Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Poster ΠόστερΤο Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο
του Dominique Rocher. Με τους Anders Danielsen Lie, Golshifteh Farahani, Denis Lavant, David Kammenos.


«All you zombies hide your faces...»
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Κιθαρίστας ή ντράμερ;

Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Dominique Rocher. Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο φεστιβάλ ταινιών πρωτοεμφανιζόμενων Ευρωπαίων δημιουργών Premiers Plans D'Angers τον Ιανουάριο του 2018. Από τότε έλαβε μέρος σε μια σειρά από φεστιβάλ, όπως εκείνα του Ρότερνταμ, του Τουρίνου και της Τραϊμπέκα.

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde)  βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Pit Agarmen (αναγραμματισμός και ψευδώνυμο του Martin Page). Τον πρωταγωνιστή της ταινίας Anders Danielsen Lie τον γνωρίσαμε από τις ταινίες του Νορβηγού συμπατριώτη του Joachim Trier «Reprise» (2006) και Όσλο, 31 Αυγούστου (Oslo, 31. August, 2011). Παίζει και στην ταινία «22 July» του Paul Greengrass (αγορασμένη από το Netflix) όπου υποδύεται τον Anders Behring Breivik!

Η υπόθεση: Ο Σαμ είναι ένας μοναχικός 30something άντρας, που ζει στο Παρίσι. Έχει χωρίσει με τη φίλη του και πηγαίνει στο διαμέρισμά της για να πάρει κάποια αγαπημένα του πράγματα (βασικά, κασέτες) που είχε αφήσει εκεί. Στο διαμέρισμα, όμως, γίνεται ένας μικρός χαμός: η πρώην του έχει ετοιμάσει ένα πολυπληθές πάρτι. Η… παραλαβή καθυστερεί πολύ και ο Σαμ εκνευρίζεται. Τον χτυπάει κι ένας θαμώνας του πάρτι στη μύτη, αιμορραγεί, πάει στα ενδότερα, βρίσκει τα πράγματα, αλλά παίρνει κι έναν υπνάκο μακριά από το αγριεμένο πλήθος. Όταν ξυπνάει βιώνει την αποκάλυψη: επιδημία ζόμπι έχει σαρώσει την πόλη! Οι ζωντανοί νεκροί είναι σε διάφορα διαμερίσματα αλλά και στους δρόμους του Παρισιού, επιθυμώντας διακαώς σάρκα! Μετά το αρχικό σοκ, ο Σαμ οργανώνεται: καθιστά το διαμέρισμα όπου βρίσκεται μη προσβάσιμο στα ζόμπι και βρίσκει φαγητό σε κονσέρβες και όπλα από διπλανά διαμερίσματα. Επιβιώνει. Παίζει ντραμς, ακολουθεί ρουτίνα, όλα καλά. Από κάποια στιγμή και πέρα, όμως, αρχίζει αυτό που αγαπούσε, η μοναξιά δηλαδή, να του γίνεται βάσανο. Ο Σαμ φτάνει στα όριά του. Είναι κατά πως φαίνεται ο μοναδικός επιζών σε ολόκληρο το Παρίσι. Ή μήπως όχι;

Η άποψή μας: Στον «Ναυαγό» τουλάχιστον, ο Tom Hanks είχε την μπάλα του βόλεϊ με το αίμα από την παλάμη του επάνω της, για να μιλάει και να περνάει την ώρα του. Εδώ, ο Σαμ, προσπαθεί να τη «βγάλει καθαρή» αλλιώς. Ακούει μουσική, ακούει ένα ηχογραφημένο κομμάτι μιας συνομιλίας ενός παιδιού με έναν ενήλικο, παίζει ντραμς, πυροβολεί με paintball τους νεκροζώντανους, μαζεύει βρόχινο νερό κι από καμιά φορά προσπαθεί να επικοινωνήσει με το ζόμπι που έχει εγκλωβίσει στο ασανσέρ της πολυκατοικίας όπου βρίσκει καταφύγιο. Στην αρχή τουλάχιστον, δεν φαίνεται να τον πειράζει η έλλειψη παρέας. Έχει σύστημα, έχει διεξόδους, γεμίζει ο χρόνος του. Είναι μεθοδικός, μελετημένος, γυμνάζεται. Σημειώνει σε τετράγωνα που χαράσσει στα τζάμια των παραθύρων τις ημέρες που περνούν. Σαν τους φυλακισμένους. Σαν τους φυλακισμένους; Μα αυτός είναι ελεύθερος. Ελεύθερος από συμβάσεις! Ελεύθερος από υποχρεώσεις. Ελεύθερος από ψεύτικες σχέσεις! Εντάξει: ελεύθερος... πολιορκημένος.

Τα ζόμπι της ταινίας είναι ταχύτατα. Και ακμαία. Και – αυτό δεν το κατάλαβα ποτέ στις ταινίες με ζόμπι – αφού δεν έχουν τίποτα να φάνε, πώς «επιβιώνουν»; Δεν... πεθαίνουν από την πείνα; Εκείνο το έρμο το γεροζόμπι (πολύ εύστοχη η επιλογή του καρακάλτ Denis Lavant στο ρόλο) μέσα στο ασανσέρ, δεν κάνει τίποτε! Περνάνε οι μέρες, οι εβδομάδες, οι μήνες κι αυτό εκεί, απλά να ανοιγοκλείνει το στόμα! Και ο χρόνος να μην το αγγίζει! Μουάχαχαχαχαχα. Μια ταινία επιβίωσης λοιπόν είναι αυτή σε ένα crossover με φιλμ ζόμπι θεματικής. Η επιτυχία της βασίζεται στο γεγονός ότι βάζει στο επίκεντρο ως πρωταγωνιστή έναν μέσο, κανονικό άνθρωπο, με τον οποίο ο κάθε θεατής μπορεί να ταυτιστεί. Και η ερμηνεία του Anders Danielsen Lie είναι αυτή που πρέπει.

Η... αποτυχία της ταινίας βασίζεται στο ίδιο γεγονός! Δεν έχει τίποτε το εξαιρετικό ο φίλος μας ο Σαμ. Καμιά ιδιαιτερότητα, καμία τρέλα, τίποτε ξεχωριστό, που θα κάνει τον θεατή να ενδιαφερθεί για την πάρτη του και για την τύχη του. Από ένα σημείο και μετά, δηλαδή, το όποιο ενδιαφέρον γεννιέται αρχικά, εξαφανίζεται μέσα στην μπαναλιτέ του τετριμμένου. Μην με παρεξηγείτε: δεν είναι κακή αυτή η ταινία. Καθόλου κακή. Ίσα – ίσα, είναι καλογυρισμένη, έχει ρυθμό, δεν «κρεμάει» και ο σκηνοθέτης της επιθυμεί περισσότερο να κάνει ένα υπαρξιακό δράμα παρά να τρομάξει τους θεατές του. Κι εκεί ίσως χάνει και το παιχνίδι. Γιατί όσοι θα πάνε να δουν την ταινία για την υπόσχεση της σπλατεριάς και του αίματος, θα απογοητευθούν. Από την άλλη, δεν θα... γοητευθούν όσοι μπουν στην αίθουσα γνωρίζοντας περί της αλληγορίας του πράγματος.

Μοναξιά, μοναξιά, αλλά η περίπτωση μια... ολοζώντανη γάτα να γίνει μια interactive παρέα οδηγεί τον ήρωά μας να κάνει κάτι εντελώς παράτολμο κι επικίνδυνο. Και μετά, εμφανίζεται η Σάρα. Σαν σε όνειρο. Κι εδώ, άπειρες οι δυνατότητες εκμετάλλευσης της παρουσίας μιας υπέροχης, πανέμορφης γυναίκας στο πλευρό του Σαμ. Το γεγονός ότι την υποδύεται η λατρεμένη Golshifteh Farahani κάνει τα πράγματα πολύ ενδιαφέροντα. Δυστυχώς... θεωρητικά. Γιατί εντέλει και η Σάρα δεν βοηθά να «ανάψουν» τα αίματα. Είναι άδικο αυτό που θα κάνω, αλλά θα το κάνω: στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών υπήρχε μια γερμανική ταινία στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» που λεγόταν «In My Room». Κι εκεί ο βασικός ήρωας μένει ξαφνικά μόνος στον κόσμο – χωρίς ζόμπι. Απλά, για λόγους που δεν εξηγούνται ποτέ, εξαφανίζονται όλοι οι υπόλοιποι ζωντανοί από προσώπου γης. Η ξαφνική εμφάνιση μιας γυναίκας εκεί, λοιπόν, αλλάζει όλη τη δυναμική της ταινίας και την κάνει ουσιαστικά να παίρνει φωτιά. Εδώ, δυστυχώς, μια φλογίτσα που τρεμοσβήνει... σβήνει τελείως από μια απλή ανάσα.

Και το φινάλε είναι αμήχανο ενώ «περνιέται» για ανοιχτό. Κρίμα. Δεν είναι του πεταματού η ταινία, αστοχεί όμως περισσότερες φορές από όσες πετυχαίνει το στόχο της. Αλλά να το πούμε κι αυτό: εντέλει, η πολύ παρέα με ένα ζόμπι μπορεί να το καταστήσει καλοσυνάτο: αντί να ζητήσει να φάει το μυαλό του ζωντανού διπλανού του, ίσως να θέλει απλά να αποσυρθεί στα ενδότερα. Και να ξαποστάσει. Και ίσως – ίσως – να αναλογιστεί για τη ματαιότητα της ύπαρξης. Ή της ανυπαρξίας...

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) PosterΗ Επιστροφή του Μπεν
του Peter Hedges. Με τους Julia Roberts, Lucas Hedges, Kathryn Newton, Alexandra Park, Courtney B. Vance, Rachel Bay Jones, Michael Esper.


Πόνος...
του zerVo (@moviesltd)

Κανένας πόνος δεν γίνεται να είναι μεγαλύτερος από αυτόν της απώλειας ενός παιδιού. Η φύση άλλωστε το προστάζει να μην είναι ετούτη η πορεία του ύστατου αποχαιρετισμού, από τον γονιό προς το σπλάχνο του, μα η ορθολογική αντίθετη, η πρέπουσα, η σωστή. Σε μια τέτοια άτυπη ιεραρχία ανθρώπινης οδύνης, την αμέσως επόμενη θέση από την αδιανόητη, κατέχει η περίπτωση του να βρίσκεται ο πατέρας σε μόνιμη και διαρκή συνθήκη αγωνίας, μπροστά στον ενδεχόμενο χαμό του, παραβατικού βίου και πιθανότατα εξαρτημένου σε ουσίες, τέκνου του, κατάσταση που κι ο ίδιος παλεύει με νύχια και με δόντια να αποτρέψει το μοιραίο. Και συνήθως, τέτοιου είδους τραγικές εικόνες, λαμβάνουν χώρα σε κατακερματισμένα από τον καημό οικογενειακά πλαίσια, ενόσω οι δυνάμεις των υγειών στερεύουν και οι ασθενείς, παραδίνονται σταδιακά και ανήμπορα στον εθισμό τους. Και τότε ο πόνος, ανεβαίνει στο ψηλότερο σκαλοπάτι. Ben Is Back...

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) Wallpaper
Παραμονή Χριστουγέννων πλησιάζει και τίποτα δεν μοιάζει ικανό να διαταράξει την (φαινομενική) γαλήνη της Χόλι Μπερνς, που προετοιμάζεται να περάσει τις γιορτινές ημέρες μαζί με τα λατρεμένα της πρόσωπα, τον καλοσυνάτο σύζυγό της Νιλ, τα δυο μικρά παιδιά τους, αλλά και την έφηβη Άιβι, θυγατέρα που έχει αποκτήσει από τον πρώτο, αποτυχημένο της, γάμο. Όταν εντελώς ξαφνικά στο κατώφλι του σπιτιού της στα χιονισμένα προάστια της Νέας Υόρκης, θα δει να την καρτερεί, προς τεράστια έκπληξη της, ο μεγάλος της γιος, ο εικοσάχρονος Μπεν, που εδώ και μήνες νοσηλεύεται σε κλινική αποτοξίνωσης, παλεύοντας να κερδίσει την μάχη ενάντια στο βάσανο της ηρωίνης. Παρότι δεν έχει εξασφαλίσει άδεια από το ίδρυμα, όντας καθαρός επί 77 ημέρες και παρακινούμενος από τον θεράποντα του, όπως υποστηρίζει, θα θελήσει να περάσει λίγες ώρες χριστουγεννιάτικης ευτυχίας, μαζί με την φαμίλια του.

Με την παρουσία του να φέρνει ποικίλη αναστάτωση στο σπίτι, η ζορισμένη μητέρα θα δεχτεί να μείνει μαζί τους για μια ολόκληρη ημέρα, αρκεί εκείνος να τηρήσει δύο βασικούς όρους: Να περάσει το τεστ που θα αποδείξει πως στο αίμα του δεν κυλά καμία περίεργη ουσία και το κυριότερο δεν θα χαθεί στιγμή από την προσοχή της, προκειμένου να τον έχει διαρκώς υπό τον έλεγχο της. Καθώς τα λεπτά την λαμπερή αυτή βραδιά θα κυλούν όμορφα για μάνα και γιο, δίνοντας σε εκείνη την εντύπωση πως το παιδί της γιατρεύεται και ξεπερνά τον εφιάλτη, οι σκοτεινές μνήμες του παρελθόντος θα ξυπνήσουν για να τους βυθίσουν ακόμη περισσότερο στην απόγνωση.

Μαρτύριο είναι. Να το θωρείς το παιδί σου σε τέτοια νηφάλια, ήρεμη και γεμάτη ελπίδα κατάσταση, να πιστεύεις ακράδαντα πως έχει προσπεράσει τις δαιμόνιες αντιξοότητες και όμως βαθιά μέσα σου να γνωρίζεις πως ένα και μόνο δευτερόλεπτο αδυναμία είναι ικανό να τον οδηγήσει και πάλι στην καταστροφή. Εξού και η αρνητική στάση του πατριού, που παίρνοντας αφορμή από ένα παρόμοιο περιστατικό - δεν μαθαίνουμε ποτέ ποιο, αλλά είναι προφανές πως σημάδεψε αρνητικά, πολύ πρόσφατα την καθημερινότητα τους - με πρωταγωνιστή τον Μπεν, ζητά, ορθολογικά, να επιστρέψει άμεσα στην κλινική. Ο πόθος της Χόλι να τον κρατήσει για λίγο κοντά της, να κάνουν μαζί μια βόλτα στα καταστήματα, να παρακολουθήσουν την λειτουργία στον ναό, να απολαύσουν αντάμα το γιορτινό γεύμα θα υπερισχύσει. Αλλά και για εκείνην το στοίχημα είναι βαρύ και κρύβει τεράστιες δυσκολίες, αφού δεν πρέπει ούτε στιγμή να τον χάσει από μπροστά της.

Σκηνοθετημένο, αλλά και εμπνευσμένο από τον Peter Hedges, που ο ζυγός μέτρησης της ικανότητας του σαφώς γέρνει προς την μεριά της συγγραφής (About A Boy, What's Eating Gilbert Grape) παρά της διεύθυνσης των σεναρίων του (Pieces of April, Dan In real Life, The Odd Life Of Timothy Green) το δράμα στο πρώτο του μισό αποκαλύπτει τους τριγμούς που θα προκαλέσει η απροσδόκητη άφιξη του "ασώτου". Παγωμένες οι μισές αντιδράσεις (από τον άντρα του σπιτιού και την τσαλακωμένη αδελφή) λατρευτικές αντίθετα από τους πιο επιπόλαια εκδηλωτικούς της οικογένειας (τα νήπια και το κατοικίδιο) θα δημιουργήσουν ένα υπέροχο πεδίο ανάπτυξης των δύο βασικών χαρακτήρων της με σωστό τέμπο αφηγούμενης υπόθεσης. Ο μικρός γνωρίζει επακριβώς την κατάσταση του, είναι ρεαλιστής ξέροντας πως ανά πάσα ώρα δύναται να κυλήσει στο πάθος, δεν είναι όμως έτοιμος για να αντικρίσει την οδύνη που ο ίδιος σκόρπισε στην γειτονιά του, ως πρεζάκι / εμποράκι / βαποράκι, σε συνομηλίκους του που δεν βρίσκονται πια στην ζωή.

Κι εκεί ακριβώς εισβάλλει στο σκριπτ η ανατροπή, το "δεν αντέχω άλλο" του Μπεν, όταν οι Ερινύες από το κατάμαυρο χθες θα κάνουν το ντου που δεν περίμενε στην ψυχή του. Αλλαγή ύφους και πλέον το φιλμ παίρνει την υπόσταση θρίλερ, καθώς ο ένας από τους κανόνες θα σπάσει και το παιδί θα ξεφύγει, για ακόμη μια φορά, ενδεχόμενα την τελευταία, από την μητρική, στοργική αγκάλη. Άλλος ρυθμός στην επανάληψη, άλλα επίπεδα αγωνίας, αλλά και εντελώς άλλες απαιτήσεις απόδειξης της αγάπης από την μοναδική γυναίκα στον κόσμο που μπορεί να σώσει το άτυχο αγόρι. Που ακόμη και με κλονισμένη της πίστη πως μπορεί να βγουν όλοι νικητές από την στενωπό, έστω και ολομόναχη εν μέσω των θηρίων, ασύνταχτη, ανοργάνωτη και φοβισμένη, θα πραγματοποιήσει την τελική της επίθεση. Πρέπει ο Μπεν να επιστρέψει...

Πολύ πειστική η παρουσία στον ρόλο της μαρκίζας από τον ιδιαίτερα ταλαντούχο Lucas Hedges (υιός του ντιρέκτορα) που στα 23 του χρόνια έχει δώσει ψήγματα των ικανοτήτων του μέσα από πολύ σοβαρές, πολυβραβευμένες παραγωγές, επιπέδου Manchester By The Sea, Lady Bird, Ebbing Missouri και Boy Erased. Την ερμηνευτική ποιότητα του έργου όμως, αναμφίβολα εκτοξεύει η καταλυτική ερμηνεία της Julia Roberts, σε μια από τις κορυφαίες εμφανίσεις της μεγάλης της καριέρας, δίνοντας άλλη οντότητα στην απαιτητική εικόνα της συντετριμμένης μεσήλικης, που παίρνοντας το ρίσκο να διαβεί την κόκκινη γραμμή και μετά, δεν έχει τίποτα άλλο να χάσει. Χαμένο ίσως μόνον εμπορικά μοιάζει λοιπόν το αξιοπρεπές στην σοσιολογική του ανάλυση Ben Is Back (κόστος 13, έσοδα ούτε 5 εκ. δολάρια) που η κάμερα του κάνει φόκους σχεδόν αποκλειστικά στον ακλόνητο δεσμό μάνας / παιδιού, εξαφανίζοντας όσο οδεύουμε στο φινάλε τον περίγυρο, προκειμένου να αναδείξει σε όλο το πραγματικό μέγεθος τον πόνο, την θλίψη, το άγχος όσων παλεύουν σε ετούτη την αντίξοη αναμέτρηση.

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) Poster ΠόστερΤο παιχνίδι με τη φωτιά
του Lee Chang-dong. Με τους Yoo Ah-in, Yeun Sang-yeop, Jun Jong-seo.


Τώρα πες την αλήθεια
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ιστορία έρωτα, φαντασίας και (άλυτων;) μυστηρίων

Αυτή είναι η έκτη μεγάλου μήκους ταινία του σπουδαίου δημιουργού από τη Νότια Κορέα και η τρίτη συνεχόμενή του που έλαβε μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών. Η «Κρυφή ηλιαχτίδα» (Secret Sunshine, 2007) κέρδισε εκεί το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας και η Ποίηση (Poetry, 2010) κέρδισε το βραβείο καλύτερου σεναρίου κι εκείνο της Οικουμενικής Επιτροπής. Οχτώ ολόκληρα χρόνια είχε να εμφανιστεί στις Κάννες λοιπόν ο σπουδαίος δημιουργός. Οχτώ χρόνια είχε και να γυρίσει ταινία. Ήταν στη μαύρη λίστα του προηγούμενου πολιτικού καθεστώτος στη Νότια Κορέα. Και να φανταστεί κανείς πως έχει διατελέσει και υπουργός Πολιτισμού στη χώρα του! Η ταινία κατάφερε ό,τι είχε καταφέρει μόνο το Toni Erdmann έως σήμερα: έπιασε μέσο όρο βαθμολογίας 3,8 (με άριστα το 4) στις βαθμολογήσεις που δίνουν κριτικοί από διάφορα έντυπα στο περιοδικό Screen κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ Καννών! Από βραβεία, κέρδισε το βραβείο της FIPRESCI, των κριτικών δηλαδή, ως η καλύτερη ανάμεσα στις ταινίες που διαγωνίστηκαν για τον Χρυσό Φοίνικα. Και στις ετήσιες ανασκοπήσεις συγκαταλέγεται στις λίστες με τις καλύτερες ταινίες του 2018 πάρα πολλών κριτικών ανά τον κόσμο!

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) Poster Πόστερ Wallpaper
Το σενάριο της ταινίας Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) το υπογράφει ο ίδιος ο Lee Chang-dong, μαζί με την Oh Jung-mi με πρώτη ύλη το διήγημα του Haruki Murakami «Barn Burning», το οποίο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1992 στο περιοδικό New Yorker. Η πανελλαδική πρεμιέρα της ταινίας έγινε στις «Νύχτες Πρεμιέρας» τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Νότιας Κορέας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ κι έχει καταφέρει να μπει στην shortlist των εννέα ταινία από τις οποίες θα προκύψουν οι πέντε που θα διεκδικήσουν το Χρυσό Αγαλματίδιο στη συγκεκριμένη κατηγορία.

Η υπόθεση: Ο Γιονγκσού είναι ένας νεαρός, φτωχός Νοτιοκορεάτης. Ζει σε ένα χωριό, κοντά στην πόλη Πατζού, που βρίσκεται κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα, εργάζεται όμως στην (επίσης, πολύ κοντινή) Σεούλ, κάνοντας διάφορες δουλειές του ποδαριού. Κάποια μέρα, εντελώς τυχαία, θα συναντήσει την Χαέμι. Η Χαέμι είναι συντοπίτισσα του Γιονγκσού, αλλά έχουν να ιδωθούν από τότε που ήταν πιτσιρικάδες. Ο Γιονγκσού δεν τη θυμάται. Η Χαέμι του το εξηγεί: από τη μια, έχει κάνει πλαστικές εγχειρήσεις. Από την άλλη, όταν ήταν παιδιά, ο Γιονγκσού τη θεωρούσε άσχημη και της το είχε πει. Έτσι λέει η Χαέμι. Λέει αλήθεια; Ο Γιονγκσού δεν νοιάζεται. Η Χαέμι είναι πλέον μια πανέμορφη κοπέλα, που «αποπλανά» τον Γιονγκσού, τον οδηγεί στο μικροσκοπικό της διαμέρισμα κι εκεί κάνουν έρωτα.

Η σχέση τους, όμως, δεν θα προχωρήσει. Η Χαέμι έχει προγραμματίσει να πάει στην Αφρική προς αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Ζητάει από τον Γιονγκσού να φροντίζει τη γάτα της όσο εκείνη λείπει, να πηγαίνει στο διαμέρισμα και να την ταΐζει. Ο Γιονγκσού δέχεται. Και μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στο διαμέρισμα της Χαέμι – στο οποίο δεν συναντά ποτέ τη γάτα – και τη φάρμα του πατέρα του, την οποία πρέπει να φροντίζει, καθώς ο οξύθυμος γονιός του βρίσκεται προφυλακισμένος και δικάζεται για επίθεση σε κρατικό λειτουργό. Η μητέρα του δεν υπάρχει στην εικόνα: τους έχει εγκαταλείψει εδώ και πολλά χρόνια. Όταν μετά από λίγο διάστημα η Χαέμι επιστρέφει από την Κένυα, ο Γιονγκσού απογοητεύεται, καθώς βλέπει ότι εκείνη έχει πιάσει φιλίες με τον Μπεν, έναν πλούσιο και όμορφο νέο. Ένα παράξενο τρίγωνο δημιουργείται. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο όταν η Χαέμι ξαφνικά εξαφανίζεται. Τι ακριβώς συμβαίνει; Πόσα από όσα έχει πει η Χαέμι στον Γιονγκσού είναι αληθινά; Και τι ρόλο βαράει ακριβώς ο Μπεν;

Η άποψή μας: Όλες οι ταινίες του Lee Chang-dong ξεπερνάνε σε διάρκεια τις δύο ώρες. Εκτός από την πρώτη του, που η διάρκειά της είναι... σχεδόν δύο ώρες. Τούτη εδώ η ταινία του είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια που έχει γυρίσει. Κι ας βασίζεται σε ένα πολύ μικρό διήγημα του Murakami! Ανεξαρτήτως διάρκειας, πάντως, που τον καθιστά όλιγον τι... αντιτουριστικό για τα μεγάλα πλήθη, γεγονός είναι πως γυρίζει μόνο σπουδαίες ταινίες! Και τούτη εδώ είναι μια σπουδαία ταινία. Και δεν νομίζω να επιλέχθηκε να προβληθεί τυχαία την ίδια μέρα που είδαμε το «Under the Silver Lake» στο φεστιβάλ των Καννών. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, και στις δύο ταινίες, ένας νεαρός άντρας αναζητά μια όμορφη κοπέλα, με την οποία συνδέεται για λίγο, και μετά εκείνη εξαφανίζεται. Όταν με το καλό βγει στις αίθουσες της χώρας μας η ταινία του David Robert Mitchell, θα τονίσουμε και πάλι αυτήν την ομοιότητα – και η σύγκριση θα είναι πιο φανερή και σε σένα αγαπητέ αναγνώστη.

Αν όμως η ταινία του Αμερικάνου είναι σουρεαλιστικά ποπ, η ταινία του Κορεάτη είναι… φλου αρτιστίκ! Είναι ένα θρίλερ μυστηρίου αλλά κι ένα υπαρξιακό δοκίμιο. Με αργούς ρυθμούς. Και μεγάλη διάρκεια. Και καθόλου έτοιμες απαντήσεις. Μέσα στην αμφισημία. Ένας συνδυασμός καθόλου ελκυστικός για το μεγάλο κοινό, ιδιαίτερα λατρεμένος όμως από συνάδελφους κριτικούς κινηματογράφου... Το ιδεολογικό κέντρο βάρους της ταινίας νομίζω πως βρίσκεται στις κουβέντες της Χαέμι, όταν εξηγεί στον Γιονγκσού γιατί θέλει να πάει στην Κένυα. Εκεί, λέει, υπάρχει ένα τελετουργικό (τη παρουσία χορού) μέσω του οποίου διακρίνεται η διαφορά ανάμεσα στη «μικρή πείνα» και τη «μεγάλη πείνα». Η «μικρή πείνα» έχει να κάνει με τη σωματική πείνα. Με την πείνα που βιώνει το κορμί όταν δεν καταναλώνει τροφή. Την κυριολεκτική πείνα δηλαδή.

Η «μεγάλη πείνα» από την άλλη είναι η πνευματική – ψυχική πείνα. Η πείνα του να βρεις το νόημα της ζωής. Μπορείς λοιπόν να τρέφεσαι μια χαρά αλλά να... πεθαίνεις από πείνα! Η Χαέμι είναι μια δυστυχισμένη κοπέλα. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο που μπορούμε να πούμε για εκείνην. Το μόνο που μπορούμε να πιστέψουμε. Γιατί κατά τα άλλα ως συνομιλητής με τον Γιονγκσού και κατ’ επέκταση, ως μία από τους αφηγητές της ταινίας, είναι εντελώς αναξιόπιστη. Πόσα από όσα λέει είναι αληθινά και πόσα ψέματα; Όντως έχει γάτα στο διαμέρισμά της; Όντως έπεσε σε πηγάδι στο χωριό της όταν ήταν μικρή; Η Χαέμι λειτουργεί ως καταλύτης στην ταινία. Είναι το αντικείμενο του πόθου για τον Γιονγκσού και άλλη μία κατάκτηση για τον Μπεν. Κι εδώ βρίσκεται το ζουμί. Οι δύο άντρες βρίσκονται σε τελείως διαφορετική θέση στην κοινωνική διαστρωμάτωση.

Φτωχός ντελιβεράς που θέλει να γίνει συγγραφέας ο Γιονγκσού, πλούσιος, σοφιστικέ, με διαμέρισμα στο Gangnam (ναι, αυτό του σιχαμερού τραγουδιού), το... Πανόραμα της Σεούλ, με αγνώστου προέλευσης περιουσία ο Μπεν. Η… πάλη των τάξεων έχει εδώ ως διακύβευμα την Χαέμι. Που, καταλαβαίνετε εύκολα προς τα πού τείνει εντέλει, έτσι; Κομβική σκηνή είναι εκείνη όπου τα τρία πρόσωπα συναντιούνται στο σπίτι του Γιονγκσού, στην επαρχία. Ένα σπίτι κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα – από τα μεγάφωνα της γείτονος ακούγονται διαρκώς προπαγανδιστικά ηχητικά μηνύματα. Η Χαέμι γυμνώνεται και χορεύει υπό τους ήχους της μουσικής του Miles Davis που έντυσε μυθικά την ταινία «Ασανσέρ για δολοφόνους». Σηκώνει τα χέρια ψηλά: συνεχίζει να προσπαθεί να ικανοποιήσει τη «μεγάλη πείνα». Ο Γιονγκσού της λέει κατάμουτρα πως είναι πουτάνα και ο Μπεν αργότερα εξομολογείται πως μια φορά κάθε δίμηνο, του αρέσει να καίει παρατημένα θερμοκήπια! Και ότι, ναι, πλησιάζει ξανά η ημερομηνία, και θα κάψει ένα ακόμα θερμοκήπιο, εκεί κοντά, στην περιοχή. Λέει αλήθεια; Ο Γιονγκσού ψάχνει τις επόμενες μέρες και δεν βρίσκει κανένα καμένο θερμοκήπιο.

Μετά την εξαφάνιση της Χαέμι παρακολουθεί τον Μπεν, για τον οποίο έχει υπόνοιες πως με κάποιον τρόπο έχει συμβάλει σε αυτήν την εξαφάνιση. Ο Μπεν που οδηγεί Πόρσε. Ο Μπεν που ζει σε φοβερό διαμέρισμα. Ο Μπεν που όταν βαριέται δεν το κρύβει καθόλου – χασμουριέται. Ο Μπεν που έχει ένα συρτάρι στο μπάνιο του, γεμάτο γυναικεία memorabilia. Κι αφού χάθηκε η Χαέμι, πού πήγε η γάτα της; Μήπως είναι η γάτα που έχει πάρει ο Μπεν στο διαμέρισμά του; Είπαμε, ο σκηνοθέτης μας μανιπουλάρει, μας οδηγεί σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, αλλά δεν δίνει ποτέ απαντήσεις. Τις υποψιαζόμαστε. Ή αποφασίζουμε να δεχτούμε ως λογική αυτήν που ταιριάζει περισσότερο στη μενταλιτέ μας. Κατά μια έννοια η ταινία του έχει κάποιες ομοιότητες με την Άγρια αχλαδιά του Ceylan, που επίσης παίχτηκε στο διαγωνιστικό των Καννών και βγήκε πριν μια βδομάδα στις αίθουσες της χώρας μας.

Κι εκεί έχουμε βασικό ήρωα έναν συγγραφέα. Κι εκεί ο βασικός ήρωας νιώθει αμηχανία καθώς είναι θύμα του καπιταλισμού, χωρίς πολλές ευκαιρίες, με μόνιμα αδιέξοδα και γι' αυτό γεμάτος θυμό. Το βιβλίο, όμως, το έχει γράψει. Στην κορεάτικη ταινία, ο ήρωας ΘΑ γράψει το βιβλίο. Ή μήπως ότι βλέπουμε είναι της φαντασίας του; Είναι η πλοκή από το βιβλίο που γράφει; Είναι ο Μπεν όντως κάτι σαν τον Μεγάλο Γκάτσμπι; Και πού κολλάει σε όλα αυτά ο Φόκνερ; Μεγάλη ζημιά. Οι ερμηνείες είναι όλες τους εξαιρετικές. Ο Yoo Ah-in είναι σπουδαίος στο ρόλο του Γιονγκσού. Ο Steven Yeun (που παίζει με το πλήρες όνομά του Yeun Sang-yeop) είναι ο πιο διάσημος στο καστ, καθώς πρωταγωνιστεί στο «The Walking Dead» και δίνει μια αινιγματική εμπειρία ως Μπεν. Η αποκάλυψη όμως είναι η πρωτοεμφανιζόμενη Jun Jong-seo, στο ρόλο της Χαέμι. Κατορθώνει να συμπυκνώσει πίκρα, απελπισία, μελαγχολία και φοβερό σεξ απίλ ταυτόχρονα. Η σκηνή της παντομίμας, με το καθάρισμα του μανταρινιού, όπου πρωταγωνιστεί, είναι επίσης ζωτικής σημασίας. «Σημασία δεν έχει ότι προσποιούμαι πως κρατάω ένα μανταρίνι» λέει στον Γιονγκσού «αλλά πως ξεχνάω ότι ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ μανταρίνι»...

Το φινάλε έχει κάθαρση. Έχει φωτιά. Έχει γύμνωμα, κυριολεκτικά, μέσα στα χιόνια. Δεν έχει όμως καμία εξιλέωση. Δεν προσφέρει καμία ικανοποίηση στον θεατή. Δεν του δίνει το απαραίτητο closure. Και αφήνει ακόμα πολλά, πολλά, αναπάντητα ερωτήματα. Κι αν απλά η Χαέμι εξαφανίστηκε και δεν δολοφονήθηκε; Μεγάλος μάστορας ο Lee Chang-dong, από τους σημαντικότερους δημιουργούς στο παγκόσμιο στερέωμα, φτιάχνει μια ταινία εκτυφλωτικά σπουδαία. Το κοινό όμως, το μεγάλο κοινό, νομίζω πως δεν θα νιώσει ευχαρίστηση παρακολουθώντας την ταινία. Θα μείνει πάντοτε με καθηλωμένη την εκκρεμότητα. Όπως και να έχει, ο τολμών νικάει. Κι αυτός που... νιώθει!

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Beoning / Burning) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Seven Films!
Περισσότερα... »

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) PosterΜια οικογένεια, μια μέρα! Η ταινία Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Τορόντο, όπου θεωρήθηκε φαβορί για τα φετινά Όσκαρ, χάρη στις εξαιρετικές ερμηνείες και το συγκινητικό της σενάριο. Μια ανθρώπινη ιστορία, συμπυκνωμένη σε ένα 24ωρο, για τις οικογενειακές ισορροπίες που χάνονται, όταν έστω και ένα μέλος υποφέρει, παρασύροντας όλους τους υπόλοιπους με την απρόσμενη επιστροφή του. O 19χρονος Ben Burns γυρίζει απροσδόκητα στο πατρικό του το πρωί της Παραμονής των Χριστουγέννων. Η μητέρα του, Holly, ανακουφίζεται με την επιστροφή του και τον υποδέχεται εγκάρδια, αλλά ανησυχεί για το εάν είναι όντως αποφασισμένος, όπως υποστηρίζει, να ξεπεράσει τον εθισμό του στα ναρκωτικά. Ένα κρίσιμο 24ωρο ξεκινάει, με νέες συνταρακτικές αλήθειες να έρχονται στο φως, και την αγάπη της μητέρας για τον γιο της να δοκιμάζεται μέσα από σοβαρές προκλήσεις τις οποίες πασχίζει να πολεμήσει κάνοντας τα αδύνατα δυνατά.

Η Επιστροφή του Μπεν (Ben is Back) Movie

Η βραβευμένη με Όσκαρ σπουδαία Julia Roberts (Erin Brockovich) επιστρέφει με μία συγκλονιστική ερμηνεία σε μία τρυφερή και καθηλωτική ταινία για την άνευ όρων αγάπη μιας μητέρας. Συμπρωταγωνιστής της ο ανερχόμενος και εξαιρετικά ταλαντούχος Lucas Hedges (υποψήφιος για Όσκαρ για το Manchester by the Sea) σε σενάριο και σκηνοθεσία του μάστερ στο είδος των δραματικών ταινιών με επίκεντρο την οικογένεια, Peter Hedges (Pieces of April).

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Feelgood Ent.!



Περισσότερα... »

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) PosterArt house τρόμος στο κατειλημμένο από ζόμπι Παρίσι! Η ταινία Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) σε σκηνοθεσία του Dominique Rocher, προέρχεται από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Pit Agarmen (αναγραμματισμός και ψευδώνυμο του Martin Page) που θίγει τη μοναχικότητα και τους δεσμούς με τους άλλους ανθρώπους. Ξυπνώντας σε κάποιο διαμέρισμα μετά από ένα ξέφρενο πάρτυ, ο Σαμ έρχεται αντιμέτωπος με μια φριχτή πραγματικότητα: Ένας στρατός από ζόμπι έχει εισβάλλει στους δρόμους του Παρισιού και εκείνος είναι ο μοναδικός επιζών. Τρομοκρατημένος, κλείνεται μέσα στο κτήριο και οργανώνει την επιβίωσή του. Αναρωτιέται πόσο καιρό μπορεί να αντέξει στη σιωπή και στη μοναξιά και η απάντηση έρχεται όταν ανακαλύπτει ότι τελικά δεν είναι μόνος.

Το Βράδυ που Έφαγε τον Κόσμο (La nuit a dévoré le monde) Movie

Πρωταγωνιστούν οι Anders Danielsen Lie, Golshifteh Farahani, Denis Lavant.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!

Περισσότερα... »

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Burning) PosterΓια να το πω απλά, "παίζω"! Έχοντας πάρει συμμετοχή στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών 2018 και αποσπάσει το Βραβείο FIPRESCI Φεστιβάλ Καννών 2018, η Υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας και μέλος της τελικής 9αδας για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, έρχεται η καινούργια δημιουργία του Νότιοκορεάτη σκηνοθέτη Lee Chang-Dong, Το παιχνίδι με τη φωτιά (Burning). Η ταινία είναι βασισμένη στο διήγημα «Barn Burning» του Haruki Murakami. Ο Γιόνγκσου έχασε μόλις τη δουλειά του. Τυχαία θα συναντήσει τη Χάεμι, ένα κορίτσι που έμενε κάποτε στη γειτονιά του. Εκείνη του ζητάει να προσέχει τη γάτα της όσο θα λείπει σε ταξίδι. Με την επιστροφή της, συστήνει στο Γιόνγκσου ένα μυστηριώδη νεαρό άντρα με το όνομα Μπεν, που γνώρισε όσο έλειπε. Ο Μπεν μιλάει στο Γιόνγκσου για τις περίεργες συνήθειες του, ο έρωτας και η εμμονή του Γιόνγκσου για τη Χάεμι μεγαλώνει και η πραγματικότητα δεν είναι πια ευδιάκριτη.

Το παιχνίδι με τη φωτιά (Burning) Movie

Με τους Steven Yeun, Ah-in Yoo, Jong-seo Jun.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Seven Films!

Περισσότερα... »

Η Στολή του Λοχαγού (Der Hauptmann / The Captain) PosterFollow The Leader! Η ταινία του Robert Schwentke, Η Στολή του Λοχαγού (Der Hauptmann / The Captain), βασισμένη στην αληθινή ιστορία του Ουίλι Χέρολντ, γνωστού ως «Εκτελεστή του Έμσλαντ», ξεκίνησε τη φεστιβαλική της πορεία με πολλές διακρίσεις (Σαν Σεμπαστιάν - Καλύτερης Φωτογραφίας, Βίλνιους - Βραβείο Κριτικών για Καλύτερη ταινία και βραβείο FIPRESCI, Μπάρι - Σκηνοθεσίας και Α’ Ανδρικού Ρόλου) ενώ, όπου προβλήθηκε απέσπασε διθυραμβικές κριτικές, κερδίζοντας και τις εντυπώσεις του κοινού. Λίγο πριν το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με την ήττα της Γερμανίας να θεωρείται πλέον δεδομένη, πολλοί στρατιώτες των Ναζί λιποτακτούν, καθώς δεν θέλουν να σκοτωθούν σε κάποια από τις τελευταίες μάχες. Ένας απ’ αυτούς είναι και ο νεαρός Γερμανός στρατιώτης Ουίλι Χέρολντ, ο οποίος, δύο εβδομάδες πριν το τέλος του πολέμου, το μόνο που θέλει είναι να καταφέρει να παραμείνει ζωντανός και όχι να επιστρέψει στη διμοιρία του και να πολεμήσει με τους συμπολεμιστές του. Ενώ, όμως, τρέχει να διαφύγει, βρίσκει, μέσα στο εγκαταλειμμένο αυτοκίνητο ενός αξιωματικού, μια βαλίτσα με το παλτό, τη στολή και ένα ζευγάρι παπούτσια κάποιου λοχαγού. Σε μια ύστατη προσπάθειά του να ζεσταθεί, φοράει τη στολή και το παλτό του λοχαγού και, ως δια μαγείας, μεταμορφώνεται στον απόλυτο σωσία του λοχαγού, όχι μόνο εμφανισιακά, αλλά και ως προς την τερατώδη προσωπικότητά του!


Η Στολή του Λοχαγού (Der Hauptmann / The Captain) Movie

Πρωταγωνιστούν οι Max Hubacher (βραβείο ερμηνείας - Bari International Film Festival), Frederick Lau, Milan Peschel, Alexander Fehling.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 10 Ιανουαρίου 2019 από την Weird Wave!

Περισσότερα... »

Η Απίστευτη Ιστορία του Γιγάντιου Αχλαδιού (The Incredible Story of the Giant Pear) PosterΗ Απίστευτη Ιστορία του Γιγάντιου Αχλαδιού
των Amalie Næsby Fick, Jørgen Lerdam, Philip Einstein Lipski. Με τις φωνές των Alfred Bjerre Larsen, Liva Elvira Magnussen, Peter Frödin Peter Frödin, Henrik Koefoed, Peter Plaugborg, Søren Pilmark, Jakob Oftebro.


Ταξίδι στ' άγνωστο!
του zerVo (@moviesltd)

Και να που σταδιακά, η μία μετά την άλλη όλες οι χώρες, εισέρχονται στον στίβο ενός από τα πλέον εξελίξιμα κινηματογραφικά είδη, το animation. Οι Δανοί, ενεργότατα στελέχη της δυναμικής Σκανδιναβικής βιομηχανίας, έχουν ήδη στήσει κάποιους στέρεους πυλώνες στην παραγωγή αξιόλογων μοντέρνων κινουμένων σκίτσων, μέσα από ταινίες όπως τα Help I'm A Fish, The Ugly Duckling And Me και Up And Away, με τα δύο πρώτα να έχουν πάρει και διανομή στα μέρη μας, είτε θεατρικό, είτε κατευθείαν στο βίντεο. Από την γειτονιά του Χανσ Κρίστιαν Άντερσεν, η φίρμα Einstein Film, έκανε το πρώτο δημιουργικό της βήμα το 2011 με την ταινία Ronal Barbaren και επιστρέφει στην δράση επτά χρόνια κατοπινά, με το αξιοπρεπές παραμύθι The Incredible Story of the Giant Pear.

Η Απίστευτη Ιστορία του Γιγάντιου Αχλαδιού (The Incredible Story of the Giant Pear) Wallpaper
Η ονειρική καθημερινότητα του πανέξυπνου όσο και φοβιτσάρη ελεφαντάκου Σεμπάστιαν και της άφοβης αλλά και επιπόλαιης γατούλας Μίτσο, στον ηλιόλουστο παράδεισο της Σάννυτάουν που ζουν, θα διαλυθεί μονομιάς από την στιγμή που ο αγαπημένος τους γερο-δήμαρχος, θα εξαφανιστεί εντελώς αναπάντεχα. Με τον κοντοπίθαρο πάμπλουτο κακίστρο αντιδήμαρχο Κβιστ να τρίβει τα χέρια του, που πλέον μπορεί απροβλημάτιστα να ορθώσει τον πανύψηλο μεταλλικό ουρανοξύστη που θα κρύβει τις αχτίνες του ζωοδότη, τα δύο ζωάκια θα κληθούν να κάνουν ότι περνά από το χέρι τους, για να εντοπίσουν τον χαμένο τους φίλο. Και ένα πρώτο στοιχείο για το που μπορεί να βρίσκεται, θα το λάβουν από το μήνυμα που βρίσκεται μέσα στο γυάλινο μπουκάλι που θα ξεβράσει η θάλασσα και τους πληροφορεί πως βρίσκεται χαμένος σε ένα μακρινό νησί, στην άλλη άκρη του κόσμου.

Χωρίς να το σκεφτούν πολύ, τα δύο φιλαράκια, θα σαλπάρουν με προορισμό το άγνωστο, πάνω στο γιγαντιαίο αχλάδι που άξαφνα θα φυτρώσει στην αυλή τους, έχοντας μαζί τους για υποστήριξη τον τρελο-επιστήμονα Γλυκόζη, που με την ανατρεπτική τους λογική θα τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τις αντιξοότητες. Δηλαδή τους φοβερούς και τρομερούς πειρατές, τους σιδερένιους θηριώδεις μηχανικούς δράκοντες - υποβρύχια και την πυκνή ομίχλη που πίσω από την πίσσα της κρύβει την καταπράσινη ατόλη, όπου έχει παγιδευτεί ο καλοσυνάτος Δήμαρχος.

Και κάπως έτσι, θα εκκινήσει η περιπέτεια για τα δυο αγαπημένα, μα παντελώς αντίθετου χαρακτήρα κολλητάρια, που μοιάζει σαν να έχει ξεπηδήσει μέσα από τις σελίδες του "20.000 λεύγες υπό την θάλασσα" καθώς κύμα με το κύμα, τα εμπόδια ίσαμε τον τελικό τους προορισμό θα πολλαπλασιάζονται. Είναι η στιγμή που στο κάδρο θα εισέλθουν τα μεταφυσικά φαινόμενα, με την μορφή των φαντασματένιων πειρατών των ωκεανών - ένας εξ αυτών, ο καπετάνιος, μακρινός πρόγονος του Σεμπάστιαν - που βλέποντας την αγωνία της ετερόκλητης ομήγυρης, θα τους προστατέψουν από τα στοιχεία της φύσης και θα τους οδηγήσουν με ασφάλεια στην μυστηριώδη νήσο.

Το έργο που βασίζει την θεματική του στην ομώνυμη νεανική νουβέλα του Jakob Martin Strid, ενδεχόμενα εκ πρώτης όψης να μοιάζει φτιαγμένο για υπερβολικά νεαρής ηλικίας θεατές, στην εξέλιξη του όμως δείχνει ικανό να προκαλέσει το ενδιαφέρον και του πιο εφηβικού κοινού, χάρη στα όμορφα ηθικά διδάγματα που μοιράζει με κέφι και χιούμορ. Σύμφωνοι, τα όχι τίποτα σπουδαίων λεπτομερειών σκίτσα δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να υποκαταστήσουν την αρτιότητα των άρτιων αμερικάνικων, η προσπάθεια όμως των Βόρειο Ευρωπαίων είναι συμπαθητική, δεν κουράζει αφού το τέμπο δεν καταλαγιάζει ποτέ, ενώ διαθέτει και έναν ποιητικό σουρεαλισμό που σε αρκετά σημεία θα ταξιδέψει και τους ενήλικες της πλατείας. Σαφώς και ξεχωρίζει από τον σωρό που έχει προκαλέσει η καταιγίδα της κυκλοφορίας του (τουλάχιστον) ενός καρτούν την εβδομάδα.

Η Απίστευτη Ιστορία του Γιγάντιου Αχλαδιού (The Incredible Story of the Giant Pear) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Μια Δεύτερη Ευκαιρία (Second Act) PosterΜια Δεύτερη Ευκαιρία
του Peter Segal. Με τους Jennifer Lopez, Vanessa Hudgens, Leah Remini, Annaleigh Ashford, Dan Bucatinsky, Freddie Stroma, Milo Ventimiglia, Treat Williams.


Dream to me...
του zerVo (@moviesltd)

Πως περνάει τόσο γρήγορα αυτός ο ρημάδης ο χρόνος ε? Είκοσι δύο (22) ολάκερα έτη έχουν διαβεί από εκείνη την επική βραδιά στην Opera Assos Odeon, όπου η σερνική πλατεία λοξοκατάπιε στην όπισθεν θωριά μιας μελαψής Λατίνας, που σε γκρο πλαν στο εκράν, έσκυβε, φορώντας μια θεόστενη χακί φόρμα, μέσα στα θολά νερά του Αμαζονίου, ψάχνοντας την θηριώδη Anaconda. Στις απορίες της συμμορίας για ποια στο διάολο είναι αυτή η μορφονιά, η δική μου απάντηση ήταν πως την είχα ματαδεί πρόσφατα σε μια βίντεο κασέτα - αν θυμάμαι καλά βγαλμένη σε δύο μέρη - που έπαιζε μια (πλήρως άγνωστη μου) μεχικάνα τραγουδίστρια με κακό τέλος. Και εκεί μου είχε δώσει την εντύπωση πως μια χαρά κάνει για αρτίστα της ποπ, αντί για ηθοποιός, όπως άλλωστε αποδείχτηκε και στην μετέπειτα πορεία της, αφού το κορίτσι από τις φτωχογειτονιές του Μπρονξ, εξελίχθηκε σε μεγάλο και τρανό αστέρι. Γεννημένη μόνο 65 ημέρες μετά από μένα, η Τζένη από το Μπλοκ, πενηνταρίζει κι όπως συμβαίνει με όλους μας εκεί γύρω, κάτι τέτοιο δεν της αρέσει. Κι αφού η μπογιά της καραπερνάει, μια χαρά κάνει να το παίζει μια δεκαετία (τουλάχιστον) πιο πιτσιρίκα...

Μια Δεύτερη Ευκαιρία (Second Act) Wallpaper
Τίποτα δεν πηγαίνει καλά στην ζωή της έξυπνης και φιλόδοξης Μάγια Βάργκας, ελάχιστες στιγμές πριν φυσήξει στην τούρτα, τα σαράντα της κεράκια. Έχοντας μόλις χάσει την μεγάλη της ευκαιρία να πάρει το πόστο της προϊσταμένης, στην υπεραγορά που εργάζεται για μια δεκαπενταετία, θα καταλάβει πως οι ευκαιρίες που θα συναντήσει μπροστά της λιγοστεύουν, ειδικά από την στιγμή που δεν διαθέτει στα χέρια της ένα πτυχίο κολεγίου. Μια ευχή για να είχε έστω λιγάκι ποιοτικότερο βιογραφικό, που θα πραγματοποιηθεί την ημέρα των γενεθλίων της, καθώς το αγαπημένο της βαφτιστήρι, ένας δαίμονας των ηλεκτρονικών υπολογιστών, θα της δημιουργήσει στον κυβερνοχώρο την τέλεια προσωπικότητα, σπουδαγμένη, ταξιδεμένη, με αμέτρητες γνωριμίες και εμπειρίες, ελπίζοντας να κάνει την νονά του ανάρπαστη, σε όποιον προσφέρει εργασία, υψηλού επιπέδου.

Όπερ και εγένετο καθώς μια από τις πιο διάσημες μπράντες στον χώρο της γυναικείας περιποίησης, όχι απλά θα έλθει σε επαφή μαζί της, αλλά θα της αποδώσει και την, παχυλού μισθού, θέση της συμβούλου. Αξιοζήλευτο αξίωμα και αυτό που για πάντα επιζητούσε, ακόμη κι αν οι απαιτήσεις είναι πανύψηλες και επιβάλλεται να συνεργαστεί με την απότομου χαρακτήρα, Ζόι, την θυγατέρα του νέου της αφεντικού. Το μεγάλο της ζόρι όμως δεν θα είναι το να ρίξει φρέσκες ιδέες στο τραπέζι, που θα δημιουργήσουν καινούργια πιο ελκυστικά και κερδοφόρα προϊόντα, μα να ξεπεράσει το εμπόδιο του ανήθικου ψέματος, πάνω στο οποίο πλέον στηρίζεται η κίβδηλη καριέρα της.

Και κάπως έτσι η μεγαλοκοπέλα μας, που ελάχιστες ημέρες πριν φορούσε νοικοκυρεμένα την ποδίτσα της υπαλλήλου του σούπερ μάρκετ με μισθό λίγες εκατοντάδες δολάρια, πλέον απολαμβάνει την πόλη από ψηλά και μέσα στα ακριβά της ταγιέρ, χάρη στην θέα που της προσφέρει η γραφειάρα της στον νηοστό όροφο του ουρανοξύστη. Και με πολλαπλάσιες αποδοχές και με μπόνους και με δυνατότητες μετεξέλιξης αν και εφόσον οι καινοτόμες προτάσεις της πιάσουν διάνα. Και όλα ετούτα χάρη σε ένα τοσοδά ψεματάκι, που έστησε ο τεκ φρικ νερντ βαφτισιμιός. Μήπως όλα αυτά είναι τόσο όμορφα για να είναι αληθινά, για την αδικημένη από την μοίρα της Μάγια? Ή μήπως ακόμη χειρότερα πίσω από όλη αυτή την στιγμιαία εξέλιξη, κρύβεται ένα μυστικό από το (σε απόγνωση) παρελθόν της, που θα δυσκολευτεί υπερβολικά να αντέξει στην αποκάλυψη του?

Ένα ακόμη κλωνάρι του αμερικάνικα ονειρικού Working Girl, ξετυλίγεται στις οθόνες μας, wanabe αστείο, που δεν τα καταφέρνει, πετυχαίνοντας όμως να βγάλει έστω μισή νότα αισιοδοξίας, ειδικά μέσα στις γιορτινές ημέρες που διανύουμε. Την όχι και τόσο ευρηματική σεναριακή βάση, διαδέχονται μια σειρά από (υποτίθεται) κεφάτα κλιπάκια όπου η βασική μας ηρωίδα περνά διάφορες δοκιμασίες για να αποδείξει στον γεμάτο αμφιβολίες περίγυρο πως πραγματικά έχει φοιτήσει στο...Χάρβαρντ, όπως διαλαλεί το κιουρίκουλουμ της. Το ανέκδοτο όμως απαιτεί και κάποιον χαβαλετζή για να το πει, οπότε απούσης της όποιας κωμικής έκφρασης της JLO δεν πρέπει να ζητάμε και κάτι περισσότερο από την διεκπεραίωση. Και το ατυχές ετούτη την φορά για εκείνη, είναι το γεγονός πως δεν παίζει και ρομάντζο σημαντικό - αυτό με τον "καλό της" Ventimiglia, άχρωμο και νωθρό έχει σβήσει από πολύ νωρίς - για να κρατήσει το δευτερεύων ενδιαφέρον, πέραν του επαγγελματικού, ζωντανό μέχρι το φινάλε.

Και σε αυτή την αφελή αναβίωση του σιτεμένου Εργαζόμενου Κοριτσιού, που σκηνοθετεί ο μετρ της πολύ ανάλαφρης κομεντί Peter Segal, τα εύσημα πηγαίνουν στην...επιμελήτρια της ενδυματολογίας, που βγάζει κορμάρα το Jennάκι - λες και δεν είναι - όπως και αναδεικνύει το my style rocks της ομορφούλας Hudgens, που δίνει τον νεανικό, ανταγωνιστικό (?) τόνο στην πλοκή. Άντε και στην ανατροπή της, για την οποία θα χρειαστείς μερικές οκάδες καλής θέλησης για να την αποδεχθείς, αν και εφόσον ανήκεις στην σχολή των basic ορθολογιστών. Αν πάντως παίζεις από την μεριά των κούγκαρς, μιλφ, γκιλφ και τα τοιαύτα, ίσα που σηκώνεις και παντιέρα πανηγυρική με την Μια Δεύτερη Ευκαιρία, αφού είπαμε, τα χρόνια μπορεί να πέρασαν για την Lopez, πάνω της όμως δεν δείχνουν διόλου βαριά, ώστε μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε άνετα για χάρη της, το γνωμικό με την πουλάδα και το ζουμάκι...

Μια Δεύτερη Ευκαιρία (Second Act) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Η Άγρια Αχλαδιά (Ahlat Agaci / The Wild Pear Tree) Poster ΠόστερΗ Άγρια Αχλαδιά
του Nuri Bilge Ceylan. Με τους Aydin Doğu Demirkol, Murat Cemcir, Bennu Yıldırımlar, Hazar Ergüçlü, Serkan Keskin, Tamer Levent, Akin Aksu, Öner Erkan.


Ό,τι κρατάει μυστικό ένας πατέρας αποκαλύπτεται στο γιο του
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Δεν υπάρχουν γεγονότα, μόνο ερμηνείες

Ο Nuri Bilge Ceylan είναι ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους Τούρκους σκηνοθέτες – αν όχι ο σημαντικότερος. Γεννήθηκε στις 26 Ιανουαρίου του 1959 στην Κωνσταντινούπολη, σε λίγες μέρες δηλαδή γίνεται 60 ετών. Αυτή είναι μόλις η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί σε 21 χρόνια καριέρας. Η φιλμογραφία του έχει ως εξής: «Η μικρή πόλη» (Kasaba, 1997), «Σύννεφα του Μάη» (Mayis Sikintisi / Clouds of May, 1999), «Μακριά» (Uzak / Distant, 2002), «Κλίματα αγάπης» (Iklimler / Climates, 2006), «Τρεις πίθηκοι» (Üç Maymun / Three Monkeys, 2008), Κάποτε στην Ανατολία (Bir Zamanlar Anadolu'da / Once Upon a Time in Anatolia, 2011) και Χειμερία νάρκη»(Kis Uykusu / Winter Sleep, 2014). Οι δύο πρώτες ταινίες του συμμετείχαν στο φεστιβάλ Βερολίνου. Οι υπόλοιπες έξι πήραν όλες μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του φεστιβάλ των Καννών, όπου ο Ceylan κέρδισε μπόλικα βραβεία, από το βραβείο σκηνοθεσίας για το «Τρεις πίθηκοι» μέχρι τον Χρυσό Φοίνικα για την προηγούμενη ταινία του, τη «Χειμερία νάρκη». Αυτή είναι η πρώτη του ταινία που διαγωνίστηκε στις Κάννες και δεν κέρδισε κανένα βραβείο!

Η Άγρια Αχλαδιά (Ahlat Agaci / The Wild Pear Tree) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σε διάρκεια ταινία του Ceylan. Μάλιστα, λέγεται πως από το φεστιβάλ των Καννών του ζητήθηκε να τη μικρύνει σε διάρκεια, ο Ceylan όμως αρνήθηκε. Μετά το πρώτο μοντάζ, η διάρκεια της ταινίας ξεπερνούσε τις πέντε ώρες! Ουσιαστικά το σενάριό της περιγράφει τη σχέση του συνσεναριογράφου της ταινίας, Akin Aksu, με τον πατέρα του, τον Ιντρίς. Ο Aksu είναι ανιψιός του Ceylan. Τα γυρίσματα της ταινίας κράτησαν 3,5 μήνες και μετά το πέρας της επίσημης πρώτης προβολής της στις Κάννες, το κοινό έκανε standing ovation για 15 λεπτά. Η ταινία αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Τουρκίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ, αλλά δεν κατάφερε να μπει στην shortlist των εννέα ταινιών, από τις οποίες θα προκύψουν οι πέντε που θα διεκδικήσουν το βραβείο της Αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου.

Η υπόθεση: Ο Σινάν είναι ένας νεαρός, ο οποίος επιστρέφει στην γενέθλια πόλη Τσαν, όπου μένουν οι γονείς του, αφού έχει ολοκληρώσει τις σπουδές του στην παιδαγωγική ακαδημία στο Τσανάκαλε (Δαρδανέλια). Αν πετύχει και στις εξετάσεις που έπονται, θα διεκδικήσει μια δουλειά δασκάλου στα βάθη της Ανατολίας, μια προοπτική με την οποία δεν τρελαίνεται. Ο πατέρας του, ο Ιντρίς, είναι δάσκαλος στο Τσαν. Είναι όμως και... αλογομούρης: έχει χάσει μια ολόκληρη περιουσία στον τζόγο και χρωστάει στους πάντες. Ξέρει πως δεν μπορεί να ξεφύγει. Πως είναι μπλεγμένος σε έναν φαύλο κύκλο.

Το μόνο που ονειρεύεται είναι μόλις πάρει σύνταξη, να πάει στο σπίτι που έχει στο χωριό του, κοντά στο Τσαν, και να ασχοληθεί με το κτήμα. Του έχει γίνει έμμονη ιδέα ότι σκάβοντας πηγάδι στο κτήμα μπορεί να βρει νερό – μάταια πάντως. Δεν εγκαταλείπει όμως τις προσπάθειές του. Ο Σινάν φοβάται πως θα γίνει σαν τον πατέρα του, κάτι που δεν θέλει με τίποτα. Είναι όμως και προβληματισμένος με το μέλλον του: αν δεν γίνει δάσκαλος, μήπως να γίνει μπάτσος; Πιο πολύ από όλα, τον ενδιαφέρει να εκδοθεί ένα μυθιστόρημα που έχει γράψει. Ψάχνει εναγωνίως για τα λίγα χρήματα που απαιτούνται ώστε να γίνει το όνειρό του πραγματικότητα. Συναντά μια σειρά από ανθρώπους, με τους οποίους ανταλλάσσει κουβέντες πολύ σημαντικές. Θα καταφέρει το στόχο του;

Η άποψή μας: Δεν υπάρχουν πολλοί συναρπαστικοί σκηνοθέτες εκεί έξω, όπως είναι ο Ceylan. Ένας δημιουργός γνωστός για την ποιητική δύναμη των εικόνων του, την εικαστική μαγεία που προσφέρουν οι ταινίες του και τη μελαγχολική οπτική πάνω στην ανθρώπινη κατάσταση. Που ξέρει να μπολιάζει τις ταινίες του με ένα ιδιότυπο χιούμορ. Που συχνά πυκνά χρησιμοποιεί σε διάφορα πόστα – και μπροστά στην κάμερα – συγγενείς του, όπως και τη γυναίκα του αλλά και τον ίδιο! Η πορεία του ήταν διαρκώς ανοδική: κάθε φορά που έβλεπες ταινία του έλεγες πως έφτασε στο απόγειο της τέχνης του. Κι έβγαινε η επόμενη ταινία του κι έλεγες ακριβώς το ίδιο! Πριν από οχτώ χρόνια μας έδωσε το απόλυτο αριστούργημά του: το «Κάποτε στην Ανατολία». Οι επόμενες δύο ταινίες του αποτυπώνουν μια κάμψη. Μια κάμψη που έχει να κάνει και με τη συνειδητή απόφαση του δημιουργού να φτιάξει τις ταινίες του πιο βερμπαλιστικές. Μιλάνε τόσο πολύ πια οι ήρωές του στις ταινίες του που αναρωτιέσαι: είναι τώρα αυτό ταινία ή είναι διάλεξη;

Γιατί όλα αυτά τα πολύ ενδιαφέροντα που αναφέρονται δεν αποτελούν υλικό ενός πρώτης τάξεως μυθιστορήματος και γίνονται αδέξια και θαρρείς καταναγκαστικά, διαλογικά μέρη μιας πυκνής σε λόγο ταινίας, που ξεχειλώνει σε χρόνο; Άντε βγάλε άκρη. Ο θεατής βρίσκεται στην όχι και την πιο βολική θέση του κόσμου, να προσπαθεί ασθμαίνοντας να «πιάσει» το νόημα σε καθετί που λέγεται. Και να 'σου οι αναφορές, και δώστου τα σύμβολα και τίποτε δεν γίνεται τυχαία και too much job ρε παιδί μου. Ναι, έχει σημασία που η δράση λαμβάνει χώρα στο συγκεκριμένο γεωγραφικό στίγμα του κόσμου. Στην περιοχή τοποθετείται η αρχαία Τροία, εκεί που η πόλη έπεσε όταν εισήλθε μέσα από τα απόρθητα τείχη ο Δούρειος Ίππος. Στην περιοχή βρίσκεται και η Καλλίπολη, εκεί όπου η οθωμανική αυτοκρατορία σημείωσε μία από τις μεγαλύτερες και πιο ένδοξες νίκες της κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μια περιοχή λοιπόν γεμάτη μύθο και ιστορία. Με πλούσιο παρελθόν. Μόνο που από το ένδοξο κλέος του παρελθόντος το μόνο που έχει απομείνει είναι η ρέπλικα του Δούρειου Ίππου σε ένα παρών μουντό, σκοτεινό, αδιέξοδο.

Και ναι κυρίες και κύριοι, παρά τις αντιρρήσεις μας που έχουν να κάνουν με τον πάρα πολύ λόγο, ο Ceylan κατορθώνει πολλά πράγματα – κι ένα από αυτά είναι να περιγράψει επακριβώς την αμηχανία της νέας γενιάς στο τωρινό παγκόσμιο γίγνεσθαι. Μπέρδεμα, αδιέξοδα, πού να δουλέψω, πώς να ζήσω, τι να κάνω, πού να πάω; Ο Σινάν ξέρει τι τον περιμένει: ο καπιταλισμός του δίνει προδιαγεγραμμένες πορείες, η κατάληξη των οποίων είναι πάντα η ίδια: σκλάβος του χρήματος! Πολύς αγώνας, άγριες και άχαρες δουλειές για λίγα λεφτά και διέξοδος καμία. Το βλέπει και στον πατέρα του: εγκλωβισμένος σε ένα σύστημα από το οποίο δεν μπορεί να ξεφύγει. Με τίποτε. Γι' αυτό και του πάει κόντρα, γι' αυτό τον «μισεί», γι' αυτό κουβαλάει τόσο πολύ θυμό ο Σινάν μέσα του: γιατί ξέρει πως όσο κι αν δεν το θέλει, θα γίνει σαν τον πατέρα του. Ο οποίος εν πολλοίς έχει υποθηκεύσει το μέλλον του.

Ευτυχώς, ευτυχώς, ο Ceylan δεν ξεχνά να μας δώσει και πάλι εικόνες σπάνιας ομορφιάς, καίριας σημασίας, που σου τρυπάνε το μυαλό και μένουν εκεί για πολύ καιρό. Τα μαλλιά μιας όμορφης κοπέλας που ανεμίζουν στον άνεμο αφού έχει λύσει την μαντήλα της. Ένα μωρό που κοιμάται και επάνω στο πρόσωπό του περπατάνε μυρμήγκια – εντελώς Νταλί αυτό, έτσι; Ένας δρόμος που μαγικά ξεπροβάλλει μέσα από τα χιόνια – εδώ κάπου βρίσκεται κρυμμένος ο Kiarostami. Μικρά, πανέμορφα ιντερλούδια που έρχονται για να δώσουν ανάσες στις διαλογικές σκηνές, στις οποίες, ναι, σημασία έχει ο διάλογος – ιδίως όταν αυτές είναι γυρίσματα εσωτερικά. Η συζήτηση με τον δήμαρχο – εσωτερικό: δεν χρηματοδοτεί βιβλίο που δεν είναι τουριστικό. Η συζήτηση με τον επιχειρηματία – εσωτερικό: δεν χρηματοδοτεί βιβλίο που δεν είναι πατριωτικό. Η συζήτηση με τον συγγραφέα – εσωτερικό (κατά βάση): η κουβέντα εδώ έχει να κάνει κυρίως με τη συγγραφή και τους συγγραφείς ως κατάσταση, με «καρφιά» να πετάγονται ένθεν και ένθεν.

Και πάλι, οι πιο ωραίες διαλογικές σκηνές είναι εκείνες που γίνονται σε εξωτερικό χώρο. Η συζήτηση με την κοπέλα στο χωράφι: το τσιγάρο και η «απελευθέρωση» από τη μαντήλα δείχνουν χειραφέτηση, η κοπέλα, όμως, θα κάνει γάμο συμφέροντος – δεν γίνεται διαφορετικά. Και όχι, στην προτροπή listen to your heart, είναι αρκετά ρεαλίστρια για να γνωρίζει ότι οι καρδιές σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μιλάνε – υπακούνε. Η συζήτηση με τους δύο νεαρούς ιμάμηδες, οι οποίοι... κλέβουν μήλα, σαν να λέμε, τον απαγορευμένο καρπό! Ό,τι λέγεται, ό,τι ακούγεται, είναι σημαντικό. Ακόμα και οι ατάκες των ηρώων από το τηλεοπτικό σίριαλ δεν είναι τυχαίες. Είναι πολύ δύσκολο για τον Ceulan να γυρίσει κακή ταινία. Εδώ, όμως, φλερτάρει με το να χαρακτηριστεί η ταινία του πληθωρικά γεμάτη λόγο. Αλλά, είπαμε: ο δημιουργός, με οδηγό τον Ντοστογιέφσκι και τον Τσέχοφ, διαλογίζεται για τη θρησκεία, την πατρίδα, τη θέση της γυναίκας, τη θέση των νέων, την τέχνη, τη σημασία της, το πως η χώρα του βρίσκεται με το ένα πόδι στο μοντέρνο και με το άλλο πόδι στη βαθιά συντήρηση.

Κάποιες κουβέντες θα σας αρέσουν περισσότερες, για άλλες θα αδιαφορήσετε, ίσως να νιώσετε κάποια στιγμή ότι κουράζεστε. Δεν χρειάζεται απελπισία. Έτσι κι αλλιώς, αν επιλέξετε να δείτε την ταινία, κάπως προετοιμασμένοι θα είστε. Δεν μπορεί να είστε κοινό των multiplex. Δεν είδατε την αφίσα και είπατε «χμ, ενδιαφέρον, για να μπω». Γνωρίζετε τον Τούρκο δημιουργό ή αν είστε... νέοι στο άθλημα, έχετε μια ζέση να τον ανακαλύψετε. Μην αποκαρδιωθείτε. Στο τέλος, η ταινία (παρά τις αντιρρήσεις μας) θα σας αποζημιώσει. Και ο Σινάν θα καταλάβει στο φινάλε πως δεν είναι μάταια όλα στη ζωή. Ή μάλλον ας το διατυπώσω κάπως καλύτερα όλο αυτό: όσο μάταιο κι αν φαίνεται, είναι καθήκον μας να σκάβουμε βαθιά για να βρούμε νερό. Διαφορετικά, τα πάντα θα παραμείνουν ξερά. Και στη στέρφα γη μονάχα λίγες άγριες αχλαδιές θα απομείνουν. Για να μας θυμίζουν πως δεν προσπαθήσαμε αρκετά. Ίσως την επόμενη φορά...

Η Άγρια Αχλαδιά (Ahlat Agaci / The Wild Pear Tree) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την AMA Films!
Περισσότερα... »

Γουίλι (Wheely) PosterΓουίλι
του Yusry Abd Halim. Με τις φωνές των Ogie Banks, Gavin Yap, Bill J. Gottlieb, Brock Powell.


Καρμπόν!
του zerVo (@moviesltd)

Παρακολουθώντας τις πρώτες κιόλας εικόνες αυτού εδώ του φιλόδοξου animation, στο μυαλό μου επέστρεψε μια σκηνή από την κωμωδία Ο Πρίγκιπας της Ζαμούντα, που προβλήθηκε στις αίθουσες τριάντα χρόνια πριν. Σε αυτή, το υπερφίαλο αφεντικό του διαδόχου του θρόνου της αφρικανικής χώρας, που εργάζεται σαν καθαριστής σε φαστφουντάδικο του Κουίνς, προσπαθεί να πείσει τον αγαθό Ακίμ, πως άδικα η αλυσίδα Mc Donalds τον κατηγορεί για αντιγραφέα των trade marks της. "Μα εκείνα ονομάζονται Μακ Ντόναλντς, τι δουλειά έχουν με τα δικά μου τα Μακ Ντάουελς? Μα εκείνοι έχουν για σύμβολο τις δύο χρυσές αψίδες κι εγώ τις χρυσές θύρες, που υπάρχει κάτι κοινό? Και τι με νοιάζει που το καλύτερο τους χάμπουργκερ είναι το Big Mac, εγώ έχω το Big Mic!" Ε κάπως έτσι κι εδώ, δεν πάει να το λέει η Pixar, Cars το έργο της, εμείς το δικό μας το αποκαλούμε Wheely!

Γουίλι (Wheely) Wallpaper
Μια φορά κι έναν καιρό ο Γουίλι υπήρξε μια από τις ταχύτερες αγωνιστικές κούρσες, έχοντας αποσπάσει αμέτρητα τρόπαια στα σιρκουί, μέχρι που ένα μοιραίο ατύχημα έβαλε τέλος μια για πάντα στην καριέρα του στις πίστες. Αφού πέρασε από ένα γερό σέρβις, επανήλθε στην δράση, όχι όμως στα ράλι, αλλά στους δρόμους της μεγαλούπολης σαν ταξί, έχοντας πάντοτε μέσα του ζωντανό το όνειρο να επιστρέψει ξανά στους αγώνες. Η γνωριμία του με την κουκλίστικη κούρσα Μπέλα, εκτός ότι θα κάνει την καρδιά του να σκιρτήσει, θα τον βάλει και τον ίδιο σε μπελάδες, αφού την αγαπημένη του έχει βάλει στο μάτι ένας λαθρέμπορος πανάκριβων και ταχύτατων αυτοκινήτων που θα επιχειρήσει να την απαγάγει. Είναι η ώρα που ο Γουίλι και οι φίλοι του θα κληθούν να ενώσουν τις δυνάμεις τους, για να σώσουν την γυαλιστερή κατακόκκινη αμαξάρα από τα νύχια του αρπακτικού...

Να μιλήσουμε και για το μοναδικό θετικό στοιχείο της παρούσας περίπτωσης, που δεν είναι άλλο από το γεγονός πως στην λίστα εκείνων που ασχολούνται με το σύγχρονο κινούμενο σχέδιο, προστίθεται ακόμη μια χώρα, εντελώς απρόβλεπτη θα έλεγα, η Μαλαισία, μέσω της νεοσύστατης μπράντας Kartun Studios. Στο δια ταύτα όμως, αν είναι κάθε τρεις και λίγο κάποιοι χαρισματικοί χρήστες των υπολογιστών, να στήνουν εταιρείες σκίτσων που θα κοπιάρουν τόσο ξεδιάντροπα τα ορίτζιναλ αμερικάνικα, τότε καλύτερα να μας λείπει. Κι αυτό που μας σερβίρει εδώ ο σκηνοθέτης Yusry Abd Halim, δεν μπορώ να διανοηθώ πως δεν έχει εξοργίσει ακόμη την Disney, αφού είναι ηλίου φαεινότερο πως στο κτίσιμο του Wheely δεν έχει προσφέρει ούτε μισή ιδέα δική του. Εννοείται πάντως πως δεν μιλάμε για αντίγραφο, αφού κάτι τέτοιο ενδεχόμενα να είχε και ένα κάποιο ενδιαφέρον, αλλά για ένα πάμφτωχο κακέκτυπο των περιπετειών του Κεραυνού Μακουίν...

Σε σημείο που να υπάρχει ακόμη και ο διασκεδαστικός κολλητός με το σήμα κατατεθέν τα πεταχτά δοντάκια, δεν είναι όμως ένα σαράβαλο φορτηγάκι σαν τον Μπάρμπα, αλλά ένα σκουτεράκι τύπου Λουίτζι (ιδίου χρώματος!) που τουλάχιστον έχει άλλο όνομα (Πατ Πατ...). Θα μου πεις τι από όλα αυτά μπορεί να νοιάξει την πιτσιρικαρία, που θα τρέξει στην αίθουσα για να γουστάρει πολυχρωμία στο πανί, αυτοκινητάκια με ματάκια, στοματάκι και φωνούλες και άντε και μια υποτυπώδη πλοκή, που ενδεχόμενα θα τα διασκεδάσει? Τίποτα απολύτως, αφού οι νηπιακής ηλικίας θεατές, δεν νοιάζονται για κόπιες, καρμπόν και αντίγραφα. Νοιάζονται όμως οι ενήλικες συνοδοί τους, που για μιάμιση περίπου ώρα, θα κάνουν να κοιτάξουν το ρολόι τους ίσαμε διακόσιες φορές από την βαριεστημάρα, αφού επί του εκράν δεν συντρέχει το παραμικρό ενδιαφέρον για εκείνους.

Γουίλι (Wheely) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Το Βαποράκι (The Mule) PosterΤο Βαποράκι
του Clint Eastwood. Με τους Clint Eastwood, Bradley Cooper, Laurence Fishburne, Michael Peña, Dianne Wiest, Andy García, Alison Eastwood, Taissa Farmiga.


American Nightmare
του zerVo (@moviesltd)

Δεδομένα η φωτογραφία του είναι καρφωμένη δίπλα στο λήμμα Διάσημοι Ρεπουμπλικάνοι Αστέρες, μιας και ουδέποτε έκρυψε την στήριξη του προς τους Ελέφαντες, συμμετέχοντας ενεργά τόσο στα συνέδρια του Κόμματος, όσο και μάχιμα στις προεκλογικές συγκεντρώσεις. Για μια περίοδο της καριέρας του μάλιστα, την εποχή που μεσουρανούσε στα εκράν με την μορφή του Dirty Harry, οι δεξιές του πολιτικές πεποιθήσεις, δημιούργησαν έναν επιπλέον μύθο, εκείνον του φανατικού και ακραίου σοβινιστή, που βγάζει τα απωθημένα του στην μεγάλη οθόνη μέσα από τις φασιστικές (έτσι ακριβώς ειπώθηκε) βιαιότητες του μπάτσου που υποδύεται. Είναι γνωστό πως η άκρατη πίστη στην Σημαία, στο Έθνος, στους Θεσμούς του Κράτους - την οποία ουδέποτε ο Clint απαρνήθηκε - στο ενδεχόμενο της κατάρρευσης τους ως αξίες, στα μάτια αυτού που τις θεωρεί ιερές, θα του προκαλέσει πολλαπλάσια απογοήτευση άπαξ και νιώσει τον κατακερματισμό τους. Και αυτό ακριβώς έχει συμβεί εδώ και χρόνια με τον Μπλοντ, το όνειρο της ένδοξης Αστερόεσσας έχει εξελιχθεί σε τέτοιο εφιάλτη στην σκεπτική του, ώστε να μην τον αφήνει ήσυχο, ούτε στην προχωρημένη ηλικία των 88 χρόνων, να πει το αντίο στην λατρεμένη του κάμερα. Παρά να επιμένει να κριτικάρει την Αμερική του, που τον στενοχωρεί και τον θλίβει, μέσα από δραματικά αλληγορικές ιστορίες, σαν κι αυτή που αφηγείται το The Mule.

Το Βαποράκι (The Mule) Wallpaper
Έχοντας για μια ολόκληρη ζωή, αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην δουλειά του, ως βοτανολόγος, διαβαίνοντας το κατώφλι της όγδοης δεκαετίας της ζωής του ο αγέρωχος Ερλ Στόουν, θα βιώσει την απόρριψη από όλα τα αγαπημένα του πρόσωπα, την για μισό και πλέον αιώνα σύζυγό του, την λατρεμένη του θυγατέρα, ακόμη και την αδυναμία του, την όμορφη, αλλά και εύθραυστη στις αντιλήψεις της, εγγονή του. Ευρισκόμενος σε απόγνωση και δίχως να μπορεί να καλύψει λόγω των οικονομικών του χρεών ακόμη και τις πιο βασικές, προσωπικές του ανάγκες, θα πάρει ένα ρίσκο, τεράστιο, όσο και άκρως αντίθετο με τον μέχρι ώρας έντιμο βίο του. Να γίνει, έναντι αδράς ανταμοιβής, βαποράκι ναρκωτικών ουσιών, υπηρετώντας το Μεξικάνικο καρτέλ κοκαΐνης, μοιράζοντας την πανάκριβη πραμάτεια με το αγροτικό φορτηγάκι του, στους κατά τόπους εμπόρους του Ιλινόις.

Και για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα να περνά απαρατήρητος κάτω από την μύτη των διωκτικών αρχών, αφού ούτε η μεγάλη ηλικία του, ούτε το ηρωικό του παρελθόν, μιας και πολέμησε ως στρατιώτης στην Κορέα, ούτε κυρίως το κατάλευκο ποινικό του μητρώο, κινούσαν τις υποψίες πως εκείνος είναι το διαβόητο βαποράκι, με το παρατσούκλι Τάτα. Που στα τρυφερά σπανιόλικα, ακόμη κι αν τα χρησιμοποιούν τα μεγαλύτερα αποβράσματα του υποκόσμου, σημαίνει "παππουλάκος". Και που σε καμία περίπτωση οι κυνηγοί της DEA δεν μπορούν να πιστέψουν πως το συνθηματικό είναι κυριολεκτικό και αφορά σε έναν υπερήλικα, που έχοντας μπει στην τελική ευθεία της διαδρομής του σε αυτόν τον "υπέροχο" κόσμο, δείχνει πως δεν έχει τίποτα να χάσει. Μιας και όλα τα άλλα τα έχει απολέσει, φαμίλια, εργασία, αξιοπρέπεια, κοινωνικότητα...

Και ω του Θαύματος! Οι κακές συναναστροφές, γεμίζοντας τις τσέπες του με (ακραία παράνομους) παράδες, θα του δώσουν το κίνητρο εκείνο που είχε τόση ανάγκη, για να μπει και πάλι σε λειτουργία. Πλέον έχει την ευχέρεια να χρηματοδοτήσει τις ανάγκες των συγγενικών του προσώπων, το πορτοφόλι του είναι ικανό για να στήνει ολονύχτιες κάντρι φιέστες, όπου άπαντες οι συμμετέχοντες πίνουν ουίσκι στο όνομα του, ενώ με το περίσσευμα καταφέρνει να επαναδραστηριοποιήσει τον παρατημένο σύλλογο βετεράνων του πολέμου της Ασίας, με τα συντρόφια να του βγάζουν όλοι το τζόκει! Ένας είναι ο Έρλ, χαλάλι του που τα ξοδεύει τα ντόλαρς για την πάρτη του και το κέφι μας, όσο για το που μπορεί να τα βρήκε, δεν καίγεται καρφάκι κανενός. Η απασχόληση να πηγαίνει πρίμα και ο Αζτέκος βαρόνος της άσπρης σκόνης Λάτον (όχι άλλο Andy Garcia σε αυτό το ρόλο, πλιζ) να έχει τυφλή εμπιστοσύνη στο γεροντάκι και όλα θα πηγαίνουν ρολόι. Όσο οι Αρχές πετάνε αετό αποπροσανατολισμένες και όσο οι πάνοπλοι κομπανιέροι δεν μπουν στον πειρασμό να του στήσουν παγίδα, λιμπιζόμενοι το πανάκριβο φορτίο που κουβαλά.

Πραγματική είναι και πάλι η ιστορία που χρησιμοποιεί σαν βάση της δεύτερης ταινίας του μέσα στο 2018 (μετά το φαουλτάκι του 15:17 to Paris), ο Eastwood, που επανέρχεται ως πρωταγωνιστής δικού του πονήματος, μια δεκαετία μετά το αρκετά ριγμένο στην εποχή του Gran Torino. Το σενάριο που υπογράφει ο Nick Schenk, ο ίδιος δηλαδή με το προαναφερόμενο φιλμ του 2008, στηρίζεται στο άρθρο της New York Post γύρω από την δράση του Λίο Σαρπ, ενός σιμά 90άρη ήρωα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, που αποφάσισε στα στερνά του να αφήσει τον σταυρό από το χέρι, για να υπηρετήσει το καρτέλ της Σιναλόα. Και πραγματικά εκείνη η παράξενης αντίδρασης υπόθεση που συγκλόνισε την κοινή γνώμη, στέκεται μια χαρά ως θεμέλιο ανάπτυξης της διαμαρτυρίας του προς την ίδια την πολιτικοκοινωνική κατάσταση του τόπου του, που τον έχει μεταβάλλει σε αγανακτισμένο διαβολέα του φημισμένου JFK ρητού: Επιτέλους ας δούμε τι μπορεί να κάνει η Αμερική και για μας, εμείς για εκείνη έχουμε δώσει ακόμη και το αίμα μας...

Η αφήγηση του Eastwood δεν περιορίζεται σε μια επίπεδη γραμμή, χρησιμοποιεί αρκετές φορές τον παρελθοντικό χρόνο για να αναδείξει το ζήτημα που στήνεται στο μυαλό του γέροντα, χωρίς γερά υποστηρίγματα από το σκριπτ στην ανάπτυξη άλλων χαρακτήρων πέραν του Ερλ, δεν ξεπερνά ποτέ ως είδος το όριο του προσωποπαγούς δράματος. Επιδερμική η παρουσίαση της οικογένειας του σιτεμένου βαπορακίου, με συνέπεια μια πολύ καλή σεκάνς προς το φινάλε, να πετυχαίνει απλά και μόνο λόγω της έμπειρης παρουσίας της Diane Wiest δίπλα στον Clint, Έως και μηδενική η ανάλυση των μπάτσων (δεν θυμάμαι την τελευταία τόσο άχρωμη εμφάνιση του Bradley Cooper) που βρίσκονται στο κατόπι του, άρα ποτέ δεν φλέγεται κανένα αστυνομικό θρίλερ ή στήνεται κανένα στοιχειώδες σασπένς που θα τυλίξει με την αγωνία του την ατάραχη μόντα του γέροντα που όμως το λέει ξεκάθαρα η καρδιά του.

Στην πραγματικότητα έχουμε να κάνουμε με το ρυτιδιασμένης πρωταγωνιστικής χροιάς φλιπ σάιντ του Old Man & The Gun, μόνο που εδώ κανείς δεν παίρνει όρκο πως ετούτο θα είναι το κύκνειο άσμα του Clint, σε αντίθεση με το δηλωμένο αντίο του ιδίου μυθικού επιπέδου και κατά έξι χρόνια νεότερου και παντελώς αντίθετης πολιτικής παράταξης, συνταξιοδοτημένου πια, Redford. Η βασική διαφοροποίηση όμως μεταξύ των δύο πρωταγωνιστικών περσόνων, που βουτούν από ξέχωρο μονοπάτι στο έγκλημα, έχει να κάνει με το γεγονός πως εδώ ο Στόουν βγάζει αντίδραση με την παραβατική συμπεριφορά του. Νιώθει μηδενισμένος από το σύστημα που ο ίδιος με τόση θέρμη στήριξε, αισθάνεται πικραμένος που όλοι τον θεωρούν ως σκουπίδι και διοργανώνει την ολόδικη του επανάσταση, έχοντας πιάσει τον πάτο του βαρελιού, κάτι που ποτέ του, ρεπουμπλικάνικα σκεπτόμενος θα περίμενε. Και να τον τσακώσουν δηλαδή τι έγινε, ποιος ψηλά στην εκτίμηση του θα τον κακολογήσει, από όσους του έστριψαν την πλάτη στα ζόρικα? Άσε που στην αγροτική φυλακή θα έχει στρέμματα ολόκληρα για να φυτέψει τα λουλούδια του, σε αντίθεση με το πενιχρό κηπάκι που του απέμεινε, μετά από δεκαετίες ολόκληρες, ευσεβούς τήρησης των κανόνων.

Το Βαποράκι (The Mule) Rating






Στις δικές μας αίθουσες? Στις 3 Ιανουαρίου 2019 από την Tanweer!
Περισσότερα... »