Νίνα (Nina) ΠόστερΝίνα

της Cynthia Mort. Με τους Zoe Saldana, David Oyelowo, Ronald Guttman, Keith David, Ella Joyce, Ella Thomas, Ken Davitian, Kevin Mambo, Chuma Gault, Mike Epps, Vivie Eteme, Michael Vartan


«To Be Young, Gifted and Black»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Αίλουρος!

Η Nina Simone γεννήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου του 1933, στην πόλη Τρίον της Βόρειας Καρολίνας. Το πραγματικό της όνομα ήταν Eunice Kathleen Waymon. Ήταν το έκτο παιδί ενός ιεροκήρυκα. Αυτό που από μικρή ήθελε, ήταν να γίνει πιανίστρια για κοντσέρτα. Για να πραγματοποιήσει το όνειρό της, βοήθησαν αρκετοί άνθρωποι από την πόλη της. Τελικά, κατάφερε να γίνει δεκτή στο ονομαστό Juilliard School of Music, στη Νέα Υόρκη, όπου σπούδασε μουσική και πιάνο. Όταν όμως ζήτησε να γίνει δεκτή στο πολύ πρεστιζάτο Curtis Institute of Music στη Φιλαδέλφεια, η αίτησή της απορρίφθηκε. Η Eunice θεώρησε ότι αυτό έγινε εξαιτίας του χρώματος του δέρματός της. Μεγαλώνοντας, άρχισε να χρησιμοποιεί το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο, αυτό με το οποίο έγινε αργότερα παγκοσμίως γνωστή, προκειμένου να «ξεγλιστρήσει» από θρήσκα μέλη της οικογένειάς της, που δεν καλοέβλεπαν την ανάγκη της να βγάζει χρήματα παίζοντας τη μουσική του… διαβόλου, σε ένα νάιτκλαμπ στο Ατλάντικ Σίτι. Όταν σε ένα τέτοιο κλαμπ της είπαν πως θα πρέπει να συνοδεύει με τη φωνή της τα δικά της ακομπανιαμέντα, εγκαινιάστηκε η καριέρα της ως τραγουδίστρια της τζαζ. Αλλά η τζαζ δεν ήταν το μοναδικό μουσικό είδος με το οποίο ασχολήθηκε η Simone. Τα πήγε περίφημα στη σόουλ, στο R&B, στο γκόσπελ, στη φολκ, ακόμα και στην ποπ αλλά και στην κλασική μουσική. Πέθανε στις 21 Απριλίου του 2003, σε ηλικία 70 ετών. Στην καριέρα της ηχογράφησε 40 περίπου δίσκους αυθεντικούς (αφαιρούμε δηλαδή best of και live δίσκους) και μόνο στην τελευταία δεκαετία της ζωής της πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο δίσκους! Ήταν πολύ περισσότερο αγαπητή στην Ευρώπη παρά στην πατρίδα της. Έτσι κι αλλιώς, επέλεξε ένα ιδιότυπο είδος αυτοεξορίας, ζώντας επί πολλά χρόνια στη Γαλλία.

Νίνα (Nina) Poster Πόστερ
Οι εκδοχές της στα κλασικά «I Put a Spell on You», «Don’t Let Me Be Misunderstood», «Lilac Wine», «Ain’t Got No, I Got Life» και «Wild is the Wind» έχουν μείνει για πάντα χαραγμένα στη μνήμη του κοινού. Δεν ακολούθησε ποτέ τον εύκολο δρόμο τού να κοπιάρει τα πρωτότυπα κομμάτια, αντίθετα, έκανε δραστικές επανερμηνείες τους: χαρακτηριστικά παραδείγματα το «Suzanne», το «My Way» και το «Everyone’s Gone to the Moon». Η μουσική της συνεχίζει να ακούγεται στις τέχνες. Κομμάτια της έχουν διασκευαστεί εκτενώς από άλλους καλλιτέχνες κι έχουν χρησιμοποιηθεί σε ταινίες όπως το «Watchmen», το «Ο δρόμος της επανάστασης» και το «Πριν το ηλιοβασίλεμα», όπου η Julie Delpy χορεύει στο ρυθμό του «Just In Time» και κάνει μία μίμηση της Nina Simone, προς το φινάλε εκείνης της ταινίας.

Η υπόθεση: Βόρεια Καρολίνα, 1946. Η νεαρή Nina Simone (πριν αρχίσει να χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ψευδώνυμο) ετοιμάζεται να παίξει σε ένα τοπικό ρεσιτάλ, αλλά δεν δέχεται να ξεκινήσει μέχρι να καθίσουν οι γονείς της στις μπροστινές θέσεις. Πολλά χρόνια αργότερα, η Nina κάθεται στο γραφείο της δισκογραφικής εταιρείας της, όπου και την ενημερώνουν για τελευταία φορά ότι έχει δώσει τα πνευματικά δικαιώματα των τραγουδιών της, αλλά και τα λεφτά που βγαίνουν από αυτά, στην εταιρεία. Κι ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας προσπαθεί να την πείσει ότι τα έχουν ξαναπεί πολλές φορές, η Nina βγάζει ένα όπλο κι ετοιμάζεται να τον πυροβολήσει.

Μετά από αυτό το συμβάν, τη συλλαμβάνουν και τη βάζουν σε μία ψυχιατρική κλινική, όπου και γίνεται διάγνωση ότι πάσχει από μανιοκατάθλιψη. Στην κλινική την φροντίζει ένας νοσοκόμος, ο Κλιφ Χέντερσον, ο οποίος την αναγνωρίζει επειδή η μητέρα του ήταν μεγάλη θαυμάστριά της. Όταν εκείνη παίρνει εξιτήριο, του ζητάει να την ακολουθήσει ως προσωπικός της βοηθός. Από εκεί και πέρα, τα πράγματα χειροτερεύουν. Η Nina είναι απρόβλεπτη, επιθετική, άναρχη, κοιμάται όλη την ημέρα, πίνει συνεχώς αλκοόλ και δεν δείχνει καμία διάθεση για δημιουργία. Παρ’ όλα αυτά, ο Κλιφ στέκεται δίπλα της, αρχίζοντας μόνος του να ξεδιπλώνει όλη τη δραματική ιστορία της και προσπαθώντας να τη βοηθήσει επίμονα και στοργικά να σταθεί και πάλι στα πόδια της.

Η άποψή μας: Το καλό με την ταινία Νίνα (Nina) είναι η μικρή της διάρκεια. Εντάξει, ένα από τα καλά. Γιατί έχει και καλά και κακά. Με περισσότερα τα κακά. Στατιστικώς μιλώντας! Η ταινία λοιπόν επικεντρώνεται κυρίως στο χρονικό εκείνο διάστημα της ζωής της σπουδαίας καλλιτέχνιδας, από τη στιγμή που γνώρισε τον Χέντερσον, μέχρι το θάνατό της. Βλέπουμε σε φλασιές σπουδαίες άλλες στιγμές της ζωής της, αλλά εστιάζει σε αυτό το συγκεκριμένο διάστημα. Μόνο που μας λέει λίγα – αλλά δομικά – ψεματάκια. Πχ, ο Χέντερσον ήταν γκέι. Δεν διευκρινίζεται ποτέ αυτό στην ταινία. Μόνο μια μικρή υπόνοια αφήνεται. Κυρίως, όμως, η ταινία κουβαλάει επάνω της πολλές παθογένειες, διαφωνίες, αντιθέσεις, αντιπαλότητες, που προηγήθηκαν πριν να πάρει την τελική της μορφή. Πχ, η σκηνοθέτιδα μήνυσε την εταιρία παραγωγής, τα περίφημα Ealing Studios Enterprises Limited, καθώς αθέτησαν τη συμφωνία που είχαν κάνει, που της έδινε απόλυτο έλεγχο από το σενάριο μέχρι το τελικό μοντάζ πάνω στην ταινία. Κι ας είναι αυτή η πρώτη της σκηνοθετική δουλειά!

Οι εργοδότες της όμως αποφάσισαν να μοντάρουν όπως ήθελαν εκείνοι την ταινία, με αποτέλεσμα η Mort να την έχει αποκηρύξει, καθώς το τελικό προϊόν δεν συνάδει με το δικό της όραμα στην παρουσίαση της Nina Simone ως γυναίκας, μουσικού και ακτιβίστριας για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Επίσης, το Nina Simone Foundation, ήταν εντελώς αρνητικό στο να υποδυθεί τη Nina Simone η Zoe Saldana, μια Πορτορικανής καταγωγής ηθοποιός, που δεν είναι τόσο... μαύρη όσο η Simone! Μάλιστα, όταν η Saldana δήλωσε σε ένα της τουίτ πόσο περήφανη αισθάνεται που υποδύθηκε τη Nina, το Ίδρυμα της απάντησε κάτι του στυλ «Τη Νίνα δεν θα την ξαναπιάσεις στο στόμα σου. Τη Νίνα». Η κόρη της Simone είχε δηλώσει πως η μητέρα της πριν πεθάνει είχε δηλώσει πως θα ήθελε να την υποδυθεί η Whoopi Goldberg. Καμία σχέση με τη Saldana δηλαδή! Και τα παραθέτω όλα αυτά εδώ για να καταλάβετε πως υπήρξε κακό κάρμα γύρω από αυτήν την ταινία.

Η οποία μάλιστα προβάλλεται στη χώρα μας και με δύο χρόνια καθυστέρηση από την πρώτη της έξοδο στις αίθουσες!!! Που, κι έτσι δεν μπορείς να τη χαρακτηρίσεις «κινηματογραφική έξοδο», καθώς σε αίθουσες βγήκε μόνον στις ΗΠΑ, την ίδια μέρα (στις 22 Απριλίου του 2016) που βγήκε και σε vod (video on demand)!!! Κατά τα άλλα, είναι μια βιογραφία από αυτές που καταλαβαίνεις πέντε έξι πράγματα για το βιογραφούμενο πρόσωπο, αν δεν ήξερες κάτι γι' αυτό πριν δεις την ταινία! Which is a good thing! Επίσης, δεν είναι αγιογραφία: παρουσιάζονται σε όλες τις γραφικές τους λεπτομέρειες όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που έδειχναν πως παράλληλα με το να είναι σπουδαία καλλιτέχνις, η Simone ήταν άνθρωπος, άρα είχε προτερήματα και ελαττώματα. Ελαττώματα, που δεν τα κρύβει η ταινία.

Ήταν αλκοολική, με μια παράξενη σχέση με το χρήμα, με μάλλον καθόλου μητρικό φίλτρο (ή εν πάση περιπτώσει, έβαζε τη δουλειά της πάνω από την οικογένεια), και με έναν χαρακτήρα εκρηκτικό, λόγω της ασθένειάς της όμως, καθότι διπολική. Κι αυτό, όμως, τελικά, παγίδα είναι! Θέλω να πω, ok, μην δούμε μια αγιογραφία, αλλά να δούμε μια ταινία με όλα τα αρνητικά του βιογραφούμενου προσώπου σε πρώτο πλάνο; Επίσης, η σχέση της με τον νοσοκόμο της, που έγινε εντέλει και μάνατζέρ της, ε, δεν μπορεί να είναι κεντρικός άξονας της δραματουργίας. Ιδίως από τη στιγμή που ο χαρακτήρας του Χέντερσον φαντάζει ιδιαζόντως... αδιάφορος. Κι ερμηνεύεται ανάλογα και από τον Oyelowo! Το παράξενο είναι πως τόσο ο Oyelowo όσο και η Saldana είναι και παραγωγοί της ταινίας, άρα, ήξεραν εξαρχής περί τίνος πρόκειται και παρ' όλα αυτά, το προχώρησαν. Τι να πεις...

Η Saldana, που δεν είναι καμιά ιδιαίτερη ηθοποιός (είναι όμως κουκλάρα) δεν τα πάει άσχημα στην ερμηνεία της. Κάτω από πολύ μέικ-απ για να φαίνεται κατάλληλα μαύρη (!!!) πιάνει τις λεπτές εκείνες αποχρώσεις στον βιογραφούμενο χαρακτήρα και τις περνάει στο κοινό, στους θεατές που παρακολουθούν. Νιώθουμε τον εφιάλτη που αντιμετώπιζε, καταλαβαίνουμε τη συμπεριφορά της, θαυμάζουμε τις σκηνές μεγαλείου της, τρομάζουμε στις εκρήξεις της. Όλα καλά. Εκτός από το θέμα της ηλικίας βεβαίως βεβαίως. Ποτέ δεν πείθει ως 60άρα, αυτή, μια 30άρα. Και δεν βοηθάνε και σκηνές όπως εκείνη που βγαίνει στο μπαλκόνι της βίλας της με την πετσέτα του μπάνιου και φαίνεται ο κώλος της, δηλαδή, ήμαρτον! Ακούμε και ελάχιστα τραγούδια, μόνο περιφερειακά μας γίνεται γνωστή η δράση της ως ακτιβίστριας, κάποιες γνωριμίες της πχ με τον Richard Pryor ή την Lorraine Hansberry περνάνε εντελώς «στο φτερό». Problem. Στη σκηνογραφία και στα κοστούμια γίνεται καλή δουλειά, αλλά προφανώς, αυτά δεν αρκούν.

Για όσους δεν γνωρίζουν τίποτε για τη μεγάλη αυτή τραγουδίστρια ίσως τούτη η ταινία να αποτελέσει έναυσμα για να την ψάξουν λίγο περισσότερο. Κατά τα άλλα, δεν πείθει για δίωρη κινηματογραφική έξοδο...

Νίνα (Nina) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 24 Μαΐου 2018 από την Odeon!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική