Jumanji: Η Επόμενη Πίστα
Τρεις ζωές είναι λίγες, πολύ λίγες...
Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 28 Οκτωβρίου 1974 στο Ντιτρόιτ του Μίτσιγκαν Αμερικάνος Jake Kasdan. Είναι γιος του σπουδαίου Αμερικανού σκηνοθέτη Lawrence Kasdan, δημιουργού μεταξύ των άλλων των εξαιρετικών ταινιών «Έξαψη» (Body Heat, 1981) και «Η μεγάλη ανατριχίλα» (The Big Chill, 1983). Πλάκα πλάκα, η τελευταία του ταινία ήταν η αθλιότητα «Ατίθαση συντροφιά» (Darling Companion, 2012) – έχει δηλαδή να γυρίσει ταινία σχεδόν οχτώ χρόνια! Ο... γιος είναι πιο δραστήριος, καθώς γυρίζει και επεισόδια για δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές, όπως το «Californication», το «New Girl» και το «The Grinder».
Περισσότερα... »
του Jake Kasdan. Με τους Dwayne Johnson, Jack Black, Kevin Hart, Karen Gillan, Nick Jonas, Awkwafina, Alex Wolff, Morgan Turner, Madison Iseman, Danny DeVito, Danny Glover, Rory McCann, Bebe Neuwirth, Colin Hanks.
Πάμε για high score!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)
Τρεις ζωές είναι λίγες, πολύ λίγες...
Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο γεννημένος στις 28 Οκτωβρίου 1974 στο Ντιτρόιτ του Μίτσιγκαν Αμερικάνος Jake Kasdan. Είναι γιος του σπουδαίου Αμερικανού σκηνοθέτη Lawrence Kasdan, δημιουργού μεταξύ των άλλων των εξαιρετικών ταινιών «Έξαψη» (Body Heat, 1981) και «Η μεγάλη ανατριχίλα» (The Big Chill, 1983). Πλάκα πλάκα, η τελευταία του ταινία ήταν η αθλιότητα «Ατίθαση συντροφιά» (Darling Companion, 2012) – έχει δηλαδή να γυρίσει ταινία σχεδόν οχτώ χρόνια! Ο... γιος είναι πιο δραστήριος, καθώς γυρίζει και επεισόδια για δημοφιλείς τηλεοπτικές σειρές, όπως το «Californication», το «New Girl» και το «The Grinder».
Η προηγούμενη ταινία που σκηνοθέτησε ο Jake Kasdan ήταν το reboot του «Jumanji» και συγκεκριμένα το Jumanji: Καλώς ήρθατε στη ζούγκλα (Jumanji: Welcome to the Jungle, 2017). Εκείνη η ταινία είχε μπάτζετ 90 εκατομμύρια δολάρια και οι παγκόσμιες εισπράξεις της ξεπέρασαν τα 960 εκατομμύρια δολάρια!!! Τούτη είχε μπάτζετ 125 εκατομμύρια δολάρια και οι έως τώρα παγκόσμιες εισπράξεις της έχουν αγγίξει τα 500 εκατομμύρια δολάρια!!! Οπότε, αναμένετε λίαν συντόμως και τρίτη ταινία της σειράς...
Η υπόθεση: Ο Σπένσερ, η Μάρθα, ο Φριτζ και η Μπέθανι είναι τέσσερις έφηβοι, που «μπήκαν» στην ηλεκτρονική έκδοση του παιχνιδιού «Jumanji» και κατάφεραν να επιβιώσουν μέσω των άβατάρ τους, καθώς κράτησαν τουλάχιστον μία από τις τρεις «ζωές» που είχαν μπαίνοντας σ' αυτό. Η... είσοδός τους έγινε τυχαία, από τη στιγμή όμως που κατάφεραν να επιβιώσουν αποφάσισαν πως δεν θα ξαναμπούν ποτέ στο παιχνίδι. Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν παίζοντας είναι μεγάλη: ουσιαστικά στοιχηματίζουν την ίδια τους την πραγματική ζωή! Ο Σπένσερ, όμως, είναι δυσαρεστημένος από την καθημερινότητά του. Και μιας που η σχέση του με την Μάρθα έμεινε μετέωρη, αποφασίζει να ξαναμπεί στο παιχνίδι!
Οι φίλοι του δεν μπορούν παρά να τον ακολουθήσουν. Κατά την... εισαγωγή, όμως, γίνεται μπέρδεμα. Η Μπέθανι μένει παραδόξως εκτός παιχνιδιού ενώ συμμετέχουν αναπάντεχα ο παππούς του Σπένσερ, ο Έντι, και ο πρώην συνεταίρος του στο εστιατόριο που είχαν, ο Μάιλο. Τα άβαταρ είναι τα ίδια: ο χειροδύναμος Σμόλντερ Μπρέιβστοουν, ο χαρτογράφος Σέλντον Όμπερον, ο ζωολόγος Φράνκλιν Φίμπαρ και η κάτι-σαν-Λάρα-Κροφτ Ρούμπι Ράουντχαουζ. Ό,τι ήξεραν για το Jumanji δεν ισχύει πια, καθώς ανακαλύπτουν καινούριες περιοχές πέρα από τη ζούγκλα. Είναι αχανές, πιο επικίνδυνο και γεμάτο παγίδες και ο μόνος τρόπος να βγουν ζωντανοί είναι να στηριχτούν στις δυνάμεις τους, για να επιβιώσουν από τις αλλαγές του παιχνιδιού και να σώσουν τον Σπένσερ. Θα τα καταφέρουν;
Η άποψή μας: Escapism: the tendency to seek distraction and relief from unpleasant realities, especially by seeking entertainment or engaging in fantasy. Escapism (δεν υπάρχει αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά): η τάση να ψάχνει κάποιος διαφυγή και ανακούφιση από την δυσάρεστη πραγματικότητα, ειδικότερα επιζητώντας διασκέδαση ή κααρταφεύγοντας στη φαντασία. Γι' αυτό ταινίες όπως το «Jumanji» κόβουν τόσο πολλά εισιτήρια παγκοσμίως. Ναι, μαλακία ταινία είναι. Αλλά τόσο μα τόσο καλοφτιαγμένη! Με υψηλά στάνταρ παραγωγής. Θεαματικότατη. Με εφέ φοβερά και τρομερά. Με χιούμορ, έστω νηπιακό ρε παιδί μου. Υπερπαραγωγή με τα όλα της. Με καλούς ηθοποιούς. Και με... νοήματα. Απλοϊκά μεν, αλλά νοήματα.
Όπως πχ «η ισχύς εν τη ενώσει». Όπως «όλοι για έναν κι ένας για όλους». Ναι, σαν τους «Τρεις σωματοφύλακες» ένα πράγμα. Επιλέγοντας κάποιος να πάει σινεμά και να δει μια ταινία όπως το «Jumanjι» δεν πάει για να βιώσει μια «θρησκευτική» κινηματογραφική εμπειρία. Καθόλου. Να χαλαρώσει θέλει, να κουφαθεί από την ένταση του ήχου στο πολυσινεμά, να τρίβει τα μάτια του από τα απίθανα που λαμβάνουν χώρα στη μεγάλη οθόνη, να φάει τα ποπκόρν του, να πιει το αναψυκτικό του κι από εδώ πάνε και οι άλλοι. Βέβαια, υπάρχουν και ταινίες μεγαλεπήβολες, πανάκριβες, με τρομερά εφέ, που απλά δεν... βλέπονται. Μην πάτε μακριά: το τελευταίο «Transformers». Η απόλυτη μαλακία. Ατσάλι που τσαλακώνεται. Το τελευταίο «X-Men». Πώς μπορεί να συγκρίνει κανείς τη χειρότερη ταινία της σειράς με το «Logan», που είναι ταινιάρα;
Προσπαθώ να πω πως υπάρχουν εμπορικές ταινίες που είναι εξαιρετικές, εμπορικές ταινίες που είναι μέτριες, εμπορικές ταινίες που είναι χάλια. Όπως υπάρχουν και καλλιτεχνικές ταινίες που είναι εξαιρετικές, εμπορικές ταινίες που είναι μέτριες και εμπορικές ταινίες που είναι χάλια. Τούτη εδώ είναι μια μέτρια εμπορική ταινία. Το σενάριο είναι τραβηγμένο από τα μαλλιά αλλά δεν σε νοιάζει ως θεατή. Το βασικό: δεν θα κλαις τα λεφτά σου πηγαίνοντας να δεις την ταινία. Για κάθε «χαζή» ιδέα (όπως εκείνη του νερού που σε κάνει να «μεταβιβάζεσαι» από σώμα σε σώμα) υπάρχει μια τρομερή σκηνή (όπως εκείνη της επίθεσης των άγριων μανδρίλων πιθήκων). Για κάθε ξενερωσιά από το νεαρό, βοηθητικό καστ, υπάρχει ο Kevin Hart να μιλά ως επιστήμονας, με... οξφορδιανά αγγλικά, με αργό τρόπο: έχει πλάκα, πώς να το κάνουμε.
Όπως και να το κάνουμε, το καστ το διασκεδάζει. Και αυτό περνάει στην πλατεία. Που... περνάει καλά. Αν κάτι τέτοιο ήθελε να δει, θα πάρει αυτό που επιθυμούσε. Και ναι, αυτή είναι μια ταινία για όλη την οικογένεια, οπότε είναι πολύ σωστή η απόφαση της ελληνικής εταιρίας διανομής να την προβάλει και με υποτίτλους αλλά και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά. Για να τη δουν και πιτσιρίκια που είτε βαριούνται είτε δεν μπορούν να διαβάσουν. Προφανώς δεν θα γραφτεί με χρυσά γράμματα στη Βίβλο του σινεμά αλλά θα βγάλει φραγκάκια. Και θα προσφέρει διασκέδαση. Δεν είναι λίγο αυτό.
Η υπόθεση: Ο Σπένσερ, η Μάρθα, ο Φριτζ και η Μπέθανι είναι τέσσερις έφηβοι, που «μπήκαν» στην ηλεκτρονική έκδοση του παιχνιδιού «Jumanji» και κατάφεραν να επιβιώσουν μέσω των άβατάρ τους, καθώς κράτησαν τουλάχιστον μία από τις τρεις «ζωές» που είχαν μπαίνοντας σ' αυτό. Η... είσοδός τους έγινε τυχαία, από τη στιγμή όμως που κατάφεραν να επιβιώσουν αποφάσισαν πως δεν θα ξαναμπούν ποτέ στο παιχνίδι. Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν παίζοντας είναι μεγάλη: ουσιαστικά στοιχηματίζουν την ίδια τους την πραγματική ζωή! Ο Σπένσερ, όμως, είναι δυσαρεστημένος από την καθημερινότητά του. Και μιας που η σχέση του με την Μάρθα έμεινε μετέωρη, αποφασίζει να ξαναμπεί στο παιχνίδι!
Οι φίλοι του δεν μπορούν παρά να τον ακολουθήσουν. Κατά την... εισαγωγή, όμως, γίνεται μπέρδεμα. Η Μπέθανι μένει παραδόξως εκτός παιχνιδιού ενώ συμμετέχουν αναπάντεχα ο παππούς του Σπένσερ, ο Έντι, και ο πρώην συνεταίρος του στο εστιατόριο που είχαν, ο Μάιλο. Τα άβαταρ είναι τα ίδια: ο χειροδύναμος Σμόλντερ Μπρέιβστοουν, ο χαρτογράφος Σέλντον Όμπερον, ο ζωολόγος Φράνκλιν Φίμπαρ και η κάτι-σαν-Λάρα-Κροφτ Ρούμπι Ράουντχαουζ. Ό,τι ήξεραν για το Jumanji δεν ισχύει πια, καθώς ανακαλύπτουν καινούριες περιοχές πέρα από τη ζούγκλα. Είναι αχανές, πιο επικίνδυνο και γεμάτο παγίδες και ο μόνος τρόπος να βγουν ζωντανοί είναι να στηριχτούν στις δυνάμεις τους, για να επιβιώσουν από τις αλλαγές του παιχνιδιού και να σώσουν τον Σπένσερ. Θα τα καταφέρουν;
Η άποψή μας: Escapism: the tendency to seek distraction and relief from unpleasant realities, especially by seeking entertainment or engaging in fantasy. Escapism (δεν υπάρχει αντίστοιχη λέξη στα ελληνικά): η τάση να ψάχνει κάποιος διαφυγή και ανακούφιση από την δυσάρεστη πραγματικότητα, ειδικότερα επιζητώντας διασκέδαση ή κααρταφεύγοντας στη φαντασία. Γι' αυτό ταινίες όπως το «Jumanji» κόβουν τόσο πολλά εισιτήρια παγκοσμίως. Ναι, μαλακία ταινία είναι. Αλλά τόσο μα τόσο καλοφτιαγμένη! Με υψηλά στάνταρ παραγωγής. Θεαματικότατη. Με εφέ φοβερά και τρομερά. Με χιούμορ, έστω νηπιακό ρε παιδί μου. Υπερπαραγωγή με τα όλα της. Με καλούς ηθοποιούς. Και με... νοήματα. Απλοϊκά μεν, αλλά νοήματα.
Όπως πχ «η ισχύς εν τη ενώσει». Όπως «όλοι για έναν κι ένας για όλους». Ναι, σαν τους «Τρεις σωματοφύλακες» ένα πράγμα. Επιλέγοντας κάποιος να πάει σινεμά και να δει μια ταινία όπως το «Jumanjι» δεν πάει για να βιώσει μια «θρησκευτική» κινηματογραφική εμπειρία. Καθόλου. Να χαλαρώσει θέλει, να κουφαθεί από την ένταση του ήχου στο πολυσινεμά, να τρίβει τα μάτια του από τα απίθανα που λαμβάνουν χώρα στη μεγάλη οθόνη, να φάει τα ποπκόρν του, να πιει το αναψυκτικό του κι από εδώ πάνε και οι άλλοι. Βέβαια, υπάρχουν και ταινίες μεγαλεπήβολες, πανάκριβες, με τρομερά εφέ, που απλά δεν... βλέπονται. Μην πάτε μακριά: το τελευταίο «Transformers». Η απόλυτη μαλακία. Ατσάλι που τσαλακώνεται. Το τελευταίο «X-Men». Πώς μπορεί να συγκρίνει κανείς τη χειρότερη ταινία της σειράς με το «Logan», που είναι ταινιάρα;
Προσπαθώ να πω πως υπάρχουν εμπορικές ταινίες που είναι εξαιρετικές, εμπορικές ταινίες που είναι μέτριες, εμπορικές ταινίες που είναι χάλια. Όπως υπάρχουν και καλλιτεχνικές ταινίες που είναι εξαιρετικές, εμπορικές ταινίες που είναι μέτριες και εμπορικές ταινίες που είναι χάλια. Τούτη εδώ είναι μια μέτρια εμπορική ταινία. Το σενάριο είναι τραβηγμένο από τα μαλλιά αλλά δεν σε νοιάζει ως θεατή. Το βασικό: δεν θα κλαις τα λεφτά σου πηγαίνοντας να δεις την ταινία. Για κάθε «χαζή» ιδέα (όπως εκείνη του νερού που σε κάνει να «μεταβιβάζεσαι» από σώμα σε σώμα) υπάρχει μια τρομερή σκηνή (όπως εκείνη της επίθεσης των άγριων μανδρίλων πιθήκων). Για κάθε ξενερωσιά από το νεαρό, βοηθητικό καστ, υπάρχει ο Kevin Hart να μιλά ως επιστήμονας, με... οξφορδιανά αγγλικά, με αργό τρόπο: έχει πλάκα, πώς να το κάνουμε.
Όπως και να το κάνουμε, το καστ το διασκεδάζει. Και αυτό περνάει στην πλατεία. Που... περνάει καλά. Αν κάτι τέτοιο ήθελε να δει, θα πάρει αυτό που επιθυμούσε. Και ναι, αυτή είναι μια ταινία για όλη την οικογένεια, οπότε είναι πολύ σωστή η απόφαση της ελληνικής εταιρίας διανομής να την προβάλει και με υποτίτλους αλλά και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά. Για να τη δουν και πιτσιρίκια που είτε βαριούνται είτε δεν μπορούν να διαβάσουν. Προφανώς δεν θα γραφτεί με χρυσά γράμματα στη Βίβλο του σινεμά αλλά θα βγάλει φραγκάκια. Και θα προσφέρει διασκέδαση. Δεν είναι λίγο αυτό.
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 2 Ιανουαρίου 2020 από την Feelgood Ent.!