Transit Poster ΠόστερΈνας ελέφαντας στέκεται ακίνητος

του Hu Bo. Με τους Zhang Yu, Peng Yuchang, Wang Yuwen, Liu Congxi.


Suicide Solution
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης

Ο Hu Bo γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1988 στην πόλη Τσινάν, πρωτεύουσα της επαρχίας Σαντόνγκ, στην Ανατολική Κίνα. Το 2014 αποφοίτησε από την Ακαδημία Κινηματογράφου του Πεκίνου (τμήμα σκηνοθεσίας). Η μικρού μήκους ταινία του «Απόμακρος πατέρας» κέρδισε βραβείο σκηνοθεσίας στο φεστιβάλ κινηματογράφου Κίνας και την ίδια χρονιά η ταινία του μικρού μήκους «Νυχτερινός δρομέας» επιλέχθηκε ως υποψήφια για «Χρυσό Ίππο» από την Ακαδημία της Ταϊπέι. Το 2017 ο Hu Bo συμμετείχε στο «First Training Camp», υπό την καθοδήγηση του Béla Tarr. Κατά τη διάρκεια του σεμιναρίου ολοκλήρωσε την ταινία μικρού μήκους «Άνθρωπος στο πηγάδι» (συμμετοχή στα φεστιβάλ Λοκάρνο, Τορόντο κ.ά.). Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε (με το ψευδώνυμο Χου Κιαν) δυο συλλογές διηγημάτων προκαλώντας ιδιαίτερη αίσθηση στο αναγνωστικό κοινό της Κίνας («Βουβαλοβάτραχος» και «Μια τεράστια ρωγμή»). Αυτοκτόνησε σε ηλικία 29 ετών στις 12 Οκτωβρίου 2017, μετά την ολοκλήρωση της πρώτης του ταινίας μεγάλου μήκους «Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος» (το σενάριο της οποίας βασίζεται σε ένα διήγημά του από τη συλλογή «Μια τεράστια ρωγμή»).

Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος (Da xiang xi di er zuo/ An Elephant Sitting Still) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περσινό φεστιβάλ Βερολίνου, στο τμήμα «Forum», όπου και τιμήθηκε με το βραβείο της FIPRESCI. Την πανελλήνια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στο περασμένο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης όπου προβλήθηκε στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες: Another Take».

Η υπόθεση: Σε μια ανώνυμη, γκρίζα και χωρίς ήλιο επαρχιακή πόλη της βόρειας Κίνας, οι ζωές τεσσάρων ανθρώπων (και κάποιων λίγων ακόμα) διασταυρώνονται κατά τη διάρκεια ενός 24ώρου. Ο Γιανγκ Τσενγκ είναι γκάνγκστερ και διατηρεί ερωτική σχέση με τη γυναίκα του καλύτερού του φίλου. Όταν ο τελευταίος τους πιάσει στα πράσα (σχεδόν), θα πηδήξει από ένα παράθυρο και θα αυτοκτονήσει. Ο μικρότερος αδελφός του Γιανγκ Τσενγκ είναι ο νταής σε ένα από τα τοπικά σχολεία. Εξαιτίας ενός κινητού που διατείνεται ότι του το έχει κλέψει, τρομοκρατεί έναν συμμαθητή του. Ο Γουέι Μπου, φίλος του θύματος bullying, θύμα κακομεταχείρισης και ο ίδιος στο σπίτι του αλλά και στο σχολείο, προσπαθώντας να τον υπερασπιστεί, θα σπρώξει τον νταή, ο οποίος θα τραυματιστεί άσχημα πέφτοντας από τις σκάλες.

Έτσι, ο Γουέι Μπου προσπαθεί να το σκάσει, γιατί φοβάται τα αντίποινα. Συμμαθήτρια και φίλη του Γουέι Μπου είναι η Χουάνγκ Λινγκ, η οποία μεγαλώνει με την αλκοολική μητέρα της, διατηρεί μια παράξενη σχέση με τον παντρεμένο υποδιευθυντή του σχολείου και η φήμη της κινδυνεύει όταν διαρρέει ένα βίντεο με τους δύο, από το κλεμμένο κινητό του νταή. Τέλος, ο συνταξιούχος Γουάνγκ Τζιν, ο οποίος μένει στην ίδια πολυκατοικία με τον Γουέι Μπου δέχεται πιέσεις από το γιο του και τη νύφη του να πουλήσει το διαμέρισμά του, να τους δώσει τα χρήματα για να εξασφαλίσουν ένα καλύτερο μέλλον στην κόρη τους και ο ίδιος να εγκλειστεί σε έναν οίκο ευγηρίας. Για τρεις από τους τέσσερις ήρωες η ελπίδα βρίσκεται στην πόλη Μανζούλι. Εκεί, λέγεται πως υπάρχει ένας ελέφαντας σε τσίρκο, ο οποίος μένει εσαεί ακίνητος, ακόμα κι αν τον τσιγκλήζουν με μυτερά πιρούνια…

Η άποψή μας: Τούτη η ταινία έχει πάρει μερικές από τις καλύτερες κριτικές των τελευταίων χρόνων. Τόσο στο εξωτερικό όσο και στη χώρα μας. Έχει την υποστήριξη πολλών διανοουμένων και δημιουργών στο χώρο του κινηματογράφου, του κινηματογράφου εκείνου που εστιάζει περισσότερο στην τέχνη του πράγματος και ελάχιστα στη διασκέδαση του θεατή. Μερικοί έχουν φτάσει στο σημείο να αποθεώνουν την ταινία ως ένα από τα ελάχιστα αριστουργήματα του 21ου αιώνα. Επιτρέπεται. Όπως επιτρέπεται να υπάρχουν και διαφωνίες. Θέλω να πω: υπάρχουν οι αυθεντίες. Και οι αυθεντίες συχνά πυκνά επιβάλλουν καταστάσεις. Η τελική αποδοχή ή απόρριψη, όμως, εντέλει, ανήκει μόνο στον θεατή. Είτε αυτός είναι επαγγελματίας και γράφει για σινεμά είτε είναι ένας απλός θεατής, που ενδεχομένως ψάχνεται περισσότερο και δεν αρκείται στη σαβούρα της μαζικής διασκέδασης και την αλά Netflix αισθητική, που γίνεται ολοένα και περισσότερο κυρίαρχη.

Να σας πω την μαύρη αλήθεια, δεν μπορώ να χαρακτηρίσω τούτη την ταινία ως αριστούργημα. Προσπαθώ όμως να δημιουργήσω επιχειρήματα, για να αμυνθώ σε ενδεχόμενες επιθέσεις (φανερές ή κρυφές) του τύπου «και πού έμαθε σινεμά ο Γιαχουστίδης» ή «τι περιμένεις από τύπο που του άρεσαν και τα δύο Deadpool» ή «ρε αυτός αν δεν κάνει σπόιλερ δεν ησυχάζει» ή «πήγαινε πλένε κανά πιάτο βρε αγόρι μου» ή (το αγαπημένο μου) «άσε μας ρε κουκλίτσα μου». Κι έτσι, άλλος ένας διχασμός: αυτοί που «ξέρουν» και οι άλλοι που δεν «νιώθουν». Υπάρχουν και οι προβοκάτορες ένθεν κι ένθεν – κι αυτοί πάντοτε απαραίτητοι, για να δώσουν ένα άλλο χρώμα στην αντιπαράθεση. Στην ουσία, βεβαίως, για να προχωρήσουμε και στο προκείμενο, δεν προσπαθώ να αντιπαρατεθώ.

Υπάρχουν πράγματα στην ταινία που θαύμασα, πραγματικά. Μια απαράμιλλη ωριμότητα πχ. Μια σιγουριά, μια αυτοπεποίθηση, ένα όραμα, που ο δημιουργός της ταινίας το υπηρέτησε από την αρχή έως το τέλος. Βέβαια, σε κάποιες στιγμές εμφανίζεται αμήχανος. Πχ, και στις δύο αυτοκτονίες κάνει cut κι αυτές λαμβάνουν χώρα εκτός κάδρου. Την επίθεση του μεγάλου σκύλο στο μικρό, δεν την βλέπουμε ποτέ – και πρέπει να καταλάβουμε από τα συμφραζόμενα. Τέτοια. Μικρές λεπτομέρειες. Η αισθητική της ταινίας υπηρετεί κι αυτή το όραμα του δημιουργού. Μεγάλα μονοπλάνα, με κάμερα στο χέρι, που πολλές φορές ξεκινάει από την πλάτη κάποιου ήρωα και τον κυκλώνει για να βρεθεί μπροστά του ή τον ακολουθεί μέσα σε σκοτεινούς διαδρόμους, σε μια πόλη άσχημη, μίζερη, χωρίς ήλιο, χωρίς γέλιο.

Σε ότι αφορά το κρίσιμο ερώτημα, της διάρκειας: κι όμως, η ταινία δεν σε κουράζει. Έχω δει ταινίες 70 λεπτών που κάθε λεπτό τους ήταν μαρτύριο, που δεν περνούσε. Θα μπορούσαν να γίνουν πολύ πετυχημένα memes με φόντο το γύρισμα ενός θεατή στον τροχό – γύρνα μαστόρι! Εδώ παρά τις σχεδόν τέσσερις ώρες, το όλον τσουλάει μια χαρά. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ταινία και η απήχησή της δεν θα βοηθιόνταν τα μάλα από ένα πιο δημιουργικό και δραστικό μοντάζ. Ο ελέφαντας του τίτλου ενέχει ρόλο συμβόλου, ανάλογου θα τολμούσα να πω με τη φάλαινα στις «Αρμονίες του Βερκμάιστερ» του δάσκαλου Béla Tarr. Θέλετε αριστούργημα λοιπόν; Δείτε εκείνη την ταινία. Ή δείτε το κύκνειο άσμα του, το υπέροχο «Άλογο του Τουρίνου». Ταινίες που σε κάνουν να ανατριχιάζεις. Ο νεαρός αυτόχειρας εδώ δεν κάνει μια κουλτουριάρικη ταινία – καμία σχέση.

Οι ιστορίες του είναι κανονικότατες, καθημερινές, εύληπτες μέχρι και μπανάλ θα μπορούσε να τις χαρακτηρίσει κανείς. Είναι ο τρόπος που μέσα από αυτές τις ιστορίες κάνει το σχόλιό του για την Κίνα του σήμερα και γιατί όχι, για τον κόσμο του σήμερα, που έχει ενδιαφέρον. Έναν κόσμο άθλιο και αηδιαστικό, που τσακίζει κάθε χαρά, κάθε πιθανότητα ευτυχίας, έναν κόσμο και μια ζωή που αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη μελαγχολία – καλύτερα, την απελπισία – των ηρώων. Καμία πράξη βίας δεν είναι αδικαιολόγητη σε έναν κόσμο εντελώς αδικαιολόγητο. Πολύ μιζέρια παιδιά και φως πουθενά. Ευτυχώς (αυτό είναι συν για τον σκηνοθέτη) δεν ξεπέφτει στην ξεφτίλα του «Biutiful» της πιο αισχρής arty misery porn flick των τελευταίων χρόνων. Και το φινάλε, με τον ελέφαντα να ακούγεται αλλά να μην φαίνεται, δίνει μια ελάχιστη ακτίδα φωτός. Γιατί κατά τα άλλα η ταινία αιμορραγεί θάνατο και απελπισία.

Μου έκαναν φοβερή εντύπωση μικρές σκηνές, όπως πχ εκείνη όπου ο γηραιός από τους πρωταγωνιστές, παίρνει το πτώμα του αγαπημένου του σκύλου και το πετάει πάνω από μια γέφυρα, στη μέση της πόλης, σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Εν κατακλείδι: αυτή είναι μια πολύ δυνατή ταινία, που κουβαλάει και πολλά ντεσού γύρω της, ένα σπαραχτικό φιλμικό γράμμα με άγνωστο παραλήπτη, που μπορούν να το δουν οι πάντες (αλλά θα το εκτιμήσουν μάλλον πιο πολλοί εκείνοι που ψάχνονται περισσότερο), να γουστάρουν μέχρι και την (πολύ όμορφη, είναι η αλήθεια) μουσική της, να την αποφύγουν όσοι δεν θέλουν μια έστω ιδιαίτερη καταγραφή της πραγματικότητας γύρω μας εν είδη ντοκιμαντέρ, να διαφωνήσουν όσοι δεν γουστάρουν και να αφήσουν το χρόνο να αποφανθεί αν όντως μιλάμε για αριστούργημα ή αν έχουμε να κάνουμε με περίπτωση «πολύ κακό για το τίποτα».

Όπως και να έχει, πάντα, σε αυτές τις περιπτώσεις, προκρίνω οπωσδήποτε το «βλέπω την ταινία και αποφαίνομαι γι' αυτήν ανεπηρέαστος από lovers και haters, αφού προηγουμένως κατανοήσω τι ακριβώς είναι αυτό που πάω να δω». Κι όχι, επειδή έχει ελέφαντα στον τίτλο, αυτή η ταινία δεν είναι ο Ντάμπο – να τα λέμε κι αυτά...

Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος (Da xiang xi di er zuo/ An Elephant Sitting Still) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 18 Απριλίου 2019 από την Carousel Films!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική