Η Πριγκίπισσα του Μονπενσιέ

του Bertrand Tavernier. Με τους Mélanie Thierry, Gaspard Ulliel, Grégoire Leprince-Ringuet, Lambert Wilson, Raphaël Personnaz


Έρωτας στα Χρόνια του Χασμουρητού...
του zerVo
Να ζητήσεις από τους Γάλλους να σταματήσουν να φτιάχνουν ρομαντικές ταινίες εποχής, είναι σαν να λες στους Έλληνες να πάψουν να ανεβάζουν θεατρικά, αρχαίες τραγωδίες. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της κουλτούρας τους, ο φραμπαλάς, ο μανδύας και το ξίφος. Με την μόνη διαφορά πως οι δεύτεροι - δηλαδή εμείς - έχουν εκμοντερνίσει σε μεγάλο ποσοστό όσα συνέγραψαν οι τραγωδοί πριν από χιλιάδες χρόνια, ανάγοντας τα λεγόμενα τους στην σύγχρονη πραγματικότητα, σε αντίθεση με τους φραντσέζους, που απλώς αναπαραγάγουν ανούσια μεσαιωνικά παραμύθια, που δεν έχουν την παραμικρή εφαρμογή στο σήμερα, ούτε αν τα δει κανείς ρεαλιστικά, ούτε σε μια κάποια αλληγορική τους έκφανση. Μου είναι αστείο να πιστέψω δηλαδή πως μπορεί σήμερα θηλυκό να ανεχτεί την επιθεώρηση του μπαμπά του, λίγο πριν παραδώσει την παρθενία του στο σύζυγο, την πρώτη νύχτα του γάμου. Φράση που μου μοιάζει ολοσδιόλου άτοπη, από την πρώτη μέχρι την τελευταία της λέξη...

Υποχρεωμένη από τον πατέρα της, για λόγους άμεσου συμφέροντος να παντρευτεί τον πλούσιο Πρίγκιπα του Μοντπενσιέ, η εκθαμβωτικής θωριάς Μαρί ντε Μεζιέρ, καλείται να λησμονήσει τον όψιμο έρωτα της για τον χαρισματικό πολεμιστή Δούκα Ντε Γκιζ και εξάδελφο του μέλλοντα συζύγου της. Ενώ η όμορφη πριγκίπισσα από την πρώτη στιγμή θα ορκιστεί αιώνια πίστη στον συμβίο της, επικεντρώνοντας στην πνευματική και γραμματική της κατάρτιση, η τακτική του απουσία στα πεδία των μαχών, διαρκώς θα ξυπνά μέσα της την ανάμνηση του γοητευτικού Ντε Γκιζ. Μια εμμονή που θα ανάψει στην σκέψη του ζηλόφθονου άντρα της την σπίθα των υποψιών, πως εκείνη διατηρεί μυστική ερωτική σχέση με τον συγγενή του.

Στην ουσία πρόκειται για την κινηματογραφική μεταφορά μιας ολιγοσέλιδης νουβέλας της περίφημης Κοντέσας Ντε Λαφαγιέτ, της γυναίκας που ιστορικά καταγράφεται ως η πρώτη χρονικά συγγραφέας της γαλλικής πεζογραφίας. Αντί όμως, ο δημιουργός να περιορίσει την διάρκεια του πονήματος του, βασισμένος σε μια χαμηλών δυνατοτήτων ρομαντική ιστορία, ξεχειλώνει τον χρόνο της φτάνοντας τον στις δυόμισι ώρες, προκαλώντας με τον τρόπο αυτό την υπομονή του θεατή. Που είναι υποχρεωμένος να παρακολουθήσει μακρόσυρτα πλάνα, μέτριας αισθητικής για τις ικανότητες ενός Tavernier, πάμφτωχα σε σκηνικά και κοστούμια, αλλά και απίθανα χαμηλού τέμπο, που εύκολα από ένα σημείο και μετά θα βαρύνουν τα βλέφαρα του, ελλείψει μιας έστω προσεγμένης σεκάνς ξιφομαχίας. Οι υποδυόμενοι τους κόντηδες και τους βαρονέτους νεαροί πρωταγωνιστές, πιθανόν δεν προετοιμάστηκαν καν για το πως πρέπει να σηκώσουν το σπαθί, σε μια ενδεχόμενη επίδειξη δεξιοτεχνίας...

Για πες: Το ζήτημα όμως ουσιαστικά στην περίπτωση του La Princesse De Montpensier, δεν είναι αν οι πολλοί ζεν πρεμιέ που παρελαύνουν από τις εικόνες του, διαθέτουν μετάλλια στη σπάθη, αλλά ότι στην πενιχρής ίντριγκας υπόθεση, εμφανίζονται ουσιαστικά αόρατοι και άψυχοι, στην διεκδίκηση της καρδιάς της κούκλας - εξίσου άχρωμης όμως - Melanie Thierry. Φωτεινή εξαίρεση ο εξαιρετικός ρολίστας Lambert Wilson, που παίζει τον μοναδικό απτό χαρακτήρα της ιστορίας, διδακτικό Υποκόμη Σαμπάν, του οποίου προσωπικά την φιγούρα θα έβαζα στο επίκεντρο - και όχι στο φόντο όπως συμβαίνει στην αλήθεια - ως την μόνη ικανή να βγάλει ένα κάποιο συναίσθημα, στην παρέλαση όλων αυτών των μνηστήρων του πονεμένου έρωτά της Πριγκιπέσας...






Στις δικές μας αίθουσες, στις 7 Ιουλίου 2011 από την Village

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η δική σου κριτική