J. Edgar

του Clint Eastwood. Με τους Leonardo DiCaprio, Armie Hammer, Naomi Watts, Josh Lucas, Judi Dench, Ed Westwick


J. Edna...
του gaRis (@takisgaris)
Αυτό ήταν το όνομα που χρησιμοποιούσαν πίσω από την πλάτη του, οι υφιστάμενοι του ανθρώπου, που για μισό αιώνα περίπου, μέχρι το θάνατό του στα 1972, ταυτίστηκε με το Federal Bureau of Investigation, κοινώς FBI. Που στα 24 του είχε ήδη συλλάβει 4.000 υπόπτους για αντικαθεστωτικές ενέργειες, στο όνομα του άκρατου αντι-μπολσεβικισμού του. Που κατασκεύασε χιλιάδες «αρχεία», που ξεμπρόστιαζαν από τις σκανταλιές της οικογένειας Κέννεντυ, μέχρι τον λεσβιασμό της Ελεονόρας Ρούσβελτ. Που «πραγματοποίησε» δεκάδες ψεύτικες συλλήψεις, για να ικανοποιήσει την άσβεστη δίψα του, ως μια γνήσια publicity whore. Που, ως πνευματικός συγγενής του μισητού του Μακάρθυ, έφτασε να γίνει το συνώνυμο της απόλυτης εξουσίας από τα 60s μέχρι το τέλος της ζωής του. Κι όμως, αυτό το τρομακτικό σκιάχτρο ήταν απλά ένας κρυπτο - ομοφυλόφιλος, παρενδυσίας, μαμόθρεφτο (όταν έχεις μαμά την dame Judi Dench σε έναν ακόμη powerhouse ρόλο δεν έχεις περιθώρια) χωρίς φίλους ή αληθινή ζωή.

Αυτή είναι η γραμμή του γερο - Clint. Στα πρότυπα του Changeling και με πλήρως αποπροσανατολιστική από την καυτή πατάτα που λέγεται J. Edgar διάθεση. Είναι απόδειξη ωριμότητας, το να παρουσιάζονται στοίβες κατάφορα αρνητικών στιγμών μιας δημόσιας φιγούρας τεράστιας επιρροής, σε δεύτερο πλάνο, πίσω από το κεντρικό ερώτημα «ήταν daffodil ο Edgar που φορούσε το κολιέ και το φουστάνι της υπερπροστατευτικής μαμάς του»; Ή, «τα είχαν τελικά, εφ’ όρου ζωής, με τον Clyde Tolson;», μοναδικό κοντινό του πρόσωπο κι εντέλει κληρονόμο του; Ο Eastwood μπορεί να διατρανώνει ότι δε δίνει δεκάρα για την σεξουαλικότητα του κεντρικού του ήρωα, όμως πρέπει να ρωτήσει τον σεναριογράφο του (Dustin Lance Black, βραβευμένος πρόσφατα για το εξαιρετικό Milk) αν αυτό ισχύει στ’ αλήθεια. Όταν υπάρχει υλικό τουλάχιστον για τηλεοπτική σειρά που δύσκολα εξαρχής καλύπτεται στα 137 λεπτά διάρκειας μιας ταινίας, δεν υπάρχει χρόνος για άτολμα φληναφήματα σεξουαλικού innuendo.

Τα προβλήματα δεν εξαντλούνται στο σενάριο. Η συνήθως συγκινησιακή προσωπική παρτιτούρα του Clint δεν ταιριάζει στο grandeur ενός biopic, «δανειζόμενη» κιόλας νότες από το διαχρονικό Solitude του Duke Ellington. Τα συνεχή μπρος-πίσω στην αφήγηση τροχηλατούνται πάνω στη βάση του prosthetic makeup, που αγγίζει τα όρια του halloween party. Το ζήτημα είναι ότι ο Leo Di Caprio, ταλαντούχο παιδί κι αφιερωμένος στα όρια της τρέλας ηθοποιός, είναι εντελώς miscast. Παγιδευμένος πίσω από ένα αιώνια babyface παρουσιαστικό, καταφεύγει (λιγότερο εδώ για τη δικαιοσύνη του πράγματος από ότι στο The Aviator) σε gimmicks ώστε να αποδώσει για άλλη μια φορά τη μίμηση παρά την ερμηνεία του «ήρωα» που ενσαρκώνει. Το make up είναι βαρύ στο βαθμό που ελαχιστοποιεί τις πιθανότητές του για μία 4η ευκαιρία στα Oscars, παρότι είναι μέσα σε κάθε σκηνή της ταινίας. Η μόνη στιγμή που δικαιώνει ερμηνευτικά τον Leo, όσο και τον Clint, είναι αυτή στον καθρέφτη με τα ρούχα της μαμάς, αμέσως μετά τον θάνατό της. Ίσως η μόνη αληθινή κατάθεση ψυχής και των δύο.

Αυτός που ειλικρινά εντυπωσιάζει είναι ο δίμετρος μορφονιός με τη φυσικότητα γόνου της «καλής κοινωνίας» Armie Hammer, ως Clyde Tolson. Τον θυμόμαστε από τον διπλό ρόλο των διδύμων αδερφών Winklevoss στο The Social Network. Ίσως τελικά να κλέβει την παράσταση από τον Leo. Το δυστύχημα όμως παραμένει πως εδώ το makeup dpt του έχει επιφυλάξει μια τραγική μουτσούνα για τα γεράματά του, η οποία στην ουσία μηδενίζει κάθε αυθεντικότητα στις εκφράσεις. Το αυτό συμβαίνει και με τη Naomi Watts, η οποία εξελίσσει την καριέρα της, θυμίζοντας πλέον έντονα ρόλους υπηρετριών στις «παλιές - καλές» ελληνικές ταινίες. Δεν της αφήνει κι ο Clint (βλ. Dustin L. Black) πολλά περιθώρια, παρότι υπήρξε η μόνιμη ιδιαιτέρα γραμματεύς και η μόνη γυναίκα στην οποία πρότεινε ποτέ γάμο ο J. Edgar (στο πρώτο και τελευταίο τους ραντεβού). H δικαιολογία της, ότι θέλει να αφιερωθεί στην καριέρα της. Το βρώμικο μυαλό θα πήγαινε σε σκοτεινότερα μέρη, όπως στα βάθη της ντουλάπας της, όπου πιθανότατα θα εκτυλίσσονταν μάχες για ποιος θα φορέσει τα ωραιότερα φουστάνια.

Ή όπως στη μάχη σώμα - με - σώμα του Edgar με τον Clyde, όταν ο πρώτος του ανακοινώνει διστακτικά ότι σκέφτεται να προτείνει γάμο - φερετζέ στην τότε αστεράντζα του σινεμά Dorothy Lamour. O πάντοτε πιστός (μαζοχιστικά) Clyde του καταφέρνει ένα αιματηρό φιλί στο στόμα. Είναι αυτές οι σκηνές της έντασης που τυπώνονται αντί για τη δημόσια δράση του Hoover που θα γέμιζε βιβλία και ντοκιμαντέρ μεγάλης διάρκειας. Μήπως εντέλει ο Eastwood έκανε μια ταινία κλειδαρότρυπας με το δικό του παλιακό – ελεγκάντ στυλ; Με τη γνωστή ομάδα – Tom Stern στον ντεγκραντέ φωτογραφικό αποχρωματισμό, Joel Cox στο ψαλίδι που κόβει σε ασύγχρονους ρυθμούς, με την προσθήκη του νέου στην παρέα Greg Berry με βιογραφικό από Traffic έως Memoirs of a Geisha στην καλλιτεχνική διεύθυνση. Στέκομαι στο τεχνικό κομμάτι που είναι στην ουσία εκείνο που διασώζει το εγχείρημα.

Το Hollywood έχει λόγους να προσκυνά τον 80χρονο πλέον The Clint. Από τον κεραυνό του Unforgiven και κατόπι, δε σταματά να μας εκπλήσσει με το τρανό κινηματογραφικό του ρίσκο που άλλοτε τον δικαιώνει απόλυτα (Mystic river, Million Dollar Baby, Letters from Iwo Jima) και φορές δεν τον φτάνει στη στεριά (Flags of our Fathers, Changeling, Invictus). Εμφανώς η ζυγαριά σε αυτή την περίπτωση γέρνει προς τα κάτω, όμως υπάρχει ένα φανατικό κοινό στην βιομηχανία που ριγεί στο άκουσμα του ονόματός του και μόνο. Αυτοί μπορούν να οδηγήσουν το J. Edna μέχρι την δεκάδα των Oscar. Αυτό όμως, ακόμη και για τον ίδιο, ελάχιστη σημασία έχει. Εκείνο που πραγματικά μετράει είναι η αναμέτρηση με γκρίζα κομμάτια της αμερικάνικης ιστορίας, έστω κι αν πολλοί θα ήλπιζαν σε μια περισσότερο α λα Oliver Stone ιντριγκαδόρικη προσέγγιση (όπως στο Nixon, όπου ο Bob Hoskins έδωσε στο κοινό μια μπουλντόγκ εκδοχή του Hoover όπως οι περισσότεροι θα προτιμούσαν να τον θυμούνται). Ο Eastwood όμως δεν είναι Stone κι έχω την βεβαιότητα ότι κανείς τους δε θα προτιμούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα. Ούτε κι εμείς επίσης.






Στις δικές μας αίθουσες, στις 19 Ιανουαρίου 2012 από την Village

4 σχόλια:

Ματίνα είπε...

Φοβερή ταινία! Ο Eastwood έγραψε πάλι, αλλά και οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών ήταν άψογες. Γιατί ο Di Caprio δεν προτάθηκε για Όσκαρ;;; Σίγουρα το άξιζε για το ρόλο του J. Edgar....καταπληκτικός!

Γιάννης είπε...

Μόλις το είδαμε...πολύ καλό όπως και όλες οι τελευταίες ταινίες του Eastwood. Το συστήνω ανεπιφύλακτα.

Δάφνη είπε...

Η ταινία είναι λίγο αργή, αλλά επειδή η ιστορία του J. Edgar έχει ενδιαφέρον, τη βλέπεις άνετα. Ο Di Caprio εξαιρετικός. Δεν του το είχα, αλλά με εξέπληξε ευχάριστα.

Αντώνης είπε...

Μου άρεσε αν και κάτι λείπει νομίζω. Πάντως συνολικά πρόκειται για αξιόλογη ταινία και με φοβερούς πρωταγωνιστές. Ένας κι ένας.

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική