Κορσές (Corsage) Poster ΠόστερΚορσές

της Marie Kreutzer. Με τους Vicky Krieps, Florian Teichtmeister, Katharina Lorenz, Jeanne Werner, Colin Morgan, Alma Hasun, Manuel Rubey, Finnegan Oldfield.


Η άλλη αυτοκράτειρα Σίσσυ
γράφει ο Θόδωρος Γιαχουστίδης(@PAOK1969)

Πιο σφιχτά / fester!

Αυτή είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί η γεννημένη στις 4 Δεκεμβρίου του 1977, στο Γκρατς της Αυστρίας σκηνοθέτιδα, Marie Kreutzer. Αφού αποφοίτησε από το Modellschule, μια εναλλακτική σχολή με καλλιτεχνικό προσανατολισμό, ξεκίνησε τις σπουδές της στην Ακαδημία Κινηματογράφου της Βιέννης στο τμήμα σεναρίου και δραματουργίας απ’ όπου αποφοίτησε με άριστα. Στη συνέχεια εργάστηκε ως επιμελήτρια σεναρίου σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, ενώ γύρισε μικρού μήκους ταινίες, οι οποίες προβλήθηκαν και βραβεύτηκαν σε πολλά παγκόσμια κινηματογραφικά φεστιβάλ. Εκτός από τη δουλειά της ως σκηνοθέτης, εργάστηκε ως λέκτορας στην Ακαδημία Κινηματογράφου της Βιέννης και ως σεναριογράφος και δραματουργός. Η έως τώρα φιλμογραφία της σε ότι αφορά τις μεγάλου μήκους ταινίες της, έχει ως εξής: «Die Vaterlosen» (The Fatherless, 2011), «Gruber geht» (Gruber Is Leaving, 2015 – προβολή στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης), «Was hat uns bloß so ruiniert» (We Used to Be Cool, 2016 – πρώτη συνεργασία με την Vicky Krieps) και «Der Boden unter den Füßen» (The Ground Beneath My Feet, 2019).

Κορσές (Corsage) Poster Πόστερ Wallpaper
Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας «Κορσές» έλαβε χώρα στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου συμμετείχε στο παράλληλο του επίσημου διαγωνιστικού πρόγραμμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα». Εκεί, η Vicky Krieps τιμήθηκε με το βραβείο ερμηνείας, εξ ημισείας με τον πρωταγωνιστή της ταινίας «Harka», Adam Bessa. Από εκεί και πέρα έλαβε μέρος σε μια σειρά από φεστιβάλ, κερδίζοντας το βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ του Λονδίνου. Είναι υποψήφια για τρία βραβεία σε ότι αφορά τα Ευρωπαϊκά Κινηματογραφικά Βραβεία, ενώ αποτελεί την επίσημη υποψηφιότητα της Αυστρίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Η πανελλήνια πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε πριν λίγες μέρες, καθώς αποτέλεσε την ταινία λήξης στο πρόσφατο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Η υπόθεση: Τα Χριστούγεννα του 1877, η Σίσσυ γιορτάζει τα 40α της γενέθλια. Ως Πρώτη Κυρία της Αυστρίας και σύζυγος του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ Α', δεν της επιτρέπεται να εκφράζεται και πρέπει να παραμείνει για πάντα η όμορφη νεαρή αυτοκράτειρα. Για να ανταποκριθεί σε αυτές τις προσδοκίες, ακολουθεί ένα αυστηρό πρόγραμμα νηστείας, άσκησης, χτενίσματος και καθημερινής μέτρησης της μέσης. Πνιγμένη από αυτές τις συμβάσεις, πεινασμένη για γνώση και ζωή, η Σίσσυ επαναστατεί όλο και περισσότερο ενάντια σε αυτή την εικόνα.

Η άποψή μας: Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία αναγνώστες σίγουρα θα έχουν δει την τριλογία του Ernst Marischka για την πριγκίπισσα Σίσσυ, την μετέπειτα αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας, με την νεότατη, πανέμορφη και απαστράπτουσα Βιεννέζα, Romy Schneider, στον ομώνυμο ρόλο (μάλιστα, στην πρώτη ταινία, του 1955, η ηθοποιός ήταν μόλις 17 χρονών, όσο περίπου ήταν η πραγματική Σίσσυ όταν παντρεύτηκε). Οι μη Κερκυραίοι, που έχουν βρεθεί στο νησί στο πλαίσιο πχ της πενταήμερης, έχουν επισκεφτεί 100% το «Αχίλλειον», μία από τις γνωστότερες βασιλικές επαύλεις της Ευρώπης, ησυχαστήριο της Ελισάβετ, που χτίστηκε εξ ολοκλήρου με δική της δαπάνη. Οι πιο σινεφίλ, θα θυμούνται, πάλι τη Romy Schneider ως Σίσσυ, στο αριστούργημα του Luchino Visconti «Λούντβιχ, το Λυκόφως των Θεών» - τον Λούντβιχ τον βλέπουμε και εδώ, μια εμφατική επιβεβαίωση της μορφάρας, που είχε κεντρικό ρόλο στο φιλμ του Ιταλού μαέστρου. 

Τούτη η ταινία βλέπει τον μύθο της Σίσσυ(ς) αλλιώς. Δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο αυτό: αντισυμβατικό πορτρέτο εστεμμένης είχαμε και στην «Ευνομούμενη» του Λάνθιμου (δεν νομίζω πως η ομοιότητα των αφισών των δύο ταινιών είναι τυχαία), ενώ η «Μαρία Αντουανέτα» της Coppola ήταν μια ποπ βιογραφία, γεμάτη από τραγούδια, γραμμένα 200 χρόνια μετά την βασιλεία της, από Cure και New Order μέχρι Phoenix και Air. Τι κάνει τούτη την ταινία ξεχωριστή λοιπόν; Πολλά, πολλά πράγματα. 

Η ερμηνεία της Vicky Krieps είναι ένα από αυτά. Η ηθοποιός από το Λουξεμβούργο κάνει πολλά πράγματα όπως τα έκανε και η Σίσσυ: μιλάει άπταιστα Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά και Ουγγαρέζικα. Ξέρει να ιππεύει άλογο: η Σίσσυ θεωρούνταν μία από τις καλύτερες ιππείς της εποχής της. Κυρίως, όμως, πετυχαίνει να αποδώσει φανταστικά τον εγκλωβισμό της αυτοκράτειρας. Μια γυναίκα, που ουσιαστικά συνέβαλε στη δημιουργία της Αυστρο-ουγγαρέζικης Αυτοκρατορίας, μια γυναίκα, θεωρητικά, η πιο ισχυρή στην αυτοκρατορία της, εγκλωβισμένη σε κανόνες και πρωτόκολλα, που την έκαναν να ασφυκτιά. 

Μια γυναίκα, που ένιωθε ελεύθερη, που ανάπνεε καλύτερα όταν ήταν εκτός παλατιού, στη φύση, επάνω στο άλογό της, στα ταξίδια της – και έκανε πολλά. Μια γυναίκα, που προτιμούσε να ξαπλώσει στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, καθώς μοιραζόταν ένα τσιγάρο με έναν τραυματισμένο στρατιώτη, παρά να παραβρίσκεται στα μεγαλοπρεπή γεύματα, όπου εν πολλοίς της απαγορευόταν να μιλήσει. Μια γυναίκα, που κουβαλούσε την πληγή της απώλειας της κόρης της. Μια γυναίκα, που φλέρταρε, που ήθελε να ζήσει κι όχι να υποκρίνεται, αναγκαζόταν όμως να ακολουθεί κανόνες, που την καταπίεζαν. Και με τον κορσέ, σύμβολο της καταπίεσης σε βαθμό ασφυξίας, να έχει αναπτύξει μια σχέση αγάπης και μίσους: είναι χαρακτηριστικό το «πιο σφιχτά» που έλεγε στις υπηρέτριές της, όταν τη βοηθούσαν να τον φορέσει. 

Η Marie Kreutzer έχει κάνει τρομερή δουλειά. Υπογράφοντας και το σενάριο του φιλμ (όπως και στις προηγούμενες τέσσερις μεγάλου μήκους ταινίες, που έχει σκηνοθετήσει) διατηρεί τον απόλυτο έλεγχο των εκφραστικών της μέσων, ενώ παίρνει ελευθερίες, τόσο σεναριακά όσο και αισθητικά, που έχουν τρομερό ενδιαφέρον. Γιατί, μπορεί να φαίνεται «εύκολο» και «προχώ» να έχεις μια αυτοκράτειρα να βγάζει τη γλώσσα της ή να δείχνει το μεσαίο δάχτυλο, θα φαινόταν όμως απλά δήθεν και out of context αν όλο το υπόλοιπο δημιούργημα δεν μπορούσε να υποστηρίξει τέτοιους αναχρονιστικούς εξτρεμισμούς. Και το σύμπαν που δημιουργείται στην ταινία είναι σπουδαίο. Ένα αριστούργημα αισθητικής, με τρομερή δουλειά να έχει γίνει στα κοστούμια, στα ντεκόρ και στα μαλλιά, ιδίως της Σίσσυ(ς) – αυτό που τελικά κάνει στα μαλλιά της είναι μια επαναστατική πράξη, είναι η κίνησή της προς την ελευθερία, είναι το σύμβολο της ενδυνάμωσης και της ανεξαρτητοποίησης. 

Η σκηνοθέτιδα μελέτησε πολύ το βιογραφούμενο πρόσωπο. Το τελικό αποτέλεσμα είναι αρκετά κοντά στην ιστορική αλήθεια. Πήρε ελευθερίες η σκηνοθέτιδα εννοείται: λογικά, η Σίσσυ δεν συνάντησε ποτέ στη ζωή της (αν και σύγχρονός της) τον Louis Le Prince, πιθανότατα τον πρώτο άνθρωπο στην Ιστορία, που κατάφερε να γυρίσει «ταινία» ως μια αλληλουχία φωτογραφιών αποτυπωμένη σε φιλμ. Επίσης, το εξαιρετικό φινάλε της ταινίας δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα: η αυτοκράτειρα Σίσσυ δολοφονήθηκε στα 61 της στη Γενεύη. Όμως, ναι, είχε τατουάζ μια άγκυρα πχ και στα τελευταία χρόνια της ζωής της κυκλοφορούσε με καλυμμένο το πρόσωπό της. 

Να μην παραλείψω το μουσικό κομμάτι, που πάντα με ενδιαφέρει σε μια ταινία. Το «She Was» της Camille κάνει συχνά πυκνά την παρουσία του (κι αν διαβάσετε τους στίχους, θα καταλάβετε την αντιστοιχία που επιχειρείται) ενώ όταν άκουσα το αθάνατο «As Tears Go By» των Rolling Stones σε εκτέλεση σε άρπα, έμεινα... Πάκης! Όπως και να τη δει κανείς, αυτή είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία, που δεν μπορεί να σε αφήσει αδιάφορο. Ιδίως από τη στιγμή που δεν επιχειρείται αγιογραφία από τη μια, ενώ από την άλλη δεν πέφτει το ανάθεμα στους καταπιεστές της, εντός και εκτός εισαγωγικών. Εντέλει, η εξουσία ως μηχανισμός, όλους τους εγκλωβίζει σε πρέπει, σε ρόλους, σε συμπεριφορές. Κι όπως έλεγε και ο Πανούσης: «Τα λεφτά λοιπόν δεν φέρνουν την ευτυχία, καλό είναι όμως να τα έχουμε». Έτσι και με την εξουσία...

Κορσές (Corsage) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 17 Νοεμβρίου 2022 από την Cinobo!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική