War Horse

του Steven Spielberg. Με τους Jeremy Irvine, Peter Mullan, Emily Watson, Niels Arestrup, David Thewlis, Tom Hiddleston, Benedict Cumberbatch


It’s MY horse, Sir!
του gaRis (@takisgaris)
Το άλογο έχει γίνει μάρτυρας των περισσότερων πολεμικών συρράξεων από κάθε άλλο είδος του ζωικού βασιλείου. Η εκπαίδευση μαχητικών αλόγων έχει τις ρίζες της πίσω στα 1.350 Π.Χ. Το ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, σήμανε καθοριστικά την εποχή που το πεδίο των μαχών ήταν περισσότερο επικίνδυνο για τα αξιαγάπητα τετράποδα κτήνη, παρά για τον δίποδο άνθρωπο. Μέσα σε μια μόνη ημέρα, στη μάχη της γαλλικής πόλης Verdun, περίπου 7.000 άλογα θανατώθηκαν, από πυροβολισμούς, κανονιοβολισμούς ή υπερκόπωση και δηλητηριώδη αέρια. Το βρεταννικό Royal Army Veterinary Corps, περιέθαλψε περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια τραυματισμένα άλογα κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου, του πλέον «αχρείαστου» πολέμου στην σύγχρονη ιστορία, από τα οποία το 75% επέστρεψε στα επιχειρησιακά του καθήκοντα. Στο τέλος του Great War, καταμετρήθηκαν 10 εκατομμύρια χαμένες ανθρώπινες ζωές. Άλλα 8 εκατομμύρια άλογα έπεσαν ηρωικά μαχόμενα στο καθήκον.

Ο Steven Spielberg σκηνοθετεί το War Horse, σε σενάριο των Lee Hall (Billy Elliot) και Richard Curtis (Bridget Jones’ Diary), βασισμένο στο ομώνυμο παιδικό διήγημα (1982) του Μichael Morpurgo, που γνώρισε τεράστια θεατρική επιτυχία το 2007 στην Αγγλία. Η ταινία εικονογραφεί τον αδιάρρηκτο δεσμό ενός αλόγου (Joey) και του νεαρού εκπαιδευτή του Αlbert Narracott (Jeremy Irvine). Ο Albert είναι ένα αγροτόπαιδο στην αγγλική επαρχία των αρχών του 20ου αιώνα. Οι ταλαιπωρημένοι από τις κακές συνήθειες (βλ. πιοτί) του πατέρα γονείς του (Peter Mullan και Emily Watson) χρωστούν μέχρι τον λαιμό σε έναν σκληρό, είρωνα γαιοκτήμονα (David Thewlis). Οι Narracotts αγωνίζονται να σπείρουν το χωράφι τους, παρότι ο Joey δεν είναι γεννημένος για την αγροτική ζωή.

Όταν οι καμπάνες αρχίζουν να χτυπούν απειλητικά τον ήχο του πολέμου, ο Albert θα αποχωριστεί τον Joey για να καταταγεί (βλ. ξεπουληθεί από τον πατέρα του) στο ιππικό, θυσία για να σωθεί η οικογενειακή φάρμα. Ο Albert ορκίζεται στον Joey ότι θα σμίξουν ξανά, για να τον ξαναφέρει οριστικά πίσω στο σπιτικό τους. Όμως η οδύσσεια του ηρωικού αλόγου δε φαίνεται να έχει τελειωμό. Μετά το βάπτισμα του πυρός στο βρεταννικό ιππικό - όπου συναντούμε τους αξιωματικούς Tom Hiddleston (Thor) και Benedict Cumberbatch (Sherlock Holmes) μεταξύ των επίδοξων ιδιοκτητών του - στο σύντομο πέρασμα στα χέρια του ηλικιωμένου Γάλλου (Niels Arestrup) καλλιεργητή της αμπέλου και πάππου της χαριτωμένης ορφανής από γονείς εγγονής του, ο Joey θα ανέβει κυριολεκτικά τον προσωπικό του Γολγοθά, προστατεύοντας αλτρουιστικά τον σύντροφό του Topthorn, ένα υπέροχο μαύρο άτι, μέχρι τελικής πτώσεως. Από την ομηρεία υπό τα γερμανικά στρατεύματα ως την πέρα από κάθε λογική πιθανότητα ελπίδα επιστροφής στα πάτρια εδάφη, ο Joey θα ανταμώσει με τον θάνατο πάμπολλες φορές, θα αγαπηθεί πιο πάνω κι από πατρίδα ή σημαία, ενώνοντας στιγμιαία ακόμη και τα αντιμαχόμενα στρατά στην προσπάθεια διάσωσής του.

Λιγότερο από 24 ώρες μετά την πρώτη υπερθέαση (διότι περί υπερθεάματος ο λόγος), ακόμη βουρκώνω ανατριχιάζοντας στη σκέψη των 14 Joeys που σάρωσαν κάθε κριτική μου επιφύλαξη. Βάζω το χέρι μου στη φωτιά ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ζων σκηνοθέτης παγκοσμίως που να έχει αυτή την θεόσταλτη ικανότητα του The Beard να μαριονετάρει με τέτοια μαεστρία τα συναισθήματα του κοινού. Τεθνεότων των John Ford, Stanley Kubrick, David Lean, στην αισθητική αντίστιξη του του Bressonικού Au hasard Balthazar (1966), ο φύσει υπεραισιόδοξος, λάτρης του happy ending Steven, παίζει άνευ αντιπάλου στο πλέον οικείο τερέν. Με την μπαγκέτα του alter-ego του John Williams στην “όπισθεν” τσέπη (είμαι προσεκτικός, μιλάμε για τον απόλυτο PG 13 θρίαμβο), καθοδηγεί βήμα-βήμα αυτό το ψευδο-μεσσιανικό, σιροπιαστό μέχρι σακχάρου, ναι, αλλά τόσο συγκινησιακά φορτισμένο ταξίδι στην uncanny valley, την φωτοστεφανωμένη, υπό του αμφιβληστροειδούς του αποθεωτικού Janusz Kaminski, γη της hollywoodιανής επαγγελίας.

Το War Horse δεν επαίρεται για το υπερθετικό του ensemble cast (δες σχετική απουσία από βραβεύσεις κριτικών τύπου SAG και Golden Globes). Ενδεχομένως θα μπορούσε να είχε τελειώσει 20-30 λεπτά νωρίτερα, σε δύο –τρεις καταληκτικές σκηνές. Όμως ο Spielberg δεν γνωρίζει τι θα πει understatement, ενώ αδυνατεί να πει όχι σε αλλεπάλληλα χτυπήματα συγκίνησης, στα όρια της απόγνωσης, επί του στοχευμένου κοινού του. Οι σκηνές μάχης, χωρίς σχεδόν σταγόνα ρέοντος αίματος, δεν έχουν να ζηλέψουν την αντίστοιχη κατακλυσμιαία, ιστορική πλέον σεκάνς του Saving Private Ryan σε ένταση και αγωνία. O ανθρωπομορφισμός του Joey μας αποστασιοποιεί από το ειλικρινές ενδιαφέρον για την τύχη των ανθρωποηρώων, ειδικά αν τυγχάνουν απειλητικοί για την επιβίωση του λατρευτού τετράποδου. Ο Joey μας ανήκει. Είναι ο πατέρας, ο μικρός μας αδερφός. Είμαστε ο Joey.

Χρειάστηκαν 40 χρόνια καλοφουρνισμένης καριέρας μετά το εντυπωσιακό πρωτόλειο Duel για να φτάσει ο Μούσιας σε αυτό το σημείο. Διπλοστεφανωμένος σκηνοθετικά, να μπορεί να δείξει έναν πόλεμο από την ποιητική του Schindler’s List, την ηρωική κατάθεση στεφάνου του Ryan, έως την λυρικά παιδική naiveté του War Horse. Ο στόχος δεν είναι η οριστική επικράτηση στη φετινή οσκαρική κούρσα, όπου τα πράγματα έχουν οριστικά κριθεί υπέρ του ξελογιαστικού, εύγλωττα βωβού The Artist. Δεν ήταν αυτή η επιδίωξη. Το Lincoln έρχεται του χρόνου, με τεράστια φόρα και τον Daniel Day Lewis στον ομώνυμο ρόλο. O Steven λατρεύει τα άλογα, ενθουσιάστηκε με τη συγκεκριμένη θεατρική παραγωγή, επιθυμούσε να μυήσει στον τρόμο του πολέμου με τον πιο ανώδυνο τρόπο τη νεότερη γενιά και, φυσικά, να θριαμβεύσει εισπρακτικά, γιατί το δημαγωγικό επιχείρημα είναι το μόνο που ηχεί πειστικά στα δημιουργικά του ώτα.

Η σύζυγος που στωικά με συνόδευσε στην χριστουγεννιάτικη προβολή, στο πρώτο 20λεπτο παρατήρησε την υπερβολικά bookended γλαφυρότητα, την επόμενη μία ώρα με καταράστηκε ελαφρώς για το μαρτύριο που της έλαχε να συμπάσχει μαζί με τον ultra cute Joey, ενώ μετά τα λυτρωτικά end credits, με διαβεβαίωσε ότι τέτοιες συγκλονιστικές εμπειρίες βιώνονται μονάχα μια φορά, για να κρατήσουν τη μαγεία αμετρίαστη παντοτινά. Αλήθεια, μόνο μία φορά; Μην παίρνεις όρκο αγάπη μου…






Στις δικές μας αίθουσες, στις 19 Ιανουαρίου 2012 από την Feelgood



0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική