Ο μπαμπάς μου (Babai / Father) PosterΟ μπαμπάς μου

του Visar Morina. Με τους Val Maloku, Astrit Kabashi, Adriana Matoshi, Enver Petrovci, Xhevdet Jashari


«Ηλί Ηλί, λαμά σαβαχθανί;»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Νεκρή Ευρώπη

Η πρώην Γιουγκοσλαβία διαμελίστηκε. Πολλές χώρες προέκυψαν από εκείνην, τη μία και αδιαίρετη, που όμως ήταν προϊόν – πάτσγουορκ υπό την αιγίδα του στρατάρχη Τίτο. Και μετά ήρθαν οι πόλεμοι. Από τις χώρες που προέκυψαν, το Κόσοβο ανακήρυξε την ανεξαρτησία του από τη Σερβία τον Φεβρουάριο του 2008. Γνωστό και ως Κοσσυφοπέδιο, είναι μια χώρα που δεν είναι αναγνωρισμένη από όλα τα κράτη παγκοσμίως. Ο αλβανόφωνος στη συντριπτική του πλειοψηφία πληθυσμός της και η γειτνίασή της με την Αλβανία προκαλούν πολλές συζητήσεις περί σχεδίου για Μεγάλη Αλβανία κι άλλα τέτοια παράξενα – γεωπολιτικά παιχνίδια στην παγκόσμια σκακιέρα. Εν πάση περιπτώσει ο ντόπιος πληθυσμός «αισθάνεται» πολύ πιο άνετα με ότι έχει να κάνει με την Αλβανία, παρά με τη Σερβία, για την οποία όμως το Κοσσυφοπέδιο έχει σημασία ιερή. Πρωτεύουσα είναι η Πρίστινα. Και η νεοσύστατη χώρα εμφανίζει και μια κινηματογραφία με προοπτικές εξέλιξης.

Ο μπαμπάς μου (Babai / Father) Wallpaper
Το Babai, ταινία του 2015 κρατάει έως και σήμερα τον τίτλο της πιο ακριβής κοσοβάρικης παραγωγής: στοίχισε 1,7 εκατομμύρια ευρώ. Επίσης, ήταν η ταινία που υπέβαλε το Κόσοβο ως υποψήφια για το ξενόγλωσσο Όσκαρ πέρσι, αλλά δεν μπόρεσε να μπει στην τελική πεντάδα των βασικών υποψηφιοτήτων. Φεστιβαλικά, είχε μια πολύ ενδιαφέρουσα πορεία: ξεκίνησε από το φεστιβάλ του Μονάχου, πήγε στο φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι (όπου τιμήθηκε με το βραβείο σκηνοθεσίας), πέρασε από τα φεστιβάλ του Ελσίνκι, του Ρέικιαβικ, του Μπουσάν, έκανε μια στάση και στο περσινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (εννοείται, στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια») κι έναν χρόνο και βάλε από την πρώτη παγκόσμια εμφάνιση της ταινίας βγαίνει στις αίθουσες της χώρας μας εμπορικά. Κι όλα αυτά από έναν σκηνοθέτη ο οποίος καταθέτει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του.

Η υπόθεση: Κόσοβο, δεκαετία του '90, λίγο πριν τον πόλεμο που διέλυσε την Γιουγκοσλαβία. Ο 10χρονος Νορί και ο πατέρας του, Γκεζίμ, ζουν πουλώντας τσιγάρα σε μια πόλη της περιοχής. Η μητέρα του τους έχει εγκαταλείψει και ο πατέρας του δεν θέλει ούτε καν να ακούει το όνομά της. Το μόνο που θέλει είναι να φύγει μακριά, να πάει στη Γερμανία, να φτιάξει το μέλλον του – κι όλα αυτά χωρίς τον Νορί, που του θυμίζει το παρελθόν. Το αγόρι κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να τον εμποδίσει, με αποτέλεσμα να συμβεί ένα ατύχημα και ο Νορί να βρεθεί στο νοσοκομείο. Αυτό το γεγονός καθόλου δεν εμποδίζει τον πατέρα του να προχωρήσει το σχέδιό του και τελικά να φύγει. Θυμωμένος αλλά αποφασισμένος, ο Νορί προσπαθεί με κάθε τρόπο να βρει χρήματα και συνοδοιπόρους για να πάει κι εκείνος στη Γερμανία και να βρει τον πατέρα του. Θα τα καταφέρει;

Η άποψή μας: Αυτό που εντυπωσιάζει σε τούτη την ταινία είναι η έλλειψη οποιασδήποτε μορφής συναισθηματικού εκβιασμού του θεατή. Είναι χαρακτηριστικά «φεστιβαλική», με όλα τα καλά και τα κακά που κουβαλάει ο συγκεκριμένος... χαρακτηρισμός. Όμως, σαφώς και είναι μια ταινία που παρακολουθείται με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς κατορθώνει να ασχοληθεί με περισσότερα του ενός φλέγοντα θέματα. Θα μπορούσαμε να χωρίσουμε την ταινία σε τρία απολύτως διακριτά μέρη: το πρώτο λαμβάνει χώρα στο Κόσοβο, το δεύτερο επικεντρώνεται στο ταξίδι του Νορί και το τρίτο είναι αυτό που εξελίσσεται στη Γερμανία.

Στο πρώτο μέρος βλέπουμε πολλά χαρακτηριστικά στιγμιότυπα από τη ζωή των Κοσοβάρων στην εποχή της κυριαρχίας του Μιλόσεβιτς. Η έντονη παρουσία των Σέρβων στρατιωτών στους δρόμους, ο παραλογισμός της εξουσίας (υπάρχει μια σκηνή όπου ένας στρατιώτης σταματάει μέσω μιας σφυρίχτρας την κίνηση ενός αυτοκινήτου – κανείς δεν πλησιάζει το σταματημένο αυτοκίνητο – όταν ο οδηγός του πάει να το ξαναβάλει μπρος και το κινεί και πάλι ακούγεται το σφύριγμα), η φτώχεια, το χαμαλίκι και το όνειρο της διαφυγής για το εξωτερικό και ιδιαίτερα τη Γερμανία. Οι Κοσοβάροι μας παρουσιάζονται να κρύβουν όπλα μέσα στο αλεύρι (!), οι οικογένειες είναι καθαρά πατριαρχικές – ο μεγάλος αδελφός του μπαμπά του τίτλου είναι μια επιβλητική και κυριαρχική φιγούρα, που διευθύνει τα πάντα στην οικογένειά του με την ευρεία της έννοια – υπάρχουν ήθη και έθιμα αναχρονιστικά (ο ίδιος αδελφός ετοιμάζεται να παντρέψει τον μεγαλύτερο γιο του παρά τις αντιρρήσεις εκείνου – που προκύπτει ομοφυλόφιλος – και ψάχνει να βρει τρόπο να αποκτήσει χρήματα για την... προίκα). Υπάρχει μια σκηνή όπου στην επίσκεψη των πεθερικών, όλοι οι παρευρισκόμενοι ρωτάνε όλοι, ο ένας μετά τον άλλο, τις ίδιες ακριβώς ερωτήσεις σε όλους όσους συναντούν! Άλλο να σας το λέω κι άλλο να το βλέπετε! Και σε όλα αυτά, ο μικρός Νορί να προσπαθεί αρχικά να τραβήξει το ενδιαφέρον του πατέρα του και από την άλλη, όταν ο πατέρας τελικά ουσιαστικά τον εγκαταλείπει, να βρει τρόπο να εξοικονομήσει χρήματα για να πάει να τον συναντήσει στη Γερμανία.

Το δεύτερο μέρος που έχει να κάνει με το ταξίδι, είναι εκείνο που έχει την πλέον ντοκιμαντερίστικη χροιά. Τα πλάνα με τους «λαθρο»μετανάστες να περπατούν μέσα στη νύχτα έχουν κάτι το απόκοσμο και το ανατριχιαστικό. Επίσης, όταν η ιταλική ακτοφυλακή προσπαθεί να σταματήσει το πλοιάριο των σύγχρονων δουλεμπόρων, ο ένας από αυτούς πετάει στη θάλασσα ένα παιδί από αυτά που μεταφέρει, προκειμένου να καθυστερήσει τους διώκτες τους. Και μετά, έρχεται η Γερμανία. Η επανένωση με τον πατέρα. Και η πικρή διαπίστωση πως η Γερμανία δεν έχει καμία σχέση με παράδεισο. Εδώ έχουμε και την καλύτερη σκηνή της ταινίας, βγαλμένη από το όνειρο ή μάλλον καλύτερα τον εφιάλτη του Νορί. Όταν ο απογοητευμένος πατέρας του θα ψάξει για αλλού τη Γη της Επαγγελίας – και συγκεκριμένα στην Ολλανδία – θα προσπαθήσει να πείσει τον Νορί να κρυφτεί μέσα σε μια ξύλινη κατασκευή, σαν φέρετρο! «Πρέπει να φύγουμε από εδώ», του λέει, την ίδια ώρα που το «φέρετρο» ματώνει. Πεθαμένη Ευρώπη. Πουθενά ελπίδα. Πουθενά αγάπη. Κι ένας πατέρας που ουσιαστικά απαρνείται το παιδί του. Μια πολύ ιδιαίτερη ταινία που έχει το ενδιαφέρον της.

Ο μπαμπάς μου (Babai / Father) Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Νοεμβρίου 2016 από την Feelgood Ent.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική