Το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη (The Extraordinary Journey of the Fakir) PosterΤο Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη
του Ken Scott. Με τους Dhanush, Hearty Singh, Bérénice Bejo, Erin Moriarty, Barkhad Abdi, Gérard Jugnot, Ben Miller, Abel Jafri, Sarah-Jeanne Labrosse.


Lost In Google Translation
του zerVo (@moviesltd)

Ας επικεντρωθούμε στα βασικά στοιχεία του μπολιγουντιανού σινεμά. Πάντοτε στην έκβαση της ιστορίας, όσο δραματική, συγκινητική, φορτισμένη, τραγική κι αν είναι, τα πάντα καταλήγουν σε πανηγυρικό χάπι έντ. Που ακόμη συνηθέστερα συνοδεύεται από ταρατατζούμ, πολύχρωμες και κάρι μυρωδάτες σεκάνς μουσικής, τραγουδιού και χορού, από εκείνον τον ομαδικό της ακρίβειας των κινήσεων. Το πιο βασικό στοιχείο, δεν έχει να κάνει με την υφή του φιλμ, αλλά με την εμπορική του πορεία, που σε συντριπτικό βαθμό είναι σαρωτική, μιας και όσο και να κοστίσει η παραγωγή, το ενάμισι δις πληθυσμού της χώρας προέλευσης του, εγγυάται πως τα λεφτά θα γυρίσουν πίσω και με το παραπάνω. Αν λοιπόν θέλαμε να εντάξουμε το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη, σε ένα από τα παρακλάδια του Ινδικού σινεμά, με τίποτα δεν θα μας κάλυπτε το τελευταίο συστατικό, μιας και το έργο αποτέλεσε φλόπα γιγαντιαίου βεληνεκούς, επιστρέφοντας μόνο τα 3 από τα 20 περίπου εκατομμύρια δολάρια που στοίχισε...

Το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη (The Extraordinary Journey of the Fakir) Quad Poster
Μεγαλωμένος από μια μονάχη μάνα, πλύστρα στο επάγγελμα, στις φτωχικές γειτονιές της Μουμπάι, ο Ατζατασάτρου Λαβάς Πατέλ, δυο όνειρα έχει στην ζωή του: Να γίνει πλούσιος και κάποια στιγμή να καταφέρει να ταξιδέψει στο Παρίσι. Με τον θάνατο της λατρεμένης του μητέρας και προκειμένου να γλυτώσει το μπες βγες στις φυλακές για την παραβατική του συμπεριφορά ως λωποδυτάκος, ο Άτζα, μόνο με ένα πλαστό εκατόευρω στην τσέπη, θα επιχειρήσει το μεγάλο ταξίδι για την Πόλη του Φωτός. Εκεί που ναι μεν θα βρεθεί και θα γνωρίσει μάλιστα το ερωτικό σκίρτημα για τα όμορφα μάτια της αμερικάνας Μαρί, αδέκαρος όμως, αποφασίζοντας να περάσει την νύχτα του στους χώρους του Παριζιάνικου ΙΚΕΑ, δεν θα αντιληφθεί πως οι αποθηκάριοι τον έχουν φορτώσει σε καμιόνι που ταξιδεύει για τις αποθήκες της εταιρίας στο Λονδίνο...

Για να πω την μαύρη μου αλήθεια, μέχρις του σημείου που ο ταλαίπωρος Ινδός, έπεσε για ύπνο μέσα στο κασόνι, εντός του σουηδικών συμφερόντων σούπερ μάρκετ επιπλάδικου, τίποτα δεν προμήνυε την τροπή που θα πάρει η πλοκή. Ένα τυπικό ρομαντζάκι ξεδιπλωνόταν μέχρι ώρας, εκεί σιμά στον Σηκουάνα, με το φτωχόπαιδο της ιστορίας μας, να παλεύει να κερδίσει την καρδούλα της γιάνκισας που την έκανε κι εκείνη από τον τόπο της, ελάχιστες στιγμές πριν φορέσει στεφάνι. Δυο ταπεινοί, ξενιτεμένοι, από διαφορετικούς κόσμους, ζωγραφίζουν λες, ένα Άρλεκιν, από δαύτα που πολλάκις έχουμε ματαδεί. Αμ δε! Όσα συμβαίνουν στο εξής δεν μπορεί να τα έχει φανταστεί λογικός νους, τουλάχιστον από εκείνους που δεν διαβάζουν ολημερίς τις περιπέτειες του Βαρόνου Μυνχάουζεν.

Γιατί με μια τέτοια περίπτωση μοιάζει το Φορτηγά, Αερόστατα κι Αεροπλάνα που μας σερβίρει ο Κεμπεκουά Ken Scott, που τσιμπά τον φουκαριάρη τον Άτζα και τον γυροφέρνει σε ολάκερο τον πλανήτη, από την αφιλόξενη Αλβιόνα στην ανεπίδεκτη Μπάρτσα και από την ηλιόλουστη Αιώνια Πόλη στο χοτ σποτ της Μπαρμπαριάς. Σε όλο αυτό το ασούμπαλο πέρα δώθε, πάντοτε στο πίσω μέρος του μυαλού μας διαγράφεται κατά κάποιο τρόπο η συμπάθεια για όλους όσους βιώνουν τον πόνο της προσφυγιάς, κατά πως προστάζει το βιαίως κατευθυντικό σενάριο, κάτι που δεν θα μου ήταν και απόλυτα αρνητικό, το αντίθετο μάλιστα, αν είχε φροντιστεί να διατηρηθεί ένας στοιχειώδης λογικός ειρμός στην αφήγηση του adventure.

Ένας παράξενος εγγλέζος συνοριοφύλακας που δεν αφήνει ούτε παράνομη σκνίπα να περάσει στο νησί, μια παρόμοιας συλλογιστικής καταλανή ρέιντζερ που στέλνει τους δίχως χαρτιά μετανάστες στο βρωμερό κοινόβιο, μια σούπερ σταρ του σινεμά που κάνει πλάκες σε ατζέντηδες και ιμπρεσάριους, ένας καπετάνιος σαπιοκάραβου που μεταφέρει λαθραία στην Μεσόγειο κι ένας παγαπόντης φραντσέζος ταξιτζής, μπορούν αλήθεια να συνυπάρξουν σε μια ιστορία με κεντρικό πρωταγωνιστή έναν μελαψό μπατίρη Ασιάτη, που έχει χτυπηθεί από τα βελάκια του φτερωτού θεού? Εντάξει, ούτε γι αστείο δεν στέκει η παραμικρή συνοχή από την μια ρουμπρίκα στην επόμενη, καρτερώντας υπομονετικά να διαβεί το 90λεπτο, όταν και τα πάντα να μπουν στην θέση τους με τον μαγικά αφελέστατο τρόπο, που μόνον το μπόλυ ξέρει να μπαλώνει.

Η πειραγμένη κομεντί είναι το λιγότερο μέτρια κι αυτό που την αδυνατίζει πιο πολύ είναι η φαιδρή μέθοδος που ακολουθεί, στο πάλεμα της να μοιάσει στον Slumdog Millionaire. Με την σουρεαλιστική της ματιά να χτυπάει κατακόκκινο, σε βαθμό βασανισμού, η αγωνιώδης περιφορά του συμπαθή Φακίρη - σούπερ αστέρα στα μέρη του Dhanush, ανά την υδρόγειο, μάλλον στο φινάλε δεν φαίνεται να νοιάζει κανέναν. Ρυθμός εξαντλητικός, παρεμβολές μιούζικαλ αναπάντεχες και άβολες, στιγμιότυπα κωμικοδραματικά που μονομιάς τσακίζονται από την πολυλογία του Άτζα, ένα παζλ χιλίων κομματιών, που ούτε δύο από δαύτα δεν κολλάνε μεταξύ τους. Αν την έφτιαχναν για την αγορά της Ινδίας θα ήταν εκατό φορές καλύτερη. Διάλεξαν για τάργκετ γκρουπ της την Γηραιά. Σφάλμα τους. Και το πληρώνουν ακόμα.

Το Απίθανο Ταξίδι ενός Φακίρη (The Extraordinary Journey of the Fakir) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Cosmic Candy Poster ΠόστερCosmic Candy
της Ρηνιώς Δραγασάκη. Με τους Μαρία Κίτσου, Μάγια Πιπερά, Κίμωνα Κουρή, Δημήτρη Λάλο, Δημήτρη Δρόσο, Φώτη Θωμαϊδη, Εύη Δοβέλου, Elena Mirtchofska, Αντώνη Τσιοτσιόπουλο.


Ταινία – τερηδόνα;
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Φιλμ, γλυκό και τραγανό σαν καραμέλα; Χμ...

Η Ρηνιώ Δραγασάκη γεννήθηκε το 1980. Σπούδασε Σκηνοθεσία και Ντοκιμαντέρ. Έχει γράψει και σκηνοθετήσει τέσσερις μικρού μήκους, ντοκιμαντέρ και το Cosmic Candy είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί, συνυπογράφοντας και το σενάριο με την Κατερίνα Κακλαμάνη. Ένα σενάριο το οποίο ξεκίνησε να γράφεται από το 2014 καθώς συμμετείχε στο εργαστήριο ανάπτυξης σεναρίων !f Sundance Istanbul Screenwriters Lab.

Cosmic Candy Poster Πόστερ Wallpaper
Το Cosmic Candy έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Fantastic Fest του Τέξας και διακρίθηκε στο 60ό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (όπου έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα) με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη και το βραβείο του ελληνικού τμήματος του WIFT (Women in Film & Television).

Η υπόθεση: Η Άννα ζει μόνη της κι εργάζεται ως ταμίας σε σουπερμάρκετ. Είναι απόμακρη και αγενής, της αρέσει να τρώει φαγητό σε κονσέρβα και να παραγγέλνει άχρηστα αντικείμενα από το ίντερνετ. Κάποια στιγμή, χωρίς μεγάλη προθυμία είναι η αλήθεια, αναγκάζεται να πάρει υπό την προστασία της την Πέρσα, το δεκάχρονο κορίτσι του διπλανού της διαμερίσματος στην Αθήνα, ύστερα από την μυστηριώδη εξαφάνιση του πατέρα του. Η Πέρσα αγαπάει υπερβολικά το μπλε σκουφί της και την Μαντώ Μαυρογένους. Και βρίσκει αφάνταστα διασκεδαστική την Άννα.

Την Άννα που ενώ μέχρι πρότινος ζούσε μια ρουτινιάρικη ζωή, με «φανταστικές» αποδράσεις στα όνειρά της, θα βρεθεί να προσπαθεί να βγάλει άκρη με την Πέρσα και την ίδια στιγμή, να διαπραγματεύεται την απόλυσή της με το αφεντικό της και να βρίσκεται μπλεγμένη, για πρώτη φορά στη ζωή της, σε ένα ρομαντικό ειδύλλιο με τον συνάδελφό της, τον Παντελή. Κι όλα αυτά υπό την επήρεια υπερβολικής ποσότητας Κόσμικ Κάντυ, της καραμέλας που σκάει στο στόμα.

Η άποψή μας: Ρε γαμώτο, πραγματικά νιώθω τρομερή αμηχανία όταν καλούμαι να γράψω ένα κριτικό κείμενο για μια (ελληνική) ταινία την οποία, όταν παρακολουθούσα, σκεφτόμουνα διαρκώς: wtf? Α, και για όσους δεν γνωρίζουν τα αρχικά: what the fuck? Ελληνιστί ακούγεται πολύ πιο χυδαίο: τι στον πέο, αλλά πιο... μμμ, να, χυδαίο. Και ξέρετε, όταν είναι να θάψεις μια ταινία, το κείμενο βγαίνει ευκολότερα, οι ατάκες προκύπτουν σε χρόνο dt, μπορείς να γράψεις πολύ μεγάλες κακίες. Αλλά, ιδίως στις ελληνικές ταινίες, νιώθω άσχημα. Όχι όταν με εκνευρίζουν: εκεί σολάρω κανονικά και δεν με νοιάζει. Αλλά στις ταινίες που διαφαίνεται ένα άλφα ταλέντο να χαραμίζεται εξαιτίας ενός ανεκδιήγητου σεναρίου (ξέρετε, η μόνιμη πληγή του ελληνικού σινεμά), νιώθω άβολα.

Ας είναι. Τι σας νοιάζει εσάς η δική μου μη βολικότητα; Εσείς θέλετε να μάθετε για την ταινία, σωστά; Να τη δείτε ή να μην τη δείτε; Καλή ή μάπα το καρπούζι; Λοιπόν, για να το θέσω κομψά: έχει μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία η ταινία αλλά πέραν αυτού, ουδέν. Με μεγαλύτερο πρόβλημα, το σενάριο. Και μου κάνει φοβερή εντύπωση το γεγονός πως προέκυψε μέσα από εργαστήριο ανάπτυξης σεναρίων! Πραγματικά, απορώ... Τι είναι η ταινία; Κωμωδία; Σάτιρα; Κοινωνική; Θρίλερ; Αδύνατον να βάλεις μια ταμπέλα κατηγοριοποίησης. Σε κάποιες περιπτώσεις, όταν ένας δημιουργός κινείται επιτυχώς ανάμεσα στα κινηματογραφικά είδη, προκύπτουν αριστουργήματα.

Εδώ, από τη στιγμή που η δημιουργός μπορεί να ήξερε τι ήθελε να κάνει αλλά δεν το πέρασε στην ταινία, προκύπτει... υπογλυκαιμικό σοκ! Ναι, να δούμε τη ζωή μέσω της λοξής ματιάς μιας sui generis ηρωίδας, αλλά το «λοξό» δεν αρκεί για να την κάνει ενδιαφέρουσα. Να την κάνει να τη συμπαθήσουμε. Να μας παρασύρει στο τριπάκι της. Να μας γοητεύσει. Να μας προκαλέσει ένα άλφα ενδιαφέρον βρε αδελφέ. Τίποτε από όλα αυτά. Μια αδιάφορη γυναίκα, που ζει μια βαρετή ζωή, και περνάει καλά μόνο στα όνειρά της. Το στήσιμο των ονειρικών σκηνών δείχνει ένα ταλέντο, μια γόνιμη φαντασία, μια σιγουριά. Ε, αν αφηνόταν σε αυτό το πλαίσιο όλη η ταινία ίσως τα πράγματα να προέκυπταν πάρα πολύ καλύτερα. Τώρα; Αφήστε. Μέχρι και η μουσική του Felizol καταντάει εκνευριστική, σε απόλυτη αρμονία με τα επί της οθόνης δρώμενα.

Και μέσα σε όλον αυτόν τον χαμό η Μαρία Κίτσου, που έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό (αυτό που έτσι κι αλλιώς δεν πάει σινεμά, παρά μόνο μια στις χίλιες, για να δει – έστω – την Ευτυχία) μέσω του δημοφιλούς σίριαλ «Άγριες μέλισσες» (προσωπικά, την αγάπησα για τις μικρού μήκους ταινίες στις οποίες συμμετείχε, ιδίως εκείνο το «807» το έχω μέσα στην καρδιά μου) προσπαθεί να μην την παρασύρει το σαθρό οικοδόμημα, το οποίο καταρρέει χωρίς ποτέ να πάρει κάποια συγκεκριμένη μορφή. Δεν μπορεί όμως να σώσει την ταινία. Πλάκα πλάκα, μόνο το τραγουδάκι με το τοστ σου μένει στο μυαλό. Και στην αρχή της ταινίας ήθελα κι εγώ να βρω λίγη κόσμικ κάντυ ή το ανάλογο που έπαιρνα πιτσιρικάς, το έβαζα στο στόμα μου κι εκείνο έσκαγε εκκωφαντικά. Πάνω στη γλώσσα μου. Μέσα στο κεφάλι μου. Κανείς άλλος δεν την... άκουγε. Χα.

Cosmic Candy Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Ο Φάρος (The Lighthouse) PosterΟ Φάρος
του Robert Eggers. Με τους Willem Dafoe, Robert Pattinson.


Εκεί στο Φάρο, είδα το Χάρο
του gaRis (@takisgaris)

Αλήθεια θα πω: Στο κατόπι του σημαντικού (ανεξαρτήτως genre) The Witch, πίσω στα 2015, το όνομα του Robert Eggers φιγουράρησε τη χρονιά που πέρασε στην κορυφή των υπεραναμενομένων μου σκηνοθετών. Δεύτερη προσπάθεια το The Lighthouse, πέρασε μανιασμένος αέρας από τις Κάννες, γεμίζοντάς με αισιοδοξία, στο βαθμό που έφτασα να προσδοκώ την ταινία της χρονιάς. Θεωρώ το horror και μάλιστα τούτο το παλιακό, το New England τύπου 1890 παρά κάτι, είδος γόνιμο για σινεμά εκτός τόπου και χρόνου, συμβολιστικό και ανατριχιαστικά παράλογο όσο και ελκυστικά ενδιαφέρον, από καθαρά ανθρωπολογικής άποψης. Θρύλοι και παραδοξολογίες, φαντάσματα και αλληγορικά στοιχειά που ωθούν το φακό στη σκιαγράφηση χαρακτήρων παραδομένων στα πάθια και την αναμέτρησή τους με το Κακό που μπορεί απλά να είναι η Φύση, τόσο σαν τοπίο αλλά κυρίαρχα ως απειλή επιβίωσής των.

Ο Φάρος (The Lighthouse) Quad Poster
Σχεδόν στο μαρτύρησα το Lighthouse, άλλο τόσο (και ακόμη περισσότερο) θα υποφέρεις κι εσύ μοχθώντας την αποκωδικοποίηση ενός θαλασσινού θρύλου κοπής 1801, που προσάρμοσε o Robert με το αδέρφι του Max. Ο γοτθικός τρόμος γυρίζεται σε 35mm ασπρόμαυρο Double-X 5222 film, σε πειραγμένη Panavision Millennium XL2 κάμερα με vintage Baltar φακούς εποχής 1918 - 1938. Aspect ratio στο 1.19:1, κάτι σε τετράγωνο δηλαδή με διαλόγους - παραληρήματα, γδύνοντας τσιτάτα από Shakespeare, Milton, Melville και Stevenson. Νόβα Σκόσια - καναδέζικη αρμύρα το λοκέισον, σε βράχο δαρμένο από λυσσασμένα κύματα με τη βρόχα να μαστιγώνει βάναυσα πνεύμα και συνείδηση ενός ντουέτου φαροφυλάκων που εντέλλεται να κάτσει για μερικές εβδομάδες-αιώνες ωσότου πιουν τα σωθικά τους, χορέψουν, παλέψουν και τα κλάσουν (κυριολεκτικά) μέχρι τελικής πτώσεως.

Γοργόνες και γλαρόνια, οπτασίες και οράματα, δολοφονίες και συνεχόμενοι αυνανισμοί. Η μοναξιά γεννά την αναμέτρηση με τη λογική και τις ενοχές του παρελθόντος. Ο αρχετυπικά απόκοσμος καπετάν Willem Dafoe (που αντί να κερδίσει επιτέλους το άγαλμα φέτος βρέθηκε εκτός πεντάδας ώστε να βρεθεί ο Brad Pitt αντιμέτωπος με 4 ιερά τέρατα, μα ήδη βραβευθέντες) κανιβαλίζει τον δύσμοιρο πρώην ξυλοκόπο Rob Pattinson, που αμίλητος και υποτακτικός, γίνεται βορά, έρμαιο και σκουπίδι χάνοντας την αξιοπρέπεια, τα μυαλά και τα συκώτια του σε ένα κάδρο αφιλόξενο, μπερδεμένος σε ένα λαβύρινθο μεθυσμένων όσο και απωθημένων επιθυμιών. Ο Patti πήρε μυρωδιά στο Cosmopolis του Cronenberg, έγινε ηθοποιός στο Good Time των Safdie και εδώ τα δίνει όλα αποδεικνύοντας πως ένα μέτριο ταλέντο μπορεί να δείξει πολλά με την κατάλληλη καθοδήγηση και τον ανάλογο οίστρο, υποβοηθούμενος από τον Νταφό που δείχνει γεννημένος για αυτόν τον ρόλο.

Μετά από τα πρώτα 40 λεπτά αρχίζει η φαγούρα παρακολουθώντας το The Lighthouse: Ο ποιητής εδώ δείχνει αδυσώπητος. Δεν εξηγεί τίποτα - δεν απαντά τίποτα - δεν ενδιαφέρεται για κάθαρση ηρώων και επίλυση μυστηρίων. Στο δε ούλτιμο δεκάλεπτο χάνεται η μπαλίτσα, μαζί με την υπομονή (στοιχηματίζω) των περισσοτέρων θεατών. Οσκαρική (άξια υποψηφιότητα) φωτογραφία και απαράμιλλη σκηνογραφική διεύθυνση με ήχο πνιγηρά θανατερό, όμως και άσκηση ύφους χωρίς ουσιαστική κατεύθυνση και έκβαση. Οι φεστιβαλικοί θα αλαλάξουν με χαρά οι δε λοιποί θα ξύσουν κεφαλή μέχρι γδαρσίματος. Σε παράλληλη τροχιά με το άστρο του Ari Aster o οποίος τόλμησε προσφάτως εξίσου με το Midsommar, ο Robert Eggers μοιράζει αφειδώς υποσχετικές για περισσότερες ομορφιές, ελπίζω μοναχά πιότερο νοηματούχες νεξτ τάιμ.

Ο Φάρος (The Lighthouse) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Tulip Ent.!
Περισσότερα... »

Η ομορφιά της ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness) Poster ΠόστερΗ ομορφιά της ύπαρξης
του Roy Andersson. Με τους Bengt Bergius, Anja Broms, Marie Burman, Martin Serner, Jessica Louthander, Tatiana Delaunay, Anders Hellström, Jan Eje Ferling, Thore Flygel.


Μια αιωνιότητα και μια μέρα!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μανιέρα κι άγιος ο... Θεός;

Ο Roy Arne Lennart Andersson, όπως είναι το πλήρες του όνομα, γεννήθηκε στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας στις 31 Μαρτίου του 1943. To 1969 αποφοίτησε από το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Και το 1970 βγήκε στις αίθουσες η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία. Τίτλος της: «Μια ερωτική ιστορία» (En kärlekshistoria / A Swedish Love Story). Δεν γνωρίζω αν η ταινία βγήκε στις ελληνικές αίθουσες τότε, σίγουρα όμως (ξανα)βγήκε (;) τον Απρίλη του 2005! Πάντως, η ταινία στην εποχή της και στη χώρα της έκανε τεράστια επιτυχία. Την είδαν 700 χιλιάδες Σουηδοί! Πέρα από την εμπορική της επιτυχία η ταινία κέρδισε τέσσερα βραβεία στο φεστιβάλ Βερολίνου διεκδικώντας τη Χρυσή Άρκτο (σημείωση: τότε το συγκεκριμένο φεστιβάλ διεξαγόταν τον Ιούνιο κι όχι τον Φεβρουάριο, όπως συμβαίνει τα πολλά τελευταία χρόνια). Κι ενώ το μέλλον διαγραφόταν λαμπρό για τον Σουηδό, ο Roy πήγε και έπεσε σε βαριά κατάθλιψη (σας θυμίζει κάποιον... Lars;)! Οι παραγωγοί του ζητούσαν να γυρίσει Νο2 και Νο3 για την ταινία, ο Andersson ένιωθε άδειος μέσα του κι έτσι πέρασαν πέντε χρόνια μέχρι να γυρίσει το δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ του. Το 1975, λοιπόν, βγαίνει στις αίθουσες το «Giliap». Όσο πετυχημένη ήταν η πρώτη του ταινία, τόσο αποτυχημένη εμπορικά αποδείχτηκε η δεύτερη. Οι κριτικοί της εποχής την έσκισαν, το μπάτζετ ξέφυγε κατά πολύ, ο κόσμος δεν πήγε να δει την ταινία. Κανένας παραγωγός δεν ήθελε πλέον να δουλέψει μαζί με τον Roy. Έως ότου η επιτυχία τον βρήκε εκεί που δεν το περίμενε. Εταιρίες τον προσέγγισαν για να γυρίσει... διαφημίσεις. Ο Roy σκέφτηκε να γυρίσει καναδυό. Η επιτυχία τους ήταν τεράστια! Ενθαρρυμένος, γύρισε κι άλλες διαφημίσεις, με το σκεπτικό ότι με αυτόν τον τρόπο θα ήταν οικονομικά ανεξάρτητος, θα δημιουργούσε τη δική του εταιρία παραγωγής και μετά θα γύριζε τις ταινίες που θα ήθελε, χωρίς περιορισμούς. Το... διάλειμμα κράτησε 25 ολόκληρα χρόνια! Και μέσα από τις πάνω από 400 τελικά (!!!) διαφημίσεις βρήκε το προσωπικό του στιλ. Τον Μάρτιο του 1996, ο Roy Andersson ξεκίνησε τα γυρίσματα της ταινίας που έμελλε να τον τοποθετήσει ανάμεσα στους μεγάλους δημιουργούς. Τέσσερα χρόνια αργότερα βγήκαν στους κινηματογράφους τα «Τραγούδια από το δεύτερο όροφο» (Sånger från andra våningen / Songs from the Second Floor). Κι έχοντας παρακολουθήσει όλες του τις ταινίες (όχι, πείτε μου, γνωρίζετε πολλούς που να μπορούν να ισχυριστούν κάτι τέτοιο;) μπορώ μετά βεβαιότητος να δηλώσω πως η συγκεκριμένη, η πρώτη της «Τριλογίας των ζωντανών» όπως ονομάστηκε. είναι και η καλύτερή του. Το αριστούργημά του. Αυτή είναι λοιπόν μια από τις σπουδαιότερες ταινίες των τελευταίων χρόνων. Τιμήθηκε με το Βραβείο της Επιτροπής στο φεστιβάλ Καννών όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα. Γαργαλιστική λεπτομέρεια: τη μουσική της ταινίας συνέθεσε ο Benny Andersson (καμία συγγένεια με τον Roy), ένα από τα ιδρυτικά μέλη των ABBA! Το 2007 ακολουθεί η ταινία «Εσείς οι ζωντανοί» (Du levande / You, the Living). Μια ταινία που συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε η προηγούμενη. Συγκριτικά, διαθέτει περισσότερο πικρό χιούμορ αλλά οι επιδόσεις δεν φτάνουν εκείνες από τα «Τραγούδια...». Ουσιαστικά, αρχίζει η πτώση. Η ταινία λαμβάνει μέρος στο φεστιβάλ των Καννών, αλλά όχι στο διαγωνιστικό τμήμα μα στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα». Και η τριλογία κλείνει το 2014, με την κορυφαία καλλιτεχνική διάκριση που κέρδισε ο Σουηδός σκηνοθέτης: τον Χρυσό Λέοντα στο φεστιβάλ Βενετίας, για μια ταινία όμως πολύ υποδεέστερη από τα «Τραγούδια...». Μιλάμε για το Ένα περιστέρι έκατσε σε ένα κλαδί, συλλογιζόμενο την ύπαρξή του (En duva satt på en gren och funderade på tillvaron / A Pigeon Sat on a Branch Reflecting on Existence). Εδώ πλέον η πρωτοπορία δίνει τη θέση της στην επανάληψη. Κάτι που πλέον είναι αδύνατον να «κρυφτεί» στην τελευταία του ταινία.

Η ομορφιά της ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness) Poster Πόστερ Wallpaper
Η τελευταία μεγάλου μήκους ταινία του Roy Andersson, αυτή που εξετάζουμε εδώ πέρα, έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στην – πιο βολική από τις Κάννες – Βενετία, όπου συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα, και τιμήθηκε με τον Αργυρό Λέοντα καλύτερης σκηνοθεσίας. Και στα European Film Awards η ταινία τιμήθηκε ως η ευρωπαϊκή ταινία με τα καλύτερα ειδικά οπτικά εφέ.

Η υπόθεση: Περιπλανόμαστε μέσα σε μια ονειρική ατμόσφαιρα, με οδηγό έναν αφηγητή που θυμίζει τη Σεχραζάτ από τις «Χίλιες και Μία Νύχτες». Ασήμαντες στιγμές παίρνουν τη σημασία που κανονικά αρμόζει σε ιστορικά γεγονότα: ένα ζευγάρι ίπταται πάνω από την Κολωνία εν καιρώ πολέμου. Στον δρόμο προς ένα πάρτι γενεθλίων, ένας πατέρας σταματά μέσα στη βροχή για να δέσει τα κορδόνια της κόρης του. Έφηβα κορίτσια χορεύουν έξω από ένα καφέ. Ένας ηττημένος στρατός κατευθύνεται προς ένα στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου. Κι ένας παπάς νιώθει χαμένος επειδή δεν πιστεύει πια. Τι να σου κάνει κι ο ψυχίατρος, ιδίως μετά το κλείσιμο του ιατρείου;

Η άποψή μας: Τι είμαστε αν όχι οι μανιέρες μας; Τι είμαστε αν όχι οι συνήθειές μας, οι αγάπες μας, οι εμμονές μας και οι επιδιώξεις μας; Πάρτε αυτόν τον αφορισμό και πολλαπλασιάστε τον επί χίλια σε ότι αφορά τους καλλιτέχνες. Θα το έχετε ακούσει: κάθε σπουδαίος δημιουργός γυρίζει πάντα την ίδια ταινία ουσιαστικά! Και είναι ωραίο – και θεμιτό – για έναν σκηνοθέτη να δημιουργεί έργο που να είναι αναγνωρίσιμο από χιλιόμετρα. Το θέμα είναι το εξής: να κάνει μεν την ίδια ταινία κάθε φορά αλλά με τρόπο πάντα διαφορετικό, με επινοήσεις, με μυαλό, με ιδέες, με διάθεση αυτοαναφορικότητας (γιατί όχι;) αλλά και αυτοσαρκασμού. Κυρίως να έχει τα αρχίδια ακόμα και να υπονομεύσει το έργο του, τη φήμη του, τους οπαδούς του. Γιατί αν συμβιβαστεί στις δάφνες του, την πάτησε. Γιατί αν παίζει εκ του ασφαλούς, θα ηττηθεί. Γιατί, καλό είναι ένα και μόνο πλάνο μιας ταινίας να κάνει μπαμ ότι ανήκει στον τάδε σκηνοθέτη, αλλά αν ο σκηνοθέτης κάνει μόνο αυτό το πλάνο, κάτι βρωμάει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας (κάντο Σουηδίας σε παρακαλώ).

Έτσι που λέτε και ο Andersson. Οι τέσσερις ταινίες που ακολούθησαν μετά το «Giliap» θα μπορούσαν να είναι... μία ταινία! Ό,τι όμως ήταν πρωτοπορία και σινεμά με άντερα στα «Τραγούδια...» έχει πλέον εκπέσει σε μια φτηνή φωτοκόπια. Έχουμε και λέμε λοιπόν: σενάριο δομημένο σε πολλές βινιέτες. Πολλοί πρωταγωνιστές, σε διάφορες αλληλοδιαπλεκόμενες (αλλά όχι απαραίτητα – ιδίως εδώ, στην τελευταία του ταινία) ιστορίες. Μεγάλης διαρκείας πλάνα, με ακίνητη κάμερα. Κυριαρχία του ξεθωριασμένου μπλε, πράσινου και γκρι, με σπάνια εμφάνιση έντονων χρωμάτων στο ντεκόρ του. «Ξεθωριασμένα» πρόσωπα, χλωμά, με έντονο μακιγιάζ, σχεδόν σαν πρόσωπα ζωντανών νεκρών. Υποβόσκοντα αλλά και in your face πολιτικά σχόλια. Και χιούμορ στα όρια του Μπάστερ Κίτον. Αλλά με φελινικό υπόστρωμα! «Ένας σλάπστικ Ίνγκμαρ Μπέργκμαν», όπως τον χαρακτήρισε η Village Voice.

Το 1985 ο δημιουργός έκανε τη στροφή: κατάλαβε πως για να κάνει την κινηματογραφική του γλώσσα πιο πλούσια έπρεπε να αφήσει το ρεαλισμό και το νατουραλισμό και να επενδύσει στο αφαιρετικό. Λάτρης της εικαστικής τέχνης, με επιρροές από τον Otto Dix μεταξύ άλλων, πέτυχε σπουδαίες επιδόσεις. Αλλά, είπαμε: στην τελευταία του ταινία δείχνει απλά... ανέμπνευστος. Μπορεί να εντυπωσιάσει κάποιον που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με το έργο του αλλά δεν τίθεται θέμα σύγκρισης ανάμεσα σε τούτη την ταινία και τα «Τραγούδια...». Το μόνο νέο που προσθέτει είναι η αφήγηση off. «Είδα έναν άνδρα να κάνει αυτό», «Είδα μια γυναίκα να κάνει εκείνο»... Ε, είδα έναν σκηνοθέτη να κάνει... μία από τα ίδια, με λιγότερο πάθος, με λιγότερη έμπνευση, με λιγότερο μεράκι.

Για να μην παρεξηγηθώ: η αισθητική είναι άψογη. Η διεύθυνση φωτογραφίας κάνει θαύματα και σε πολλές περιπτώσεις προσομοιάζει με μια σειρά από πίνακες ζωγραφικής. Νεκρές φύσεις (χα!). Η καλλιτεχνική διεύθυνση σε κάνει να χαζεύεις. Αλλά... Το ταμείον είναι μείον. Υπέροχο το ζευγάρι που πετάει πάνω από τα ερείπια της κατεστραμμένης Κολωνίας αλλά δεν φτάνει. Και μακάρι να μπορούσαμε να αναφωνήσουμε – όπως ο θαμώνας στο μπαρ ενώ χιονίζει - «Μα είναι υπέροχα! Όλα!» - αλλά φευ. Η μικρότερη σε διάρκεια μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη κι όμως η πιο κουραστική. Την περίμενα με μεγάλη αγωνία την ταινία του αλλά ομολογώ πως απογοητεύτηκα. Συμβαίνει. Ξέρει όμως να βρίσκει απίθανους τίτλους ο μπαγάσας. Ακούς εκεί About Endlessness...

Η ομορφιά της ύπαρξης (Om det oändliga / About Endlessness) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 9 Ιανουαρίου 2020 από την AMA Films!
Περισσότερα... »

Cosmic Candy - Trailer / Τρέιλερ PosterΗ συμμαχία δεν θα κρατήσει για πολύ! Η συνέχεια του επιτυχημένου Ρώσικου animation, Πρόβατα εναντίον λύκων 2 (Sheep And Wolves 2), έρχεται με την υπογραφή του διακεκριμένου σχεδιαστή Vladimir Nicolaev. Το ενωμένο χωριό των προβάτων και των λύκων ζει μια ήρεμη και ειρηνική ζωή όταν ξαφνικά καταφθάνουν δύο απρόσμενοι επισκέπτες - μια πολική αλεπού και μια μικρή προβατίνα. Κανείς δεν περίμενε ότι ένας κίνδυνος θα τους ακολουθήσει εκεί. Ο Γκρέι, ο νέος αρχηγός της ενωμένης φυλής, πρέπει τώρα να πείσει τα πρόβατα και τους λύκους να συνεργαστούν για να αντιμετωπίσουν τα επερχόμενα προβλήματα και τις μεγάλες προκλήσεις - γιατί η ισχύς βρίσκεται στην ενότητα!

Cosmic Candy - Trailer / Τρέιλερ Movie

Στην μεταγλώττιση ακούγονται οι ηθοποιοί Πάνος Αποστολόπουλος, Ντίνος Σούτης, Νίκος Παπαδόπουλος, Ιφιγένεια Στάικου, Γιάννης Υφαντής, Κώστας Κουνέλλας, Νεφέλη Κυριακίδη, Ηδύλη Κυριακίδη.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Neo Films!

Περισσότερα... »

Cosmic Candy - Trailer / Τρέιλερ PosterΚαμιά φορά η καραμέλα που αγαπάς σε λιγώνει. Μια τρυφερή γυναικεία ματιά στη μοναξιά, την ευτυχία και όλα τα ενδιάμεσα. Μια ιστορία για τις «καραμέλες που έσκαγαν στο στόμα αλλά με τα χρόνια έγιναν τερηδόνα»! Το Cosmic Candy έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Fantastic Fest του Τέξας και διακρίθηκε στο 60ό Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης με το Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στη Ρηνιώ Δραγασάκη και το Βραβείο του ελληνικού τμήματος του WIFT (Women in Film & Television). Η Άννα, μια μοναχική και ιδιόρρυθμη ταμίας σουπερμάρκετ αναγκάζεται να πάρει υπό την προστασία της το δεκάχρονο κορίτσι του διπλανού διαμερίσματος, ύστερα από την μυστηριώδη εξαφάνιση του πατέρα του. Την ίδια στιγμή διαπραγματεύεται την πιθανή της απόλυση και ένα ρομαντικό ειδύλλιο για πρώτη φορά στη ζωή της. Και όλα αυτά υπό την επήρεια υπερβολικής ποσότητας Κόσμικ Κάντυ, της καραμέλας που σκάει στο στόμα.

Cosmic Candy - Trailer / Τρέιλερ Movie

Με τη Μαρία Κίτσου στον πρώτο κινηματογραφικό πρωταγωνιστικό της ρόλο και τους Μάγια Πιπερά, Κίμωνα Κουρή, Δημήτρη Λάλο, Δημήτρη Δρόσο, Φώτη Θωμαϊδη, Εύη Δοβέλου, Elena Mirtchofska, Αντώνη Τσιοτσιόπουλο.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Weird Wave!

Περισσότερα... »

Χαλβάη 5-0 - Trailer / Τρέιλερ PosterΈνας φόνος, 5 ύποπτοι, 0 αποδεικτικά στοιχεία. Κωμωδία με σατιρικές τάσεις είναι η η ταινία Χαλβάη 5-0 που σκηνοθετεί ο Μάνος Καμπίτης σε σενάριο του δαιμόνιου Μάρκου Σεφερλή. Ένας βιομήχανος χαλβά βρίσκεται δολοφονημένος στην έπαυλή του. Ίντριγκες, πάθη, μίση, δολοπλοκίες και κάθε μέρα έρχονται στο φως νέα στοιχεία που περιπλέκουν την υπόθεση. Θα καταφέρει ο αστυνόμος Μπέκρας να βρει τον δολοφόνο;

Χαλβάη 5-0 - Trailer / Τρέιλερ Movie

Πρωταγωνιστούν οι Μάρκος Σεφερλής, Ελένη Καστάνη, Γιάννης Ζουγανέλης, Γιάννης Καπετάνιος, Έλενα Τσαβαλιά, Γιώργος Αγγελόπουλος, Δημήτρης Τζουμάκης, Πηνελόπη Αναστασοπούλου, Νίκος Βουρλιώτης, Βίκυ Κάβουρα, Ναυσικά Παναγιωτακοπούλου, Ιωάννης Απέργης, Αλεξάνδρα Παναγιώταρου και ο Δημήτρης Σταρόβας.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 30 Ιανουαρίου 2020 από την Village!

Περισσότερα... »

Η Γκουβερνάντα (The Turning) PosterΗ Γκουβερνάντα
της Floria Sigismondi. Με τους Mackenzie Davis, Finn Wolfhard, Brooklynn Prince, Joely Richardson, Barbara Marten, Mark Huberman.


Που πας βρε κορίτσι μου?
του zerVo (@moviesltd)

Σοβαρά τώρα, με τόσες εκατοντάδες πανομοιότυπες κινηματογραφικές παραγωγές, σαν την παρούσα περίπτωση του μεταφυσικού The Turning, μου μοιάζει πολύ πιο σώφρων και λογικό, κανείς να κάνει αίτηση πρόσληψης του ως μοναχικός αστροναύτης, σε διαστημικό σταθμό, που κινείται στην άλλη άκρη του γαλαξία, παρά να ζητήσει δουλειά σε οποιοδήποτε πόστο, σε μια χιλιόμετρα μακριά, απομονωμένη από τον πολιτισμό και αραχνιασμένη Βίλα Μποργκέζε. Εκεί όπου ακριβώς την επομένη ημέρα απόταν θα ακουστεί το σιδεροκέφαλος, θα αρχίσουν τα πατώματα να κτυπούν, τα παράθυρα να τρίζουν, οι πόρτες να ανοιγοκλείνουν και οι καθρέφτες να ζωντανεύουν. Όλα μόνα τους. Για που το έβαλες βρε κορίτσι μου κι εσύ?

Η Γκουβερνάντα (The Turning) Quad Poster
Αποφασισμένη να αφήσει πίσω της την καριέρα της εκπαιδευτικού, η νεαρή και φιλόδοξη Κέιτ Μαντέλ, θα εγκαταλείψει την μεγαλούπολη για να μεταβεί στην νηνεμία της επαρχίας του Μέιν, προκειμένου να αναλάβει την φύλαξη και εκπαίδευση της επτάχρονης ορφανής Φλόρα Φέρτσάιλντ, ενός κοριτσιού με βαθύτατα ψυχικά τραύματα, καθώς όχι βρεθεί αυτόπτης μάρτυρας στο τροχαίο δυστύχημα που κόστισε την ζωή και στους δυο του γονιούς.

Από τις πρώτες κιόλας στιγμές στην πολυτελή όσο και βαρύτατα διακοσμημένη έπαυλη στην μέση του αχανούς δάσους, η γκουβερνάντα θα καταλάβει πως κάτι μυστηριώδες συμβαίνει με την συμπεριφορά της μικρούλας, που έχει άμεση σχέση με την ακόμη ανεξήγητη εξαφάνιση της προκατόχου της. Κατάσταση που θα εξελιχθεί σε ακόμη πιο περίεργη, με την αινιγματική άφιξη του μεγάλου αδελφού της Φλόρα, Μάιλς, που θα γυρίσει στο πατρικό του, έχοντας μόλις αποπεμφθεί από το ίδρυμα που τον φιλοξενούσε.

Ορίστε? Τι είπες? Το έχεις ματαδεί το εργάκι, πάνω κάτω με την ίδια πλοκή, απλά με μια δυο όχι σπουδαίες εναλλαγές στην εξέλιξη του? Το ερώτημα είναι πόσες φορές το έχεις ξαναπαρακολουθήσει σε διάφορες και εναλλακτικές φόρμες, με το ίδιο ακριβώς φόντο - το στοιχειωμένο δίπατο - τα πλήρως κοπιαρισμένα σε βαθμό εκνευρισμού κοψοχολιάσματα - μπου, είμαι το φάντασμα - τις παρόμοιες φοβιστικές στιγμές που τις έχεις προβλέψει τουλάχιστον μισό λεπτό πριν. Ντουζίνες! Συνεπώς ποιος ακριβώς είναι ο λόγος κυκλοφορίας ενός ακόμη φιλμ, που θα βαλτώσει το ήδη ταλαιπωρημένο genre του τρόμου? Ουδείς, η συγκεκριμένη ταλαιπωρία έχει οδηγήσει και το κοινό στην εμπορική του απαξίωση. Εκεί, όμως, επιμονή...

Οκ, πάντοτε θετικά προδιατεθειμένος ρίχνομαι στην θέαση του εργακίου. Σωστή ατμόσφαιρα βλέπω, ομιχλώδης σε ερημικά The Shining τοπία, άλλωστε η ντιρεκτρίς Floria Sigismondi είναι ικανή γνώστης του να φτιάχνει κλίμα, από την εμπειρία της στο βίντεο κλιπ. Άντε και καστ αξιοπρεπές, με την πράγματι όμορφη, με τις υπέροχες ματάρες Mackenzie Davis (Terminator: Dark Fate, Blade Runner 2049) στο στάρινγκ να δέχεται το μπούλινγκ της εξέχουσας στο Florida Project, Brooklynn Prince και του ανάστατης κόμμωσης Finn Wolfhard. Παρακάτω από αυτά έχει τίποτα το μενού ή μένουμε με άδεια στομάχια? Η αλήθεια είναι πως με την ανακατωσούρα του σεναρίου και τις όχι και λίγες υποπλοκές που σκάνε από το πουθενά (η μαμά της νάννυ που δεν είναι και τόσο στα καλά της, ο έμπειρος εκπαιδευτής ιππασίας που βρήκε τραγικό θάνατο πρόσφατα, οι αντιδράσεις της μπέμπας στο ενδεχόμενο να διαβεί το κατώφλι του ράντσου) στο μυαλό του θεατή γυροφέρνει μια αγωνία για το που το πηγαίνει η ίντριγκα. Θα είμαι ευθύτατος στην απάντηση μου. Πουθενά! Εκεί που κανονικά θα έπρεπε να ξεκινά η τελευταία πράξη - μετά από 90 βασανιστικά λεπτά προβλέψιμων φοβισμών - έρχεται το απρόσμενο σφύριγμα της λήξης, για να μοιράσει ακόμη περισσότερα ερωτηματικά, στα ήδη υπάρχοντα.

Το γεγονός είναι πως η δεύτερη, μέσα στις λίγες εβδομάδες ζωής της νέας χρονιάς, ταινία τρόμου, μετά από το ανεκδιήγητο The Grudge, επιεικώς, πατώνει. Η μεταφορά στο πανί της κλασικής νουβέλας μυστηρίου του Henry James, The Turn Of The Screw, που τόσο πολύ είχε κεντρίσει τον The Beard ώστε να την στηρίξει παραγωγικά, δεν είναι κάτι παραπάνω από μια πρόχειρα εκτελεσμένη μπερδεψούρα, που δεν διαθέτει συνάφεια, λογική και το πιο σημαντικό, επίλογο! Σε βαθμό που να ξύνω με απορία την κεφαλή, για το αν έχασα κάτι από τα πεπραγμένα, την ώρα της αναπάντεχης πτώσης των τελικών credits. Και άντε βρε κοπελιά μου, δεν είχες - πες - στον ήλιο μοίρα και αποδέχτηκες την δουλειά. Τις υποσχέσεις πως δεν θα την κάνεις με αλαφρά πηδήματα, μόλις δεις τα πρώτα σκούρα, τι τις ήθελες?

Η Γκουβερνάντα (The Turning) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Ιανουαρίου 2020 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Τζότζο (Jojo Rabbit) PosterΤζότζο
του Taika Waititi. Με τους Roman Griffin Davis, Thomasin McKenzie, Scarlett Johansson, Taika Waititi, Sam Rockwell, Rebel Wilson, Alfie Allen, Stephen Merchant, Archie Yates.


...just for one day!
του zerVo (@moviesltd)

Το ημερολόγιο σημαδεύει την χρονιά 1977, όταν ένας αραχνόμορφος Αρειανός μεταλλαγμένος σε λευκό, κατάξανθο Δούκα, μετά από μια ντουζίνα μήνες διαβίωση στην πιο ποικιλόμορφη πολιτιστικά πρωτεύουσα της γης, κάνει πράξη την υπόσχεση του, να συνθέσει τον απόλυτο ύμνο ενάντια σε κάθε λογής φανατισμό. Το Heroes, που έδωσε και τον τίτλο στο μεσιανό άλμπουμ του θρυλικού Βερολινέζικου τρίπτυχου του Ziggy, μαζί με τα Low και Lodger, βάσισε την ιδέα του, στο πως μπορεί να σταθεί ζωντανός ένας αγνός έρωτας, πάνω σε έναν κόσμο διχοτομημένο, είτε πρακτικά, είτε ιδεολογικά. Τον καιρό εκείνο, βέβαια, δεν υπήρχε MTV. ώστε τα περίφημα σινγκλς να συνοδεύονται από τα αντίστοιχα κλιπς του προμόσιον. Αν υπήρχε πάντως, τις τόσο όμορφες εικόνες από το Jojo Rabbit, θα επιθυμούσα να χρησιμοποιήσει.

Τζότζο (Jojo Rabbit) Quad Poster
Βαριά τραυματισμένος σε σώμα και πρόσωπο, από μια απροσεξία στην προσπάθεια του να δείξει άφοβος και ατρόμητος, κατά την διάρκεια άσκησης με χειροβομβίδα, στην κατασκήνωση όπου εκπαιδεύονται οι ανήλικοι Ναζί, θα επιστρέψει στο σπίτι του, ο δεκάχρονος Γιοχάνες Μπέτζλερ. Όχι πως του πέφτει άσχημα η αποκατάσταση, αφού δεν είναι αναγκασμένος διαρκώς να επιδεικνύει το θάρρος της Άριας Φυλής του, που δεν είναι και το φόρτε του άλλωστε, αλλά παραμένει και μακριά από τους κινδύνους της στρατιωτικής εκμάθησης, ένα βαρύ πρόγραμμα που όπως μαθαίνει, ακολουθεί πιστά, ο (δεύτερος πιο) κολλητός του φίλος και συνομήλικος, ο μπουλούκος Γιόρκι.

Παραμένοντας για ώρες εσώκλειστος στο πατρικό, εκεί που διαμένει μόνο μαζί με την μητέρα του, Ρόζι, μιας και ο πατέρας πολεμάει στο μέτωπο της Ιταλίας και η μεγαλύτερη αδελφή του, έχει φύγει από την ζωή, χτυπημένη από βαριά ασθένεια, θα αντιληφθεί πως στην σοφίτα του δίπατου, βρίσκεται καλά κρυμμένη μια νεαρή Εβραιοπούλα, η Έλσα Κορ. Ένα κορίτσι ολομόναχο στον κόσμο, που έχασε τους γονιούς του στα κρεματόρια και που η φιλελεύθερων αντιλήψεων μάνα του λυπήθηκε, τοποθετώντας το στην κρυψώνα, ωσότου περάσει ο όλεθρος.

Έλα όμως που στο μπομπιρίσιο μυαλουδάκι του Τζότζο, που έχει τιγκάρει από το ολοήμερο πιπίλισμα για τα ιδεώδη που πρεσβεύει η Μεγάλη Γερμανία της Σβάστικας, ο ορισμός Εβραίος ισοδυναμεί με ένα βρωμερό, σιχαμερό ον, δηλητηριώδες και αρπαχτικό, που μοναδικό του σκοπό έχει να γραπώσει και να κατασπαράξει οτιδήποτε αλλόθρησκο υπάρχει. Ακόμη κι αν μέσα του, η Jungvolk υπερηφάνεια προστάζει να μαρτυρήσει στην Γκεστάπο την φουκαριάρα τινέιτζερ (ζωγραφιά η Thomasin Mckenzie), γνωρίζει καλά πως κάτι τέτοιο θα σημάνει την άμεση σύλληψη της μητέρας (οπτασία η Scarlett), ως προδότριας του έθνους. Συνεπώς πρέπει από μόνος του να δράσει, κατά τρόπο τέτοιο ώστε να παγιδεύσει το εχθρικό κορίτσι - βρικόλακα στα μάτια του, προκειμένου να το εξουδετερώσει.

Όπως τον συμβουλεύει να πράξει άλλωστε και ο κορυφαίος φίλος κι αδελφός, κηδεμόνας και γονέας κάθε Γερμανού που σέβεται τον αγκυλωτό σταυρό, ο ίδιος ο Αδόλφος, που δεν χάνει ούτε μισή στιγμή να μην εμφανιστεί στο πλευρό του Τζότζο, όταν εκείνος βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού. Έτσι οφείλει να πράττει ο κάθε σωστός ηγέτης του λαού, να μην κρύβεται παρά να στέκει πάντοτε φύλακας άγγελος, σοφός συμβουλάτορας και στήριγμα δίπλα στους πιστούς του. Τι δέκα, τι είκοσι, τι εκατό χρονών? Το τυφλό πάθος, δεν αφήνει τα μάτια να δουν ανοιχτά, είτε ο νους είναι νηπιακός, είτε σιτεμένος. Πόσο μάλλον στην περίπτωση μας, που τα αγοράκια (και τα κοριτσάκια, από την δική τους μεριά) της ηλικίας του "δειλού σαν κουνέλι" όπως τον αποκαλούν τα συντρόφια του, μικρούλη, έχουν γεννηθεί, γαλουχηθεί και βαδίζουν προς την ενηλικίωση τους, σε έναν κόσμο γεμάτο χάιλ και ράους.

Τι ιδέα ε? Απλή σαν σπίθα. Και ούτε παράδες απαιτεί για να στηριχτεί, ούτε εξωφρενικά ειδικά εφέ για να εντυπωσιάσει. Μια καλοδιατηρημένη παλιούπολη στο φόντο για να αποδώσει ρεαλιστικά το Μπερλίνο (εδώ η πολύ πιο όμορφη Πράγα), σωστές και μετρημένες επιλογές στην διανομή και ένα εκκεντρικό, ανατρεπτικό σκηνοθετικό στυλ που θα διατηρήσει τις κατάλληλες ισορροπίες μεταξύ της σάτιρας και του δράματος, ώστε το πόνημα να μην οδηγηθεί στο κιτς. Η αλήθεια είναι πως δεν το ανέμενες να το δεις το εκπληξάκι, από έναν ντιρέκτορα Marvelικά διαδεδομένο, που όμως ένα ψήγμα των ιδεών τους μας είχε μοιράσει στο φεστιβαλικό νυχτοπρεμιερικό Boy, μια δεκαετία πρότερα.

Ο Taika Waititi, αφού διένυσε δύο ωκεανούς μέχρι να πιάσει την καλή στην φιλμική Μέκκα, παίρνοντας σαν θεμέλιο του τους στίχους από το τραγούδι του Bowie, χτίζει τουβλάκι τουβλάκι, ένα στόρι που μιξάρει υπέροχα, τον γλυκόπικρο σουρεαλισμό των Inglourious Basterds, την μελαγχολία του Ημερολόγιου της Άννας Φρανκ και το νεανικό λαμπίρισμα του Τομ Σόγιερ. Ανακατεύοντας τις ρίμες σε ένα νοσηρό περιβάλλον που ασφυκτιά από το μίσος και την απανθρωπιά. Μια διαρκής σοσιολογική παγίδα που όσοι δεν είναι υπέρ μας, είναι οχτροί μας και δεν χρειάζεται πολύ να ζοριστούμε για να τους καταλάβουμε, η τερατομορφή τους, που δεν συνάδει με την δική μας ομορφάδα, θα τους καταδώσει έτσι κι αλλιώς. Τι συμβαίνει όμως, όταν το μικρό και το τρελό, καταλαβαίνει - ακόμη κι αν χρειάζεται να ταρακουνηθεί οδυνηρά - ποια είναι η πραγματικότητα?

Οι εικόνες του Ωκεάνιου, ακόμη κι αν πρόκειται για μια καθαρόαιμα γλαφυρή αναπαράσταση του χιτλερικού γίγνεσθαι, είναι ωμές, σκληρές, βάναυσες, για την θωριά που θα χουχουλιάσει , εν αρχή, αναπαυτικά στην αγκαλιά της εισαγωγικής πλακίτσας. Φυσικά και κάποιοι θα πρέπει να θυσιαστούν στο όνομα της ελευθερίας και κάποιοι άλλοι να χύσουν αίμα προκειμένου να προστατευτεί η ελπίδα. Το μήνυμα δεν παύει να είναι αισιόδοξο, φωτεινό και ηλιόλουστο, πολύχρωμο και γελαστό, καταφθάνοντας σαν λυτρωμός, μετά από τις εφόδους κατ οίκον των κουκουλοφόρων και της μυστικής αστυνομίας. Σπιούνων και δοσίλογων που δεν διστάζουν να στείλουν στην κρεμάλα το ίδιο τους το έθνος, εις το όνομα ενός παρανοϊκού, που το μάτι του γυαλίζει πιότερο κι από κεχριμπάρι.

Το διαόλι το πιτσιρίκι θέλεις να ανέβεις στο εκράν, να το βουτήξεις και να το τσιμπάς από αγάπη και τσατίλα ταυτόχρονα, σαν λούτρινο, για ώρες. Καμία σχέση με τις μόστρες των αντιαισθητικών και ενοχλητικών μικρομέγαλων ηθοποιάκων, ο εκπληκτικός τσουλουφάτος Roman Griffin Davis, γίνεται ο Jojo Rabbit της καρδιάς μας, που σηκώνει εντέλει το δάχτυλο στον αλλοπρόσαλλο καρικατούρα Χίτλερ. Παθιασμένος φανατικάκιας της νεολαίας, ο σπόρος απορροφά σαν σφουγγάρι την διαφορετική μάθηση που τσουλάει από τις χαραμάδες του παραπετάσματος και κάνει την δική του, we dont need no education, στάση, κερδίζοντας τα εύσημα. Μετάλλια νίκης, που δίνονται τελικά σε όποιο νέο καταφέρει να σπάσει τα δεσμά του κατευθυντήριου The Wall, πετυχαίνοντας να γίνει ο μεγάλος νικητής, ο ήρωας. Έστω και για μια μέρα...

Τζότζο (Jojo Rabbit) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Ιανουαρίου 2020 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Cats PosterCats
του Tom Hooper. Με τους James Corden, Judi Dench, Jason Derulo, Idris Elba, Jennifer Hudson, Ian McKellen, Taylor Swift, Rebel Wilson, Francesca Hayward.


Του Ματς!
του zerVo (@moviesltd)

Ντρέπομαι που το ομολογώ, αλλά φαν του θεάτρου δεν είμαι. Σε αντίθεση φερειπείν με το ότι μπορώ να ξεχαστώ για 15 συνεχόμενες ώρες μέσα σε μια κινηματογραφική αίθουσα (πραγματικό γεγονός, στα διεθνή φεστιβάλ άλλωστε το νούμερο είναι καθημερινότητα), στην πρόζα στο δωδέκατο λεπτό, θα αρχίσω να τσεκάρω το ρολόι μου. Εξαίρεση σε αυτό μου το γούστο, ορίζουν δύο θεατρικά είδη. Η όπερα και το μιούζικαλ. Αμφότερα νιώθω να με εισάγουν σε έναν παράδεισο φαντασμαγορίας, συνδυασμένης με έναν μοναδικό τρόπο με το διάχυτο συναίσθημα που ξεπηδά από το σανίδι, μεταφέροντας με σε έναν κόσμο άλλο, εξωπραγματικό. Συνεπώς δεν έχει υπάρξει ακόμη, τις τελευταίες δεκαετίες, μεγάλη παράσταση των δύο genre που δεν έχω παρακολουθήσει. Άρα και όλα - όσα - έργα του λατρεμένου Webber, με τον χ - ψ θίασο έχουν εκδράμει στον τόπο μας. Που θέλω να καταλήξω? Προς το παρόν πουθενά, απλά χτίζω το μονοπάτι της μετέπειτα επεξήγησης μου, στο που ακριβώς δεν βρήκε διάνα το τόσο ακριβό και διαφημισμένο πρότζεκτ των Cats.

Cats Quad Poster
Ακόμη ένα υγρό και κρύο σούρουπο πέφτει στο Λονδίνο και πλάι στις γκρίζες όχθες του Τάμεση, τα τετράποδα γατιά βγαίνουν την νυχτερινή τους τσάρκα. Άξαφνα, μια σκουπιδοσακούλα τσακίζεται ανάμεσα στην φράξια των αμέτρητων αδέσποτων, με μια καλοζωισμένη γατούλα να ξεπετιέται από μέσα του. Είναι η Βικτόρια, μια λουστραρισμένη οικόσιτη πούσι, που πλέον πρέπει να μάθει να διαβιώνει στα σκοτάδια του δρόμου. Και το πρώτο της μέλημα θα είναι γνωρίσει, ένα προς ένα, τουλάχιστον τις πιο κοντινές jellicles, που στο εξής θα αποτελέσουν την κομπανία της.

Δηλαδή ο αέρινος σούπερ αστέρας της ομήγυρης Ραμ Ταμ Τάγκερ, ο καλοσυνάτος με τις ταχυδακτυλουργικές (αν)ικανότητες Μίστερ Μιστόφελης, ο χοντρομπαλλάς, μια φορά κι έναν καιρό αριστοκράτης Μπάστοφερ Τζόουνς, τα χαζούλικα διδυμάκια Μάνγκοτζέρι και Ραμπλτίζερ, ο μυστηριώδης γάτος του σιδηροδρομικού σταθμού Σκίμπλσανκς, ο ιδιότροπος, όσο και έμπειρος χάρη στην γνώση που του δίνουν τα χρόνια του, Γκας, η παχουλή φαγάνα Τζενιένιντοτς, η ξεπεσμένη παλιά καλλιτεχνική δόξα Γκριζαμπέλα, και η σεβάσμια γερόντισσα Ολντ Ντεουτερόνομυ.

Με το ολόγιομο φεγγάρι να έχει απλώσει το φως του πάνω από την βρετανική πρωτεύουσα, τα γατιά καλούνται να συμμετάσχουν στην παραδοσιακή τους, ετήσια γιορτή, από όπου θα αποφασιστεί ποιο από όλα, θα είναι εκείνο που θα κερδίσει μια δεύτερη ευκαιρία ζωής, ταξιδεύοντας προς τον φωτεινό, ολοκαίνουργο, ονειρικό άλλο κόσμο. Αν στην διαδικασία δεν παρέμβει ο αποξενωμένος και μοναχικός μουντζούρης Μακάβιτυ, που με δόλιο τρόπο, θα επιχειρήσει να κλέψει για τον εαυτό του το χρίσμα.

Θρυλικό το μουσικοχορευτικό, αυτό, αριστούργημα, που με την χρήση των στίχων του TS Elliott από το έργο του Old Possum's Book Of Practical Cats, μελοποιημένων από τον μοναδικό Sir Andrew Lloyd, εξελίχθηκε σε μια από τις πιο ονομαστές επιτυχίες όλων των εποχών, σε Γουέστ Εντ και Μπρόντγουει. Μια διαχρονική, γεμάτη νοσταλγία και (όχι επιτηδευμένη) συγκίνηση, που μέσα από τις καθημερινές ιστορίες των εφτάψυχων όντων, με αλληγορία αναπαριστά τον μικρόκοσμο των μοναδικών (υποτίθεται) λογικών υπάρξεων του κόσμου μας. Και η αλήθεια είναι πως στο θέατρο, σε ένα και μόνο σκηνικό που δεν εναλλάσσεται ποτέ, είτε αυτό απεικονίζει ένα βρωμερό σοκάκι, είτε μια άφωτη ταράτσα, τα λίγα τετραγωνικά εξέλιξης της δράσης, περιορίζουν το μάτι, ώστε να μην ξεφύγει και χάσει το πραγματικό νόημα.

Το αντίθετο από ότι συνέβη στην περίπτωση του απίθανου και άριστου σε σχεδιασμό, στήσιμο, εκτέλεση και οργάνωση παραγωγής, πονήματος που μας σερβίρει ο αξιότιμος Tom Hooper. Που φαντάστηκε πως αν η αφήγηση αποδρούσε από το στενό ντεκόρ των τριών υπονόμων, των τριών σκόρπιων ελαστικών, των μερικών σκουπιδοτενεκέδων και του σαπισμένου στην γωνιά σαραβαλακίου, τριγυρίζοντας μέσα σε μια (κινηματογραφικού χρόνου) νυχτιά από άκρου εις άκρο των καλντεριμιών της Λόνδρας του παλιού αιώνα, θα όριζε και την απόλυτα ανανεωτική άποψη πάνω στο παραμύθι. Φάουλ!

Με την έξυπνη χρήση της απορημένης ως παρατημένης Βικτόριας, που ουσιαστικά υπάρχει για να μπορέσει ο θεατής να δει την υπόθεση μέσα από τα μάτια της, το έργο σινεματικά, ακολουθεί την τροχιά του ορίτζιναλ, κτίζοντας το ένα βίντεο κλιπ παρουσίασης κάθε γάτου μετά το άλλο, προβάλλοντας περσόνες που - δεν μπορεί - όλο και κάποιος παρατηρητής θα εντοπίσει τον εαυτό του. Χολιγουντιανό υπερθέαμα λες? Και έτσι ακριβώς είναι. Μπορεί όμως το σύνολο των CGI τρικς που έχει σαν όπλα στα χέρια του πια ο κάθε δημιουργός, να υποκαταστήσουν την ψυχή του αριστοτεχνικά φιλοσοφημένου πρωτότυπου? Εννοείται πως όχι. Ακόμη κι αν για τους μυημένους μιούζικαλ φανς, τα πάντα κυλούν νεράκι, με τις ελάχιστες ανατροπές από το αρχικό έργο να δείχνουν ενδιαφέρουσες, καθώς ο ο Hooper δεν έδειξε την παραμικρή φειδώ στην προσθήκη όσο το δυνατόν περισσότερων καλλωπιστικών σεκάνς. Και ομαδικό μπαλέτο ακριβείας και αριστοτεχνικό ταπ ντανς και αναρριχήσεις στον αέρα σε μπαλόνια και ακροβατικά και φανφάρες και τυμπανοκρουσίες. Δεν είναι αυτό αγαπητέ μου το νόημα, τουλάχιστον ετούτου εδώ του έργου.

Σχεδιασμένοι κατά κύριο λόγο οι μασκαρεμένοι χαρακτήρες σε πανάκριβους υπολογιστές, πιότερο φέρνουν σε ανθρωπόμορφα ζωάκια, παρά σε γατούλες, όπως εκτιμώ θα έπρεπε. Στο κάστινγκ δε, δόθηκε όπως αποδείχθηκε τελικά, μεγάλος ζήλος, στο να εντοπιστούν τόσο οι ιδανικοί ηθοποιοί, που διαθέτουν και το χάρισμα του τραγουδιστή (James Corden, Rebel Wilson, Jennifer Hudson) όσο και πιο δυνατοί υποκριτικά, για να στηρίξουν τους πιο απαιτητικούς και περίπλοκους ρόλους (Mc Kellen και Dench φυσικά ξεχωρίζουν ξανά). Παρότι όμως μοιάζει με μέγιστο επίτευγμα το γενικό οπτικοακουστικό σύνολο, ποτέ δεν κατορθώνει να φτάσει στην μαγεία του ζωντανού, στο απαράμιλλο φίλινγκ που γεμίζουν την πλατεία οι live ανασεμιές, γρατσουνίσματα, ξυσίματα, νιαουρίσματα και γουργουρητά των θεατρικών γατιών. Αδικείται το σινεμά, ειδικά ετούτο του μεγαλοσχήμονος θεάματος, από μια τέτοια κομπάριζον. Δεν πειράζει, ας υπάρχει. Για όλους εμάς, που μια εναλλακτική του γνωστού, βερσιόν, δεν μας χαλάει διόλου...

Cats Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Δεκεμβρίου 2019 από την Tulip Ent.!
Περισσότερα... »

Οι Δύο Πάπες (The Two Popes) PosterΟι Δύο Πάπες
του Fernando Meirelles. Με τους Jonathan Pryce, Juan Minujín, Anthony Hopkins, Luis Gnecco, Sidney Cole, Lisandro Fiks.


Pope-Com
του gaRis (@takisgaris)

Η Καθολική εκκλησία έχει κατά καιρούς προσφέρει γόνιμο έδαφος κινηματογραφικής εκμετάλλευσης που, στο κατόπι της γιγάντωσης του σκανδάλου παιδοφιλίας κατά την προηγούμενη δεκαετία, έβγαλε λαγούς στo ψηφιακό παλκοσένικο (από το οσκαρικό Spotlight ως τις cheeky παρουσίες των Jude Law - John Malkovich σε ρόλο Ποντίφικα στη μικρή οθόνη). Το 2013 υπήρξε κομβικό για τους Καθολικούς, όταν για πρώτη φορά στα εξακόσια τόσα χρόνια ο Πάπας Βενέδικτος ο 16ος, κατά κόσμον Γιόζεφ Άλοϊς Ράτσινγκερ (γερμανικής καταγωγής) χρειάστηκε να παραιτηθεί, προφασιζόμενος λόγους υγείας. Διάδοχός του ο αργεντίνος καρδινάλιος Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο, ο επονομαζόμενος Πάπας Φραγκίσκος. Αλλαγή φρουράς στην ηγεσία με γρήγορα εμφανείς συνέπειες ένθεν κακείθεν στο πλήρωμα του 1.2 δισεκατομμυρίου πιστών, με τη μπαλάντζα να γέρνει προς ανακούφιση μεριά, ένεκα της απλότητας και του ανθρωπισμού του Francis ύστερα από τον συντηρητισμό της θητείας Benedict.

Οι Δύο Πάπες (The Two Popes) Quad Poster
O μπραζιλέιρο Fernando Meirelles των οσκαρικοτάτων City of God και The Constant Gardener δηλώνει κατά κύριο λόγο απών έκτοτε και οπωσδήποτε δαύτη η φετινή επιστροφή, ως prestige awards entry για το Netflix, έρχεται να κουμπώσει στο εξαιρετικό ενδιαφέρον cineπαρξης δυο βετεράνων Ουαλών στους πολύκροτους ρόλους των δυο Πάπηδων, ονομαστικά τους Sir Anthony Hopkins (Benedict) και Jonathan Pryce (Francis, θυμήσου τον στο πρόσφατο The Wife ως σύζυγο της Glenn Close). Συνεπικουρούμενο από το χιουμοριστικά τσιγκλιστικό σενάριο του Anthony McCarten (οποίος έχει χτυπήσει πόρτα Ακαδημίας τρεις φορές σε μια 5ετία, προσμετρώντας τα Theory of Everything και Darkest Hour, χώρια το περσινό ανέλπιστο χιτ Bohemian Rhapsody), ο Meirelles παίζει πινγκ-πονγκ εστιάζοντας σε ένα εκπληκτικό ερμηνευτικό two - hander που επίσης καταλήγει σε ακριβοδίκαιες οσκαρικές υποψηφιότητες για Pryce - Hopkins (Lead & Supporting Actor αντίστοιχα). Σημειωτέον ότι, διόλου τυχαία τα αποπάνω σενάρια του McCarten έχουν ήδη χαρίσει χρυσούν αγαλματίδιο σε Redmayne - Oldman - Malek. Τρελό;

Δε νομίζω. Οι φανταστικοί αλλά απολύτως γαργαλιστικά απομυθοποιητικοί διάλογοι ανοίγουν δρόμους για τους δυο φορτσάτους Πάπηδες να θέσουν επί τάπητος της ψηφιακά αναπαριστάμενης Καπέλα Σιστίνα, άπαντα τα φλέγοντα ζητήματα περί αναδιάρθωσης του Καθολικισμού, ώστε να ξαναπιαστεί σφυγμός του δυσαρεστημένου ποιμνίου. Οι προσωπικές ανασφάλειες, οι χαριτωμένες εμμονές, οι έντονες αντιθέσεις και οι τυραννικές ενοχές αμφοτέρων που έρχονται από το σκοτεινό πολιτικά παρελθόν, γίνονται καμβάς χρωμάτων, που σχεδόν αποσπά την προσοχή από τις χτυπητές γκέλες της σκηνοθεσίας του Meirelles. Διότι κάθε φορά που η κάμερα πισωγυρίζει σε γουηκιπήντια στάιλ προς ιχνηλάτηση του αργεντίνικου μπάκστορι του Πάπα Φραγκίσκου ως Καρδινάλιος Μπερτόλιο, χάνεται ο ειρμός, μπερδεύεται το ύφος και κρεπάρει ο ρυθμός της ταινίας.

Κατανοώ πως ο Fernando αισθάνεται εντός έδρας περιγράφοντας τα χρόνια μιας λατινοαμερικάνικης χούντας όμως οι Δυο Πάπηδες χάνουν γκολ για να βγουν εντελώς οφσάιντ στα τελικά κρέντιτς που δείχνουν τα παιδιά (τα... παιδιά), τα δυο φιλαράκια τα καλά επί του καναπέως να πανηγυρίζουν πίνοντας μπύρες, στον Μουντιαλικό ποδοσφαιρικό τελικό Γερμανίας-Αργεντινής (1-0 οι Αλεμάνοι στην παράταση). Εκειδά θυμάσαι και χαίρεσαι τον Stephen Frears στο The Queen που λαφροπατά στο τόσο - όσο χωρίς να μπακαλίζει το χιούμορ του ένα πράμα. Οι Two Popes είναι μια χάρμα οφθαλμών ερμηνευτική παρλάτα, μια Pope - Comedy που άνετα παρακολουθείται. Δίκαια επίσης θα χάριζε ένα δεύτερο όσκαρ στον Sir Hopkins αν δεν διανύαμε την χρονιά του Brad Pittκι αν δεν έβγαζε εκκωφαντικά κουκουλωτικό θόρυβο (δες τη συγκεκριμένη σκηνή εξομολόγησης για να με θυμηθείς) εκεί που θα έπρεπε να θέσει τον δάκτυλον, επί τον τύπο των ήλων.

Οι Δύο Πάπες (The Two Popes) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 12 Δεκεμβρίου 2019 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Ενωμένες Πατούσες (Pets United) - Trailer / Τρέιλερ PosterΠοτέ νικημένες! Με φόντο μία φουτουριστική μητρόπολη, οι Ενωμένες Πατούσες  (Pets United) είναι μία διασκεδαστική και ευφάνταστη ταινία κινουμένων σχεδίων για μια παρέα από παραχαϊδεμένα κατοικίδια και έναν περπατημένο αδέσποτο σκύλο, που πρέπει να ξεπεράσουν τις προκαταλήψεις τους και τον ίδιο τους τον εαυτό για να σώσουν τον κόσμο από τα δαιμόνια Ρομπότ. Μία παρέα από κακομαθημένα, εγωιστικά κατοικίδια, με αρχηγό τη λουσάτη γάτα Μπελ, βρίσκουν τον μπελά τους, όταν οι μηχανές που διοικούν τη Ρόμπο Σίτι, την υπερσύγχρονη μητρόπολη στην οποία ζουν και βασιλεύουν, εκτροχιάζονται και παίρνουν την εξουσία, με αποτέλεσμα να το σκάσουν όλοι οι άνθρωποι για να σωθούν. Χωρίς αφεντικά πια, η Μπελ, ο φασιαριόζικος ποταμόχοιρος Σόφι και το καμαρωτό κανίς Ρονάλντο, που έχουν συνηθίσει σε μία ζωή άνεσης και πολυτέλειας, πρέπει να συμμαχήσουν με τον αδέσποτο σκύλο Ρότζερ και τον φιλαράκο του Μπομπ, το μόνο φιλικό ρομπότ στην πόλη. Μόνο ενωμένα μπορούν να επιβιώσουν και να σώσουν τα σπίτια τους, την πόλη και ίσως ολόκληρο τον κόσμο.

Ενωμένες Πατούσες (Pets United) - Trailer / Τρέιλερ Movie

Στην ελληνική μεταγλώττιση ακούγονται οι Κουρλαμπάς Θανάσης, Παπαστάθης Βασίλης, Κατσακούλη Μελίνα, Παλαιολόγου Τάνια, Ευαγγελάτος Ανδρέας, Κακανάς Κωνσταντίνος, Σιούλης Σταύρος, Παπαδάτος Δημήτρης, Στάικου Ιφιγενεια

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 23 Ιανουαρίου 2020 από την Tanweer!

Περισσότερα... »