Το Δέρμα που Κατοικώ

του Pedro Almodovar. Με τους Antonio Banderas, Elena Anaya, Marisa Paredes, Jan Cornet, Roberto Alamo


Ντρέπομαι, μα μη με απορρίψεις...
του zerVo
Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα. Τι κριτικό διάλογο να κάνεις και ποια κουβέντα να ξεκινήσεις, αναφερόμενος σε ένα πόνημα, που βασίζει ολοκληρωτικά την παρουσία του στην ανατρεπτική διάθεση, δίχως - όπως πρέπει - να αποκαλύψεις την παραμικρή αλλαγή στην σεναριακή του πλεύση? Με ποιον τρόπο να μιλήσεις για την κεντρική ιδέα αυτού που θέλει να πει ο δημιουργός, χωρίς να πέσεις στην παγίδα της δημοσιοποίησης των αμέτρητων τουίστ? Θα ακολουθήσω απλά το πρόσταγμα του Pedro, για αναρχική δράση και από πλευράς μου, ξεκινώντας από το τέλος, για να πάω προς τα πίσω: Κοίτα πως με κατάντησε, μάνα, η άπονη κοινωνία, της οποίας κι εγώ αποτελώ αναπόσπαστο κομμάτι. Μπορείς να με αποδεχτείς έτσι όπως είμαι..?

Πάμπλουτος, διακεκριμένος πλαστικός χειρουργός, που έχει χάσει εδώ και χρόνια την σύζυγο του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, πέραν της φανερής του νοσοκομειακής δράσης, πειραματίζεται μυστικά πάνω στην ανάπλαση ενός ξεχωριστού, συνθετικού άκαυστου τύπου δέρματος, που μπορεί να αντικαταστήσει το κατεστραμμένο κανονικό, δίχως σοβαρές παρενέργειες. Η παρουσία μιας εντυπωσιακά όμορφης γυναίκας στο υπόγειο της πολυτελούς βίλας - εργαστηρίου του, που διαβιώνει απομονωμένη, φυλακισμένη και χωρίς την παραμικρή επικοινωνία με τον έξω κόσμο, παραπέμπει στο συμπέρασμα πως την χρησιμοποιεί ως πειραματόζωο στις έρευνες του. Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα?

Πάμε σε αυτό που φαίνεται πρώτα, στο δέρμα, στο Piel, που λέει ο Μαδριλένος. Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πανύψηλου επιπέδου θρίλερ αγωνίας, δράσης και σασπένς, ευρηματικότητας και κωλοτουμπίσιας διάθεσης, όσο λίγα έχουν παρουσιαστεί τις τελευταίες δεκαετίες. Με παλμούς που αυξομειώνονται ακραία, ενόσω ανεμίζει την μπαγκέτα του ο χαρισματικός Σπανιόλος και κινούμενο σε δύο - τουλάχιστον - διαφορετικές χρονικές τροχιές, το φιλμ χάρη στην επιδέξια παρουσίαση των δεδομένων που το συνθέτουν, δύσκολα δεν θα κρατήσει τον θεατή του στην άκρη του καθίσματος του ΚΑΙ τις δύο ώρες που διαρκεί. Η προϋπόθεση που απαιτεί από την λογική επεξήγηση, είναι μόνο μία και μοναδική - ο πλαστικός ιστός - γι αυτό και το Skin I Live In, εύκολα μπορεί να προστεθεί στην λίστα των sci-fi αριστουργημάτων (όπως φερ ειπείν η Μύγα του Cronenberg) με τις υπαρκτές αλληγορικές τάσεις, κάτι που θα αναφερθώ ακολούθως. Ακόμη κι αν πρόκειται ουσιαστικά για την πρώτη φορά που ο Almodovar ασχολείται με το συγκεκριμένο genre, εντούτοις κάποια κομμάτια του δημιουργικού παζλ, πανεύκολα παραπέμπουν στην τεχνική του. Η γνώριμη πολυχρωμία δηλώνει παρούσα, στο κατακόκκινο του αίματος, στο κιτς του αλλοπρόσαλλου πατώματος, στα κιτρινοπράσινα των πιο πλουμιστών σκευασμάτων που εντόπισε στο ράφι του φαρμακείου. Ομοίως το παρόν δηλώνει το καλοκουρδισμένο μουσικό θέμα του μόνιμου πλέον συνεργάτη του Alberto Iglesias, που είναι και ο πλέον σταθμισμένος παράγοντας, επιταχυνόμενης ανόδου του μελοδράματος. Εκεί που πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η εκδικητική μανία και η ανεξέλεγκτη τάση για αυτοδικία (σημειώνω με την παραμικρή ακρότητα, αν είχα την δυνατότητα μετά χαράς το ίδιο στην θέση του δράστη θα έπραττα) αναμεμιγμένη με μια περίεργη και θολή έφεση προς το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και το υποκατάστατο της απώλειας (βλέπε και τελευταίο Λάνθιμο). Περιέργως για Almodovar, ουδέτερη για να μην πω ανύπαρκτη, είναι η μητρική στάση, που φαντάζει νεκρή, πεθαμένη, μηδενική μπροστά στο φιλμικό παρελθόν του auteur. Αντίθετα, πεπεισμένος για τις αυτοβιογραφικές καταβολές στα σενάρια του, αρχίζω να πιστεύω πως ο Pedro είχε και μπαμπά...

Για πες: Αυτά σε ότι αφορά στο outer space της ταινίας όμως, που έστω και μόνο έτσι επιδερμικά να την δεις, συνεπικουρούμενη από τις έξοχες ερμηνείες του Banderas, της Paredes, του Cornet δεν πρόκειται στιγμή να αφήσει παραπονούμενο ακόμη και το πιο απαιτητικό μάτι. Τι γίνεται όμως με το μέσα, την ψυχή, την καρδιά, το Que Habito του τίτλου? Στους μετρημένους στα δάκτυλα του ενός χεριού χαρακτήρες του πλοτ του, ο Μέγας Pedro ορίζει και την δράση μιας υπαρκτής κοινωνικής κάστας, που άλλοτε έχει την δύναμη να κινηθεί κατά πως θα ήθελε, άλλοτε - συνηθέστερα - πάλι όχι. Κι αν στην δεύτερη περίπτωση, καμιά φορά διαφεύγει η διάθεση από το κοινότυπο, συνεσταλμένο πρέπει του μικρομεσαίου, οι τιμωρίες θα είναι άμεσες και δίχως οίκτο. Όσο για τις πληγωμένες αλληγορίες του Almodovar πάνω στις αμφί σεξουαλικές αναζητήσεις και ιδιαιτερότητες, εκείνες ξεκινούν να συζητιόνται με το που πέσει στο πανί το τελικό Fin. Ντρέπομαι πως έγινα, φταίω και δεν φταίω, αλλά μην με απορρίψεις πορ φαβόρ...

Την άριστης προσωπικής συμμετρικότητας - όπως απαιτεί το σενάριο - Anaya, δεν την ανέφερα επίτηδες στην αξιολόγηση του καστ. Δεν είναι άλλωστε η Καστιγιάνα ηθοποιός. Είναι άγγελος...






Στις δικές μας αίθουσες, 20 Οκτωβρίου 2011 από την Odeon

1 σχόλια:

Γιώργος Καλαποθαράκος είπε...

Έλα μωρέ τώρα! Τι αριστούργημα? Ανοσιούργημα ήταν.

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική