Αδίστακτοι (Braqueurs) PosterΑδίστακτοι
του Julien Leclercq. Με τους Sami Bouajila, Guillaume Gouix, Youssef Hajdi, Redouane Behache, David Saracino, Narcisse Mame


«Ένταση» αλά γαλλικά!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

«Go Fast» σαν να λέμε, «Die Young»!

Αυτή είναι η τέταρτη μεγάλου μήκους ταινία του Julien Leclercq και η πρώτη που βγαίνει σε εμπορική διανομή στις κινηματογραφικές αίθουσες στη χώρα μας. Για την ιστορία οι τρεις προηγούμενές του ήταν οι: «Chrysalis» (2007), «L'assaut» (2010) και «Gibraltar» (2013). Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ της Μπουσάν το 2015 και βγήκε στις γαλλικές αίθουσες τον Μάιο του 2016, κόβοντας στις δύο πρώτες βδομάδες προβολής της περί τις 300 χιλιάδες εισιτήρια!

Αδίστακτοι (Braqueurs) Quad Poster
Η επόμενη ταινία του 38χρονου Leclercq θα είναι εκείνη που (μάλλον) θα τον κάνει ευρύτερα γνωστό κι εκτός Γαλλίας. Μιλάμε για το «Prost», μια βιογραφική ταινία για έναν από τους σπουδαιότερους οδηγούς της Formula 1 όλων των εποχών, τον Alain Prost! Στον πρωταγωνιστικό ρόλο θα δούμε έναν από τους πρωταγωνιστές και τούτης της ταινίας, τον Guillaume Gouix!

Η υπόθεση: Ο Γιανί, ο Ερίκ, ο Νασέρ και ο Φρανκ αποτελούν την πιο αποτελεσματική ομάδα ληστών σε ολόκληρη την περιφέρεια του Παρισιού. Ανάμεσα σε κάθε χτύπημα, ο καθένας από αυτούς προσπαθεί να διαχειριστεί την οικογενειακή του ζωή, ακροβατώντας μεταξύ παράνοιας, απομόνωσης και ανησυχίας των συγγενών τους. Όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που ο πιτσιρικάς αδερφός του Γιανί, ο Αμίν, θα κάνει ένα μεγάλο λάθος, που θα αναγκάσει την ομάδα να βρεθεί υπό την δούλεψη των «βαρόνων» ναρκωτικών της πόλης. Πλέον, η ομάδα δεν έχει να φέρει εις πέρας τις ληστείες τεθωρακισμένων στις οποίες ήταν εξπέρ, αλλά ένα αστραπιαίο «χτύπημα», που έχει να κάνει με εμπόριο ηρωίνης. Σύντομα, ληστές και έμποροι ναρκωτικών θα βρεθούν αντιμέτωποι...

Η άποψή μας: Κοίτα να δεις τώρα: αυτή είναι μια ταινία, που έχει τόσο πολλά να δουλεύουν υπέρ της αλλά τελικά κινείται στον μέσο όρο, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Όντως, μοιάζει (επίτηδες ή κατά... λάθος) με την «Ένταση» (Heat, 1995), μιας εκ των κορυφαίων ταινιών του μυθικού Michael Mann (αλήθεια, τι κάνει αυτή η ψυχή;). Πρόκειται για μια ψύχραιμη και κατά το μάλλον ή ήττον αυθεντική ματιά στο χώρο των σύγχρονων παρανόμων στη Γαλλία. Παράνομοι εξ επιλογής – μάλλον και εξ ανάγκης: τι διεξόδους μπορεί να δώσει η σημερινή γαλλική κοινωνία στους νέους των γκετοποιημένων μεγαλουπόλεων, που κατακλύζονται από γόνους μεταναστών εξ Αφρικής; Τι μέλλον τους υπόσχεται αν ακολουθήσουν τη νόμιμη οδό; Κάπου εδώ η ταινία συναντά ξυστά και το «Μίσος» (La haine, παραδόξως, ίδιας χρονολογίας παραγωγής με την «Ένταση», ήτοι, του 1995!) του Mathieu Kassovitz.

Στην παρανομία λοιπόν. Ναι, αλλά καμία σχέση με την γκλαμουροποιημένη εικόνα που κάποιοι ίσως να έχουν στο μυαλό τους από άλλες... ταινίες! Οι σημερινοί κακοποιοί, μας λέει η ταινία, είναι απαραίτητο να κρατάνε χαμηλό προφίλ. Δεν μπορούν να επιδεικνύουν τα έπαθλα του κόπου τους, τη λεία τους: κάτι τέτοιο δεν θα συνάδει με τις συνθήκες στις οποίες ζουν. Έτσι, ο υπεύθυνος εκρηκτικών της ομάδας πηγαίνει κανονικά στη δουλειά του «θάβοντας» την αμοιβή του μέσα σε γυάλινα δοχεία και ο αρχηγός των πάντων κυκλοφορεί με ένα παλιό Πεζό, ενώ θα μπορούσε να μετακινείται με οποιοδήποτε ακριβό αμάξι θα γούσταρε! Low profile από τη μια, εναντίωση στην εξουσία από την άλλη και η έξαψη του να ζεις κάθε μέρα στα όρια ζωής και θανάτου. Πακέτο. Κανένα πρόβλημα να σκοτώσουμε άλλους αν αυτοί βρεθούν στο δρόμο μας. Από την άλλη, απίστευτη αφοσίωση στην οικογένεια, στους συγγενείς, στους φίλους, στους συνεργάτες. Μέχρι εδώ, όλα καλά.

Η ταινία μπαίνει κατευθείαν στο ζουμί και από το 5ο της λεπτό ήδη βλέπουμε να στήνεται μια εντυπωσιακή σκηνή ληστείας θωρακισμένου οχήματος που μεταφέρει πολύ μεγάλο αριθμό «λευκών» διαβατηρίων, τα οποία στη «μαύρη» αγορά τιμώνται με μερικές χιλιάδες ευρώ το καθένα! Η σκηνή στήνεται στους τόνους του γκρι – μπλε, στα όρια του μαυρόασπρου. Είναι γρήγορη, σε χώνει κατευθείαν μέσα στα πράγματα, σε γεμίζει αδρεναλίνη. Καμία σχέση με μακρόσυρτα build-up: κι έτσι θα φτιάξουμε τη ληστεία και να τα σχέδια επί χάρτου και η προετοιμασία και μπλα μπλα μπλα. Υπάρχει οικονομία εδώ πέρα, δεν «ξεχειλώνει» το πράγμα. Βλέπουμε τρεις ληστείες συνολικά στην ταινία με την μία να είναι πιο εντυπωσιακή από την άλλη. Ως εδώ, όλα καλά (και πάλι!). Μόνο που αυτή η λιτότητα περνάει και στο χτίσιμο των χαρακτήρων. Κανένας τους δεν σκιαγραφείται σε βάθος. Και οι μεταξύ τους σχέσεις μένουν ανεκμετάλλευτες. Πχ, η σχέση του Γιανί με την ξανθιά γυναίκα – προφανώς τον έρωτα της ζωής του: μακριά από ρομαντικές εξιδανικεύσεις the american way, παραείναι «λίγη» για να πείσει. Δίνεται τηλεγραφικά, στην προσπάθεια σκηνοθέτη και σεναριογράφων να χωρέσουν μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, χωρίς να πλατειάζουν, όλα όσα χρειάζεται ο θεατής προκειμένου από τη μια να δει μια χορταστική περιπέτεια και από την άλλη να δει ως πρωταγωνιστές ανθρώπους με σάρκα και οστά κι όχι κινηματογραφικά κατασκευάσματα. Στο δεύτερο αποτυγχάνει – κι ας διαθέτει ως πρωταγωνιστή τον απίστευτα ταιριαστό για το ρόλο του Γιανί Sami Bouajila.

Επίσης, κάτι λίιιιιγο τζιζ, που ενδεχομένως να μην το έπαιρνα χαμπάρι αν δεν έβλεπα μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα και την ταινία του Στέλιου Κούλογλου «Πεθαίνοντας στα γέλια». Υπάρχει μια σκηνή στην ταινία όπου οι κακοποιοί πυροβολούν προς τη μεριά ενός αυτοκινήτου της αστυνομίας, ο οδηγός του οποίου κάνει όπισθεν για να ξεφύγει. Ε, λοιπόν, μοιάζει πάρα πολύ με τα αυθεντικά πλάνα της τρομοκρατικής επίθεσης των φανατικών ισλαμιστών στο περιοδικό Charlie Hebdo, στο Παρίσι! Κατά λάθος; Το ελπίζουμε! Και πάλι, όμως, σου φαίνεται κάπως όλο αυτό το σκηνικό. Και το φινάλε δεν έχει την τόλμη όλων όσων έχουν προηγηθεί. Σαν να λέει πως η φυγή είναι η μόνη λύση. Και τι φυγή, έτσι; Ενδιαφέρουσα περίπτωση που μοιάζει λίγο σαν χαμένη ευκαιρία.

Αδίστακτοι (Braqueurs) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 6 Απριλίου 2017 από την Odeon
Περισσότερα... »



Ελληνικό Box Office 30 Μαρτίου - 2 Απριλίου 2017 by OPTOMA


Φιλμ
Διανομή
Wks Αίθουσες
4ήμερο Ελλάδας
Σύνολο Ελλάδας
1
Smurfs: The Lost Village
Feelgood Ent.
1
147
52.324
52.324
2
Beauty And The Beast
Feelgood Ent.
3
137
18.391
148.464
3
Ghost In The Shell
UIP
1
105
17.060
17.060
4
Get Out
UIP
3
36
6.322
51.273
5
Ciao Amore...Dalida
Rosebud 21
1
13
4.363
4.363
6
Power Rangers
Odeon
2
39
3.556
19.377
7
El ciudadano ilustre
One From The Heart
1
6
3.480
3.480
8
Kong: Skull Island
Tanweer
4
17
3.220
98.696
9
Logan
Odeon
5
12
2.483
181.037
10
The Shack
Odeon
1
33
2.236
2.236


Περισσότερα... »

Αναζητώντας την Αλήθεια (The Shack) PosterΑναζητώντας την Αλήθεια
του Stuart Hazeldine. Με τους Sam Worthington, Carson Reaume, Octavia Spencer, Graham Greene, Radha Mitchell, Aviv Alush, Sumire, Tim McGraw, Alice Braga, Megan Charpentier, Gage Munroe


Θα σε ξαναβρώ στον Παράδεισο
του zerVo (@moviesltd)

Ως βιβλίο αποτέλεσε έναν από τους πλέον μοσχοπουλημένους τίτλους των τελών της περασμένης δεκαετίας, καθώς το ομώνυμο έργο φαντασίας του συγγραφέα William P. Young, που κυκλοφόρησε το 2007 για περισσότερο από μια τριετία βρισκόταν στις υψηλότερες θέσεις του σχετικού πίνακα των Times, με πωλήσεις πολλών εκατομμυρίων αντιτύπων. Έκτοτε το The Shack περιστρεφόταν διαρκώς στα σχέδια των κινηματογραφικών παραγωγών, αν και οι τεχνικές δυσκολίες απεικόνισης των γραφομένων στην νουβέλα, αποξαρχής φαίνονταν δύσκολα υλοποιήσιμες, με συνέπεια το πρότζεκτ να παραμένει για περίπου μια δεκαετία στο ψυγείο. Μέχρι που η Summit Πήρε την δύσκολη απόφαση να χρηματοδοτήσει αυτό το blacklisted και όχι αδίκως όπως φάνηκε τελικά σκριπτ, δίνοντας του την ευκαιρία να μεταμορφωθεί σε μια ταινία, που πιθανότατα στερεί σε μεγάλο βαθμό την όποια αίγλη του πρωτότυπου...

Αναζητώντας την Αλήθεια (The Shack) Quad Poster
Έχοντας ξεπεράσει τα δύσκολα παιδικά χρόνια που γνώρισε, μέσα σε μια οικογένεια που καταδυναστευόταν από την απρόβλεπτη μήνη ενός μέθυσου πατέρα, ο καλοσυνάτος και θρήσκος Μακένζι Φίλιπς, θα βάλει σκοπό της ζωής του να γίνει το ακριβώς αντίθετο για τα δικά του τέκνα, ένας υποδειγματικός, για εκείνα, γονιός. Και πραγματικά, με την αρωγή της λατρεμένης του και επίσης βαθιά θρησκευόμενης συζύγου, Ναν, ο Μακ θα καταφέρει να κερδίσει την αγάπη και την εμπιστοσύνη των τριών ανήλικων παιδιών του, της Κέιτ, του Τζος και της μικρούλας Μίσι, πλέοντας σε πελάγη ευτυχίας γι αυτό. Ανείπωτη χαρά, που η άτιμη η μοίρα θα βάλει σημάδι για να την καταστρέψει, ένα πρωινό που δεν προμήνυε τέτοιο κακό, όταν στο καλοκαιρινό κάμπινγκ που παραθέριζε η φαμίλια, το κοριτσάκι θα εξαφανιστεί από προσώπου γης, μην αφήνοντας πίσω της το παραμικρό ίχνος για το που ακριβώς βρίσκεται.

Τραγωδία που θα ολοκληρωθεί ελάχιστες ημέρες κατοπινά, καθώς σε ερημικό καλύβι στο παρακείμενο δάσος, θα βρεθεί το άψυχο σώμα του άτυχου κοριτσιού, έχοντας πέσει θύμα του παρανοικού σίριαλ κίλλερ που μαστίζει με τις πράξεις του την περιοχή. Οργή, θυμός, απαίτηση εδώ και τώρα για τιμωρία, είναι τα πρώτα συναισθήματα που θα πλημμυρίσουν την ψυχή του Μακ. Και κυρίως τα βέλη θα στραφούν ενάντια στον ίδιο τον Θεό, που δεν προστάτεψε το κοριτσάκι του από τα χέρια του κακούργου. Μέσα στις συνθήκες απόγνωσης που βιώνει ο χαροκαμένος πατέρας, με τους πάντες στο σπίτι να του έχουν στρέψει την πλάτη μη ανεχόμενοι την αλλαγή στην συμπεριφορά του, εκείνος θα δεχτεί ένα παράξενο χειρόγραφο μήνυμα, που θα του ζητήσει να επισκεφτεί και πάλι το καλύβι του θανάτου εκεί που μια έκπληξη, που δεν φαντάζεται, τον περιμένει. Με το μυαλό του να στριφογυρνά σε μονοπάτια μεταξύ της αυτοκτονίας και της εκδίκησης, ο Μακένζι αντί για τον φονιά όπως αρχικά πίστευε, θα έρθει σε επαφή, με την Πάπα, τον Ιησού και την Σαραγιού, σε ένα περιβάλλον φωτεινό, πολύχρωμο και μεθυστικό, σε αντίθεση με το σκοτεινιασμένο, παγωμένο και υγρό που θυμόταν να τυλίγει την παράγκα, που μέσα της απόλεσε το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής του.

Δεν χρειάζεται και πολύ σκέψη για να αντιληφθεί κανείς πως εκείνοι που θα παρουσιαστούν ενώπιον του πικραμένου και πανέτοιμου να ρίξει το ανάθεμα πατέρα, μια έγχρωμη μεσήλικας με το χαμόγελο της καλοσύνης μόνιμα σχεδιασμένο στο πρόσωπο της, ένας γενειοφόρος νεαρότερος της, με απίστευτες ικανότητες περιπατητικής πάνω στο νερό και μια παρθένος ολόφωτη νεαρά δεσποινίς, ορίζουν το σύμβολο της Χριστιανοσύνης, την Αγία Τριάδα, ως ο Πατήρ (Πάπα είναι το όνομα που έδινε η χαμένη πιτσιρίκα στον Θεό), ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα. Παρότι επίσης βαθιά θρησκευόμενος κι εγώ, έχω μελετήσει αμέτρητες πιθανές εκφάνσεις της μορφής που θα μπορούσε να αποσπάσει το συγκεκριμένο τρίπτυχο, πρέπει να ομολογήσω πως ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό μια τέτοια σύσταση, όπως ετούτη που μας παρουσιάζει στην ταινία του, ο όχι και ιδιαίτερα πεπειραμένος σκηνοθέτης Stuart Hazeldine.

Κι όμως η βιτρίνα της Αγίας τριάδος δεν είναι το κυριότερο ζήτημα που έχει να επιλύσει το στρατευμένο σε αυτό το ξεχωριστό είδος των religious movies, The Shack, μιας και προέχει να δούμε τους λόγους που επελέγη ο γεμάτος αμφιβολίες για το αν ο Θεός είναι δίκαιος και σωστός με τα πλάσματα του, Μακένζι. Εννοείται πως ο ψυχικά κατακερματισμένος γονιός (για ακόμη μια φορά επίπεδος και με υπερτονισμένες εκφράσεις ο Sam Worthington) δεν δείχνει ενδιαφέρον αρχικά για το ποιοι μπορεί να είναι οι τρεις μάγοι που έκτισαν ένα ηλιόλουστο θέρος, μέσα στην καρδιά του χειμώνα, με τον πόνο στην ψυχή του να παραμένει ασυγκράτητος και ατέρμονος από τον χαμό της λατρεμένης του θυγατέρας. Εκεί είναι ακριβώς που ξεκινούν οι διδαχές περί του After Life, της αιώνιας ευτυχίας, των Κήπων του Παραδείσου που καρτερούν όλους τους ενάρετους όπως εκείνος, την Αγάπη που Κυρίου που στέλνει δοκιμασίες, ακόμη και ακραίες για να διατηρεί την Πίστη σε εγρήγορση και να μην υπάρχουν χαλαρότητες στην δοξολογία της. Ας μου επιτραπεί να πω πως όλα αυτά είναι η παραμυθένια υπόσταση των θρησκειών, που μάλλον ενδιαφέρει κατά κύριο λόγο όσους έχουν διαβεί το κατώφλι της τρίτης ηλικίας και σπριντάροντας προς το φίνις, κοτσάρονται για θρήσκοι και υπερχριστιανοί, κάνοντας θηριώδεις Σταυρούς μέχρι τα ουράνια για να τους καμαρώσει ο Θεός ως τους υπέρτατους Πιστούς.

Το πέρασμα αυτής της μορφής των ιδεών μέσα στις σελίδες του σινεμά, δεν είχε, ούτε ποτέ θα έχει επιτυχές αποτέλεσμα, εφόσον η Έβδομη Τέχνη δεν είναι το πεδίο για να αναλύσει κανείς την ανάλαφρα γλαφυρή όψη της Πίστης, αντίθετα αποτελεί μιας πρώτης τάξης καμβά για να μελετηθούν πολύ σοβαρά ζητήματα που προκύπτουν πολλές φορές από την λανθασμένη, ακραία ή αιρετική ανάγνωση των Γραφών. Αναζητώντας την Αλήθεια στην ταινία που μόλις είδαμε, διάρκειας σχεδόν δυόμισι βασανιστικών ωρών, μάλλον πολύ μακριά από τον βασικό στόχο βρεθήκαμε, πέφτοντας στον λάκκο με τους ακατάσχετους διδακτισμούς και τις γιρλαντισμένες θεωρίες του Κυριακάτικου ρουτινιάρικου κηρύγματος. Που εύκολα ξεχνιέται όταν ο Κήρυκας δεν έχει σθένος στην έκφραση του και πειθώ να περάσει τα μηνύματα, όσο πανεύκολα θα λησμονηθεί και το The Shack, από όσους πολύ λίγους προβλέπω, θα το προτιμήσουν για την κινηματογραφική τους έξοδο...

Αναζητώντας την Αλήθεια (The Shack) Rating



Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την Odeon
Περισσότερα... »

Στρουμφάκια: Το Χαμένο Χωριό (Smurfs: The Lost Village) PosterΣτρουμφάκια: Το Χαμένο Χωριό
του Kelly Asbury. Με τις φωνές των Demi Lovato, Rainn Wilson, Joe Manganiello, Jack McBrayer, Danny Pudi, Michelle Rodriguez, Ellie Kemper, Ariel Winter, Meghan Trainor, Jake Johnson, Mandy Patinkin, Julia Roberts


Γυναικεία Ανασφάλεια. Μα και στα Στρουμφάκια?
του zerVo (@moviesltd)

Για πρώτη φορά τα λατρεμένα μικροκαμωμένα μπλε ανθρωπάκια, που γεννήθηκαν από το πενάκι του μετρ Peyo, έκαναν την εμφάνιση τους στην μεγάλη οθόνη το 2011, με το πολυαναμενόμενο, χάρη και στο τεράστιο προωθητικό μάρκετινγκ εκείνης της εποχής σε όλο τον κόσμο, The Smurfs να σαρώνει τα Box Office, φέρνοντας στα ταμεία της Sony περισσότερα από 200 εκατομμύρια δολάρια, σχεδόν τα διπλάσια από όσα έβγαλε από την τσέπη για την κατασκευή του. Ο εξαιρετικός συνδυασμός animation και live action που πέτυχε τον σκοπό του, είχε σαν αποτέλεσμα την λογική συνέχεια, The Smurfs 2, δύο χρονάκια κατοπινά, που είχε ακριβώς το ίδιο κόστος, όχι όμως και τον αντίστοιχο τζόγο στο κοινό. Μιας και ο τίτλος είναι πιασάρικος, η παραγωγή δεν θα ήταν δυνατόν να τον αφήσει τόσο εύκολα ανεκμετάλλευτο, ακόμη κι αν χρειαζόταν να αποσυρθούν οι ζωντανοί, οι αληθινοί χαρακτήρες από το σενάριο, για να μείνουν μόνο τα σκιτσαρισμένα μουτράκια, που έτσι κι αλλιώς εκείνα είναι που γνωρίζει περισσότερο ο κόσμος. Συνέπεια τούτου, η παρουσίαση ενός τρίτου επεισοδίου, με την μαρκίζα The Lost City, ανεξάρτητου από τα προηγούμενα, σαν αυτοτελές επεισόδιο, που περισσότερο ριμπούτ θυμίζει, παρά καθεαυτού σίκουελ των περασμένων.

Στρουμφάκια: Το Χαμένο Χωριό (Smurfs: The Lost Village) Wallpaper

Μια χαρά κυλάει στην πλήρη ηρεμία της η καθημερινότητα στο μικρό χωριουδάκι των Στρουμφ, από την στιγμή που όλα τα μέλη της ζωηρής κοινότητας ακολουθούν πιστά τις εντολές του πάνσοφου και δίκαιου Μπάμπα. Μέχρι την στιγμή που η προβληματισμένη από την ιδιαιτερότητα της, ως το μοναδικό κοριτσάκι της συντροφιάς, Στρουνφίτα, θα παρακούσει την οδηγία και θα διαβεί το κατώφλι του Απαγορευμένου Δάσους, αναζητώντας τις ρίζες της, πιστεύοντας πως η προέλευση της είναι ξεχωριστή από όλης της υπόλοιπης φυλής. Δρόμος που θα την οδηγήσει ακριβώς στις παρυφές του πύργου, του κακιασμένου Δρακουμέλ, που παρέα με την κακίστρω γάτα του Ψιψινέλ και τον όχι και τόσο έξυπνο δράκοντα Μόντυ, αναζητά όλα τα Στρουμφάκια του κόσμου για να βάλουν στον αποχυμωτή και με το ζωμό τους να γίνει ο κυρίαρχος του κόσμου.

Κι αν μια φορά με την βοήθεια των τριών κολλητών της, που θα δείξουν την ίδια περιέργεια με εκείνη, του Σπιρτούλη, του Σκουντούφλη και του Προκόπη, θα καταφέρει να ξεφύγει από το κυνήγι του κακού μάγου, δεν θα συμβεί το ίδιο όταν όλοι μαζί θα πάρουν την απόφαση να ψάξουν να βρουν που κρύβεται το Χαμένο Χωριό, που ο θρύλος λέει πως κατοικείται μόνο από στοιχειά πανομοιότυπα με εκείνους, με την διαφορά πως όλα είναι θηλυκά... Έκπληξη που θα περιμένει την κακόμοιρη τετράδα, αν και εφόσον καταφέρει να υπερκεράσει όλους τους κινδύνους που κρύβει η ύπαιθρος, τις ζωντανές λιβελούλες, τα γιγάντια κουνέλια, τα κυματιστά ποτάμια, αλλά και τον ίδιο τον Δρακουμέλ που φυσικά βρίσκεται στο κατόπι τους...

Και κάπως έτσι παίρνει μπροστά η πρώτη, αμιγώς σκιτσαρισμένη καινούργια περιπέτεια των Smurfs, που αυτή την φορά στο επίκεντρο της έχει το ξανθούλι κοριτσόπουλο που όλοι στο Στρουμφοχωριό προσέχουν σαν τα μάτια τους, μια και την έχουν μια και μονάκριβη. Η κακομοίρα η Στρουμφίτα, που κατά την παράδοση είναι δημιούργημα του Δρακουμέλ, ώστε να λειτουργήσει σαν Δούρειος Ίππος στην ανδροκρατούμενη κοινωνία των Στρουμφ, μα που χάρη στην αγάπη όλων έγινε αποδεκτή και αγαπητή από όλους, θα βιώσει την απόλυτη ανατροπή αντιλαμβανόμενη πως πια δεν είναι η μόνη γυναίκα στον κόσμο. Ίσως όμως να είναι η πιο αδύναμη, αλλά και η πιο κοκέτα, καθώς όλες οι Αμαζόνες που διατηρούν ζωντανό το δικό τους χωριουδάκι, είναι ικανότατες πολεμίστριες, άριστες στο τόξο, πανίσχυρες στην μάχη και εκείνες από την μεριά τους, θα την περάσουν την σχετική εκπαίδευση, για να μάθει πως να προστατεύει μόνη της τον εαυτό της.

Με τηλεοπτικό (γιγάντιο χρονικά) επεισόδιο μοιάζει αυτό το τρίτο μέρος της φιλμικής διαδρομής των μινιμάλ φατσουλιών, που υπογράφει σκηνοθετικά ο έμπειρος στο είδος, χάρη στην προϋπηρεσία του σε Shrek 2, Spirit και Gnomeo And Juliet, Kelly Asbury. Πέραν του νεανικώς και κεφάτως παρουσιαζόμενου φεμινιστικού στόρι, για να μην λησμονούμε πως οι βασικοί θεατές του φιλμ, δεν είναι παρά μονοψήφιας ηλικίας θεατές, δεν υπάρχουν ιδιαίτερες σουρπρίζ ούτε στην θεματική εξέλιξη, ούτε στον τρόπο της αφήγησης, προκειμένου να εξελιχθεί Το Χαμένο Χωριό σε κάτι το αξέχαστο, το ξεχωριστό. Όμορφα σκίτσα, τρισδιάστατης υφής, ειδικά όσο διαρκεί το ταξίδεμα μέσα στο άγνωστο του δάσους, με την πολυχρωμία της χλωρίδας και του υγρού στοιχείου να κλέβει την παράσταση, πλακατζίδικες ατάκες, που αν είσαι από τους παλιούς Στρουμφοφάνς δεδομένα έχεις ξανακούσει και μάλλον θα σε κάνουν να χαμογελάσεις, αλλά και περιορισμένη έμπνευση στην πλοκή, που δεν κρύβει ποτέ πίσω της τουίστς και απρόσμενες στιγμές. Για κάποιο Σαββατιάτικο απόγευμα, που θα παίξει δηλαδή στην μικρή οθόνη, μια χαρά πρόταση αποτελεί, για πρόταση εξόδου στην σκοτεινή αίθουσα, μάλλον οι νεαροί σινεφίλ, έχουν καλύτερες επιλογές να κάνουν.

Στρουμφάκια: Το Χαμένο Χωριό (Smurfs: The Lost Village) Rating




Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »

Το φάντασμα στο Κέλυφος (Ghost In The Shell) PosterΤο φάντασμα στο Κέλυφος
του Rupert Sanders. Με τους Scarlett Johansson, "Beat" Takeshi Kitano, Michael Pitt, Pilou Asbæk, Chin Han, Juliette Binoche, Peter Ferdinando, Kaori Momoi, Lasarus Ratuere


Big In Japan
του zerVo (@moviesltd)

Για πρώτη φορά ο τίτλος εμφανίστηκε στα 1989, βγαλμένος από την έμπνευση και το πενάκι του Masamune Shirow, στο ομώνυμο σέινεν μάνγκα, που αποτέλεσε την απαρχή μιας σειράς ανιμέισον, με τεράστια εμπορική απήχηση σε όλο τον κόσμο, με αφετηρία φυσικά την πατρίδα του την Ιαπωνία. Την Χώρα του Ανατέλλοντος Ήλιου όπου λανσαρίστηκε το 1995 και το πρώτο φιλμ κινούμενων σκίτσων, βασισμένο στην ίδια ιδέα, από τον σκηνοθέτη Mamoru Oshii, σε μια αρκετά πειστική διασκευή του μύθου, που ειδικά στις αγορές της Άπω Ανατολής σάρωσε τα ταμεία. Μετά από αρκετά και ενδιαφέροντα σίκουελς, η Dreamworks κατ εντολή του ίδιου του Spielberg, πήρε το ρίσκο να ασχοληθεί με την πρώτη live action εκδοχή του παγκοσμίου φήμης Ghost In The Shell, φροντίζοντας τα υλικά που θα σχηματίσουν το πρότζεκτ να είναι πρώτης τάξης, από το πάνω ράφι, ώστε να μείνουν ικανοποιημένοι τόσο οι αμέτρητοι φανατικοί του οπαδοί, όσο και οι επενδυτές που αναμένουν σε πολλαπλάσια φόρμα την επιστροφή των χρημάτων που έριξαν στο πλάνο. Κι αν οριακά, έστω και με λίγα παραπανίσια κέρδη, οι δεύτεροι μείνουν ικανοποιημένοι, αφού από την παγκόσμια θα γυρίσουν τα εκατό-κάτι εκατομμύρια του κόστους, οι πρώτοι, ενδεχόμενα να μην χορτάσουν το θέαμα που προσδοκούσαν, στο άκουσμα της ύπαρξης ενός τέτοιου φημισμένου κινηματογραφικού μπλοκμπάστερ.

Το φάντασμα στο Κέλυφος (Ghost In The Shell) Quad Poster
Στο κοντινό μέλλον, οι επιστημονικοί κολοσσοί, με την αρωγή της τεράστιας εξέλιξης της νανοτεχνολογίας, έχουν προχωρήσει σε μυστικά γενετικά πλάνα, φτάνοντας ακόμη και στο να καταφέρουν να συνδυάσουν μέσα σε μηχανικά κατασκευασμένα κορμιά, τα Κελύφη, την ανθρώπινη νοημοσύνη, όπως εκείνη αποκτήθηκε με τον χρόνο, από υπαρκτά πρόσωπα, τα Φαντάσματα όπως τα αποκαλούν, έχοντας καταφέρει να την αποσπάσουν από σώματα κατεστραμμένα, έτοιμα να αφήσουν την τελευταία τους πνοή. Πρωτοπόρος στον σχεδιασμό τέτοιων ανθρωποειδών, η περίφημη Χάνκα Ρομπότικς, με την βοήθεια της ευφυούς Δρ Ουελέτ, θα προχωρήσει πολλά βήματα παραπέρα, καταφέρνοντας να κάνει πράξη το φιλόδοξο σχέδιο της, παρουσιάζοντας σαν πρώτο αποτέλεσμα των πειραμάτων της, το δυναμικό cyborg που προέκυψε από την ανακατασκευή των μελών μιας νεαρής γυναίκας, της Μίρα Κίλιαν, που μόλις επιβίωσε από βίαιη εξτρεμιστική επίθεση...

Ένα χρόνο κατοπινά, το αποτέλεσμα αυτό των μελετών, έχοντας πάρει το κωδικό όνομα Μέιτζορ, αποτελεί ένα από τα πιο δυναμικά στελέχη της αντιτρομοκρατικής ομάδας του Σέκτορα 9, που σκοπό του έχει την αποκάλυψη και την εξόντωση απειλών για την ανθρωπότητα. Ενόσω οι κεντρικές εγκαταστάσεις και οι βασικοί οργανωτές του Σέκτορα, θα δεχτούν φονική επίθεση από άγνωστης ταυτότητας εγκληματία, καθοδηγητή μιας ολόκληρης στρατιάς ρομπότ με την μορφή γκέισας, η Μέιτζορ, που δεν έχει απαλλαγεί από τις εκλάμψεις των αναμνήσεων του παρελθόντος της, θα ριχτεί στην μάχη της αναζήτησης του, προτού εκείνος καταφέρει και διαλύσει όλα όσα έχει πετύχει μέχρι ώρας το φιλόδοξο πείραμα. Και όσο περισσότερο η προβληματισμένη πράκτορας ρίχνεται βαθύτερα στον πόλεμο κατά των εισβολέων, τόσο οι σβησμένες θύμησες θα ξυπνούν μέσα της, ανακατεύοντας συναισθήματα και πράξεις.

Δεν αναφέρεται κάπου συγκεκριμένα, είναι όμως κάτι παραπάνω από προφανές, πως ο τόπος που εξελίσσεται η πλοκή, είναι μια μετεξέλιξη των τεράστιων Ασιανών μητροπόλεων, τιγκαρισμένων με γιγάντιες ολογραφικές διαφημίσεις και νέον φωτισμούς και γεμάτων από ανισόπεδες κυκλοφοριακές διαβάσεις, που η δαιδαλώδης τους υφή και σχεδιασμός άμεσα παραπέμπει στο μελλοντολογικό τοπίο, όπου εξελισσόταν η πρώτη διδάξασα και κορυφαία φιλμική στιγμή του είδους, το αξεπέραστο Blade Runner. Σε αυτό το γνώριμο φόντο, όπου πλέον είναι δεδομένο πως άνθρωποι και ρομπότ συνυπάρχουν, δίχως να είναι εύκολη στο κοινό μάτι η αποκάλυψη για το ποιος είναι ο πραγματικός και ποιος ο κίβδηλος, λαμβάνει χώρα ο cyber πόλεμος ανάμεσα σε εκείνους που επιζητούν με κάθε τρόπο και με οποιαδήποτε χρήση της τεχνολογικής προόδου την δημόσια ασφάλεια και σε αυτούς που θα την χρησιμοποιήσουν με ανήθικους σκοπούς και προς ίδιον όφελος.

Δίχως άλλο το αριστοτεχνικά δομημένο σκηνικό του 21ου και βάλε αιώνα, αποτελεί ένα πρώτης τάξης πεδίο δράσης για να κυλήσει πάνω του η ανέμη της περιπετειώδους αφήγησης. Εκεί ατυχώς ο ντιρέκτορας Rupert Sanders, επιλέγει να μην ακολουθήσει την προσταγή της πλατείας για ακατάπαυστη action, αεικίνητα χορευτικά και εκρηκτικές σεκάνς, τύπου ας πούμε Matrix, τίτλου που λίγο έως πολύ έχει πανομοιότυπη ιδεολογική βάση, αλλά να εστιάσει στα ζόρια και τους εσωτερικούς προβληματισμούς της ψυχής του ανθρωποειδούς, που μάχεται ανεξέλεγκτα και αλώβητο σωματικά, ελάχιστα απέχει από την ολοκληρωτική συντριβή του όμως νοητικά. Καθώς η παλαιά όψη, η θνητή, η εύθραυστη, η όχι απέθαντη, θα έρθει σε άμεση ρήξη με την υπεράνθρωπη, την άψογη, την σούπερ ηρωική, μηχανικά όμως λειτουργικά κατευθυνόμενη.

Για να είμαι ειλικρινής, αν θα μου ζητούσαν να ορίσω ποια σούπερ σταρ θα επέλεγα για την διανομή του ρόλου της Μέιτζορ / Κίλιαν, πολύ δύσκολα θα πρότεινα κάποια άλλη από την Scarlett Johansson, την νούμερο ένα άλλωστε εξειδικευμένη ηθοποιό, σε συνθήκες έντονης δράσης της εποχής μας, με προϋπηρεσία πετυχημένη στους θριάμβους της Marvel. Με αρκετές CGI παρεμβάσεις, τόσο στην έκφραση, όσο και στο κορμί της, η χυμώδης πρωταγωνίστρια ανατρέπει τον μύθο της σχιστομάτισσας ηγέτιδας του αγώνα, διατηρώντας ζωντανή την σούπερ σέξι χροιά του πρωτότυπου, αλλά και περνώντας την γνώριμη μελαγχολία της, όπως ακριβώς πρέπει δηλαδή, στην human ματιά της. Δυστυχώς όμως τον ολοζώντανο χείμαρρο Scarlett δεν εκμεταλλεύεται ποτέ το πολύ χαμηλού τέμπο, ανεξήγητα χαμηλού για το genre, σενάριο, που πάλεψε αλλά δεν κατόρθωσε ποτέ να κοντράρει στα ίσα πρόσφατες πολύ υψηλότερου κύρους, ιδίας φιλοσοφίας, ταινίες, σαν ας πούμε το σπουδαίο Ex Machina με την Alicia Vikander. Οι πολύ φανατικοί της μαρκίζας, ενδεχόμενα και μόνο στην ολοζώντανη απεικόνιση του αγαπημένου τους θρύλου στην μεγάλη οθόνη, ίσως και να ενθουσιαστούν από το αποτέλεσμα. Η ιστορία που αφηγείται όμως το live action, Ghost In The Shell με την ρηχή της συμπεριφορά και τις ελάχιστες εκρήξεις έμπνευσης στην πορεία της, μάλλον δεν καλύπτει τις απαιτήσεις των υπολοίπων, που στο άκουσμα της κυκλοφορίας ενός τόσο δυνατού τίτλου, σίγουρα περίμεναν περισσότερα.

Το φάντασμα στο Κέλυφος (Ghost In The Shell) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την UIP
Περισσότερα... »

Ciao Amore...Dalida (Dalida) PosterCiao Amore...Dalida
της Lisa Azuelos. Με τους Sveva Alviti, Riccardo Scamarcio, Jean-Paul Rouve, Nicolas Duvauchelle, Alessandro Borghi, Valentina Carli, Brenno Placido, Niels Schneider, Hamarz Vasfi, Davide Lorino, F. Haydee Borelli, Vincent Perez, Patrick Timsit


Histoire D'Un Amour
του zerVo (@moviesltd)

Τι νοσταλγική ανάμνηση ξυπνάει πάλι αυτή η φιλμαρισμένη βιογραφία? Είναι ένα φεγγάρι εκεί λίγο πριν την έλευση της (καλώς ή καλώς) επαναστατικής Αλλαγής, που πάμπολλα αστέρια του ευρωπαϊκού σανσόν επιλέγουν και τον τόπο μας για τις ηλιόλουστες βόλτες τους, συνδυάζοντας τις με κάποιο αφιέρωμα με τραγούδια τους, στις μικρές τηλεοπτικές οθόνες της πάμφτωχης δικαναλικής εποχής. Όνειρο που γινόταν πραγματικότητα μέσα από τις εκπομπές του Παπαστεφάνου και του Γερμανού, ενόσω πραγματοποιούσαν έφοδο μέσα στο σαλόνι σου άπιαστες μορφές που απλώς τις χάιδευες νοερά στο άκουσμα του χιλιοπαιγμένου δίσκου ή στην χειρότερη του αντιγράφου που στριφογυρνούσε ακατάπαυστα στο μπομπινόφωνο. Ακόμη κι αν το ασπρόμαυρο του πρωτόγονου δέκτη δεν σε άφηνε να απολαύσεις σε όλο τους το εύρος, πολυχρωμίες και πλουμίδια, η φαντασία ταξίδευε και ζωγράφιζε σε κάθε πιθανή απόχρωση φώτα και ντεκόρ, για να παρελάσει εμπρός τους το είδωλο. Ξέχωρη θέση σε ετούτη την ανεξίτηλη παιδική θύμηση, μια δίμετρη Καρυάτιδα, με μαλλί ατελείωτο πυρόξανθο, να λικνίζεται πέρα δώθε, μέσα στην λαμέ τουαλέτα της, στον παλμό του Ντιρλαντά. Στόματα ορθάνοιχτα σε σύσσωμο τον ανδρικό περίγυρο, που κόντευε να χυμήξει στο γυαλί για να την αγκαλιάσει, να την κάνει δική του. Τι Γυναικάρα! Τι Γυναικάρα φίλε! Ετούτη είναι η ιστορία της...

Ciao Amore...Dalida (Dalida) Quad Poster
Έχοντας αφήσει πίσω τα δύσκολα παιδικά χρόνια στο πολύβουο μεταπολεμικό Κάιρο, με τον δάσκαλο μουσικής πατέρα της να βρίσκεται σε περιορισμό από τους απελευθερωτές, η Ιταλικής καταγωγής Γιολάντα Τζιλιότι, μαζί με την μητέρα και τα αδέλφια της θα αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη στην Ευρώπη. Χάρη στην απαράμιλλη ανατολίτικη εξωτερική της εμφάνιση, που συνδυαζόταν άψογα με την υπέροχη χροιά της φωνής της, η Δαλιδά, όπως είναι πλέον το αρτιστικό της όνομα, θα πέσει πολύ σύντομα στην αντίληψη των μουσικών παραγωγών, που θα την προωθήσουν σαν το επόμενο μεγάλο όνομα του Φραντσέζικου πενταγράμμου. Λίγο πριν εκπνεύσει η δεκαετία του 50', η τραγουδίστρια με τα εξωτικά χαρακτηριστικά και το ιδιαίτερο βαρύ αξάν στην προφορά, θα δει το όνομα της να κυριαρχεί στην κορυφή των τσαρτς, με τις μεσογειακής χροιάς επιτυχίες της, να της χαρίζουν το ένα νούμερο ένα μετά το άλλο.

Δεν υπάρχει ούτε ένας ραδιοφωνικός σταθμός που να μην ξεκινάει το πρόγραμμα του με το μαντολίνο του Bambino, τα γυρίσματα του Come Prima και την λατίνα συγκίνηση του Histoire D'Un Amour, με το άστρο της Δαλιδά να έχει σκαρφαλώσει στα ουράνια του διεθνούς μουσικού στερεώματος και κάθε της εμφάνιση να συνδυάζεται με παραλήρημα από το κοινό. Μαζί με την ραγδαία ανοδική τάση της επαγγελματικής της πορείας, η ερμηνεύτρια θα δει και την προσωπική της ζωή να παίρνει το μονοπάτι της ευτυχίας, καθώς θα σφραγίσει με έναν λαμπερό γάμο, την σχέση της με τον άνθρωπο που την ανακάλυψε, τον δαιμόνιο παραγωγό Λισιέν Μορίς.

Και αυτή είναι η απαρχή μιας καλλιτεχνικής διαδρομής τριών δεκαετιών, ισοδύναμης του θριάμβου καθώς οι δίσκοι της Δαλιδά θα γίνονται ανάρπαστοι παγκοσμίως, την ίδια στιγμή που οι εμφανίσεις της μπροστά στο κοινό, από την στιγμή της ανακοίνωσης τους θα κτυπούν αλλεπάλληλα σολντ άουτ. Μονόδρομος προς το ναδίρ της καταξίωσης, που στον ιδιωτικό της βίο όμως θα έχει παντελώς αντίθετη ρότα, συννεφιασμένη, σκοτεινή, μουντή και σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της με τραγικό κι αιματηρό φινάλε. Σαν κάποια νεράιδα να άγγιξε με το μαγικό της ραβδί της αύρα της Dalida και καθετί που τραγουδά να γίνεται χρυσάφι, την ίδια στιγμή που ένα αντιστρόφως ανάλογο ξόρκι φρόντιζε να καταστρέφει τον οποιοδήποτε έκανε την καρδιά της να σκιρτά. Και για να τα λέμε όλα, δεν ήταν και λίγοι οι άντρες που η φλογερή Μεσόγεια δόθηκε ψυχή και σώμα, για να πάρει στο σύνολο των περιπτώσεων σαν αντάλλαγμα δάκρυα και πίκρα.

Βασισμένη στα απομνημονεύματα του αδελφού της Ορλάντο, ενός κατά συνθήκη, υπερβολικά φιλόδοξου μάνατζερ, που πρέπει ελάχιστες στιγμές στο σύνολο της τριακονταετίας να μην βρέθηκε στο πλάι της (εδώ τον υποδύεται σε υπερβολικά γκείζουσα φόρμα ο Ιταλιάνος Ricardo Scamarcio) η biopic της τραγουδίστριας, αρχίζει και τελειώνει με μία απόπειρα αυτοκτονίας. Την πρώτη, την αποτυχημένη, οφειλή στον όχι ιδιαίτερα ταλαντούχο, μα ιδεαλιστή περφόρμερ Λουίτζι Τένκο, που δεν άντεξε την απόρριψη του Σαν Ρέμο κι έβαλε τέλος στην ζωή του, οδηγώντας την βασική τους υποστηρίκτρια στην κατάθλιψη και την δεύτερη, την οριστική, που στα 1987 βύθισε στο πένθος ολάκερο τον καλλιτεχνικό κόσμο, τον οποίο η Ντίβα αποχαιρέτησε με δυο θλιμμένες γραμμές στο μπιλιέτο του αντίο της: Δεν αντέχω άλλο, συγχωρέστε με...

Με αρκετές ιδιορρυθμίες στην αφήγηση του, ώστε να το κάνει να ξεχωρίζει από αντίστοιχα μουσικά σινε-αφιερώματα, το φιλμ που φέρει την υπογραφή της Γαλλομαροκινής Lisa Azuelos, σε κανένα σημείο της δράσης του δεν ακολουθεί μια γραμμή, επιθυμώντας σχεδόν πλάνο με το πλάνο να πηγαινοέρχεται μέσα στον χρόνο, φωτίζοντας εναλλάξ ανάκατες καρτ ποστάλ από την πολυτάραχη ζωή της τραγουδίστριας. Στοιχείο που αυτόματα καθιστά πολύ ενδιαφέρουσα την ανάγνωση των - έτσι κι αλλιώς πασίγνωστων στο σύνολο του κοινού που θα παρακολουθήσει το έργο - περιστατικών που στιγμάτισαν την προσωπικότητα της Δαλιδά. Έρωτες θυελλώδεις, βουτηγμένοι όλοι στην έναρξη τους σε έναν πρόσκαιρο ενθουσιασμό, μα που σταδιακά όμως ξεθώριαζαν και έδειχναν αδύναμοι να κρατήσουν ψηλά σε ένταση την ασίγαστη δίψα της για αγάπη. Αυτοχειρίες, εγκαταλείψεις, φυλακίσεις, εκτρώσεις, ξεσπάσματα βίας, ανικανοποίητα πάθη, θάνατος! Και τι ειρωνεία, ούτε μια επαγγελματική επιλογή δεν στράβωσε ποτέ. Πωλήσεις δίσκων στα ουράνια και Παλαί Ντε Σπορ κατάμεστα για να απολαύσει ο κοσμάκης την μελαγχολική Θεά!

Το δεύτερο στοιχείο που καθιστά διαφορετικό το φιλμάρισμα της ζωής της Dalida, είναι που όσο περνά η ώρα το μουσικό αφιέρωμα εξελίσσεται σε καθαρόαιμο μιούζικαλ, εκεί όπου το κάθε τραγούδι παίζει τον δικό του ρόλο στο σενάριο, ανταποκρινόμενο κατά βάση στα εκάστοτε συναισθήματα της ερμηνεύτριας. Εξαιρετική μέθοδος που ξεδιπλώνονται στο πανί δηλαδή τα χιτς το ένα μετά το άλλο, το Je Suis Malade, το Paroles, το Pour Ne Pas Vivre Seul, το Il Venait D'Avoir 18 Ans, αλλά και οι πιο τιγκάτες στην πούλια και το στρας επιτυχίες της τελευταίας, ντίσκο αεικίνητης περιόδου της, σαν τον Gigi και το εκρηκτικό Lessaiz Moi Danser. Κανένα τραγούδι δεν ράβεται τυχαία στον καμβά, ώστε σε μιξάρισμα με το πρωθύστερο της εξέλιξης να σχηματίζει μια γοητευτικά ελκυστική πρόκληση.

Εννοείται σε καμία περίπτωση όμως, γοητευτικότερη από την ανάμνηση της ίδια της Δαλιδά, που ζει και βασιλεύει, από το πρώτο στιγμιότυπο σε μια γωνιά του αχανούς Ορλύ, ίσαμε το τελευταίο εκράν, που η ίδια βυθίζει στο τόσο τρομακτικό για εκείνη σκοτάδι. Λογικό κι επόμενο είναι η επιλογή της πανομοιότυπης μεν σωματικής κοψιάς και αραβικών χαρακτηριστικών προσώπου, Sveva Alviti να μην πετυχαίνει ποτέ να αγγίξει έστω την λαμπάδα και την ενέργεια της Θεότητας. Περισσότερο τοπ μόντελ παρά ηθοποιός, η Ισραηλινή, που επελέγη από την σκηνοθέτιδα από περισσότερες των 200 υποψηφίων, απλώς διεκπεραιώνει επίπεδα τον ρόλο, αφήνοντας νότες, χορευτικά, ιαχές, κλάματα και ξεσπάσματα, να εκτοξεύσουν ορφανά από μόνα τους την δραματουργία, χωρίς την κατάλληλη υποκριτική ώθηση. Πράγμα που κατορθώνουν τα υλικά, πρωτίστως χάρη στα ντιρεκτορικά εφέ της προβολής τους, μα κυρίως λόγω της συγκλονιστικά καταστροφικής δυναμικής τους, εφόσον όλα συνέβησαν στο ίδιο πρόσωπο, που τα προσέλκυσε πάνω του σαν μαγνήτης. Έστω κι έτσι όμως, στρέφοντας ματιά ξανά στις νότες και τις μελωδίες, στην απόλυτα θηλυκή κορμοστασιά και την ασυντόνιστη χάρη, την απρόσμενα μη φρανσέζα προφορά και την καθηλωτική θεατράλε λυγμώδη περφόρμανς, καταλήγουμε ξανά στο ίδιο συμπέρασμα. Μεγάλου έρωτα η ιστορία αυτή Νταλί. Αιώνιου πλέον...

Ciao Amore...Dalida (Dalida) Rating



Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την Rosebud 21
Περισσότερα... »

Ο επιφανής πολίτης (El ciudadano ilustre) PosterΟ επιφανής πολίτης
των Mariano Cohn, Gastón Duprat. Με τους Oscar Martínez, Dady Brieva, Andrea Frigerio, Nora Navas, Manuel Vicente, Belén Chavanne, Gustavo Garzón, Julián Larquier, Emma Rivera, Marcelo D’Andrea


Μικρό χωριό, μεγάλα βάσανα...
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ουδείς προφήτης στον τόπο του!

Μια πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι τούτη η ταινία των Gastón Duprat και Mariano Cohn. Μια ταινία, που φέρνει στο νου κάτι από το «Κυνήγι» του Thomas Vinterberg αλλά και από τον «Βασιλιά» του Νίκου Γραμματικού, σε πιο χαλαρούς τόνους πάντως, όπως και να 'χει. Μια σπουδή πάνω στην καλλιτεχνική δημιουργία, τα δάνεια από την πραγματικότητα, την ίδια την τέχνη της αφήγησης, εντέλει, το ίδιο το σινεμά!

Ο επιφανής πολίτης (El ciudadano ilustre) Quad Poster
Η ταινία El Ciudadano Ilustre ξεκίνησε την καριέρα της στο περασμένο φεστιβάλ Βενετίας, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα, κερδίζοντας τελικά το βραβείο καλύτερης ανδρικής ερμηνείας για τον Oscar Martínez. Προβλήθηκε και στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον περασμένο Νοέμβρη, στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες», κερδίζοντας το βραβείο κοινού για το συγκεκριμένο τμήμα! Και αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Αργεντινής για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Όχι μικρό κατόρθωμα για την πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας του συγκεκριμένου σκηνοθετικού διδύμου.

Η υπόθεση: Ο Ντανιέλ Μαντοβάνι είναι ένας συγγραφέας παγκοσμίου φήμης, την οποία επικυρώνει με τη βράβευσή του με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (πριν τη βράβευση του Bob Dylan προφανώς...). Τα βιβλία του πουλάνε τρελά και καθημερινά δέχεται δεκάδες προσκλήσεις για συνεντεύξεις (τηλεοπτικές, ραδιοφωνικές, γραπτές), για παρουσίαση σε διάφορες εκδηλώσεις τόσο φιλανθρωπικού όσο και κοσμικού χαρακτήρα, για ομιλίες σε πανεπιστήμια ανά τον κόσμο. Ο ίδιος όμως είναι μοναχικός άνθρωπος και προτιμά να βρίσκεται στο ησυχαστήριό του, κάπου στη Βαρκελώνη.

Τη μόνη παρέα που ανέχεται είναι αυτή της ιδιαιτέρας γραμματέως – βοηθού του. Κάποια μέρα τον περιμένει μια έκπληξη: τον καλούν να τον τιμήσουν από την γενέτειρά του, μια μικρή πόλη στην Αργεντινή ονόματι Σάλας. Ενώ αρχικά αρνείται την πρόσκληση εντέλει αποφασίζει να κάνει το μεγάλο ταξίδι. Εξάλλου, η γενέτειρά του πάντα αποτελούσε πηγή έμπνευσης για τα βιβλία του κι έχει να την επισκεφτεί για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες. Μόνο που αλλιώς έχει αυτήν την επίσκεψη στο μυαλό του κι αλλιώς έρχονται τα πράγματα μόλις πατάει το πόδι του εκεί όπου μεγάλωσε...

Η άποψή μας: Το αργεντίνικο σινεμά, γενικά το σινεμά της λατινικής Αμερικής είναι από τα πιο δημιουργικά και ενδιαφέροντα αυτή τη στιγμή. Στην Αργεντινή παράγονται ταινίες που απευθύνονται στο μεγάλο κοινό υπάρχουν όμως και καλλιτεχνικά δημιουργήματα υψηλής αισθητικής αξίας. Τούτη η ταινία είναι εμπορική: δεν είναι τυχαίο ότι τη διανομή της έχει αναλάβει το αργεντίνικο τμήμα της Ντίσνεϊ για την ίδια τη χώρα. Αυτό όμως πλέον δεν αποτελεί κριτήριο για να κρίνουμε μια ταινία. Αυτό αποτελεί απλώς μια επιπλέον πληροφορία. Γιατί η ταινία είναι καλή. Πολύ καλή μάλιστα. Ο βασικός χαρακτήρας, ο Ντανιέλ Μαντοβάνι, σε κανένα σημείο του φιλμ δεν αποκαλύπτει τον πραγματικό του εαυτό. Είναι αυτά που λέει; Είναι αυτά που γράφει; Ή απλά υποδύεται ρόλο;

Ας πούμε, ο λόγος που εκφωνεί μετά τη βράβευσή του από τη Σουηδική Ακαδημία με το βραβείο Νόμπελ, δείχνει έναν άνθρωπο που δεν τον ενδιαφέρουν οι βραβεύσεις, έναν αντισυμβατικό τύπο, χορτάτο, που τον νοιάζουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα από γιορτές και παράτες. Ισχύει; Ή το παίζει; Γιατί όταν φτάνει στη γενέτειρά του μέχρι και σε πυροσβεστικό άρμα θα ανεβεί, ωσάν... ποδοσφαιριστής για να χαιρετίσει τους συμπολίτες του που έχουν βγει στους δρόμους (καλά, μην φαντάζεστε πλήθος – από τις έξυπνες και αστείες σκηνές της ταινίας) για να τον προϋπαντήσουν. Στη γενέτειρά του θα συναντήσει ξανά τον μεγάλο του έρωτα, μια γυναίκα παντρεμένη με παιδί πια. Ο άντρας της ήταν φίλος με τον Ντανιέλ και θέλει να τα πάνε καλά. Η κόρη... μεγάλη ιστορία. Τα πράγματα στραβώνουν όταν ένας γιατρός που βλέπει τον πίνακά του να απορρίπτεται από κριτική επιτροπή στην οποία προεδρεύει τιμής ένεκεν ο Ντανιέλ, τον κατηγορεί ότι ουσιαστικά είναι ατάλαντος και πως κλέβει τις πραγματικές ιστορίες των συμπολιτών του, τις καταγράφει στα βιβλία του, και με αυτόν τον τρόπο καρπώνεται επιτυχία και χρήματα. Η ένταση κλιμακώνεται και το φινάλε (μπορεί και να) είναι τραγικό.

Οι δύο σκηνοθέτες παρουσιάζουν τον κόσμο της διανόησης μέσω του ήρωά τους ως λίγο ψεύτικο, λίγο δήθεν, αλλά ανθρώπινο, γεμάτο ανάγκες, λάθη, πάθη και ιδιαιτερότητες. Γίνεται όμως και το σχόλιο για την Τέχνη οποιασδήποτε μορφής, της 7ης συμπεριλαμβανομένης. Τι είναι Τέχνη; Η αναπαράσταση της πραγματικότητας; Είναι ηθικό να στήνουμε ένα ολόκληρο έργο τέχνης πάνω στις ζωές των άλλων; Λέει αλήθειες χρησιμοποιώντας ψέματα ή λέει ψέματα χρησιμοποιώντας αλήθειες; Ποιος ορίζει αν ένα έργο τέχνης είναι «καλό» ή «κακό», «πρωτότυπο» ή «αντιπατάρα». Δυνατή ταινία, άξια προσοχής, με εξαιρετικό στον κεντρικό ρόλο τον Oscar Martínez.

Ο επιφανής πολίτης (El ciudadano ilustre) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την One From The Heart
Περισσότερα... »

Σε τέσσερις χρόνους (Orpheline) PosterΣε τέσσερις χρόνους
του Arnaud des Pallières. Με τους Adèle Haenel, Adèle Exarchopoulos, Solène Rigot, Vega Cuzytek, Gemma Arterton, Sergi López, Nicolas Duvauchelle, Robert Hunger-Bühler


Η ζωή είναι γυναίκα
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

«Και αντίστροφα μετράει ο καιρός...»

Πτυχιούχος του Ινστιτούτου Ανώτατων Κινηματογραφικών Σπουδών, ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Arnaud des Pallières γυρίζει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία «Drancy Avenir» το 1996. Λάτρης του ντοκιμαντέρ, το 2000 μπαίνει, για την τηλεόραση, στο πετσί της Γερτρούδης Στάιν με το μεσαίου μήκους «Is dead ou Portrait incomplet de Gertrud Stein». Το ντοκιμαντέρ του «Poussières d'Amérique», που γύρισε το 2011 χρησιμοποιώντας εικόνες αρχείου από ταινίες βωβού κινηματογράφου γυρισμένες στις ΗΠΑ, προβλήθηκε στην τελετή έναρξης του FID Marseille. Η προηγούμενη ταινία του, «Ο θρύλος του Μάικλ Κολχαας» (Michael Kohlhaas, 2013) συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών εκείνης της χρονιάς και τιμήθηκε με δύο βραβεία César: καλύτερης μουσικής και ήχου.

Σε τέσσερις χρόνους (Orpheline) Quad Poster
Η Orpheline είναι η πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία του. Έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν ενώ η παγκόσμια πρεμιέρα της έλαβε χώρα στο φεστιβάλ του Τορόντο. Το σενάριο το υπογράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης μαζί με την Christelle Berthevas (συνσεναριογράφο του και στο «Michael Kohlhaas») και είναι ένα σενάριο βασισμένο χαλαρά στη ζωή της Berthevas, πριν αυτή γίνει η σύζυγος του σκηνοθέτη! Η ταινία βγήκε στις γαλλικές αίθουσες μία μέρα πριν βγει στις ελληνικές αίθουσες, ήτοι στις 29 Μαρτίου εκεί, στις 30 Μαρτίου εδώ. Και τα... αστεράκια που έχει «τσιμπήσει» κυμαίνονται από τα πέντε αστεράκια του Première, μέχρι το ένα αστεράκι της Le Figaro, με το Cahiers du Cinéma να δίνει στην ταινία δύο αστεράκια. Την αξιολόγηση που δίνουμε κι εμείς εντέλει...

Η υπόθεση: Τέσσερις στιγμές στη ζωή τεσσάρων γυναικείων χαρακτήρων: Μια ενήλικη γυναίκα, που νόμιζε πως βρήκε ασφαλές καταφύγιο μακριά από το παρελθόν της. Μια νεαρή γυναίκα που μετακομίζει στο Παρίσι κι έχει τάση προς την καταστροφή. Μία έφηβη εγκλωβισμένη σε μια ατελείωτη διαδοχή φυγής, ανδρών και ατυχιών, γιατί οτιδήποτε άλλο είναι καλύτερο από την οικογένειά της. Ένα μικρό κορίτσι από την επαρχία παίζει ένα κρυφτό που μετατρέπεται σε τραγωδία. Σταδιακά, οι χαρακτήρες συναντιούνται για να σχηματίσουν μία ενιαία ηρωίδα...

Η άποψή μας: Ο σκηνοθέτης του πολύ ενδιαφέροντος «Ο θρύλος του Μάικλ Κολχαας» (κι ουχί του Σταύρου Κόλκα, δηλαδή, έλεος κάπου) επιχειρεί κάτι πολύ φιλόδοξο. Φτιάχνει το πορτρέτο μιας γυναίκας εξετάζοντας τέσσερις διαφορετικές περιόδους της ζωής της, ξεκινώντας από το φιλμικό τώρα, πηγαίνοντας πιο πίσω ηλικιακά, πιο πίσω ηλικιακά, πιο πίσω ηλικιακά, μέχρι την παιδική ηλικία, για να επιστρέψει στο φιλμικό τώρα. Όπως αναφέρει ο ίδιος ο σκηνοθέτης (κι έχει τη σημασία του): «Ο θεατής θα αντιληφθεί σύντομα την ιδέα της ταινίας: τέσσερις ηθοποιοί παίζουν τέσσερις περιόδους στη ζωή μιας γυναίκας. Δεν μοιάζουν και πολύ μεταξύ τους. Αλλά γιατί να τις κάναμε ίδιες όταν η κάθε ηλικία διεκδικεί την ταυτότητά της και θέλει να ορίζει τον εαυτό της σε αντίθεση με τον προηγούμενο; Η συνοχή του χαρακτήρα είναι το μόνο που έχει σημασία, η συνέχειά του μέσα από τέσσερις διαφορετικές ηθοποιούς. Σαν την αληθινή ζωή...».

Μια χαρά τα λέει ο φίλος μας, με μόνη διαφωνία πως αν ο θεατής μπει στην ταινία χωρίς να έχει διαβάσει οτιδήποτε γι' αυτήν, θα δυσκολευτεί αρχικά να ενώσει τα κομμάτια του παζλ. Το ανάποδο στη χρονική αφήγηση και οι διαφορετικές ηθοποιοί που δεν μοιάζουν μεταξύ τους και υποδύονται ουσιαστικά τον ίδιο ρόλο, την ίδια γυναίκα σε ηλικία 6, 13, 20 και 27 ετών (με απόσταση 7 χρόνια δηλαδή το ένα πορτρέτο από το άλλο) δεν βοηθάνε πολύ τον θεατή, για να το θέσουμε κομψά. Ίσα ίσα. Λίγο απρόσεκτος να είσαι και θα χαθείς στην αφήγηση. Και θα εκνευριστείς. Από την άλλη όλο αυτό έχει το ενδιαφέρον του, για αυτόν ακριβώς το λόγο: ο σκηνοθέτης θέλει ο θεατής του να είναι απόλυτα ενεργός, να δώσει όλη του την προσοχή στα επί της οθόνης δρώμενα, να καταλάβει. Ένα επιπλέον βοηθητικό στοιχείο θα σας δώσω κι εγώ: η Gemma Arterton υποδύεται χαρακτήρα που εμφανίζεται στις δύο πρώτες ιστορίες ενώ ο πάντα αγαπητός Sergi Lopez υποδύεται χαρακτήρα που εμφανίζεται στη δεύτερη και την τρίτη ιστορία. Συνολικά και συνοπτικά λοιπόν, έχουμε να κάνουμε κατά μία έννοια με μια σπονδυλωτή ταινία, που αναφέρεται στη ζωή μιας γυναίκας σε διαφορετικές χρονικές περιόδους της ζωής της, με ανάποδη αφήγηση.

Πώς ήταν το «5 Χ 2» του Ozon για τον γάμο; Ε, κάτι τέτοιο. Σαν ρώσικη κούκλα, σαν μια μπάμπουσκα που καθώς ξεσκεπάζουμε τη μεγαλύτερη κούκλα πέφτουμε πάνω στη μικρότερη και μετά στη μικρότερη και μετά στη μικρότερη. Εκτός από το πολύ πιτσιρίκι, όλες οι άλλες μορφές αυτής της γυναίκας (που ονομάζεται Kiki μικρή, Karine στην πρώιμη εφηβεία της, Sandra όταν μεγαλώνει και Renée όταν την βλέπουμε στην αρχή και στο φινάλε της ταινίας – άλλο ένα δείγμα... αποπροσανατολισμού!) προσπαθούν ταυτόχρονα να ξεφύγουν από το παρελθόν και τη μοίρα τους ως θηλυκά σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από τους άνδρες, χρησιμοποιώντας ως βασικό όπλο τον ερωτισμό τους! Εδώ να κάνω μια επισήμανση: μου φαίνεται δύσκολο να βρω στη συγκεκριμένη ταινία τα όρια ανάμεσα στη χειραφέτηση και την εκμετάλλευση.

Θέλω να πω, η 13χρονη Karine μοιράζει πίπες σε όποιον βρει (στην προσπάθειά της να βρει αγάπη, που δεν τη βρίσκει από τον βίαιο πατέρα της;), η Sandra γαμιέται με άνδρες και γυναίκες και η Renée μας δείχνει τα στήθη της – στήθη μιας εγκύου – με γκρο πλάνα σε κάθε ευκαιρία. Και τα τρίβει και μια ώρα, πάντα σε γκρο πλάνο – ποτέ μαζί με το πρόσωπο – η Adèle Haenel προφανώς και δεν δέχτηκε να δείξει τα δικά της στήθη (έτσι κι αλλιώς θα έπρεπε να είναι τα γεμάτα στήθη μιας εγκύου) κι αυτά που βλέπουμε είναι στήθη αντικαταστάτριας. Καλοδεχούμενος ο ρεαλισμός και ο ερωτισμός, δεν λέω, αλλά πόσο λεπτή πια είναι η γραμμή που χωρίζει φεμινισμό με... αντιφεμινισμό; Δεν ξέρω. Ίσως να είχε δίκιο και η Emma Watson, που αναρωτήθηκε πρόσφατα τι σχέση έχουν τα βυζιά με τον φεμινισμό. Και να βγάζω τώρα εγώ μέσω τούτου του γραπτού σκέτη πουριτανίλα και σωβινισμό/ σεξισμό - και δεν το θέλω! Ενδιαφέρουσα ταινία το δίχως άλλο, με ατρόμητες ερμηνείες (κι ας αρχίζει να τυποποιείται επικίνδυνα η Adèle Exarchopoulos σε ρόλους καβλιάρας μεταέφηβης) κι ένα φινάλε που παραπέμπει το δίχως άλλο στο φινάλε μίας από τις ιστορίες του «Δεκαπενταύγουστου» του Κωνσταντίνου Γιάνναρη, με τον δικό μας να έχει κάνει πολύ καλύτερη δουλειά, εντάξει; Φινάλε που υποδεικνύει πως η πραγματική λύτρωση και η πραγματική ελευθερία έρχονται μόνον εφόσον κάποιος έχει πληρώσει για τις αμαρτίες του. Ισχύει; Δεν είναι πολύ... χριστιανικό όλο αυτό; Και κομμάτι συντηρητικό; Χμ, το σίγουρο είναι πως η ταινία με καταμπέρδεψε...

Σε τέσσερις χρόνους (Orpheline) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την Weird Wave
Περισσότερα... »

Grave (Raw) PosterGrave
της Julia Ducournau. Με τους Garance Marillier, Ella Rumpf, Rabah Naït Oufella, Laurent Lucas, Joana Preiss


Μερικοί το προτιμούν... ωμό!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μια ταινία για την εποχή της ανθρωποφαγίας

Η τεράστια αυτοπεποίθηση που δείχνει η Γαλλίδα Julia Ducournau στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο σε μεγάλου μήκους ταινία είναι το μεγάλο της ατού. Όπως και το γεγονός ότι δεν παίρνει και πολύ στα σοβαρά την ταινία της, παίρνοντάς την εντέλει... πολύ στα σοβαρά! Φαίνεται αντιφατικό αλλά δεν είναι: η ταινία θα λατρευτεί από τους φίλους των ταινιών τρόμου ακριβώς επειδή προσφέρει αυτό που θέλουν: αίμα, σάρκα, σεξ, πλάκα και καθόλου, μα καθόλου σοβαροφάνεια.

Grave (Raw) Quad Poster
Η ταινία Raw έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου προβλήθηκε στο τμήμα «Εβδομάδα της Κριτικής». Τιμήθηκε με το βραβείο της FIPRESCI ως η καλύτερη ταινία από τα παράλληλα τμήματα του φεστιβάλ, την «Εβδομάδα της Κριτικής» δηλαδή και το «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών». Και ο μύθος λέει πως όταν η ταινία προβλήθηκε στο φεστιβάλ του Γκέτεμποργκ στη Σουηδία, 30 νοματαίοι έφυγαν από την αίθουσα πολύ πριν αυτή τελειώσει, πως κάποιοι λιποθύμησαν και κάποιοι άλλοι έτρεξαν στις τουαλέτες να κάνουν εμετό. Τα ίδια πάνω κάτω έγιναν και στο Τορόντο. Υπερβολές, που απλώς προσθέτουν στο hype της ταινίας. Έτσι κι αλλιώς, πάντως, δεν το έχει ανάγκη! Εδώ να προσθέσω πως στην προβολή της ταινίας στις Κάννες η αίθουσα στο ξενοδοχείο Miramar που φιλοξενεί τις προβολές της «Εβδομάδας της Κριτικής» δονούνταν από τη γλυκιά εκείνη έξαψη του ενθουσιασμού!

Η υπόθεση: Η Ζιστίν είναι μια νεαρή έφηβη, πολύ έξυπνη για την ηλικία της. Έχει περάσει σε μια ονομαστή κτηνιατρική σχολή της Γαλλίας, όπου ήδη φοιτά η μεγαλύτερη αδελφή της, μια σχολή στην οποία την οδηγούν οι γονείς της προκειμένου να γραφτεί και να αρχίσει να σπουδάζει. Η Ζιστίν είναι βετζετέριαν: δεν τρώει κρέας. Έτσι της το επέβαλαν οι γονείς της, έτσι το συνήθισε, έτσι της αρέσει. Στη σχολή γίνονται διάφορες τελετές υποδοχής των πρωτοετών: ουσιαστικά οι παλιοί τους ξεφτιλίζουν και τους συμπεριφέρονται σαν πιονάκια. Αυτό επιτάσσει η παράδοση. Η Ζιστίν φαίνεται στοχοπροσηλωμένη. Δεν γουστάρει τα πάρτι και την περιρρέουσα ελευθεριότητα. Είναι παρθένα. Ο συγκάτοικός της είναι γκέι. Και η ίδια το μόνο που θέλει είναι να διαβάζει. Όταν στο πλαίσιο μιας τελετής μια μέρα αναγκαστεί να φάει κρέας, όμως, όλα θα αλλάξουν για την Ζιστίν. Και θα καταλάβει γιατί οι γονείς της επέμεναν τόσο πολύ στο να απέχει από το να καταναλώνει σάρκα...

Η άποψή μας: Μιλάμε για ταινιάρα, έτσι; Δεν θεωρώ τον εαυτό μου οπαδό των ταινιών τρόμου. Σπανίως γουστάρω τέτοιες ταινίες. Με αυτήν όμως την καταβρήκα! Το καταδιασκέδασα! Η Julia Ducournau ξεκινάει με φόρα την ταινία της από την πρώτη σκηνή και δεν σταματάει ούτε λεπτό να σε κρατάει με το βλέμμα καρφωμένο στα πλάνα της! Ξέρει πότε πρέπει να σπιντάρει και πότε να χαλαρώσει το ρυθμό. Ξέρει πότε πρέπει να μας αποκαλύψει πράγματα – και το τρελό είναι πως από την αρχή φανταζόμαστε τι περίπου θα συμβεί, αλλά το σενάριο και η σκηνοθεσία της Ducournau προσπερνούν τον σκόπελο της προβλεψιμότητας και ενθουσιάζουν! Με αναφορές από τη «Suspiria» του Argento (εκεί, αντί για κτηνιατρική σχολή είχαμε σχολή χορού) και το «Carrie» του De Palma (με τη σκηνή του αίματος που χύνεται πάνω στους πρωτοετείς), μέχρι τον... Μαρκήσιο Ντε Σαντ (hello, Ζιστίν, ήτοι, Justine τη λένε την κοπέλα) και κλέβοντας από παντού χωρίς αιδώ, αλλά με πάθος, η σκηνοθέτιδα προφανώς και δεν ανακαλύπτει την πυρίτιδα.

Αυτό που κατορθώνει, πάντως, είναι πολύ σπουδαίο, καθώς όλες τις οι αναφορές είναι χωνεμένες και το τελικό προϊόν έχει την ολόδική της προσωπική σφραγίδα. Μια ταινία ενηλικίωσης, μια ταινία ανακάλυψης της σεξουαλικής ταυτότητας, μια ταινία για την πάλη των τάξεων (!!!), μια ταινία ωμής απόλαυσης! Μεγάλη η τύχη της Ducournau να πέσει στα χέρια της κι ένα υποκριτικό πολυεργαλείο όπως η Garance Marillier, που υποδύεται την Ζιστίν. Η κοπέλα είναι θεά! Σε πείθει ότι είναι το πιο καλό, το πιο υπάκουο, το πιο πειθήνιο παιδί του κόσμου τη μια στιγμή και την άλλη γίνεται μαινάδα που γ@μ@ει δαιμονισμένα και δεν διστάζει, όταν πια δοκιμάζει κρέας και καταλαβαίνει πως τρελαίνεται γι' αυτό, να... φάει το κομμένο δάχτυλο της αδελφής της! Η οποία αδελφή (την υποδύεται η Ella Rumpf) είναι επίσης σπουδαία και μαζί συνθέτουν ένα πρώτης τάξεως δίδυμο. Από τη μουσική υπόκρουση μέχρι τη διεύθυνση φωτογραφίας όλα είναι εξαιρετικά.

Και νομίζω πως έχω και τον κατάλληλο ελληνικό τίτλο για την ταινία: «Το λιγουρεύεσαι;». Γιατί «grave» πέρα από τάφος στα αγγλικά σημαίνει και «λιγούρα». Και πόσο καλά ταιριάζει με την χαρακτηριστική φράση του Αδώνιδος, ε; Τρομερή ταινία, απίστευτο φαν, εννοείται πως δεν είναι για όλους – πολύ αίμα, πολλά σπλάχνα, χυμένα μυαλά, σπλατεριά που τα δείχνει όλα ρε παιδί μου, οπότε ας το πούμε έτσι, ο γενικός πληθυσμός δεν είναι για να δει το φιλμ. Όσοι όμως γουστάρουν απενοχοποιημένο τρόμο, κανιβαλισμό και αίμα με τη σέσουλα, απλά θα προσκυνήσουν!

Grave (Raw) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την Seven Films
Περισσότερα... »

Παράνομες Ζωές (Trespass Against Us) PosterΠαράνομες Ζωές
του Adam Smith. Με τους Michael Fassbender, Brendan Gleeson, Sean Harris, Lyndsey Marshal, Rory Kinnear, Killian Scott, Tony Way, Kingsley Ben-Adir


Τι? Έτσι κρύβονται?
του zerVo (@moviesltd)

Για να πω την αλήθεια, εγώ στο μυαλό μου είχα τίποτα διαμερίσματα σε περίεργες και κακόφημες γειτονιές, με διπλά και τρίδιπλα πατώματα, μυστικές κρύπτες, τείχους ψεύτικους που μετακινούνται και μέσα τους μπορούν για μέρες να φυλάξουν τον κυνηγημένο φυγά, μακρυά από τα νύχια των διωκτικών αρχών που έχουν απλώσει παντού τα δίχτυα τους για να τον τσακώσουν. Περιέργως λοιπόν, στο σκηνοθετικό ντεμπούτο του ο Adam Smith, μας δίνει μια εντελώς εναλλακτική ιδέα για το που μπορεί να έχει στήσει το λημέρι του κάποιος καταζητούμενος, που σύμφωνοι, βάσει των μοντέρνων εργαλείων καταδίωξης της αστυνομίας δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να γίνει πιστευτή, αλλά εδώ προς χάρη της μυθοπλασίας, κλείνουμε τα μάτια και την αποδεχόμαστε ως έχει, όχι τίποτα άλλο, αλλά δεν υπάρχει κι άλλη διέξοδος για να γυρίσει η ανέμη και να αρχινίσει το παραμύθι...

Παράνομες Ζωές (Trespass Against Us) Quad Poster
Από τους πλέον καταζητούμενους κακοποιούς της Βρετανίας, ο Τσαντ Κάτλερ, σεσημασμένος διαρρήκτης και αδίστακτος κλέφτης, όχι μόνο διαφεύγει μόνιμα της σύλληψης, αλλά σε μια μόνιμη επίδειξη θράσους και ικανοτήτων ξεγλυστρίματος, παίζει διαρκώς παιχνίδια με τα περιπολικά, λοιδορώντας την βραδύτητα και την εντέλει ανικανότητα τους να τον τσακώσουν, στα αυτοσχέδια υπαίθρια ράλι. Και κάθε φορά μετά από οποιοδήποτε κόλπο γκρόσο κι αν λαμβάνει μέρος, επιστρέφει στην βάση του, στην κρυψώνα του, στο καλά κρυμμένο κοινόβιο κάπου στην μέση τους δάσους, που σε δυο τρία τροχόσπιτα, ζει ο ίδιος, η οικογένεια του, η γυναίκα με τα δυο παιδιά τους, ο επιβλητικός πατέρας που τον μύησε στην παρανομία, οι συμμορίτες που μαζί σχεδιάζουν τις επόμενες ληστείες τους.

Δίχως να έχει συμβιβαστεί με τον δεύτερο ρόλο στην οικογενειακή ληστρική επιχείρηση, από την στιγμή που η μορφή του γερο-Κόλμπι - που μονίμως και σε οποιαδήποτε πράξη του τον υποβιβάζει - κυριαρχεί, αλλά κι έχοντας διαρκώς στο μυαλό του να ξεφύγει από αυτόν τον νομαδικό τρόπο ζωής και να χαρίσει ποιοτικότερες συνθήκες διαβίωσης στην λατρεμένη του φαμίλια, ο ευαίσθητος Τσαντ οραματίζεται το κόλπο γκρόσο που θα του αποφέρει την πιο γερή μπάζα και θα τον απομακρύνει από την μιζέρια που τον καταστρέφει. Σε κάθε του βήμα όμως, εκτός από τον Νόμο που σφίγγει ολοένα γύρω του τον κλοιό, θα βρει την αντίδραση του, σεβάσμιου από ολόκληρη την παροικία του υποκόσμου, γονιού του.

Με βασική της αρχή, την επιμονή στις ηθικές αξίες, όσο κι αν κάτι τέτοιο φαντάζει οξύμωρο,  που διέπουν την λειτουργία της συμμορίας των Κάτλερ, τον σεβασμό δηλαδή στην ιεραρχία και στην οντότητα των παλαιότερων, αλλά και στην ελπίδα πως κάθε καινούργιο πλάνο ληστείας θα είναι το τελευταίο, οπότε πλέον ξεκινά η νέα ηθική καθημερινότητα, το Tresspass Against Us, είναι ένα χαμηλού κόστους δράμα, που αποπειράται να ρίξει φως στις συνήθειες και τα ήθη των κακοποιών, μακρυά από τον χώρο της πραγματικής τους δράσης. Με βασικούς πυλώνες ανάπτυξης του στόρι, τον πατέρα, που κακόμαθε το σπλάχνο του να βγάζει τα προς το ζην παρανόμως και τον γιο που δεν καταφέρνει με τίποτα να διαφύγει των κυκλοθυμικών του ορέξεων, το ανεξάρτητης βρετανικής κοπής ετούτο φιλμ, προβάλλει τις ματαιόδοξες συνθήκες, σαν βγαλμένες από νουβέλα του Στάινμπεκ, που βιώνουν αγχωμένοι, τρομαγμένοι, φοβισμένοι, ανασφαλείς, μα (τι αντίφαση) απόλυτα ικανοποιημένοι που ορίζουν τους κορυφαίους Wanted της κεντρικής Αγγλίας, οι καταδιωκόμενοι φυγάδες.

Αν κάπου θα ήθελε πολύ να μοιάσει το πόνημα του Smith, είναι ίσως στο κορυφαίο στο είδος του, Animal Kingdom, που επίσης άριστα απεικόνισε προ ετών την εικόνα μιας οικογένειας εγκληματιών, με την μητρική φιγούρα, τότε, να στέκει κυρίαρχη κι απαγορευτική στις ορέξεις των σε ατυχή αποστασιοποίηση τέκνων της. Η δραματουργία όμως όπως την επεξεργάζεται το επίπεδης έμπνευσης σενάριο, χωλαίνει αισθητά στον τρόπο που επεξεργάζεται την σχέση του ντάντη Κολ (άνετος ο Gleeson, αν και ανεκμετάλλευτος) με τον θάθελε πολύ να πάρει δρόμο ενάρετο, αλλά τα εμπόδια είναι απροσπέλαστα, Τσαντ (γοητευτικότατος, σε μια από τις λιγότερο σημαντικές ερμηνευτικές του στιγμές ο Michael Fassbender). Αντιθέτως την στιγμή που επιτυγχάνεται το κτίσιμο της επερχόμενης και πιο δυναμικής υποιστορίας, που αφορά τον ριψοκίνδυνο λωποδύτη με τα δικά του τα ταλαιπωρημένα, αδικημένα, μεγαλωμένα με μια κάννη να τα σημαδεύει μόνιμα, φουκαριάρικα παιδιά, επέρχεται το αναμενόμενο φινάλε, για να αφήσει και αυτή την πτυχή, σαφώς την πιο ενδιαφέρουσα, του θέματος, ανολοκλήρωτη. Υποτίθεται τηρώντας τους κανόνες του ρεαλισμού? Μάλλον το αντίθετο. Ποτέ δεν πείστηκα. Και κανείς άλλος φαντάζομαι...

Παράνομες Ζωές (Trespass Against Us) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Μαρτίου 2017 από την Feelgood Ent.
Περισσότερα... »

Le Ciel Attendra PosterLe Ciel Attendra
της Marie-Castille Mention-Schaar. Με τους Noémie Merlant, Naomi Amarger, Sandrine Bonnaire, Clotilde Courau, Zinedine Soualem, Dounia Bouzar, Ariane Ascaride, Yvan Attal


Δώσε μου λιγάκι ουρανό...
του zerVo (@moviesltd)

Μια από τις πιο όμορφα δομημένες και με έξοχα ιδεολογικά συμπεράσματα, ιδίως για τους νέους και πιο προβληματισμένους ανθρώπους των μοντέρνων κοινωνιών, ήταν η ταινία Les Heritiers, που προβλήθηκε και πάλι στα πλαίσια του Γαλλόφωνου φεστιβάλ πριν από μερικά χρόνια και είχε τέτοια διαχρονική ποιότητα στα μηνύματα της, ώστε μόλις φέτος να πάρει και επίσημα διανομή στις αίθουσες. Δείγμα της πραγματικής αξίας της, του πόσο θα έπρεπε να της δώσει σημασία κανείς. Κινούμενη ακριβώς στα ίδια μονοπάτια και με αφορμή και πάλι ένα πραγματικό δεδομένο (σε εκείνη την περίπτωση υπήρξε το Ολοκαύτωμα και κυρίως το πως αντιλαμβάνονται ως συμβάν οι νέοι, που γεννήθηκαν ακόμη και μισό αιώνα μετά την γενοκτονία) η καινούργια (τέταρτη μεγάλου μήκους) δημιουργία της ικανότατης αφηγηματικά Marie-Castille Mention-Schaar, παίρνει αφορμή από ένα ζήτημα που συγκλονίζει την καθημερινότητα Δυτικών χωρών όπως η Γαλλία, που παίζει διαρκώς στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, που δεν είναι εύκολα αντιμετωπίσιμο από όλους τους ενδιαφερόμενους φορείς: Την στρατολόγηση των γενίτσαρων, το παιδομάζωμα των απελπισμένων, ανασφαλών, φοβισμένων και άμαθων χριστιανόπουλων, που με μεγάλη επιτυχία έχει θέσει σε εφαρμογή το Ισλαμικό Κράτος.

Le Ciel Attendra Quad Poster
Στα 17 της μόλις χρόνια η Σόνια, παιδί πολυθρησκευτικής φαμίλιας, που δεν έχει δώσει την παραμικρή αφορμή με την συμπεριφορά της στους γονείς της, θα συλληφθεί από τις αστυνομικές αρχές κατηγορούμενη για απόπειρα παράνομης εξόδου από την χώρα και μετάβασης στην πρωτεύουσα του ISIS, όπου την περιμένουν για περαιτέρω στρατιωτική εκπαίδευση, οι Τζιχαντιστές που από μικρό παιδί την στρατολόγησαν. Ο νόμος, λειτουργώντας περισσότερο σωφρονιστικά για την ευαίσθητη και παρασυρμένη ανήλικη θα αρκεστεί στον περιορισμό και παραμονή της μέσα στα στενά όρια της οικίας της, στερώντας της τις ελεύθερες κινήσεις, τις συναναστροφές, τις σχέσεις, την επικοινωνία, πιστεύοντας πως με τον καιρό θα ισορροπήσει πνευματικά και θα επανέλθει στον πρότερο, Δυτικό τρόπο ζωής.

Ομοίως η Μελανί, μαθήτρια λυκείου, με εξαιρετικές επιδόσεις τόσο στο σχολείο όσο και στο ωδείο που ασκείται από πολύ μικρή στο βιολοντσέλο, θα νιώσει μια ιδιαίτερη έλξη για τα ανθρωπιστικά και σωτήρια μηνύματα που θα δεχτεί μέσω του διαδικτύου από τον Πρίγκηπα, έναν τζιχαντιστή που με τρόπο μαγευτικό καλείται να προσηλυτίσει παιδιά στην θρησκεία του και με τον καιρό να τους αρματώσει για να λάβουν μέρος στον Ιερό Πόλεμο. Με την μοναχική μάνα να μην έχει πάρει καν χαμπάρι για την ολοκληρωτική μεταμόρφωση της ψυχής και συνεπώς της συμπεριφοράς της κόρης της, που απομονωμένη στο δωμάτιο της ντύνεται, όπως επιβάλλει ο θρησκευτικός νόμος, την νιτζάμπ για να επιδοθεί στα μουσικά της ενδιαφέροντα, θα είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί η οποιαδήποτε επόμενη κίνηση της, που ενδεχόμενα θα είναι η φυγή στα εδάφη της Συρίας και του Ιράκ για να ενσωματωθεί στις μουσουλμανικές ορδές του φονταμενταλιστικού αγώνα.

Με τον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο να βρίσκεται πολυεπίπεδα (μιλιταριστικά, επεκτατικά, οικονομικά, καπιταλιστικά) σε διαρκή εξέλιξη, ένα από τα βασικά πεδία των μαχών, η Γαλλία, χάρη στην πολυσυλλεκτικότητα των προερχόμενων από τις πρώην αποικίες φυλών που απαρτίζουν την σοσιετέ της, αποτελεί το επίκεντρο συνεχόμενων γεγονότων, τρομοκρατικών και με δεκάδες θύματα, που έχουν διαταράξει ολοσχερώς την γαλήνη, την ηρεμία και την ασφάλεια των πολιτών της. Μεταξύ τους εννοείται πως βρίσκονται τα μέλη της πλέον ευαίσθητης κατηγορίας, εκείνης της εφηβικής ηλικίας, με τους τινέιτζερς να επιχειρούν διαρκώς την δική τους επανάσταση που θα οδηγήσει στην ενηλικίωση, ξεφεύγοντας εντέχνως από τον έλεγχο των γονιών, των παρεών, των δασκάλων, για να ακολουθήσουν πολλές φορές μονοπάτια απρόβλεπτα ακόμη και για τους πιο κοντινούς τους ανθρώπους. Αυτό το κενό επικοινωνίας και αλληλοβοήθειας μεταξύ του άπειρου 17άρη και τους περίγυρου που τον τυλίγει (ίσαμε και τον πνίγει, όπως ενδεχόμενα εκείνος νιώθει) εκμεταλλεύεται η Τζιχάντ για να αποκτήσει νέα μέλη στους στρατούς της, που στην πορεία θα αποδειχτούν μάλιστα και τα πιο φανατικά και ικανά να δώσουν τις ζωές τους για να κερδίσουν θέση στο βασίλειο των ουρανών.

Βγαλμένη από περιστατικά που γεμίζουν κάθε μέρα τις στήλες των εφημερίδων είναι η νέα ταινία της Mention-Schaar, που παρουσιάζει δύο περιπτώσεις από τις αμέτρητες που λαμβάνουν χώρα συνεχώς στο Φραντσέζικο γίγνεσθαι. Δύο περιπτώσεις πανομοιότυπες σχεδόν, ίδιας αρχής, ίδιας πορείας, ίδιας εξέλιξης, ενδεχόμενα ίδιου τελειώματος, που κινούνται σε παράλληλες τροχιές και τα βασικά τους πρόσωπα δεν συναντώνται ποτέ. Δεν υπάρχει και λόγος άλλωστε, εύκολα η ιστορία της μιας θα μπορούσε να δανειστεί στοιχεία από της άλλης, για να αλλάξει το δικό της σενάριο, όχι όμως και την ουσία: Το παιδί χάθηκε, ανήκει πια αλλού, η πλύση εγκεφάλου που έχει υποστεί είναι μη αναστρέψιμη και για να επιστρέψει στο φυσιολογικό - απίθανο - θα χρειαστούν αμέτρητες και υπομονετικές θυσίες από όλους.

Οι "όλοι" ετούτοι που προβάλλονται σαν σε ντοκιμαντέρ, μεταξύ των εξελίξεων των δύο βινιετών, να κάθονται στα σκαμπό των θεραπευτικών κύκλων ατόμων που έχουν κοντινά πρόσωπα με τις ίδια ζόρια, υπό την διεύθυνση της (προφανώς μετρ ως έμπειρης ανθρωπολόγου) Dounia Bouzar, που αγωνίζεται, πρωτίστως, να διδάξει τους μεγάλους, τους γονείς, τρόπους σωστής συμπεριφοράς. Στην ανάπτυξη των μεθόδων που χρησιμοποιεί η Τζιχάντ, ενδεχόμενα να υπάρξουν εικόνες πολύ σκληρές για τους θεατές, ειδικά αν είναι γονείς παιδιού στην κρίσιμη αυτή ηλικία και δεν έχουν ανακαλύψει ακόμα τον τρόπο να το προσεγγίσουν για να μάθουν το πως σκέφτεται. Να αποκωδικοποιήσουν τις ανάγκες του και όχι να κηρύξουν έναν ακόμη εσωτερικό πόλεμο, εξίσου άγριο με τον θρησκευτικό, μέσα στο σπίτι, θέτοντας τον έφηβο απέναντι στους πάντες και στα πάντα, συνεπώς εύθραυστο να αποδεχθεί την φίλια εισβολή των (οποιονδήποτε, εδώ απλώς μαρκάρονται οι Isis) καλοθελητών.

Εξαιρετικές οι κατανομές των ρόλων των γονέων, στο Le Ciel Attendra, σε πεπειραμένους Γάλλους ερμηνευτές, όπως η Bonnaire και ο Attal, αν και την πιο πικρή εικόνα αφήνει η μορφή της Clotilde Courau, μάνα της μιας εκ των δύο πιτσιρίκων, που από τα πρωθύστερα εμβόλιμα πλάνα, αντιλαμβανόμαστε πως οριστικά δεν υπάρχει. Τα δύο κορίτσια, η Noemie Merlant και η Naomi Amarger ούτε καν στα είκοσι τους, είναι συγκλονιστικά στην απόδοση των δύσκολων αποστολών που έχουν να φέρουν εις πέρας και που το κατορθώνουν, έχοντας η καθεμιά τις εξάρσεις και τις κορυφώσεις της, με την δεύτερη μάλλον προχωρώντας το μισό βήμα παραπάνω και πέρα από το όριο, να κερδίζει την άτυπη ανήλικη κόντρα πάνω στο νήμα. Σκορπώντας και οι δυο τους, ένθεν κακείθεν πάμπολλα διδάγματα και κεντρικές ιδέες, που οι περισσότεροι τις γνωρίζουμε, αλλά αφού η δική μας πόρτα ακόμη δεν έχει κτυπήσει απειλητικά, μάλλον σηκώνουμε τους ώμους αδιάφορα και αρνούμαστε να τις κοιτάξουμε στα μάτια.

Le Ciel Attendra Rating



Στις δικές μας αίθουσες? Ακόμη δεν έχει προγραμματιστεί!
Περισσότερα... »