Ένα Αξέχαστο Καλοκαίρι (Estiu 1993) Poster ΠόστερΈνα Αξέχαστο Καλοκαίρι

της Carla Simón. Με τους Laia Artigas, Paula Robles, Bruna Cusí, David Verdaguer, Fermí Reixach, Montse Sanz, Isabel Rocatti, Berta Pipó, Etna Campillo


Δύσκολοι αποχαιρετισμοί: Η μαμά μου
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

...και ξαφνικά να μεγαλώνεις / με χίλια δυο γιατί / μες στην καρδιά σου...

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία της Carla Simón, βασισμένη σε δικό της σενάριο, που με τη σειρά του βασιζόταν σε δικές της προσωπικές εμπειρίες. Γι' αυτό και η ταινία είναι αφιερωμένη στη μητέρα της.

Ένα Αξέχαστο Καλοκαίρι (Estiu 1993) Poster Πόστερ Wallpaper
Η παγκόσμια πρεμιέρα της ταινίας έλαβε χώρα στο περσινό (κι όχι στο περασμένο) φεστιβάλ Βερολίνου, όπου προβλήθηκε στο τμήμα Generation Kplus, ένα τμήμα στο οποίο συμμετέχουν ταινίες που έχουν ως ήρωες παιδιά. Κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο του τμήματος, κυρίως όμως κέρδισε το βραβείο καλύτερης πρώτης ταινίας από όλα τα τμήματα του φεστιβάλ! Επίσης, έχει κερδίσει το βραβείο καλύτερης ισπανικής ταινίας στο φεστιβάλ της Μάλαγα καθώς και το βραβείο σκηνοθεσίας και το βραβείο κοινού στο φεστιβάλ Bafici της Αργεντινής. Κατά τη διάρκεια του πρόσφατου φεστιβάλ Καννών η ηθοποιός Salma Hayek απένειμε στην Carla Simón και το βραβείο ‘Women in Motion’ Young Talent Award που επιβραβεύει νέες γυναικείες φωνές στον χώρο του κινηματογράφου. Η ταινία Ένα Αξέχαστο Καλοκαίρι (Estiu 1993) αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ισπανίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ ενώ τιμήθηκε και με τρία βραβεία Goya (τα ισπανικά Όσκαρ): καλύτερης σκηνοθεσίας, πρωτοεμφανιζόμενης γυναικείας ερμηνείας και β' ανδρικού ρόλου.

Η υπόθεση: Η εξάχρονη Φρίντα κοιτάζει σιωπηλά τα τελευταία αντικείμενα που μπαίνουν σε κουτιά στο διαμέρισμα της μητέρας της που έχει πεθάνει. Αποχαιρετώντας την, οι φίλοι της ακολουθούν το αυτοκίνητο κουνώντας τα χέρια τους. Αν και η οικογένεια του αγαπημένου θείου της την υποδέχεται με ανοιχτή αγκαλιά, η Φρίντα χρειάζεται πολύ καιρό να συνηθίσει το νέο της σπίτι στην εξοχή, μακριά από τη Βαρκελώνη. Οι στιγμές παιδικού ενθουσιασμού και ξεγνοιασιάς, εναλλάσσονται με μοναχικές σκέψεις. Το βράδυ, η Φρίντα προσεύχεται για τη μητέρα της, που της λείπει τόσο πολύ, ενώ την ημέρα προσπαθεί να βρει τη θέση της σε αυτή τη νέα ζωή.

Η άποψή μας: Το 2002 η Πέννυ Παναγιωτοπούλου υπογράφει μια από τις όμορφες, συγκινητικές, μεστές και ενδιαφέρουσες ταινίες του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου, το «Δύσκολοι αποχαιρετισμοί: Ο μπαμπάς μου». Εκείνη η ταινία αφηγείται την ιστορία του 10χρονου Ηλία, ο οποίος στην Αθήνα του 1969, δεν αποδέχεται τον ξαφνικό θάνατο του πατέρα του. Και, για να τον κρατήσει ζωντανό, καταφεύγει στη φαντασία του. Είναι μια ταινία που πέρα όλων των άλλων θετικών, καταγράφει μια πολύ καλή ερμηνεία από τον μικρό Γιώργο Καραγιάννη, που υποδύεται τον Ηλία. Εκείνη την ταινία θυμήθηκα, λοιπόν, βλέποντας το πολύ ενδιαφέρον τούτο ντεμπούτο της Carla Simón. Οι ομοιότητες ανάμεσα στις δύο ταινίες είναι λίγες αλλά τρανταχτές: τις σκηνοθετούν γυναίκες δημιουργοί από μεσογειακές χώρες, αποτελούν και οι δύο πρώτη σκηνοθετική απόπειρα σε μεγάλου μήκους και αποτυπώνουν το πώς αντιμετωπίζουν ανήλικα παιδιά την απώλεια του γονέα τους.

Έχουν όμως και πολλές διαφοροποιήσεις οι ταινίες. Η ταινία από την Ισπανία είναι αυτοβιογραφική. Στην ισπανική έχουμε απώλεια μητέρας, που καλείται να αντιμετωπίσει 6χρονο κοριτσάκι. Στην ελληνική έχουμε απώλεια πατέρα, που καλείται να αντιμετωπίσει 10χρονο αγόρι. Στην ιβηρική ταινία το περιβάλλον είναι εκείνο της υπαίθρου, στη βαλκανική το περιβάλλον είναι αστικό. Η βασική διαφορά όμως είναι πως η ταινία της Παναγιωτοπούλου ποντάρει στο συναίσθημα. Η ταινία της Simón, όχι. Η ταινία της Simón δεν ωραιοποιεί καταστάσεις, δεν τις δραματοποιεί, δεν χρησιμοποιεί κώδικες καλού – κακού. Όλη η ταινία είναι πάνω στην πιτσιρίκα. Έχει φάει μεγάλη κατραπακιά. Έχει συγκλονιστεί. Αυτή η απώλεια είναι κάτι που την ξεπερνάει. Και μιας που πατέρας δεν φαίνεται πουθενά στον ορίζοντα ούτε αδέλφια και μιας που δεν είναι ενήλικη, είναι αδύναμη να πάρει αποφάσεις. Απλώς, δέχεται την κατάσταση του πού θα βρεθεί, ποιοι συγγενείς θα αναλάβουν να γίνουν κηδεμόνες της. Θα μπορούσαν να είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα…

Στην εξοχή, ο θείος και η θεία της, της δείχνουν όλη την αγάπη τους. Προσπαθούν να την κάνουν να νιώσει όμορφα, άνετα, ασφαλής. Η απώλεια, όμως, απώλεια. Και το νεαρόν της ηλικίας να καθορίζει εν πολλοίς τη συμπεριφορά. Το αξιακό σύστημα χτίζεται ακόμα. Η συνείδηση δεν έχει ωριμάσει. Οι έννοιες «καλό» και «κακό» είναι πολύ σχηματικές και δεν έχουν την ίδια σημασία με το ένστικτο, με το παιχνίδι, με την παρόρμηση της στιγμής. Με τη σκανδαλιά. Με το πείσμα. Με το μπέρδεμα. Η σκηνοθέτιδα δεν θέλει οι θεατές να λυπηθούν το κοριτσάκι. Δεν θέλει να τους κάνει κοινωνούς του δράματός της. Όχι. Απλά, χτίζει το πορτρέτο ενός κοριτσιού εντελώς αυθεντικό, που ξεπερνάει αδόκιμους και περιοριστικούς μανιχαϊσμούς. Όταν βλέπουμε τη μικρή Φρίντα να κάνει κάτι που όλοι οι ενήλικοι χωρίς πολύ σκέψη το χαρακτηρίζουμε «κακό», για την ίδια δεν είναι κάτι μεμπτό. Δεν προλαβαίνει να μπει σε τέτοια φίλτρα, χριστιανικά ή άλλα, υποκριτικά ή μη, η αντίδρασή της. Είναι ένα παιδί, τελεία και παύλα.

Το πιάνει πολύ καλά όλο αυτό η σκηνοθέτιδα. Και βοηθιέται πάρα πολύ από τις ερμηνείες όλων και ιδίως της πιτσιρίκας Laia Artigas, που υποδύεται την Φρίντα. Είναι μια ερμηνεία σπουδαία γιατί η μικρή δεν υποδύεται με όρους ενηλίκων, δεν μιμείται το παιδί της ηλικίας της, δεν καταφεύγει σε εύκολους θεατρινισμούς και υπερβολές. Ερμηνεύει σαν να παίζει και κάνει μια φίλη της, που έχει χάσει τη μητέρα της. Μεγάλο επίτευγμα αυτό από σκηνοθετικής πλευράς. Κι ακόμα μεγαλύτερο το πώς κατάφερε να πετύχει τέτοια απόλυτη φυσικότητα και σε σχέση με το μικρότερο παιδί, την ξαδέλφη της Φρίντα στην ταινία. Που υποτίθεται ότι είναι ένα τρίχρονο κορίτσι! Φανταστικό! Το μεγάλο συν όμως κουβαλάει κι ένα μεγάλο μείον: τη μη συναισθηματική εμπλοκή του θεατή. Φροντίζοντας να μην διολισθήσει προς το μελόδραμα η δημιουργός παρουσιάζει τα γεγονότα και καταγράφει τα δεδομένα με τη ματιά ενός ντοκιμαντερίστα, με αποστασιοποίηση ίσως μεγαλύτερη από όση θα επιθυμούσε ο μέσος θεατής. Είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί η μαγική αρμονία, γεγονός. Ευτυχώς για τους λάτρεις του καλού σινεμά, κυριαρχεί η αποδραματοποίηση. Δυστυχώς, για τις εμπορικές προοπτικές της ταινίας, λείπουν οι σκηνές εκείνες που θα άνοιγαν τους δακρυϊκούς αδένες.

ΥΓ: Επιτρέψτε μου να σημειώσω και μια παραξενιά μου. Αυτή δεν είναι μια ταινία ενηλικίωσης. Δεν ενηλικιώνεται η Φρίντα μετά την απώλεια της μητέρας της. Συνεχίζει να είναι παιδί. Και μέσα της αλλά και έξω,,,

Ένα Αξέχαστο Καλοκαίρι (Estiu 1993) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 21 Ιουνίου 2018 από την One From The Heart!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική