Tom Cruise Mission Impossible 5 StuntΕίναι γνωστή πλέον η διάθεση του σούπερ αστέρα Tom Cruise να επιδίδεται ο ίδιος ακόμη και στις πιο δύσκολες, ριψοκίνδυνες και απαιτητικές σεκάνς των φιλμς που πρωταγωνιστεί. Αρκεί να θυμηθούμε πως στην πιο πρόσφατη εκδοχή των Επικίνδυνων Αποστολών, είχε κρεμαστεί από τις ράχες του υψηλότερου κτιρίου στον κόσμο, του Burj Khalifa, γυρίζοντας μια από τις πλέον εντυπωσιακές σκηνές δράσης. Ρίσκο που καθώς φαίνεται επαναλαμβάνει και στην 5η ταινία των Mission Impossible, υποδυόμενος τον πράκτορα Ίθαν Χαντ, σκαρφαλώνοντας στα φτερά ενός εν πτήση Airbus A400M σε ύψος 5.000 ποδών από το έδαφος! Οι φωτογραφίες που δόθηκαν στην δημοσιότητα είναι ενδεικτικές για το μέγεθος της επικινδυνότητας του εγχειρήματος για τον 52χρονο πλέον σταρ, που δεν διστάζει να φτάσει σε τέτοιου είδους ακρότητες προκειμένου να αποδώσει ρεαλιστικότερα ακόμη και το πιο απαιτητικό πλάνο. Το Mission: Impossible 5, του οποίου λεπτομέρειες δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές, υπογράφεται σκηνοθετικά από τον Christopher McQuarrie, ενώ πέρα του αειθαλή Tom, συνυπάρχουν ακόμη και οι Simon Pegg, Jeremy Renner, Ving Rhames, αλλά και οι πρωτοεμφανιζόμενοι στο franchise Rebecca Ferguson, Alec Baldwin, Sean Harris, Simon McBurney και Zhang Jingchu. Παγκόσμια πρεμιέρα στις 25 Δεκεμβρίου 2015!

Tom Cruise Mission Impossible 5 Stunt
Περισσότερα... »

Σε συνέχεια του καταπληκτικού Drive που τον σύστησε ευρύτερα στο διεθνές σινεφιλικό κοινό - κατόπιν των Bronson, Pusher και Valhalla Rising - αλλά και του αριστουργηματικού Only God Forgives, που τον κατέστησε ως έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς της νέας γενιάς, έρχεται το επόμενο βήμα του εξαιρετικού σκηνοθέτη Nicolas Winding Refn. Το περασμένο καλοκαίρι οι πρώτες πληροφορίες μιλούσαν για ένα φιλμ που λαμβάνει χώρα στο Λος Άντζελες με το καστ να αποτελείται αποκλειστικά από γυναικείες προσωπικότητες και θα έχει τίτλο I Walk With The Dead. Εντέλει η Gaumont και η Wild Bunch αποφάσισαν από κοινού να χρηματοδοτήσουν το νέο αυτό πλάνο, που εντέλει θα φέρει την μαρκίζα The Neon Demon και το σενάριο του θα επιμεληθεί ο ίδιος ο Refn συντροφιά με την Mary Laws. Πρόκειται για ένα εκκεντρικό μετα μοντέρνο θρίλερ, που επεξεργάζεται την ηλεκτρική ατμόσφαιρα της Πόλης των Αγγέλων μέσα από την γυναικεία ομορφιά και γοητεία.

The Neon Demon Poster

Την μουσική επένδυση έχει αναλάβει και πάλι ο Cliff Martinez, ο συνήθης μοντέρ συνεργάτης του Refn, Matthew Newman έχει πάρει στα χέρια του ψαλίδι, ενώ την διεύθυνση φωτογραφίας θα υπογράψει ο Philippe Le Sourd, που την πιο πρόσφατη δουλειά του είδαμε στο The Grandmaster. Τα γυρίσματα αναμένεται να εκκινήσουν στις αρχές του 2015, με σκοπό το φιλμ να φτάσει στις αίθουσες έναν χρόνο αργότερα, αφού πρώτα ολοκληρωθεί το κάστινγκ που αναμένεται να συμπεριλαμβάνει σημαντικά και ηχηρά ονόματα. Προς το παρόν το πρώτο τίζερ πόστερ από την παραγωγή, είναι ενδεικτικό του κλίματος της νέας δημιουργίας του Δανού.
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

Και λιποθυμίες έχουμε λέμε, διαλέχτε!

Το κακό με όλα τα κινηματογραφικά φεστιβάλ είναι ότι δεν μπορείς να είσαι παντού ταυτόχρονα! Να δεις όλες τις ταινίες. Να παραβρεθείς σε όλες τις προβολές. Επιλέγεις. Και ή πετυχαίνεις το τζακ ποτ ή πέφτεις σε βαλούτες και προσεύχεσαι να μην σου ξανατύχει. Όσοι ασχολούμαστε πιο επαγγελματικά (εντάξει, λέμε και καμιά μ@λ@κί@ να περάσει η ώρα) με το... άθλημα, έχουμε ευκολίες που μας λύνουν τα χέρια. Οι δημοσιογραφικές προβολές και η δυνατότητα να δεις όποια ταινία θέλεις (σχεδόν...) στο videoroom σε βοηθάει τα μάλα. Αλλά... χάνεις επεισόδια. Σας γράφαμε χθες για την ταινία «Η φυλή», για το πόσο δυνατή εμπειρία ήταν. Ναι, αλλά την είδαμε σε δημοσιογραφική προβολή. Κι έτσι χάσαμε αυτό που συνέβη κατά την επίσημη προβολή της στο κατάμεστο «Ολύμπιον». Όπου ένας θεατής στη σκηνή της απόξυσης λιποθύμησε κανονικά και με το νόμο! Επίσης, θάψαμε την ταινία «Η δεύτερη ευκαιρία», από την οποία βγήκαν άνθρωποι μετά την προβολή που είχαν βαλαντώσει στο κλάμα. Εμείς, πάντως, συνεπείς στη γραμμή μας και εναντίον της κούρασης και των ιώσεων που προσπαθούν να μας ρίξουν κάτω, συνεχίζουμε να γράφουμε κι ελπίζουμε να μην σας κάνουμε να βαριέστε.

Phoenix

Συνεχίζουμε από εκεί που σταματήσαμε χθες, με την ταινία Phoenix του Christian Petzold (Ανοιχτοί Ορίζοντες – Ειδικές προβολές). Ενός σκηνοθέτη που και μόνο για το γεγονός ότι σύστησε στο διεθνές κοινό την ερμηνευτική βόμβα με το όνομα Nina Hoss αξίζει να τον εντάξουμε στην κάστα των τουλάχιστον ενδιαφερόντων δημιουργών. Παλιός γνώριμος του φεστιβάλ (η πρώτη του, εξαιρετική ταινία «Die innere Sicherheit» είχε τιμηθεί με το βραβείο καλύτερου σεναρίου το 2000), μας επισκέφθηκε με την 7η μεγάλου μήκους ταινία της καριέρας του, τιμημένη με το βραβείο Fipresci από το φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν.

Η υπόθεση: Ιούνιος 1945. Βαριά τραυματισμένη και με παραμορφωμένο πρόσωπο, η επιζήσασα του Άουσβιτς Νέλι επιστρέφει στη γενέτειρά της, το Βερολίνο. Κανείς από την οικογένειά της δεν κατόρθωσε να επιβιώσει. Δίπλα της βρίσκεται η φίλη της πριν από τον πόλεμο, η Λένε. Και καθώς η Νέλι έχει αποκτήσει μια μεγάλη περιουσία ως κληρονομιά, υποβάλλεται σε πλαστική εγχείρηση, που διαφοροποιεί κάπως τα χαρακτηριστικά της. Αυτό που την κρατάει ζωντανή είναι η λαχτάρα της να βρει ξανά το σύζυγό της, τον Τζόνι. Πριν τον πόλεμο εκείνος ήταν γνωστός πιανίστας κι εκείνη σπουδαία τραγουδίστρια. Με τα πολλά, η Νέλι βρίσκει τον Τζόνι να εργάζεται στο μπαρ «Phoenix». Εκείνος δεν την αναγνωρίζει: είναι πεπεισμένος πως η Νέλι είναι νεκρή. Βρίσκει όμως πως... της μοιάζει πολύ! Θέλοντας να βάλει χέρι στην κληρονομιά της οικογένειάς της, ο Τζόνι προτείνει στη Νέλι να υιοθετήσει την ταυτότητα της μακαρίτισσας συζύγου του. Η Νέλι συμφωνεί. Γίνεται έτσι σωσίας του ίδιου της του εαυτού! Θέλει να μάθει αν ο Τζόνι την αγάπησε, όπως πιστεύει εκείνη κι αν την πρόδωσε και την παρέδωσε στους Ναζί, όπως υποστηρίζει η Λένε. Μπορεί βεβαίως να ισχύουν και τα δύο...

Η άποψή μας: Ξεκινάει ως άλλο ένα δράμα με φόντο τα τραύματα που καλείται να καλύψει η Γερμανία μετά τα δεινά που προκάλεσε ο Ναζισμός στον κόσμο ο οποίος Κόσμος εκδικήθηκε τη Γερμανία με τον αρμόζοντα (;) τρόπο. Κάτι που, εν πάση περιπτώσει ως πηγή έμπνευσης φαίνεται πλέον εξαντλημένο. Και οι αρχικοί βηματισμοί της ταινίας αυτό δείχνουν. Ένα άνευρο δράμα που όμως δεν σε αφήνει να το παρατήσεις καθώς κρατάει δύο πολύ δυνατά ατού: τη – για άλλη μια φορά – φανταστική Nina Hoss και το γεγονός ότι ο θεατής δεν μπορεί να υποπτευθεί προς τα που κατευθύνεται η ταινία. Εκεί που αρχίζει να ανθίζει η ταινία είναι όταν οι δύο σύζυγοι επιτέλους συναντιούνται. Από τη στιγμή που ο Τζόνι εκπαιδεύει τη Νέλι (που όταν καταλαβαίνει πως δεν την έχει αναγνωρίσει, του συστήνεται ως Έσθερ) να γίνει η... Νέλι! Να υποδύεσαι τον σωσία του εαυτού σου! Εκπληκτικό! Και τόσο ανοιχτό για να παίξεις με πάρα πολλά θέματα, όπως εκείνο της ταυτότητας. Τι μας προσδιορίζει; Μα φυσικά το βλέμμα των άλλων! Η Νέλι ξανασυστήνεται στον άντρα της, βλέπει τις αντιδράσεις του, ξαναβιώνει όλα όσα την έκαναν να τον ερωτευθεί. Αλλά και μαθαίνει και πολλά πράγματα που δεν μπορεί παρά να της αλλάξουν την προοπτική. Εξαιρετική δουλειά, με πολλά επίπεδα ανάγνωσης (είναι η Νέλι η ίδια η Γερμανία; που αλλάζει πρόσωπο μετά από τον πόλεμο, αλλά παραμένει εντέλει η ίδια; ερωτήματα σαν αυτά γεννιούνται στο μυαλό των θεατών) που συν της άλλης κλείνει με μια απίστευτη ερμηνεία της ίδιας της Nina Hoss πάνω στο υπέροχο «Speak Low» του Κουρτ Βάιλ. Τέτοιοι Γερμανοί είναι φίλοι μας.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – έχει διανομή από την Seven Films αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα την ημερομηνία εξόδου της στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας)

Klass Korrektsii / Correction Class

Η ταινία «Μάθημα αποκατάστασης» (Klass Korrektsii / Correction Class) του Ivan I. Tverdovsky (Διεθνές Διαγωνιστικό) αποτελεί μια ελεύθερη μεταφορά του ομότιτλου μυθιστορήματος της Εκατερίνα Μουράσοβα, παιδοψυχολόγου από την Αγία Πετρούπολη (οι παλιότεροι τη γνωρίζαμε ως Λένινγκραντ). Το τρομερό είναι πως η συγκεκριμένη ταινία εμφανίζει αναλογίες με το ουκρανικό «Η φυλή», το οποίο με τη σειρά του είχε αναλογίες με το ουγγαρέζικο «Λευκός Θεός»! Κι ένας από τους ρόλους των φεστιβάλ είναι να αποτυπώνουν μέσω παραπάνω της μιας ταινιών κάποιους προβληματισμούς που δηλώνουν μια τάση σε συγκεκριμένες κοινωνίες. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν πως στις συγκεκριμένες τρεις χώρες υπάρχει μεγάλη άνοδος της ακροδεξιάς.

Η υπόθεση: Η Λένα είναι μια όμορφη κοπέλα, που εξαιτίας μυοπάθειας αναγκάζεται να κινείται με αναπηρικό καροτσάκι. Μετά από χρόνια κατ' οίκον εκπαίδευσης επιθυμεί να μπει στο κανονικό εκπαιδευτικό σύστημα. Για να γίνει αυτό, όμως, θα πρέπει να περάσει τουλάχιστον έναν χρόνο σε μια ειδική τάξη αποκατάστασης μαζί με άλλους συνομηλίκους της με κινητικές δυσκολίες ή ψυχολογικά προβλήματα. Η Λένα διαπιστώνει πως το σύστημα δεν θέλει καθόλου να βοηθήσει την ίδια και τους ομοίους της. Εντέλει, κάνει φιλίες και βιώνει τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα με τον ομορφονιό συμμαθητή της, τον Άντον. Καθώς πλησιάζει το τέλος της σχολικής χρονιάς, κατά την οποία μια επιτροπή αξιολόγησης θα αποφασίσει αν η Λένα και οι συμμαθητές της θα μπορέσουν να ενταχθούν στο κανονικό εκπαιδευτικό σύστημα, θα διαπιστώσει πως οι διακρίσεις δεν κάνουν διακρίσεις και πως η προκατάληψη κυριαρχεί στο μυαλό ακόμα και ανθρώπων που βιώνουν στο πετσί τους την προκατάληψη.

Η άποψή μας: Η ταινία ξεκίνησε τη φεστιβαλική της καριέρα στο Κάρλοβι Βάρι. Είναι μια ταινία που στην αρχή της τουλάχιστον δεν φαίνεται να διαφέρει από χολιγουντιανές νεανικές ταινίες που σκάβουν και λίιιιγο πιο κάτω από την επιφάνεια. Το όμορφο κορίτσι με το σωματικό πρόβλημα, που δεν την καθηλώνει πνευματικά. Ίσα – ίσα, είναι ένα πνεύμα δυναμικό, που στροφάρει, που επαναστατεί, που διεκδικεί. Είναι νέα γαμώτο και ξέρει πως η μόρφωση είναι το μέσον για να καλυτερέψει τη ζωή της. Όμως, απέναντί της το σύστημα που έχει δημιουργήσει για αυτήν και τους ομοίους της έναν εκπαιδευτικό Καιάδα. Όμως, απέναντί της οι αδιάφοροι καθηγητές. Όμως, απέναντί της, η αστυνομία (σε μια από τις πιο κωμικές σκηνές της πολύ σκληρής τούτης ταινίας, η Λένα και ο Άντον συλλαμβάνονται, αλλά επειδή οι αστυνομικοί δεν μπορούν να βάλουν στο πορτ μπαγκάζ του περιπολικού το καροτσάκι της, τους αφήνουν ελεύθερους!). Όμως, απέναντί της οι προκαταλήψεις, τόσο των «υγιών» συνανθρώπων της όσο και των ομοίων της, που όταν τη βλέπουν να μην κινείται στο πλαίσιο που επιθυμούν προσπαθούν να τη ρημάξουν (η σκηνή της προσπάθειας βιασμού είναι συγκλονιστική). Η σκηνή με τη δοκιμασία του τραίνου που περνάει πάνω από τους ξαπλωμένους στις ράγες εφήβους είναι συναρπαστική και το φινάλε, με την απηυδισμένη από την αδικία μητέρα της Λένα να ξεσπάει δεν μπορεί παρά να σε κάνει να σκιρτήσεις αν είσαι άνθρωπος. Και, παιδιά, πίσω έχει η αχλάδα την ουρά. Είμαστε καθηλωμένοι αλλά κάποια στιγμή θα σηκωθούμε και θα βαδίσουμε με σιγουριά προς ένα καλύτερο μέλλον.

(η ταινία προβάλλεται τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου στις 15.15, στην αίθουσα Ολύμπιον και την Τρίτη 4 Νοεμβρίου στις 18.00 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα)

Magical Girl

Η ταινία Magical Girl του Carlos Vermut αποτελεί άλλη μια απόδειξη πως το Διεθνές Διαγωνιστικό τμήμα, αν και απαρτίζεται από ταινίες που έχουν συνήθως προβληθεί και σε άλλα, μεγαλύτερα φεστιβάλ πριν φτάσουν στη Θεσσαλονίκη, έχει ανέβει επίπεδο τα τελευταία χρόνια, με επιλογές αν μη τι άλλο πολύ ενδιαφέρουσες. Τείνει μάλιστα να επισκιάσει το πάντα λαοφιλές τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Τούτη η ταινία μας ήρθε από το Σαν Σεμπαστιάν με τα δύο μεγαλύτερα βραβεία του συγκεκριμένου φεστιβάλ: καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Και το ότι ο σκηνοθέτης της υμνείται από τον Pedro Almodovar είναι κάτι αν μη τι άλλο καθόλου αμελητέο.

Η υπόθεση: Η Αλίσια είναι ένα 12χρονο κορίτσι που της αρέσουν τα γιαπωνέζικα τραγούδια και τα άνιμε. Πάσχει από λευχαιμία και δεν ξέρει αν θα προλάβει να γίνει 13 ετών. Ο πατέρας της, ο Λουίς, είναι ένας απολυμένος καθηγητής φιλολογίας, που τα βγάζει δύσκολα πέρα οικονομικά. Όταν ανακαλύπτει στο ημερολόγιο της μικρής ότι θέλει όσο τίποτε άλλο το πανάκριβο φόρεμα μιας άνιμε ηρωίδας, θα προσπαθήσει να βρει λεφτά με οποιονδήποτε τρόπο, προκειμένου να εκπληρώσει την τελευταία της, καθώς φαίνεται, επιθυμία. Η πορεία του θα διασταυρωθεί με εκείνη της Μπάρμπαρα, μιας όμορφης αλλά διαταραγμένης γυναίκας και του Νταμιάν, ενός γηραιού καθηγητή μαθηματικών που κουβαλάει τη δική του ατζέντα.

Η άποψή μας: Ναι, έχουμε δει πάμπολλες φορές τη φόρμουλα της σπονδυλωτής ταινίας, όπου διαφορετικές ιστορίες διαπλέκονται και συναντιούνται με απροσδόκητο ή... προσδόκητο (εντάξει, δεν υπάρχει η λέξη) τρόπο. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου πραγματικά αιφνιδιάζει και κερδίζει τον θεατή όντας λειτουργική και τέτοια ώστε να μην αφήνει ούτε καν την υποψία ότι θα μπορούσε να γυριστεί αλλιώς. Τα τελευταία χρόνια όμως, η συγκεκριμένη φόρμα χρησιμοποιείται κατά κόρον, προκειμένου να κουκουλώσει τις αδυναμίες μιας ταινίας η οποία αν επέλεγε τη γραμμική αφήγηση δεν θα μπορούσε να κρύψει τη γύμνια της και την ασημαντότητα της. Ευτυχώς, η ταινία του Vermut (τι... μεθυστικό επίθετο!) ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Στήνεται ως παζλ που χτίζεται κυριολεκτικά μπροστά στα μάτια μας. Ναι, κάποια πράγματα δεν επεξηγούνται, ναι, κάποια πράγματα παραμένουν μυστήρια και αδιευκρίνιστα αλλά αυτές οι «ελλείψεις» αντί να μειώνουν τη δυναμική της ταινίας αυξάνουν γεωμετρικά τη γοητεία της. Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος μας λέει ουσιαστικά η ταινία. Να κουβαλάς ελπίδες, απογοητεύσεις, ναρκισσισμούς, να παλεύεις για το καλό και ηθικό, να υπερασπίζεσαι την προσωπική σου αλήθεια και τελικά, στην κάθε ερώτηση αντί για την απάντηση «άνθρωπος» να έρχεται η απάντηση «θάνατος». Μαγικό το κορίτσι, μαγική η ταινία. Μιλάμε όμως για μια μαγεία κατάμαυρη, για μια ταινία κατασκότεινη, που δεν αφήνει αυταπάτες, που δεν φτιασιδώνει τον μισανθρωπισμό της, που λέει τα πράγματα ως έχουν. Η οικονομική κρίση έγινε κοινωνική κρίση, έγινε κρίση ηθικής. Και παρά το γέλιο που χαρίζει σποραδικά απλόχερα η ταινία αυτό παγώνει στο τέλος στα χείλη του θεατή. Πάρα πολύ σπουδαία δουλειά.

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου στις 18.30, στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα – έχει διανομή από την Weird Wave αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα την ημερομηνία εξόδου της στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας)

A Blast

Το A Blast του Σύλλα Τζουμέρκα (Ελληνικές ταινίες - 100 χρόνια Ελληνικός Κινηματογράφος – 2014) είναι η πρώτη ελληνική ταινία που είδαμε ως τώρα στο φεστιβάλ – στο τμήμα που συμμετέχει υπάρχουν επίσης Το μικρό ψάρι του Οικονομίδη, το Xenia του Κούτρα (τις οποίες έχουμε δει στο εμπορικό κύκλωμα) κι άλλες έξι ελληνικές ταινίες που οι δημιουργοί τους επέλεξαν να μην κάνουν την πρεμιέρα τους στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Βέβαια, εδώ θα μπορούσαν να ενταχθούν κι άλλες ταινίες, όπως πχ Οι αισθηματίες του Νίκου Τριανταφυλλίδη, αλλά αυτό είναι μια άλλη, μεγάλη και πικρή ιστορία.

Η υπόθεση: Η Μαρία τρέχει στην Εθνική Οδό. Πίσω της, φωτιά και μια τσάντα γεμάτη λεφτά. Μπροστά της, ο ατέλειωτος δρόμος. Μόλις μια μέρα πριν, ήταν μια στοργική μητέρα, ερωτευμένη σύζυγος, υπεύθυνη κόρη. Σήμερα έχει επαναστατήσει. Και είναι αποφασισμένη να σαρώσει στο πέρασμά της ό,τι αγάπησε ποτέ.

Η άποψή μας: Ο Σύλλας Τζουμέρκας είναι αδιαμφισβήτητα ένας από τους πλέον ταλαντούχους νέους Έλληνες σκηνοθέτες. Έχει όμως ένα ελάττωμα: θέλει να τα πει όλα μαζί. Και το κάνει για δεύτερη φορά μετά την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, τη «Χώρα προέλευσης». Το ότι είδαμε την ταινία αμέσως μετά την προβολή του «Magical Girl» μεγέθυνε τις αδυναμίες της: απέτυχε εκεί που θριάμβευσε η ισπανική ταινία. Αν τύχει να δείτε και τις δύο ταινίες κοιτάξτε πως διαχειρίζονται το θέμα της οικονομικής κρίσης: ο Ισπανός σκηνοθέτης το περνάει διακριτικά μεν ευκρινέστατα δε, ο Σύλλας από την άλλη προτιμάει να τη «φωνάζει», έτσι ώστε να «πιάσουν» το θέμα και οι μαθητές στις τελευταίες θέσεις της τάξης. Μπουκώνει το σενάριό του με πάρα πολλά πράγματα εκεί που η αφαίρεση θα ήταν μάλλον πιο λειτουργική αισθητική προσέγγιση. Κάπως έτσι την είχε «πατήσει» ο Μενέλαος Καραμαγγιώλης με το J.A.C.E.... Έχει την τύχη να διαθέτει στον πρωταγωνιστικό ρόλο μια εξαιρετική Αγγελική Παπούλια (που τείνει να γίνει ο... Βαγγέλης Μουρίκης των Ελληνίδων κινηματογραφικών ηθοποιών) έχει την ατυχία όμως από την άλλη να συμπληρώνει το άνισο σενάριό του με ένα αποπροσανατολιστικό μοντάζ. Παίζει με διάφορες χρονικές περιόδους εξέλιξης του φιλμ κι αν στόχος του ήταν να ζαλίσει τον θεατή ώστε να δυσκολεύεται να διακρίνει το timeframe, τότε το πέτυχε. Οι ερωτικές σκηνές είναι αριστουργηματικά σκηνοθετημένες – να το τονίσουμε αυτό – το φιλόδοξο εγχείρημα όμως εντέλει καταλήγει σε κάτι που μπορεί να συνοψιστεί στη φράση «μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά». Χίλιες φορές όμως τέτοιες έντιμες αποτυχίες παρά αυτάρεσκες αυνανιστικές «καλλιτεχνίες» της κακιάς ώρας.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – έχει διανομή από την Strada Films και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας την Πέμπτη 27 Νοεμβρίου)

θοδωρής γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live
Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

Χάθηκε η μπάλα, ο έλεγχος, η τσίπα

Η μπάλα χάθηκε στην Τρίπολη, όπως μάθαμε – να τσιγκλίσω λίγο και τον zerVo, γιατί διαφορετικά δεν έχει πλάκα – εκεί όπου ο Ηλίας Σπάθας έδωσε ρεσιτάλ διαιτησίας. Ο έλεγχος χάθηκε από μια σεξοθεραπεύτρια, που ερωτεύτηκε έναν ασθενή της. Και η τσίπα χάθηκε από τη Σουζάνε Μπίερ. Συχνά – πυκνά ο Άκης Καπράνος θέτει ερωτήματα στο fb, με τεράστια ανταπόκριση, του στιλ «ποιον θεωρείτε τον πιο κάλπη σκηνοθέτη των καιρών μας;». Νομίζω πως πλέον έχω ως hater ένα όνομα: Susanne Bier.

She's Lost Control

Η μέρα ξεκίνησε ελπιδοφόρα με την ταινία «Εκτός ελέγχου» (She's Lost Control) της Anja Marquardt (Διεθνές Διαγωνιστικό). Μια ταινία που πρωτοπροβλήθηκε στην περασμένη Berlinale (στο τμήμα Forum) και στην οποία για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια ερχόμαστε «αντιμέτωποι», face to face με μια σεξουαλική θεραπεύτρια. Θυμίζουμε πως δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που θαυμάσαμε την ατρόμητη ερμηνεία της Helen Hunt στο (με διαφορετικό κέντρο βάρους) «Μαθήματα ενηλικίωσης».

Η υπόθεση: Η Ρόνα είναι μια νεαρή γυναίκα που ζει στη Νέα Υόρκη. Έχει αποστασιοποιηθεί από την οικογένειά της, έχει στήσει με το νου της την καριέρα της, καταψύχει τα ωάρια της (μπας και θελήσει κάποια στιγμή να γίνει μητέρα), δεν έχει ερωτική σχέση αλλά κάνει σεξ με άντρες ως σεξουαλική θεραπεύτρια. Είναι καλή στη δουλειά της: ο καθηγητής με τον οποίο συνεργάζεται της δίνει τις πιο δύσκολες υποθέσεις του. «Πελάτες» της είναι άντρες που έχουν θέμα με την οικειότητα. Ένας από αυτούς, ο τελευταίος στη σειρά, είναι ο Τζόνι. Ένας βοηθός αναισθησιολόγου με προβληματική συμπεριφορά. Η Ρόνα με τα μεσάτα κυριλέ παντελόνια της για πρώτη φορά δεν θα καταφέρει να αποστασιοποιηθεί και θα ερωτευθεί τον πελάτη της.

Η άποψή μας: Χαρακτηριστική περίπτωση ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά, με τα θετικά του και τα αρνητικά του έχουμε εδώ. Η Marquardt ελέγχει τα εκφραστικά της μέσα, δεν φλυαρεί παραδόξως, κάνει αντίστιξη της απρόσωπης μεγαλούπολης με μια γυναίκα που προσπαθεί να λειτουργεί όχι ως πόρνη αλλά ως πραγματική θεραπεύτρια. Που δίνεται με όλο της το είναι σε κάθε προβληματικό «πελάτη», που δεν λέει ψέματα, που πραγματικά αισθάνεται και ξεχωρίζει σαφώς μέσα της το empathy από το sympathy. Φαίνεται όμως πως όσο πιο πολύ παίζεις με τη φωτιά, δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα καείς (μικρό spoiler αυτό). Οι δύο βασικοί πρωταγωνιστές είναι εξαιρετικοί, με την Brooke Bloom να κερδίζει το θεατή με τα εκφραστικά της μάτια, τα γεμάτα ειλικρίνεια απέναντι στους άλλους, τα οποία όμως δεν μπορούν να προσδιορίσουν την προσωπική της «ανισορροπία». Κι εδώ βρίσκεται το... προβληματάκι με την ταινία: ενώ η σκηνοθέτιδα αποφεύγει εντελώς να ερμηνευτούν οι ερωτικές της σκηνές ηδονοβλεπτικά (και δικαίως – δεν είναι αυτό το θέμα της), έχει λίγο θολωμένη την πυξίδα της για το τι ακριβώς θέλει να πει. Και δεν μπορεί πάντοτε η λύση να είναι η οικογένεια, σωστά; Σε ότι αφορά το σάουντρακ (που πάντα μας αρέσει να ασχολιόμαστε σε κάθε ταινία με αυτό), υπάρχει ελάχιστη μουσική, η σκηνή όμως που έχει ως μουσική υπόκρουση ένα τραγούδι των Strokes είναι μία από τις καλύτερες της ταινίας.

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της την Κυριακή 2 Νοεμβρίου στις 15.30, στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα)

Plemya / The Tribe

Η ταινία «Η φυλή» (Plemya / The Tribe) του Miroslav Slaboshpitsky (Διεθνές Διαγωνιστικό) αποτελεί ως σύλληψη ένα εντελώς τολμηρό εγχείρημα. Μια ταινία στην οποία πρωταγωνιστούν κωφάλαλοι και όπου όλοι οι διάλογοι γίνονται στη νοηματική γλώσσα. Χωρίς υπότιτλους, χωρίς voice over, χωρίς επεξηγήσεις, όπως αναφέρεται πριν φωτιστεί το πρώτο πλάνο της ταινίας. Οι θεατές ακούμε τους φυσικούς ήχους αλλά μένουμε απ' έξω από το τι ακριβώς «παίζεται» επί της μεγάλης οθόνης (εντάξει, όσοι γνωρίζουν τη νοηματική, «διαβάζουν» τους διαλόγους). Έλαβε μέρος στην Εβδομάδα της Κριτικής του φεστιβάλ των Καννών και γενικώς προβάλλεται σε πάρα πολλά φεστιβάλ, θαμπώνοντας τους θεατές με όσα «λέει» με την εκκωφαντική σιωπή της.

Η υπόθεση: Ουκρανία. Ένα κατεστραμμένο αμάξι πίσω από μια στάση λεωφορείου. Κι ένας έφηβος να ζητάει κατευθύνσεις. Μόλις έχει φθάσει στη συγκεκριμένη πόλη και ψάχνει ένα οικοτροφείο για κωφά παιδιά. Εκεί τον έχουν στείλει. Κι εκεί θα προσπαθήσει να προσαρμοστεί σε ένα καθόλου φιλικό περιβάλλον. Ένας διεφθαρμένος καθηγητής παρέα με τον επιστάτη έχουν στήσει ολόκληρη «επιχείρηση». Μέσω μιας κλίκας νταήδων εκφοβίζουν τα πιο αδύνατα παιδιά, τους παίρνουν το χαρτζιλίκι και εκμεταλλεύονται τους ευρισκόμενους στη βάση της ιεραρχικής πυραμίδας μέσω επαιτείας, ληστειών και πορνείας. Ο νεοφερμένος έφηβος είναι γερό κορμί και γρήγορα ανεβαίνει στην ιεραρχία. Κάνει κι αυτός όλες τις βρώμικες δουλειές μετά από κατάλληλη εκπαίδευση. Τα πράγματα θα αλλάξουν όταν ερωτεύεται ένα από τα κορίτσια του οικοτροφείου, που κάνουν βίζιτες με πελάτες φορτηγατζήδες κι έχει όνειρο μια καλύτερη ζωή – πάντα ως πόρνη – στην Ιταλία. Μόνο που η βία εντέλει πληρώνεται μόνο με βία.

Η άποψή μας: Κατά έναν πολύ παράδοξο τρόπο τούτη η ταινία έχει αναλογίες με το «Λευκό Θεό» που είδαμε στην τελετή έναρξης. Βάλτε στη θέση του ημίαιμου σκύλου τον κωφάλαλο έφηβο και θα δείτε ότι οι δύο ταινίες θέλουν να πουν πάνω κάτω τα ίδια πράγματα. Μόνο που ο Ουκρανός σκηνοθέτης ποντάρει περισσότερο στο ρεαλισμό από τον Ούγγρο συνάδελφό του, κι ας βρίθει η ταινία του από σύμβολα, έχοντας πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, πέρα από το πρώτο. Ίσως τραβηγμένα τούτη η ταινία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως η πλέον αντι-Πούτιν ταινία όλων των εποχών. Σε μια από τις αρχικές σκηνές, πάντως, δεν διαφεύγει της προσοχής του ψύχραιμου θεατή πως γίνεται σκωπτική έμμεση αναφορά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ. Κάποιες σκηνές κρατάνε σε μάκρος, ακριβώς για να ενταθεί η σύγχυση του θεατή που προσπαθεί να βρει τον... «άγνωστο κώδικα» στις συνομιλίες των κωφάλαλων, αλλά μάταια. Η σκηνή της απόξυσης είναι πιο συγκλονιστική από την αντίστοιχη στο «Τέσσερις μήνες, τρεις εβδομάδες και δυο μέρες» και το φινάλε με τα σπασμένα κεφάλια θα κάνει πολλούς να φρικάρουν με την αγριότητά του. Έτσι είναι, όμως: οι νταήδες αντιμετωπίζονται με τα ίδια τους τα όπλα. Και στο τέλος δεν έχεις παρά να κλείσεις την πόρτα στους παντός είδους φασίστες και να πετάξεις και το κλειδί.

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της την Κυριακή 2 Νοεμβρίου στις 17.30, στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα)

Al doilea joc / The Second Game

Το μόνο πράγμα για το οποίο δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Ρουμάνο Corneliu Porumboiu είναι η έλλειψη πρωτοτυπίας. Τι είναι η τελευταία του ταινία «Το δεύτερο παιχνίδι» (Al doilea joc / The Second Game) (Ματιές στα Βαλκάνια); Ένα αταξινόμητο φιλμ (μυθοπλασία δεν το λες, ούτε ντοκιμαντέρ), στο οποίο ο σκηνοθέτης μαζί με τον πατέρα του σχολιάζουν τον μυθικό ποδοσφαιρικό αγώνα Στεάουα Βουκουρεστίου – Ντιναμό Βουκουρεστίου, που έλαβε μέρος στις 3 Δεκεμβρίου του 1988 (πριν την πτώση του Τσαουσέσκου δηλαδή), στον οποίο διαιτητής ήταν ο πατέρας του σκηνοθέτη! Αυτό που βλέπει ο θεατής είναι η τηλεοπτική εικόνα του αγώνα (χωρίς τον ήχο της μετάδοσης) κι αυτό που ακούει είναι τα σχόλια πατέρα και γιου, καθώς και κάποιες τηλεφωνικές συνομιλίες, ενώ ξαναβλέπουν το ματς 25 και βάλε χρόνια μετά τη διεξαγωγή του! Οπότε, η διάρκεια της ταινίας είναι εκείνη ενός ποδοσφαιρικού αγώνα (για εύλογους λόγους δεν υπάρχει 15λεπτη κινηματογραφική διακοπή ημιχρόνου), ενώ για τίτλους τέλους βλέπουμε τα αποτελέσματα όλων των αγώνων του ρουμανικού πρωταθλήματος εκείνης της αγωνιστικής!

Το ματς έγινε σε συνθήκες διαρκούς, πυκνής χιονόπτωσης και ήταν ματσάρα, στην οποία συμμετείχαν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του ρουμανικού ποδοσφαίρου: από τον Χάτζι και τον Ντουκαντάν μέχρι τον Ποπέσκου, τον Πιτσούρκα και τον Ντάνουτ Λούπου, που πέρασε ένα φεγγάρι και από τον Παναθηναϊκό. Οι ποδοσφαιρόφιλοι μπορούν να απολαύσουν την ταινία παρακολουθώντας απλά το ματς! Αλλά παρά το γεγονός ότι ο Corneliu υπονομεύει το δημιούργημά του, λέγοντας κάποια στιγμή πως και τούτη είναι σαν τις άλλες του τις ταινίες: κρατάει πολύ και δεν συμβαίνει τίποτε σε αυτήν, εντούτοις στην ταινία συμβαίνουν πολλά. Και μαθήματα διαιτησίας (το ξέρατε ότι οι διαιτητές φροντίζουν να έχουν πάντοτε αριστερά τη μπάλα και για να βρίσκονται σε όλες τις φάσεις τρέχουν στο γήπεδο διαγωνίως;) και μαθήματα ιστορίας για το τι συνέβαινε με την σεκιουριτάτε και τα στημένα πρωταθλήματα (κοίτα να δεις τώρα, να σου έρχονται σκέψεις για το ελληνικό σήμερα και τον φαταούλ) και το τι είναι στην ουσία του το ποδόσφαιρο και τι είναι στην ουσία της η τέχνη και, και, και. Εντάξει, κάποιες στιγμές, ιδίως από τη στιγμή που φεύγει η πρώτη έκπληξη, το όλον βαραίνει σε ρυθμό, εντούτοις δεν μπορείς να φύγεις μετά το πέρας της ταινίας με ένα χαμόγελο στα χείλη. Και μεταξύ μας, ένα πεντακάθαρο πέναλτι το «έπνιξε» ο πατήρ Porumboiu και ακόμα και σήμερα κάνει το κουνέλι.

(η ταινία ολοκληρώνει τις προβολές της την Κυριακή 9 Νοεμβρίου στις 18.00, στην αίθουσα Σταύρος Τορνές)

En chance til / A Second Chance

Υπάρχουν μερικές ταινίες που πραγματικά με εξοργίζουν. Όπως «Η δεύτερη ευκαιρία» (En chance til / A Second Chance) της Susanne Bier (Ανοιχτοί Ορίζοντες – Ειδικές προβολές). Μια ταινία που δεν χρειάζεται να υποστεί χολιγουντιανό ριμέικ. Με μια μεταγλώττιση στα αγγλικά είναι έτοιμη να κάνει «διεθνής καριέρα». Κρίμα και πάλι κρίμα.

Η υπόθεση: Ο Αντρέας είναι ένας πολλά υποσχόμενος νεαρός ντετέκτιβ. Ωραίος, παντρεμένος με την πανέμορφη Άννε, βιώνει την οικογενειακή του ευτυχία μαζί με το νεογέννητο γιο τους, τον Αλεξάντερ, στο υπέροχο σπίτι τους δίπλα σε μια λίμνη. Ο Αντρέας θα ταραχθεί πολύ όταν απαντώντας σε μια κλήση για οικογενειακή βία θα συναντήσει το ρεμάλι Τρίσταν μαζί με τη φιλενάδα του, τη Σάνε και θα ανακαλύψει βουτηγμένο στα σκατά του το επίσης νεογέννητο παιδί τους, τον Σόφους. Και θα συνταραχθεί όταν η τραγωδία θα ενσκήψει στη μικρή του οικογένεια. Και τότε θα προβεί σε μια πράξη που θα πυροδοτήσει μια σειρά από δραματικά γεγονότα και απίστευτες αποκαλύψεις.

Η άποψή μας: Το να γυρίζεις ένα μελόδραμα, όσο τραβηγμένο κι αν είναι αυτό, προφανώς και δεν είναι μεμπτό. Τα πάντα κρίνονται από τις αποφάσεις σου ως δημιουργός. Θα κρατήσεις μια αποστασιοποίηση που θα αφήσει τον θεατή να αποφασίσει αν και πότε θα χρησιμοποιήσει το χαρτομάντιλο του, χωρίς αυτό να είναι αυτοσκοπός; Ή θα τον εκβιάσεις συναισθηματικά χυδαίω τω τρόπω χρησιμοποιώντας κάθε κλισέ που διαθέτεις στη φαρέτρα σου; Η Bier επιλέγει το δεύτερο. Και να σου τα κοντινά στα μάτια των μωρών και δώστου κλόουζ απ σε κλαμένα πρόσωπα και α, τι υπέροχες, άσχετες εικόνες από ουρανούς και νερά. Στο... έγκλημα συμμετέχει ο Anders Thomas Jensen, που μας είχε καλομάθει με τα ευρηματικά του σενάρια, εδώ όμως τα κάνει κυριολεκτικά σκατά. Η εθνική Δανίας σε επίπεδο ηθοποιών είναι εδώ, με την προσθήκη της Σουηδέζας Maria Bonnevie (να δικαιολογηθούν και τα χρήματα σουηδικής προέλευσης στην παραγωγή, έτσι;). Αλλά η ταινία πηδάει από την μία απιθανότητα στην άλλη με τον πλέον προβλέψιμο τρόπο. Κατηγορούσαμε τον Φώσκολο για υπερβολικό και τον Παπακαλιάτη για «κλέφτη». Ε, η Bier τους κατατρόπωσε. Και πραγματικά απορώ από τώρα με όσους θα βρουν την ταινία ανθρώπινη και συγκινητική – τοποθετώντας με ταυτόχρονα στην κατηγορία των αναίσθητων. Τι να πω! Και το «The Broken Circle Breakdown» εκβίαζε συναισθηματικά (πάντα, ταινίες με παιδιά που κινδυνεύουν ή πεθαίνουν φλερτάρουν με το απαράδεκτο) αλλά το έκανε με πολύ, πολύ κομψότερο τρόπο. Ουφ, θάψιμο τέλος.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – έχει διανομή από την Rosebud 21 αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα την ημερομηνία εξόδου της στις κινηματογραφικές αίθουσες της χώρας μας)

Είναι αργά και δεν προλαβαίνουμε να αναφερθούμε σήμερα στην ταινία «Φοίνικας» του Cristian Petzold. Μια ταινία με σαφέστατα θετικό πρόσημο, στην οποία θα αναφερθούμε σε μία από τις επόμενες ανταποκρίσεις μας, μιας που έτσι κι αλλιώς ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ. Όπως και να'χει, χορταστική η σημερινή μας ανταπόκριση, δεν μπορείτε να πείτε, έτσι;

θοδωρής γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live
Περισσότερα... »

Furious 7 PosterVengeance Hits Home... Σπάνιες, με όριο που αγγίζει το μηδέν είναι οι φορές που franchise, έχοντας πάρει σε κάποια φάση του την κατιούσα, κατάφερε όχι μόνο να επανακάμψει, αλλά και να εκτοξεύσει την φήμη του, σε υψηλότερα επίπεδα και από εκείνα του πρώτου του επεισοδίου. Εξαίρεση, φωτεινότατη, στον κανόνα αποτελεί η περίπτωση του Fast And Furious, που μετά από ένα, δύο τεύχη ανάξια να σηκώσουν τον τίτλο, έχει εξελιχθεί σε ένα από τα πλέον δημοφιλή κινηματογραφικά σίριαλς, με διαρκώς ανεβασμένα εισπρακτικά νούμερα σε κάθε νέα του μορφή. Για έναν σημαντικό ειδικό λόγο το έβδομο τσάπτερ, που φυσικά φέρει τον τίτλο Furious 7, αναμένεται να σαρώσει τα ταμεία, ασχέτου υπόθεσης, ειδικών εφέ, εξέλιξης. Σκηνοθετημένο από τον Μίδα των εμπορικών φιλμς James Wan, σε σενάριο του Chris Morgan, το νέο τεύχος του action που βασίζει την επιτυχία του στην ταχύτητα, αποτελεί και την τελευταία πρωταγωνιστική εμφάνιση του άδικα χαμένου Paul Walker, ηθοποιού που στήριξε όσο κανείς άλλος το πρότζεκτ και που η περσόνα του, ο πρώην μυστικός αστυνομικός Μπράινα Ο'Κόννερ, αγαπήθηκε όσο λίγοι από τους φανατικούς της σειράς. Δεδομένα ένα σύννεφο θλίψης και στενοχώριας σκεπάζει το 7, στοιχείο άλλωστε που διαφαίνεται και από τις αφιερωμένες στον εκλιπόντα ατάκες, που κυριαρχούν στο φρενήρες και καταιγιστικό τρέιλερ, που σε κάνει να θέλεις να δεις τους Γρήγορους και Θανάσιμους Τώρα!

Furious 7 Movie

Φυσικά στους γνώριμους ρόλους τους, εκτός από τον Walker επιστρέφουν και ο Vin Diesel και ο Dwayne Johnson, για να συναντήσουν τα παλιά καλά φιλαράκια της ομήγυρης τους Michelle Rodriguez, Elsa Pataky, Tyrese Gibson, Chris Ludacris Bridges, Jordana Brewster και Lucas Black. Πέραν αυτών όμως, ως γκεστ σταρς στο φιλμ συμμετέχουν ακόμη και οι Jason Statham, Tony Jaa, Ronda Rousey, Djimon Hounsou, Kurt Russell.

Στις δικές μας αίθουσες? Τον Απρίλιο του 2015


Περισσότερα... »



Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

Άγιος (;) ο Θεός...

Στα τόσα χρόνια που παρακολουθούμε το φεστιβάλ, δεν έχει υπάρξει πιο λιτή τελετή έναρξης από τη φετινή. Ειπώθηκαν τα εντελώς απαραίτητα – εντάξει, η παρουσιάστρια Πηνελόπη Τσιλίκα (πρωταγωνίστρια στη Μικρά Αγγλία του Παντελή Βούλγαρη), είχε μια υπερβολή σε κάποιες στροφές του λόγου της – και μετά από ομιλία δύο λεπτών από τον Δημήτρη Εϊπίδη κι άλλων δύο λεπτών από τον Γιάννη Μπουτάρη η σεμνή τελετή έλαβε τέλος. Καλύτερα. Έτσι μπήκαμε κατευθείαν στο ψητό. Και μετά από έναν σύντομο χαιρετισμό του Kornél Mundruczó μέσω βίντεο είδαμε την ταινία έναρξης του φεστιβάλ.

Fehér Isten / White God

Το «Λευκός Θεός» (Fehér Isten / White God) του Ούγγρου σκηνοθέτη, που κέρδισε το βραβείο στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του περασμένου φεστιβάλ Καννών, αποτέλεσε μια παράξενη και ιδιαίτερη εμπειρία για όλους τους θεατές στο «Ολύμπιον». Άλλοι την αγάπησαν άλλοι την μίσησαν κι αυτό φάνηκε στα πηγαδάκια που δημιουργήθηκαν μετά το πέρας της προβολής της. Η αλήθεια είναι πως ο σκηνοθέτης ισορροπεί συνεχώς σε τεντωμένο σκοινί, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να γλιστρήσει στη γραφικότητα και τον... χολιγουντισμό (sic), εντέλει όμως παραδίδει κάτι που λίγο απέχει να χαρακτηριστεί αριστούργημα. Άνισο μεν, σπουδαίο δε.

Η υπόθεση: Η 13χρονη Λίλι είναι ένα κορίτσι που ζει στη σύγχρονη Βουδαπέστη. Μένει με τη μητέρα της, τον πατριό της και τον αγαπημένο της σκύλο, τον Χάγκεν. Όταν οι κηδεμόνες της θα χρειαστεί να λείψουν σε ταξίδι για δουλειές για όλο το καλοκαίρι, η Λίλι αναγκάζεται να μείνει με τον πατέρα της, έναν κτηνίατρο παραιτημένο και κακόκεφο. Ο μπαμπάς δεν θέλει τον Χάγκεν στο σπίτι του κι όταν καλείται να πληρώσει έναν ειδικό φόρο που έλαβε η κυβέρνηση της Ουγγαρίας σε όσους φροντίζουν ημίαιμα αντί για καθαρόαιμα, αποφασίζει να εγκαταλείψει το σκύλο στο δρόμο προς μεγάλη απογοήτευση και πίκρα της Λίλι. Περιπλανώμενος στους δρόμους, ψάχνοντας τρόπο να γυρίσει πίσω στη Λίλι, ο Χάγκεν πέφτει σε κακοτοπιές. Σε ανθρώπους που προσπαθούν να τον εκμεταλλευτούν. Ο Χάγκεν αγριεύει. Κι όταν του δοθεί η ευκαιρία θα ηγηθεί της εξέγερσης των ημίαιμων εναντίον της ανθρωπότητας. Τι θα γίνει, όμως, όταν τελικά βρει τη Λίλι, η οποία με τη σειρά της δεν είχε πάψει λεπτό να τον αναζητεί;

Η άποψή μας: Ο Χάγκεν (τον οποίο υποδύονται δύο σκύλοι) είναι καφετής. Είναι όμως και ο λευκός θεός της ταινίας. Πρώτη αναφορά λοιπόν, στο «Λευκό σκύλο» (White Dog), του Samuel Fuller, όπου ένας εκπαιδευτής σκύλων προσπαθεί να αλλάξει τη συμπεριφορά ενός λευκού γερμανικού λυκόσκυλου το οποίο έχει εκπαιδευτή να ορμά μόνο σε μαύρους! Σε κάποιες σκηνές της ταινίας σκέφτεσαι τον «Όλιβερ Τουίστ», σε άλλες τα «Πουλιά» του Hitchcock ή ακόμα, ακόμα τον «Πλανήτη των πιθήκων» ή και τον... «Σπάρτακο» και το «Κουρδιστό πορτοκάλι» (εντάξει, το παρατράβηξα). Μια αλληγορία, λοιπόν, για τον ρατσισμό, την άρχουσα τάξη των καθαρόαιμων, που πάντα αντιμάχεται τους ημίαιμους, τη βία της εξουσίας, την εκμετάλλευση των ζώων από τον άνθρωπο. Αλλά και μια ταινία για την ενηλικίωση, τη σχέση γονέα – παιδιού, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα. Ή, όπως πολύ απλά το έθεσε ο ίδιος ο σκηνοθέτης, η ταινία προέκυψε ως απάντηση στην άνοδο των νεοναζί στη χώρα του.

Τεχνικά ομιλώντας το φιλμ είναι άψογο. Σπουδαία σκηνοθεσία, τρομερή διεύθυνση φωτογραφίας, εξαιρετική ηχητική μπάντα και σάουντρακ. 274 σκυλιά συμμετείχαν στα γυρίσματα, ο μεγαλύτερος αριθμός που έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ σε μια ταινία. Και δεν υπάρχουν οπτικά εφέ: η μεγαλειώδης αρχική σκηνή (που επαναλαμβάνεται αυτούσια λίγο μετά το μέσον) και η συναρπαστική, ποιητική σκηνή του φινάλε, που έχει πολύ... προσκύνημα δεν μπορούν παρά να γουρλώσουν τα μάτια του θεατή. Ο Mundruczó ωριμάζει, αιφνιδιάζει, προβληματίζει. Κάποιοι συμβολισμοί είναι εύκολοι, το φινάλε παραπέμπει σε προδιαγεγραμμένη αποτυχία της επανάστασης («να καλέσω την αστυνομία;» - «όχι ακόμα»), η βία κάποιες φορές ενοχλεί (και μιλάμε για τη βία που υφίστανται τα ζωντανά, έτσι;), το σύνολο όμως είναι σπάνιας αισθητικής και γεμάτο νοήματα που εύκολα γίνονται αντιληπτά αλλά δύσκολα μπορούμε να τα χωνέψουμε και να τα μεταφράσουμε σε τρόπο ζωής.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ – έχει διανομή από την Ama Films και θα βγει στις αίθουσες της χώρας μας την Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου)

Gilliap

Για να μην αφήσουμε... ξεροσφύρι ως μοναδική ταινία της πρώτης μας ανταπόκρισης το «Λευκό Θεό» θα αναφερθούμε σε άλλες δύο ταινίες που έτυχε να δούμε παλαιότερα και προβάλλονται στο φεστιβάλ.

Στο πλαίσιο του αφιερώματος του φεστιβάλ στον Roy Andersson προβλήθηκε σήμερα το απόγευμα η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Σουηδού σκηνοθέτη, το «Γκίλιαπ» (Giliap). Παραθέτουμε παρακάτω το κείμενο που γράψαμε για την ταινία στο πλαίσιο άρθρου για την καριέρα του στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Soul» που κυκλοφόρησε πριν λίγες μέρες (ναι, αυτό με εξώφυλλο την Emma Stone):

Θα μπορούσε να είναι θεατρικό του Ίψεν. Ή μία ταινία του διασημότερου συμπατριώτη του Roy, του Ingmar Bergman. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ψυχολογικό, αισθηματικό δράμα. Ένας νεαρός χωρίς όνομα ζητάει και πιάνει δουλειά ως σερβιτόρος σε ένα ξενοδοχείο. Εκεί δουλεύει ως σερβιτόρα η όμορφη Άννα, που είναι ζευγάρι με έναν τύπο, ο οποίος ονομάζει τον εαυτό του «Κόμη» και βγάζει τα προς το ζην πλένοντας πιάτα. Η Άννα θέλει να ξεφύγει, να αλλάξει ζωή. Δείχνει το ενδιαφέρον της για τον νεαρό σερβιτόρο, αλλά εκείνος έχει αλλού το μυαλό του. Ο «Κόμης» τον συμπαρασύρει σε μια ληστεία, δίνοντάς του το κωδικό όνομα «Γκίλιαπ». Η ληστεία αποτυγχάνει παταγωδώς, η Άννα το σκάει, ο σερβιτόρος την ψάχνει και τη βρίσκει, συνειδητοποιώντας πως είναι ερωτευμένος μαζί της και ο «Κόμης» δίνει με έναν πυροβολισμό το τραγικό φινάλε στην ιστορία. Η ταινία αποδείχτηκε τεράστια οικονομική καταστροφή. Το μπάτζετ της ξέφυγε, οι κριτικοί της εποχής την κατακρεούργησαν και οι θεατές της έδειξαν την πλάτη τους: ούτε 15 χιλιάδες Σουηδοί πήγαν να τη δουν. Κανένας παραγωγός δεν ήθελε να δουλέψει πλέον μαζί με τον Roy. Έως ότου η επιτυχία τον βρήκε εκεί που δεν το περίμενε.

(η ταινία ολοκλήρωσε τις προβολές της στο φεστιβάλ)

Nånting måste gå sönder/ Something Must Break

Τελειώνουμε την αναφορά μας στην πρώτη ημέρα του φεστιβάλ με την ταινία «Κάτι πρέπει να σπάσει» (Nånting måste gå sönder / Something Must Break) του Ester Martin Bergsmark (Ανοιχτοί Ορίζοντες – Κυρίως πρόγραμμα). Μια ταινία που, όντας ομοφοβικός, δεν μπορώ να την κρίνω αντικειμενικά. Ούτε μπορώ να την προτείνω στους μέσους θεατές – τουλάχιστον εγώ και λόγω επαγγελματικής διαστροφής, είμαι... προπονημένος σε αντίστοιχα θεάματα. Αλλά πάλι, τι να πω, ο μέσος θεατής μπορεί να με εκπλήξει και να μην είναι τόσο συντηρητικός όσο εγώ εντέλει.

Η υπόθεση: Ο Σεμπάστιαν είναι ένας διαφυλικός που ζει στη Σουηδία. Θέλει να γίνει η Έλι, την οποία προσδιορίζει στο μυαλό του ως τη δυναμική αδελφή του. Συγκατοικεί με μια λεσβία, δουλεύει σε κάτι σαν Ikea και αναζητά τον έρωτα. Κι όσο ο έρωτας δεν εμφανίζεται, ξοδεύεται σε one night stands και «ψωνίζεται», σπορ που σαφώς και είναι επικίνδυνο. Σε μια τέτοια επικίνδυνη κατάσταση τον σώζει από βίαιο ξυλοδαρμό ο Αντρέας, που είναι στρέιτ. Ανάμεσα στους δύο νέους αναπτύσσεται μια σχέση, φιλική αρχικά, κάτι πολύ περισσότερο αργότερα. Μπορούν όμως να είναι οι δυο τους μαζί;

Η άποψή μας: Πρώτη ταινία μυθοπλασίας του (ντοκιμαντερίστα ως τώρα) διαφυλικού σκηνοθέτη Bergsmark. Με πρωταγωνιστή έναν επίσης πραγματικό διαφυλικό, που υποδύεται τον Σεμπάστιαν / Έλι. Μάλιστα, για να βρεθεί ο άνθρωπος που ερμήνευσε το ρόλο πέρασαν από κάστινγκ πάρα πολλοί διαφυλικοί στη Στοκχόλμη. Αν παραβλέψουμε τα σεξουαλικά στεγανά η ταινία είναι ένα μελόδραμα ουσιαστικά. Με τον πρωταγωνιστή να είναι μια πραγματική drama queen, χωρίς αυτοπεποίθηση αρχικά, που έχει ένα κουτί στο οποίο μαζεύει αναμνηστικά από σχεδόν έρωτες: ένα πατημένο αλουμινένιο κουτί αναψυκτικού, ένα ματωμένο χαρτομάντιλο, ένα μικρό μαχαίρι. Καθώς γνωρίζει τον Αντρέας, όμως, και τον ερωτεύεται με όλο του το είναι, αλλάζει, δυναμώνει και αποδέχεται πως δεν έχει κανένα πρόβλημα να αποδεχτεί τον εαυτό του ως Έλι, ανεξάρτητα από το πως πιθανόν τον βλέπει ο περίγυρός του.

Το σάουντρακ είναι εξαιρετικό (ακούγονται από How To Dress Well και The Knife έως The Crime και Tami Tamaki – το δικό της «I Never Loved This Hard This Fast Before» ξεχωρίζει, ενώ υπάρχει και σκηνή με καραόκε όπου ακούγεται το «Fading Like A Flower» των Roxette!), υπάρχει μια τρομερά ρομαντική παραδόξως ατάκα («είσαι τόσο όμορφος/η που μου έρχεται να ξεράσω») αλλά το όλον απλά δεν στέκει. Και υπάρχουν σκηνές που φλερτάρουν με την ιλαρότητα: ο αλά Pieta Σεμπάστιαν / Έλι βρίσκεται στην αγκαλιά ενός εραστή την ίδια ώρα που άλλος εραστής ουρεί επάνω του σε slow motion κι ενώ ακούγεται το «You're My Thrill» της Πέγκι Λι! Not my cup of tea και περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.

(η ταινία προβάλλεται την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου στις 22.30, στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα και το Παρασκευή 7 Νοεμβρίου στις 23.00 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης)
θοδωρής γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2014 TIFF 14 Live
Περισσότερα... »