Κλέφτης αλόγων (Ut og stjæle hester / Out Stealing Horses) Poster ΠόστερΚλέφτης αλόγων

του Hans Petter Moland. Με τους Stellan Skarsgård, Bjørn Floberg, Tobias Santelmann, Jon Ranes, Danica Curcic.


Norwegian Wood!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ενηλικίωση: it's a bitch!

Αυτή είναι η 10η μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί ο γεννημένος στο Όσλο, στις 17 Οκτωβρίου του 1955, Νορβηγός σκηνοθέτης Hans Petter Moland. Σε πέντε από αυτές (στις μισές δηλαδή) πρωταγωνιστής είναι ο Stellan Skarsgård. Επίσης, αυτή είναι η πέμπτη του ταινία που βλέπουμε εμπορικά στη χώρα μας. Έχουν προηγηθεί οι ταινίες: «Αντιμέτωποι με την αλήθεια» (Aberdeen, 2000), «Γη της Επαγγελίας» (The Beautiful Country, 2004), «Με σειρά εξαφάνισης» (Kraftidioten, 2014) και «Ψυχρή καταδίωξη» (Cold Pursuit, 2019) – η τελευταία ταινία αποτελεί το αγγλόφωνο ριμέικ του «Kraftidioten», γυρισμένο από τον ίδιο.

Κλέφτης αλόγων (Ut og stjæle hester / Out Stealing Horses) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία «Κλέφτης αλόγων» βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Per Petterson, που εκδόθηκε πρώτη φορά το 2003. Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία Κλέφτης αλόγων (Ut og stjæle hester / Out Stealing Horses) την πραγματοποίησε στο περασμένο φεστιβάλ Βερολίνου. Εκεί, συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα, κερδίζοντας Αργυρή Άρκτο Εξαιρετικής Καλλιτεχνικής Συνεργασίας, για τη φωτογραφία του Rasmus Videbæk. Η ταινία ήταν υποψήφια για 11 βραβεία Amanda (τα νορβηγικά Όσκαρ) και τελικά κέρδισε πέντε από αυτά, μεταξύ των οποίων εκείνα καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Το φιλμ αποτελεί την επίσημη πρόταση της Νορβηγίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ.

Η υπόθεση: Νοέμβριος 1999. Ο 67χρονος Τροντ, προσπαθώντας να συνέλθει από τον αδόκητο χαμό της γυναίκας του, ταξιδεύει σε έναν απομονωμένο οικισμό κάπου στη Νορβηγία, όπου σκοπεύει να περάσει την Πρωτοχρονιά μόνος του. Όταν ένα βράδυ συναντήσει τον Λαρς, μνήμες από την παιδική του ηλικία θα τον πλημμυρίσουν. Ήταν το καλοκαίρι του 1948, όπου ο πιτσιρικάς Λαρς έκανε κάτι, που δεν το χωράει ανθρώπου νους. Ήταν το τελευταίο καλοκαίρι που πέρασε ο Τροντ με τον πατέρα του. Ήταν το καλοκαίρι όπου ο Τροντ, με τον καλύτερό του φίλο – μεγαλύτερο αδελφό του Λαρς – βγήκαν να κλέψουν άλογα, αλλά τα γεγονότα τους ξεπέρασαν. Εκείνο το μακρινό καλοκαίρι ο Τροντ ενηλικιώθηκε και μύρισε το άρωμα της γυναίκας που λαχταρούσε. Τώρα, στον παρόντα χειμώνα, πόσο θα ταρακουνήσουν τον Τροντ οι θύμισες;

Η άποψή μας: «Είναι δική σου απόφαση αν θα πονέσεις ή όχι». Χμ, μεγάλη κουβέντα. Ο χήρος Τροντ βλέπει ξεραμένες από τον χειμώνα τσουκνίδες και θυμάται εκείνο το καλοκαίρι. Με τον πατέρα του. Όταν του είπε τη συγκεκριμένη φράση. Γιατί του την είπε; Επειδή παρατήρησε πως ο γιος του, που κούρευε τα χόρτα έξω από το σπίτι τους στο δάσος, δεν πλησίαζε στις τσουκνίδες. Και για να αποδείξει πως εννοούσε αυτό που είπε, πήγε, και ξερίζωσε τις τσουκνίδες με τα γυμνά του χέρια. Δεν ξέρω αν έχετε ακουμπήσει ποτέ τσουκνίδα. Πονάει πάρα μα πάρα πολύ. Και τσούζει. Και σε κάνει να ξύνεσαι με μανία. Μιλάω από πρώτο χέρι.

Γιατί, πεντάχρονος (ίσως και λίγο μεγαλύτερος) στο Νευροκόπι, ένα καλοκαίρι που οι ξαδέλφες μου με μάθαιναν πως να κάνω ποδήλατο, και τα πήγαινα μια χαρά, ξαφνικά είδα μπροστά μου ένα τρακτέρ, αιφνιδιάστηκα, δεν ήξερα τι να κάνω, κι έγυρα το ποδήλατο σε κάτι χόρτα. Ήταν τσουκνίδες! Κι εγώ φορούσα κοντό παντελονάκι! Δεν έχω... ξυθεί περισσότερο στη ζωή μου. Οπότε, ναι ρε φίλε, δεν είχα προαποφασίσει ότι θα πονέσω, δεν ήξερα τι είναι οι τσουκνίδες, δεν είχα άποψη γι' αυτές, ούτε είχα ετοιμάσει φόβο πόνου εξαιτίας τους. Έπεσα σε αυτές, όμως, και... πόνεσα.

Από την άλλη, έχω κάτι ακόμα να θυμηθώ από την παιδική μου ηλικία. Η γιαγιά μου, η Λεμόνα, όταν πήγαινα πρώτη δημοτικού στην Προσοτσάνη, με έστειλε στο παντοπωλείο να αγοράσω ένα ξυράφι – τα πουλούσαν τότε κατά μόνας, μέσα σε κόκκινο περιτύλιγμα. Τι το ήθελε; Να κόψει αμπελόφυλλα για να κάνει ντολμαδάκια. Στο δρόμο της επιστροφής, αφού είχα αγοράσει το ξυραφάκι, πέτυχα κάτι φίλους σε μια κηδεία. Μιλήσαμε για λίγο. Κι έφυγα. Πάλι καλοκαίρι. Πάλι κοντό παντελόνι. Και παντόφλες, από αυτές τις πλαστικές. Πρέπει να άνοιξα το περιτύλιγμα του ξυραφιού. Και, χωρίς να το καταλάβω, ξυραφιάστηκα! Στον αριστερό μου μηρό. Χαμπάρι δεν πήρα! Μιλάμε, δεν κατάλαβα τίποτα! Πλησιάζοντας στο σπίτι της γιαγιάς, ένας συνομήλικός μου, γείτονας, με είδε, τρόμαξε και φώναξε: «αίματα»! Ε, όταν είδα τα αίματα, άρχισα να ουρλιάζω! Από... πόνο! Που, δεν συγκρίνεται με τον πόνο που ένιωσα όταν η Λεμόνα, να είναι καλά εκεί που βρίσκεται, μου έριξε φωτιστικό οινόπνευμα, αυτό το μπλε χρώματος, πάνω στην τομή! Ναι, αλλά καταλαβαίνετε πού θέλω να το πάω. Δεν πονούσα όσο δεν αντιλαμβανόμουνα. Ίσως όντως ο πόνος να είναι μια αντίληψη του μυαλού. Ένα παιχνίδι.

Anyway, στην ταινία μας. Ο σκηνοθέτης επιλέγει μια θραυσματική αφήγηση. Λίγο σαν σε όνειρο. Λίγο σαν σε trance. Η τρομερή μουσική, η υπέροχη φωτογραφία, τα εκπληκτικά slow motion σε οτιδήποτε έχει να κάνει με τη φύση, δεν μπορούν παρά να αφήσουν με το στόμα ανοιχτό και τον πιο... αναίσθητο από τους θεατές. Στην αρχή της ταινίας. Γιατί από ένα σημείο και μετά το όλον γίνεται μανιέρα. Κι όταν εγκαταλείπεται, αρχίζεις να νιώθεις εξαπατημένος. Σαν να σε πούλησαν φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ένας συνηθισμένος άνθρωπος, συμβιβασμένος, μόνος, χωρίς κάτι το ξεχωριστό, θυμάται ένα καλοκαίρι όπου συνέβησαν πολλά και ασυνήθιστα, τα οποία τον στιγμάτισαν για πάντα! Αδελφοκτονίες, κερατώματα, κλεψίματα αλόγων. Αλλά πάντα, εκεί που κάλπαζε ελεύθερος, εκεί ο Τροντ έτρωγε μια σαβούρντα κι έπεφτε καταγής. Ξανασηκώνονταν, δεν λέω, αλλά η απόλυτη αίσθηση ελευθερίας για εκείνον ήταν λίγες στιγμές.

Η εικονοπλαστική ικανότητα του Moland σε γεμίζει με πανέμορφες εικόνες: πατέρας και γιος, γυμνοί, μέσα στη βροχή, να κάνουν κατακόρυφο. Ο Τροντ, πιτσιρικάς, να αγγίζει και να μυρίζει τον πρώτο του έρωτα: τη μητέρα του φίλου του – κι όπως θα διαπιστώσει αργότερα, αγαπητικιά του πατέρα του. Κουκουβάγια να φτερουγίζει. Κορμοί δέντρων να πλέουν στο ποτάμι. Τέτοια. Δεν ξέρω πόσο καλό είναι το βιβλίο πάνω στο οποίο βασίζεται η ταινία. Δεν το έχω διαβάσει. Πάντως, αν η ταινία κυλούσε στο μοτίβο της πρώτης συνάντησης των γηραιών Τροντ και Λαρς, και της ιστορίας που αφηγείται ο Λαρς για τον σκύλο που χρειάστηκε να σκοτώσει με παραίνεση της μητέρας του, θα μιλούσαμε για ένα αριστούργημα. Το τελικό αποτέλεσμα λίγο το απομυθοποιείς: το παραγεμίζει ο σκηνοθέτης, το παρατραβάει σε χρόνο, κάπου επαναλαμβάνεται, κάπου παραείναι χαλαρός, κάπου δίνει περισσότερη βαρύτητα σε μη ουσιώδη πράγματα και προσπερνάει άλλα, σημαντικά.

Ας είναι. Και η ανθρώπινη μνήμη κάπως έτσι δεν λειτουργεί; Δεν μεγαλοποιούμε κάποιες στιγμές μας; Δεν ξεχνάμε, άλλες, ακόμα και σπουδαίες; Το θέμα είναι ένα: μέσα από το μεγάλο ταξίδι να καταλαβαίνεις τελικά ότι σημασία έχει αυτό, όχι ο προορισμός, που έλεγε και ο Αλεξανδρινός ποιητής. Όμορφη ταινία να τη βλέπεις, ίσως λίγο πιο φλύαρη από όσο θα χρειαζόταν. Τι είπαμε για τον πόνο εντέλει;

Κλέφτης αλόγων (Ut og stjæle hester / Out Stealing Horses) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 7 Νοεμβρίου 2019 από την Weird Wave!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική