Χαμένες Ψευδαισθήσεις (Illusions Perdues) Poster ΠόστερΧαμένες Ψευδαισθήσεις
του Xavier Giannoli. Με τους Benjamin Voisin, Xavier Dolan, Vincent Lacoste, Cécile de France, Gérard Depardieu, Jeanne Balibar, André Marcon, Jean-François Stévenin, Louis-Do de Lencquesaing, Salomé Dewaels.

Influencers Εποχής!
του zerVo (@moviesltd)

Ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές της κλασικής Γαλλικής λογοτεχνίας, ο σπουδαίος Honore de Balzac, συνέγραψε το μυθιστόρημα του Χαμένες Ψευδαισθήσεις (Illusions Perdues), μεταξύ των ετών 1837 και 1843. Βασισμένος κατά κύριο λόγο σε προσωπικές εμπειρίες που αποκόμισε εργαζόμενος τόσο ως τυπογράφος, όσο και σαν εκδότης, στο χωρισμένο σε τρεις πράξεις πόνημα του, επιχειρεί να περιγράψει την κοινωνική κατάσταση που επικρατεί στην πατρίδα του, αμέσως μετά τις πολιτικές ανακατατάξεις των αρχών του 19ου αιώνα. Το παράξενο στην περίπτωση των όσων περιγράφει το κείμενο του συγγραφέα, είναι πως αν και έχουν συνταχθεί περίπου διακόσια χρόνια πριν, φαντάζουν σαν να γράφτηκαν όχι χθες, αλλά σήμερα κιόλας. 

Χαμένες Ψευδαισθήσεις (Illusions Perdues) Quad Poster
Αποφασισμένος να πραγματοποιήσει τις ασυγκράτητες φιλοδοξίες του, που ξεπερνούν κατά πολύ τα στενά όρια της επαρχιακής κωμόπολης του Ανγκουλέμ, αλλά και να ακολουθήσει τον παθιασμένο, όσο και παράνομο, έρωτα του για την όμορφη αριστοκράτισσα Λουίζ Ντε Μπαρζετόν, ο νεαρός, εκκολαπτόμενος και ταλαντούχος ποιητής Λισιέν Ντε Ρουμπενπρέ, θα μεταβεί στο Παρίσι, εκεί που εκτιμά πως θα του δοθούν οι ευκαιρίες ανάδειξης που αποζητά. Ατυχώς για εκείνον, η ερωμένη του ακολουθώντας τις προσταγές της τάξης της, που απειλεί να την εξοστρακίσει, θα τον απαρνηθεί, ρίχνοντας τον, αδέκαρο, στον μαρασμό και την απελπισία.

Εργαζόμενος πλέον στα κακόφημα καπηλειά ως σερβιτόρος για να βγάλει τα λιγοστά προς το ζην, θα γνωρίσει τον δυναμικό και επιδραστικό αρχισυντάκτη της επιθεώρησης La Corsaire Satan, Ετιέν Λουστώ, ο οποίος μονομιάς θα τον πάρει υπό την προστασία του δασκαλεύοντας τον την μέθοδο, για να αναδειχθεί σε δημοσιογράφο περιοπής. Και πραγματικά ακολουθώντας τις κατευθύνσεις του μέντορα του, πολύ σύντομα ο Λισιέν, χάρη στην ικανότητα του στην γραφή, θα πάρει ένα σημαντικό πόστο στην φιλελεύθερων τάσεων εφημερίδα. Που όχι μόνο θα του αποφέρει έσοδα ώστε να διαβιώνει άνετα, αλλά θα του δώσει και την ισχύ εκείνη που χαρίζει η πένα, όταν χρησιμοποιείται επιθετικά και προς ίδιον όφελος.

Υπάρχουν ηθικές αρχές στην ψυχή του ερωτοκτυπημένου, εμφανίσιμου μεν, βλαχαδερού δε, εικοσάχρονου ποιητή. Αγαθός μέχρι τελικής πτώσης, ο Λισιέν, που όπως τον συμφέρει χρησιμοποιεί το επώνυμο της, κατά κάποιο τρόπο, βαθμοφόρας σοσιολογικά, μητέρας, αντί για εκείνο του μπατίρη και άνευ γαλονιών πατέρα, νομίζει πως αφήνοντας ξωπίσω του το ελαχίστων ευκαιριών χωριό, θα βρει μια μεγαλούπολη που θα τον καρτερεί με ανοιχτές αγκαλιές. Όπως του το είπε επακριβώς ο ευγενής, ηλικιωμένος και άσχημος, μα πλούσιος και αξιωματούχος, μνηστήρας, της αγκάλης της όμορφης, αν και σαρανταβάλε, Λουίζ: Ο Σηκουάνας αν τον τρέξεις προς τις εκβολές του, θα δεις πως είναι γεμάτος από πτώματα, όσων αυτοκτόνησαν στα νερά του, μη αντέχοντας να παίξουν στους κανόνες που θέτει το Παρίσι.

Ένα ρόλερ κόαστερ - πόσο άκομψη λέξη για μια ταινία εποχής, αλλά απόλυτα ταιριαστή με την φρενήρη πλοκή - που εισχωρεί με ταχύτητα ιλιγγιώδη στον μικρόκοσμο των πλουσίων και όσων άφραγκων τους περιβάλλουν, επιθυμώντας κάποια φορά να πάρουν την θέση τους, είναι το πανέμορφο παραμύθι που μας περιγράφει το Illusions Perdues. Ένα παιχνίδι δράσης και αγωνίας, που κανείς δεν βάζει στοίχημα για το ποιες είναι οι ισχύουσες συμμαχίες, που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει ποιες ατιμίες, προδοσίες, μηχανορραφίες, θα λάβουν χώρα στο αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο. Άλλωστε όταν κατέχεις θέση και πλούτη, είναι απολύτως βέβαιο πως υπερτερείς του φουκαρά, που το μυαλό του ενδεχόμενα ξεχειλίζει από τάλαντο.

Για να πιάσουμε και τον παλμό της μόδας, πέρα από την βασική κεντρική ιδέα, περί της κυρίαρχης απολυταρχίας, το φιλμ αναδεικνύει προσωπικότητες που συναντάμε διαρκώς στην καθημερινότητα μας. Μεγαλοεκδότες που αδιαφορούν για την ποιότητα, υπολογίζοντας μετά μανίας στο χρηματικό κέρδος, ινφλουένσερς που με το κούνημα ενός δακτύλου ανεβάζουν η κατακερματίζουν καριέρες, ρεπόρτερς φυλλάδων που με δυο μόνο τους λέξεις, έναντι φυσικά αδράς ανταμοιβής, πετυχαίνουν να καθοδηγήσουν την κοινή γνώμη. Και ο λαουτζίκος, άβουλος και μουτζούρης, ζητωκραυγάζει ή γιουχάρει κατά το δοκούν, χωρίς να αντιλαμβάνεται πως ουσιαστικά, δεν είναι κάτι περισσότερο από ένα πιόνι, μια μαριονέτα, που χειρίζονται για πλάκα οι ισχυροί.

Στο αντίκρυ, για να πω του στραβού το δίκαιο, των 160 λεπτών της χρονικής διάρκειας της ταινίας, αρχικά τα έχασα. Δεν περίμενα ποτέ πως ένα δράμα με στολές της μεταλουδοβίκων περιόδου, θα μπορούσε να με καθηλώσει έτσι, μεταβαλλόμενο σε αγωνιώδες θρίλερ, ανατροπών και απρόσμενων εξελίξεων. Στα 50 του χρόνια, ένας από τους πιο αγαπημένους ντιρέκτορες των μεγάλων μεσογειακών φεστιβάλ κινηματογράφου, στο όγδοο δημιουργικό, μεγάλου μήκους, βήμα του, κερδίζει το χειροκρότημα της πλατείας. Κανονικό, αυθόρμητο και από καρδιάς για τον Xavier Giannoli, ούτε κίβδηλο, ούτε μουσαντένιο, σαν κι εκείνα που στήνει ο σιχαμερά πληρωμένος κλακαδόρος - ο σπουδαίος ρολίστας και προσφάτως εκλιπόντας Jean Francois Stevenin, σε μια από τις ύστατες εμφανίσεις της ζωής του.

Υπέροχη καλλιτεχνική διεύθυνση, στα υψηλού επιπέδου πρότυπα της γαλλικής σχολής, ρυθμός που αβαντάρεται από το κοφτό μοντάζ και τις γοργές κινήσεις της κάμερας, με τους μακρύς νυσταλέους διαλόγους να περιορίζονται σημαντικά και μόνο κατ απαίτηση του σεναρίου, αφήγηση που τονίζεται από ένα στοιχειωμένο voice over, που μόνο στο τελικό πλάνο αντιλαμβανόμαστε της ταυτότητα του ομιλητή. Το κυριότερο όμως, ένα πολύ σπουδαίο, επιλεγμένο από το πάνω ράφι, καστ, που απαρτίζουν πασίγνωστες μορφές του τρικολόρ σινεμά, με πιο χαρακτηριστικές την De France, που επάξια κερδίζει την διαδοχή από την Scott Thomas στην μελαγχολικά σεξ απίλ έκφραση, ο φορμαρισμένος δαίμονας Dolan, αντάμα με τον καταπληκτικό Lacoste, ως προσωποποιήσεις της απορημένης άγνοιας του Friend or Enemy, φυσικά ο Depardieu, που άλλωστε και ο ίδιος κάποτε είχε υποδυθεί τον Μπαλζάκ, η μπουλούκα, κοψιάς συμπατριώτισσας Dequenne, Salome Dewaels, η κομμένη και ραμμένη σε πατρόν Τασώς Καββαδία, Jeanne Balibar, που ως σατανική μεγαλοαστή δεν αφήνει το παραμικρό να αγγίξει την ανωτέρα τάξη της.

Χορός πανάκριβος που περικλείει την αποκάλυψη των Χαμένων Ψευδαισθήσεων, τον όχι ανάλογης πρωταγωνιστικής εμπειρίας Benjamin Voisin, ένα στοίχημα που εύκολα θα μπορούσε να αποδειχθεί μπούμερανγκ για την παραγωγή κι όμως βγήκε λίρα εκατό! Πανέμορφος, λαμπερός, χωστός, με ένα αστέρι να τον ακολουθεί μόνιμα σε κάθε του εμφάνιση, ο ζεν πρεμιέ, δίνει παράσταση καριέρας, αποδίδοντας τον πολυεπίπεδο χαρακτήρα του: Επαρχιώτης εραστής, αδέξιος βαλές, φλογερός ιδεαλιστής, καλοσιδερωμένος δανδής, τσακισμένος ονειροπόλος. Πανάξιο Cesar Πιο Ελπιδοφόρου Ηθοποιού, το ένα από τα επτά βαρύτιμα τρόπαια που κατάφερε το φιλμ, μεταξύ των οποίων και εκείνο του καλύτερου, της δεύτερης τη τάξει βιομηχανίας της Έβδομης Τέχνης στον κόσμο, για φέτος.

Χαμένες Ψευδαισθήσεις (Illusions Perdues) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιουνίου 2022 από την Spentzos Films!
Περισσότερα... »

Jurassic World: Κυριαρχία (Jurassic World Dominion) Poster ΠόστερJurassic World: Κυριαρχία
του Colin Trevorrow. Με τους Chris Pratt, Bryce Dallas Howard, Laura Dern, Jeff Goldblum, Sam Neill, DeWanda Wise, Mamoudou Athie, BD Wong, Omar Sy, Campbell Scott.


Στο Χρονοντούλαπο της Ιουρασικής Περιόδου
του gaRis (@takisgaris)

Ήμανα νιος και γέρασα τότε, στα χρόνιατου καινοτόμου Jurassic Park (1993) δια χειρός Μούσια, από τις ελάχιστες διαχρονικά μπλοκμπαστεριές που εμπίπτουν στην κατηγορία «χάρμα ιδέσθαι». Ίσως η μόνη τερατοκατάσταση που θα έλεγες ότι θα χώραγε αξιοπρεπέστατα σε μια οσκαρική 10δα Καλύτερης Ταινίας. Σε τρελά κέφια βεβαίως τότενες ο Σπηλβέργιος, καθότι υπέγραψε την ίδια χρονιά την αριστουργηματική Λίστα του Σίντλερ. Μόνο αυτός θα μπορούσε να το διαπράξει τέτοιο κατόρθωμα. Είχαμε λοιπόν πρωτοπάρει μυρωδιά του τι σημαίνει ILM (βλ. το άλλο μέγα φιλμικό κεφάλαιο - George Lucas) ήδη από τα ζαμάνια της Star Wars Saga. Οι Δεινόσαυροι πάντως ήταν εκείνοι που άνοιξαν διάπλατα την πόρτα στους πρωτοπόρους εφφετζήδες της Industrial Light Magic στα εισπρακτικά μεγαθήρια της μετέπειτα εποχής (Harry Potter, Star Trek, Pirates of the Caribbean, Transformers, Mission Impossible, Marvel, μέχρι την κολεγιά με τη Weta στο (οσονούπω επιστρέφοντος) Avatar έφτασε η χάρη της.

Jurassic World: Κυριαρχία (Jurassic World Dominion) Quad Poster
Με την πρώτη παράγραφο σου χάραξα περίγραμμα: Εφφέδες και Δεινόσαυροι, αυτό πουλάει, αυτή είναι η ουσία (και ο μπακλαβάς γωνία) των έξι (6) συνολικά ταινιών της ιουρασικής περιόδου. Ποια πλοκή, ποια οικολογικά μηνύματα και ποιοί χαρακτήρες κι άλλες ανθρωπίλες τώρα. Μη γελιόμαστε. Να σου γράψω περί του πολιτισμικού φαινομένου Τζουράσικ για τα δώ τα μέρη, δειγματολειπτικά, ένα πράμα μόνο: Μια ομάδα έχουμε στην πόλη και ακούει στο όνομα Toronto Raptors, ιδρυθείσα στα 1995, ΝΒΑ champions μόλις πρόπερσι (τόζησα κι αυτό). 

Πίσω στη φιλμική εξάδα, ο Στηβ άφησε το τιμόνι (και καλά έκανε)στα 1997 μετά το Lost World που δε πολυβλεπότανε, όμως το franchise άντεξε και δεύτερη, ρημπουτιασμένη τριλογία που άνοιξε συμπαθητικά ο Colin Trevorrow στα 2015 (Jurassic World), για να επιστρέψει σχεδόν ανήμερα της επετείου των 29 χρόνων από την πρώτη με το κύκνειο (;) άσμα των δεινοσαύρων, επικά τιτλοφορούμενο World Dominion. Ε λοιπόν, δυο τινά δεν ισχύουν εδωνά. Πρώτον, σύμφωνα με την παραγωγάρα Frank Marshall, θα κάτσουν να το σκεφτούνε για επόμενο (λέει). 

Να σκεφτούνε τι, δηλαδή; Το Dominion, έχει βγάλει τα έξοδά του ήδη στο πρώτο 4ημερο προβολής αποδώθε και έχει γραπώσει αυθωρί και παραχρήμα το μισό μπιλιούνι παγκοσμίως. Τόμπολα. Το δεύτερο τινό που κάκιστα δεν ισχύει είναι το γεγονός ότι μόνο ντομίνιον των ντάινος δεν βλέπουμε στην οθόνη. Ειδικά στο πρώτο ημιχρόνιο των υπερβολικών σε διάρκεια 2 ½ ωρών, οι σαύρες είναι στο μπακγκράου, ενώ στο δεύτερο, μπηκόζ PG13, τα ζωντανά (εννιά στις δέκα φορές) μένουν από γκάζι με μαθηματική ακρίβεια μια σαγωνιά πριν το θανατηφόρο τους μπάιτ. 

Στα αποδέλοιπα, πάρε τζεημισμποντικά κυνηγητά στη Μάλτα, δώσε Ιντιάνα Τζοουνς σκοτεινές τρεχάλες στη ζουγκλα, γενικά μια έλλειψη ταυτότητας, χώρια που τοσάιντ στόρι περί αφανισμού των σπαρτών από μαμουθοακρίδες εργαστηρίου ή το περί ανθρώπινης κλωνοποίησης ανεκμετάλλευτο σεναριακό χαρτί, μούφεραν στο νου ένα ντεζαβύ από Downsizing του Alexander Payne. Ευτυχέστατα όμως, καθότι βρες μου θετική κριτική ταινίας με πρωταγωνιστή τον Chris Pratt (ενώ η συντρόφισσά του Bryce Dallas Howard προσπαθεί τουλάχιστον η κακομοίρα), υπάρχει η θρυλική επανένωση των οριζινάλ Laura Dern - Sam Neil - Jeff Goldblum, 

Για να χτυπήσει λιμιτάπια νοσταλγίας και να δώσει ανάσες από την αποπληκτική παρέλαση εικόνων και μηνυμάτων που τίποτις καινουργές δεν έχουν να προσθέσουν σε μια τελική αρπαχτή μιας ρομαντικής ιδέας που έχει οριστικά πιάσει στασίδι στο χρονοντούλαπο της ιουρασικής περιόδου.

Jurassic World: Κυριαρχία (Jurassic World Dominion) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιουνίου 2022 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Ο Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ (Antoinette dans les Cévennes) Poster ΠόστερΟ Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ
της Caroline Vignal. Με τους Laure Calamy, Benjamin Lavernhe, Olivia Côte, Louise Vidal, Marc Fraize, Jean-Pierre Martins, Lucia Sanchez, Maxence Tual.

Τι, βρε γαϊδαράκο, τι, τι την θέλεις την τρεχάλα; Τρέχουν μόνο οι κουτοί...
του zerVo (@moviesltd)

Έναν εκπληκτικής ομορφιάς τουριστικό προορισμό, μόλις τρεις ώρες μακριά από την Λιόν, ορίζει η οροσειρά των Σεβεν, ένα εθνικό πάρκο έκτασης 900 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων. Το προστατευόμενο από την Unesco φυσικό αξιοθέατο, που συνθέτουν γρανιτένια βουνά, ανεμοδαρμένα οροπέδια, καταπράσινες κοιλάδες και κοφτερά φαράγγια, ανέφερε πρώτος στα συγγράμματα του ο ταξιδιωτικός ανταποκριτής Robert Lewis Stevenson. Ο Σκοτσέζος συγγραφέας του Νησιού των Θησαυρών, διέσχισε την κακοτράχαλη ζώνη, πάνω σε ένα μουλάρι, δίνοντας έτσι το έναυσμα σε πάμπολλους επισκέπτες της περιοχής, να επιχειρήσουν ακριβώς το ίδιο, βαδίζοντας στα ίχνη του. Όπως το, σχεδόν μισού αιώνα Μαΐων, κορίτσι της ιστορίας που θα παρακολουθήσουμε...

Ο Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ (Antoinette dans les Cévennes) Quad Poster
Δασκάλα σε δημοτικό σχολείο είναι η Αντουανέτ, μεγαλοκοπέλα, που ακόμη δεν έχει αποκατασταθεί, κάτι που ελπίζει να συμβεί πολύ σύντομα, αφού ο συνομήλικος της Βλαντιμίρ, πατέρας μαθήτριας της, της έχει υποσχεθεί πως δεν θα αργήσει να εγκαταλείψει την γυναίκα του για χάρη της. Με την μαθητική χρονιά να έχει φτάσει στο τέλος της, η άτακτη και αντισυμβατική εκπαιδευτικός, πιστεύει πως έφτασε η στιγμή να περάσει λίγες ανέμελες ημέρες διακοπών, αγκαλιά με τον - παντρεμένο - καλό της στην Κυανή Ακτή.

Η ανακοίνωση από εκείνον πως δεν θα είναι διαθέσιμος, αφού οικογενειακώς πρέπει εκδράμει στην οροσειρά Σεβεν για να περάσει το καλοκαίρι του, θα αναστατώσει την, έτσι κι αλλιώς, νευρωσική Αντουανέτ, που θα το βάλει πείσμα να τον ακολουθήσει όπου κι αν βρεθεί. Μόνο που, ούτε σωματικά, ούτε πνευματικά είναι έτοιμη για την πρόκληση που την περιμένει, να διασχίσει δηλαδή την αχανή και πετρώδη περιοχή, περπατώντας, έχοντας σαν μοναδική της συντροφιά ένα γαϊδουράκι. Τον Πατρίκ...

Μπρος στο να βρεθεί στα χνάρια του καλού της, τί είναι ο πόνος δηλαδή. Αφού ο ορισμός της ασούμπαλης, αδέξιας και ελάχιστα οργανωτικής κοπελιάς, επιβάλλεται να μπει σε τάξη και πειθαρχία για να βγάλει εις πέρας το βαρύτατο καθημερινό πρόγραμμα πεζοπορίας στην φύση. Και σαν να μην φτάνουν οι κακουχίες κι οι ταλαιπώριες, η φουκαριάρα έχει να αντιμετωπίσει τα κουτσομπολιά και την χλεύη των συνοδοιπόρων, που και βέβαια έχουν πληροφορηθεί τον, όχι και τόσο φυσιολατρικό, λόγο που την ώθησε να σκαρφαλώσει στα όρη και στ' άγρια βουνά. Απελπισμένη και μονάχη, η ωραιοπαθής Αντουανέτα, που νομίζει πως όλοι οι άντρες κάνουν κρα για την πάρτη της, μη έχοντας άλλον να πει τον καημό της, θα τον εκμυστηρευτεί στον τετράποδο κολλητό. Που πλέον θα της συμπαρασταθεί και σαν ψυχαναλυτής, στην πορεία αναζήτησης του τέλειου εαυτού της.

Είκοσι χρόνια μετά το δημιουργικό της ντεμπούτο η Caroline Vignal, παρακινούμενη προφανώς από την προσωπική της εμπειρία στις Cevennes, αλλά και συγκινημένη από την ρομαντική ιστορία του Στίβενσον και της ερωμένης του, παίρνει το ρίσκο να διασκευάσει το στόρι, πασπαλίζοντας το με μπόλικη γλαφυρότητα και φραντσέζικο χιούμορ. Κτίζοντας τα πάντα γύρω από ένα θηλυκό, που νομίζει πως όλος ο κόσμος περιστρέφεται γύρω της και - εννοείται - μπαίνει στην διαδικασία του ανταγωνισμού κόντρα στην επίσημη, για τα όμορφα μάτια του λόβερ, που αυτός κι αν έχει χάσει αβγά και πασχάλια στο τι αληθινά επιθυμεί. Γυναικείο το φαινόμενο, από την μια, του "εγώ θα στον φάω και θα σκάσεις", σερνικό από την απέναντι το "δώσε μου λίγο χρόνο βρε αγάπη μου, να δω πως θα της το φέρω", καταστάσεις που έχουμε ματαδεί μυριάδες φορές, σίγουρα σχεδιασμένες, πάρα πολύ καλύτερα στο πανί.

Γιατί μπορεί το περιβάλλον που περιβάλλει την πλοκή, να μοιάζει αληθινά μαγευτικό, ειδικά για τους λάτρεις της πεζοπορίας που θα ανταμώσουν τον παράδεισο τους, ο συνδυασμός του άτσαλου χιούμορ και του σλάπστικ, με την μελαγχολία που βασιλεύει στην καρδιά της ανασφαλούς γεροντοκόρης, με το άστατο ερωτικό παρελθόν, δεν είναι καλομαγειρεμένος. Την ογδοηκοστή λούπα, δε, που ο Κυρ Μέντιος μουλαρώνει και δεν κουνάει ρούπι, αντιλαμβάνεται κανείς πως οι εμπνεύσεις στέρεψαν και η βόλτα εσωτερικής αναζήτησης στην εξοχή, μπορεί να περισωθεί μόνο αν αλλάξει με ψαχτήρι καινούργιου γκόμενου. Κι από τέτοιους, της μιας νύχτας, που εννοείται δεν θα υποσχεθούν το παραμικρό στην ψάχνουσα αποκατάσταση Αντουανέτ, να φαν κι οι κότες.

Μου έκαμε τρομερή εντύπωση η επιλογή της Φραντσέζικης Ακαδήμιας Σινεμά, να πριμοδοτήσει με το βαρύτιμο Cesar ερμηνείας, την πρωταγωνίστρια Laure Calamy, για την απόδοση της σε έναν ρόλο, τόσο επίπεδο, όχι τίποτα αβανταδόρικο και ούτε καν συμπαθητικό. Η 47χρονη, που δεν την λες και κούκλα, ούτε πρώτη κορμάρα, δεν φοβάται να τσαλακωθεί, φορώντας τζιν στενά σορτσάκια (φυσικά υπέρ της) δεν προσφέρει όμως απόδοση υψηλού κύρους, με δυναμικές και εντάσεις, έστω να την αποκαλέσεις αξιομνημόνευτη. Αυθόρμητη είναι η σωστή λέξη. Εν αντιθέσει, θα έλεγα, με τον ντεντένη, που χάρη στις ανθρωπινές του εκφράσεις και μορφασμούς που παίρνει, σίγουρα θα άξιζε ένα τρόπαιο ανταμοιβής, για την έξοχη υποστηρικτική του παρουσία. 

Ο Γάιδαρος, ο Εραστής μου κι Εγώ (Antoinette dans les Cévennes) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιουνίου 2022 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Παρίσι, 13ο διαμέρισμα (Les Olympiades, Paris 13e) Poster ΠόστερΠαρίσι, 13ο διαμέρισμα
του Jacques Audiard. Με τους Lucie Zhang, Makita Samba, Noémie Merlant, Jehnny Beth.

Parisienne walkways...
του zerVo (@moviesltd)

Στις νοτιοανατολικές παρυφές της Πόλης του Φωτός, πλάι στις προαστιακές όχθες του Σεν, εκτείνεται το 13ο (από τα είκοσι) καρτιέ της γαλλικής πρωτεύουσας. Βασικό χαρακτηριστικό της πυκνοκατοικημένης, κατά βάση από απωανατολίτες μετανάστες, ζώνης, είναι τα πανύψηλα, ουρανοξυστώδη κτίρια, που στα έγκατα τους στριμώχνονται δεκάδες χιλιάδες ανθρώπινες ψυχές. Τα οκτώ υψηλότερα εξ αυτών, έχοντας βαφτιστεί με το όνομα πόλεων που φιλοξένησαν, στην μοντέρνα εκδοχή του, το σημαντικότερο αθλητικό γεγονός του πλανήτη, αποκαλούνται Ολυμπιάδες. Αθήνα, Αμβέρσα, Τόκιο, Κορτίνα, Μέξικο Σίτι, Λονδίνο, Σαπόρο, Ελσίνκι. Και συνάμα ορίζουν το φυσικό φόντο, της πιο πρόσφατης, όσο και εύκολα πιο αδύναμης, σκηνοθετικής στιγμής ενός αγαπημένου μου ευρωπαίου κινηματογραφιστή.

Παρίσι, 13ο διαμέρισμα (Les Olympiades, Paris 13e) Quad Poster
Τα πενιχρά έσοδα από την εργασία της ως οπερατέρ σε κέντρο τηλεφωνικών πωλήσεων, θα οδηγήσουν την, με καταγωγή από την μακρινή Ταιβάν, Εμιλί, να μοιραστεί το διαμέρισμα της, στο θηριώδες παρισινό μπλοκ, προκειμένου να τα βγάλει πέρα. Την πόρτα της θα κτυπήσει ο Καμίλ, ένας ευθυτενής και γοητευτικός άντρας με προέλευση από τις αφρικάνικες αποικίες, φιλόλογος σε γυμνάσιο της περιοχής. Μονομιάς με το που θα πάρει μπρος η συγκατοίκηση, ανάμεσα στους δύο άγνωστους μέχρι τα χθες νέους, θα εκκινήσει μια ταυτόχρονη σχέση, που μοναδικό της σκοπό έχει την σεξουαλική απόλαυση.

Ερχόμενη στα 32 της χρόνια από την επαρχία, η χαμηλών τόνων Νορά, θα επιχειρήσει ένα νέο ξεκίνημα, φοιτώντας στην Νομική. Μια ακραία εμφανισιακή παρεξήγηση, θα ξεκινήσει ένα ατέρμονο ντόμινο μπούλινγκ προς το πρόσωπο της, οδηγώντας την να εγκαταλείψει την Σχολή και να αποτραβηχτεί από τους κύκλους που είχε δημιουργήσει. Τότε θα γνωρίσει τον Καμίλ, που πλέον έχει αφήσει το καθηγητιλίκι, για να ακολουθήσει το πιο προσοδοφόρο μονοπάτι του ρίαλ εστέιτ. Μόνο που δεν ξέρει που παν τα τέσσερα. Σε αντίθεση με την Νορά, που μοιάζει να καταφέρνει να προσαρμοστεί σε κάθε επαγγελματική απαίτηση.

Η ενδιαφέρουσα πτυχή αυτού εδώ του κοινωνικού προβληματισμού δοκιμίου, έχει να κάνει με το πως χειρίζεται τον χρόνο, για να περάσει από την μια βινιέτα (του εισαγωγικού ερωτικού ντουέτου του στόρι) στην αμέσως επόμενη (του κατοπινού δηλαδή διδύμου). Είναι η στιγμή που λες μέσα σου, μετά από μια όχι και τόσο μπόλικα κατανοητή πρώτη πράξη, ώπα, εδώ κάτι έχουμε, το φιλμάκι πάει κάτι να μας πει. Η απογοήτευση έρχεται και φωλιάζει στην ματιά, όταν και το δεύτερο μέρος, δεν κάνει κάτι περισσότερο από το πρότερο. Σεξ φίλε, μέχρι να σκοτεινιάσει ο ήλιος. Η λύση, λέει, σε όλα τα ζητήματα, υπαρκτά και προφανή, από την μια, πιθανολογούμενα και φαντασιόπληκτα, από την άλλη.

Μια χαρά, σέβομαι τις βάσεις και τα γούστα στον τρόπο ζωής των μιλένιαλς (πόσο μαλακισμένη μαρκίζα...) δεν γίνεται όμως και να τις υιοθετήσω, ούτε να τις αποδεχτώ. Διότι για εμάς της χασματώδους παλιάς γενιάς, είναι βέβαιο πως των πάντων θα προηγούταν όλων το κτύπημα του κουδουνιού και η κραυγή Ζετέμ, αφού αυτή την ρότα μάθαμε, με αυτή πορευόμαστε. Συνεπώς μας είναι κομματάκι παράταιρο να την διαβάσουμε ύστατη των τελευταίων στην σεκάνς εκπνοής και αφού έχουν προηγηθεί ένα σωρό τζάτζαλα - μάτζαλα, ανάμεσα στο πολυφυλετικό τριολέ. Που προσοχή. Δεν το απαρτίζουν δεκαπεντάχρονα εφηβάκια, που οκ, έχουν και το δικαίωμα αρκετές από τις επιλογές τους να είναι στραβές, λοξές ή θολής λογικής βρε αδελφέ.

Οι τρεις στον γύρο της υπόθεσης, στην πραγματικότητα ορίζουν ένα σχήμα που κρίνεται, το λιγότερο, ως ανεύθυνο. Περιστρεφόμενοι σε ηλικία που κανονικά θα έπρεπε να έχουν ήδη ταξιδέψει χιλιόμετρα καριέρας, οι άτσαλα τραβηγμένοι από την βουταρία του σωρού, με την απενοχοποίηση που μπορεί να τους δίνει η αδιαφορία της Πολιτείας, δεν κάνουν τίποτα περισσότερο από του (ξερο)κεφαλιού τους. Η Ταϊβανέζα τηλεφωνήτρια παρακάμπτει διαρκώς τους κανόνες εργασιακής λειτουργίας (ναι, ξέρεις υπάρχουν και τέτοιοι), ο Μαυροηπειρώτης δεν βλέπει να έχει σπουδαίο μέλλον ως δασκαλάκος και παίρνει δρόμο αλλού γι αλλού (κι από σεβάσμιος, να αφετηριάσει αποξαρχής σαν ρούκης), η Μπορντλέζ από την μεριά της, θυμήθηκε μεγαλοκοπέλα να την κάνει προς Παρισίους για σπουδές (και άκουσον, άκουσον, να πέσει θύμα τρομερής ομοιότητας με πορνοστάρ - συμβουλεύτρα του διαδυκτίου). Σόρι, αλλά με αυτούς τους εκνευριστικά απαθείς και νοιαζόμενους μόνο για το χαβαλέ τους, χαρακτήρες, ούτε σατιρική παρωδία δεν στήνεις, όχι δράμα, που παλεύει να προβάλει τους προβληματισμούς της σιμά μεσηλικίωσης. Νεολαία δεν την αποκαλώ, ούτε που να με πυροβολούν.

Πειράχτηκα πολύ που το Les Olympiades φέρει την υπογραφή του Audiard. Όχι σκηνοθετικά, ο 70χρονος πια, Παριζιάνος, γνωρίζει άριστα, πως να χειριστεί ερμηνείες, ασπρόμαυρο καρέ και χρονικά άλματα στον λόγο του. Η αταξία, σε σχέση με το καθηλωτικό δημιουργικό χθες, σε Προφήτη και Rust And Bone, έχει να κάνει πιότερο με το βασισμένο σε γκράφικ νουβέλες Γιάνκη καρτουνίστα, σενάριο, που χρησιμοποιεί τις ευκολίες του παλπ για να αποδράσει προς την λύτρωση. Που δεν ξέρω αν αυτές οι προσωπικότητες, έτσι όπως παρουσιάζονται στο εκράν, αδιάφορες και με μηδενικό πάθος με οτιδήποτε κι αν καταπιαστούν, αξίζουν το κάτι παραπάνω. Γνώμη μου είναι πως από τις ψυχές τους απουσιάζει η αγάπη, κάποια βολά το αναγνωρίζει κι ο μεσιέ Jacques, αλλά πλέον η ώρα, μετά από μια ντουζίνα σκηνών ατέρμονου σεξ, έχει περάσει την δωδεκάτη μεσονυχτία. Κολοκύθα η άμαξα...

Και τουλάχιστον να τους έβλεπες άπαντες ικανοποιημένους, με χαμόγελο και λογικότατη ευφορία, μετά τους μαραθωνίους λιμπίντου, πάει στην ευχή. Η τρόικα εδώ σου δίνει την εντύπωση πως αυτού του είδους η (σημαντικότατη για κάθε ύπαρξη της πλάσης) πράξη, αποτελεί μέρος ενός κόσμου που τρέχει με ρυθμούς ιλιγγιώδεις να προλάβει τα πάντα. Και οι διέξοδοι της, είτε με τον ένα (σπιντάκια, σφηνάκια, ρουφάκια), είτε με τον άλλο (insert coin, tinder) τρόπο, θα εμφανιστούν να σώσουν έναν λαό, που νιώθει τα τρένα να περνούν, χωρίς εκείνον επιβάτη. Το φιλμικό νουβέλ βαγκ περιτύλιγμα, άλλη παντιέρα ρόζα με έχει μαθημένο να κρατούν οι πρωταγωνιστές του. Η διαφωνία μου είναι επί της αρχής. Θα το διορθώσεις Μετρ, στα εβδομήντα σου, νέος είσαι ακόμα...

Παρίσι, 13ο διαμέρισμα (Les Olympiades, Paris 13e) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιουνίου 2022 από την Cinobo!
Περισσότερα... »

Βαγόνι αριθμός 6 (Hytti nro 6 / Compartment No. 6) Poster ΠόστερΒαγόνι αριθμός 6
του Juho Kuosmanen. Με τους Seidi Haarla, Yuriy Borisov, Dinara Drukarova, Julie Aug, Lidia Kostina, Tomi Alatalo, Viktor Chuprov, Denis Pyanov.


Το "Μαγνητικά πεδία" αλά φινλανδικά!.
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Πώς το έλεγε η Desireless; "Voyage Voyage"...

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία, που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 30 Σεπτεμβρίου του 1979 στην πόλη Κόκολα της Φινλανδίας, Juho Kuosmanen. Παράλληλα με τις σπουδές του, σκηνοθέτησε κι έπαιξε σε έργα για το θέατρο και συνεργάστηκε στενά με την ομάδα West Coast Kokkola Opera, που ανεβάζει πειραματικές όπερες. Οι προηγούμενες μικρού μήκους ταινίες του απέσπασαν πολλά βραβεία σε σημαντικά φεστιβάλ, όπως στη Cinefondation των Καννών και στο Λοκάρνο. Η προηγούμενη ταινία του ήταν το αγαπημένο, ασπρόμαυρο «Η πιο ευτυχισμένη μέρα στη ζωή του Όλλι Μάκι» (Hymyilevä mies/ The Happiest Day in the Life of Olli Mäki, 2016), που είχε τιμηθεί με το βραβείο καλύτερης ταινίας στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» του φεστιβάλ των Καννών εκείνης της χρονιάς.

Βαγόνι αριθμός 6 (Hytti nro 6 / Compartment No. 6) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη, η δεύτερη ταινία του Juho Kuosmanen γυρίστηκε με φιλμ, στη Ρωσία, κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο της Rosa Liksom, η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό (καλοκαιρινό) φεστιβάλ των Καννών. Έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό του τμήμα και τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής. Από εκεί και πέρα: ήταν υποψήφια για 3 βραβεία (καλύτερης ταινίας, γυναικείας και ανδρικής ερμηνείας) στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου, ήταν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα διεθνούς ταινίας και υποψήφια για καλύτερη διεθνή ταινία στα Independent Spirit Awards. Ως επίσημη πρόταση της Φινλανδίας στα Όσκαρ, έφτασε στη βραχεία λίστα για το Όσκαρ διεθνούς ταινίας και κέρδισε βραβείο ερμηνείας για την πρωταγωνίστρια Seidi Haarla και το βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου Fipresci στο φεστιβάλ του Γκέτεμποργκ. Πρόσφατα απέσπασε οχτώ βραβεία Jussi, τα «φινλανδικά Όσκαρ», ανάμεσα τους κι αυτό της καλύτερης ταινίας της χρονιάς. Στην Ελλάδα, η ταινία έκανε πρεμιέρα στο περασμένο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όπου προβλήθηκε στο επίσημο πρόγραμμα, εκτός συναγωνισμού, με προβολές στο Μέγαρο Μουσικής.

Η υπόθεση: Τέλη δεκαετίας του ’90, Ρωσία. Η Λάουρα είναι μια νέα γυναίκα, φοιτήτρια αρχαιολογίας από τη Φινλανδία, που ζει στη Μόσχα, έχοντας συνάψη ερωτική σχέση με την ιδιοκτήτρια του σπιτιού που νοικιάζει, την Ιρίνα. Είναι χειμώνας και οι δυο τους έχουν αποφασίσει να πάνε μαζί, με τρένο, μέχρι τον αρκτικό κύκλο και συγκεκριμένα μέχρι το λιμάνι του Μουρμπάνσκ, προκειμένου η Λάουρα να δει από κοντά τα περίφημα πετρογλυφικά, που έχουν ανακαλυφθεί εκεί. Εντέλει, η Ιρίνα ακυρώνει τη συμμετοχή της και η Λάουρα – με βαριά καρδιά – αποφασίζει να κάνει το ταξίδι μόνη της. Στο τρένο, η Λάουρα θα αναγκαστεί να μοιραστεί το μακρύ ταξίδι και το μικρό κουπε με έναν νεαρό Ρώσο μεταλλωρύχο, τον Λιόχα. Καθώς το τρένο προχωράει προς τον αρκτικό κύκλο, οι δυο τους συνειδητοποιούν ότι μοιράζονται ένα ταξίδι, που θα αλλάξει τον τρόπο που βλέπουν τη ζωή.

Η άποψή μας: Ρε, τι όμορφη ταινία είναι αυτή; Τι γλυκιά, τι ζεστή (ω, ναι, παρά τις παγωμένες περιοχές της Ρωσίας που διασχίζει σε αυτό το ιδιαίτερο ταξίδι), τι αγαπησιάρικη. Μετά από μια σύντομη εισαγωγή, όπου καταλαβαίνουμε πως η Λάουρα αντιμετωπίζεται υποτιμητικά τόσο από την εράστριά της και σπιτονοικοκυρά της, την Ιρίνα, όσο και από την – γεμάτη διανοούμενους, μη χέσω – παρέα της, μπαίνουμε στο... ψητό. Είναι απαραίτητη η εισαγωγή, για να καταλάβει ο θεατής το στάτους στο οποίο βρίσκεται η Λάουρα. Είναι μια νέα γυναίκα, ίσως λίγο ανασφαλής εξαιτίας των λίγων παραπάνω κιλών της, σίγουρα σε αναζήτηση ταυτότητας. «Η κατανόηση του παρελθόντος μας είναι σημαντική για να μπορούμε να ερμηνεύσουμε το παρόν μας». Το ακούει και το ενστερνίζεται. Και το επαναλαμβάνει. Αλλά εντελώς μηχανικά. 

Κι αυτό είναι το υπέροχο σε αυτό το ταξίδι, όπου είναι η βασική πρωταγωνίστρια. Ξεκινάει ετερόφωτη και στο τέλος λάμπει, αυτόφωτη, με μεγαλύτερη γνώση του εαυτού της και του κόσμου, με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, χωρίς να χρειάζεται δεκανίκια, αλλά αντιλαμβανόμενη πως ναι, μπορεί να τα καταφέρει μόνη της, ναι, μπορεί να βρεθούν πολλοί άνθρωποι στο διάβα της που θα την πληγώσουν αλλά σίγουρα ναι, θα υπάρξουν και άνθρωποι σε αυτό το μεγάλο ταξίδι της ζωής, που θα τους αγαπήσει, θα αγαπηθεί από αυτούς και θα γίνει καλύτερη. 

Πώς το έλεγε ο πιτσιρίκος στο «Όταν ο μπαμπάς λείπει σε ταξίδι για δουλειές»; «Κάθε μέρα, με κάθε τρόπο, θα γίνομαι λίγο καλύτερος». Το επαναλάμβανε ως μάντρα. Η Λάουρα το βιώνει. Και μάλιστα, εκεί που δεν το περιμένει. Γιατί η πρώτη της επαφή με τον Λιόχα κάθε άλλο παρά ευχάριστη θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε. Φωνακλάς, μέθυσος, αδιάκριτος, στην αρχή την περνάει για πόρνη – και της το πετάει στα μούτρα, έτσι, χωρίς καμία αιδώ. Δεν καταλαβαίνει Χριστό, οπότε και η δικιά μας (που μιλάει σχεδόν άπταιστα ρώσικα) όταν πλέον νιώθει πιεσμένη και εκνευρισμένη, θα του ετοιμάσει μια κασκαρίκα. Όταν τη ρωτάει πώς λένε στα φινλανδικά το «σ’ αγαπώ», του απαντά «χάιστα βίτου», που απλά σημαίνει «άντε και γαμήσου»! Ναι, κατά μία έννοια, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει και «σ’ αγαπώ»... 

Η συνέχεια δεν είναι καλύτερη. Εκείνος δεν κάνει καμία προσπάθεια να κρύψει αυτά που νιώθει ή που αισθάνεται. Τα λέει όλα αφιλτράριστα. «Φαίνεσαι σοβαρή όλη την ώρα. Θα γεράσεις γρήγορα», της λέει. Δεν το λέει με κακία, εκείνη απαντά αμυντικά «το ξέρω» κι έτσι συνεχίζεται η κατάσταση. Η οποία θα επιδεινωθεί περισσότερο. Έως ότου μια κοινή έξοδος από το τρένο σε έναν από τους σταθμούς, θα αλλάξει τη δυναμική. Δεν γίνεται κάτι το συγκλονιστικό. Πάντως, η κατανάλωση άφθονης βότκας ίσως βοηθάει προς αυτήν την αλλαγή... Το δίδυμο όμως είναι δυναμικό. Εκεί που τσίγκλιζε ο Ρώσος και αμύνονταν η Φινλανδή, όταν η Φινλανδή, αφοπλισμένη, δεν κρύβει τα αισθήματά της, ο Ρώσος κάνει πίσω. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου... 

Αυτό που συμβαίνει μεταξύ της Λάουρα και το Λιόχα μου θύμισε περισσότερο τη σχέση ανάμεσα στην Έλενα και τον Αντώνη από τα «Μαγνητικά πεδία» παρά τη σχέση ανάμεσα στην Σελίν και τον Τζέσι από τη γνωστή τριλογία του Linklater – κι ας υπάρχει... τρένο στην πρώτη ταινία της τριλογίας, το «Πριν το ξημέρωμα». Ο Kuosmanen και το συνεργείο του κάνουν θαύματα σε ότι αφορά την κινηματογράφηση στους εκ προοιμίου στενούς και στενάχωρους χώρους ενός τρένου. Δεν μας δείχνει καθόλου την μηχανή του τρένου ή εξωτερικό του τρένου, που να δείχνει πέρα από ένα βαγόνι: όπως δήλωσε ο σκηνοθέτης, ήθελε ο θεατής να ενδιαφέρεται μόνο για αυτά που συμβαίνουν στο συγκεκριμένο βαγόνι. Ή στο βαγόνι – εστιατόριο. Ή στο βαγόνι όπου κοιμούνται στριμωγμένοι οι πιο φτωχοί ταξιδιώτες. Ή στην τουαλέτα του τρένου: μπορεί να μην έχει τρεχούμενο νερό στη βρύση για να πλένεις τα δόντια σου, αλλά μπορεί να λειτουργήσει μια χαρά ως καταφύγιο. Ή στο διάδρομο, έξω από το χώρο όπου βρίσκεται η ελεγκτής, εκεί όπου υπάρχει πάντα τεράστια τσαγιέρα με βραστό νερό, για να φτιάχνεις τσάι. 

Ο σκηνοθέτης μας μεταφέρει σε μια εποχή αναλογική, όπου τη μουσική την απολάμβανες από κασέτα στα γουόλκμαν, όπου δεν είχες κινητό για να καταγράψεις... τα πάντα, αλλά, στην καλύτερη, μια βιντεοκάμερα, η απώλεια της οποίας σου στοίχιζε πάρα, πάρα πολύ. Μια εποχή, την οποία ο δημιουργός δεν εξωραΐζει, δεν την γκλαμουροποιεί, αλλά ναι, η νοσταλγία είναι εκεί. Και ναι, τα πετρογλυφικά είναι η Ιθάκη. «Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν». Υπέροχο σενάριο, εξαιρετική κινηματογράφιση, τρομερές ατάκες («Απλά μου λείπει ο τρόπος που με κοιτούσε»), φοβερές ερμηνείες, κι όχι φίλε Λιόχα, ούτε η Λάουρα ούτε εμείς νομίζουμε πως είσαι κακός άνθρωπος. Κι ας «δανείζεσαι» ένα αυτοκίνητο, που δεν είναι δικό σου. Εκείνη η πρόχειρη, παιδική ζωγραφιά, που δεν ήθελες να δώσεις, τα λέει όλα. Ρε σεις, δείτε την ταινία. Είναι πραγματικά ότι καλύτερο για θερινό σινεμά.

Βαγόνι αριθμός 6 (Hytti nro 6 / Compartment No. 6) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιουνίου 2022 από την One From The Heart!
Περισσότερα... »

Μαύρα Γυαλιά (Occhiali Neri / Dark Glasses) Poster ΠόστερΜαύρα Γυαλιά
του Dario Argento. Με τους Asia Argento, Ilenia Pastorelli, Guglielmo Favilla, Maria Rosaria Russo, Andrea Zhang, Fabrizio Eleuteri, Cristiano Simone Iannone.

Cartellino Giallo!
του zerVo (@moviesltd)

Μαζί σου κι εγώ Αρτεμάρα! Μέγας, τρανός, ιδιοφυής, ευρηματικός, σκαπανέας, ιδεαλιστής, πρωτοπόρος, μοναδικός, αξεπέραστος, Σουσπίριος, Τενέμπριος και Φαινόμενος! Σου αρκεί αυτή μου η έκρηξη οπαδισμού, για να σου αποδείξω πως κι εγώ ανήκω σε εκείνη την γενιά, που τη λέξη Argento μόνο αν άκουγε, η τρίχα χτύπαγε καγκέλια στο δέρμα, πόσο μάλλον να διένυε την απόσταση από τον γκισέ, μέχρι την άβολη ξύλινη καρέκλα της συνοικιακής, άρα και (δι)άβολης, ωσάν τα συμβάντα στο εκράν του, πλατείας. Εννοείται δεν είμαι εγώ αυτός που θα τον βάλω ζαφτι τον Ιταλιάνο, μπας και τερματίσει επιτέλους την τόσο ραγδαία παρηκμάζουσα πορεία. Δικαίωμα του και καπέλο του. Αλλά όχι ρε μεγάλε και να διαφημίζεται σαν καμ μπακ του Dario, ετούτη η κολοκυθιά. Σώνει!

Μαύρα Γυαλιά (Occhiali Neri / Dark Glasses) Quad Poster
Τον φόβο και τον τρόμο στους σκοτεινούς δρόμους της αιώνιας πόλης έχει σκορπίσει η παρουσία ενός μυστηριώδους ψυχοπαθή εγκληματία, που δολοφονεί στυγνά και αδιακρίτως ιερόδουλες. Σειρά στην μακρά λίστα των θυμάτων του θα πάρει και η συνοδός πολυτελείας Νταϊάνα, που στο πέρας μιας καλοπληρωμένης βίζιτας, θα δεχτεί την επίθεση του.

Η αγωνιώδης καταδίωξη στην νυχτερινή Ρώμη, θα έχει τραγική κατάληξη για εκείνη, αφού το αυτοκίνητο της θα καρφωθεί σε διερχόμενο όχημα. Κι αν τα τραύματα στο κορμί της επουλωθούν, δεν θα συμβεί το ίδιο με την όραση της, που θα την χάσει οριστικά. Τυφλή πλέον, χωρίς να μπορεί να ασκήσει το επάγγελμα της, θα επιδιώξει να συναντηθεί με το νεαρό αγόρι, κινεζικής καταγωγής, που έχασε τους γονείς του στο δυστύχημα, παίρνοντας το, έστω και χωρίς τη θέληση της, υπό την προστασία της. Έχοντας συνάμα να αντιμετωπίσει την οργή του παρανοϊκού, που δεν σκοπεύει να την αφήσει ήσυχη.

Συνήθως έχει να κάνει και με το πως σου ξημερώνει η προκατάληψη, όταν είναι να δεις μια ταινία. Κι εδώ οι οιωνοί από νωρίς ήσαν ενάντιοι, για την ακρίβεια, από δεκαετίας, όταν πήρα την απόφαση να διαγράψω μονομερώς από την φιλμογραφία του Argento, τον ανεκδιήγητο Δράκουλα του. Γιατί τώρα δεν θα μιλούσαμε, απλά, για κίτρινη κάρτα στην μαρκίζα, αλλά για αποβολή και βουρ κερκίδα. Συνεπώς το πάμε από την αρχή, με τους βρικόλακες και τα βαμπίρια στην άκρη, αλλά και το προαίσθημα βασανισμένο. Τι μπορεί να προσφέρει στα 81 του, μετά από τόσο καιρό σκουριάς και ακαμψίας, ένας δημιουργός, έστω και ανήκοντας στην κατηγορία των γκραντ μάστερς? Περισσότερο από ακόμη πιότερο ξεπεσμό?

Το μεγαλύτερο πρόβλημα στον τσελεμεντέ του Ρομάνου έχει να κάνει με το γεγονός πως η ματιά του, πολύ λογικά, έχει φορμολίσει στο πάρα πολύ μακρινό χθες, στην εποχή που τα αφηγήματα ενός Profondo Rosso είχαν κάτι να πουν και να διδάξουν. Με εμμονή στην ανάπλαση εκείνου του μυθικού, μα παλιοκαιρισμένου σπλάτερ και επιμονή στην απεικόνιση της ακραίας αγριάδας και της ανείπωτης βίας, μόνον ένα στοιχείο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως σωσίβιο για τον ηλικιωμένο καπετάνιο: Το σενάριο. Που εδώ, αν δεν το αποκαλέσει κανείς από κακό έως αστείο, δεδομένα δεν μπορεί να το αξιολογήσει σε κάτι περισσότερο από κλισεδιάρικο, επαναλήψιμο και ανακυκλωτικό. Παρμένο από δεκάδες άλλες, αναλόγου ύφους κινηματογραφικές στιγμές, που ήδη τα κάλαντα μας τα έχουν ματαπεί.

Καμία καινοτομία, τίποτα απολύτως το καινούργιο, μια έτσι για πλάκα, παρωδία των προϊστορικών καλών ημερών, που δεν την νιώθεις ούτε καν στις πιο αβανταδόρικες σκηνές του Occhiali Neri. Που απίστευτα υπερβολικές, ριλουπάρουν το ίδιο και το ίδιο φονικό, χωρίς σκοπό και στόχο, με θύματα προβλέψιμα από ώρα, καθώς οι χαρακτήρες τους σουλατσάρουν στο εκράν καρτερώντας απλά να περαστεί από το λαιμό τους το σύρμα ή να σκάσει πάνω τους το λευκό βανάκι. Καμία έμπνευση, καμία αξιοπιστία. Ούτε βρε μπαγάσηδες στο πόστερ, κόπια / πάστη κι εκείνο από το They Live του Carpenter. Φόρος τιμής θα το δικαιολογήσουν οι γκρούπις. Ναι καλά...

Δεν υπάρχει κάποια απογοήτευση, ούτε αποδοχή του γνωμικού με τα στερνά που τιμούν τα πρώτα. Ο Argento είναι αυτός που είναι και αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, ούτε κι αν σερβίρει τέτοιου είδους σαχλαμάρες, που μπερδεύουν το φυλετικό με το μιτού και το σοσιολογικό με τις...εκλείψεις, ίσαμε τα εκατό του. Σούπερ γκόμενα η Ilenia Pastorelli, σου δίνει μια ελπίδα απόδρασης από το μπαγιάτη, όταν μοστράρει μονάχα με τα (τάχαμου αλληγορικής έννοιας και άλλες τέτοιες αρλούμπες) οκιάλι Βογκ της, είναι όμως τόσο ανεκδοτικά μη αποδεκτή (sic) ερμηνευτικά, ώστε τσακισμένος να τρίβεις τα δικά σου μάτια, γι αυτή την τραγωδία που παρακολουθείς. Και δεν αντέχεις να συνεχίσεις να βλέπεις, ούτε με μάσκα ύπνου...

Μαύρα Γυαλιά (Occhiali Neri / Dark Glasses) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Ιουνίου 2022 από την Cinobo!
Περισσότερα... »

18 Poster Πόστερ18
του Βασίλη Δούβλη. Με τους Ιωσήφ Γαβριελάτο, Νικολάκη Ζεγκίνογλου, Αναστάση Λαουλάκο, Κλέλια Ανδριολάτου, Μαρίνα Ανυφαντή, Μαρίνα Ασλάνογλου, Νίκο Γεωργάκη, Δημήτρη Λάλο, Μαρία Σκουλά, Γιώργο Συμεωνίδη, Θεοδώρα Τζήμου.


"Η Αρχή της Ελπίδας"...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Το αυγό του φιδιού και τα... φιδάκια

Ο Βασίλης Δούβλης γεννήθηκε στα Ιωάννινα και σπούδασε Λογοτεχνία και Κινηματογράφο στην Αθήνα και το Παρίσι. Είναι προϊστάμενος του τομέα προγράμματος του Τηλεοπτικού Σταθμού της Βουλής των Ελλήνων. Έχει διδάξει σενάριο και σκηνοθεσία σε σχολές κινηματογράφου κι έχει σκηνοθετήσει ταινίες μικρού και μεγάλου μήκους, μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, που έχουν προβληθεί και βραβευτεί σε πολλά διεθνή φεστιβάλ. Τούτη είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί 14 χρόνια μετά το «Η επιστροφή» (2007). Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της τον περασμένο Νοέμβριο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου τιμήθηκε (εξ ημισείας με την ταινία «Αγία Έμυ») με το βραβείο Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου.

18 Poster Πόστερ Wallpaper
Ο τίτλος της ταινίας, 18, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, είναι ηθελημένα αμφίσημος, παραπέμποντας τόσο στην ηλικία των πρωταγωνιστών και τη δύσκολη ενηλικίωσή τους, όσο και στο γνωστό ναζιστικό σύνθημα (1=A= Adolf, 8=H=Hitler). Στην αρχή και στο φινάλε της ταινίας εντάσσεται οργανικά στη δράση η «Αρχή της Ελπίδας», η εμβληματική εγκατάσταση του Σκωτσέζου καλλιτέχνη Ρόμπερτ Μοντγκόμερι, που βρίσκεται πάνω από το πορθμείο στο Πέραμα.

Η υπόθεση: Ο Μιχάλης, μαθητής της Γ' Λυκείου από μια λαϊκή οικογένεια, ευαίσθητος και με καλλιτεχνικές ανησυχίες, συνηθίζει να φωτογραφίζει με το κινητό του πρόσωπα περαστικών στο δρόμο. Ζει στο Πέραμα, όπου η οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν αφήσει έντονα τα σημάδια τους. Ένα από τα απότοκα αυτής της κρίσης είναι και η άνοδος του φασισμού. Στο Λύκειο του Μιχάλη δρα μια ρατσιστική ομάδα. Αρχηγός της είναι ο εξωσχολικός Ηλίας. Έχει μόλις απολυθεί από τις Ειδικές Δυνάμεις και μισεί οτιδήποτε είναι διαφορετικό από τον ίδιο: τους ξένους, τους μετανάστες, τους ομοφυλόφιλους. 

Ο Ηλίας και οι κολλητοί του, ο Πάνος, ο Στάθης και ο Στέλιος, θα στοχοποιήσουν τον Μιχάλη, ιδίως από τη στιγμή που θα μάθουν ότι εκείνος διαθέτει ενοχοποιητικό βίντεο με τον Ηλία και μια συμμαθήτριά του, την Κατερίνα. Ο Μιχάλης δέχεται επιθέσεις και απειλές για τη ζωή του και είναι σε δίλημμα για το τι πρέπει να κάνει: να σιωπήσει, προστατεύοντας έτσι, συγχρόνως, τον φίλο του, γιο μεταναστών, Αντώνη, αλλά και τον μικρότερο αδερφό του, τον Νίκο ή να τολμήσει να μιλήσει και να αποκαλύψει τη δράση της ομάδας, αδιαφορώντας για τις συνέπειες; Οι γονείς του, παρά τις καλές τους προθέσεις, αδυνατούν να σταθούν δίπλα του και να τον βοηθήσουν καθώς χαμένοι στο κυνήγι της επιβίωσης, είναι ουσιαστικά απόντες. Την ίδια ώρα, ο Στέλιος θα κάνει το δικό του ταξίδι αυτογνωσίας...

Η άποψή μας: Ακούμε ολοένα και συχνότερα τη φράση «βρισκόμαστε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας», σαν καραμέλα, που προσπαθεί να δικαιολογήσει πολλές φορές τα αδικαιολόγητα, σε ότι αφορά παράλογες αποφάσεις της κυβερνησάρας μας. Τούτη η ταινία, αν μη τι άλλο, βρίσκεται όντως, ειλικρινά και ολοκληρωτικά, στη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Αυτό βέβαια δεν την απαλλάσσει από τα προβλήματά της, που κατεβάζουν τις επιδόσεις της, παρά το γεγονός ότι ο πήχης των προσδοκιών είναι ανεβασμένος. Λακωνικά, θα λέγαμε πως το θέμα και η διαχείρησή του έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, το σενάριο, όμως (εννοείται, τι περιμένατε; ) σε ότι αφορά τη διάρθρωση της ιστορίας που αφηγείται, έχει κενά, σε κρίσιμα σημεία πλατειάζει, σε άλλα αποπροσανατολίζει (εδώ μπαίνει στην εικόνα και ο παράγοντας μοντάζ) και η ταινία κλείνει ουσιαστικά με ένα μη φινάλε. 

Το μείγμα επαγγελματιών ηθοποιών και ερασιτεχνών λειτουργεί καλά ως επί τω πλείστον – το ίδιο λειτουργεί και το μείγμα διαφορετικών ηλικιακών ομάδων: των 18άρηδων και των μεσηλίκων. Και παρά τα προβλήματά της, έχουμε την ταινία στην καρδιά μας. Γιατί τολμάει να μιλήσει με τρόπο σύγχρονο κι όχι αφ' υψηλού ή διδακτικά για μια πολύ πραγματική στρέβλωση της ελληνικής κοινωνίας. Ναι, το πρόβλημα της ανόδου της ακροδεξιάς είναι απότοκο της φτώχειας, της μιζέριας, της εξαθλίωσης. 

Βάζει όμως και μερικά άλλα ενδιαφέροντα ζητήματα ο Δούβλης. Την ουσιαστικά απουσία των γονέων πχ ή την αδυναμία – μην πω, αδιαφορία – να προσεγγίσουν ή να ασχοληθούν πραγματικά με τα παιδιά τους. Την έλλειψη αγάπης ουσιαστικά. Τον ναρκισσισμό, που χτυπάει κόκκινο. Την αποθέωση της σωματικής ρώμης. Την αποθέωση της εικόνας. Τη γοητεία «καθοδηγητών» που με επεξεργασμένη ρητορική και πατώντας σε κρίσιμα «κουμπάκια» μπορούν να προσηλυτίσουν νέους, που ψάχνουν από κάπου να πιαστούν. Την αίσθηση του να ανήκεις κάπου. Αλλά και τον έρωτα, που μπορεί (στην περίπτωση του Ηλία) να αναπαράγει την αρρώστια, αλλά που μπορεί (στην περίπτωση του Στέλιου) να αναδείξει τον καλύτερο εαυτό μας. 

Κάποια πράγματα, όμως, επαναλαμβάνω, δεν λειτουργούν, δεν βγάζουν νόημα ή δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για να τα ερμηνεύσουμε. Ας πούμε: γιατί ο Στέλιος (ο μόνος ουσιαστικά από τους ήρωες που αλλάζει με το πέρας της ταινίας) ενώ καταλαβαίνει ότι ένα από τα «φιλαράκια» του, τα φασιστόπουλα, του έχει κλέψει το πορτοφόλι, συνεχίζει να του(ς) κάνει παρέα και δεν τον ξεμπροστιάζει; Ο Μιχάλης γιατί πηγαίνει στην πιάτσα ταξί για να βρει τον πατέρα του, σε μια σκηνή μάλιστα η οποία ξεχειλώνει χωρίς λόγο; Η μεγάλη εικόνα της ταινίας είναι φανερή, την ασπαζόμαστε και την έχουμε στην καρδιά μας. Ίσως αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θα θέλαμε να μην υπήρχαν οι μικρές αλλά βασικές ανορθογραφίες...

18 Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Ιουνίου 2022 από την Rosebud 21!
Περισσότερα... »

Το γεγονός (L' événement / Happening) Poster ΠόστερΤο γεγονός
της Audrey Diwan. Με τους Anamaria Vartolomei, Kacey Mottet-Klein, Sandrine Bonnaire, Louise Orry-Diquero, Louise Chevillotte, Pio Marmaï, Anna Mouglalis, Fabrizio Rongione.


Νέα γυναίκα, μόνη, ψάχνει...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Άννα μην κλαις...

Η Audrey Diwan είναι Γαλλίδα σκηνοθέτης με λιβανέζικη καταγωγή. Γεννήθηκε το 1980 στη Γαλλία. Πριν γίνει σκηνοθέτης, εργάστηκε ως δημοσιογράφος και σεναριογράφος. Είναι μέλος της Collectif 50 / 50, μιας γαλλικής ΜΚΟ που προωθεί την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών στη βιομηχανία του κινηματογράφου. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί. Η πρώτη ήταν η ταινία Mais vous êtes fous (Losing it, 2019), όπου πρωταγωνιστούσε ο Pio Marmaï (που υποδύεται τον καθηγητή στη δεύτερη ταινία της) – η συγκεκριμένη ταινία δεν έχει προβληθεί στην Ελλάδα. Προσεχώς, μαζί με την Rebecca Zlotowski, θα υπογράψουν το σενάριο στην αναβίωση της θρυλικής Εμμανουέλας, όπου θα πρωταγωνιστεί η Léa Seydoux!

Το γεγονός (L' événement / Happening) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία Το Γεγονός έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ Βενετίας, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα και όπου τιμήθηκε με τον Χρυσό Λέοντα καλύτερης ταινίας. Η πανελλήνια πρεμιέρα της ταινίας έγινε τον περασμένο Νοέμβριο στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου αποτέλεσε την ταινία που σήμανε την επίσημη πρεμιέρα του φεστιβάλ. Στη Γαλλία την ταινία είδαν στους κινηματογράφους γύρω στις 130 χιλιάδες θεατές.

Η υπόθεση: Γαλλία, 1963. Η Αν είναι μια νεαρή, έξυπνη και φέρελπις φοιτήτρια φιλολογίας από μια κωμόπολη κοντά στην Αγκουλέμ της δυτικής Γαλλίας, όπου οι γονείς της διατηρούν ένα μικρό καφέ. Δεν θέλει να γίνει καθηγήτρια: θέλει να γίνει συγγραφέας και να ξεφύγει από τα προβλεπόμενα που ορίζονται από την εργατική καταγωγή της. Η απρόσμενη εγκυμοσύνη της θα τη σοκάρει. Και θα τη θέσει μπροστά από ένα βασανιστικό δίλημμα: να κρατήσει το μωρό και να αποχαιρετίσει για πάντα τις όποιες πιθανότητες απόδρασης από την προδιαγεγραμμένη μοίρα της ή να προχωρήσει σε τερματισμό της εγκυμοσύνης. Διαλέγει την έκτρωση. 

Μόνο που η έκτρωση εκείνη την εποχή στη Γαλλία ήταν απαγορευμένη από τον νόμο. Όποιος γιατρός δεχόταν να τη βοηθήσει, κινδύνευε με φυλάκιση, όπως και η ίδια. Η Αν προσπαθεί να βρει μια λύση απεγνωσμένα. Βοήθεια δεν έχει από πουθενά. Οι εβδομάδες της εγκυμοσύνης περνούν δραματικά. Η Αν έρχεται αντιμέτωπη με τη ντροπή και τον πόνο, ενώ φτάνει να ρισκάρει την ίδια της τη ζωή...

Η άποψή μας: Δεν είναι η πρώτη φορά τα τελευταία αρκετά χρόνια όπου μια ταινία ασχολείται με το θέμα των εκτρώσεων. Πρόχειρα θυμάμαι Το μυστικό της Βέρα Ντρέικ (2004) του Mike Leigh (του οποίου η δράση τοποθετείται στη Μεγάλη Βρετανία της δεκαετίας του '50), το 4 μήνες, 3 εβδομάδες και 2 μέρες (2007) του Cristian Mungiu (του οποίου η δράση τοποθετείται στη Ρουμανία της δεκαετίας του '80) και το Never Rarely Sometimes Always (2020) της Eliza Hittman (του οποίου η δράση τοποθετείται στις ΗΠΑ του σήμερα). Όλες αυτές οι ταινίες είναι κάτι παραπάνω από πολύ καλές – βέβαια, αν έπρεπε να τις αξιολογήσω, εννοείται ότι θα ξεχώριζα ως πιο συγκλονιστική, πλήρη κι απαλλαγμένη έστω από ίχνος διδακτισμού, τη ρουμάνικη. 

Όπως και να έχει, όλες αυτές οι ταινίες έχουν το ιδιάζον ενδιαφέρον να διαθέτουν προβολές στο σήμερα. Και να επισημαίνουν με τρόπο τρανταχτό και τολμηρό πως ενώ υποτίθεται πως οι σύγχρονες κοινωνίες προχωράμε προς τα εμπρός, κάποιες, από αυτές που δεν το περιμένεις, μιας που καταχωρούνται ως προηγμένες και προοδευτικές, πηγαίνουν προς τα πίσω ολοταχώς. Υπάρχουν πολύ πρόσφατα τα παραδείγματα της Πολωνίας και του Τέξας, για να αναφέρουμε δυο πολύ προβεβλημένες περιπτώσεις. 

Τούτη η ταινία λοιπόν, παραδόξως και... απαράδεκτα, είναι απόλυτα επίκαιρη. Εννοώ, δεν θα έπρεπε να είναι επίκαιρη. Θα έπρεπε να λειτουργεί ως κάτι του τύπου «κοίτα ρε συ πόσο βάρβαρη ήταν η κοινωνία ενάντια στις γυναίκες κάποτε». Το θέμα της αυτοδιαχείρισης του σώματος των γυναικών θα έπρεπε να είναι λυμένο. Όπως και η εξαφάνιση της αντίληψης από πολλούς άντρες ότι οι γυναίκες είναι κτήματά τους – στο πλαίσιο αυτό εμπίπτουν και οι γυναικοκτονίες. Αλλά αυτό είναι ένα άλλο, τεράστιο θέμα... 

Η Diwan αφηγείται την ιστορία της με την προσήλωση ενός ντοκιμαντερίστα. Η κάμερά της λειτουργεί ως αυτόπτης μάρτυρας, που μεταφέρει στο κοινό απλώς και μόνο τα γεγονότα. Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας αποφεύγει τον μελοδραματισμό, όπως αποφεύγει και να σοκάρει τους θεατές με φτηνά τρικ. Η ιστορία από μόνη της είναι αρκούντως σοκαριστική. Οπότε, κάποιες, λίγες σκηνές, όπως η επίμαχη προς το φινάλε, σοκάρουν μεν αλλά φαίνεται πως αυτό γίνεται υπολογιστικά, με τρόπο ώστε ο θεατής να χειραγωγηθεί για να αντιδράσει – με αποστροφή εννοείται. Ας πούμε ότι το «φθηναίνει» εδώ η συγκρατημένη κατά τα άλλα σκηνοθέτρια. 

Που επιλέγει το τετράγωνο κάδρο για να μεταφέρει πιο πετυχημένα την αίσθηση εγκλωβισμού της ηρωίδας της. Που επιλέγει να μην ξεκαθαρίσει απόλυτα για πολύ ώρα το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα, για να υπογραμμίσει πως – σε κάποιες χώρες – τα ίδια και χειρότερα συμβαίνουν σήμερα. Που επιλέγει με τον τρόπο της να δώσει μια αίσθηση θρίλερ με όσα τραβάει μόνη της η Αν. Που επιλέγει τολμηρά να αποσυνδέσει και να αποφετιχοποιήσει το σεξ σε σχέση με το συναίσθημα. Δεν βλέπουμε τη σκηνή όπου η Αν μένει έγκυος. Όταν τη βλέπουμε όμως να κάνει σεξ, είναι μια συνειδητή της απόφαση, επειδή είναι γκαβλωμένη κι όχι επειδή αγαπάει τον one-night-stand εραστή της. 

Η φεμινιστική ατζέντα της ταινίας χτυπάει όλες τις σωστές νότες και δεν υποπίπτει στο λάθος να τσουβαλιάσει συλλήβδην όλους τους άντρες ως γουρούνια: την υποκριτική κοινωνία του τότε (και του τώρα) προσπαθεί να στηλιτεύσει. Είναι η δεύτερη φορά σε μικρό χρονικό διάστημα που βλέπουμε μεταφορά (αυτοβιογραφικών εν πολλοίς) βιβλίων της Annie Ernaux στο σινεμά. Η προηγούμενη ήταν η ταινία «Το πάθος» (Passion simple) της επίσης Λιβανέζας, Danielle Arbid, που είδαμε στα τέλη Φεβρουαρίου στην Ελλάδα. 

Αυτήν τη φορά, όμως, η κινηματογραφική διασκευή ευτύχησε στην επιλογή της πρωταγωνίστριας. Η Ρουμάνα Anamaria Vartolomei είναι εξαιρετική. Σαγηνευτική εμφανισιακά και συναρπαστική ερμηνευτικά, κουβαλάει πραγματικά την ταινία στους ώμους της, καθώς δεν λείπει από κανένα πλάνο. Μια γενναία ερμηνεία, που την μπάζει για τα καλά στον κινηματογραφικό χάρτη. Την είχα προσέξει σε μικρούς ρόλους σε δύο ταινίες του 2017, το Ο θεριστής (Le semeur) και το Βασιλικοί γάμοι (L' échange des princesses). Προσεχώς, θα τη δούμε να υποδύεται την Maria Schneider (ναι, εκείνη από το Τελευταίο ταγκό στο Παρίσι του Bertolucci) στο Maria ενώ πρωταγωνιστεί και στην επόμενη ταινία του Bruno Dumont, το L' Empire, όπου σε ένα μικρό χωριό της Γαλλίας υποτίθεται πως ζουν εξωγήινοι Ιππότες undercover! Μια χαρά της πάνε τα πράγματα της 23χρονης Anamaria. Και μόνο για να τη δείτε να διαπρέπει σε τούτη την ταινία αξίζει να επισκεφτείτε το θερινό της περιοχής σας.

Το γεγονός (L' événement / Happening) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Ιουνίου 2022 από την Rosebud 21!
Περισσότερα... »