεν νομίζω. Κάτι ωθεί ταλαντούχους σκηνοθέτες της Γηραιάς Αλβιόνας να ομφαλοσκοπήσουν, να βγουν στην ύπαιθρο, να αναδείξουν δράματα που έχουν να κάνουν με την πρωτογενή παραγωγή, με την αρχέγονη σχέση του ανθρώπου με τη γη και τα παραγωγικά ζώα. Η Barnard είχε γοητεύσει τους πάντες με την συγκλονιστική προηγούμενη ταινία της. Εδώ τα πράγματα δεν της προέκυψαν όσο καλά θα τα ήθελε. Είναι φως φανάρι πως τούτη είναι μια πολύ πιο φιλόδοξη ταινία, το τελικό αποτέλεσμα όμως δεν δικαιώνει τις προσδοκίες.

Και το πρόβλημα, όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, έχει να κάνει με το σενάριο – και λίιιιιγο ευθύνεται και το μοντάζ. Σκηνοθετικά, η Barnard δεν τα πάει άσχημα, ίσα ίσα. Βγάζει μια σπουδαία ερμηνεία από τη δημοφιλή (λόγω της συμμετοχής της στο τηλεοπτικό σίριαλ «The Affair») Ruth Wilson, που βγάζει τη σκληράδα ενός working girl το οποίο μπήκε από νωρίς στα βάσανα της βιοπάλης αλλά και το εύθραυστο μιας φοβισμένης γυναίκας η οποία κουβαλάει ένα τραύμα τεραστίων διαστάσεων από την εφηβική της ηλικία. Στα ίσα την παίζει ο συμπρωταγωνιστής της, Mark Stanley, στο ρόλο του αδελφού της, του Τζο, ο οποίος, αν σας θυμίζει κάτι η φάτσα του, είναι επειδή έπαιζε στο «Game of Thrones» (υποδυόταν τον Grenn στις τέσσερις πρώτες σεζόν, μέλος των Night's Watch). Κι άλλα μέλη του καστ έπαιζαν στο «Game of Thrones»: ο Joe Dempsie, που υποδύεται στην ταινία τον Ντέιβιντ, παλιό φλερτ της Άλις, στο «GoΤ» παίζει τον Gendry, τον νόθο γιο του πρώην βασιλιά Robert Baratheon και εν δυνάμει διεκδικητή του Σιδερένιου Θρόνου. Και βέβαια, έχουμε και τον Sean Bean, που υποδύεται σε φλασμπάκ τον πατέρα της Άλις και στο «GoT» έπαιζε τον Ned Stark, που το... έφαγε το κεφάλι του νωρίς, στην πρώτη μόλις σεζόν!

Ερμηνευτικά, λοιπόν, το εγχείρημα πιάνει υψηλές επιδόσεις. Οι οποίες όμως πέφτουν στο κενό. Κι αυτό επειδή η Barnard παίζει με τον θεατή ένα παιχνίδι γάτας με ποντίκια, όπου όμως τα πάντα είναι... σικέ. Θέλω να πω, από νωρίς ακόμα και ο λιγότερο εξοικειωμένος θεατής καταλαβαίνει για ποιον λόγο η Άλις έφυγε από το σπίτι της κι έμεινε μακριά από αυτό για 15 ολόκληρα χρόνια και γύρισε σε αυτό μόνον όταν πέθανε ο πατέρας της. Η σκηνοθέτιδα όμως, είπαμε, θέλει να παίξει και μας παρουσιάζει συνεχόμενα, ελλειπτικά φλασμπάκ, που δείχνουν τη δυναμική της σχέσης τόσο της νεαρής Άλις με τον αδελφό της όσο και με τον πατέρα της. Θέλει να δημιουργήσει ατμόσφαιρα και σασπένς; Θέλει να είναι λιτή και να υπονοήσει όσα δεν θέλει να ξεστομίσει; Θέλει να αποφύγει ενδεχομένως την περίπτωση να κατηγορηθεί για εκμετάλλευση μελοδραματικά του κεντρικού αυτού θέματος;

Πάντως, η επιλογή της σακατεύει το φιλμ. Όπως και η απουσία της μητέρας, που δεν υπάρχει σε κανένα φλασμπάκ, ούτε γνωρίζουμε πως και με ποιον τρόπο εξαφανίστηκε από τη ζωή της κόρης, του γιου, της οικογένειας. Και οι επιλογές στο μοντάζ δείχνουν πως μάλλον αλλού το πήγαινε το καράβι η Barnard και αλλού κατέληξε, οπότε πέρα από τον ελλειπτικό τρόπο παρουσίασης, που αποτελεί αισθητική και μοραλιστική επιλογή, υπάρχουν νοητικά κενά. Κρίμα. Γιατί η «εχθρότητα» ανάμεσα στα δύο αδέλφια παρουσιάζεται με μπόλικο ενδιαφέρον. Είναι δύο διαφορετικοί άνθρωποι. Εκείνη θέλει επιτέλους να ριζώσει σε αυτό που γνώρισε ως σπίτι της, παρά τα πολλά χρόνια απουσίας σε... περιοδείες ανά τον κόσμο, πάντα δουλεύοντας σε δουλειές που είχαν να κάνουν με τα πρόβατα – και να στείλει στο διάβολο το τραυματικό παρελθόν. Εκείνος έχει κουραστεί και θέλει να γλυτώσει από όλα αυτά. Ήθελε να προστατέψει την αδελφή του. Μετά της κάκιωσε που τον άφησε μόνο του, να τραβήξει όλο το λούκι. Και μετά την προστατεύει ξανά, όταν σχεδόν σε παραίσθηση εκείνη, προβαίνει σε μια πράξη, που δεν δικαιολογείται με κανέναν τρόπο. Δεν πετυχαίνει το σενάριο, το μοντάζ, το πως γυρίζεται η συγκεκριμένη σκηνή, να πείσει τον θεατή πως το παλιό τραύμα οδηγεί στο παρόν της ταινίας σε έναν εκτός τόπου και χρόνο πυροβολισμό. Κι αν, εντάξει, το παλιό τραύμα θολώνει την κρίση της Άλις, το πως προσπαθεί να... σβήσει τα ίχνη της πράξης της, τη μειώνει στα μάτια του θεατή. Χάνει το ηθικό πλεονέκτημα.

Κρίμα. Κρίμα για τις καλές ερμηνείες. Κρίμα για την υπέροχη διεύθυνση φωτογραφίας. Κρίμα για το πολύ όμορφο τραγούδι της PJ Harvey «An Acre of Land», διασκευή πάνω σε ένα παραδοσιακό, αγγλικό κομμάτι. Χαμένη ευκαιρία.

Σκοτεινός ποταμός (Dark River) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Μαρτίου 2018 από την Strada Films!
Περισσότερα... »

Μια νέα γυναίκα (Jeune femme) ΠόστερΜια νέα γυναίκα
της Léonor Serraille. Με τους Laetitia Dosch, Grégoire Monsaingeon, Souleymane Seye Ndiaye, Léonie Simaga, Nathalie Richard, Erika Sainte, Audrey Bonnet


… μόνη, ψάχνει – και ψάχνεται!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ο φεμινισμός ως βιωματική εμπειρία

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η Léonor Serraille. Πρόκειται για μια γυναικεία ταινία στην κυριολεξία, αφού όλο το συνεργείο απαρτίζεται από γυναίκες επαγγελματίες, όπως η διευθύντρια φωτογραφίας, η μουσικοσυνθέτης, η μοντέζ, η παραγωγός, οι σχεδιάστριες ήχου, καθώς και η σκηνογράφος!

Μια νέα γυναίκα (Jeune femme) Poster Πόστερ
Η ταινία Μια νέα γυναίκα (Jeune femme) έκανε πρεμιέρα στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα». Στις Κάννες τιμήθηκε με τη Χρυσή Κάμερα, το βραβείο δηλαδή που δίνεται σε ταινία πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, ταινία που συμμετέχει σε οποιοδήποτε από τα πολλά τμήματα του φεστιβάλ! Στη συνέχεια προβλήθηκε, ανάμεσα σε άλλα, στα φεστιβάλ Λονδίνου, Κάρλοβι Βάρι, Βιέννης, Αμβούργου, Μπουσάν στη Ν.Κορέα, Σαράγεβο, αλλά και στη Στοκχόλμη, όπου κέρδισε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας. Στην Ελλάδα η ταινία έκανε την πρεμιέρα της στο πρόσφατο φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου (στην αθηναϊκή του έκδοση)! Η πρωταγωνίστρια της ταινίας, Laetitia Dosch, βραβεύθηκε πρόσφατα με το Βραβείο Λιμιέρ (οι γαλλικές Χρυσές Σφαίρες) για την ερμηνεία της.

Η υπόθεση: Απογοητευμένη ερωτικά, χωρίς χρήματα, με παρέα μόνο μια γάτα και τις φιλικές πόρτες να κλείνουν η μία μετά την άλλη, η νεαρή Πόλα επιστρέφει στο Παρίσι μετά από μεγάλη απουσία. Τυχαίες και μη συναντήσεις θα τη φέρουν σε επαφή με διαφορετικούς ανθρώπους, κυρίως όμως με τις πραγματικές επιθυμίες και τα όνειρά της σε μια ατίθαση, επίμονη προσπάθεια να ξαναστήσει τη ζωή της με τους ολότελα δικούς της όρους.

Η άποψή μας: Πολά Σιμονιάν: Κοκκινομάλλα. Με ένα μάτι καστανό κι ένα γαλάζιο, κατάσταση που ονομάζεται ετεροχρωμία. Δέκα ολόκληρα χρόνια ζούσε μαζί με τον Ζοακίμ στο Μεξικό. Καλλιτέχνης εκείνος, η μούσα του εκείνη. Φραγκάτος εκείνος, χωρίς να έχει χρειαστεί να δουλέψει ποτέ κατά πως φαίνεται εκείνη. Ζευγάρι. Κάποια στιγμή έρχεται ο χωρισμός. Η Πολά δεν το(ν) δέχεται. Γυρίζει στο Παρίσι, πηγαίνει στο διαμέρισμα του πρώην αγαπημένου της. Ουρλιάζει. Θέλει να της ανοίξει. Καμία απάντηση. Σπάζει το κινητό της στην πόρτα του. Χτυπάει το κεφάλι της στην πόρτα του. Αιμορραγεί. Πηγαίνει στο νοσοκομείο. Και στα πρώτα πέντε λεπτά αυτής της ταινίας μαθαίνουμε όλο το πλαίσιο του τι περίπου είναι η Πολά, ποιο είναι το μπαγκράουντ της, ποια η σχέση της με την οικογένειά της, το ότι θεωρεί τον εαυτό της ειλικρινή κι όχι έξυπνο, το ότι μισεί το Παρίσι και τη Γαλλία, το ότι δεν θέλει να είναι αθάνατη αλλά πάνω απ' όλα επιθυμεί να τολμήσει να είναι θνητή.

Η κάμερα φιξάρεται πάνω στην Laetitia Dosch και καταλαβαίνουμε ότι μπροστά μας έχουμε μια σπουδαία ηθοποιό σε μια εξαιρετική, δυναμική, τρομερή «take no prisoners» ερμηνεία. Που υποδύεται μια νέα γυναίκα, η οποία πιάνει πάτο! Που γονατίζει. Θα μείνει κάτω στην υπόλοιπη ζωή της ή θα σηκώσει – επιτέλους – ανάστημα; Η Serraille κάνει πολλά πράγματα σωστά και επιδεικνύει ωριμότητα έμπειρου δημιουργού, που έχει φάει με το κουτάλι τη νουβέλ βαγκ! Δεν κρίνει ηθικά την ηρωίδα της. Την βλέπει στην προσπάθειά της να σταθεί στα πόδια της και την παρατηρεί με εξονυχιστικό τρόπο. Η Πολά δεν λείπει από κανένα πλάνο της ταινίας. Την βλέπουμε στα πολύ κάτω της, τη βλέπουμε στα πάνω της. Τη βλέπουμε να λέει ψέματα (ή μάλλον να μην λέει την αλήθεια, κι ας το προσπαθεί), να ζητιανεύει χρήματα, να ψάχνει για δουλειά, να αποκρούει ερωτικές επιθέσεις ενώ το μόνο που θέλει είναι να χορέψει, να προσπαθεί να τα ξαναβρεί με τη μητέρα της, κυρίως όμως να προσπαθεί να γυρίσει στην αγκαλιά του πρώην εραστή της!

Βρε μανία! Λες και δεν υπάρχει χωρίς αυτόν. Το λέει εξάλλου και η ίδια: «Για εκείνον ήμουν τα πάντα. Τώρα είμαι ένα τίποτα». Για μπάστα όμως. Κάποια στιγμή, θα ξυπνήσει. Κάποια στιγμή, θα συνειδητοποιηθεί. Κάποια στιγμή, θα καταλάβει πως είναι ολοκληρωμένος άνθρωπος, χωρίς ανάγκη από δεκανίκια για να υπάρχει. Μπορεί και χωρίς αυτόν! Πότε θα γίνει αυτό; Όταν θα κληθεί να διαχειριστεί τα μητρικά της ένστικτα. Από τη μια, δουλεύοντας ως μπέιμπι σίτερ (χωρίς καμία προηγούμενη εμπειρία) και από την άλλη καλούμενη να σκεφτεί την περίπτωση να γίνει βιολογικά μητέρα. Εκεί λοιπόν κάτι φωτίζει μέσα της. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχει πιάσει κι αλλού δουλειά, ότι βγάζει χρήματα, ότι έχει σχέσεις με τους συναδέλφους της, ιδίως με έναν αφρικανικής καταγωγής φύλακα, την οδηγεί αργά, σταδιακά, στην ανεξαρτησία της. Και στη χειραφέτησή της.

Το τελικό αποτέλεσμα είναι συναρπαστικό και μόνο για την ερμηνεία της Dosch, που μαγνητίζει το βλέμμα κι ας μην την κολακεύει πάντα ο φακός της σκηνοθέτιδάς της. Εξάλλου, δεν είναι αυτός ο σκοπός της. Να το πούμε κι αυτό όμως: η ταινία δεν στερείται προβλημάτων. Θέλω να πω, η Πολά χειραφετείται, ορίζει πλέον η ίδια τον εαυτό της, όλα πολύ καλά. Αυτό όμως γίνεται τυχαία! Καμία διαδικασία να το ψάξει η ίδια – τόσο με ενδοσκόπηση όσο και οργανωμένα, εξωστρεφώς. Κι όλα εκκινούν από τον... χωρισμό της! Άρα, από την απόρριψή της από έναν άνδρα. Που αν δεν την απέρριπτε θα συνέχιζε αμέριμνη κι... ευτυχισμένη στο ρόλο της ερωμένης. Έτσι το κατάλαβα, μπορεί να κάνω και λάθος. Επίσης, καλή είναι η ελλειπτική παρουσίαση καταστάσεων αλλά μερικές φορές χρειάζεται κάτι παραπάνω. Θέλω να πω, η όλη σχέση της Πολά με τη μητέρα της: γιατί βρέθηκαν στη συγκεκριμένη κατάσταση; Γιατί δεν θέλει η μητέρα της την Πόλα; Ποτέ δεν μαθαίνουμε – δεν τη νοιάζει τη σκηνοθέτιδα κάτι τέτοιο. Ναι, αλλά τότε μήπως είναι αχρείαστος και ξοδεμένος φιλμικός χρόνος; Ή έτσι μας δίνει απλά έναν ακόμα λόγο για το γεγονός ότι η Πολά δεν έχει αυτοπεποίθηση – κι αυτό είναι το μόνο που τη νοιάζει τη δημιουργό; Τεςπα. Πολύ ωραία μας δίνεται η σχέση της Πολά με την πιτσιρίκα στην οποία κάνει μπέιμπι σίτινγκ. Και κυρίως με τη μητέρα εκείνης. Μια γυναίκα... καριέρας, που ξεχνάει πως να είναι μητέρα. Μια χειραφετημένη γυναίκα, που δεν ξέρει πώς να φερθεί στο παιδί της, που δεν ξέρει τις ανάγκες του, που δεν γνωρίζει πως να το αγαπήσει.

Οπότε κι εδώ σαν να μπαλατζάρει σε δύο βάρκες η σκηνοθέτιδα. Χειραφέτηση – χειραφέτηση, οι γυναίκες είμαστε κύριες του κορμιού μας, αλλά καλό είναι να είμαστε και καλές μητέρες. Και πάλι, έτσι το κατάλαβα εγώ. Το φινάλε, πάντως, εξαφανίζει κάθε πιθανή ατέλεια της ταινίας. Κι έρχεται σε πλήρη αντίστιξη με την σκηνή της αρχής. Στην αρχή η φουριόζα Πολά ούρλιαζε, χτυπιόταν, έδειχνε δυναμισμό προς τα έξω αλλά έκρυβε μια εύθραυστη ψυχολογική κατάσταση, μια γυναίκα που χρειαζόταν κάποιον άλλο για να είναι όρθια. Στο φινάλε η σιωπηλή Πολά δείχνει ευάλωτη και πάλι χωρίς πυξίδα και πάλι χωρίς προορισμό. Είναι όμως ο πιο δυνατός άνθρωπος του κόσμου. Το ξέρει. Το ξέρουμε κι εμείς...

Μια νέα γυναίκα (Jeune femme) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Μαρτίου 2018 από την One from the Heart!
Περισσότερα... »

Εντός ορίων (Insyriated) ΠόστερΕντός ορίων
του Philippe Van Leeuw. Με τους Hiam Abbass, Diamand Abou Abboud, Juliette Navis, Mohsen Abbas, Moustapha Al Kar, Mohammad Jihad Sleik, Alissar Kaghadou, Ninar Halabi, Elias Khatter


Κοιμηθείτε, η Συρία είναι μακριά...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Πώς μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος μέσα σε μια απάνθρωπη κατάσταση;

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Βέλγου σκηνοθέτη Philippe Van Leeuw. Η προηγούμενή του, το «Le jour où Dieu est parti en voyage» προβλήθηκε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του 2009 και μιλούσε για τη γενοκτονία στη Ρουάντα. Τη νέα του ταινία Εντός ορίων (Insyriated) την είδαμε στην Berlinale του 2017, στο τμήμα «Πανόραμα» και στο περασμένο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης προβλήθηκε στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Και στα δύο φεστιβάλ τιμήθηκε με το βραβείο κοινού!

Εντός ορίων (Insyriated) Poster Πόστερ
Τα γυρίσματα διήρκεσαν 25 ημέρες και έλαβαν χώρα σε ένα διαμέρισμα στη Βηρυτό. Η ταινία τιμήθηκε και με έξι βραβείο Magritte (τα βελγικά Όσκαρ) και συγκεκριμένα με τα βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, μουσικής, φωτογραφίας και ήχου.

Η υπόθεση: Σε ένα διαμέρισμα κάπου στη Συρία ενώ έξω μαίνεται ο πόλεμος κι ελεύθεροι σκοπευτές - αλλά και βόμβες - σκορπούν το θάνατο, η Ουμ Γιαζάν είναι μια γυναίκα που προσπαθεί απεγνωσμένα να κρατήσει ενωμένη την οικογένειά της κάτω από εντελώς αντίξοες συνθήκες. Έχει να αντιμετωπίσει βασικές ελλείψεις, όπως εκείνη του νερού, που είναι βασανιστικές. Κάθε έξοδος από το διαμέρισμα ισοδυναμεί με φλερτ με το θάνατο. Παράλληλα, συχνές είναι και οι επισκέψεις ανδρών, που χτυπούν την αμπαρωμένη πόρτα του διαμερίσματος για να μπουν μέσα, με θολές και σκοτεινές προθέσεις. Θα καταφέρει η Ουμ και η οικογένειά της να τη βγάλει καθαρή για άλλη μια μέρα; Πώς θα αντιμετωπίσουν τις ακραίες καταστάσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν; Και θα μπορέσει να επιστρέψει σώος και αβλαβής στο διαμέρισμα ο σύζυγος της Ουμ, κάτι που εκείνη προσδοκά με μεγάλη αγωνία;

Η άποψή μας: Αυτή είναι μια ταινία μυθοπλασίας – ίσως η πρώτη – η οποία μιλάει για τη χαίνουσα πληγή της κατάστασης στη σύγχρονη Συρία, με τον εμφύλιο πόλεμο να μαίνεται ανάμεσα στους υποστηρικτές του Άσαντ και τους αντάρτες υποστηρικτές των Isis. Από τότε που γυρίστηκε πάντως η ταινία έως και σήμερα πολλά πράγματα έχουν αλλάξει σε αυτόν τον πόλεμο όπου εμπλέκονται πολλές εξωτερικές «δυνάμεις», καθόλου όμως η φρίκη ως κατάσταση, μια φρίκη που ολοένα και γιγαντώνεται.

Ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας παίζει με τη λέξη «infuriated», το να γίνεται κάποιος δηλαδή έξω φρενών με τις καταστάσεις που καλείται να αντιμετωπίσει. Και βέβαια, με τη «Συρία» μέσα στον τίτλο τα πράγματα γίνονται πιο ξεκάθαρα σε ότι αφορά τις προθέσεις του σκηνοθέτη. Το σπίτι, ο τόπος ευτυχίας της οικογένειας τον παλιό καιρό, μετατρέπεται σε μια μεγάλη φυλακή. Κανείς δεν μπορεί να βγει από αυτήν γιατί έξω παραμονεύει ο θάνατος. Και κανείς δεν πρέπει να μπει σε αυτήν, όχι κάποιος που δεν ανήκει στην ευρύτερη οικογένεια τουλάχιστον, καθότι μόνο περισσότερο κακό μπορεί να προκαλέσει.

Ωραία όλα αυτά, πραγματικά. Το πρόβλημα με την ταινία του Van Leeuw είναι πως παρά τις αγνές της προθέσεις και την προσπάθεια να (επι)κοινωνήσει στον υπόλοιπο κόσμο το θέμα της Συρίας, δεν τα καταφέρνει εντέλει και τόσο καλά. Ο δημιουργός της από τη μια επιλέγει έναν πολύ ελλειπτικό τρόπο παρουσίασης όλων όσων συμβαίνουν κι από την άλλη σκιαγραφεί τους κακούς με όλα τα κλισέ αυτού του κόσμου. Και λέω «σκιαγραφεί» τους κακούς καθώς ποτέ δεν τους κατονομάζει. Μα ποιοι είναι αυτοί οι κακοί τέλος πάντων; Ο Van Leeuw θέτει μια σειρά από ηθικά διλήμματα που καταπιέζουν τον θεατή. Που τον εκβιάζουν συναισθηματικά. Που οριακά (εντός ορίων) φλερτάρουν με το μελόδραμα. Η σκηνή του βιασμού πχ είναι σκληρή μεν αλλά και γραφική ταυτόχρονα. Εντάξει, καταλαβαίνουμε γιατί τη χρησιμοποιεί ο σκηνοθέτης. Μέσα στο διαμέρισμα – φυλακή, οι πολλοί μπορούν να προστατευθούν πίσω από κλειδωμένες πόρτες ενώ για τη σωτηρία των πολλών ένα μέλος θα βιώσει τα πάνδεινα. Θα πρέπει να... θυσιαστεί. Ακούσια ή εκούσια, δεν έχει σημασία. Είναι ηθικά σωστό αυτό όμως; Μήπως η Ουμ Γιαζάν θα μπορούσε να αντιδράσει διαφορετικά; Μήπως θα έπρεπε να αντιδράσει διαφορετικά;

Η Hiam Abbass στον κεντρικό, πρωταγωνιστικό ρόλο είναι για άλλη μια φορά εξαιρετική, όμως από την ταινία περιμέναμε περισσότερα. Και το γεγονός ότι κατά 90% όλη η δράση της ταινίας λαμβάνει χώρα στον περίκλειστο χώρο ενός διαμερίσματος οδηγεί σε μια κατάσταση που ευλόγως το όλον θυμίζει θεατρικό έργο. Over and out.

Εντός ορίων (Insyriated) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 29 Μαρτίου 2018 από την Danaos Films!
Περισσότερα... »