Η Δουλειά Της (Her Job) Poster ΠόστερΗ Δουλειά Της

του Νίκου Labôt. Με τους Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου, Δημήτρη Ήμελλο, Μαρία Φιλίνη, Κωνσταντίνο Γώγουλο, Ελένη Καραγιώργη, Δανάη Πριμάλη, Ορφέα Αγγελόπουλο, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Γεωργία Τσαγκαράκη, Ειρήνη Ασημακοπούλου.


Η οικονομική κρίση ως ευκαιρία για γυναικεία χειραφέτηση (;)
του Θόδωρου Γιαχουστίδη (@PAOK1969)

«She works hard for her money»...

Ο Νίκος Labôt σπούδασε Σκηνοθεσία στην Αθήνα. Έχει δουλέψει για μικρού και μεγάλους μήκους ταινίες και τηλεοπτικά προγράμματα στην Ελλάδα και την Γαλλία. Έχει σκηνοθετήσει ένα ντοκιμαντέρ, μουσικά βίντεο, δύο θεατρικά έργα και τρεις μικρού μήκους ταινίες. Το Η Δουλειά Της (Her Job) είναι η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας.

Η Δουλειά Της (Her Job) Poster Πόστερ Wallpaper
Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Τορόντο. Στο πρόσφατο φεστιβάλ Βαρσοβίας τιμήθηκε με τρία βραβεία: καλύτερης ταινίας στο τμήμα «1 – 2» και δύο βραβεία της FIPRESCI. Έχει λάβει μέρος και σε άλλα φεστιβάλ, όπως του Γκέτεμποργκ και της Χάιφας. Την πανελλαδική της πρεμιέρα η ταινία την έκανε στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου συμμετείχε στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα και εντέλει τιμήθηκε με τον Αργυρό Αλέξανδρο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας, για την Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου.

Η υπόθεση: Η Παναγιώτα είναι μια 37χρονη γυναίκα, ρομαντική, καλοπροαίρετη αλλά με ελάχιστα εφόδια στη ζωή της. Η έλλειψη που την πονάει περισσότερο είναι η έλλειψη μόρφωσης: είναι σχεδόν αγράμματη. Παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών, είναι αυτό που λέμε, καλή νοικοκυρά. Όταν ο άντρας της θα χάσει τη δουλειά του, οι οικονομίες τους θα εξαντληθούν γρήγορα και η σύνταξη της μητέρας του δεν θα αρκεί για να επιβιώσουν. Έτσι, η Παναγιώτα για πρώτη φορά στη ζωή της, θα αναζητήσει δουλειά. Η πρόσληψή της στο συνεργείο καθαρισμού ενός νέου πολυκαταστήματος θα είναι η πρώτη της επαφή με έναν σκληρό κόσμο εκμετάλλευσης και αδυσώπητου ανταγωνισμού, σύμπτωμα μιας κοινωνίας σε κατάρρευση, αλλά η ανάγκη της να κρατήσει αυτήν τη δουλειά, θα την κάνει να τα αποδεχτεί και να τα υπομείνει, κάνοντας μια σειρά από υποχωρήσεις. Όμως, την ίδια στιγμή, αφήνοντας πίσω την μονοτονία της ζωής μιας νοικοκυράς για ένα νέο περιβάλλον, η Παναγιώτα ανακαλύπτει μια καινούρια αίσθηση «οικονομικής ανεξαρτησίας», στέκεται για πρώτη φορά στα πόδια της, χτίζει φιλίες και νιώθει για πρώτη φορά σημαντική. Κι ότι κι αν ακολουθήσει, εκείνη δεν θα είναι πια ποτέ ξανά η ίδια.

Η άποψή μας: Η αλήθεια είναι πως οι ελληνικές ταινίες που παρουσιάζουν ιστορίες θεμελιωμένες στην οικονομική κρίση «κλείνουν σπίτια» στους κινηματογράφους. Έτσι έχει αποδείξει η ζωή! Και η πείρα. Δεν τις βλέπει κανείς. Αυτό αφορά την ενδεχόμενη εμπορική προοπτική της ταινίας. Ας παραβλέψουμε για λίγο όμως αυτό το κομμάτι κι ας αποταθούμε αν αυτή είναι μια καλή ταινία. Η απάντηση είναι «σίγουρα ναι» αλλά με αστερίσκο. Έχει όλα τα στοιχεία να είναι μια πραγματικά καλή ταινία, στο είδος του σινεμά κοινωνικού ρεαλισμού, στο οποίο είναι εξαιρετικοί οι αδελφοί Dardenne και ο Ken Loach. Διαθέτει όμως και μια σειρά από μικρές έως μεγάλες αστοχίες. Πράγματα που η ταινία ζητά από τον θεατή να τα δεχτεί χωρίς να τα εξετάσει και πολύ πολύ. Πράγματα που είναι σχηματικά και αφελη.

Το πιο μεγάλο δομικό και ουσιαστικό φάουλ είναι η «αγραμματοσύνη» της Παναγιώτας. Μου φαίνεται πολύ δύσκολα πιστευτή. Σε όποιο κατσικοχώρι κι αν μένεις τη σήμερον ημέρα (γιατί στο σήμερα διαδραματίζεται η ταινία) ε, πέντε δράμια γράμματα θα τα μάθεις. Κι αν κάνεις λάθη στην ορθογραφία (κάτι πάρα μα πάρα πολύ συχνό ως κατάσταση – το βλέπουμε καθημερινά και στα social media, με κυρίαρχο το να μην βάζουν πολλοί καθόλου οξείες, να τα λέμε αυτά!), δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον Έλληνα πολίτη πια που να μην ξέρει να διαβάζει! Είναι πολύ βασικό φάουλ αυτό, γιατί οδηγεί στην τραγική σκηνή προς το φινάλε όπου η Παναγιώτα υπογράφει ένα χαρτί που νομίζει πως είναι κάτι υπέρ της αλλά ουσιαστικά είναι σαν να υπογράφει την καταδίκη της. Το γεγονός ότι ο προϊστάμενός της δεν της εξηγεί τι ακριβώς συμβαίνει είναι δεύτερο φάουλ: πρέπει να πάει και την επόμενη μέρα «στη δουλειά της», για να γίνουν όλα κατανοητά. Τέλος, το φινάλε παρά είναι «παθητικό» και ανοιχτό. Είναι μη φινάλε, που σε άλλες περιπτώσεις αφήνει μια θεμιτή εκκρεμότητα, εδώ απλά δείχνει αμηχανία για τη συνέχεια.

Θέλω να πω, ναι, η Παναγιώτα έχει κάνει ένα βήμα προς τη χειραφέτησή της, αλλά εγώ (φαντάζομαι και ο μέσος θεατής) θα περίμενε μια πιο έντονη δραματουργικά αντίδρασή της. Να τα σπάσει, να ουρλιάξει, να καταγγείλει, να πέσει στην κατάθλιψη... Όχι. Η Παναγιώτα βγάζει βάρδια και μετά πάει στο πάρτι της συναδέλφου, με την οποία έχει γίνει φίλη. Και... αντιμιλάει στον άνδρα της. Δεν τα κάνει όμως όλα λάθος η ταινία, προς Θεού. Ίσα ίσα, είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες ελληνικές ταινίες που είδαμε στο πρόσφατο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον περασμένο Νοέμβριο. Το μεγαλύτερο ατού της είναι η Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου στο ρόλο της Παναγιώτας, η οποία είναι θεά! Από τα πιο ταλαντούχα ερμηνευτικά εργαλεία που διαθέτει η χώρα μας. Μια γυναίκα που παίζει με το σώμα (προσέξτε πως από μαζεμένη, σκεβρωμένη, κουλουριασμένη θαρρείς, ανασηκώνεται, ξεθαρρεύει, παίρνει τα πάνω της). Μια ηθοποιάρα που παίζει και με τα μάτια. Το να την παρακολουθείς είναι πραγματικό σεμινάριο υποκριτικής! Τόσο καλή είναι η Μαρίσα!

Η ταινία περιγράφει έξυπνα και στις πιο μικρές της λεπτομέρειες τα αποτελέσματα της οικονομικής κρίσης. Ο πατέρας (ευχάριστα συγκρατημένος και σωστός, αφήνοντας χώρο στη βασική πρωταγωνίστρια ο Ήμελλος) ψάχνει χρήματα από τον κουμπαρά της κόρης του για να παίξει τυχερά παίγνια! Η κόρη (ο πιο αδύναμος ερμηνευτικά κρίκος) το ρίχνει συνέχεια στο φαγητό, κάνει μπούλινγκ (μεταβιβάζει τη βία που βιώνει) και χαίρεται όταν υπάρχει η δυνατότητα να φορέσει ένα νέο ρούχο. Αλλά και η εκμετάλλευση στους εργασιακούς χώρους περιγράφεται ρεαλιστικά και με τον πρέποντα τρόπο. Το «διαίρει και βασίλευε», οι συνεχόμενες απαιτήσεις για υπερωρίες, οι απολύσεις χωρίς καμία δικαιολογία ή με ψεύτικες δικαιολογίες, όλα πιάνονται, όλα παρουσιάζονται, χωρίς υπερβολές και χωρίς μελοδραματισμό.

Ο σκηνοθέτης είναι καλός αφηγητής: η ιστορία δεν κρεμάει, η αφήγηση έχει σωστό ρυθμό, μας δείχνει ανά πάσα στιγμή τόσο τη συνειδητοποίηση της Παναγιώτας, όσο και τις αμφιβολίες της αλλά και τα αδιέξοδά της (να φύγει και να πάει πού;). Και η σκηνή, που έδωσε το ενσταντανέ για την αφίσα της ταινίας, είναι εξαιρετική. Έχει λάθη η ταινία – κάποιο είναι πολύ βασικό – αλλά σαφέστατα το πρόσημό της είναι όχι απλά θετικό: είναι θετικότατο. Και η καρδιά της βρίσκεται στο σωστό σημείο. Νομίζω, πάντως, πως χωρίς την Τριανταφυλλίδου πολύ εύκολα τα σχεδόν τρία αστεράκια θα γινόταν με άνεση σχεδόν ένα αστεράκι. Γιατί έτσι κρίνουμε τις ταινίες πλέον: με αστεράκια. Ευτυχώς, που υπάρχει κι αυτό το αστέρι, η Μαρίσσα, και σώζεται η κατάσταση...

Η Δουλειά Της (Her Job) Rating
Στις δικές μας αίθουσες? Στις 28 Φεβρουαρίου 2019 από την από την Weird Wave!

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική