Δύση Ηλίου (Napszállta / Sunset) Poster ΠόστερΔύση Ηλίου

του László Nemes. Με τους Juli Jakab, Vlad Ivanov, Evelin Dobos, Marcin Czarnik, Judit Bárdos, Benjamin Dino, Balázs Czukor, Christian Harting, Levente Molnár, Julia Jakubowska.


Φόβος και παράνοια στην Αυστρο-Ουγγαρέζικη Αυτοκρατορία!
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

Μια ιστορία με...καπέλα

Το 2015 ο 38χρονος τότε László Nemes από την Ουγγαρία εξέπληξε τους πάντες και τα πάντα και κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο φεστιβάλ των Καννών με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθέτησε, που δεν ήταν άλλη από το «Ο γιος του Σαούλ» (Saul fia), ταινία που κέρδισε τόσο τη Χρυσή Σφαίρα όσο και το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Το 2018, ο Ούγγρος σκηνοθέτης παρουσίασε στο φεστιβάλ Βενετίας (συμμετέχοντας στο διαγωνιστικό τμήμα) τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, η οποία τιμήθηκε με το βραβείο της FIPRESCI. Και αποτέλεσε την επίσημη πρόταση της Ουγγαρίας για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Είναι η ταινία με την οποία καταπιανόμαστε εδώ. O Nemes βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, στο πλαίσιο του φεστιβάλ τον περασμένο Νοέμβριο και παρουσίασε την ταινία του, Δύση Ηλίου (Napszállta / Sunset), η οποία συμμετείχε στο τμήμα «Ειδικές Προβολές». Κι όπως συμβαίνει συνήθως, η δεύτερη ταινία (όπως και το δεύτερο άλμπουμ στη μουσική) θαρρείς και εμφανίζει όλα τα προβλήματα που ενδεχομένως να είχαν κρυφτεί από το γεγονός ότι η πρώτη ταινία έπιανε απίστευτα υψηλές επιδόσεις.

Δύση Ηλίου (Napszállta / Sunset) Poster Πόστερ Wallpaper
Θα χρησιμοποιήσουμε μερικές πολύ χρήσιμες κουβέντες του σκηνοθέτη για την ταινία του, οι οποίες θα μας βοηθήσουν στην ανάλυσή της: «Θεωρώ την σημερινή τυποποίηση του κινηματογράφου και της τηλεόρασης ύποπτη και το ενδιαφέρον μου έγκειται στο να βρεθούν νέοι τρόποι να ειπωθούν ιστορίες μέσω της εικόνας, που δεν βασίζονται στην υπερ-επίδειξη ή υπερ-ανάλυση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει κανείς να πάρει ρίσκο. Η αίσθησή μου είναι ότι η σημερινή εμπειρία του να βλέπει κανείς σινεμά είναι πλήρως απογοητευτική και περιορισμένη, καθώς βασίζεται σε μια βιομηχανοποιημένη κινηματογραφική γλώσσα με σκοπό την ευκολία κατανόησης. Οι ταινίες σήμερα αρνούνται να εμπιστευτούν τον θεατή». Και μια φράση ακόμα: «Η ταινία είναι η προσωπική μου κατάθεση στην αγάπη του σινεμά, σχεδόν έναν αιώνα από την ταινία ‘’Sunrise’’ του Murnau – μια ταινία στην οποία αποδίδουμε φόρο τιμής. Ελπίζω η ‘’Δύση ηλίου’’ να κουβαλάει έστω κατ’ ελάχιστον κάτι από αυτήν την ταινία του Murnau».

Η υπόθεση: 1913. Η νεαρή Ίρις Λέιτερ φτάνει στη Βουδαπέστη έχοντας ξεκινήσει από την Τεργέστη. Θέλει να πιάσει δουλειά στο πιο διάσημο κατάστημα καπέλων της πόλης, που καθόλου τυχαία, φέρει το επίθετό της. Ναι, το Leiter ανήκε στους γονείς της, οι οποίοι πέθαναν κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες όταν η Ίρις ήταν μόλις δύο ετών, οπότε δεν τους πολυθυμάται. Το κατάστημα πλέον ανήκει στον Όσκαρ Μπριλ, παλιό υπάλληλο στη συγκεκριμένη εταιρία. Ο Μπριλ δεν θέλει την Ίρις στα πόδια του, εκείνη όμως επιμένει. Ένας οδηγός άμαξας ονόματι Γκάσπαρ την πληροφορεί πως έχει έναν αδελφό, τον Κάλμαν, του οποίου την ύπαρξη η Ίρις αγνοούσε. Η Ίρις προσπαθεί να μάθει περισσότερα στοιχεία για τον αδελφό της, να τον βρει και να μιλήσουν από κοντά. Θα βρει τον αδελφό της τελικά; Γιατί εκείνος έχει κακή φήμη; Τι ακριβώς συμβαίνει με την κοπέλα από το κατάστημα, που επιλέγεται κάθε χρόνο για να δουλέψει στις υπηρεσίας της Αυτού Μεγαλειότητας στη Βιέννη; Κινδυνεύει ο Μπριλ, όπως φοβάται; Μέχρι πού θα φτάσει η Ίρις;

Η άποψή μας: Δεν μας τα λέει και πολύ καλά ο κύριος Nemes στη δεύτερη ταινία του. Συμβαίνει καμιά φορά με τους σκηνοθέτες αυτό. Ιδίως όταν η πρώτη προσπάθεια έχει την καθολική αναγνώριση και δέχεται μόνον επαίνους. Φουσκώνουν τα μυαλά, μην νομίζετε. Σαν τους ποδοσφαιριστές (α ρε Ντιαμαντίνο...). Αν κάποιος πρωτοεμφανιζόμενος στις μεγάλες κατηγορίες ακούει συνέχεια «τι παικτάρα είσαι εσύ», «μα ποιος είσαι, ο Μαραντόνα;», «δεν υπάρχει παίκτης σαν κι εσένα» και τέτοια, δεν έχει πλέον το μυαλό του στο κεφάλι του, δεν προσπαθεί το ίδιο, τα θεωρεί όλα δεδομένα: εφόσον εγνωσμένα υπάρχει το ταλέντο δεν χρειάζεται να κάνει... προπόνηση. Έτσι θαρρώ ότι την πάτησε ο Nemes. Σκέφτηκε: «ταινιάρα θα γυρίσω με αυτό το υλικό». Δεν άκουγε τη φωνούλα που προσπαθούσε απεγνωσμένα να του πει: «αγόρι μου, ταλέντο υπάρχει, από σενάριο πώς πάμε;». Το σενάριο της ταινίας είναι το απόλυτο συνονθύλευμα. Και η πλάκα είναι πως δεν το υπογράφει μόνος του ο σκηνοθέτης: έχει και δύο ακόμα συνσεναριογράφους.

Το όλον βγάζει μια τρικυμία εν κρανίω! Καμία κατεύθυνση, κανένας ειρμός, καμία διάθεση να βοηθηθεί ο έρμος ο θεατής που δίνει σημασία και προσπαθεί απεγνωσμένα να ενώσει τις κουκκίδες, μπας και βγάλει μια υποτυπώδη άκρη. Δεν νοιάζεται ο Nemes ολοφάνερα. Το λέει εξάλλου και στις δηλώσεις του, που παραθέσαμε πιο πάνω. Σου βγάζει τα μάτια με το πόσο όμορφη είναι η ταινία, πόσο τέλεια και άρτια κατασκευαστικά, πόσο συναρπαστική σε επίπεδο εικόνας, που μάλλον ο δημιουργός της αποφάνθηκε πως αυτό και μόνο αυτό αρκεί. Αμ δε. Εννοείται ότι η ιστορία της κοπέλας είναι γεμάτη σύμβολα, αναφορές και μεταφορές, αλλά δεν υπάρχει ένα αναθεματισμένο γλωσσάρι για να ερμηνευτεί ο γρίφος. Προσωπικά, κατέληξα πως η Ίρις δεν ονομάζεται τυχαία έτσι. Η ίριδα είναι το έγχρωμο φυσικό διάφραγμα του ματιού, το οποίο ελέγχει την ποσότητα του φωτός που δέχονται τα κύτταρα της οράσεως. Μοιάζει δηλαδή με τον μηχανισμό διαφράγματος μιας φωτογραφικής μηχανής. Το κέντρο της ίριδας παραμένει πάντοτε ανοιχτό και ονομάζεται κόρη του οφθαλμού. Σε έντονες συνθήκες φωτισμού, η κόρη κλείνει, ενώ στο σκοτάδι διαστέλλεται. Ο μηχανισμός αυτός, βελτιώνει την αντίθεση μεταξύ φωτεινών και σκοτεινών αντικειμένων και αυξάνει το εύρος εστίασης.

Η Ίρις λοιπόν είναι ο μέσος συνειδητοποιημένος άνθρωπος. Το υποκείμενο της Ιστορίας. Δεν είναι άνθρωπος – είναι Ιδέα. Γι' αυτό και η όλη αίσθηση που αποκομίζει κανείς παρακολουθώντας την ταινία είναι εκείνη ενός ονείρου. Γι' αυτό δεν υπάρχει Λογική, καμία. Ίσως αυτό να ήταν το λάθος μου: το γεγονός δηλαδή ότι προσπάθησα να παρακολουθήσω την ταινία με βάση τη λογική. Καμία σχέση. Η Ίρις όταν ξεκινάει η ταινία θέλει να πιάσει δουλειά στο καπελάδικο. Όταν τα καταφέρνει (;) μαθαίνει πως έχει έναν αδελφό και θέλει να τον δει, να τον συναντήσει. Όταν τα καταφέρνει (;) θέλει να μάθει τι απέγινε το κορίτσι που επιλέχθηκε την προηγούμενη φορά για να πάει στη Βιέννη προκειμένου να ζήσει στην Αυλή της Βασιλικής Οικογένειας. Όταν τα καταφέρνει (;) θέλει η ίδια να είναι το επόμενο κορίτσι που θα επιλεχθεί. Όταν τα καταφέρνει (;) βιώνει την πιο σουρεαλιστική συνάντηση με τον ίδιο τον ηγέτη της Αυστροουγγαρίας, ξυπόλητη (γιατί; ρωτάει η ίδια – σιγά μην μας δώσει απάντηση ο δημιουργός). Μετά, θέλει να πάει σε ένα παράξενο μαγαζί όπου επιτρέπεται να μπουν μόνον άνδρες. Όταν τα καταφέρνει (;) ξεκινάει μια μικρή επανάσταση.

Κι άλλα συμβαίνουν, πολλά και παράξενα. «Σκοτώνει» πχ τον αδελφό της αλλά δεν δείχνει να «νιώθει» οτιδήποτε. Σε όλη την ταινία η Ίρις έχει το ίδιο σφιγμένο πρόσωπο, την ίδια απορία στο βλέμμα. Μόνο στο τέλος, μέσα στα χαρακώματα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (;;;;;;;;) δείχνει μια αποφασιστικότητα, να πούμε. Δεν βγάζεις νόημα, δεν βγάζεις άκρη. Δυσανασχετείς. Κι αν αφεθείς, τουλάχιστον απολαμβάνεις τις μεγαλειώδεις εικόνες, τη σύνθεση του κάδρου, την απίστευτη πλανοθεσία, τη χρήση της κινούμενης κάμερας, που δεν αφήνει ποτέ την Ίρις (άντε, την Ίριδα) από τα... μάτια της: την ακολουθεί παντού είτε από πίσω της είτε από μπροστά της, κατά μέτωπο. Και με την ηχητική μπάντα να είναι γεμάτη φωνές και ψίθυρους: ποτέ δεν υπάρχει μόνο σιωπή. Μα, θα μου πείτε, το ίδιο έκανε και στον «Γιο του Σαούλ»! Μήπως λοιπόν απλώς επαναλαμβάνεται; Όταν θα δούμε την τρίτη του ταινία θα έχουμε να πούμε πολλά περισσότερα...

ΥΓ: Μωρέ, η Ίριδα μπορεί να είναι κι εκείνο το λουλούδι και η ηρωίδα μας, σαν εκείνο το λουλούδι, όσο πάει και ανθίζει. Ναι, κι αυτό κάπου αλλού το διάβασα...

Δύση Ηλίου (Napszállta / Sunset) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Φεβρουαρίου 2019 από την από την Filmtrade!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική