Περίπτωση Συνείδησης (Bedoone Tarikh, Bedoone Emza / No Date, No Signature) PosterΑυτοί που είναι τολμηροί και γενναίοι, σκοτώθηκαν πριν να μεταφέρουν το γονίδιό τους στις επόμενες γενιές! Η φετινή πρόταση του Ιράν για το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, με δύο βραβεία στο περσινό Φεστιβάλ Βενετίας και με Αργυρό Αλέξανδρο και Βραβείο FIPRESCI στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είναι η νέα δημιουργία του Vahid Jalilvand, Περίπτωση Συνείδησης (Bedoone Tarikh, Bedoone Emza / No Date, No Signature). Ένας ευυπόληπτος ιατροδικαστής εμπλέκεται σε ένα τροχαίο, όπου τραυματίζεται ένα οχτάχρονο αγοράκι. Ο άνδρας προτίθεται να πληρώσει αποζημίωση στον πατέρα του παιδιού και να το μεταφέρει στο νοσοκομείο, αλλά εις μάτην. Το άλλο πρωί, βρίσκει στο νοσοκομείο το πτώμα του αγοριού που έχει μεταφερθεί εκεί για αυτοψία, αλλά η πρώτη γνωμάτευση δείχνει θάνατο από δηλητηρίαση. Ένα εκλεκτό δείγμα του κινηματογράφου των ηθικών διλημμάτων, μπολιασμένo με την ιρανική κινηματογραφική παράδοση της ενδελεχούς μελέτης χαρακτήρων, μια ελεγεία για τους ανθρώπους που ονειρευόμασταν να γίνουμε κι όμως θάψαμε μέσα μας.

Περίπτωση Συνείδησης (Bedoone Tarikh, Bedoone Emza / No Date, No Signature) Movie

Πρωταγωνιστούν οι Navid Mohammadzadeh, Amir Agha’ee, Hediyeh Tehran.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 4 Οκτωβρίου 2018 από την AMA Films!

Περισσότερα... »

Ένα Αστέρι Γεννιέται (A Star Is Born) PosterΑν υπάρχει ένας λόγος για να είσαι εδώ, αυτός είναι να πεις κάτι που θέλει να ακούσει ο κόσμος! Το σκηνοθετικό ντεμπούτο του τέσσερις φορές υποψήφιου για Όσκαρ Bradley Cooper (American Sniper, American Hustle, Silver Linings Playbook) είναι το επάξιο remake της κλασικής ιστορίας αγάπης Ένα Αστέρι Γεννιέται (A Star Is Born) που δίνει στην πολυβραβευμένη σταρ Lady Gaga τον πρώτο της πρωταγωνιστικό ρόλο σε ταινία μεγάλου μήκους. Ο φακός του Cooper, που συμπρωταγωνιστεί, αποτυπώνει την ψυχολογική και προδιαγεγραμμένη διαδρομή των ηρώων με ευαισθησία και αρτιότητα, ενώ η Lady Gaga στέκεται στο ύψος των περιστάσεων με μία αβίαστη ερμηνεία. Η επιτυχημένη και τολμηρή αυτή συνεργασία αποθεώνει την καλλιτεχνική αξία της ταινίας με τα πρωτότυπα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν ζωντανά στο γύρισμα και φέρουν την υπογραφή των δύο πρωταγωνιστών σε συνεργασία με άλλους καλλιτέχνες. Ο καταξιωμένος μουσικός της country Τζάκσον Μέιν ανακαλύπτει και ερωτεύεται κεραυνοβόλα την άσημη και ταλαντούχα Άλι. Εκείνη έχει αρχίσει να εγκαταλείπει το όνειρό της να γίνει μεγάλη τραγουδίστρια, μέχρι που ο Τζακ τη βάζει στο προσκήνιο. Όταν, όμως, η καριέρα της Άλι απογειώνεται, η προσωπική πλευρά της σχέσης τους καταρρέει, καθώς ο Τζακ βρίσκεται παλεύει με τους δικούς του δαίμονες.

Ένα Αστέρι Γεννιέται (A Star Is Born) Movie

Το λαμπερό cast περιλαμβάνει επίσης τους Andrew Dice Clay (Blue Jasmine), Dave Chappelle (Chi-Raq) και Sam Elliott (The Hero). Η ταινία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 75ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας, όπου απέσπασε εγκωμιαστικές κριτικές.

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 4 Οκτωβρίου 2018 από την Tanweer Films!

Περισσότερα... »

Ο Μικροπόδαρος (Smallfoot) Poster ΠόστερΟ Μικροπόδαρος
του Karey Kirkpatrick. Με τις φωνές των Channing Tatum, James Corden, Zendaya, Common, LeBron James, Danny DeVito, Gina Rodriguez, Yara Shahidi, Ely Henry, Jimmy Tatro


Looking a horrid man, Living in other land!
του zerVo (@moviesltd)

Η ύπαρξη τους περιορίζεται απλά και μόνο στους θρύλους και τις παραδόσεις του κάθε λαού, αφού παρόλη την ύπαρξη πάμπολλων αλαφροΐσκιωτων, που φανατικά υποστηρίζουν πως έχουν έρθει σε επαφή μαζί τους, εντούτοις η ορθολογική επιστήμη απορρίπτει μια τέτοια πιθανότητα ως απαράδεκτη. Κι όμως σαν παραμύθι και μόνο μια χαρά ακούγεται το σενάριο κανείς να έρθει τετ α τετ με το θηριώδες ον, που πλέει στα ρηχά νερά της Λοχ Νες, να συναντήσει στην καπετανίσια ποντοπορία του την αέρινη γοργόνα, για να της δώσει απαντήσεις γύρω από τον αδελφό της Μεγαλέξαντρο ή να κάνει συντροφιά στα απέραντα δάση της αμερικάνικης Μεσοδύσης, με τον γίγαντα Μεγαλοπόδαρο. Ένας τέτοιο τέρας, που ζει και αναπνέει μόνο στην σφαίρα του εκάστοτε ντόπιου φολκλόρ, είναι και ο Γιέτι, θεριό τεράστιο που είναι και ο βασικός ήρωας του καινούργιου animation της Warner.

Ο Μικροπόδαρος (Smallfoot) Quad Poster Πόστερ
Κάθε μέρα με το ίδιο κέφι ξυπνά η δομημένη κάτω από αυστηρές αρχές λειτουργίας κοινότητα των μαλλιαρών κατάλευκων τιτάνων Γιέτι, που είναι κτισμένη στο ψηλότερο σημείο της οροσειράς των Ιμαλαίων, πέρα από τα σύννεφα, σχεδόν μια ανάσα από τον ουρανό. Ανάμεσα τους και ο αγαθός Μίγκο, γιος του ηλικιωμένου Ντονγκλ, που καθημερινώς ξυπνά το χωριό κτυπώντας το γκονγκ του, ένας φιλότιμος και άκακος νεαρός γίγαντας, που του αρέσει να κάνει βόλτες ολημερίς, ίσαμε τα όρια όμως που έχει θεσπίσει ο Λιθοφύλακας, ο φυσικός ηγέτης της φράξιας, που σκοπό του έχει να προστατεύει τις ιερές πέτρες με τις γραμμένες αρχές δράσης της φυλής. Άντε και καμιά φορά να τα ξεπερνά, παρόλες τις παραινέσεις της παρέας του, για να μην μπει σε τέτοιο κίνδυνο.

Σε μια από αυτές του τις ρισκαδόρες βόλτες του ο Μίγκο, θα αντιληφθεί την ύπαρξη ενός μυστηριώδους ιπτάμενου σιδερένιου πουλιού, που άτσαλα θα προσγειωθεί στην αχανή παγωμένη επιφάνεια. Και προς ακόμη μεγαλύτερη του έκπληξη, από μέσα θα ξεπεταχτεί ένα παράξενο ον, που όμοιο του δεν έχει συναντήσει κανένας από τους συντρόφους του και που στις γραφές είναι καταχωρημένο ως ο Μικροπόδαρος. Σύμφωνα δε με τους νόμους των Γιέτι, απαγορεύεται η οποιαδήποτε επαφή με τα μικροσκοπικά ζωάκια, που ζουν στους πρόποδες των ορέων, ως υπερβολικά επικίνδυνη για το μέλλον του χωριού. Προβληματισμένος ο "μικρός" που κανένας από την ομήγυρη του δεν πείθεται για την συνάντηση του με έναν Smallfoot, θα πάρει ολομόναχος τον μακρύ δρόμο, πολύ κάτω από τα νέφη, για να αποδείξει σε όλους πως εκείνος έχει δίκιο και τα όντα αυτά, στ αλήθεια υπάρχουν.

Στην πραγματικότητα δηλαδή έναν άνθρωπο πέτυχε στην κορφή του Έβερεστ ο τριχωτός γίγας, έναν πιλότο που έχασε τον έλεγχο του αεροπλάνου του και προσέκρουσε στην πλαγιά κι ευτυχώς βγήκε ζωντανός μέσα από το κόκπιτ για να συναντήσει μπροστά του το Γιέτι, που επίσης από την δική του σκοπιά ουδείς λογικός πείθεται πως υφίσταται. Η ανακατωσούρα θα φτάσει στην κορύφωση της, καθώς ο Μίγκο θα πλησιάσει ίσαμε τους καταυλισμούς των ντόπιων, εκεί που θα συναντήσει έναν κατατρομαγμένο ντοκιμαντερίστα, τον Πέρσι Πάτερσον, που έχοντας χάσει την φήμη του ως σκηνοθέτης, αναζητά το ιδανικό θέμα για να επιστρέψει στην δράση!

Η πλάκα του στόρυ στηρίζεται, όπως γίνεται αντιληπτό, στην εναλλαγή των ρόλων των συμμετεχόντων στην πλοκή, ανθρώπων και γιέτι, εφόσον και για τους μεν και για τους δε ισχύει το ίδιο: Οι "άλλοι" υπάρχουν μόνο στην φαντασία και ουδείς ποτέ του τους έχει δει! Συνεπώς αυτό το συναπάντημα, κάπου στο μέσον της διαδρομής που πρώτος χάραξε ολόκληρη ο Έντμουντ Χίλαρι, είναι κι εκείνο που δίνει τροφή στην αφήγηση για να κινηθεί και να διασκεδάσει την κατά τεκμήριο ανήλικη πλατεία, που πετάει σκούφια για τέτοιου είδους χιουμοριστικά κινούμενα σχέδια.

Και η πραγματικότητα είναι πως οι μικροί φίλοι του πολύχρωμου σκίτσου, σίγουρα θα περάσουν όμορφα με τις σλάπστικ γκάφες του ατσούμπαλου Μίγκο, καθώς εκείνος γκρεμοτσακίζεται, καρφώνεται στο γκονγκ ή προσπαθεί να προστατέψει από το ψύχος τον καινούργιο του φιλαράκο. Εύπεπτες οι ηθικές κεντρικές ιδέες, περί συντροφικότητας, αλληλεγγύης, φιλίας και σεβασμού, ακόμη και προς μια άγνωστης μορφής ύπαρξη, συνοδεύουν ένα πόνημα που σχεδιαστικά ακολουθεί πιστά τους κανόνες που χάραξε το Ice Age στα σκηνικά και το Monsters Inc στο ζωγράφγισμα των ηρώων. Αξιοπρεπές, αλλά όχι και κάτι που δεν έχουμε ματαδεί!

Ο Μικροπόδαρος (Smallfoot) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

H Συνάντηση (The Place) Poster ΠόστερH Συνάντηση
του Paolo Genovese. Με τους Marco Giallini, Alba Rohrwacher, Rocco Papaleo, Vittoria Puccini, Vinicio Marchioni, Alessandro Borghi, Silvio Muccino, Silvia d'Amico, Giulia Lazzarini, Sabrina Ferilli


Εσείς μέχρι πού θα φτάνατε για να αποκτήσετε αυτό που θέλετε;
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

«Protect me from what I want»

Αυτή είναι η 9η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Paolo Genovese – έχει συνσκηνοθετήσει κι άλλες δύο μεγάλου μήκους, μαζί με τον Luca Miniero. Είναι η ταινία που σκηνοθέτησε αμέσως μετά τη μεγάλη του επιτυχία, το Perfetti sconosciuti (2016), ταινία που στην Ιταλία την είδαν πάνω από 2,5 εκατομμύρια θεατές, ενώ ήταν και υποψήφια για οχτώ βραβεία David di Donatello (τα ιταλικά Όσκαρ) κερδίζοντας τελικά τα δύο πιο σημαντικά: καλύτερης ταινίας και σεναρίου. Και συνολικά, είναι η δεύτερή του ταινία που πήρε κινηματογραφική διανομή στη χώρα μας. Καναδυό προηγούμενές του κυκλοφόρησαν σε dvd, όπως πχ το «Για όλα φταίει ο Φρόιντ» (Tutta colpa di Freud, 2014). Εκτός από τον Θοδωρή Αθερίδη που γύρισε την ελληνική εκδοχή του Τέλειοι Ξένοι αντιγράφοντάς την πλάνο προς πλάνο, την ισπανική εκδοχή της ταινίας ετοιμάζει ο Álex de la Iglesias... Στη Συνάντηση (The Place) εμφανίζονται τρεις ηθοποιοί που έπαιζαν και στην προηγούμενη του σκηνοθέτη: ο Valerio Mastandrea στο ρόλο του μυστηριώδους ανθρώπου, ο Marco Giallini στο ρόλο του μπάτσου και η Alba Rohrwacher στο ρόλο της μοναχής.

H Συνάντηση (The Place) Poster Πόστερ Wallpaper
Τούτη η ταινία βασίζεται στην καναδική τηλεοπτική σειρά «The Booth At The End». Αποτέλεσε την ταινία με την οποία έπεσε η αυλαία του περσινού φεστιβάλ της Ρώμης. Ήταν υποψήφια για επτά βραβεία David di Donatello, δεν κέρδισε όμως κανένα.

Η υπόθεση: Ένας μυστηριώδης άνδρας κάθεται κάθε μέρα στο ίδιο τραπέζι ενός μπαρ. Κρατάει ένα τεράστιο σημειωματάριο και περιμένει. Κάθε μέρα, δέκα διαφορετικοί άνθρωποι τον επισκέπτονται, σε μη συγκεκριμένες ώρες, και κάθονται απέναντί του. Ο καθένας από αυτούς τους ανθρώπους του ζητάει και κάτι. Μία γυναίκα ζητάει να γίνει πιο όμορφη, ένας μεσήλικας θέλει να περάσει μια νύχτα με την αγαπημένη του πορνοστάρ, μια γηραιά κυρία θέλει να γιατρευτεί ο άντρας της από το Αλτσχάιμερ, ένας πατέρας θέλει να σωθεί η ζωή του παιδιού του, μια μοναχή θέλει να ξαναβρεί την πίστη της στο Θεό, ένας τυφλός επιθυμεί διακαώς να βρει ξανά το φως του... «Μπορεί να γίνει», απαντά ο άνδρας. Γράφει στο σημειωματάριο του. Και μετά δίνει κατευθύνσεις.

Για να γίνει εφικτή η επιθυμία του καθενός, θα πρέπει να κάνει κάτι που τον ξεπερνάει: να απαγάγει ένα παιδί, να πλακώσει στο ξύλο έναν άγνωστο, να βιάσει μια γυναίκα, να σκοτώσει συγκεκριμένο αριθμό ανθρώπων. Κτλ, κτλ. Έτσι υπογράφεται το συμβόλαιο. Έτσι μπορεί να πραγματοποιηθεί η επιθυμία. Είναι στο χέρι του κάθε αιτούντος να κάνει αυτό που του ζητάει ο ξένος, για να αποκτήσει αυτό που επιθυμεί πιο πολύ. Μέχρι που είναι διατεθειμένοι να φτάσουν οι άνθρωποι λοιπόν για να πάρουν αυτό που θέλουν;

Η άποψή μας: Κοίτα να δεις τώρα: έχουμε μπροστά μας ένα έργο τέχνης, που είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον από κάθε πλευρά, εκτός από την... κινηματογραφική! Το σενάριο είναι υποδειγματικό. Ουσιαστικά, είναι μια άλλη ματιά πάνω στο μύθο του Φάουστ, που πούλησε την ψυχή του στο διάβολο. Παραλλαγές στο ίδιο θέμα, θα μπορούσε να πει κάποιος κακοπροαίρετος, κι όμως, σε επίπεδο σεναρίου πάντα, ενδιαφέρεσαι για την έκβαση και των δέκα ιστοριών. Συν άλλης μίας: αυτής του μυστηριώδους ξένου με τη σερβιτόρα... Κάθε ιστορία έχει το δικό της σημείο βρασμού, τη δική της πορεία, τη δική της δυναμική. Σε κάθε ιστορία δοκιμάζεται ένα από τα πιο βασανιστικά και ουσιώδη ερωτήματα που ταλανίζουν τον κόσμο: οι άνθρωποι είμαστε κατά βάση καλοί ή κατά βάση κακοί;

Το έργο τέχνης, που είναι η ταινία, δίνει τη δική της απάντηση. Το αν η απάντηση αυτή συνάδει με την εικόνα που έχουμε, ζώντας στις σύγχρονες κοινωνίες, είναι κάτι που η ταινία έξυπνα μεταθέτει στον θεατή. Δεν κοιτάει – ευτυχώς – το ζήτημα χριστιανικά – και γενικότερα θρησκευτικά. Αν και ο μυστηριώδης ξένος (σημείωση: αν δεν έχετε διαβάσει το ομώνυμο βιβλίο του Μαρκ Τουέιν, σπεύστε οπωσδήποτε: υπέροχο και ουσιαστικό ανάγνωσμα, πάντοτε επίκαιρο) φλερτάρει με το να είναι ο Διάβολος. Ή μήπως είναι ο Θεός; Και η σερβιτόρα; Θεά ή Σατανάς; Μικρή σημασία έχει και σε δεύτερο επίπεδο, αν θέλεις να πεις κάτι για να ξεφύγεις από τη σοβαρότητα των συζητήσεων, που σίγουρα ανοίγει η ταινία (κι αυτό είναι υπέρ της) τότε μπορείς να οδηγηθείς και σε αυτό το μονοπάτι.

Οι διάλογοι λοιπόν είναι σούπερ και σε κάθε μία από τις επιμέρους ιστορίες αναρωτιόμαστε για τις προτεραιότητες των ηρώων: είναι τόσο στρεβλές; Είμαστε ματαιόδοξοι; Είμαστε τόσο εγωιστές; Και στην τελική: είμαστε τόσο... ανήθικοι; Ωραία όλα αυτά, αλλά θα λειτουργούσαν μια χαρά... αλλιώς. Ναι, ως τηλεοπτική σειρά, όπου σε κάθε επεισόδιο, θα πιάναμε μία ιστορία από την αρχή ως το τέλος, τα πράγματα θα ήταν (μάλλον...) συναρπαστικά! Ναι, ως λογοτεχνικό ανάγνωσμα, θα υπήρχε το απαραίτητο feedback από τον αναγνώστη – και θα ήταν θετικό. Ναι, ως θεατρικό έργο, το όλο πράγμα θα λειτουργούσε εκατοντάδες φορές καλύτερα: αναμένω να ανακαλύψει την ταινία ο Μαρκουλάκης και να τη διασκευάσει με πρωταγωνιστές τον ίδιο και τον Παπασπηλιόπουλο! Αλλά ως ταινία, δεν στέκει, όσο και να προσπαθεί ο σκηνοθέτης.

Όλη η ταινία είναι γυρισμένη «κεκλεισμένων των θυρών». Και όσες γωνίες λήψης κι αν αλλάξει ο σκηνοθέτης, δεν μπορεί να αποφύγει την δυσάρεστη αίσθηση της επανάληψης. Πάει ένας, πλησιάζει το τραπέζι, μιλάει με τον ξένο, σημειώνει ο ξένος διάφορα, φεύγει ο ένας. Πάει ο άλλος, πλησιάζει το τραπέζι, μιλάει με τον ξένο, σημειώνει ο ξένος διάφορα, φεύγει ο άλλος. Και ούτω καθεξής, συνεχώς, σαν λούπα, σαν δίσκος που έχει κολλήσει στο ίδιο σημείο. Πολύ τολμηρό και ενδιαφέρον εγχείρημα ως ιδέα, δεν λειτουργεί όμως καθόλου μα καθόλου ως ταινία.

H Συνάντηση (The Place) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Strada Films!
Περισσότερα... »

Τι Θα Πει ο Κόσμος (Hva vil folk si / What Will People Say) Poster ΠόστερΤι Θα Πει ο Κόσμος
της Iram Haq. Με τους Maria Mozhdah, Adil Hussain, Ekavali Khanna, Rohit Saraf, Ali Arfan, Sheeba Chaddha, Jannat Zubair Rahmani, Lalit Parimoo


Μεσαίωνας!
του zerVo (@moviesltd)

Στα πλαίσια της ομαλής μετάβασης από την υδρόγειο των συνόρων σε μια πραγματικότητα σοβαρής παγκοσμιοποίησης, είναι υποχρεωτικό από κάθε λαό να σεβαστεί ήθη και στοιχεία της κουλτούρας εκείνου που επιθυμεί να μπει στο μίξερ μαζί του. Ενδεχόμενα κάποια από αυτά τα πολιτισμικά στοιχεία να μοιάζουν ξένα και απόμακρα, ίσως και περίεργα εκ πρώτης όψης, δεν παύουν όμως να ορίζουν δεδομένα της παράδοσης κάθε λαού, που ενδεχόμενα στην πορεία της εξομάλυνσης, να βελτιώσουν την νέα κατάσταση, ίσως και να εξαλειφθούν ολοσχερώς. Τι συμβαίνει όμως με όλες εκείνες τις αρχές του κάθε τόπου, τις ηθικές, τις βασικές πολλές φορές, που ανήκουν στην σφαίρα της απανθρωπιάς και υποβαθμίζουν διαρκώς κάθε έννοια υπόστασης του είδους μας? Τι θα πει ο κόσμος? Δεν είστε ικανοί να λέγεστε συνάνθρωποι μας! Και επιβάλλεται να συμμορφώσετε τις μεσαιωνικές σας αντιλήψεις, στις σύγχρονες προσταγές το συντομότερο δυνατόν! Αν επιθυμείτε κοινή συμβίωση...

Τι Θα Πει ο Κόσμος (Hva vil folk si / What Will People Say) Quad Poster Πόστερ
Κόρη του σεβάσμιου, σε ολάκερη την Πακιστανική κοινότητα της φτωχικής συνοικίας του Όσλο, παντοπώλη Μίρζα, είναι η δεκαεξάχρονη Νίσα, ένα κορίτσι που ζει μαζί με την οικογένεια της, την μητέρα και τα δύο αδέλφια της, παλεύουν να επιβιώσουν σε έναν κόσμο καινούργιο που φιλοξενεί τα όνειρα τους, μακριά από την μιζέρια της πατρίδας τους. Προκειμένου να μην χαλάσει τα χατίρια των αυστηρών και φοβούμενων την όποια κατακραυγή των συμπατριωτών τους, επίσης μεταναστών στην παγωμένη Νορβηγία, γονιών της, η κοπέλα φαινομενικά στο σπίτι μοιάζει να ακολουθεί τις καταπιεστικές τους προσταγές, δεν είναι όμως και λίγες οι φορές εκείνες που αποδρά μυστικά, για να ζήσει κι εκείνη σαν έφηβη, τις χαρές που απολαμβάνουν οι βορειοευρωπαίοι συνομήλικοι της.

Σε μια τέτοια φυσιολογική, όσο και ανάρμοστη όμως για την λογική της μουσουλμανικής φαμίλιας, κίνηση της, να φέρει κρυφά στο δωμάτιο της, τον συμμαθητή που συμπαθεί, η αντίδραση του προϊστορικών ιδεών πατέρα, που νιώθει πως θα γίνει ο περίγελος των ομοίων του, θα είναι απρόβλεπτα βίαιη. Αφού δεν θα σταθεί μόνο στην εκδικητική χειροδικία, αλλά τάχιστα θα οργανώσει την μεταγωγή της ανήλικης θυγατέρας του, πίσω στο Πακιστάν, προκειμένου να την εγκαταλείψει σε ένα φερέγγυο και ιδίων αρχών σπιτικό, σε σχεδόν αχαρτογράφητο χωρίο τετρακόσια χιλιόμετρα μακριά από την πρωτεύουσα Ισλαμαμπάντ. Πιστεύοντας πως έτσι θα γλυτώσει από την χλεύη του περίγυρου του, από την ανείπωτη ντροπή που σκόρπισε στην εστία του, η πορνική κατ εκείνον, συμπεριφορά της Νίσα.

Όσο όμως εκτιμώντας πως θα την συνεφέρει και θα την επαναφέρει στον δρόμο της αρετής και της σωστής ισλαμικής ανατροφής, αφού οι πιστοποιημένα έμπιστοι ανάδοχοι, θα την μεγαλώσουν κατά πως πρέπει, σαν νοικοκυροκόριτσο, με το τσαντόρ στο κεφάλι και το βλέμμα υποτακτικά στο πάτωμα, τόσο εκείνη θα αντιδρά, αποζητώντας να βρει διέξοδο που θα την οδηγήσει πίσω και πάλι στον πολιτισμό. Τα εμπόδιο αμέτρητα, αφού στον αφιλόξενο αυτό Ασιανό τόπο, Θεός υπάρχει μόνο στα φανατικά κείμενα και τις φιλοπόλεμες γραφές, καθώς τα πάντα μοιάζουν πρωτόγονα, προϊστορικά, μακρινά από κάθε έννοια πολιτισμού και λογικής. Και οι ελπίδες του κοριτσιού για να επιστρέψει στα μέρη που γεννήθηκε και οι ελευθερίες περισσεύουν, ολοένα και δείχνουν και πιο περιορισμένες.

Ανατριχίλα σκορπά στην ανάγνωσή του, ένα ακόμη φιλμ κοπής μεσανατολικής, που στηλιτεύει την κατάφωρη αδικία στον διαχωρισμό των φύλων στις φονταμεταλιστικές κοινωνίες που το Κοράνι είναι ο μοναδικός, ο απόλυτος οδηγός - αν και πουθενά στα κείμενα του δεν αναγράφει τέτοια αίσχη. Η σκηνοθέτιδα Iram Haq, σε μια (πιθανότατα αυτοαναφορική) καταγραφή των γεγονότων που ζει ένα κοριτσόπουλο σαν τα κρύα τα νερά, από τον σαδιστικό διωγμό που δέχεται από τα πρόσωπα, που θεωρητικά θα έπρεπε να την προστατεύουν ως κόρη οφθαλμού, επανέρχεται σε ένα φλέγον ζήτημα που έχει απασχολήσει όχι και λίγες φορές πρόσφατα την διεθνή κινηματογραφία. Το βασικό ατού της αφήγησης της Σκανδιναβής δημιουργού, με τις προφανείς Πακιστανικές ρίζες, είναι το στήσιμο της κάμερας της σε ένα πήγαινε έλα δραματικού κοντράστ, ανάμεσα στα χιόνια του βορρά και την σκόνη της ερήμου, μια πορεία κάτεργου, όπου το παιδί υποχρεούται να βιώσει την υποχρεωτική εξορία από το όνειρο. Πίσω στην φυλακή, την αιχμαλωσία, την ατίμωση...

Υπάρχουν στιγμές που το Τι Θα Πει ο Κόσμος (Hva vil folk si / What Will People Say) καθηλώνει με την ρεαλιστική μέθοδο που προβάλλει το δράμα της πιτσιρίκας. Ειδικότερα όταν στο πλάνο εισέρχονται οι πιο ηλικιωμένες γυναικείες συγγενικές μορφές, φορώντας την στολή του χωροφύλακα με πολύ πιο αυστηρό τρόπο από τα αρσενικά, μοιράζοντας απορίες για το πόσο το μυαλό τους έχει ισοπεδωτικά συνθλιβεί από την πολυετή απαξίωση της ύπαρξης τους. Η μάνα - δράκος, ορίζει μια εικόνα τόσο μισητή, σε σημείο που ο θεατής να μην δύναται να πιστέψει το πως είναι δυνατό να φέρεται με τόση κακία κανείς σε εκείνον που έφερε με τόσο κόπο στον κόσμο. Έτσι, δηλώνοντας πλήρη υποταγή στον Κύρη, όπως ορίζει η θρησκεία, για να κερδίσει την εύνοια του.

Το πρόσωπο κλειδί της ιστορίας, ο δισυπόστατος πατέρας (ο Ινδός βετεράνος αστέρας Adil Hussain) είναι και η πιο κατεστραμμένη περσόνα από όσες συμμετέχουν στην πλοκή. Εγκλωβισμένος στα πρέπει, μαγκωμένος στα επικριτικά σχόλια της γειτονιάς επειδή η μικρή περπατάει (!) δίπλα σε αγόρια, υποχρεούται από τον κοινωνικό Νόμο που υπηρετεί να δράσει καίρια, έστω και αν χρειαστεί να χειροδικήσει. Την αγαπά όμως την Νίσα, αυτό είναι εμφανές στο βλέμμα του, δεν γίνεται να της το δείξει, αφού τέτοια αδυναμία δεν την επιτρέπουν οι κανόνες. Καλείται να είναι εκείνος ο Κριτής, εκείνος ο Εισαγγελέας και εντέλει εκείνος ο Τιμωρός προκειμένου να μην του καταλήξει όπως όλα δείχνουν - αφού κάνει παρέα με συνομηλίκους της... - στον δρόμο! Χίλια χρόνια πίσω. Υπέροχη ερμηνευτικά η νεαρή πρωτοεμφανιζόμενη Maria Mozhdah, με φυσικά πανέμορφα χαρακτηριστικά, παρότι ανήλικη ακόμη, αποδίδει με πειστικότητα έναν απαιτητικό ρόλο, με διαρκείς εναλλαγές ψυχοσύνθεσης. Γινόμενη έτσι ο πυλώνας που πάνω του κτίζεται το οικοδόμημα μιας πολύ ενδιαφέρουσας, δραματικής, Ευρωπαϊκής ταινίας, που προστίθεται στην μακρά λίστα των πρόσφατων δημιουργιών που ασχολούνται ενδελεχώς με τα αμέτρητα ζόρια ενηλικίωσης των, κατά τα άλλα ελεύθερων, πολιτών της Γηραιάς Ηπείρου.

Τι Θα Πει ο Κόσμος (Hva vil folk si / What Will People Say) Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »

Searching Poster ΠόστερSearching
του Aneesh Chaganty. Με τους John Cho, Michelle La, Debra Messing, Sara Sohn, Joseph Lee, Steven Michael Eich, Ric Sarabia, Sean O'Bryan


Lost in the Cloud!
του zerVo (@moviesltd)

Υπήρξε μια από τις ταινίες που έκαναν τον περισσότερο θόρυβο κατά την πρώτη τους επίσημη προβολή στο χιονισμένο φιλμικό πανηγύρι της Γιούτα, το καθιερωμένο χειμωνιάτικο φεστιβάλ του Sundance. Το ανεξάρτητης χρηματοδότησης Searching ελάχιστες ημέρες μετά την Γεναριάτικη αποκάλυψη του στο κοινό του Σολτ Λέικ, έκανε τέτοια θραύση, ώστε τάχιστα η Sony Pictures να επενδύσει πάνω του, αποκτώντας τα δικαιώματα της διανομής του, έναντι 5 εκατομμυρίων δολαρίων. Το μέχρι στιγμής σκορ στα παγκόσμια box office, που αγγίζει τα εξηντα εκ. αν μη τι άλλο κάνει λόγο για επιλογή τζακ ποτ από το στούντιο, στο να ποντάρει πάνω σε μια καινοτόμου ύφους δημιουργία, σημαντικά χαμηλού κόστους.

Searching Quad Poster Πόστερ
Με αμέτρητους κόπους και βάσανα χίλια, έχει καταφέρει να μεγαλώσει ολομόναχος την μονάκριβη του θυγατέρα Μάργκο, ο χήρος από τον καιρό που έχασε την λατρεμένη του σύζυγο, Ντέιβιντ Κιμ. Και να την φτάσει στα δεκαέξι της χρόνια να είναι μια συνεσταλμένη και μελετηρή δεσποινίδα, που ολημερίς ασχολείται με τις σπουδές της στο κολέγιο και τα μαθήματα μουσικής που παρακολουθεί από νηπιακή ηλικία, έχοντας εξελιχθεί σε μια αξιόλογη σολίστ. Ή κάπως έτσι θέλει να πιστεύει ο μοναχικός άντρας, που φροντίζει να έρχεται σε επικοινωνία μαζί της αρκετές φορές κατά την διάρκεια της ημέρας, έστω και μέσω μηνυμάτων στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Γνωρίζοντας καλά πως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον ρόλο της μάνας, απώλειας βαρύτατης για το νεαρό κορίτσι, που ακόμη δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει.

Την φαινομενική ασφάλεια που νιώθει ο Ντέιβιντ, θα διαλύσει μονομιάς μια αινιγματική, αναπάντητη, μεταμεσονύχτια κλήση που θα λάβει από την μικρή, Αγωνία που μέσα του θα μεγαλώσει από την ώρα που θα αντιληφθεί πως από το σημείο αυτό και μετά, τα ίχνη της Μάργκο Κιμ έχουν εξαφανιστεί και καμία ένδειξη δεν μπορεί να οδηγήσει στο που μπορεί να κρύβεται. Μετά από τις πρώτες φοβισμένες, ελάχιστα ψύχραιμες και μηδενικά αποδοτικές ενέργειες, ο συντετριμμένος πατέρας θα αποφασίσει να ζητήσει την αρωγή των αστυνομικών αρχών, βοηθώντας κι εκείνος απελπισμένα από την μεριά του, με όποιον τρόπο μπορεί ενδεχόμενα να οδηγήσει στα χνάρια της χαμένης κοπέλας.

Με ποιον τρόπο ακριβώς? Ξυπνώντας μέσα του, από ένστικτο περισσότερο, το αστυνομικό του δαιμόνιο, θα ψάξει την άκρη του νήματος μέσα στα προφίλ και τους λογαριασμούς που η κόρη του διέθετε στα κοινωνικά δίκτυα, αναζητώντας όλα τα πρόσωπα που ήρθε σε επαφή τις καίριες ημέρες πριν την μοιραία. Facebook, e-mail, Twitter, Instagram, θα σαρωθούν κυριολεκτικά από τον κατακερματισμένο γονιό, στην απόπειρα του να αποκαλύψει έστω κι ένα hint που θα τον οδηγήσει στο διάβα της έφηβης. Και καθώς οι ώρες κυλούν βασανιστικά, γνωρίζει κι εκείνος καλά, πως μάλλον οι ελπίδες δεν είναι πλέον με το μέρος του.

Δεν είναι δα και η πρώτη φορά που η μεγάλη κινηματογραφική οθόνη, μεταλλάσσεται σε εναλλακτική, τύπου laptop, για να χρησιμοποιήσει τις εικόνες της ψηφιακής καθημερινότητας όλων μας, καθώς ελάχιστοι πρέπει να είναι εκείνοι πια, που δεν την φιλτράρουν μέσα από το σκριν του πέρσοναλ κομπιούτερ τους. Όπως στο περίπου συνέβη στο πρωτόλειο Unfriended έτσι κι εδώ καμία κάμερα δεν στοχεύει σε πρόσωπα και σκηνικά για να στήσει την αφήγηση, μα στην ουσία παρακολουθούμε ένα βίντεο print screen των κομπιούτερ όσων συμμετέχουν στην πλοκή. Συνδιαλέξεις στο Facetime, αποθηκευμένα κλιπάκια τραβηγμένα με την κάμερα του τάμπλετ, ζωντανή ανάγνωση της αλληλογραφίας, άντε και σε κάποια σημεία, ως από μηχανής Θεός προκειμένου να προχωρήσει το φιλμ αφηγηματικά, εισαγωγή του ρεπορτάζ των ειδησεογραφικών καναλιών που καλύπτουν το φλέγον θέμα, που έχει συνταράξει την κοινή γνώμη.

Η ιδέες και οι μέθοδοι εκτέλεσης τους, από τον άπειρο σκηνοθέτη Aneesh Chaganty μοιάζουν το λιγότερο συμπαθητικές καθώς καταφέρνουν να κτίσουν τις συνθήκες ενός πολύ ενδιαφέροντος θρίλερ, που κρατά σε υψηλά στάνταρντς έντασης εκείνον που το παρακολουθεί. Με τον βασικό στόχο, τους στησίματος ενός το λιγότερο αξιοπρεπούς σασπένς ιντριγκαδόρικου φιλμ, παρότι στην ανατροπή του δεν αποφεύγει την υπερβολή και το ακραίο, να έχει επιτευχθεί με ικανοποιητικό βαθμό, το Searching προχωρά και μισό βήμα παραπέρα, στηλιτεύοντας τον ρόλο που έχουν αποκτήσει στις ημέρες μας όλα εκείνα τα digital συστατικά που μας περιβάλλουν: Κινητά τηλέφωνα, PC, εφαρμογές, cloud, προσωπικά δεδομένα σκόρπια στον κυβερνοχώρο, που διαρκώς αφήνουν το στίγμα του καθενός, προς εκμετάλλευση από τον κάθε επιτήδειο. Και σύμφωνοι, ο ενήλικος διαθέτει την λογική να ξεπεράσει τους υπαρκτούς αόρατους σκοπέλους που κρύβονται πίσω από την οθόνη του. Για τον άμαθο τινέιτζερ που δεν αποχωρίζεται στιγμή το mobile phone του, ισχύει άραγε το ίδιο ή μπορεί να πέσει ανά πάσα στιγμή θύμα της καπατσοσύνης κάποιου παρανοϊκού εγκληματία?

Η ταινία, παρότι δεν αποφεύγει τις εύκολες λύσεις στην έξοδο της, δίνει απαντήσεις σε αυτό το καίριο ερώτημα, που εννοείται δεν απομακρύνονται ούτε πόντο από όσα προστάζει η κοινή λογική. Η κινηματογραφική ανάπτυξη της, μην ακολουθώντας την γνώριμη ράγα στην εξιστόρηση της δραματουργίας, παρουσιάζει φυσικά έκδηλο ενδιαφέρον, απαιτώντας απλώς από τους ερμηνευτές - ανάμεσα τους ο Κορεάτικης καταγωγής John Cho ως ο συγκλονισμένος πατήρ και η πενηντάχρονη πια Debra Messing ως η ευαισθητοποιημένη ντετέκτιβ - να φερθούν όσο το δυνατόν πιο φυσικά, χωρίς χρώμα στην υποκριτική τους, ώστε το αποτέλεσμα να φανεί όσο το δυνατόν ρεαλιστικότερο. Και η αλήθεια είναι πως στο μεγαλύτερο κομμάτι του, το έργο πιάνει τον μοντέρνο σφυγμό, προκειμένου να αποσπάσει την σφραγίδα ποιότητας που (πιο φανερά δεν γίνεται) επιζητά: Να αναδειχθεί ως ο άξιος και αρεστός στο μάτι, digital κλώνος του Gone Girl!

Searching Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Feelgood Ent.!
Περισσότερα... »



Νύχτες Πρεμιέρας 2018 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Νύχτες Πρεμιέρας 2018 LIVE Ep.4 - Ένας... Ζορμπάς θα μας σώσει ( ; )

Ρε τι είστε εσείς οι Αθηνέζοι; Λίγο αεράκι παραπάνω να πούμε και κλείσατε όλα τα σχολεία; Δηλαδή, τι θα κάνατε αν είχατε να... φυσάει ο Βαρδάρης τρεις και λίγο; Στα καταφύγια θα μπαίνατε; Τεςπα, ντεμέκ χιουμοριστική αρχή, αλλά αυτά τα πράγματα δεν πρέπει να τα χλευάζουμε. Κυρίως επειδή η κρατική μηχανή είναι λίγο ότι να 'ναι και έχουμε δει ξανά σε ανάλογες περιπτώσεις πόσο μη αποτελεσματική είναι... Στις ταινίες μας εμείς. Το φεστιβάλ οδεύει σιγά – σιγά προς το τέλος του κι εμείς εδώ σας παρουσιάζουμε άλλες τρεις ταινίες που θα προβληθούν στις προσεχείς μέρες. Μιλάμε για μια καλτιά, που ο χρόνος και μόνο αυτός θα είναι ο απόλυτος κριτής της, για ένα δράμα με ρίζες στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μια εξαιρετική ιταλική ταινία, από τα καλύτερα πράγματα που είδαμε φέτος!

Mandy AIFF 2018

Την ταινία Mandy την είδαμε στο τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών. Είχε κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της λίγους μήνες πριν, στο φεστιβάλ του Σάντανς και είναι η τελευταία ταινία για την οποία έγραψε μουσική ο πρόωρα χαμένος Jóhann Jóhannsson, ενώ ανάμεσα στους παραγωγούς βρίσκεται και ο Elija Wood. Στην Αθήνα προβάλλεται προφανώς στο τμήμα «Μετά τα μεσάνυχτα». Είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Γιώργου Κοσμάτου, γιου του Πάνου Κοσμάτου, ενός από τους πιο διάσημους συμπατριώτες μας, με καριέρα στο Χόλιγουντ. Εμένα η ταινία δεν μου άρεσε. Το γεγονός, όμως, ότι όταν δημοσίευσα την κριτική της ταινίας στο fb μέσω της ανταπόκρισής μου από τις Κάννες, πήρα... Like από τον δημιουργό της, μου δείχνει πως ο υιός Κοσμάτος είναι ακομπλεξάριστος. And that's a good thing!

Η υπόθεση: 1983, κάπου στην αμερικάνικη ενδοχώρα. Ο Ρεντ Μίλερ δουλεύει ως υλοτόμος και ζει μαζί με την αγαπημένη του σύζυγο, Μάντι, η οποία φοράει μπλουζάκια Black Sabbath και Motley Crew, ασχολείται πειστικά με το κόμικ και δουλεύει σε κάτι σαν ψιλικατζίδικο. Το σπίτι τους είναι απομονωμένο στη μέση του πουθενά. Είναι ερωτευμένοι, ακούνε ο ένας τον άλλο, υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον. Μια μέρα, τυχαία, τη Μάντι θα δει ο Τζερεμάι Σαντ, ηγέτης μιας παραθρησκευτικής οργάνωσης, και θα θελήσει να την... κάνει δική του. Με τη βοήθεια της συμμορίας του, θα την απαγάγει. Τα σχέδια συνεύρεσης μαζί της, όμως, δεν πηγαίνουν έτσι όπως υπολογίζει. Οπότε, απλά, ο Τζερεμάια δολοφονεί την Μάντι, μπροστά στα μάτια του Ρεντ, με φρικτό τρόπο, ενώ τον βασανίζει σαδιστικά, μέχρι θανάτου. Ο Ρεντ, όμως, δεν πεθαίνει. Και θέλει να πάρει εκδίκηση. Μαζί του έχει μια βαλλίστρα, ένα τσεκούρι αλλά θα χρησιμοποιήσει και οτιδήποτε του φανεί χρήσιμο για να φέρει εις πέρας το στόχο του: να σκοτώσει ένα – ένα, όλα τα μέλη της συμμορίας, με τον τρόπο που τα αξίζει...

Η άποψή μας: Αυτή είναι μια ενοχλητική ταινία. Όχι ενοχλητική όπως πχ ενοχλητική ταινία ήταν το «Funny Games» του Haneke. Εκείνη ήταν ενοχλητική και σπουδαία. Τούτη εδώ είναι ενοχλητική σκέτο! Για τον μέσο θεατή μιλάμε, έτσι; Οι λάτρεις της καλτίλας μάλλον θα βρουν εδώ κάτι καινούριο για να προσκυνήσουν... Ξεκινάμε με την ηχητική μπάντα. Η μουσική του εκλιπόντος Jóhannsson είναι πανταχού παρούσα, δεν λείπει ούτε από μισό πλάνο της ταινίας, δεν έχει καμία μελωδικότητα, είναι παραμορφωμένη και με πολύ αυξημένη ένταση, μονίμως στα κόκκινα, κι εντέλει σε αναγκάζει σε μια θέαση μιας ταινίας δύο ωρών σαν να τη συνοδεύει συνεχώς ο ήχος ενός γεωτρύπανου στο διπλανό σου κάθισμα!

Πρώτο τσάκισμα νεύρων αυτό. Δεύτερον, οπτικά. Ο Κοσμάτος χρησιμοποιεί τόσα φίλτρα, τόσο κόκκο, τόση παραμόρφωση (κι εδώ, όπως στον ήχο), που η ταινία υπάρχουν στιγμές που – κυριολεκτικά – δεν βλέπεται! Και καλά φόρος τιμής στο σινεμά του Argento. Ή του Kubrick αμά λάχει να 'ουμ. Παπαριές! Κόκκινο φίλτρο, παραισθητικά πλάνα, πολλές σεκάνς σαν να βρίσκεσαι σε αργή κίνηση, κάτι σαν το «Twin Peaks» on acid! Προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός ρε πατριώτη; Για να μην μιλήσουμε για το αρχετυπικό θέμα, αυτό της εκδίκησης, που πάντα είναι ένα θέμα δύσκολο στη διαχείρισή του. Εδώ, λοιπόν, η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο – το λέει και ο περισσότερο σεληνιασμένος από κάθε άλλη φορά Nicolas Cage. Ε, σε ποια ταινία θα βλέπατε σκηνή, τουλάχιστον τρίλεπτης διάρκειας, όπου ο πρωταγωνιστής, αφού έχει δει τον έρωτα της ζωής του να σβήνει (αφού έχει καεί) κι έχει απελευθερωθεί από τα δεσμά του, να μπαίνει ματωμένος, λερός, με το σώβρακο στην τουαλέτα (εδώ εννοείται ο Κοσμάτος επιλέγει να έχει «κανονική» κινηματογράφηση για να απολαύσουμε το κιτς της διακόσμησης), να βρίσκει ένα μπουκάλι βότκα (κι εγώ κρύβω αλκοόλ στην τουαλέτα – not) και να βγάζει από τη μία βρυχηθμούς σαν ζώο και από την άλλη να πίνει σαν να μην υπάρχει αύριο; Βρυχηθμοί σας λέω, όχι μαλακίες!

Για λίγο, έχει πλάκα. Για πολύ, σου σπάει τα κάκαλα! Όπως όλη η ταινία! Και μετά αρχίζουν τα ξεκοιλιάσματα, οι αποκεφαλισμοί, η λόγχη στο στόμα κι άλλα τέτοια ωραία. Και ο Cage να βάζει έναν τόνο κόκα στη λεπίδα του ευμεγέθους μαχαιριού του και να την πασαλείβει στη μύτη του. Και γενικώς, να έχει τη μούρη του γεμάτη με ξεραμένο αίμα (από προηγούμενη, τρυφερή σκηνή) και να γουρλώνει τα μάτια του ωσάν τρελαμένος! Είμαι σίγουρος πως η ταινία θα έχει επιτυχία σε ένα κοινό που διψάει για χίπστερ δημιουργίες, έτοιμο να ακολουθήσει μια ταινία με την προοπτική ή την φήμη του καλτ να την ακολουθεί. Παπαριές (ξανά). Πολύ κακή ταινία, πραγματικά, που τα λίγα ψήγματα χιούμορ που διαθέτει δεν τη σώζουν. Ναι, αυτή η ταινία με έκανε να νοσταλγώ το «Neon Demon», το οποίο το έκραξαν πολλοί, αλλά προφανώς έκαναν λάθος. Εκεί ο δικός μας είχε κάτι να πει, είχε μια αισθητική, είχε μια φιλοσοφία, είχε έναν στόχο. Εδώ, ο πατριώτης απλά δεν είχε κάτι να δείξει – ήθελε να επιδείξει.

Περιμένω με αγωνία το «Mandy 2»: ας τον καλέσει κάποιος να ξεκινήσει γυρίσματα στην Ελλάδα, να μάθουν αυτοί του «Mamma Mia: Here We Go Again», που διάλεξαν την Κροατία. Αίσχος!

(η ταινία προβάλλεται την Παρασκευή 28/09, στις 23.15, στην αίθουσα IDEAL)

The Interpreter AIFF 2018

Το θέμα με το Ολοκαύτωμα των Εβραίων είναι ανεξάντλητο. Το... θέμα είναι να μην έχουμε κόπιες και παραλλαγές του ίδιου θέματος, έτσι, χωρίς σύστημα (ή μάλλον με σύστημα...). Η ταινία Ο διερμηνέας (The Interpreter) του Martin Sulík ευτυχώς διαφέρει. Την ταινία την είδαμε στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου, όπου προβλήθηκε στο επίσημο πρόγραμμα αλλά εκτός συναγωνισμού, σε μια ομάδα ταινιών που μπαίνουν κάτω από τη γενική προμετωπίδα «Berlinale Special Gala». Η ταινία αποτελεί την επίσημη πρόταση της Σλοβακίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ και βάζω ένα ευρώ στοίχημα πως θα είναι σίγουρα στην τελική εννιάδα, με αυξημένες πιθανότητες να είναι και στην τελική πεντάδα, που θα διεκδικήσει το συγκεκριμένη Όσκαρ. Στην Αθήνα προβάλλεται στο τμήμα «Festival Darlings»...

Η υπόθεση: Ο Άλι Άνγκαρ είναι ένας 80χρονος γηραιός, καλοσυνάτος Εβραίος από τη Σλοβακία. Τυχαίνει να διαβάσει ένα βιβλίο γραμμένο από αξιωματικό των SS και διαπιστώνει πως μεταξύ των άλλων, περιγράφει τη δολοφονία των γονέων του κατά τη διάρκεια του Ολοκαυτώματος. Ή έτσι νομίζει τουλάχιστον. Αποφασίζει να πάει να τον βρει. Και να πάρει εκδίκηση, δολοφονώντας τον. Ταξιδεύει με τρένο στη Βιέννη και φτάνει στο διαμέρισμα του αξιωματικού. Αντ' αυτού, βρίσκει τον 70χρονο γιο του, τον Γκέοργκ, έναν συνταξιοδοτημένο δάσκαλο, που ενημερώνει τον Άλι πως ο πατέρας του έχει πεθάνει. Ανταλλάσσουν λόγια πικρά, ο Γκέοργκ ουσιαστικά σνομπάρει τον Άλι και ο Άλι φεύγει αδικαίωτος και απογοητευμένος.

Λίγο καιρό μετά ο Γκέοργκ φτάνει στην Μπρατισλάβα αναζητώντας τον Άλι. Θέλει να τον χρησιμοποιήσει ως οδηγό και μεταφραστή, καθώς έχει αποφασίσει να επισκεφτεί όλα τα μέρη από τα οποία πέρασε ο πατέρας του, μέρη τα οποία ανέφερε σε επιστολές σταλμένες προς τον γιο του, τις οποίες ο Γκέοργκ ποτέ μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν τις είχε ανοίξει. Ο Άλι χρειάζεται τα χρήματα και δέχεται. Οι δύο γηραιοί κύριοι ξεκινούν ένα απρόοπτο οδοιπορικό, που θα τους πλησιάσει στις απαντήσεις που γυρεύουν...

Η άποψή μας: «Τα πράγματα είναι πιο εύκολα για τον γιο ενός θύτη ή για τον γιο ενός θύματος;». Αυτή είναι μια φράση που ακούγεται στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή ταινία και λειτουργεί ως το βασικό ερώτημα που θέτει, αφήνοντας τον θεατή να αποφασίσει αν οι απαντήσεις που δίνει είναι ικανοποιητικές. Η ερώτηση μπορεί να πάρει κι άλλες μορφές: στη θέση του γιου βάλτε κόρη, πατέρα ή μητέρα. Πάλι η δυναμική του ερωτήματος είναι πολύ μεγάλη. Εδώ, όμως, έχει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς συνδέεται άμεσα με το Ολοκαύτωμα. Οι δημιουργοί της ταινίας με πολύ έξυπνο τρόπο απαντούν στο ερώτημα – στο (θα μπορούσε να πει κανείς μέχρι και) προβοκατόρικο ερώτημα. Κατορθώνουν να τζογκλάρουν ένα θέμα, του οποίου η διαχείριση μπορεί να τους οδηγήσει στον Καιάδα, με αξιοπρέπεια, συνέπεια, μέχρι και χιούμορ! Κι αυτό χωρίς να κάνουν στρογγυλέψεις, παραχωρήσεις και «τα στραβά μάτια». Το ακριβώς αντίθετο με την καθ’ ημάς «εθνική συμφιλίωση», που κρύβει μπόλικη υποκρισία.

Μα την Παναγία, θα έβγαζα το καπέλο μου (που δεν φορώ) σε έναν Έλληνα σκηνοθέτη, που θα είχε τα κάκαλα να γυρίσει μια ταινία κατά την οποία ο γιος ενός κομουνιστή αντάρτη, τα βρίσκει με τον γιο ενός εθνικόφρονα – αντιπάλων κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου! Θέλει ντελικάτο χειρισμό όλο αυτό, όχι ωραιοποιήσεις, όχι ρομαντισμούς, γιατί αλλιώς καταλήγουμε στο «Έλληνας να σκοτώνει Έλληνα;» του «Ψυχή βαθιά», που δυστυχώς δεν έπεισε. Το αντίθετο πείθει ακόμα στη χώρα μας: η ταινία «Δεμένη κόκκινη κλωστή» του Κώστα Χαραλάμπους είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ίσως να φταίει και η εγγύτητα στο θέμα που θίγεται. Ίσως οι Εβραίοι που θα δουν αυτήν την ταινία να «κλωτσήσουν», να μην αποδεχτούν πως όλο αυτό καταλήγει σε ένα υπέροχο, ελεγειακό, τρυφερό και λυπητερό road movie, αφού έχει περάσει και από το πλαίσιο του buddy movie! Ναι, μια ταινία που μιλάει για το Ολοκαύτωμα, μπορεί να τα πετύχει όλα αυτά. Χωρίς να βάλει νερό στο κρασί της. Κι όντας αρκούντως εμπορική. Τ

ο σενάριο είναι καλογραμμένο και η σκηνοθετική προσέγγιση του θέματος η κατάλληλη. Και είναι τρομερό να βλέπεις τα δύο παππούδια στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Στο ρόλο του Σλοβάκου (το ρόλο του γιου των θυμάτων) ο σπουδαίος Jirí Menzel, σκηνοθέτης που έχει κερδίσει Όσκαρ για την εξαιρετική ταινία «Ο άνθρωπος που έβλεπε τα τρένα να περνούν» (Ostre sledované vlaky, 1966), είναι απλά εξαίσιος. Τα ίσα κρατάει στο ρόλο του Αυστριακού (το ρόλο του γιου του θύτη) ο ηθοποιός που γνωρίσαμε μέσω του εξαίσιου «Toni Erdmann», ο Peter Simonischek, σε μια θηριώδη πραγματικά ερμηνεία, σαφέστατα πιο αβανταδόρικη από του συμπρωταγωνιστή του. Βγάζει με απίστευτη φυσικότητα το ρόλο ενός ανθρώπου, που δείχνει μπρούτος (το μόνιμο παράπονο του Άλι) και… ευνοημένος (ειρωνεία, ε;) από όλα όσα έχουν συμβεί, εντέλει όμως είναι ένας μοναχικός γεράκος, που κουβαλάει μια τεράστια πληγή, η οποία χαίνει. Να είσαι γιος ενός καθάρματος. Κι όλοι να σε βλέπουν ως βδέλυγμα. Να κουβαλάς τη στάμπα χωρίς καθόλου να φταις. Από την άλλη, ο γιος των θυμάτων κατευθείαν είναι πιο αγαπητός, πιο συμπαθής, πιο αποδεκτός. Κι αν είναι αυτός κάθαρμα; Αξίζει να απολαμβάνει τα… καλά της κατάστασής του;

Όλο αυτό με το «αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα» επανέρχεται ακόμα και στις πιο χαλαρές στιγμές της ταινίας. Σε μια σκηνή τα δύο γερόντια παίρνουν μαζί τους δύο νεαρώτερές τους γυναίκες, που βρίσκουν στο διάβα τους. Η μία από αυτές, για να κάνει πλάκα τους ρωτάει αν είναι αδέλφια. «Ναι, είμαστε», απαντάει ο Γκέοργκ. «Και μάλιστα είμαστε δίδυμοι». «Μα δεν μοιάζετε καθόλου», του αποκρίνεται και πάλι η κοπέλα που τους ρώτησε. «Ναι, είμαστε από διαφορετικούς πατεράδες», απαντάει εκ νέου ο πανέξυπνος και γκομενάκιας Γκέοργκ. Που κρύβει κι ένα μυστικό – μια μικρή ανατροπή για την ταινία, όχι απολύτως απαραίτητη, αλλά δεν σε «χαλάει» κιόλας. Α, πολύ καλή είναι και η Zuzana Mauréry, η οποία υποδύεται την κόρη του Άλι – την είχαμε θαυμάσει στη «Δασκάλα» του Jan Hrebejk. Δυνατή ταινία και μπράβο στους δημιουργούς της.

(η ταινία προβάλλεται το Σάββατο 29/09, στις 20.00, στην αίθουσα ΔΑΝΑΟΣ 1)

La terra dell’abbastanza AIFF 2018

Τα αδέλφια Fabio και Damiano D’Innocenzo γεννήθηκαν στη Ρώμη το 1988, είναι δηλαδή 30 χρονών και είναι ομοζυγωτοί δίδυμοι! Πέρασαν την εφηβεία τους στα περίχωρα της ιταλικής πρωτεύουσας ζωγραφίζοντας, γράφοντας ποιήματα και τραβώντας φωτογραφίες. Χωρίς να έχουν σπουδάσει σκηνοθεσία ή γενικώς κινηματογράφο, έχουν γυρίσει βιντεοκλίπς, τηλεταινίες κι έχουν σκηνοθετήσει κι ένα θεατρικό έργο. Το ντεμπούτο τους στις μεγάλου μήκους ταινίες ονομάζεται Αδέλφια εξ αίματος (La terra dell’abbastanza/ Boys Cry) κι εμείς είδαμε το φιλμ – που μας ενθουσίασε! – στο τμήμα Panorama της περασμένης Berlinale.

Η υπόθεση: Ο Μίρκο κι ο Μανόλο είναι παιδικοί φίλοι που ζουν στη Ρώμη, σπουδάζουν σε τεχνικές σχολές τα πρωινά και τα βράδια δουλεύουν ως ντελίβερι πίτσας. Μια νύχτα, τελειώνοντας τη βάρδιά τους θα παρασύρουν με το αμάξι τους έναν άνθρωπο και θα τον εγκαταλείψουν. Δεν τους έχει δει κανείς. Και ο πατέρας του Μανόλο τους λέει να μην ανησυχούν και πως όλα θα πάνε καλά. Κι όντως, έτσι πάνε. Γιατί, ο άνθρωπος που σκότωσαν ήταν ένας πρώην μαφιόζος, προστατευόμενος μάρτυρας και μία από τις συμμορίες τον είχε ήδη βάλει στο μάτι για να τον ξεπαστρέψει. Ο πατέρας του Μανόλο, που πήγαινε σχολείο με κάποια από τα μέλη της συμμορίας, λέει πως το παιδί του σκότωσε τον μάρτυρα.

Έτσι, ο Μανόλο αρχικά και ο Μίρκο αργότερα, γίνονται κι αυτοί μέλη (δοκιμαστικά) της συμμορίας. Η... καριέρα τους περιλαμβάνει μια δολοφονία με όπλα αυτήν τη φορά, ως βάπτισμα του πυρός κι εμπλοκή σε εμπόριο λευκής σαρκός, παιδοφιλία και διακίνηση ναρκωτικών. Ο Μίρκο δεν μπορεί να το χειριστεί άνετα όλο αυτό και η συμπεριφορά του γίνεται ολοένα και πιο βίαιη. Κι όταν μία αποστολή που αναλαμβάνουν οι δύο φίλοι, η οποία θα τους ανεβάσει στην ιεραρχία της συμμορίας, πηγαίνει στραβά, ο Μίρκο καλείται να πάρει σημαντικές αποφάσεις...

Η άποψή μας: Είναι τρελό πόσες πολλές ταινίες μπορούν να γυριστούν στην Ιταλία με θέμα τη μαφία! Και οι μπαγάσες οι ούνα φάτσα ούνα ράτσα, μετά από ένα διάστημα μετριοτήτων, επανήλθαν δριμύτεροι, με ταινίες συγκλονιστικές κυριολεκτικά. Όπως τούτη εδώ! Που δεν σταματάει να θέτει ερωτήματα και ηθικά διλήμματα στον θεατή. Που ξεκινάει ως ανεμοστρόβιλος και σε σφυροκοπάει μέχρι το εξαιρετικό φινάλε! Αρχικά, νομίζεις πως θα δεις μια ταινία για τις συνέπειες ενός hit and run σε δυο αμούστακα αγόρια, τους υπεύθυνους για την ανθρωποκτονία εξ αμελείας, έτοιμα όμως να αρπάξουν τη ζωή που θεωρούν ότι τους ανήκει και να τη ρουφήξουν μέχρι την τελευταία σταγόνα. Μετά, οι σκηνοθέτες κάνουν μια στροφή: εντάξει παιδιά, μαφιόζο φάγατε, δεν τρέχει και τίποτε, έτσι κι αλλιώς σημαδεμένος ήταν, γλιτώσατε και τις σφαίρες που θα ξοδευόταν για τη δολοφονία του!

Η δολοφονία ενός ανθρώπου, λοιπόν, λειτουργεί εντέλει ως... λαχείο για τα δύο παιδιά! Μιας που έστω και κατά λάθος θα βρεθούν να δουλεύουν στο οργανωμένο έγκλημα. Είναι μειράκια αλλά αρχίζουν να βγάζουν καλά φράγκα. Και κατά πως φαίνεται δεν τους νοιάζει ο τρόπος! Αλλάζουν, αναισθητοποιούνται, δεν χαμπαριάζουν τίποτε! Όταν ο πιο ευαίσθητος Μίρκο δείχνει να επηρεάζεται ψυχοσωματικά πχιά από την όλη κατάσταση, ο Μανόλο του λέει: «είναι επειδή σκέφτεσαι – μην σκέφτεσαι». Ναι, μην σκέφτεσαι. Γιατί αν σκεφτείς δεν θα μπορείς να ζήσεις με τον εαυτό σου με αυτά που κάνεις. Ο χαρακτήρας των δύο παιδιών έχει να κάνει και με το με ποιον γονέα μεγάλωσαν. Ο πατέρας του Μανόλο χαίρεται που ο γιος του ανεβαίνει στη μαφία, βγάζει λεφτά, μπορεί επιτέλους να ζήσει τη μεγάλη ζωή. Η μητέρα του Μίρκο, όμως, δεν χαίρεται καθόλου. Ξέρει ότι τα χρήματα είναι βρώμικα. Τα χρειάζεται αλλά δεν τα θέλει. Όλα αυτά τα παρουσιάζουν οι δύο σκηνοθέτες με τη μορφή του επείγοντος, με τρομερή αυθεντικότητα, με γνώση των κωδίκων του είδους, με καθαρή ματιά και είπαμε με συνεχές σφυροκόπημα του θεατή: εσύ τι θα έκανες στη θέση τους;

Μάλλον έχουν δει και τον «Δεκαπενταύγουστο» του Γιάνναρη γιατί στο φινάλε πάνε να κλείσουν με κάτι ανάλογο. Όχι όμως. Στην ταινία τους δεν υπάρχει χώρος για σωτηρία, για μετάνοια, για άφεση αμαρτιών. Και το μικρό φινάλε μετά το φινάλε, λίγο ή πολύ καιρό αφού έχουν ολοκληρωθεί τα γεγονότα, μας οδηγεί σε συνάντηση των δύο γονέων: του πατέρα του Μανόλο και της μητέρας του Μίρκο. Λένε διάφορα, και κάποια στιγμή ρωτάει ο πατέρας του Μανόλο: «και τι θα φάτε για μεσημεριανό»; Για να πάρει την απάντηση: «Αυτά που έχουμε». Αν δείτε την ταινία θα καταλάβετε τη στάση ζωής που κρύβει η τόσο μικρή αλλά τόσο γενναία αυτή φράση. Εύγε στους Ιταλούς. Μπράβο τους.

(η ταινία προβάλλεται την Κυριακή 30/09, στις 22.30, στην αίθουσα ΔΑΝΑΟΣ 1)

Θόδωρος Γιαχουστίδης

TIFF 2018
Περισσότερα... »

Οίκτος (Pity) Poster ΠόστερΟίκτος
του Μπάμπη Μακρίδη. Με τους Γιάννη Δρακόπουλο, Εύη Σαουλίδου, Μάκη Παπαδημητρίου, Νότα Τσερνιάφσκι, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη, Νίκο Καραθάνο, Παναγιώτη Τασούλη, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Κώστα Ξυκομηνό, Κώστα Κoτούλα, Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Βίκτωρ Αρδίττη


Stay Sad? Why the hell not?
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ο οίκτος ως μία εκ των καλών τεχνών, λέει...

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Μπάμπη Μακρίδη, μετά το «L» του 2012. Και οι δύο ταινίες είχαν την παγκόσμια πρεμιέρα τους στο φεστιβάλ του Σάντανς. Και στις δύο ταινίες μεταξύ των πρωταγωνιστών είναι οι Μάκης Παπαδημητρίου και Νότα Τσερνιάφσκι. Και στις δύο ταινίες μεταξύ των παραγωγών συναντούμε το όνομα της Αμάντας Λιβανού. Και στις δύο ταινίες το σενάριο συνυπογράφουν ο σκηνοθέτης μαζί με τον Ευθύμη Φιλίππου. Απλά στο «L» τη βασική σεναριακή ιδέα την είχε ο Γιώργος Γυιόκας.

Οίκτος (Pity) Poster Πόστερ Wallpaper
Ο Ευθύμης Φιλίππου γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου του 1977 στις Αχαρνές, στην Αθήνα. Έχει ασχοληθεί με κάθε είδους κείμενα: δημοσιογραφικά, θεατρικά, διαφημιστικά, λογοτεχνικά και βεβαίως κινηματογραφικά. Ο Μπάμπης Μακρίδης είναι ο ένας από τους τρεις σκηνοθέτες με τους οποίους έχει συνεργαστεί ως τώρα σε σενάρια μεγάλου μήκους ταινιών τους. Οι άλλοι δύο είναι ο Γιώργος Λάνθιμος και η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη. Οι ταινίες στις οποίες (συν)υπογράφει τα σενάρια είναι οι εξής: «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου (2009), «Άλπεις» του Γιώργου Λάνθιμου (2011), «L» του Μπάμπη Μακρίδη (2012), «Ο αστακός» (The Lobster, 2015) του Γιώργου Λάνθιμου, «Chevalier» της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη (2015), «Ο θάνατος του ιερού ελαφιού» (The Killing of a Sacred Deer, 2017) του Γιώργου Λάνθιμου και «Οίκτος» του Μπάμπη Μακρίδη (2018).

Η υπόθεση: Είναι ένας δικηγόρος, που η σύζυγός του εδώ και καιρό βρίσκεται σε κώμα, στο απρόσωπο δωμάτιο ενός νοσοκομείου. Τραγικό γεγονός, οπωσδήποτε. Αλλά, έλα που ο δικηγόρος μας το έχει συνηθίσει. Κι όχι μόνο αυτό: το απολαμβάνει. Η γειτόνισσα από καιρού εις καιρόν, του προσφέρει φρεσκοψημένα κέικ πορτοκάλι, τα οποία τρώει μαζί με τον έφηβο γιο του και το σκύλο της οικογένειας. Στο καθαριστήριο, ο ιδιοκτήτης πάντα έχει μια συμπονετική κουβέντα να πει και πάντα κόβει κάτι από το τελικό ποσό πληρωμής.

Ο δικηγόρος μας χαίρεται να τον λυπούνται. Η καθημερινή του ρουτίνα τον γεμίζει και ο ίδιος κάθε μέρα χύνει δάκρυα – μην είναι δάκρυα ευτυχίας για το πόσο... άσχημη είναι η κατάστασή του; Όλα πηγαίνουν χάλια – δηλαδή τέλεια! - έως ότου η γυναίκα του ξυπνάει από το κώμα! Κανείς πλέον δεν τον λυπάται! Χάνει μέσα από τα χέρια του όσα απολάμβανε τόσο καιρό! Ο δικηγόρος μας δεν θα το αφήσει να περάσει έτσι αυτό...

Η άποψή μας: Επέλεξα στην αρχή αυτού του κειμένου να επικεντρωθώ περισσότερο στον Φιλίππου παρά στον Μακρίδη. Γιατί; Γιατί εν πολλοίς όλο αυτό το κινηματογραφικό έργο που ταξινομείται (δικαίως ή αδίκως) κάτω από την ταμπέλα Weird Greek Cinema έχει να κάνει με τη δική του πένα. Γιατί τα υπόλοιπα κινηματογραφικά στοιχεία στις επτά ταινίες που βασίζονται εν πολλοίς σε σενάριά του δεν διαφοροποιούνται και πολύ: παγωμένα πλάνα, σταθερή κάμερα, αποχρωματισμένη παλέτα στη φωτογραφία, μηχανική εκφορά του λόγου. Θέλω να πω, ο σεναριογράφος Φιλίππου φαίνεται να «σκεπάζει» τους σκηνοθέτες με τους οποίους συνεργάζεται. Το πιο... weird σενάριο που έχει γράψει κατά τη γνώμη μου, είναι εκείνο για το «L», την προηγούμενη ταινία του Μακρίδη.

Και το πιο... εμπορικό – αν και αποδεδειγμένα οι Έλληνες θεατές, ακόμα και οι πιο ορκισμένοι οπαδοί του arthouse σινεμά, δεν πηγαίνουν να δουν τις ταινίες του Weird Greek Cinema οι αλήτες, οπότε τα πάντα είναι σχετικά – σενάριο, είναι εκείνο που γράφτηκε για το «Chevalier». Εδώ, στον Οίκτο, τα πράγματα ξεκινάνε απολύτως... υπέροχα! Η ιδέα είναι εξαιρετική, η εκτέλεσή της είναι εμφανώς πετυχημένη, οι χρόνοι δεν βαραίνουν, οι ηθοποιοί και δη ο πρωταγωνιστής, είναι άψογοι στους ρόλους τους. Και υπάρχει αυτή η διαολεμένη αίσθηση του κατάμαυρου χιούμορ, που σε κάνει να μειδιάς. Εντάξει, δεν ξεκωλώνεσαι να γελάς μέχρι δακρύων, δεν βλέπεις δα και τη σκηνή της γυμνής πάλης στο «Borat», αλλά... περνάς καλά. Βασική προϋπόθεση, εννοείται, να ξέρεις τι έχεις πάει να δεις. Γιατί άλλο Μακρίδης και άλλο... Μαρκίδης!

Δεν έχουμε να κάνουμε εδώ με χοντροκομμένη κωμωδία (ο Θεός να την κάνει) τηλεοπτικής αισθητικής και νηπιακού χιούμορ, που απευθύνεται σε θεατές των πολυσινεμά, οι οποίοι πάνε κινηματογράφο όταν δεν έχει «Survivor» ή «Shopping Star» ξέρω 'γω. Στον «Οίκτο» θα πάει ο συνειδητοποιημένος θεατής. Αυτός που ξέρει τι περίπου, πάνω κάτω, θα δει. Υπάρχουν στιγμές που ξεχωρίζουν στην ταινία, τις διαλέγεις, τις διακρίνεις. Είναι η σκηνή του... τραγουδιού που γράφει ο δικηγόρος για τη γυναίκα του, που βρίσκεται σε κώμα. Είναι η σκηνή στη θάλασσα, με τον φίλο που παίζουν ρακέτες, ο δικηγόρος καίγεται, συνήθως η γυναίκα του, του έβαζε αντηλιακό, ο φίλος προσφέρεται να βοηθήσει: το να βάζει ένας άνδρας σε έναν άλλο αντηλιακό έχει πλάκα επειδή παίζει με την ομοφοβία.

Είναι η σκηνή με το μπριτζ και την αναφορά στην ταινία «Ο πρωταθλητής» (The Champ, 1979) του Franco Zeffirelli ως από τις πιο... αληθινά δακρύβρεχτες στην ιστορία του σινεμά. Γιατί στο σινεμά, όλοι κλαίνε ψεύτικα! Του δικηγόρου μας συμπεριλαμβανομένου. Κι αν τα παραπάνω βγάζουν γέλιο υπάρχουν πολλά ακόμα πράγματα για να εκτιμήσουμε σε τούτη την ταινία. Είναι ο τρόπος που ο δικηγόρος ζηλεύει και προσπαθεί να αντιγράψει ανθρώπους που πραγματικά νιώθουν λύπη στο νοσοκομείο. Είναι το πως «ρουφάει» τις ιστορίες από τους πελάτες του, ιδίως εκείνα τα αδέλφια που θέλουν να βρουν δικαιοσύνη μετά τη δολοφονία του πατέρα τους. Είναι ο τρόπος που ζητάει, τι λέω, που απαιτεί να του κάνουν λάιβ το αντίστοιχο της φατσούλας «λυπάμαι» από το facebook! Αυτήν την αντίδραση περιμένει από τους ανθρώπους γύρω του. Και η σχέση του με τον πατέρα του είναι προβληματική. Γενικώς, είναι προβληματικός τύπος. Κι όταν σε έναν προβληματικό τύπο του χαλάνε τη φτιάξη, αντιδρά παράδοξα.

Και το φινάλε λοιπόν διαλύει ότι ενδιαφέρον χτίστηκε μέχρι να φτάσουμε σε αυτό. Είναι γκροτέσκο, είναι υπερβολικό, είναι...χέβι μέταλ, σε μια ταινία που μέχρι εκείνη τη στιγμή κινούνταν στους ρυθμούς της κλασικής μουσικής, έστω και παράδοξα. Δεν έχει λογική. Δεν έχει αντίστιξη στα προηγούμενα. Δεν βγάζει νόημα. Στο πιο κρίσιμο σημείο λοιπόν, στο punchline που λέμε και στα μέρη μας, έχουμε... αστοχία υλικού. Κρίμα. Σαφώς ενδιαφέρουσα ταινία, που απευθύνεται σε συγκεκριμένο κοινό. Και περιμένουμε και από τον Μακρίδη μια ταινία στο άμεσο μέλλον όπου στο σενάριο δεν θα έχει βάλει το χεράκι του ο Φιλίππου. Γιατί αυτός ο ευφάνταστος σεναριογράφος λειτουργεί λίγο ως ευχή και ως κατάρα.

Οίκτος (Pity) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Σεπτεμβρίου 2018 από την Strada Films!
Περισσότερα... »

Kin Poster ΠόστερKin
των Jonathan Baker, Josh Baker. Με τους Myles Truitt, Jack Reynor, Zoë Kravitz, Carrie Coon, Dennis Quaid, James Franco


Κίν-τερ Έκπληξη
του zerVo (@moviesltd)

Επικών διαστάσεων εμπορική αποτυχία! Στην πατρίδα της δηλαδή, την Αμερική, εκεί που έκανε πρεμιέρα κοντά ένα μήνα πριν και πάτωσε κυριολεκτικά στα box office, προκαλώντας τριγμούς στις τάξεις της παραγωγού Lionsgate, που δεν είναι συνηθισμένη σε τέτοιου είδους φλοπ. Με κόστος μεγαλύτερο των 30 εκατομμυρίων δολαρίων, το περίπου επιστημονικής φαντασίας Kin, που όπως διατυμπανίζει το προμόσιον του, το υποστήριξαν οι ίδιοι που κρύβονται πίσω από τα χιτ των Arrival και Stranger Things, δεν επέστρεψε στα ταμεία ούτε καν το εν τρίτο του κόστους του, στην πορεία του στις σκοτεινές αίθουσες. Λογικό? Ας πούμε ναι, μιας και το scifάκι δεν λέει και πολλά πράγματα. Από την άλλη, όμως, υπερβολικά χειρότερα του αντίστοιχα θέματα, έχουν διαπρέψει εισπρακτικά. Άγνωσται αι βουλαί...

Kin Quad Poster Πόστερ
Ορφανός από γονείς, ο δεκατετράχρονος Ιλάι, μεγαλώνει με τον θετό του χήρο πατέρα, σε μια φτωχογειτονιά του Ντιτρόιτ, παλεύοντας διαρκώς και καθημερινά να μην κυλήσει στον βούρκο, όπως συνέβη με τον πραγματικό γιο του γερο-Χαλ, Τζίμι, που μπλεγμένος από μικρός, μπαινοβγαίνει διαρκώς στην στενή. Η σχέση αγάπης που δένει τον υιοθετημένο πιτσιρίκο με τον υπερπροστατευτικό και τίμιο γονιό του, θα διαταραχτεί από την στιγμή που θα γίνει γνωστό πως ο μικρός, προκειμένου να βγάλει ένα πενιχρό χαρτζιλίκι, περισυλλέγει παράνομα σκραπ και το πουλάει σε εμπόρους για μερικά δολάρια.

Σε μια από τις βόλτες του μπόμπιρα, προς αναζήτηση προς ανακύκλωση μπρούτζου, σε μια απομονωμένη αποθήκη της πόλης, θα βρεθεί μπροστά σε μια τεράστια έκπληξη, καθώς θα ανακαλύψει τα άψυχα σώματα κάποιων μυστηριωδών, μεταλλικής φορεσιάς όντων, που δεν μοιάζουν για γήινα, αλλά φερμένα από άλλο, ξένο πλανήτη. Σοκ που θα πάρει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις, όταν στο πλάι των παράξενων άλιενς, θα εντοπίσει ένα περίεργης υφής όπλο, που όμοιο του δεν έχει ξαναδεί. Και θα κάνει το σφάλμα να το πάρει δικό του, κρύβοντας το από όλους στο δωμάτιο του.

Την ίδια στιγμή που ο ερχόμενος από την φυλακή μεγάλος αδελφός, θα επανέλθει ακόμη πιο απαιτητικός και ζόρικος, ζητώντας την οικονομική βοήθεια του Χαλ, για να ξοφλήσει τον τοκογλύφο Τέιλορ που τον απειλεί. Μια λάθος κίνηση απελπισίας από τον καμένο στα μυαλά Τζίμι, θα στοιχίσει την ζωή του συνετού ηλικιωμένου, αλλά και του αδελφού του εκβιαστή, ένα γεγονός που θα τον τρέψει σε φυγή. Αρπάζοντας μαζί του και τον ανήξερο για την τύχη του πατέρα, Ιλάι και τρέχοντας προς άγνωστη κατεύθυνση προκειμένου να διαφύγουν από την οργή του καθάρματος, που έχει ορκιστεί εκδίκηση προς κάθε κατεύθυνση.

Διπλής θεματικής υφής, είναι το δημιουργικό ντεμπούτο των αδελφών Baker, που στηρίζει την ύπαρξη του στο μικρού μήκους Bag Man του 2014. Από την μια μεριά έχουμε ένα καθαρόαιμο κοινωνικό δράμα, στο οποίο μια ανήθικη συμπεριφορά, ακόμη και μέσα στην περιορισμένου εύρους φαμίλια, θα οδηγήσει σε μια τραγωδία με ανείπωτες συνέπειες. Και από την άλλη, ένα τυποποιημένης λογικής, σύνταξης και αφήγησης περιπετειάκι φαντασίας, όπου μια φράξια χαμένων εξωγήινων, έχει απολέσει το πανίσχυρο τηλεβόλο της, που περίέργως πως, έχει καταλήξει στα χέρια ενός φοβισμένου αγοριού.

Τα δύο αυτά ειδή, ενώνονται σε ένα, μέσα από το μίξερ της road movie, κάτι που στην εξέλιξη του είναι το Kin, από την στιγμή που τα δύο αταίριαστα αδελφάκια - ο κατεστραμμένος ενήλικας είναι λευκός, ενώ ο μοναχικός και δίχως φίλους τινέιτζερ, είναι μαύρος - θα πάρουν τον μακρύ και σκονισμένο δρόμο, διασχίζοντας την μισή Αμερική και χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Εκεί ακριβώς εμφανίζεται και το ηχηρότερο φάουλ του σεναρίου, την στιγμή που ο ξύπνιος και μαγκάκος έφηβος, ούτε καν αναρωτιέται για το τι και πως τους οδήγησε στο να ξενιτευτούν, όπως και δεν μοιάζει και πολύ μεγάλη η περιέργεια του, για το πως και δεν τον αναζητά ο μόνιμα φοβισμένος μην του πάθει κάτι, μπαμπάς. Παρά απλώς συνοδεύει - χωρίς να προκαλεί απορία στον περίγυρο - ένα μονίμως σουρωμένο ρεμάλι, από το ένα κακόφημο μπαρ στο άλλο, ανάμεσα σε μπράβους, μαφιόζους και στριπτιτζούδες. Το Τόμιγκαν που τον προστατεύει, πες, να είναι καλά!

Ειλικρινά δεν μπόρεσα να καταλάβω που στην ευχή δόθηκαν τόσοι παράδες, για να φτιαχτεί αυτό το χωρίς δεύτερη σκέψη, δεδομένο b-movie. Τα ειδικά εφέ περιορίζονται απλώς σε κάποιες εκρήξεις που προκαλεί το ιδιαίτερης μόστρας μυδράλιο, άντε ας πούμε και στο φτιάξιμο των στολών των εξωγήινων. Από την άλλη μεριά, τους βασικούς ρόλους της πλοκής δεν τους μοιράζονται και τίποτα σούπερ αστέρια, αφού το ζορισμένο μπόυ υποδύεται ο καλούλης πρωτάρης Myles Truitt, το παραστρατημένο αδέλφι ο Jack Reynor και την ελευθέρων ηθών συνεσταλμένη κοπελιά, που από μια φάση και μετά συμπληρώνει το τρίγωνο, η Zoe - θυγατέρα Lenny - Kravitz. Συνεπώς να πιστέψω πως τα φράγκα πήγαν στον μισθό του σπαρταριστά αστείου ως βιλεν και όσο περνά ο καιρός, πιστεύω και λειψοτάλαντου εντέλει, James Franco και του για ελάχιστα λεπτά εμφανιζόμενου, 64χρονου, που δείχνει για τουλάχιστον μια ντουζίνα χρόνια μεγαλύτερος, Dennis Quaid? Όπου και να δόθηκαν σε τελική ανάλυση, σε καμία περίπτωση δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα action θρίλερ με σοσιολογικές προεκτάσεις της προκοπής, αφήνοντας το να κινείται απλά στην φιλοδοξία και την κουτή αίσθηση πως το πετυχημένο short, θα εξελισσόταν σε ένα αντίστοιχα πολύ ενδιαφέρον feature film. Η μέτριες κλισεδιάρικες ιδέες και το στήσιμο στο πόδι, επέφεραν το αντίθετο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Αλλά και πρακτικό, αν επαναφέρουμε στην μνήμη την καθολική καταστροφή στα γκισέ!

Kin Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Tanweer!
Περισσότερα... »

Bel Canto Poster ΠόστερBel Canto
του Paul Weitz. Με τους Julianne Moore, Ken Watanabe, Sebastian Koch, Christopher Lambert, Ryo Kase, Tenoch Huerta, María Mercedes Coroy, Olek Krupa, Elsa Zylberstein


Άστα - Βράστα - Ντίβα!
του zerVo (@moviesltd)

Μια από τις πλέον ανατριχιαστικές περιπτώσεις μαζικής ομηρείας στα παγκόσμια χρονικά είναι εκείνη που έμεινε γνωστή ως η Κρίση της Γιαπωνέζικης Πρεσβείας και έλαβε χώρα στην πρωτεύουσα του Περού στις 17 Δεκεμβρίου 1996, έχοντας σαν χρονική διάρκεια τις 126 ημέρες. Με αφορμή την 63η επέτειο γέννησης του αυτοκράτορα Ακιχίτο, ο διπλωμάτης από την χώρα του Ανατέλλοντος Ήλιου είχε εκείνο το απόγευμα διοργανώσει στην οικία του, στην περιοχή Σαν Ισίντρο της Λίμα, μια λαμπερή γιορτή, που κατέληξε σε μακελειό, κατά την είσοδο φανατικών ενόπλων του Επαναστατικού Κινήματος Τουπάκ Αμάρου, αντιδρώντων στην δράση της κυβέρνησης Φουτζιμόρι. Η αιχμαλωσία των δεκάδων Ιαπώνων επιτετραμμένων αλλά ντόπιων υψηλόβαθμων στελεχών, έληξε με την βίαιη είσοδο των κρατικών κομάντος, που εξόντωσαν εν ψυχρώ τους 19 γκουερίλας, ενώ μεταξύ των απωλειών της επέμβασης υπήρξε και ένας από τους κρατούμενους. Αυτή την συγκλονιστική στιγμή, που άνετα από μόνη της θα μπορούσε να σταθεί ως βάση ενός γεμάτου σασπένς κινηματογραφικού σεναρίου, μεταφέρεται στην ταινία Bel Canto, με έναν τρόπο κυριολεκτικά απίστευτο. Ως σινερομάντζο!

Bel Canto Quad Poster Πόστερ
Προκειμένου να γιορτάσει με τον ιδανικό τρόπο τα γενέθλια του, ο Ιάπωνας επιχειρηματίας Κατσούμι Χοζοκάουα, θα διοργανώσει σε μεγαλούπολη της Λατινικής Αμερικής, μια κοσμοπολίτικη βραδιά, που στην κορύφωση της, θα τραγουδούσε ως επίσημη προσκεκλημένη, η κορυφαία (και λατρεμένη του) σοπράνο της όπερα, Αμερικάνιδα Ροξαν Κοςς. Εντελώς αναπάντεχα, την στιγμή που οι άριες έσκιζαν τον αέρα της κατοικίας του Αντιπροέδρου της κυβερνήσεως, μια φράξια πάνοπλων γκουερίλας θα εισβάλλει στον χώρο και θα θέσει όλους παρευρισκομένους σε κατάσταση ομηρείας, απαιτώντας σαν αντάλλαγμα την άμεση απελευθέρωση των συντρόφων τους, που σαπίζουν στις φυλακές.

Κατόπιν των πρώτων, βασικών συνομιλιών με τον μοναδικό διαπραγματευτή του Ερυθρού Σταυρού που οι αντάρτες έρχονται σε επικοινωνία, θα αφεθούν ελεύθεροι οι ιερείς, οι ανήλικοι και όλες οι γυναίκες πλην μιας: Της πασίγνωστης καλλιτέχνιδας που στα χέρια των στασιαστών, θα μπορούσε να σταθεί ως ένα πανίσχυρο ανταλλάξιμο ατού στην πορεία.

Μια πανέξυπνη απόφαση από πλευράς (απροσδιόριστης πολιτικής προέλευσης) εξτρεμιστών, που δεν θα δείξει να χαλάει και πολύ τον σχιστομάτη, μάλλον χήρο, εκατομμυριούχο, που από την πρώτη κιόλας στιγμή θα ανοίξει αγκάλη προστασίας προς το πρόσωπο της δις ζωντοχήρας αρτίστας, δείχνοντας της αισθήματα πολύ πιο προχωρημένα από του απλού μεγκα φαν! Πάρε το σακάκι μου για μαξιλαράκι, φάε το φαγητάκι σου να μην μου μείνεις νηστική, αδυνατίσεις και στενέψει η φωνούλα σου, ωσότου να φτάσουμε στο σου δίνω την καρδούλα μου χάρισε μου την αγκάλη σου. Και πάνω από τα κεφάλια του ερωτοχτυπημένου μεσηλικοπαλίκαρου και της με φλογισμένες τις ορμόνες μεγαλοκοπέλας, που ανταλλάσσουν ραβασάκια σαν σχολιαρούδια, οι κάννες - απλώς - συνεχίζουν να κινούνται απειλητικές. Πάμε καλά?

Το σενάριο βασίζεται σε ένα μυθιστόρημα - Βίπερ Νόρα δηλαδή, αλλά να μην τσαλακώσουμε την αύρα της συγγραφέως -  που έκανε την εμφάνιση του καιρό μετά το συμβάν, προσθέτοντας φανταστικές υποιστορίες, κάτω από εκείνη την βασική της κατάληψης από τους αντικαθεστωτικούς. Και καμία διαφωνία δεν υπάρχει επί τούτου, στο να διανθίσει κανείς το θεματικό θεμέλιο με μια, δυο, τρεις ενδιαφέρουσες πινελιές που θα γεμίσουν με σασπένς το δίωρο. Η αγωνία ας πούμε των ανήλικων ανταρτών, που ρισκάρουν τα μονάκριβα νιάτα τους στον βωμό της ιδεολογίας ή ο τρόμος των αιχμαλώτων μπροστά σε κάποια, έστω ακούσια, εκτέλεση, είναι θεμιτά ζητούμενα σε μια τέτοια εξιστόρηση. Το να πέφτουν στο κρεββάτι, χωρίς ίχνος φόβου μην τύχει και τους καταλάβουν οι θαλαμοφύλακες, για να περάσουν μια νύχτα όνειρο τα σιτεμένα πιτσουνάκια, μάλλον υποβαθμίζει γενικότερα το νόημα και την σημασία του ίδιου του κλειδιού της υπόθεσης. Της ίδιας της ομηρείας.

Περίεργο το πως αποφάσισε να ασχοληθεί με ένα είδος κινηματογραφικό σημαντικά ξένο με ότι έχει ασχοληθεί μέχρι ώρας ο αξιόλογος ντιρέκτορας Chris Weitz. Ο εμπνευστής και δημιουργός του νεανικού σινε σίριαλ των American Pie, απέχοντας από την επιτυχία για παραπάνω από μια δεκαετία, από τον καιρό που δεν απέδωσε εισπρακτικά τα αναμενόμενα με το πολυδιαφημισμένο τότε Golden Compass, εδώ φανερά εκτός νερών και παντελώς αλλοπρόσαλλα, στήνει μια τυπική ρομαντζαδούρα κάτω από καταστάσεις που υπό άλλες συνθήκες θα έπρεπε να προκαλούν σοκ και δέος! Ασούμε με πεθαμένο από αδέσποτη στο δόξα πατρί το πολυαγαπημένο της δεξί χέρι, η μορφονιά μας δεν το ρίχνει στο τρισαλί αλλά στις αγαπούλες! Ή μήπως λες να της πέρασε από τον νου, πως οι μέρες της είναι μετρημένες, οπότε ότι αρπάξει ο (τον έχουμε καμαρώσει πολλάκις στο παρελθόν της ενσαρκώτριας της) πισινός της?

Είναι απορίας άξιον αν η Julianne Moore, που ως ανέκδοτο ομοιάζει στην θωριά της μισής τούφας αχτένιστης και της μισής βλεφαρίδας τσακισμένης ταλαιπωρημένης υψιφώνου, διάβασε ποτέ της το σενάριο πριν βάλει την υπογραφή της σε ετούτη εδώ την σαχλαμάρα. Που επιθυμώντας αδέξια να φανεί ανθρωπιστική, ιδεολόγα και με βάση την μελωδία εξευγενισμένη, σίγουρα τα αντίθετα αποτελέσματα καταφέρνει. Ερωτηματικό που ισχύει και για τον Watanabe, αν και στην δική του περίπτωση η επιλογές των γνωστών Γιαπωνέζων αστέρων, προφανώς και ήταν περιορισμένες για το κάστινγκ. Πλήρως ρηχό, εξωφρενικά παρατραβηγμένο, εκτιμώ ολοκληρωτικά μακρινό από την πραγματικότητα που συνέβη 22 έτη πριν στο πανάκριβο μέγαρο, το απαίσιας μαρκίζας Bel Canto - εδώ καράβια χάνονται και η σοπράνο μας το παίζει δασκάλα φωνητικής Τζούλι Μασίνο - ενδεχόμενα και να προκαλέσει εκνευρισμό με τα όσα αφηγείται στο πιο ορθολογικό κοινό. Και όχι στους φανατικούς φίλους των γραπτών της κορυφαίας αρλεκίνας Ανν Μάθερ, που γουστάρουν γκομενιλίκια ακόμη κι όταν οι σφαίρες πέφτουν βροχηδόν και τα μυαλά τινάζονται στον αέρα. Ούτε καν απέξω!

Bel Canto Rating

Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Odeon!
Περισσότερα... »

Το Ατελιέ (L' Atelier) Poster ΠόστερΤο Ατελιέ
του Laurent Cantet. Με τους Marina Foïs, Matthieu Lucci, Warda Rammach, Issam Talbi, Florian Beaujean, Mamadou Doumbia, Julien Souve, Melissa Guilbert, Olivier Thoret


Τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο δείχνουν: είναι χειρότερα
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μια νεολαία που είναι κάθε λέξη του βιβλίου που γράφει

Αυτή είναι η όγδοη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Laurent Cantet. Από τη φιλμογραφία του ξεχωρίζουν τρεις σπουδαίες ταινίες, η μία καλύτερη από την άλλη: «Ανθρώπινο δυναμικό» (Ressources humaines / Human Resources, 1999), «Ελεύθερος ωραρίου» (L'emploi du temps / Time Out, 2001) – η πλέον αγαπημένη του γράφοντα – και «Ανάμεσα στους τοίχους» (Entre les murs / The Class, 2008). Η τελευταία είναι και η ταινία που του χάρισε τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες εκείνης της χρονιάς.

Το Ατελιέ (L' Atelier) Poster Πόστερ Wallpaper
Με την ταινία Το Ατελιέ (L' Atelier) έλαβε μέρος στο – παράλληλο του επίσημου διαγωνιστικού, διαγωνιστικό επίσης – τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του περσινού φεστιβάλ των Καννών – του 2017 δηλαδή. Επίσης, τσίμπησε μια υποψηφιότητα για Σεζάρ (τα γαλλικά Όσκαρ) καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, για την Marina Foïs. Τέλος, είναι η πέμπτη ταινία του Cantet στην οποία συνυπογράφει το σενάριο με τον Robin Campillo.

Η υπόθεση: Στη Λα Σιοτά, μια παραθαλάσσια κωμόπολη της νότιας Γαλλίας κοντά στη Μασσαλία, ο Αντουάν αποφασίζει να παρακολουθήσει ένα θερινό εργαστήριο δημιουργικής γραφής. Εκεί, μια ομάδα νέων ανθρώπων έχει επιλεγεί για να γράψει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με τη βοήθεια της Ολιβιά, μιας γνωστής, πετυχημένης συγγραφέως. Συνεδρία με τη συνεδρία, το πειραματικό βιβλίο των παιδιών, που βρίσκονται μεταξύ εφηβείας και ενηλικίωσης, αρχίζει και παίρνει μορφή. Έχουν συμφωνήσει να χρησιμοποιήσουν το παρελθόν της περιοχής τους ως μέρος της πλοκής. Παλιά, το ναυπηγείο της Λα Σιοτά έδινε δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους της περιοχής.

Πλέον, έχοντας κλείσει και λειτουργώντας μόνο ως μέρος όπου επισκευάζονται ακριβά γιοτ, έχει οδηγηθεί στην παρακμή. Σε ότι αφορά τον τρόπο γραφής, εκείνος που ξεχωρίζει είναι ο Αντουάν. Γράφει εξαιρετικά. Αλλά είναι προκλητικός. Έρχεται σε αντιπαράθεση με όλους τους συμμαθητές του. Οι ιδέες του είναι βίαιες, ο λόγος του φλερτάρει με τη ρατσιστική, ακροδεξιά ρητορική και ο δολοφόνος που θέλει να πρωταγωνιστήσει στο βιβλίο, είναι ένας αναίσθητος, ψυχρός, αιμοδιψής τύπος. Η Ολιβιά απωθείται αλλά και έλκεται από τον Αντουάν. Ανησυχεί όμως, καθώς ο Αντουάν δείχνει να γνωρίζει πολύ καλά τον δολοφόνο τον οποίο περιγράφει...

Η άποψή μας: Ο Cantet είναι ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης. Κυρίως, έχει αποδείξει πως είναι ένας συναρπαστικός αφηγητής ιστοριών, οι οποίες αφορούν καίρια και άμεσα το σήμερα. Σε άλλες του ταινίες τα σενάριά του δεν έχουν πολύ λόγο, είναι ελλειπτικά αλλά τόσο μα τόσο εύγλωττα (οι περιπτώσεις των ταινιών του που έχουν να κάνουν με την εργασία). Σε άλλες του ταινίες τα σενάρια είναι γεμάτα λόγο. Λόγο που έρχεται κατά ριπάς από πολλές κατευθύνσεις, μέσω πολυπρόσωπου καστ. Εδώ λοιπόν έχουμε να κάνουμε με μια τέτοια περίπτωση. Ανάλογη με εκείνη στο «Ανάμεσα στους τοίχους» κυρίως. Αλλά και με εκείνη στο «Επιστροφή στην Ιθάκη». Πιο πολύ, πάντως, με της πρώτης τη δομή και τα συστατικά ταιριάζει, μιας που στη δεύτερη οι πρωταγωνιστές είναι ενήλικες – τι λέω, μεσήλικες είναι. Εδώ έχουμε να κάνουμε με εφήβους. Απλά, η τάξη του γυμνασίου έχει αντικατασταθεί με το εργαστήρι δημιουργικής γραφής. Και ο ενήλικας, που λειτουργεί ως ο σύνδεσμος του θεατή με τα επί της μεγάλης οθόνης δρώμενα, έχει αλλάξει... φύλο: από άνδρας δάσκαλος έχει γίνει γυναίκα συγγραφέας.

Οι προβληματισμοί που υπήρχαν στο «Ανάμεσα στους τοίχους» υπάρχουν εδώ. Η γαλλική κοινωνία τραβάει ζόρια. Η πολυπολιτισμικότητα έχει αρχίσει να ενοχλεί τα πιο συντηρητικά κομμάτια των πολιτών. Η αστική δημοκρατία δεν δείχνει να βρίσκει πλέον απαντήσεις στα επιτακτικά και δύσκολα ερωτήματα των καιρών. Οι νέοι μεγαλώνουν λαμβάνοντας χιλιάδες πληροφορίες ανά δευτερόλεπτο αλλά παράλληλα έχουν να αντιμετωπίσουν συνθήκες δυσβάσταχτα δυσοίωνες. Η ανεκτικότητα έχει δώσει τη θέση της όχι απλά στη δυσπιστία αλλά στην καχυποψία. Ένα καζάνι που βράζει. Και με τη σύγχρονη Αριστερά σε όλη την Ευρώπη να έχει ξεφτιλίσει όλα τα ιδανικά που πρέσβευε, ακολουθώντας νεοφιλελεύθερες τακτικές, και με τον κομουνισμό να κυνηγιέται άγρια μέσω της θεωρίας των δύο άκρων αλλά να δέχεται και χτυπήματα, μιας που μπαίνει στο ίδιο ζύγι με τα ντεμέκ κόμματα της Αριστεράς που έδωσαν στην ουσία του πράγματος... a bad name, θηριεύει η Ακροδεξιά. Εκεί που είχαν εξαφανιστεί από προσώπου γης, τα ακροδεξιά – εθνικιστικά – ρατσιστικά κόμματα κάνουν θριαμβευτική επανεμφάνιση, λες κι ο κόσμος δεν έχει μάθει από τα παθήματα του παρελθόντος.

Με πολύ έξυπνο τρόπο οι δημιουργοί της ταινίας τα βάζουν όλα αυτά στην παλέτα της. Τα παιδιά που συμμετέχουν στο εργαστήρι είναι όλοι Γάλλοι. Ο ένας είναι μαύρος, από τις αποικίες. Δύο είναι αραβικής καταγωγής. Όλοι τους όμως είναι φτωχοί. Παιδιά μη προνομιούχων οικογενειών. Ο παππούς της μιας κοπέλας ήταν κομουνιστής και είχε παλέψει να μείνει ανοιχτό το ναυπηγείο. Και υπάρχει και ο Αντουάν. Που γυμνάζεται. Που όταν όλοι οι άλλοι τρέχουν να προλάβουν το λεωφορείο, εκείνος προτιμά να περπατήσει μόνος του. Που βλέπει στο youtube βιντεάκια εθνικιστικά. Που επιθυμεί να καταταγεί στο γαλλικό στρατό ξηράς. Που παίζει βίαια βιντεογκέιμ – στα οποία ζητά τη διαδικτυακή βοήθεια άγνωστών του «συμπαικτών». Που προκαλεί. Που προβοκάρει.

Που δεν κωλώνει να κοντραριστεί με όλους. Με τους μουσουλμάνους «συναδέλφους» του για την επίθεση στο Μπατακλάν. Τον μαύρο που είναι μαζί του στο μάθημα τον αναγκάζει να φωνάξει πως είναι πιο Γάλλος από εκείνον. Κυρίως όμως μπαίνει στη μύτη της καθηγήτριάς του. Της διανοούμενης αστής. Της ερχόμενης από το Παρίσι με τους καλούς της τρόπους και την διάλεκτο που όλοι θεωρούν επιτηδευμένη και ψεύτικη. Την αποκαλεί υποκρίτρια. Την κατηγορεί ότι γράφει με τρόπο ψεύτικο, για πράγματα που δεν καταλαβαίνει. Ότι δεν μπορεί να μπει στη μενταλιτέ των ηρώων της. Η καθηγήτρια θυμώνει αλλά και γοητεύεται από τον Αντουάν. Δεν μπορεί να τον χειριστεί. Είναι ξεκάθαρο ότι κουβαλάει χοντρά προβλήματα. Είναι όμως και ταλαντούχος. Είναι ακροδεξιός; Γιατί γουστάρει τόσο πολύ τα όπλα; Μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο Αντουάν; Είναι επικίνδυνος; Η απάντηση δίνεται στο φινάλε (πριν το φινάλε) όπου μέσω ενός κειμένου που διαβάζει, ο Αντουάν ουσιαστικά αποκαλύπτει την αλήθεια.

Μια αλήθεια που συνθλίβει τον θεατή. Γιατί μπορεί να αναγνωστεί ως ακόμα χειρότερη από ότι είχε φανταστεί. Το τελικό φινάλε είναι ελπιδοφόρο αλλά φαντάζει και αφελές μετά από όλα προηγήθηκαν. Αποτελεί τη μοναδική ανορθογραφία σε μία κατά τα άλλα άψογη ταινία. Γιατί ενώ επισταμένα μας παρουσιάζει την κατάσταση του Αντουάν και μας την εξηγεί, δεν μας εξηγεί το με ποια διαδικασία ανεβαίνει στο ψαροκάικο και δείχνει ευχαριστημένος με αυτό που κάνει και in peace. Περισσότερο μοιάζει με ευσεβής πόθος παρά με λειτουργική λύση για το σενάριο. Δείγμα κι αυτό της αμηχανίας να αντιμετωπιστεί «η σκύλα που βρίσκεται και πάλι σε οίστρο», που λέει και ο Μπρεχτ. Ας είναι. Σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα κινηματογραφική εβδομάδα είναι μια ταινία, που μιλάει με πολύ ώριμο τρόπο για το σήμερα. Με καλές ερμηνείες. Χωρίς κουλτουριάρικες δηθενιές. Ωραίο.

Το Ατελιέ (L' Atelier) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Weird Wave!
Περισσότερα... »

Μια μικρή χάρη (A Simple Favor) PosterΜια μικρή χάρη
του Paul Feig. Με τους Anna Kendrick, Blake Lively, Henry Golding, Andrew Rannells, Linda Cardellini, Rupert Friend, Jean Smart


Lacoste Από Τουρκία
του gaRis (@takisgaris)

Κινηματογραφικά υπάρχουν ουκ ολίγες φορές που νοιώθω μιαν ευρωπαϊκή ανωτερότητα όταν στη θωριά μου πέφτουν φιλμίδια που ορέγονται δάφνες του γαλλικού noir, καταλήγοντας σε ένα mash-up, μια γυροβολιά ξώφαλτση, ίντριγκας, πλεκτάνης, ανατροπών (και μπέναλτι) με αυτόν τον βουλιμικό ενθουσιασμό της ξερολούς αμερικανοσύνης. Τούτο είναι το πρώτο κρατούμενο αναφορικά με το A Simple Favor του Paul Feig (προφέρεται Φίιγκ), του παλμαρέ των BridesmaidsThe HeatSpy αλλά και του ημιαποτυχημένου remake του Ghostbusters με all-female καστ. Το δεύτερο είναι επακριβώς δαύτο, τουτέστιν η λατρεία του δημιουργού στο γυναικείο φύλο, συνυφασμένη με female empowerment μανιφέστο σε κάθε του δουλειά. Κλειδί η παρατηρησούλα, διότι έτσι έχει κατακτήσει σχεδόν το ακαταλόγιστο στην πλειοψηφία της προοδευτικής (βλ. Λίμπεραλ) κριτικής που συμπορεύεται με το ρεύμα της εποχής μας, τα #Metooδια και τα λοιπά #TimesUpια. Όταν ο 80άρης Bill Cosby ενδέχεται να πεθάνει στην ψειρού ως serial sexual predator, η φαλλοκρατική πλάκα έχει επισήμως καταχωνιαστεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Μια μικρή χάρη (A Simple Favor) Quad Poster

Επί της παρούσης όμως. Ο Feig παίρνει δυο αξιαγάπητες ηθοποιούς του «ελαφρού» και τους αλλάζει τα φώτα ως χαρακτήρες. Η Pitch Perfect Anna Kendrick λανσάρει μεν όπως συνηθίζει geeky χαριτωμενιά λικνιζόμενη με ναζιάρικη γαλλική ποπ του παρελθόντος αλλά κάτω από το πέπλο της χήρας μάνας vlogger κρύβει καντάρια προστυχιά και ντεντεκτιβίστικο δαιμόνιο. Η Blake Lively, fashion icon για τη γυναίκα μου και ταιριαστή ντάμα του σκανταλιάρη Ryan Reynolds, ξεπροβάλλει ως υπερμοδάτη μπίζνες γούμαν από το Μανχάταν με άντρα, για να συμπληρωθεί το τρίγωνο της αμαρτίας, τον Crazy Rich Asian Henry Golding, συγγραφέα του ενός βιβλίου και μετά νιέντε. Η απλή χαρούλα του τίτλου... απλοϊκή. Κράτα μου της λέει η αλανιάρα, θεοσκότεινη κι αδίστακτη Blake, το μοναχογιό, κολλητάρι του μοναχογιού σου Αννούλα μου ώσπου να πεταχτώ στο περίπτερο για τσιγάρα κι έφτασα. Αμ δε φτάνει. Περνάνε ημέρες. Η αστυνομία στο πόδι. Βρίσκεται κι ένα πτώμα με ταυτοπροσωπία και ίδιο τατού στον καρπό, οπότε την κλαίγαμε την Lively. Και με την ευκαιρία, να απαυτωθεί η Αννούλα με τον χήρο στον κάπακα της κηδείας, να της φορά και την γκαρνταρόμπα, βλογκάροντας ταυτόχρονα για την εξαφανισμένη (και πλέον φάντασμα;) Blake. Ή...να το πάρει το ποτάμι;

Τα χρησιδάνεια του Feig πάμπολλα, σε σημείο να κάνει θρασύ name - checking στο Diabolique (1955) του Clouzot. Όσο όμως ξέρεις εσύ από Grand Guignol Παύλε μου, άλλο τόσο το μπλουζί από το Καπαλί Τσαρσί με τον κροκόδειλα είναι αυθεντικό Λακόστ. Ως buildup, χονδρικά ως το 40’ (σε σκάρτες δυο ώρες διάρκεια) μια χαρά το πας. Δυο εκ διαμέτρου αντίθετες όψεις της καταπιεσμένης μεσοαστής μαμάς των προαστίων, στο απέξω κούκλα κι από μέσα πανούκλα. Αιμομειξίες, λεσβιακό τζιβιτζιλίκι, χωρίς πορνό γιατί είμαστε μέηνστρημ. Ξεπατικωσά Ozon κι Almodovar χωρίς το καυτό ζουμί. Και μετά Gone Girl και απίθανες ανατροπές ώσπου στο φινάλε-φινάλε-φινάλε (τρις τουλάχιστον) θυμόμαστε ότι παρακολουθούσαμε κωμωδία με μια τεράστια παρένθεση γιαλαντζί σοκ -πουρ -λε -σοκ. Για να μην παρεξηγηθώ: Η ταινία είναι ένοχα παρακολουθήσιμη, οι κοπελιές μέσα στους ρόλους και μια δροσιά κατακρύμνισης του προφίλ γυναίκα-θύμα είναι ευπρόσδεκτη. Βουρ για το Lifetime channel περίπτωση, ικανοποιητικό ταμείο και επιτυχία του Paris Kasidokostas Latsis που είναι στην παραγωγή. Ελλάς το μεγαλείο σου!

Μια μικρή χάρη (A Simple Favor) Rating


Στις δικές μας αίθουσες? Στις 27 Σεπτεμβρίου 2018 από την Spentzos Films!
Περισσότερα... »