L

του Μπάμπη Μακρίδη. Με τους Άρη Σερβετάλη, Ευθύμη Παπαδημητρίου, Γιάννη Μποσταντζόγλου, Ελευθέριο Ματθαίο, Νότα Τσερνιάφσκι


(L)ooping!
του zerVo
Αρχίζω να πιστεύω πως το πράγμα αρχίζει να κουράζει. Δύο - και ούτε - χρόνια μετά την Κυνοδοντική επανάσταση, που έφτασε γαλανόλευκη και Λάνθιμο, δικαιότατα, δυο ανάσες παρά κάτι από την απόλυτη οσκαρική καταξίωση, όλο και περισσότερο αισθάνομαι πως αυτό το επαναλαμβανόμενο μοτίβο, τοποθετημένο ακριβώς πάνω στο ίδιο κοινωνικό ζήτημα, με βαραίνει αφόρητα. Βεβαίως και είναι τιμή για το νέο ελληνικό σινεμά, από εκεί που έπαιζε το ρόλο του μπατίρη στα διεθνή φιλμικά ραντεβού, να δηλώνει μονίμως το παρόν σε κάθε ευκαιρία. Δεν μπορεί όμως ταυτόχρονα, το εμπνευσμένο Νέο Κύμα, το Νέο Δόγμα, να μην προχωρά ταινία με την ταινία, έστω μισό βήμα παραπέρα. Γιατί δεν φτάνει απλώς να είμαστε εκεί. Πρέπει πλέον να αποτινάξουμε από πάνω μας, την μπέρτα της λούπας της αλλοκοτιάς, που εύκολα μας φόρεσαν κάποιοι ζηλόφθονες, μη αντέχοντες την κινηματογραφική μας Άνοιξη... 

Εγκατεστημένος μόνιμα μέσα σε ένα παλιοκαιρισμένο Volvo και δίχως να αφήνει στιγμή το βολάν του, σαραντάχρονος άντρας αρκείται στις αραιές συναντήσεις του εντός του οχήματος με τα υπόλοιπα μέλη της φαμίλιας του και στην καθημερινή μεταφορά του καλύτερης ποιότητας μελιού, στον εκκεντρικό πλούσιο που τον έχει στην δούλεψη του σαν οδηγό. Όταν ένας νεότερος του σοφέρ αποδειχτεί πολύ πιο γρήγορος στα καθήκοντα του και πάρει την δουλειά, με συνέπεια εκείνος να παυθεί από το μεροκάματο, θα νιώσει τον κόσμο του να γκρεμίζεται έχοντας απολέσει την ασφάλεια της ρουτίνας. Μια κατάσταση που απαιτεί άμεση αλλαγή τροχοφόρου!

Ουσιαστικά η πένα του ευρηματικού σεναριογράφου Ευθύμη Φιλίππου, στο τύποις σίκουελ του Dogtooth, συνεχίζει την πορεία της στο ίδιο ακριβώς σημείο που τόσο ανατριχιαστικά μας αποχαιρέτησε τότε. Με την διαφορά πως ο εγκλωβισμένος με έναν μαγικό τρόπο έχει περάσει από την στενοχώρια του πορτ μπαγκάζ, στο μόνιμο πιάσιμο πίσω από το τιμόνι. Οι αλλαγές στην διάθεση και στην ψυχική του γαλήνη μηδενικές. Μικρόκοσμος, μιζέρια, ελάχιστος καθαρός αέρας, υποχρεώσεις και δόξα τω Θεώ που υπάρχει δουλίτσα. Με τι αντίτιμο, που δεν αναφέρεται πουθενά θα μου πεις? Αρκεί να είναι ευχαριστημένος ο εργοδότης, που απαιτεί στην ώρα του το πολύτιμο προϊόν. Προσοχή πολλή όμως. Μια πρώτη αργοπορία θα βγάλει κίτρινη κάρτα στον τηλεκατευθυνόμενο Driver. Η δεύτερη φορά δεν συγχωρείται. Υπάρχει και μια θετική νότα στην πιθανότητα μιας ενδεχόμενης "απόλυσης". Να αποτελέσει την απαρχή για μια ριζοσπαστική αλλαγή, που θα ανοίξει καινούργιους ορίζοντες στην συλλογιστική του μέχρι πριν λίγο περιορισμένου σε ένα κάθισμα ατόμου. Ρίσκο? Ναι! Συνήθως σε τέτοιες επιλογές ελλοχεύουν και δυσάρεστες συνέπειες.

Για πες: Ο Μακρίδης, ένας τολμηρός νέος δημιουργός, τοποθετεί πολύ γρήγορα τον θεατή του σε αυτό το προλετέρ παραμύθι που θέλει να εξιστορήσει. Που το τοποθετεί σε ένα περιβάλλον ειρωνικό, γλαφυρό, δραματικό ενίοτε, πάντοτε όμως κλειστοφοβικό, ακόμη κι αν ο δέσμιος των καταστάσεων δεν το αντιλαμβάνεται. Δια μέσου των αμέτρητων αλληγορικών εκφράσεων του κεφαλαίου, της οικογένειας, των καμικάζι και εντέλει του ιδίου του υποκειμένου που στο φινάλε ανακαλύπτει (?) έστω και αργά τον γλιστερό του παράδεισο, φωτογραφίζεται το σύγχρονο περιοριστικών διαθέσεων κοινωνικό γίγνεσθαι, που εύκολα θερμαίνει τα μόρια του για την μεγάλη ανατροπή. Το είπα κι εξαρχής όμως. Μια της στάσης, δυο της στάσης, στην τρίτη οι μπαλτάδες και τα δρεπάνια θα αφεθούν από τους ξεσηκωμένους βαριεστημένα στο πεζοδρόμιο...






Στις δικές μας αίθουσες, στις 23 Φεβρουαρίου 2012 από την Feelgood

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική