Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

του Θόδωρου Γιαχουστίδη

7η ανταπόκριση – Τετάρτη 8 Νοεμβρίου
Ένας περιφερόμενος θίασος..

Και βγαίνω από την προβολή του «I Am Not a Witch» από την αίθουσα «Φρίντα Λιάππα» στο Λιμάνι, και πέφτω πάνω σε μερικούς παράξενα ντυμένους ανθρώπους, που μας περίμεναν έξω από αυτήν. Και αρχίζει και παίζει ένα ακορντεόν και οι άνθρωποι να τραγουδάνε το τραγούδι που έμεινε για πάντα χαραγμένο στη μνήμη όλων όσων το άκουσαν και το είδαν στον τεράστιο (από όλες τις απόψεις) «Θίασο» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Να, κάτι τέτοια χάπενινγκ είναι πολύ ενδιαφέροντα και τα χρειάζεται το φεστιβάλ. Γιατί, πέρα όλων των άλλων, είναι ωραίο να βλέπεις να υπάρχει σύμπλευση ανάμεσα σε πολιτιστικούς φορείς της πόλης κι όχι αντιπαλότητα, κόντρα και μικρότητες. Μια χαρά λοιπόν τα πήγαν στη συνεργασία τους το φεστιβάλ κινηματογράφου με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Περιμένουμε ότι τέτοιες πρωτοβουλίες θα συνεχιστούν!

Καλά μας πηγαίνει το pattern που ακολουθούμε, οπότε με τρεις ταινίες θα ασχοληθούμε και στη σημερινή ανταπόκριση. Μία που έχουμε ήδη δει σε προηγούμενα φεστιβάλ, μια που είδαμε μέσω Festival Scope και μια που είδαμε στο δικό μας φεστιβάλ και λέμε τη γνώμη μας γι' αυτές. Επαναλαμβάνουμε, δεν θα διαβάσετε εδώ απόψεις και κριτικές προσεγγίσεις για ταινίες του διαγωνιστικού τμήματος αλλά και του ελληνικού φεστιβάλ. Η δεοντολογία πάνω από όλα...

Hostages TIFF 2017

Η ταινία «Όμηροι» (Hostages) του Rezo Gigineishvili είναι μια συμπαραγωγή Ρωσίας, Γεωργίας και Πολωνίας. Βασίζεται σε πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα το 1983 στην πρώην ΕΣΣΔ. Μια ιστορία που ακόμα και σήμερα φαίνεται να είναι μια πληγή η οποία δεν λέει να κλείσει. Την παγκόσμια πρεμιέρα της η ταινία την έκανε στην περασμένη Berlinale, στο τμήμα «Πανόραμα» ενώ στο φεστιβάλ μας προβάλλεται ως μέρος του προγράμματος «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Είναι η 5η μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Gigineishvili και η πρώτη που δεν είναι κωμωδία. Και οι εντυπώσεις που μας άφησε είναι ανάμικτες...

Η υπόθεση: Μπατούμι, Γεωργία, 1983. Μια ομάδα νεαρών κάνει μπάνιο στις όχθες της Μαύρης Θάλασσας έως ότου μια στρατιωτική περίπολος τους αναγκάζει να βγουν από το νερό. Στις 11 η ώρα ξεκινάει η απαγόρευση – έτσι λέει ο κανονισμός, τους λέει ένας από τους στρατιώτες της περιπόλου. Η παρέα των νεαρών καπνίζει αμερικάνικα τσιγάρα, ακούει Beatles, διασκεδάζει «δυτικά». Δομείται από γιατρούς, ηθοποιούς, έναν παπά στα σπάργανα και τους Άννα και Νίκα, που είναι έτοιμοι να παντρευτούν. Στόχος τους: να το σκάσουν από την ΕΣΣΔ και να πάνε στην Τουρκία. Πώς θα το καταφέρουν; Αμέσως μετά το γάμο, θα ανεβούν στο αεροπλάνο για την Τιφλίδα και θα κάνουν αεροπειρατεία. Μόνο που τα πράγματα δεν θα πάνε έτσι όπως τα είχαν σχεδιάσει. Και η παράτολμη κίνησή τους θα οδηγήσει σε μια εθνική τραγωδία...

Η άποψή μας: Μια από τις πιο δύσκολες ερωτήσεις που καλείται να απαντήσει ένας κομουνιστής είναι η εξής: «ε, αφού περνούσαν τόσο καλά στον κομουνισμό, γιατί όλοι ήθελαν να φύγουν και να πάνε στη δύση;». Η απάντηση δυστυχώς δεν είναι πειστική. Αλλά υπάρχουμε κι εμείς που πιστεύουμε πως τη δεύτερη φορά τα λάθη του υπαρκτού σοσιαλισμού δεν θα επαναληφθούν! Στην ταινία μας τώρα. Ο σκηνοθέτης γυρίζει την ταινία με χαρακτηριστικά καθαρά φεστιβαλικά. Θέλω να πω, φανταστείτε τι χολιγουντιανή ταινία θα προέκυπτε με βάση πραγματικό γεγονός και αεροπειρατεία! Ε, εδώ, ο σκηνοθέτης θέλει να μας δείξει (έστω και ελλειπτικά) τα πρόσωπα πίσω από το συμβάν, να εμβαθύνει, να εξηγήσει, να ερμηνεύσει. Μας δείχνει την κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση και ειδικότερα στη Γεωργία εκείνη την εποχή. Πολλοί από τους νέους καταπιεζόταν από την κατάσταση στη χώρα τους και επιθυμούσαν ελευθερία, χωρίς να φοβούνται ανά πάσα ώρα και στιγμή την εμφάνιση κάποιου πράκτορα της KGB, που θα τους έκανε τη ζωή δύσκολη. Ο Gigineishvili χτίζει την ταινία του μεθοδικά, με υπομονή, παίρνει το χρόνο του, δεν εκβιάζει καταστάσεις. Το... κακό είναι πως η ταινία διαθέτει μόνο δύο σκηνές που πραγματικά είναι σπουδαίες. Η μία είναι η σκηνή του γλεντιού του γάμου, όπου ο σκηνοθέτης δίνει ρέστα με την κίνηση της κάμερας και τη χρήση εξαιρετικής μουσική. Και η άλλη είναι η σκηνή της αεροπειρατείας, σκηνή που βγάζει μπόλικο ρεαλισμό, ένταση, αψάδα. Ενδιαφέρουσα ως θέμα η ταινία, που θα της έπρεπε διαφορετική κινηματογραφική αντιμετώπιση.

Και ο αμοραλιστής ήρωάς του γίνεται άνθρωπος. Άτσαλα. Βιαστικά. Παρά φύσιν. Παρά τρίχα αριστούργημα! Έτσι κι αλλιώς, πάντως, τούτη είναι σίγουρα μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς!

(η ταινία προβάλλεται την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 15.15 στην αίθουσα Τζον Κασσαβέτης και σε επανάληψη την Παρασκευή 10 Νοεμβρίου στις 13.30 στην αίθουσα Φρίντα Λιάππα – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

3/4 TIFF 2016

Η ταινία «3/4» του Ilian Metev έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ του Λοκάρνο, φεστιβάλ με το οποίο το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης έχει αγαστές σχέσεις συνεργασίας. Και τιμήθηκε με τη Χρυσή Λεοπάρδαλη καλύτερου δημιουργού του παρόντος. Ο Ilian Metev γεννήθηκε στη Σόφια της Βουλγαρίας το 1981 και έζησε κάποια χρόνια της παιδικής του ηλικίας στη Γερμανία. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα ως κλασικός βιολιστής. Το 2008 αποφοίτησε από το National Film and Television School (Αγγλία). Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους ήταν το ντοκιμαντέρ «Poslednata lineika na Sofia» (Sofia’s Last Ambulance), ένα «γκρο πλαν» τριών Βουλγάρων γιατρών εν ώρα εργασίας. Οι ταινίες του Ilian έχουν προβληθεί στο ΜοΜΑ (Νέα Υόρκη) και έχουν βραβευτεί με περισσότερα από 40 βραβεία, μεταξύ των οποίων και με το Βραβείου Γερμανικού Ντοκιμαντέρ 2013. Αυτή είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί και προβάλλεται στο τμήμα «Ματιές στα Βαλκάνια».

Η υπόθεση: Η Μίλα είναι μια νεαρή πιανίστρια που προετοιμάζεται για μια οντισιόν στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στη Γερμανία. Ο μικρότερος σε ηλικία αδελφός της, ο Νίκι, της αποσπά την προσοχή λόγω της ανεπιθύμητης κλίσης του προς το παράλογο. Ο πατέρας τους, ο Τόντορ, που είναι αστροφυσικός, μοιάζει ανίκανος να διαχειριστεί τις ανησυχίες των παιδιών του, απορροφημένος από δικά του ζητήματα, που έχουν να κάνουν με το επάγγελμά του και το πάθος του. Ένα πορτρέτο μιας οικογένειας που περνά μαζί το τελευταίο καλοκαίρι της.

Η άποψή μας: Αυτή είναι μία από εκείνες τις ταινίες που έχουν κάτι να πουν αλλά τσακίζουν τα... νεύρα του θεατή, καθώς το... λένε με έναν μη εμπορικό ή για να είμαστε πιο ακριβείς, μη προσβάσιμο για τους πολλούς, τρόπο. Ούτε αργή είναι η ταινία ούτε δήθεν ούτε κουλτουριάρα: δεν έχει τα αρνητικά μιας κακώς εννοούμενης φεστιβαλικής ταινίας δηλαδή. Όμως, η αποστασιοποίησή της δεν βοηθάει έτσι ώστε, από τη μια οι ήρωές της, τα τρία μέλη μιας βουλγαρικής οικογένειας σε μια μεγαλούπολη της χώρας (λογικά η Σόφια), να γίνουν αγαπητά στους θεατές και να τους νοιάζει τι θα «πάθουν», και από την άλλη δεν υπάρχουν συγκινήσεις. Η ταινία λοιπόν είναι περισσότερο εγκεφαλική: η «σφιγμένη» αδελφή, ο εντελώς «γεια σου» αδελφός και ο «αλλού γι' αλλού» πατέρας. Που κάπου συναντιούνται, κάπου χάνονται: είναι οικογένεια κι αυτό σημαίνει τα πάντα και τίποτε! Είναι 3 – είναι αυτό το 3 από τον τίτλο; Και λείπει το 4 του τίτλου, που προφανώς είναι η μητέρα, για την οποία δεν γνωρίζουμε τι της έχει συμβεί και γιατί απουσιάζει; Ή μήπως το «3/4» του τίτλου παραπέμπει απλά στο μουσικό ρυθμό, μιας που έχουμε για πρωταγωνίστρια την πιανίστρια; Ο σκηνοθέτης είναι σίγουρα ταλαντούχος και θα δούμε ωραία πράγματα από αυτόν στο μέλλον. Οι ηθοποιοί του είναι ερασιτέχνες και χρησιμοποιεί μόνο φυσικό φωτισμό στα γυρίσματα, οπότε ένα μπράβο πάει στο διευθυντή φωτογραφίας, που κάνει τόσο καλή δουλειά. Το φινάλε της ταινίας δεν ταιριάζει με το υπόλοιπο, όλο όσο έχει προηγηθεί. Οι τρεις ήρωες βαδίζουν στο βουνό, ο περίπατός τους ξεκινάει βράδυ και συνεχίζει μέρα μεσημέρι, με τον πιτσιρίκο να λέει «πρέπει να σε χτυπάω τα πόδια για να βαδίζουμε στον ίδιο ρυθμό». Μια ατάκα που αφήνει να εννοηθούν πολλά και κατά μία έννοια αποτελεί την ιδεολογική, κεντρική ιδέα της ταινίας. Δεν είναι κρίμα που κανένας από τους θεατές της δεν θα γνοιαστεί;

(η ταινία προβάλλεται την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 23.15 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές και σε επανάληψη την Πέμπτη 9 Νοεμβρίου στις 18.00 στην αίθουσα Σταύρος Τορνές – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)

I Am Not a Witch TIFF 2017

Η Rungano Nyoni συμμετείχε στο πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών Cinéfondation του Φεστιβάλ των Καννών το 2013 και επιλέχτηκε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα Nordic Factory, όπου ήταν συμπαραγωγός και συν-σεναριογράφος της μικρού μήκους ταινίας «Listen», η οποία έκανε πρεμιέρα στο Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών και προβλήθηκε σε περισσότερα από 150 φεστιβάλ. Η ταινία κέρδισε περισσότερα από 70 βραβεία, μεταξύ των οποίων και το βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους στο Tribeca Film Festival (2017). Η Nyoni σκηνοθέτησε επίσης τη βραβευμένη και υποψήφια για BAFTA ταινία μικρού μήκους «Mwansa The Great». Είναι απόφοιτη υποκριτικής της σχολής Central St. Martins. Η ταινία «Δεν είμαι μάγισσα» (I Am Not a Witch) είναι η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία μυθοπλασίας που σκηνοθετεί. Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ των Καννών, όπου προβλήθηκε στο τμήμα «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών». Στο δικό μας φεστιβάλ προβάλλεται στους «Ανοιχτούς Ορίζοντες».

Η υπόθεση: Κάπου στη Ζάμπια υπάρχει ένα χωριό όπου γυναίκες διαφόρων ηλικιών εκτίθενται στους τουρίστες ως... μάγισσες! Στην πλάτη τους έχουν ένα ειδικό εξάρτημα μέσω του οποίου μια λευκή κορδέλα τις συνδέει με μια τεράστια ξύλινη «κουβαρίστρα» κι έτσι έχουν μεν ελευθερία κινήσεων αλλά όχι πραγματική ελευθερία. Ένα 9χρονο ορφανό κορίτσι μετά από ένα ασήμαντο καθημερινό περιστατικό, κατηγορείται ως μάγισσα. Και δεν το αρνείται. Κι επειδή η εναλλακτική που της προσφέρουν είναι, εφόσον κόψει τη κορδέλα, να μετατραπεί σε... γίδα, το κορίτσι μένει μαζί με τις άλλες γυναίκες. Οι γυναίκες τη βαφτίζουν Σούλα: είναι η μικρότερη σε ηλικία «μάγισσα» και προσπαθούν να τη γλυτώνουν από τη δική τους καθημερινή ρουτίνα, που περιλαμβάνει εργασίες σε χωράφια κάτω από αντίξοες συνθήκες. Ένας τοπικός αξιωματούχος θα χρησιμοποιήσει την Σούλα για να εντοπίζει ενόχους για ληστείες! Η Σούλα αρχικά δεν φαίνεται να το διασκεδάζει όλο αυτό, αλλά κάποια στιγμή της αρέσει. Μόνο που κάποια στιγμή, το πράγμα θα φτάσει σε οριακά σημεία...

Η άποψή μας: #bootycall. Αυτό γράφει το t-shirt της πιτσιρίκας που οι μεγαλύτερες σε ηλικία «μάγισσες» βαφτίζουν Σούλα. Μεμιάς λοιπόν η φοβερά ταλαντούχα και με απίστευτη αυτοπεποίθηση σκηνοθέτιδα θέτει τους κανόνες της. Στον σύγχρονο κόσμο της παγκοσμιοποίησης, όλοι οι άνθρωποι μπορούμε να φοράμε τα ίδια ρούχα, να ακούμε τις ίδιες μουσικές, να χρησιμοποιούμε τα ίδια κινητά (πολύ αστεία η σκηνή με τον γέρο, που θέλει να καταγγείλει πως τον έχουν κλέψει και δεν μπορεί να κλείσει το κινητό του). Εκεί που διαφέρουμε είναι στις δεισιδαιμονίες μας! Και στο πως οι κοινωνίες μεταχειρίζονται και συμπεριφέρονται απέναντι στις γυναίκες. Στην ταινία γελάς πολύ. Με τις περούκες διασήμων ποπ σταρ όπως η Madonna, η Rihanna, η Kim Kardashian, όλες με παραφρασμένα ονόματα! Με τον χοντρούλη αρχηγό του ιδιότυπου καμπ, ιδίως όταν εμφανίζεται σε τηλεοπτική εκπομπή προμοτάροντας... αβγά «ευλογημένα» τίνι τρόπω από τη Σούλα! Κι όταν ένας τηλεθεατής βγαίνει στο τηλέφωνο και τον κατακρίνει ότι εκμεταλλεύεται τη μικρή, ρίχνει μια φοβερή ατάκα για το μέχρι που επιτρέπεται να φτάνει η ελευθερία της άποψης! Γενικά, το θέμα «ελευθερία» τίθεται πολύ εύστοχα μέσα στην ταινία. Κανείς δεν είναι ελεύθερος. Ο γενικός πληθυσμός είναι δέσμιος των δεισιδαιμονιών του. Οι γυναίκες πολύ εύκολα πέφτουν θύματα προκαταλήψεων λόγω του φύλου τους. Ακόμα και ο χοντρούλης αξιωματούχος δεν είναι ελεύθερος, καθώς δίνει λόγο στη βασίλισσα – αρχηγό των μαγισσών. Και στη μέση όλων αυτών, η Σούλα. Που ούτε που καταλαβαίνει πως μπλέκει σε όλη αυτήν την περιπέτεια. Που δέχεται να παίξει το ρόλο που της δίνουν ελλείψει κάποιας θετικότερης εναλλακτικής. Εδώ, ανήκει κάπου – κι ας είναι... μάγισσες. Ναι, αλλά εννοείται πως δεν έχει μαγικές δυνάμεις: δεν υπάρχουν μάγισσες και η ίδια δεν έχει καμία σχέση με μαγικές ικανότητες! Και νιώθει να απειλείται καθημερινά από ανθρώπους, που δεν ξέρουν τι φταίει για την κακοδαιμονία τους και τα ρίχνουν στις μάγισσες. Και αναγκάζεται να σηκώσει βαρύ φορτίο: να φέρει τη βροχή σε μια περιοχή που ταλαιπωρείται από ανομβρία! Ένα μικρό κοριτσάκι ρε παιδιά! Too much όλο αυτό για τους ώμους της. Εννοείται ότι δεν θα μπορέσει να το αντέξει όλο αυτό... Σπουδαία ταινία λοιπόν, μια ταινία που κάνει ένα σχόλιο πάνω στις δεισιδαιμονίες, αλλά και τη θέση της γυναίκας σε κοινωνίες μη δυτικές, μια ταινία που βγάζει πολύ γέλιο σε στιγμές, μια ταινία που ξέρει πότε να γίνεται μαχητική, πότε να σοβαρεύει και πότε να στηλιτεύει. Η φωτογραφία του David Gallego (διευθυντή φωτογραφίας στο εξαιρετικό «Η αγκαλιά του φιδιού») είναι φοβερή και τρομερή και το φινάλε απλά συγκλονίζει. Πολύ δυνατή ταινία, όπως και να τη δει κανείς.

(η ταινία έχει μία επαναληπτική προβολή την Τετάρτη 8 Νοεμβρίου στις 22.00 στο θέατρο Μελίνα Μερκούρη στην Καλαμαριά – η ταινία δεν έχει προς το παρόν διανομή για τη χώρα μας)


Θόδωρος Γιαχουστίδης

Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 2017 TIFF 17 Live

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική