του Θόδωρου Γιαχουστίδη
68η Berlinale: Τετάρτη 21 Φεβρουαρίου
Εμείς είμαστε με την Jennifer Lawrence!
Εμείς είμαστε με την Jennifer Lawrence!
Ε, ναι ρε παιδιά τώρα. Βγήκε ο κοπελάρα με το βαθύ ντεκολτέ, το αποκαλυπτικό, το σωστό, το πρόστυχο ενώ είχε μείον 40 βαθμούς θερμοκρασία για την πρεμιέρα της ταινίας της «Red Sparrow» (θα αρχίσει να προβάλλεται και στη χώρα μας την 1η του Μάρτη – το πόσο αδυσώπητα κοντά είναι η επιστροφή στην καθημερινή ρουτίνα, δεν περιγράφεται...) και έπεσαν όλοι να τη φάνε! Γιατί μανδάμ; Εσείς κρυώνατε; Αυτή κρύωνε. Δικαίωμά της δεν είναι να φοράει ότι θέλει; Κι αν πάθει πνευμονία, να την πάθει; Ρε τι πάθαμε...
Κι επειδή πλέον πλησιάζουμε προς το τέλος της παρουσίας μας στην Berlinale κι επειδή η κούραση έχει συσσωρευτεί κι επειδή θέλουμε να μπουρδουκλώσουμε λίγο τα πράγματα, σκέφτηκα να κάνουμε σ' αυτό το κείμενο την κριτική αποτίμηση δύο ταινιών, από τις πιο... άθλιες στο διαγωνιστικό τμήμα, να ανεβούμε λίγο με την ταινία του Soderbergh και να κρατήσω για το επόμενο κείμενο το πολύ καλό μεξικάνικο που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα, μήπως και οι δύο αυριανές (αυτές που θα παιχτούν την Παρασκευή δηλαδή και θα είναι οι τελευταίες του διαγωνιστικού τμήματος) προκύψουν καλές και κάνουμε έτσι μια δυνατή τριάδα, μιας που αν είναι καλές επαναλαμβάνουμε, θα έχουν δώσει καλές εντυπώσεις στο φινάλε σε όλο το διαγωνιστικό, μιας που οι τελευταίες εντυπώσεις είναι αυτές που μένουν...
Κι επειδή πλέον πλησιάζουμε προς το τέλος της παρουσίας μας στην Berlinale κι επειδή η κούραση έχει συσσωρευτεί κι επειδή θέλουμε να μπουρδουκλώσουμε λίγο τα πράγματα, σκέφτηκα να κάνουμε σ' αυτό το κείμενο την κριτική αποτίμηση δύο ταινιών, από τις πιο... άθλιες στο διαγωνιστικό τμήμα, να ανεβούμε λίγο με την ταινία του Soderbergh και να κρατήσω για το επόμενο κείμενο το πολύ καλό μεξικάνικο που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα, μήπως και οι δύο αυριανές (αυτές που θα παιχτούν την Παρασκευή δηλαδή και θα είναι οι τελευταίες του διαγωνιστικού τμήματος) προκύψουν καλές και κάνουμε έτσι μια δυνατή τριάδα, μιας που αν είναι καλές επαναλαμβάνουμε, θα έχουν δώσει καλές εντυπώσεις στο φινάλε σε όλο το διαγωνιστικό, μιας που οι τελευταίες εντυπώσεις είναι αυτές που μένουν...
Στο πλαίσιο λοιπόν του ότι μπορούμε να «μπερδέψουμε» πλέον τις ταινίες για τις οποίες γράφουμε κι όχι να ακολουθήσουμε τη χρονολογική σειρά με την οποία τις είδαμε, ξεκινάμε με ό,τι χειρότερο παίχτηκε φέτος στην Berlinale στο διαγωνιστικό τμήμα. Και δεν λέω πχ παίχτηκε από καταβολής Berlinale ή από καταβολής κόσμου (!!!) γιατί... ε, δεν μπορούμε να το... επιβεβαιώσουμε για ευνόητους λόγους. Τίτλος της ταινίας: «Mein Bruder heisst Robert und ist ein Idiot» του Philip Gröning, που στα ελληνικά ο τίτλος θα μπορούσε να αποδοθεί με ακρίβεια ως «Τον αδελφό μου τον λένε Ρόμπερτ και είναι ηλίθιος». Μάλιστα. Ήδη από τον τίτλο λοιπόν παίζει μαζί μας ο σκηνοθέτης. Η προηγούμενη ταινία μυθοπλασίας του με τίτλο «Die Frau des Polizisten» είχε διάρκεια 175 λεπτά (να σημειώσουμε πως η τωρινή του έχει 174 λεπτά!!!) και είχε κερδίσει το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής στο φεστιβάλ Βενετίας του 2013. Πριν από εκείνη την ταινία μυθοπλασίας είχε γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο «Die grosse Stille» πίσω στο 2005. Διάρκεια; 169 λεπτά! Θέμα: Η καθημερινότητα μοναχών σε ένα μοναστήρι στη Γαλλία όπου οι μοναχοί δεν μιλάνε! Κι αυτό έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στη Βενετία, παίχτηκε όμως και στο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ της Θεσσαλονίκης! Αυτός ο ανοικονόμητος (σημείωση: ξεκινάμε με τα ευγενικά επίθετα – μετά το πράγμα θα χοντρύνει) έχει γυρίσει και ταινίες... μικρού μήκους, να ξέρετε...
Η υπόθεση: Καλοκαίρι. Στη μέση του πουθενά, δίπλα σε ένα χωράφι με καλαμπόκια, κοντά σε ένα απομονωμένο βενζινάδικο, ο Ρόμπερτ βοηθάει την Έλενα να προετοιμαστεί για την τελευταία της εξέταση φιλοσοφίας στο σχολείο, προκειμένου να πάρει το περίφημο abitur, το απολυτήριο λυκείου σαν να λέμε. Τα αδέλφια είναι δίδυμα και ζουν κυριολεκτικά στον κόσμο τους. Κάποιες φορές είναι τρυφερά μεταξύ τους, κάποιες άλλες σφαλιαρίζονται στο πρόσωπο. Του Ρόμπερτ του αρέσει να πίνει μπύρα και να μιλάει για τον Brentano και τον Heidegger. Τους ενώνουν κάποιες συγκεκριμένες συμπεριφορές, κάποια παιχνίδια, κάποιοι κανόνες και τους αρέσει να βάζουν στοιχήματα.
Η Έλενα ζηλεύει την καλύτερή της φίλη και θέλει να μάθει από τον Ρόμπερτ αν κοιμήθηκαν μαζί, εκείνος όμως δεν της λέει. Κι ως αντίδραση, του βάζει ένα στοίχημα: μέχρι την αποφοίτησή της θα κοιμηθεί με κάποιον, με οποιονδήποτε, και θα χάσει την παρθενιά της. Αν δεν τα καταφέρει και χάσει, ο Ρόμπερτ μπορεί να πάρει το αμάξι που της είχαν υποσχεθεί οι γονείς τους. Αν τα καταφέρει και κερδίσει, ο Ρόμπερτ μπορεί να της ζητήσει οτιδήποτε, αρκεί να μην είναι υλικό. Έχουν 48 ώρες για να προετοιμαστούν, να δουν την έκβαση του στοιχήματος και να πλησιάσουν οριστικά στο τέλος της αθωότητας...
Η άποψή μας: Εντάξει, υπάρχουν οι σπουδαίοι σκηνοθέτες, οι κορυφαίοι, οι δάσκαλοι, οι επαγγελματίες, οι μέτριοι, οι διεκπεραιωτές, οι ατάλαντοι και υπάρχουν κι αυτοί που έχουν σκατά στο μυαλό τους! Ο Γερμανός «φίλος» ανήκει στην τελευταία κατηγορία! Τι κι αν κάποια πλάνα του είναι πραγματικά υπέροχα; Τι κι αν η φωτογραφία του σε ορισμένες σκηνές είναι κυριολεκτικά μαγική; Τι κι αν φαίνεται η κινηματογραφική του παιδεία; Είναι ρε παιδί μου σαν να έχεις πάρει τους καλύτερους, να έχεις προσέξει την κάθε αισθητική λεπτομέρεια, να είναι και πολύ προχώ το όλο πράγμα και να δείχνεις έναν άνθρωπο να χέζει! Κλάνοντας, με θορύβους, με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Είναι από τις ταινίες που ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα καταλαβαίνεις ότι θα δεις μαλατσία! Μιλάμε, πέρασε ένα λεπτό, ακούστηκε η πρώτη ατάκα και αναστέναξα βαθιά. Αλλά εκεί εγώ, βράχος.
Και αρχίζει η... φιλοσοφία εφηβικών διαστάσεων, για αρχαρίους: «Τι είναι ο χρόνος;». «Πώς βιώνουμε τον χρόνο;». «Τι είναι το παρόν, τι το παρελθόν, τι το μέλλον;». «Υπάρχει ο χρόνος;». «Πώς βιώνεται;». Τέτοια. Από την αρχή. Και σε λούπα. Και σε επανάληψη. Και φτου και από την αρχή. Κι ενώ δίνονται απαντήσεις (κι αυτές σε πολλές, πολλές επαναλήψεις, για να το καταλάβουμε και οι πιο ηλίθιοι από εμάς, που δεν φύγαμε από την αίθουσα από τα πρώτα τρία λεπτά), ο θείος κρατάει τα πλάνα του να κρατάνε αιώνες! Ο χρόνος ντε! Δοκίμιο για τον χρόνο κάνει. Υπαρξιακόν! Δυο έργα σεξ (άσχετο;). Ένα ζωύφιο τόσο δα προσπαθεί να επιβιώσει όντας επάνω στο νερό. Μυρμήγκια περπατάνε πάνω στα ιδρωμένα σώματα των παιδιών, ανάμεσα στις στάλες του ιδρώτα. Ένας τζίτζικας (ή μήπως ακρίδα;) μπαίνει και βγαίνει μέσα σε ένα πακέτο τσιγάρα – γαργαλιστική λεπτομέρεια: ακούγεται Σαρλ Γκενσμπούρ από πίσω.
Πάμε πάλι. Και φτου και από την αρχή. Από καμιά φορά (τι καμιά φορά δηλαδή, συνέχεια) τα παιδιά (!!!) πηγαίνουν στο βενζινάδικο. Για να αγοράσουν μπύρες κατά βάση. Στα κουφώματα από τις πόρτες του βενζινάδικου υπάρχουν γραμμένα τα ονόματά τους και μετρημένα τα ύψη τους καθώς μεγάλωναν. Ποιοι είναι οι γονείς αυτών των παιδιών; Πού είναι το σπίτι τους; Γιατί αυτή η ιδιαίτερη σχέση με το βενζινάδικο; Εσείς περιμένετε απαντήσεις τώρα, έτσι; Μμμ, σιγά. Ο άνθρωπος κάνει τέχνη κυρίες και κύριοι. Και τα παιδιά λίγο βαριούνται. Και από καμιά φορά βλέπουμε και κάποια φλασμπάκ. «Θα έρθεις εσύ σε μένα ή εγώ σε σένα;». Κι αυτό, πολλές φορές, σε επανάληψη. Το λέει ο ένας στον άλλο, όταν ανάβουν τα αίματα! Γουάου! Βαθυστόχαστο! Σε ένα παράλληλο σύμπαν θα μπορούσε να το γράψει ο Ευθύμης Φιλίππου. Αλλά τουλάχιστον μαζί με τον Λάνθιμο δεν μας πρήζουν τ' αρχίδια!!!!
Στις πρώτες δύο ώρες, είπαμε, τα πάντα συμβαίνουν σε λούπα. Και τι ωραία που είναι η φύση, βρε και μπας τα δύο παιδιά είναι οι πρωτόπλαστοι και είναι λίγο πριν την έξοδό τους από την Εδέμ; Αν καταφέρεις να μην έχεις κοιμηθεί, λες «πού θα το πάει όλο αυτό;». Κάτι ψυλλιάζεσαι... Ε, και οι χειρότεροι φόβοι σου γίνονται πραγματικότητα! Βία χωρίς λόγο, το βενζινάδικο ως κοιτίδα καπιταλισμού (!!!), αιμομιξία, σεξ, ξανά βία, δολοφονία χωρίς λόγο, χωρίς νόημα, χωρίς... Haneke (πολύ θα το ήθελε ο μάγκας αλλά ούτε μια τρίχα από τα balls του), μόνο επίδειξη, μόνο υπερφίαλο εγώ, μόνο αηδία και ξέρασμα. Κάνει και το λάθος να έχει ένα φινάλε πριν το φινάλε, όπου κλείνει με μαύρο – εκεί ακούστηκαν τα πρώτα δυνατά γιουχαΐσματα! Αλλά είχε κι άλλο η ταινία! Άλλα πέντε λεπτά! Όπου η συγκινημένη (!!!) Έλενα, εξηγούσε στην τάξη της τα σχετικά με τον... χρόνο! Άσε μας κουκλίτσα μου!
Βεβαίως, στο Βερολίνο βρισκόμαστε, οπότε καθόλου δεν θα μου κάνει εντύπωση αν η ταινία κέρδιζε την Χρυσή Άρκτο. Μια μαλακία! Και μισή! Ένας Ιταλός συνάδελφος ούρλιαζε «pretentious prick»! Να αγιάσει το στόμα του. Αυτά! Τα είπα και ξαλάφρωσα!
Η υπόθεση: Καλοκαίρι. Στη μέση του πουθενά, δίπλα σε ένα χωράφι με καλαμπόκια, κοντά σε ένα απομονωμένο βενζινάδικο, ο Ρόμπερτ βοηθάει την Έλενα να προετοιμαστεί για την τελευταία της εξέταση φιλοσοφίας στο σχολείο, προκειμένου να πάρει το περίφημο abitur, το απολυτήριο λυκείου σαν να λέμε. Τα αδέλφια είναι δίδυμα και ζουν κυριολεκτικά στον κόσμο τους. Κάποιες φορές είναι τρυφερά μεταξύ τους, κάποιες άλλες σφαλιαρίζονται στο πρόσωπο. Του Ρόμπερτ του αρέσει να πίνει μπύρα και να μιλάει για τον Brentano και τον Heidegger. Τους ενώνουν κάποιες συγκεκριμένες συμπεριφορές, κάποια παιχνίδια, κάποιοι κανόνες και τους αρέσει να βάζουν στοιχήματα.
Η Έλενα ζηλεύει την καλύτερή της φίλη και θέλει να μάθει από τον Ρόμπερτ αν κοιμήθηκαν μαζί, εκείνος όμως δεν της λέει. Κι ως αντίδραση, του βάζει ένα στοίχημα: μέχρι την αποφοίτησή της θα κοιμηθεί με κάποιον, με οποιονδήποτε, και θα χάσει την παρθενιά της. Αν δεν τα καταφέρει και χάσει, ο Ρόμπερτ μπορεί να πάρει το αμάξι που της είχαν υποσχεθεί οι γονείς τους. Αν τα καταφέρει και κερδίσει, ο Ρόμπερτ μπορεί να της ζητήσει οτιδήποτε, αρκεί να μην είναι υλικό. Έχουν 48 ώρες για να προετοιμαστούν, να δουν την έκβαση του στοιχήματος και να πλησιάσουν οριστικά στο τέλος της αθωότητας...
Η άποψή μας: Εντάξει, υπάρχουν οι σπουδαίοι σκηνοθέτες, οι κορυφαίοι, οι δάσκαλοι, οι επαγγελματίες, οι μέτριοι, οι διεκπεραιωτές, οι ατάλαντοι και υπάρχουν κι αυτοί που έχουν σκατά στο μυαλό τους! Ο Γερμανός «φίλος» ανήκει στην τελευταία κατηγορία! Τι κι αν κάποια πλάνα του είναι πραγματικά υπέροχα; Τι κι αν η φωτογραφία του σε ορισμένες σκηνές είναι κυριολεκτικά μαγική; Τι κι αν φαίνεται η κινηματογραφική του παιδεία; Είναι ρε παιδί μου σαν να έχεις πάρει τους καλύτερους, να έχεις προσέξει την κάθε αισθητική λεπτομέρεια, να είναι και πολύ προχώ το όλο πράγμα και να δείχνεις έναν άνθρωπο να χέζει! Κλάνοντας, με θορύβους, με όλα τα συμπαρομαρτούντα. Είναι από τις ταινίες που ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα καταλαβαίνεις ότι θα δεις μαλατσία! Μιλάμε, πέρασε ένα λεπτό, ακούστηκε η πρώτη ατάκα και αναστέναξα βαθιά. Αλλά εκεί εγώ, βράχος.
Και αρχίζει η... φιλοσοφία εφηβικών διαστάσεων, για αρχαρίους: «Τι είναι ο χρόνος;». «Πώς βιώνουμε τον χρόνο;». «Τι είναι το παρόν, τι το παρελθόν, τι το μέλλον;». «Υπάρχει ο χρόνος;». «Πώς βιώνεται;». Τέτοια. Από την αρχή. Και σε λούπα. Και σε επανάληψη. Και φτου και από την αρχή. Κι ενώ δίνονται απαντήσεις (κι αυτές σε πολλές, πολλές επαναλήψεις, για να το καταλάβουμε και οι πιο ηλίθιοι από εμάς, που δεν φύγαμε από την αίθουσα από τα πρώτα τρία λεπτά), ο θείος κρατάει τα πλάνα του να κρατάνε αιώνες! Ο χρόνος ντε! Δοκίμιο για τον χρόνο κάνει. Υπαρξιακόν! Δυο έργα σεξ (άσχετο;). Ένα ζωύφιο τόσο δα προσπαθεί να επιβιώσει όντας επάνω στο νερό. Μυρμήγκια περπατάνε πάνω στα ιδρωμένα σώματα των παιδιών, ανάμεσα στις στάλες του ιδρώτα. Ένας τζίτζικας (ή μήπως ακρίδα;) μπαίνει και βγαίνει μέσα σε ένα πακέτο τσιγάρα – γαργαλιστική λεπτομέρεια: ακούγεται Σαρλ Γκενσμπούρ από πίσω.
Πάμε πάλι. Και φτου και από την αρχή. Από καμιά φορά (τι καμιά φορά δηλαδή, συνέχεια) τα παιδιά (!!!) πηγαίνουν στο βενζινάδικο. Για να αγοράσουν μπύρες κατά βάση. Στα κουφώματα από τις πόρτες του βενζινάδικου υπάρχουν γραμμένα τα ονόματά τους και μετρημένα τα ύψη τους καθώς μεγάλωναν. Ποιοι είναι οι γονείς αυτών των παιδιών; Πού είναι το σπίτι τους; Γιατί αυτή η ιδιαίτερη σχέση με το βενζινάδικο; Εσείς περιμένετε απαντήσεις τώρα, έτσι; Μμμ, σιγά. Ο άνθρωπος κάνει τέχνη κυρίες και κύριοι. Και τα παιδιά λίγο βαριούνται. Και από καμιά φορά βλέπουμε και κάποια φλασμπάκ. «Θα έρθεις εσύ σε μένα ή εγώ σε σένα;». Κι αυτό, πολλές φορές, σε επανάληψη. Το λέει ο ένας στον άλλο, όταν ανάβουν τα αίματα! Γουάου! Βαθυστόχαστο! Σε ένα παράλληλο σύμπαν θα μπορούσε να το γράψει ο Ευθύμης Φιλίππου. Αλλά τουλάχιστον μαζί με τον Λάνθιμο δεν μας πρήζουν τ' αρχίδια!!!!
Στις πρώτες δύο ώρες, είπαμε, τα πάντα συμβαίνουν σε λούπα. Και τι ωραία που είναι η φύση, βρε και μπας τα δύο παιδιά είναι οι πρωτόπλαστοι και είναι λίγο πριν την έξοδό τους από την Εδέμ; Αν καταφέρεις να μην έχεις κοιμηθεί, λες «πού θα το πάει όλο αυτό;». Κάτι ψυλλιάζεσαι... Ε, και οι χειρότεροι φόβοι σου γίνονται πραγματικότητα! Βία χωρίς λόγο, το βενζινάδικο ως κοιτίδα καπιταλισμού (!!!), αιμομιξία, σεξ, ξανά βία, δολοφονία χωρίς λόγο, χωρίς νόημα, χωρίς... Haneke (πολύ θα το ήθελε ο μάγκας αλλά ούτε μια τρίχα από τα balls του), μόνο επίδειξη, μόνο υπερφίαλο εγώ, μόνο αηδία και ξέρασμα. Κάνει και το λάθος να έχει ένα φινάλε πριν το φινάλε, όπου κλείνει με μαύρο – εκεί ακούστηκαν τα πρώτα δυνατά γιουχαΐσματα! Αλλά είχε κι άλλο η ταινία! Άλλα πέντε λεπτά! Όπου η συγκινημένη (!!!) Έλενα, εξηγούσε στην τάξη της τα σχετικά με τον... χρόνο! Άσε μας κουκλίτσα μου!
Βεβαίως, στο Βερολίνο βρισκόμαστε, οπότε καθόλου δεν θα μου κάνει εντύπωση αν η ταινία κέρδιζε την Χρυσή Άρκτο. Μια μαλακία! Και μισή! Ένας Ιταλός συνάδελφος ούρλιαζε «pretentious prick»! Να αγιάσει το στόμα του. Αυτά! Τα είπα και ξαλάφρωσα!
Δεύτερη ταινία από το διαγωνιστικό για σήμερα η ταινία «Touch me not» της Adina Pintilie από τη Ρουμανία. Όσο και να έψαξα, δεν βρήκα να αναφέρεται πουθενά η πιθανότητα συγγένειάς της με τον σπουδαίο Ρουμάνο σκηνοθέτη Lucian Pintilie. Απλή συνωνυμία, που λένε. Όπως απλή «συνωνυμία» θα πρέπει να θεωρήσουμε το γεγονός ότι και οι δυο αναφέρονται ως σκηνοθέτες!!! Άλλη μια ταινία τσακίσματος νεύρων του θεατή. Έλεος! Τέλος πάντων, αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας (!!!!!) της σκηνοθέτιδας, κι επειδή είδαμε πολλές παπαριές φέτος στο διαγωνιστικό τμήμα, μάλλον δεν είχαν να διαλέξουν από πολλές ταινίες, μεγάλοι σκηνοθέτες δεν έχουν έτοιμες τις ταινίες τους ή τις κρατάνε για τις Κάννες, δεν μπορώ να καταλάβω, πολύ μαύρο χάλι! Σημείωση: τις υποθέσεις που γράφουμε για τις ταινίες, τις παίρνουμε από το επίσημο site του φεστιβάλ και τις μεταφράζουμε, συμπληρώνοντας ή αφαιρώντας πράγματα όπου το κρίνουμε απαραίτητο, για να σας μεταφέρουμε καλύτερα αυτά που συμβαίνουν στην εκάστοτε ταινία, μιας που τις έχουμε δει πριν γράψουμε γι' αυτές. Εδώ, μεταφέρουμε την υπόθεση αυτούσια...
Η υπόθεση: «Πες μου πώς με αγαπάς, για να καταλάβω πώς να αγαπήσω»... Μια σκηνοθέτιδα και μερικοί άνθρωποι τους οποίους έχει επιλέξει, αφιερώνονται σε ένα σχέδιο προσωπικής αναζήτησης σχετικά με την οικειότητα. Στο ρευστό μεταίχμιο ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία, η ταινία ακολουθεί τα συναισθηματικά ταξίδια της Λάουρα, του Τόμας και του Κρίστιαν, προσφέροντας μια βαθιά και εμφατική ματιά στις ζωές τους. Λαχταρώντας την οικειότητα αλλά ταυτόχρονα τρέμοντας στην ιδέα της, οι παραπάνω χαρακτήρες παλεύουν να ξεπεράσουν παλιές συμπεριφορές, αμυντικούς μηχανισμούς και ταμπού, να κόψουν τον ομφάλιο λώρο και να είναι επιτέλους ελεύθεροι...
Η άποψή μας: Και το κακό... συνεχίζεται! Εδώ έχουμε τη... γυναικεία υπερφίαλη αντιμετώπιση των πραγμάτων. «Πώς αισθάνθηκες όταν σε ακούμπησε;». Τι να σου πω ρε φιλενάδα, εγώ ένα γαμησάκι ήθελα να ρίξω, αυτά με τα τι αισθάνθηκες και τέτοια δεν τα καταλαβαίνω! Δεν θυμάμαι τη διάρκεια τούτης της ταινίας αλλά και πάλι φάνηκε αιώνας! Η σκηνοθέτιδα βάζει πολύ τον εαυτό της μέσα σε αυτό. Φαίνεται στα πλάνα, κάνει ερωτήσεις, φαίνεται το συνεργείο της, οι κάμερες, τα πάντα. «Α, κάτι μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας». Ε, και; Ποιο είναι το πόιντ ρε φίλη μου, τι θέλεις να μας πεις, γιατί μας ζαλίζεις τον έρωτα; Μιλάμε, όλα όσα λέγονται στην ταινία δεν αποτελούν θέμα συζήτησης ούτε για 15χρονα παιδιά. Ευαισθησία του κώλου!
Μια γυναίκα (ε, δεν μπορώ, θα ξεφύγω κι άλλο, κι ας με πούνε σεξιστή, το δέχομαι, καταδικάστε με), άσχημο πρόσωπο, κοντά στα 50 της αλλά βυζάρες, δεν αντέχει να την αγγίζουν! Νοικιάζει αγόρια, τα βάζει να αυνανίζονται μπροστά της και μετά μυρίζει τα σεντόνια! Τι τρυφερό! Ναι ρε, κοροϊδεύεις, η γυναίκα έχει πρόβλημα. Ας μην είχε να φάει, ναι, θα είχε πρόβλημα. Ας μην είχε δουλειά, ναι, θα είχε πρόβλημα. Τώρα, το πρόβλημα είναι πως δεν έχει πρόβλημα. Οπότε, ας κάνουμε μια ψυχανάλυση on camera. «Πώς αισθάνθηκες όταν σε ακούμπησε;». Τζίζους, όταν ακούω κάτι τέτοια (όχι μόνον στις ταινίες, είναι new age σκατά όλο αυτό) αισθάνομαι ότι μόλις έχω κατέβει από τον πλανήτη Άρη στη Γη και ότι δεν ανήκω στο ανθρώπινο είδος, ότι είμαι εξωγήινος. Να αναλύσουμε, να υπεραναλύσουμε, μέχρι ξερατού!
Κι όλο αυτό για μια ταινία που πέρασε από εργαστήρια και πέρασε από 40 κύματα και την τσέκαραν δεκάδες ειδικοί πριν γυριστεί, πριν δοθεί το πράσινο φως, πριν βρεθεί στη μεγάλη οθόνη! Έλεος κάπου! Κάποτε υπήρχε ως κινηματογραφική έκφραση το «σινεμά του δημιουργού», αυτό όμως είναι σκέτος αυνανισμός. Μια σοβαροφάνεια, ένα ύφος χιλίων καρδιναλίων, αλλά και μια στειρότητα, μια αποστασιοποίηση, ένα χειρουργικό πράγμα, ενώ υποτίθεται πως η ταινία ενδιαφέρεται πέρα και πάνω από όλα για... συναισθήματα! Αν η κυρία γύρισε την ταινία για να μας δείξει πως στη σημερινή εποχή δεν υπάρχουν πλέον συναισθήματα, και πάλι δεν έπιασα το αστείο, δεν κατάλαβα τις προθέσεις της ή πολύ απλά διάλεξε λάθος τρόπο για να μας τις δείξει! Βεβαίως έχουμε και σκηνές σεξ και παρτούζες και τέτοια, ε, πως θα ψαχθείς για τα συναισθήματά σου αν δεν γαμηθείς, έτσι, χωρίς... συναισθήματα. Και τι ένιωσες που έλαβες μέρος σε παρτούζα; Ξέρω 'γω, ωραία ήταν. Να το ξανακάνουμε μωρέ, να γνωρίσουμε και καναν άνθρωπο! Α, υπάρχει κι ένας άνθρωπος με ειδικές ικανότητες (πολιτική ορθότητα παιδιά), έτσι, για να είναι όλοι μέσα! Επιτήδευση και άγιος ο Θεός! Να, δείτε τι καλά κάνω σινεμά, εσείς δεν ξέρετε.
Κανένα ενδιαφέρον για τον θεατή, καμιά συμπάθεια για τον διάβολο, κανένα ίχνος ταπεινότητας και σεμνότητας. Μετά από μένα, το χάος. Συγνώμη, αλλά αυτό το πράγμα δεν είναι ταινία. Αυτό το πράγμα δεν είναι σινεμά! «Πώς αισθάνθηκες όταν σε ακούμπησε;». Μια σιχασιά την αισθάνθηκα τελικά.
Η άποψή μας: Ρε παιδί μου, αυτό είναι σινεμά. Εντάξει, δεν είναι και «Το νησί των καταραμένων», δεν είναι και όλοι Scorsese, έτσι; Αλλά ο σκηνοθέτης έχει μια ιστορία να πει, τη λέει, μας κρατάει σε αγωνία, υπάρχει η ίντριγκα, το σασπένς, οι ανατροπές, το χιούμορ, η υπερβολή. Θρίλερ χωρίς υπερβολή, λίγο δύσκολο. Αλλά ο Soderbergh έχει αποδείξει πως μπορεί να γυρίσει το οτιδήποτε. Ο τύπος έχει γυρίσει 27 ταινίες μέχρι τώρα, μεγάλου μήκους, πλάκα πλάκα. Και το ότι γυρίζει πχ μια σκηνή με iphone, που είναι μέσα από το πορτ μπαγκάζ αυτοκινήτου (κι αυτό το έχει ξανακάνει ο μπαγάσας), ε, του αναγνωρίζεις πως μαζί του δεν βαριέσαι ποτέ. Κι αυτή η καλώς εννοούμενη πολυπραγμοσύνη του. Θέλω να πω, αν του ζητηθεί να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την ερωτική ζωή της αμοιβάδας, θα το κάνει.
Αν του ζητήσουν μια μαύρη κωμωδία με στημένους αγώνες ποδοσφαίρου, θα το κάνει. Ένα δράμα για το σκάνδαλο Novartis, θα το κάνει! Ναι, και μεγάλη ευχαρίστηση μάλιστα το τελευταίο, καθώς με τις φαρμακευτικές εταιρίες και τις ασφαλιστικές εταιρίες, έχει θέμα. Το έκανε στο «Παρενέργειες», το έκανε και σε τούτη την ταινία. Είναι καταγγελτικός και καλά κάνει! Αλλά κυρίως είναι φαν ρε παιδί μου όλο αυτό. Πειραματίζεται με το μέσο χωρίς να αδιαφορεί για τους θεατές του. Ναι, γύρισε την ταινία με το iphone και φαίνεται μια χαρά σινεμά, ατόφιο, ωραίο, ευχάριστο! Η Claire Foy στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι άψογη. Γιατί έχει αυτήν τη δυνατότητα να πείθει πως ίσως να είναι λογική ίσως όμως και να είναι τρελή και τα φαντάζεται όλα αυτά. Το θέμα του stalker και του τι σημαίνει σεξουαλική παρενόχληση και τι όχι, είναι και εντελώς επίκαιρο, οπότε σε αυτό το σημείο και στην εποχή του #metoo, ταιριάζει απόλυτα η ταινία. Μια ταινία που υπηρετεί τις επιταγές των b-movies, με ρυθμό, κλειστοφοβική, αγωνιώδης. Δεν θέλω να προχωρήσω σε σπόιλερ, εξάλλου η ταινία θα βγει λίαν συντόμως στις ελληνικές αίθουσες οπότε θα μπορέσετε να την παρακολουθήσετε. Και καθόλου δεν θα μετανιώσετε που θα το κάνετε. Κι ας κάνει μερικά φάουλ ο σκηνοθέτης. Ας είναι. Του τα συγχωρούμε. Όλα καλά!
Η υπόθεση: «Πες μου πώς με αγαπάς, για να καταλάβω πώς να αγαπήσω»... Μια σκηνοθέτιδα και μερικοί άνθρωποι τους οποίους έχει επιλέξει, αφιερώνονται σε ένα σχέδιο προσωπικής αναζήτησης σχετικά με την οικειότητα. Στο ρευστό μεταίχμιο ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη μυθοπλασία, η ταινία ακολουθεί τα συναισθηματικά ταξίδια της Λάουρα, του Τόμας και του Κρίστιαν, προσφέροντας μια βαθιά και εμφατική ματιά στις ζωές τους. Λαχταρώντας την οικειότητα αλλά ταυτόχρονα τρέμοντας στην ιδέα της, οι παραπάνω χαρακτήρες παλεύουν να ξεπεράσουν παλιές συμπεριφορές, αμυντικούς μηχανισμούς και ταμπού, να κόψουν τον ομφάλιο λώρο και να είναι επιτέλους ελεύθεροι...
Η άποψή μας: Και το κακό... συνεχίζεται! Εδώ έχουμε τη... γυναικεία υπερφίαλη αντιμετώπιση των πραγμάτων. «Πώς αισθάνθηκες όταν σε ακούμπησε;». Τι να σου πω ρε φιλενάδα, εγώ ένα γαμησάκι ήθελα να ρίξω, αυτά με τα τι αισθάνθηκες και τέτοια δεν τα καταλαβαίνω! Δεν θυμάμαι τη διάρκεια τούτης της ταινίας αλλά και πάλι φάνηκε αιώνας! Η σκηνοθέτιδα βάζει πολύ τον εαυτό της μέσα σε αυτό. Φαίνεται στα πλάνα, κάνει ερωτήσεις, φαίνεται το συνεργείο της, οι κάμερες, τα πάντα. «Α, κάτι μεταξύ ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας». Ε, και; Ποιο είναι το πόιντ ρε φίλη μου, τι θέλεις να μας πεις, γιατί μας ζαλίζεις τον έρωτα; Μιλάμε, όλα όσα λέγονται στην ταινία δεν αποτελούν θέμα συζήτησης ούτε για 15χρονα παιδιά. Ευαισθησία του κώλου!
Μια γυναίκα (ε, δεν μπορώ, θα ξεφύγω κι άλλο, κι ας με πούνε σεξιστή, το δέχομαι, καταδικάστε με), άσχημο πρόσωπο, κοντά στα 50 της αλλά βυζάρες, δεν αντέχει να την αγγίζουν! Νοικιάζει αγόρια, τα βάζει να αυνανίζονται μπροστά της και μετά μυρίζει τα σεντόνια! Τι τρυφερό! Ναι ρε, κοροϊδεύεις, η γυναίκα έχει πρόβλημα. Ας μην είχε να φάει, ναι, θα είχε πρόβλημα. Ας μην είχε δουλειά, ναι, θα είχε πρόβλημα. Τώρα, το πρόβλημα είναι πως δεν έχει πρόβλημα. Οπότε, ας κάνουμε μια ψυχανάλυση on camera. «Πώς αισθάνθηκες όταν σε ακούμπησε;». Τζίζους, όταν ακούω κάτι τέτοια (όχι μόνον στις ταινίες, είναι new age σκατά όλο αυτό) αισθάνομαι ότι μόλις έχω κατέβει από τον πλανήτη Άρη στη Γη και ότι δεν ανήκω στο ανθρώπινο είδος, ότι είμαι εξωγήινος. Να αναλύσουμε, να υπεραναλύσουμε, μέχρι ξερατού!
Κι όλο αυτό για μια ταινία που πέρασε από εργαστήρια και πέρασε από 40 κύματα και την τσέκαραν δεκάδες ειδικοί πριν γυριστεί, πριν δοθεί το πράσινο φως, πριν βρεθεί στη μεγάλη οθόνη! Έλεος κάπου! Κάποτε υπήρχε ως κινηματογραφική έκφραση το «σινεμά του δημιουργού», αυτό όμως είναι σκέτος αυνανισμός. Μια σοβαροφάνεια, ένα ύφος χιλίων καρδιναλίων, αλλά και μια στειρότητα, μια αποστασιοποίηση, ένα χειρουργικό πράγμα, ενώ υποτίθεται πως η ταινία ενδιαφέρεται πέρα και πάνω από όλα για... συναισθήματα! Αν η κυρία γύρισε την ταινία για να μας δείξει πως στη σημερινή εποχή δεν υπάρχουν πλέον συναισθήματα, και πάλι δεν έπιασα το αστείο, δεν κατάλαβα τις προθέσεις της ή πολύ απλά διάλεξε λάθος τρόπο για να μας τις δείξει! Βεβαίως έχουμε και σκηνές σεξ και παρτούζες και τέτοια, ε, πως θα ψαχθείς για τα συναισθήματά σου αν δεν γαμηθείς, έτσι, χωρίς... συναισθήματα. Και τι ένιωσες που έλαβες μέρος σε παρτούζα; Ξέρω 'γω, ωραία ήταν. Να το ξανακάνουμε μωρέ, να γνωρίσουμε και καναν άνθρωπο! Α, υπάρχει κι ένας άνθρωπος με ειδικές ικανότητες (πολιτική ορθότητα παιδιά), έτσι, για να είναι όλοι μέσα! Επιτήδευση και άγιος ο Θεός! Να, δείτε τι καλά κάνω σινεμά, εσείς δεν ξέρετε.
Κανένα ενδιαφέρον για τον θεατή, καμιά συμπάθεια για τον διάβολο, κανένα ίχνος ταπεινότητας και σεμνότητας. Μετά από μένα, το χάος. Συγνώμη, αλλά αυτό το πράγμα δεν είναι ταινία. Αυτό το πράγμα δεν είναι σινεμά! «Πώς αισθάνθηκες όταν σε ακούμπησε;». Μια σιχασιά την αισθάνθηκα τελικά.
Κι επειδή έπεσε πολύ κακομοιριά και «γαμωσταυρίδι» με τις δύο προηγούμενες ταινίες, ας περάσουμε σε κάτι πολύ, πολύ, πολύ πιο ευπρόσδεκτο. Ένα θρίλερ που σε κρατάει σε αγωνία. Η νέα ταινία του απρόβλεπτου Steven Soderbergh (νομίζω πως μαζί με τον Michael Winterbottom διαθέτουν τις πιο μη προβλέψιμες φιλμογραφίες) λέγεται «Unsane» και προβλήθηκε στην Berlinale στο διαγωνιστικό τμήμα αλλά εκτός συναγωνισμού. Ο άνθρωπος που είχε πει ότι θα εγκαταλείψει το σινεμά, επέστρεψε πλέον για τα καλά λοιπόν με ένα μικρό project αλλά εντελώς ενδιαφέρον. Όλη η ταινία γυρίστηκε με την κάμερα ενός iphone (!!!) και ο σκηνοθέτης δήλωσε πως πλέον μόνο τέτοιες ταινίες θα γυρίζει. Καλά, σε ότι αφορά τις δηλώσεις του, δεν είναι και ο πιο αξιόπιστος άνθρωπος του κόσμου...
Η υπόθεση: Η Σόγιερ Βαλεντίνι είναι μια νεαρή γυναίκα η οποία εγκαταλείπει την πόλη της και αλλάζει δουλειά προκειμένου να ξεφύγει από το παρελθόν της. Συγκεκριμένα, προσπαθεί να ξεφύγει από τον stalker της, έναν άνδρα που δηλώνει ερωτευμένος μαζί της και την παρενοχλεί συνέχεια, με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους, χωρίς να την αφήνει σε ησυχία. Έχει βγει δικαστική διαταγή να μην την πλησιάζει και η μετακόμιση σε νέο μέρος ηρεμούν για λίγο τη Σόγιερ. Όμως, τα νεύρα της δεν είναι στην καλύτερη κατάσταση. Θα ζητήσει βοήθεια και θα πάει σε μια ψυχιατρική κλινική. Εκεί, χωρίς να το πολυκαταλάβει, θα βρεθεί εγκλωβισμένη και χωρίς να μπορεί να φύγει από το κτίριο, αρχικά για μια μέρα και μετά για μια βδομάδα! Και σαν μην έφτανε αυτό, στη συγκεκριμένη κλινική εργάζεται εκείνος που την παρενοχλεί παντού! Είναι αλήθεια όμως αυτό ή της παίζει παιχνίδια το μυαλό της; Και αν είναι αλήθεια, πώς θα πείσει τους γύρω της να την πιστέψουν, χωρίς να νομίζουν πως είναι απλά τρελή;
Η υπόθεση: Η Σόγιερ Βαλεντίνι είναι μια νεαρή γυναίκα η οποία εγκαταλείπει την πόλη της και αλλάζει δουλειά προκειμένου να ξεφύγει από το παρελθόν της. Συγκεκριμένα, προσπαθεί να ξεφύγει από τον stalker της, έναν άνδρα που δηλώνει ερωτευμένος μαζί της και την παρενοχλεί συνέχεια, με όλους τους πιθανούς και απίθανους τρόπους, χωρίς να την αφήνει σε ησυχία. Έχει βγει δικαστική διαταγή να μην την πλησιάζει και η μετακόμιση σε νέο μέρος ηρεμούν για λίγο τη Σόγιερ. Όμως, τα νεύρα της δεν είναι στην καλύτερη κατάσταση. Θα ζητήσει βοήθεια και θα πάει σε μια ψυχιατρική κλινική. Εκεί, χωρίς να το πολυκαταλάβει, θα βρεθεί εγκλωβισμένη και χωρίς να μπορεί να φύγει από το κτίριο, αρχικά για μια μέρα και μετά για μια βδομάδα! Και σαν μην έφτανε αυτό, στη συγκεκριμένη κλινική εργάζεται εκείνος που την παρενοχλεί παντού! Είναι αλήθεια όμως αυτό ή της παίζει παιχνίδια το μυαλό της; Και αν είναι αλήθεια, πώς θα πείσει τους γύρω της να την πιστέψουν, χωρίς να νομίζουν πως είναι απλά τρελή;
Αν του ζητήσουν μια μαύρη κωμωδία με στημένους αγώνες ποδοσφαίρου, θα το κάνει. Ένα δράμα για το σκάνδαλο Novartis, θα το κάνει! Ναι, και μεγάλη ευχαρίστηση μάλιστα το τελευταίο, καθώς με τις φαρμακευτικές εταιρίες και τις ασφαλιστικές εταιρίες, έχει θέμα. Το έκανε στο «Παρενέργειες», το έκανε και σε τούτη την ταινία. Είναι καταγγελτικός και καλά κάνει! Αλλά κυρίως είναι φαν ρε παιδί μου όλο αυτό. Πειραματίζεται με το μέσο χωρίς να αδιαφορεί για τους θεατές του. Ναι, γύρισε την ταινία με το iphone και φαίνεται μια χαρά σινεμά, ατόφιο, ωραίο, ευχάριστο! Η Claire Foy στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι άψογη. Γιατί έχει αυτήν τη δυνατότητα να πείθει πως ίσως να είναι λογική ίσως όμως και να είναι τρελή και τα φαντάζεται όλα αυτά. Το θέμα του stalker και του τι σημαίνει σεξουαλική παρενόχληση και τι όχι, είναι και εντελώς επίκαιρο, οπότε σε αυτό το σημείο και στην εποχή του #metoo, ταιριάζει απόλυτα η ταινία. Μια ταινία που υπηρετεί τις επιταγές των b-movies, με ρυθμό, κλειστοφοβική, αγωνιώδης. Δεν θέλω να προχωρήσω σε σπόιλερ, εξάλλου η ταινία θα βγει λίαν συντόμως στις ελληνικές αίθουσες οπότε θα μπορέσετε να την παρακολουθήσετε. Και καθόλου δεν θα μετανιώσετε που θα το κάνετε. Κι ας κάνει μερικά φάουλ ο σκηνοθέτης. Ας είναι. Του τα συγχωρούμε. Όλα καλά!