Η Ζωή Μετά

του Clint Eastwood. Με τους Matt Damon, Cecile De France, Jay Mohr, Bryce Dallas Howard


Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς...
του zerVo
Πολύ θα ήθελα να ρωτήσω τον Clint, να μου πει ποιος ακριβώς παράγοντας τον ώθησε να ασχοληθεί με αυτή την θεματολογία. Μην τυχόν - λέω εγώ - τώρα που ογδοντάρησε και περνά στην φάση της πληρότητας ημερών, που ποτέ μου δεν κατάλαβα την έννοια της, αποφάσισε να ασχοληθεί με ζητήματα life after death, αφήνοντας στην άκρη τα σενάρια γύρω από την παιδοφιλία, την ευθανασία ή την ξενοφοβία, με τα οποία μας σόκαρε προσφάτως? Όποια απάντηση και να πάρω, το βέβαιο είναι πως ο λατρεμένος μου Eastwood, περνά φάση ντεφορμαρίσματος. Απλώς επειδή μέσα σε μια δεκαετία παρουσίασε ούτε λίγο ούτε πολύ, τέσσερα πραγματικά αριστουργήματα και άλλα τόσα σημαντικά έργα τέχνης, αποτελεί πτωτική τάση στα στάνταρντς να είσαι απλώς καλός. Όπως σε μάθει κανείς...

Από καθαρό θαύμα δεν μέτρησε στα χιλιάδες θύματα του καταστροφικού τσουνάμι, που κτύπησε της ασιατικές ακτές, η διάσημη Γαλλίδα δημοσιογράφος Μαρί Λελέ. Για κάποιες στιγμές, εκείνοι που έσπευσαν να την βοηθήσουν, την είχαν για χαμένη, αφού στην πραγματικότητα η όμορφη κοπέλα πήγε στον άλλο κόσμο και ξαναγύρισε. Δεν είχε όμως την ίδια τύχη ένα δωδεκάχρονο αγόρι, που την ίδια στιγμή στην Αγγλία έχανε την ζωή του, κάτω από τις ρόδες διερχόμενου φορτηγού, ένα γεγονός που καταρράκωσε την εθισμένη στις ουσίες μητέρα του, αλλά κυρίως τον δίδυμο αδελφό του, που τον λάτρευε. Ακριβώς την ίδια στιγμή που στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ένας άντρας προσπαθεί ματαίως να ξεπεράσει το χάρισμα του να συνομιλεί με τους νεκρούς, μια ιδιαιτερότητα που στην προσωπική του ζωή, έχει εξελιχθεί σε εφιάλτη.

Δομημένο πάνω σε τρία διαφορετικά σημεία του πλανήτη, στο Παρίσι, στο Λονδίνο και το Σαν Φραντσίσκο, το Hereafter μοιάζει με την μεταφυσική έκφανση του Crash, από την ώρα που τρία άγνωστα μεταξύ τους πρόσωπα, έρχονται σε άμεση επαφή με το ίδιο στοιχείο, τον θάνατο. Ο ένας ως βίωμα, ο άλλος ως απώλεια και ο τρίτος σαν κατάρα. Το ζήτημα που τίθεται ευθύς εξαρχής είναι το πως οι καθημερινότητες αυτών των ξεχωριστών προσώπων κάποια στιγμή θα ενωθούν κάτω από τον ίδιο ουρανό, στοιχείο που προσωπικά δεν με φόβισε διόλου έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στην ματιά του Clint, αλλά και του σεναριογράφου του Peter Morgan. Αν κάπου ξέφυγε ο θρυλικός σκηνοθέτης, είναι στον τομέα του μέτρου και της υπερβολής, στοιχεία που τα μοίρασε σε νούμερα μεγαλύτερα του επιτρεπτού. Και πολλή συγκίνηση και πολλή μελαγχολία και πολύ δράμα και πολύς κοινωνικός προβληματισμός. Όλα σε μεγάλες δόσεις τα σερβίρει ο Eastwood, στην απόπειρα του να ορίσει τον δαίδαλο που είχε κατά νου. Το τελικό προϊόν λογικά είναι παραφουσκωμένο από πληροφορίες και συναισθηματική φόρτιση, αν και από την άλλη μεριά εκτιμώ πως αν ακολουθούσε προσταγές λιτότητας, μάλλον η ιστορία του θα ήταν επίπεδη, ίσως και ψυχικά κενή.

Για πες: Εκεί που πάσχει περισσότερο το σχετικά ευρωπαϊκής συλλογιστικής Hereafter, είναι στο κάστινγκ, που πιστεύω πως στον βασικό αντρικό του ρόλο, έκανε λάθος επιλογή στο πρόσωπο του Damon. Στιγμή δεν με πείθει ο χαρισματικός πρωταγωνιστής για μέντιουμ - πόσο μάλλον για εργαζόμενος στην φάμπρικα ή μαθητευόμενος master chef - αφού ο ήρωας του μοιάζει αρκετά ξένος με την ερμηνευτική φιγούρα που έχει υποδυθεί μέχρι στιγμής. Αντίθετα στον απέναντι πόλο, τον θηλυκό, η De France είναι υποδειγματική ως η νευρωσική ρεπόρτερ, που από την μια στιγμή στην άλλη κερδίζει την πνοή της, μα χάνει όλα τα υπόλοιπα υλικά αγαθά. Mismatch που λειτουργεί σαφέστατα υπέρ της, σε σύγκριση με τον χολιγουντιανό ομόλογο της, σε τέτοιο βαθμό ώστε η ρουμπρίκα της, να ζυγίζει στην ματιά του θεατή, βαρύτερα από τις άλλες δύο που τρέχουν παράλληλα. Μια ανισότητα που ελπίζω στην δημιουργικότητα του Eastwood να κρατά προσωρινή θέση, εν όψει του πλέον μεγαλεπήβολου σχεδίου του με το biopic του Hoover...






Στις δικές μας αίθουσες, 6 Ιανουαρίου 2011 από την Village